•Θα το πάρεις απόφαση αν θα με αγαπάς ή όχι;•
Alex's POV
Πέφτω στο κρεβάτι εξουθενωμένος. Αμέσως φέρνω το πίσω μέρος του χεριού μου στο μέτωπο και με το άλλο ακουμπώ το πάπλωμα μαζί με το σεντόνι στην μέση μου. Κλείνω για λίγο τα μάτια να ξεκουραστώ, να φτιάξω τον ρυθμό της αναπνοής μου. Όταν πλέον νιώθω το σώμα μου λιγότερο σε ένταση, ανοίγω τα μάτια να δω την Angel δίπλα μου με ένα χαμόγελο. Εκείνη κάνει το ίδιο, ξαπλωμένη μπρούμυτα με τα χέρια της κάτω από το μαξιλάρι. Χασμουριέται ύστερα και βολεύεται έτσι ώστε να μπορεί να κλείσει τα μάτια της.
«Ξέρεις τι σκεφτόμουν», λέω ξαφνικά και προσπαθώ να πείσω τον εγκέφαλο μου να σηκωθεί να πάει μέχρι την καρέκλα παραδίπλα όπου παράτησα τα ρούχα μου.
«Τι;»
«Ότι δεν μου είπες ποτέ την πρώτη σου φορά», ξεφυσάω με ένα παράπονο και εννοείται πως της το θυμάμαι.
Κάτι τέτοια δεν ξεχνιούνται.
«Την πρώτη μου φορά;» αναρωτιέται και μάλλον ακόμη δεν έχει καταλάβει σε τι ακριβώς αναφέρομαι.
«Εγώ σου είπα πάντως την δική μου. Υποσχέθηκες να κάνεις το ίδιο. Τόσες μέρες περιμένω να μου πεις, αλλά τίποτα. Μήπως δεν θες;»
Γυρνάω το σώμα μου στο πλάι και την κοιτάω με ενδιαφέρον. Ανοίγει το ένα μάτι και ξεφυσάει αργά. Περιττό να σχολιάσω πόσο όμορφο φαίνεται το γυμνό της στήθος στο πλάι έτσι όπως ζουλιέται. Στρώνομαι καλύτερα κάτω από το πάπλωμα και περιμένω πως και πως να ακούσω τι θα πει. Φέρνω το χέρι κάτω από το μαξιλάρι μου και με το άλλο χέρι χαϊδεύω απαλά την γυμνή της πλάτη, τα σημάδια που της έχω κάνει να δείχνουν πάνω της ακατάστατα.
«Ο Nate λέει ότι δεν πρέπει να μοιραζόμαστε τις πρώτες φορές», μουρμουρίζει σαν μικρό παιδί και αποφεύγει να με κοιτάξει.
«Άρα απλά δεν θες», δηλώνω ανέκφραστος με μισόκλειστα μάτια. «Εγώ δηλαδή που σου το μοιράστηκα, έκανα λάθος;»
«Όχι, αντιθέτως καλά έκανες», πετάγεται και παίρνω αμέσως μια βαθιά ανάσα όταν συνειδητοποιεί πόσο εγωιστικό ακούγεται. «Απλά δεν ήταν κάτι γαμάτο. Ήταν... τέρμα βαρετό. Καμία σχέση με το δικό σου».
«Αυτή την πλάκα έχει η πρώτη σου φορά, ότι δεν ταιριάζει με καμιά άλλη. Κακή, καλή, δεν έχει σημασία. Παραμένει πάντα η πρώτη και η μοναδική που θα γίνει έτσι», γελάω ελαφρώς όταν βλέπω τα μάγουλα της να κοκκινίζουν, μάλλον επειδή ζηλεύει που η δική της δεν ήταν τόσο έξαλλη όσο την δική μου. «Δεν θα σε κρίνω, οπότε ξεκίνα».
«Καλά. Μόνο επειδή είσαι εσύ, Alex, και λίγο επειδή μου εμπιστεύθηκες κι εσύ την δική σου», αναστενάζει και σηκώνει τον θώρακα για να στηριχθεί στους αγκώνες της. «Ήμουν 16 εγώ, φυσιολογική ηλικία», τονίζει επίτηδες και απλά γελώ αμήχανα αποφεύγοντας το βλέμμα της, «και ο Nate είχε διοργανώσει ένα πάρτι. Σε παρακαλώ μην με κρίνεις γι' αυτό, αλλά», το πρόσωπο της κοκκινίζει τέρμα, «τότε ήμουν λίγο ερωτευμένη με τον Gavin-»
Φέρνω την παλάμη του χεριού στα χείλη μου να συγκρατήσω το γέλιο ή μπορεί και τον εμετό. Όπως και να έχει εκείνη το παρατηρεί και τσαντίζεται. Μου γυρνάει την πλάτη μέσα σε δεύτερα και πραγματικά δεν μπορώ να συγκρατήσω το γέλιο μου, πόσο μάλλον αυτή την αηδία που νιώθω στο στομάχι στην ιδέα η Angel να θέλει εκείνη την κουράδα. Ξαπλώνω μπρούμυτα και φέρνω τα χέρια πίσω από το κεφάλι μου με ένα χαμόγελο. Την αφήνω να ηρεμήσει λίγο που της θίχτηκε ο εγωισμός και όταν βλέπει ότι δεν κάνω κίνηση να την παρηγορήσω, γυρνάει το σώμα της προς το μέρος μου.
«Είσαι κακός», μουρμουρίζει ναζιάρικα και την κοιτάω με την άκρη του ματιού μου, το χαμόγελο να μην φεύγει από τα χείλη μου. «Είπες ότι δεν θα με κρίνεις, ηλίθιε».
«Δεν μπορώ να μην. Τον Gavin; Σοβαρά; Έχεις δει πως είναι; Σαν πατημένο σαλιγκάρι», σχολιάζω και μόνο που μιλάω για αυτόν νιώθω την αηδία να με πνίγει στον λαιμό.
«Λίγα τα λόγια σου για εκείνον. Μια χαρά είναι!» γκρινιάζει αμέσως εκείνη και μου χτυπά το στήθος. «Ήμουν μικρή, εντάξει; Τι να κάνω; Όπως και να έχει, εγώ πάντα θα τον νομίζω ωραίο άντρα. Είναι ψηλός, ξανθούλης, το μούσι του είναι χαριτωμένο, έχει πλάκα επίσης. Μην τον βρίζεις...»
«Ναι, όλα αυτά μαζί κάνουν έναν εμετό», δηλώνω και την παρατηρώ που ξαπλώνει ξανά μπρούμυτα, αυτή την φορά να αγκαλιάζει το μαξιλάρι με κόκκινα μάγουλα. «Σε συγχωρώ για τα στάνταρ σου τότε, εφόσον δεν με γνώριζες ακόμη. Είμαι σίγουρος ότι είμαι ο μοναδικός τόσο ωραίος».
«Πω, ψωνίσου λίγο».
«Άλλο να ψωνίζομαι, άλλο να λέω την αλήθεια», γελάω κάπως αυτάρεσκα και ξεφυσάω.
«Τέλος πάντων», αγνοεί πλήρως τα λόγια μου. «Τότε που λες, όταν πέρναγα αυτή την φάση της ζωής μου, ήρθε να μου την πέσει ένας που του έμοιαζε. Ήταν σχεδόν φτυστοί σου λέω. Το ένα έφερε το άλλο, το κάναμε και όταν ξύπνησα δεν τον είδα ποτέ ξανά. Και ναι, είμαι σίγουρη ότι δεν ήταν ο Gavin γιατί εκείνος τον είχε συναντήσει το ίδιο βράδυ, οπότε δεν ήταν η φαντασία μου. Ήταν δυο από αυτούς».
«Α, Θεέ μου, δύο ίδιοι από αυτόν; Εφιάλτης», μουρμουρίζω και η γροθιά της με βαράει πάλι. «Άσε με να τον μισώ, βρε Angel».
«Με έχει κουράσει να τον μισείς όμως. Ποιο είναι το γαμημένο πρόβλημα σου μαζί του; Δεν σου κάνει τίποτα, ό,τι και να κάνει. Συγγνώμη που σου το λέω, αλλά φέρεσαι σαν μαλάκας».
Παίρνω μια βαθιά ανάσα και εκπνέω αργά. Αποφεύγω να την κοιτάξω. Δεν είναι ότι καυγαδίζουμε, αλλά νιώθω ότι αν συνεχίσω να μιλάω, δεν θα το κάνω καλύτερο. Αφότου ηρεμήσω λίγο, γυρνάω το σώμα μου και την τραβάω ξαφνικά προς το μέρος μου. Πέφτει πίσω στο κρεβάτι με την πλάτη της και με κοιτάει ξαφνιασμένη, εγώ από πάνω της. Την φιλάω για λίγο, τα μάτια μου ανοιχτά να βλέπω τα κόκκινα μάγουλα της, το πόσο χαίρεται κάθε φορά που το κάνω. Αποτραβιέμαι αργά.
«Μην σε απασχολεί η σχέση μου με τον Gavin», μουρμουρίζω και χαϊδεύω το μάγουλο της αργά. «Και μην τολμήσεις να νομίσεις ποτέ ξανά σου ότι θα σε κρίνω για κάτι που έκανες. Σε αγαπάω όπως είσαι, εντάξει;»
«Εντάξει», κουνάει το κεφάλι καταφατικά και φέρνω το ένα χέρι στο μάγουλο της, την ίδια στιγμή να αφήνω ένα φιλί στο μέτωπο της. «Κι εγώ σε αγαπώ».
Ευχαριστημένος που όλα είναι καλά μεταξύ μας, σηκώνομαι από το κρεβάτι και νιώθω αμέσως την απουσία του αρώματος του Lucas. Είχα συνηθίσει να το μυρίζω για όσο ήμουν στο κρεβάτι του. Περπατώ με το εσώρουχο μου προς την ντουλάπα του και την ανοίγω. Εδώ και αν τον μυρίζω έντονα. Με τα δάχτυλα μου χαϊδεύω τα ρούχα του. Εννοείται πως σκοπεύω να του κλέψω ένα συνολάκι. Δεν γίνεται να πάω στην δουλειά με τα ίδια ρούχα.
Φοράω ένα λευκό του πουκάμισο και από κάτω ένα μαύρο παντελόνι. Ρίχνω από πάνω ένα ανοιχτό μπλε πουλόβερ και αφότου φτιάξω τον γιακά του πουκαμίσου, σηκώνω τα μανίκια να τα διπλώσω μέχρι τους αγκώνες. Χτενίζω τα μαλλιά μου πίσω με τα δάχτυλα και γυρνάω να δω την Angel με ένα πλάγιο χαμόγελο. Παίζει με μια τούφα μαλλιών της, να την μπερδεύει γύρω-γύρω από τον δείκτη της κάπως σκεφτική. Έχει αφήσει το στήθος της θεατό και έχει ακουμπήσει το άλλο χέρι πίσω από το κεφάλι της για να το στηρίξει έτσι.
«Συνηθίζεις να κλέβεις τα ρούχα του Lucas;» ρωτάει καχύποπτα και γελάω αμήχανα ενώ της γυρνάω την πλάτη για να φορέσω καθαρές κάλτσες.
«Γιατί όχι; Κολλητός μου δεν είναι;»
«Να μην είναι κάτι παραπάνω είναι το θέμα», ειρωνεύεται και στριφογυρίζω τα μάτια μου κουρασμένος από αυτή την συζήτηση.
«Δεν τα έχω μαζί του. Ναι, τον πειράζω γιατί έχει πλάκα, αλλά μην ξεχνάς ότι είμαι σκλάβος των βυζιών σου. Δεν με ενδιαφέρουν λουκάνικα», λέω και κουνάω το χέρι αδιάφορος, ένα νεκρό βλέμμα στα μάτια μου. «Μπορείς να σταματήσεις να μας θεωρείς γκέι; Κάποτε βέβαια δεν τον πείραζε, όμως από τότε που τα έφτιαξε με την Brittany θέλει να ξέρουν όλοι ότι είναι μαζί της και όχι με εμένα, τον ενοχλεί πάρα πολύ. Δεν τον καταλαβαίνω. Είμαι υπέροχος και σέξι, γιατί να μην θέλει;»
«Επειδή είσαι πιασμένος», μου υπενθυμίζει ενοχλημένη και στριφογυρίζει τα μάτια της. «Σοβαρά αν δεν μου έκανες τέτοιο σεξ όλο το βράδυ, σίγουρα θα σε θεωρούσα ερωτευμένο μαζί του», σταματάει απότομα και ξαφνικά σοβαρεύει, εγώ να φοράω το ρολόι στον καρπό μου. «Μην μου πεις ότι σε ερέθιζε η ιδέα ότι το έκανες στο κρεβάτι του».
«Τι λες, βρε αγάπη μου;» γελάω τέρμα αμήχανα και αποφεύγω να την κοιτάξω. «Που-Που τα σκαρφίζεσαι αυτά;»
«Alex-»
Δεν την αφήνω να τελειώσει. Λυγίζω μπροστά και ενώνω τα χείλη μου με τα δικά της για όσο βάζω το τηλέφωνο στην πίσω τσέπη του παντελονιού μου. Επίτηδες την φιλάω με διάρκεια, η γλώσσα μου να μπερδεύεται με την δική της. Στην αρχή δεν θέλει, αλλά ύστερα της αρέσει και ανταποδίδει. Την κοιτάω με μισόκλειστα μάτια, θαυμάζοντας τον ερωτισμό της. Δεν μπορώ να εξηγήσω ούτε στον εαυτό μου πόσο την επιθυμώ. Είναι η μοναδική που με κάνει να θέλω να τρέξω πίσω της έτσι.
«Πάω στην δουλειά. Ξεκουράσου και όταν φύγεις στείλε μου να ξέρω, εντάξει;» ψιθυρίζω πάνω από τα χείλη της και κουνάει το κεφάλι της καταφατικά με κατακόκκινα μάγουλα. «Σε αγαπώ».
«Κι εγώ», μουρμουρίζει ζωηρά εκείνη και τέρμα χαρούμενη με την αγάπη που της δίνω, ευτυχώς αφήνοντας πίσω την όλη συζήτηση με τον Lucas. «Να προσέχεις στην δουλειά».
«Εννοείται».
Χαϊδεύω το κεφάλι της και αρπάζοντας ένα από τα μπουφάν του Lucas, αφήνω εκείνα που φορούσα χθες στην καρέκλα και βγαίνω από το δωμάτιο χαμογελαστός. Άκου εκεί να ερεθίζομαι στην ιδέα ότι το κάνω στο κρεβάτι του Lucas... Ούτε καν. Λατρεύω απλά να τον πειράζω γιατί οι αντιδράσεις του είναι αστείες. Ειδικά όταν παριστάνει ότι δεν του αρέσει κάτι, τότε δεν μπορώ να συγκρατηθώ καθόλου. Είναι αστείο, είναι κάτι να κάνω στον ελεύθερο μου χρόνο. Υπάρχουν στιγμές που νιώθω έναν ανταγωνισμό μαζί του, αλλά ξέρω ότι μου αφήνει το πάσο να είμαι καλύτερος γιατί θέλει να με βλέπει από πάνω του. Πάντα αυτό έκανε.
Χαμογελάω με τον εαυτό μου καθώς φοράω τα παπούτσια. Καθάρισα την κουζίνα του χθες αφότου φάγαμε και το μόνο που μένει είναι το κρεβάτι του. Φρόντισα να μην κουνηθεί τίποτα άλλο στο σπίτι του για να μην έχει κάτι να πει, καμία σπόντα να πετάξει. Βέβαια ποτέ δεν μου λέει κάτι. Εφόσον είμαι ικανοποιημένος, είναι κι εκείνος. Γι' αυτό τον αγαπώ τόσο. Όχι επειδή με κακομαθαίνει, αλλά επειδή με φροντίζει με έναν στοργικό τρόπο που λίγοι το κάνουν. Ακόμη και η Angel είναι βίαιη απέναντι μου ή απότομη.
Βγαίνω έξω από το σπίτι του τόσο ευτυχισμένος. Έχω αργήσει για την δουλειά και ναι, σκοπεύω να προσπεράσω το πρωινό για ακριβώς αυτόν τον λόγο. Ευτυχισμένος όμως πάω προς το αυτοκίνητο μου. Μου αρέσει να ξυπνάω στο πλευρό της Angel, να είμαστε οι δυο μας να απολαμβάνουμε το πρωί με ωραίο και χαλαρό σεξ. Κρίμα δεν μπόρεσα να της φτιάξω να φάει, αλλά θα την καλέσω να φάμε μεσημεριανό μαζί τουλάχιστον. Ξεκλειδώνω το αυτοκίνητο μου και εκπνέω κοφτά.
Πρέπει οπωσδήποτε να βρω δικό μου σπίτι για να μπορώ να μένω μαζί της κάθε ημέρα και βράδυ...
~•~
Κοιτάω έξω από το τζάμι πίσω μου τόσο χαρούμενος που δεν μπορώ να κρύψω το χαμόγελο μου όλη ημέρα. Το τηλέφωνο μου ξαφνικά δονείται στο γραφείο μου και γυρνάω την καρέκλα να δω ποιος είναι. Ο Gavin. Δεν καταλαβαίνω τι στο καλό έχει και με καλεί όλη ημέρα. Μου σπάει τα νεύρα. Του το κλείνω όπως κάνω πάντα και ξεφυσάω, το χαμόγελο μου να σβήνεται αργά. Από εχθές μπορεί να μου έχει κάνει συνολικά 20 κλήσεις και δεν έχω ασχοληθεί με καμιά. Ξέρω ότι για να με παίρνει, κάτι σοβαρό θα είναι οπότε ας υποφέρει για όσο με ψάχνει και δεν με βρίσκει.
Εννοείται πως πήρα χθες το βράδυ την Sophia και την ρώτησα αν είναι όλα καλά. Γέλασε και είπε πως πέρα από μια έλλειψη βιταμίνης όλα είναι καλά. Έχει μπει στον δεύτερο μήνα ήδη και ευτυχώς δεν είχε καμιά επιπλοκή. Την ρώτησα και για τον άντρα της και απάντησε πως είναι το ίδιο καλά. Το μόνο που θεωρούσε περίεργο πάνω του ήταν η ένταση την οποία έχει κάτι μέρες τώρα. Δεν ενδιαφέρθηκα για λεπτομέρειες. Εφόσον σιγουρεύτηκα ότι το θέμα δεν είναι κάτι σοβαρό, υπέθεσα ότι με καλεί για τις μαλακίες του γι' αυτό τον αγνοώ.
Ξεκινά πάλι να με καλεί και μπορώ να αισθανθώ τα νεύρα του. Χαμογελώ αυτάρεσκα με τον εαυτό μου. Δεν με νοιάζει καθόλου. Γυρνάω την καρέκλα πάλι προς το τζάμι και κοιτάω απ' έξω που βρέχει τόσο που με το ζόρι βλέπω πέρα. Σταυρώνω τα χέρια στο στήθος μου και μένω να ακούσω την βροχή που μαστιγώνει το τζάμι μπροστά μου. Το τηλέφωνο συνεχίζει να δονείται, όμως παραμένω αδιάφορος.
Η σχέση μου με τον Gavin δεν φαίνεται ποτέ να φτιάχνει. Οι γονείς μου τον λατρεύουν, η μαμά και ο μπαμπάς να λένε τα καλύτερα γι' αυτόν. Ακόμη και ο Jake τα πάει καλά μαζί του, πόσο μάλλον ο Gavin του τρέχει από πίσω σαν απελπισμένη φαν. Μόνο εγώ είμαι αυτός που δεν τον χωνεύει. Μου την δίνει. Είναι απλά τόσο ηλίθιος. Αφότου έφυγε η Angel, δεν λέω, τα πήγαινα για κάμποσο καιρό καλά μαζί του, αλλά από τότε που μπήκε ο Jake στην μέση και τον άφησε να τον χειραγωγήσει τόσο ώστε να τον αποκαλεί μικρό του αδελφό και τέτοιες άλλες αηδίες, συνειδητοποίησα ότι ο Gavin είναι απλά καθυστερημένος.
Μικρό του αδελφό; Δεν τον έχει τίποτα, ενώ εγώ είμαι μέλος της οικογένειας του. Μαλάκας, λέω, μαλάκας.
Εκπνέω κοφτά ενοχλημένος και εκείνη την στιγμή ανοίγει η πόρτα απότομα. Βαριέμαι να γυρίσω να δω ποιος είναι, αλλά ακούω τακούνια οπότε υποθέτω ότι θα είναι η Alexei ή κάποια άλλη υπάλληλος. Ακουμπώ την γροθιά στο μάγουλο μου και κοιτάω τα νύχια του άλλου χεριού μου αδιάφορος. Όσο να 'ναι συγχύστηκα με τις σκέψεις που έκανα για τον Gavin και τον Jake. Δεν θέλω να σκέφτομαι κανέναν τους. Και οι δυο στα μάτια μου είναι σκουπίδια.
«Βρε τον Alex», πετάγεται η Margie και όταν την βλέπω να στέκεται δίπλα μου, πετάγομαι από την θέση μου τρομοκρατημένος, αμέσως να βάζω την καρέκλα ανάμεσα μας.
«M-M-Margie, τι-τι κάνεις εσύ εδώ;» σοκάρομαι και την κοιτάω κρυμμένος, εκείνη με τα χέρια στην μέση της.
«Τι εννοείς τι κάνω εδώ, βλάκα; Με πληρώνεις για να έρχομαι», γρυλίζει και το σκοτεινό της βλέμμα επάνω μου με κάνει να ανατριχιάσω. «Η Samantha βγήκε από το νοσοκομείο και την προσέχουν τα παιδιά, γι' αυτό ήρθα στην δουλειά. Εσύ τι στο καλό κάνεις και χαζεύεις;»
Γελάω αμήχανα και ξύνω τον σβέρκο μου. Σφίγγει την γροθιά της και το χρώμα φεύγει αργά από το πρόσωπο μου. Φαίνεται τόσο τσαντισμένη, μάλλον γιατί έμαθε ότι χθες η συνάντηση δεν έγινε και σήμερα άργησα να έρθω στην δουλειά. Φέρνει την γόβα της στην καρέκλα μου και την σπρώχνει απότομα προς το τζάμι, πλέον να μην υπάρχει εμπόδιο μεταξύ μας. Τα πόδια μου έχουν κοπεί από τον τρόμο. Δεν μπορώ να αναπνεύσω. Με αρπάζει από τον γιακά και με τραβάει κοντά της, τα μάτια της ορθάνοιχτα. Οι φωτιές λείπουν γύρω της αυτή την στιγμή.
«Γιατί δεν έγινε η συνέλευση εχθές, Alex; Τι στο καλό έκανες πάλι και δεν ήσουν συνεπής;» με τραβάει κι άλλο κοντά της, πλέον η απόσταση μεταξύ μας να είναι μιας αναπνοής. «Έφυγα γιατί εμπιστευόμουν ότι θα φερθείς ώριμα. Κακομοίρη μου, να δω τι δικαιολογία έχεις σκαρφιστεί».
«Ε, είναι μεγάλη ιστορία», χαχανίζω και όταν σφίγγει τον γιακά μου περισσότερο, ξέρω ότι δεν υπάρχει σωτηρία. «Η Adriana με ανάγκασε να την χουφτώσω και νόμιζα ότι η κοπέλα μου θα με παράταγε αν το μάθαινε. Με έπιασαν τα κλάματα σε εκείνη την γωνία, αλλά ευτυχώς με ηρέμησαν οι φρουροί μου. Η Angel τελικά δεν με παράτησε», λέω με μια ανάσα και κάπως χαλαρώνει τα χέρια της.
«Γιατί», ηρεμεί πλήρως και μου χαμογελά, εγώ να κάνω το ίδιο κάπως τρομοκρατημένος αλλά ανακουφισμένος την ίδια στιγμή, «δεν μου το είπες εξαρχής, βρε γλύκα;» Εκεί που δεν το περιμένω με γραπώνει πάλι από τον γιακά και φαίνεται ακόμη πιο τσαντισμένη από πριν. «Αυτό νόμιζες ότι θα έλεγα; Είσαι τελείως ηλίθιος; Τι με νοιάζουν τα γκομενικά σου; Άνθρωποι ταΐζονται από αυτή την δουλειά, γι' αυτό σοβαρέψου. Δεν ξυπνάμε κάθε πρωί για να σε υποστηρίζουμε ψυχολογικά».
«Συγγνώμη», κλαίγομαι τόσο φοβισμένος ότι θα με πεθάνει· είναι ικανή το ξέρω. «Αλήθεια, δεν ήθελα να την ακυρώσω. Έγινε σήμερα όμως. Κανονικά. Όλα πήγαν μια χαρά. Ήμουν και συγκεντρωμένος».
«Τυχερός είσαι που την κανόνισες πριν έρθω, αλλιώς θα σε σκότωνα, Alex», με αφήνει και φέρνει το ένα χέρι στην μέση της και το άλλο στο μέτωπο της. «Τελευταία φορά που ανακατεύεις την προσωπική ζωή σου με την δουλειά. Σοβαρέψου, για όνομα του Θεού».
«Συγχώρεσε με, Margie, δεν θα το ξανακάνω», λέω και πέφτω στην αγκαλιά της, εκείνη να μην το περίμενε. «Πραγματικά νόμιζα ότι θα την χάσω. Μπορεί να μην το καταλαβαίνεις, αλλά εκείνη η γυναίκα είναι η ζωή μου. Καμιά δουλειά δεν είναι πιο σημαντική από εκείνην».
Αισθάνομαι την Margie που ξεφυσά στον ώμο μου και ξαφνικά ανταποδίδει την αγκαλιά. Χαμογελώ ευχαριστημένος. Ξέρω ότι είναι πιο ευαίσθητη απ' ότι δείχνει. Αλλιώς δεν θα άφηνε την δουλειά, που είναι το μεγαλύτερο κομμάτι της ζωής της, για να πάει να δει την γυναίκα της που ήταν άρρωστη. Μου χαϊδεύει την πλάτη και είναι τόσο λεπτή σε σχέση με εμένα που είμαι γεροδεμένος και μεγαλόσωμος.
«Χαίρομαι που όλα πήγαν καλά, αλλά το εννοώ ότι είναι η τελευταία φορά που αφήνεις την δουλειά σου για κάτι τέτοιο. Δεν υπάρχει δικαιολογία στον κόσμο να σε σώσει», με μαλώνει και αποτραβιέται αργά, εγώ να κάνω το ίδιο τόσο χαρούμενος. «Τσκ. Το έχασα και δεν την γνώρισα πάντως. Να την ξαναφέρεις. Θέλω να την δω η ίδια».
«Σε προειδοποιώ ότι είναι δική μου», λέω με παράπονο και την κάνω να γελάσει.
«Είμαι παντρεμένη, Alex. Δεν υπάρχει γυναίκα που αγαπώ περισσότερο από την Samantha», μου υπενθυμίζει και ξεφυσάει στριφογυρίζοντας τα μάτια περισσότερο καλοδιάθετη από πριν.
«Δεν με νοιάζει. Κάνω το καθήκον μου ως αγόρι της», μουρμουρίζω και την ακολουθώ με τα μάτια που βγάζει το τηλέφωνο από την τσέπη της και περπατά πιο πέρα για να απαντήσει σε ένα μήνυμα. «Είναι πολύ σέξι. Και έχει ένα τέλειο, τεράστιο στήθος. Φαντάσου η παλάμη μου δεν αρκεί. Αχ, Margie, είναι απλά πανέμορφη», ενθουσιάζομαι μόνος μου και την πλησιάζω με χοροπηδηματάκια νεράιδας ενώ χαχανίζω.
«Μμμ, υπέροχα. Χαίρομαι για εσένα που βρήκες κάποια που ταιριάζει με τον ανώμαλο χαρακτήρα σου», ειρωνεύεται η Margie και αγγίζω το πηγούνι στον ώμο της.
Κοιτάω διακριτικά ότι ανταλλάσσει μηνύματα με την γυναίκα της. Είναι παντρεμένες πόσα χρόνια. Έχουν υιοθετήσει δυο αγόρια, τα οποία είναι καταπληκτικά παιδιά. Τους προσκαλώ που και που να έρχονται στους φιλικούς αγώνες μπάσκετ. Ο μεγάλος φαίνεται να τείνει πιο πολύ προς το διάβασμα όμως, ο μικρός να είναι ο αθλητικός τύπος. Είναι και οι δυο λύκειο με μόνο ένα χρόνο διαφορά μεταξύ τους. Γενικότερα όταν έχω πάει για δείπνο σπίτι της, δεν είναι τόσο αυστηρή όσο εδώ και φέρεται στην οικογένεια της με υπομονή και αγάπη. Είναι όλοι γλύκες.
«Κύριε Alex», μπαίνει μέσα η Alexei και όταν βλέπει την Margie γουρλώνει αμέσως τα μάτια. «Κυρία Margie, πότε ήρθατε; Θέλετε να σας φτιάξω έναν καφέ;»
«Θα το εκτιμούσα. Σκέτο, σε παρακαλώ», λέει η Margie και φεύγει από το σημείο που στεκόταν, εγώ παραλίγο να πέσω κάτω. «Πριν φύγεις όμως, πες μου λίγο τι δεν έκανε ο Alex χθες και πρέπει να κανονίσουμε σήμερα. Είδα ότι έχουμε μείνει λίγο πίσω στις ετοιμασίες».
«Ε, τίποτα», γελά αμήχανα η Alexei και της κάνω νόημα πίσω από την πλάτη της Margie να με καλύψει, γιατί πραγματικά ούτε το να κλάψω με σώζει από εκείνην. «Α, βασικά-κάτι που είπε και ο ίδιος-έκανε την κυρία Angel. Όλοι τους ακούσαμε, αλλά ξέρουμε πως είναι ο κύριος Alex και τον αγνοήσαμε με το να βάζουμε ακουστικά-»
«Εντάξει, φτάνει, αγαπητή μου», πετάγομαι εγώ στο πλευρό της και φέρνω την παλάμη στα χείλη της, κάπως έτσι να την κολλάω επάνω μου. «Η Alexei εννοεί ότι καυγαδίσαμε λίγο με την Angel και για να μας δώσουν χρόνο, έβαλαν ακουστικά. Η Angel είναι λίγο οξύθυμη και ιδιότροπη-»
«Δεν το σώζεις, ανώμαλε», με διακόπτει απογοητευμένη η Margie και χαϊδεύει το μέτωπο της. «Αυτά συμβαίνουν όταν δίνεις λεφτά και προνόμια σε κακομαθημένα παιδάκια. Χρησιμοποιούν τις εταιρίες τους για μπουρδέλο».
«Σε παρακαλώ, εγώ μια χαρά συνεισφέρω στην εταιρία. Δεν είμαι και ο καλύτερος διευθυντής, όμως προσπαθώ», ενοχλούμαι με τα λόγια της και η Alexei ξαφνιάζεται που αντιμίλησα στην Margie. «Άμα θέλω να το κάνω με την Angel εδώ, θα το κάνω. Δεν θα ρωτήσω κανέναν».
Πέφτει σιωπή μεταξύ μας. Η Margie με κοιτά κάπως ανέκφραστη. Βάζει το τηλέφωνο στην εσωτερική τσέπη του σακακιού της και ξεφυσάει. Δεν φαίνεται να ενοχλήθηκε καθόλου από τα λόγια μου. Αντιθέτως σταυρώνει τα χέρια στο στήθος της και γελά ελαφρώς. Μου ρίχνει τα μάτια με το κεφάλι σηκωμένο ψηλά σαν κυρία.
«Φαίνεται αυτή η κοπέλα να σου ταιριάζει. Δεν είναι σαν την Adriana», δηλώνει και δεν το περίμενα, γι' αυτό πεταρίζω τα βλέφαρα μου σοκαρισμένος. «Έχεις αποκτήσει το ανάστημα σου. Θα πρέπει να σε πατάει πολύ που ξύπνησε τον εγωισμό σου».
«Η κυρία Angel είναι υπέροχη. Θα την λατρέψετε», πετάγεται η Alexei και μόνο τότε συνειδητοποιώ ότι την είχα αφήσει ελεύθερη. «Είναι μια κούκλα και τόσο γλυκιά. Για να φανταστείτε, κυρία Margie, έφερε γλυκά για να κεράσει όλους τους εργάτες του κύριου Alex. Όλοι την λάτρεψαν!»
«Όντως την λάτρεψαν;» ξαφνιάζομαι κι άλλο, η Alexei να κουνάει το κεφάλι της καταφατικά με τεράστιο ενθουσιασμό.
«Μου είπαν τα καλύτερα. Να ξέρετε, κύριε Alex, ότι αυτή την φορά έχετε όντως βρει μια καλή κοπέλα. Είμαι σίγουρη ότι αυτή είναι το άλλο σας μισό».
«Alexei, τα λόγια σου με συγκινούν», βουρκώνω εγώ και τινάζω το κάτω χείλος σαν κουτάβι.
«Σοβαρευτείτε», καθαρίζει τον λαιμό της η Margie, με τα χίλια ζόρια να συγκρατεί το χαμόγελο της. «Φτάνει με τα ερωτικά του Alex. Θα παριστάνω ότι δεν έγινε η χθεσινή ημέρα εφόσον δεν ήμουν εδώ, αλλά να μην επαναληφθεί ποτέ ξανά. Σεβάσου τον χώρο εργασίας, Alex, ή κάν' τα όταν δεν είναι κανείς εδώ. Άκου εκεί οι εργάτες με ακουστικά».
«Κι εγώ σε αγαπώ, Margie», χαχανίζω ανακουφισμένος που χαίρεται κι εκείνη με την σχέση μου, όσο και να προσπαθεί να δείχνει σοβαρή.
«Την συμπάθησε, κύριε Alex», ψιθυρίζει η Alexei και σφίγγει τις γροθιές της ενθουσιασμένη.
«Πήγαινε να μου φτιάξεις τον καφέ, Alexei, και άσε τις συζητήσεις. Να μου φέρεις και το πρόγραμμα να το ελέγξω να δω τι πρέπει να κάνουμε», την μαλώνει η Margie και βγαίνει από το γραφείο μου.
«Μάλιστα, κυρία Margie», απαντάει η γραμματέας μου και ξεφυσάω κουρασμένος, εφόσον το να βρίσκομαι γύρω της μονίμως τσιτωμένος είναι πολύ αγχωτικό και ψυχικά εξουθενωτικό. «Ήθελα να σας πω, κύριε Alex, ότι μου έστειλαν μια πρόσκληση για μια δεξίωση, αλλά είναι στο όνομα της μητέρας σας», μου την τείνει και την παίρνω αδιάφορος. «Επίσης με ενημέρωσε ο κύριος Gavin ότι έρχεται να σας βρει πριν δέκα λεπτά. Θα πρέπει να φτάνει όπου να 'ναι».
«Μάλιστα», μουρμουρίζω τέρμα αδιάφορος για το τελευταίο ειδικά. «Σε ευχαριστώ, Alexei. Πήγαινε να βοηθήσεις την Margie».
«Μάλιστα, κύριε Alex».
Η Alexei φεύγει κλείνοντας την πόρτα πίσω της. Εγώ ανοίγω τον φάκελο και βγάζω τρεις προσκλήσεις για μια Χριστουγεννιάτικη δεξίωση. Εκπνέω κοφτά από την μύτη και τις παρατάω πάνω στο γραφείο μου. Για να έχουν έρθει στο όνομα της μαμάς, σημαίνει ότι πρέπει να παρευρεθώ. Φορές που είναι στο δικό μου, δεν με αναγκάζω να πάω, θα το κάνω μόνο αν το θέλω ή το νιώθω. Στης μαμάς όμως είναι άλλη περίπτωση, γιατί σημαίνει πως πρέπει να την αντιπροσωπεύσω. Τουλάχιστον έχω τρεις προσκλήσεις. Θα ζητήσω στην Angel και στην Brittany να έρθουν, εφόσον ξέρω πόσο τρελαίνονται να βρίσκονται με διασημότητες.
Θα έλεγα στον Lucas, αλλά εκείνος ξερνάει μόνο στην ιδέα. Δεν τον ενδιαφέρουν καθόλου κάτι τέτοια. Μόνο σε ό,τι διοργανώνει η δουλειά του πάει, σε εκείνα τα βαρετά να με σέρνει κι εμένα με το ζόρι. Ο μόνος λόγος που δεν γκρινιάζω όλο το βράδυ που συναντιέμαι με ένα μάτσο γιατρούς, είναι επειδή λατρεύω να τον βλέπω ευτυχισμένο που αισθάνεται ότι ανήκει κάπου. Εννοείται πως θα αφήσω τον εγωισμό μου στην άκρη για ένα βράδυ για εκείνον. Τόσο που με ανέχεται, το αξίζει.
Η πόρτα χτυπάει πίσω μου και ξαφνιάζομαι που κάποιος έχει αρκετούς τρόπους να το κάνει. Συνήθως όλοι μπουκάρουν εδώ μέσα. Φωνάζω ένα «περάστε» και λυγίζω πίσω στο γραφείο μου με σταυρωμένα χέρια στο στήθος. Όταν βλέπω τον Gavin, δεν προσπαθώ να κρύψω καθόλου την ξενέρα και την αηδία στο πρόσωπο μου. Το παρατηρεί και το βλέμμα του νεκρώνει αμέσως. Μπαίνει μέσα και κλείνει πίσω του, εγώ να περπατώ προς την καρέκλα μου για να κάτσω εκεί. Τον βλέπω με την άκρη του ματιού μου που βγάζει το βρεγμένο μπουφάν του και το κρεμάει στον καλόγερο, ευτυχώς μακριά από το δικό μου για να μην το μουσκέψει.
«Βρέχει τόσο που ξαφνιάζομαι πως ο ταξιτζής έβλεπε να έρθει μέχρι εδώ», γελάει εκείνος και μένει μόνο με το γκρίζο ζιβάγκο του.
Ωραίος άντρας; Εντάξει, Angel, έχει μια γοητεία, αλλά ακόμη θέλω να ξεράσω μαζί του.
«Δεν ήρθες με το αυτοκίνητο σου;» ρωτάω και βγάζω ένα υγρό μαντηλάκι από το συρτάρι μου για να καθαρίσω την καρέκλα, συγκεκριμένα την άκρη που άγγιξε η Margie με την γόβα της.
«Δεν με άφησε η Sophia. Δεν ξέρω γιατί ακόμη νομίζει ότι δεν ξέρω να οδηγώ. Αφού είμαι ακόμη ζωντανός, ποιο το παράπονο;»
«Ναι, το παράπονο είναι ότι δεν ξέρεις», ειρωνεύομαι και ξεκινώ να καθαρίζω μανιωδώς την γωνία, μέχρι που εκείνη γυαλίζει, εγώ να χαμογελώ με τον εαυτό μου ευχαριστημένος. «Τέλος πάντων. Τι θες; Γιατί ήρθες μέχρι εδώ;»
«Επειδή δεν μου σηκώνεις το τηλέφωνο. Χθες σε περίμενα στο σπίτι του Nate, αλλά δεν εμφανίστηκες. Μου είπε ότι είχατε πάει κάπου με την Angel και υπέθεσα ότι σήμερα θα είσαι στην δουλειά», απαντά και ρίχνει το σώμα του στην καρέκλα απέναντι από το γραφείο μου, εγώ να γλιστράω με την δική μου σε αυτό για να ακουμπήσω τα χέρια επάνω.
«Μάλιστα. Δεν με νοιάζει», λέω και αρχίζω να εξετάζω τις χημικές ενώσεις που μου στείλανε το πρωί, για να κρατώ τον εαυτό μου απασχολημένο.
«Μπορούμε να μιλήσουμε, Alex;» ξεφυσάει εκείνος ανυπόμονα και σηκώνω τα κενά μου μάτια να τον δω.
«Δεν σου έχω κλείσει το στόμα. Μίλα».
«Σου αγόρασα σπίτι», ανακοινώνει και σταυρώνει τα χέρια στο στήθος του κάπως ενοχλημένος.
«Τι έκανες;» ρωτάω για να σιγουρευτώ ότι άκουσα σωστά και αφήνω το χαρτί στο γραφείο κάπως ενοχλημένος.
Ο Gavin αποφεύγει να με κοιτάξει. Βγάζει από την τσέπη του κάτι κλειδιά και τα πετάει στο γραφείο μου, ακριβώς πάνω από τον φάκελο με τις προσκλήσεις. Τα κοιτάω και ύστερα εκείνον, το πρόσωπο μου ακόμη ανέκφραστο. Μου ρίχνει τα μάτια ενοχλημένος και ξεφυσά με ελαφρώς κόκκινα μάγουλα, τα φρύδια του σουφρωμένα.
«Σου αγόρασα σπίτι», επαναλαμβάνει και μόνο τότε συνειδητοποιεί ότι το λέει στα σοβαρά και δεν αστειεύεται. «Μετά από αυτό που είδα στην κουζίνα, με αφήσατε με τραύματα, εντάξει; Έχω συνηθίσει να μπαίνω σε αυτό το σπίτι σαν να είναι το δικό μου και να μην βλέπω τέτοια πράγματα. Γι' αυτό έκατσα να σου βρω ένα σπίτι και σου το αγόρασα. Μην ανησυχείς, θα το λατρέψεις».
«Και που το ξέρεις εσύ, βλαμμένο σκουπίδι της κοινωνίας;» γρυλίζω ενοχλημένος και δεν σταματάω να τον κοιτάω με νεύρα.
Το θράσος...
«Γιατί είναι ακριβώς απέναντι από το δικό μου, ένα σπίτι πιο πέρα από του Nate», ξεφυσά εξαντλημένος από τα νεύρα μου και ακουμπά τα χέρια στα μπράτσα της καρέκλας. «Ήξερα ότι ο κύριος Thompson ήθελε τα λεφτά και του έδωσα ένα καλό ποσό να αγοράσει ένα άλλο σπίτι και να κρατήσει τα υπόλοιπα για τον εαυτό του. Δεν δυσκολεύτηκε να το παρατήσει», εξηγεί και μαλακώνω λίγο, εφόσον δεν φαίνεται να λέει ψέματα. «Ήξερα ότι θες να είσαι κοντά μας και άρπαξα την ευκαιρία. Το ήξερα καιρό, βέβαια, αλλά επίτηδες δεν έλεγα κάτι γιατί μόνο με βρίζεις και με υποτιμάς, γι' αυτό δεν σε ήθελα πουθενά κοντά μου».
Σφραγίζω τα χείλη μου σοκαρισμένος. Η αλήθεια είναι ότι δεν το περίμενα κάτι τέτοιο. Πάντα με πειράζει και με ενοχλεί, γι' αυτό έχω συνηθίσει ποτέ να μην είναι καλός μαζί μου. Τρία Χριστούγεννα τώρα ούτε δώρα δεν μου κάνει. Εννοείται πως εγώ του αγοράζω, αλλά δεν του το λέω ποτέ, του το αφήνω κάτω από το δέντρο απλά. Δεν είναι ότι θέλω να του συμπεριφέρομαι έτσι, αλλά κάθε φορά που σκέφτομαι πως κάνει για τον Jake-έτσι να μην κάνει ποτέ για μένα-θέλω να ξεράσω, να τον ρίξω σε λάκκο με φίδια.
«Πόσα λεφτά πλήρωσες; Θα σου τα δώσω-»
«Δεν θέλω τα λεφτά σου, Alex. Μην ανησυχείς, μου περισσεύουν αρκετά για να μπορώ να σου κάνω αυτό το δώρο», με διακόπτει και σηκώνει το κεφάλι για λίγο να δει το ταβάνι. «Δεν το αξίζεις και ειλικρινά, ακόμη σε σιχαίνομαι για όλες τις φορές που μου έχεις συμπεριφερθεί απαίσια, όμως αν αυτό σε κάνει να σταματήσεις να πηδιέσαι στο σπίτι του καλύτερου μου φίλου με την μικρή του αδελφή, θα το κάνω».
«Είσαι πολύ τραγικός. Έχω ζήσει με σένα και την αδελφή μου, αλλά δεν σου έκανα τέτοιες μαλακίες», ενοχλούμαι και κουνάω το κεφάλι απογοητευμένος.
Σιγά που θα το έκανε για εμένα. Την πάρτη του βλέπει μόνο.
«Τέλος πάντων. Πάντως μπορείς να συνεχίσεις να με αγνοείς τώρα κανονικά. Μην αγχώνεσαι», δηλώνει σοβαρός και σηκώνεται από την θέση του, εγώ να τον ακολουθώ με τα μάτια μου.
«Gavin, περίμενε», τον σταματάω τελευταία στιγμή πριν κάνει το πρώτο βήμα να απομακρυνθεί.
Σηκώνομαι αργά από την καρέκλα μου. Περπατάω προς το μέρος του και χωρίς να τον δω, τον αγκαλιάζω. Εκείνος εννοείται πως είναι σαστισμένος, το σώμα του τόσο τσιτωμένο που δεν ξέρει τι να κάνει. Ακουμπώ το πηγούνι στον ώμο του με κόκκινα μάγουλα και επίτηδες έχω φέρει τα χέρια μου γύρω από τον θώρακα του για να μην μπορεί να ανταποδώσει. Μέσα μου εννοείται πως είμαι ευτυχισμένος που θα μπορώ να μένω κοντά στην αδελφή μου και στην Angel, πόσο μάλλον στα ανίψια μου και στον Nate.
«Σε-Σε ευχαριστώ», μουρμουρίζω επίτηδες για να μην ακουστεί τόσο καθαρά ότι το λέω.
Αποτραβιέμαι ακριβώς μετά και τον βλέπω που με εξετάζει με ορθάνοιχτα μάτια. Κάνει ένα βήμα πίσω χλωμός, εγώ να σταυρώνω τα χέρια στο στήθος μου ενοχλημένος. Δεν χρειάζεται να υπερβάλλει. Τον έχω αγκαλιάσει ξανά. Βέβαια, η τελευταία σαν αυτήν ήταν πριν τέσσερα χρόνια, οι άλλες μόνο για να τον πνίξω. Σουφρώνει τα φρύδια και γέρνει μπροστά να μου δει το πρόσωπο καλά, εγώ να κοιτάω αλλού αμήχανα.
«Το εννοείς;» αναρωτιέται ελαφρώς ξαφνιασμένος.
«Ν-Ναι. Μην με κάνεις να το πάρω πίσω όμως», γρυλίζω και εκεί που δεν το περιμένω γελάει. «Τι;»
«Είχα ξεχάσει ότι έχεις και αυτή την πλευρά που νοιάζεται. Η Adriana σε είχε καταστρέψει», λέει κάπως ανακουφισμένος και εκπνέει αργά. «Η Angel πάντα σου βγάζει αυτή την γλυκιά πλευρά. Μόνο όταν είσαι στο πλευρό της, δείχνεις ότι με αγαπάς κατά βάθος».
«Εντάξει, φτάνει. Μην το παίρνεις πάνω σου-»
«Τι είναι αυτό που σε πειράζει επάνω μου; Ο πλούτος μου; Μπα, έχεις δικό σου... Μήπως είναι-όχι, όχι, ο ναρκισσιστικός σου κώλος λατρεύει μόνο τον εαυτό του-»
«Gavin, αλήθεια, σκάσε πριν σου σπάσω τα μούτρα», γρυλίζω και σηκώνει τα χέρια στο πλάι να με σταματήσει με ένα γελάκι.
«Κατάλαβα. Πίσω στο να μισιόμαστε», ξεφυσά κουρασμένος και φευγαλέα βλέπω μια απογοήτευση στα μάτια του.
«Εκτιμώ που μου πήρες το σπίτι, αλλά ως εκεί. Θα βρω τρόπο να σου το γυρίσω για να μην σου είμαι υπόχρεος. Φτάνει τώρα».
«Μα, δεν το έκανα γι' αυτό», κόβει την πρόταση του απότομα και καθαρίζει τον λαιμό του. «Εντάξει, κατάλαβα. Πάω τώρα, γιατί έχω δουλειές, ξέρεις. Αλλά όχι, έπρεπε να έρθω μέχρι εδώ γιατί δεν ξέρεις να απαντάς ένα τηλέφωνο».
Στριφογυρίζω τα μάτια. Τον αφήνω να με προσπεράσει και να φύγει. Κοιτάω τα κλειδιά στο γραφείο μου και μου βαραίνει λίγο η καρδιά. Κλείνω τα μάτια για ένα δεύτερο όσο να πάρω μια βαθιά ανάσα και ύστερα ξεφυσάω. Αρπάζω το τηλέφωνο μου από το γραφείο και την στιγμή που γυρνάω, εκείνος κλείνει την πόρτα πίσω του. Φοράω το μπουφάν του Lucas και τον ακολουθώ. Τον προσπερνάω μια στιγμή και πατάω το κουμπί για το ασανσέρ, εκείνος να με πλησιάζει κάπως ξαφνιασμένος. Χαϊδεύει το μούσι του μπερδεμένος και μια στιγμή μου σηκώνει το φρύδι καχύποπτος.
«Είσαι χειρότερος από όλες τις γκόμενες που έχω πάει. Θα το πάρεις απόφαση αν θα με αγαπάς ή όχι;» ειρωνεύεται και απλά κερδίζει το τσαντισμένο βλέμμα μου.
«Χάρη σου κάνω», αντιλέγω και γυρνάω να κάνω νόημα στην ρεσεψιόν να με δει. «Φεύγω για πέντε λεπτά. Σε περίπτωση που γίνει κάτι, να με πάρει η Alexei στο τηλέφωνο, εντάξει;»
«Μάλιστα, κύριε Alex», λέει εκείνη και μπαίνω μέσα στο ασανσέρ.
«Alex, το ήξερες ότι είχε μαζευτεί κόσμος κάτω; Χαμός γινόταν όταν ήρθα», ενθουσιάζεται ο Gavin και πατάω να κατέβουμε στο παρκινγκ. «Κάτι για ένα λεωφορείο με τουρίστες που χάλασε και τους έφεραν στο παρκινγκ σου για να μην βραχούν. Κάτι γριούλες ήταν, γι' αυτό μάλλον τις λυπήθηκαν».
«Πλάκα μου κάνεις;» ξεφυσάω και χαϊδεύω το μέτωπο μου. «Τι είναι πάλι; Δεν είναι η εταιρία μου στέγη. Τα ίδια κάθε φορά».
«Δεν είναι η πρώτη φορά;»
«Όχι, γαμώτο», τσαντίζομαι με αυτή την είδηση και όταν βγαίνω έξω, ξεκινώ να κοιτώ δεξιά-αριστερά.
«Μάλλον έφυγαν», σκέφτεται φωναχτά ο Gavin και τον αγνοώ κάπως ενοχλημένος που χαχανίζει μόνος του.
«Τέλος πάντων».
«Κάτσε», τρέχει στο πλευρό μου ο Gavin και με εξετάζει καλά, «τα ρούχα του Lucas είναι αυτά;»
Εννοείται πως τον αγνοώ. Ξεκλειδώνω το αυτοκίνητο από την απόσταση που βρισκόμαστε και περπατώ προς το μέρος του. Ο Gavin φέρνει τα χέρια πίσω από το κεφάλι του και τον αισθάνομαι που με κοιτά με την άκρη του ματιού του. Προσπαθώ να μην εστιάζω σε εκείνον. Κοιτάω κάτω και καθαρίζω τον λαιμό μου.
Δεν περίμενα να μου κάνει δώρο ένα σπίτι και τι σπίτι βασικά. Είναι τέλειο. Το ιδανικό για εμένα που ήθελα να είμαι κοντά σε γνωστούς μου. Δεν ήθελα να μείνω μόνος. Δεν μου αρέσει καθόλου να κοιμάμαι σπίτι μόνος, γι' αυτό και απέκλεισα την ιδέα να μείνω σε ξενοδοχείο εξαρχής. Εγωιστικό εκ μέρους μου να διακινδυνεύσω τις ζωές των αγαπημένων μου, αλλά αλήθεια δεν μπορώ. Μου είναι δύσκολο. Τώρα βέβαια έχω την Angel, αλλά πριν όχι, οπότε δέχτηκα να μείνω στον Nate. Ακόμη και στον Gavin θα έκανα την θυσία να έμενα.
Χαμογελώ με τον εαυτό μου όταν σταματάω απότομα, το χέρι μου ασυνείδητα να μπαίνει μπροστά απ' τον Gavin. Εκείνος με κοιτά περίεργα αμέσως, εγώ να βάζω το χέρι στην μύτη και το στόμα μου. Αρχίζω να ζαλίζομαι, γι' αυτό γραπώνομαι στο μπουφάν του Gavin. Νιώθω ότι χάνω το χρώμα από το πρόσωπο μου, κάτι που κάνει τον γαμπρό μου να ανησυχήσει αμέσως.
«Alex, τι έπαθες;» ρωτάει αγχωμένος και με εξετάζει καλά.
«Δεν-Δεν... το μυρίζεις;» αναρωτιέμαι εγώ και τον βλέπω που προσπαθεί να καταλάβει την μυρωδιά.
«Όχι», απαντά μπερδεμένος. «Τι έγινε;»
«Είναι... τόσο... δυνατό», παραπονιέμαι και νιώθω ότι δεν μπορώ να αναπνεύσω.
Με τον αδύναμο μου πνεύμονα, αισθάνομαι όλες τις μυρωδιές πιο έντονα απ' ότι πρέπει, εξ ου και ο λόγος που κοντεύω να λιποθυμήσω τώρα. Συγκρατώ τον εμετό και αρπάζω το πουλόβερ του Gavin για να κρατηθώ. Τον σπρώχνω ύστερα πίσω και με τα μάτια μισάνοιχτα προσπαθώ να εξετάσω τον χώρο γύρω μου. Πέρα από το αυτοκίνητο μου πιο πέρα και από κάποια άλλα δίπλα μας, δεν βλέπω κάτι που θα μπορούσε να προκαλέσει τέτοια μυρωδιά.
«Τώρα που το λες», πετάγεται ο Gavin, «νομίζω ότι κάτι άρχισε να μυρίζει σαν... αέριο; Μπαρούτι; Δεν καταλαβαίνω. Είναι απαίσιο».
«Αυτό», σχολιάζω και του κάνω νόημα να σταματήσει να με πλησιάζει. «Κάνε πίσω. Μην πλησιάζεις. Δεν ξέρουμε τι είναι».
«Που πας;» με ρωτάει την στιγμή που ξεκινώ να περπατώ προς το αυτοκίνητο μου αργά, κοιτώντας τον χώρο γύρω μου καλά.
«Μείνε πίσω απλά», γρυλίζω και βγάζω το χέρι από τα χείλη μου, τα εκνευρισμένα μου μάτια να τον εκβιάζουν ότι θα τον σκοτώσω αν τολμήσει να έρθει. «Μην κάνεις φασαρία».
Φέρνω την γροθιά στα χείλη μου και αρχίζω να βήχω μανιωδώς. Ακουμπώ το πουλόβερ του Lucas στην μύτη μου και πλησιάζω το αυτοκίνητο μου. Η μυρωδιά είναι τόσο έντονη που πρέπει να ανοιγοκλείσω τα μάτια για να συνέλθω λίγο. Όταν συνειδητοποιώ τι γίνεται όμως, το πουλόβερ πέφτει από την μύτη μου και κάνω ένα βήμα πίσω τρομοκρατημένος. Γυρνάω να δω τον Gavin και ούτε εγώ δεν ξέρω από πού μαζεύω όλη την δύναμη να τρέξω προς το μέρος του. Τον αρπάζω από την κουκούλα και τον τραβάω όσο πιο μακριά γίνεται.
Την στιγμή που γίνεται η έκρηξη, ασυνείδητα μπαίνω μπροστά από το σώμα του και τον προστατεύω, η πίεση στον αέρα να με σπρώχνει κάτω. Νιώθω τον πόνο στην πλάτη μου, τα αυτιά μου να βουίζουν τόσο που με ενοχλούν. Δεν ακούω τίποτα. Χτύπησα το κεφάλι δυνατά στο τσιμέντο και αυτό με κάνει να ζαλίζομαι, να μην μπορώ να συνέλθω. Ρίχνω το σώμα μου στο πλάι ανάσκελα και κοιτάω πίσω μου τις φλόγες και τους καπνούς του αυτοκινήτου μου. Το κατάλαβα ότι μου είχαν βάλει βόμβα επειδή μπορούσα να ακούσω τον συμπιεσμένο αέρα που έβγαινε από κάποιο κρυμμένο φιαλίδιο.
«Alex», με καλεί ο Gavin αλλά η φωνή του είναι τέρμα παραμορφωμένη.
Δεν μπορώ να του απαντήσω. Εξάντλησα τις δυνάμεις μου για να τρέξουμε μέχρι εδώ. Βήχω και αισθάνομαι ότι μου έχει κοπεί η ανάσα. Δεν μου φτάνει το οξυγόνο. Τουλάχιστον ο Gavin φαίνεται καλά, δεν έχει ούτε γρατζουνιά επάνω του. Έβαλα και το χέρι πίσω από το κεφάλι του για να μην πάθει κάποια διάσειση. Καθισμένος στα γόνατα του με ταρακουνά να ξυπνήσω, μια να κοιτάει πέρα τις φλόγες, μια εμένα. Αρπάζει το πληγωμένο χέρι μου στα δυο δικά του και τα μάτια μου αρχίζουν να κλείνουν.
«Alex, σε παρακαλώ, κάνε υπομονή», κλαίει εκείνος και νομίζω αυτή είναι η πρώτη φορά που τον βλέπω τόσο τρομοκρατημένο. «Alex; Alex, ξύπνα! ΒΟΗΘΕΙΑ!»
Τουλάχιστον ο Gavin δεν έπαθε κάτι. Ο βλάκας είναι φοβητσιάρης. Ακόμη και μια γρατζουνιά να δει πάνω του, θα την κλαίει για εβδομάδες. Σημασία έχει ότι είναι καλά. Εγώ θα το αντέξω. Όπως κάνω πάντα άλλωστε.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top