•Δεν πάει να πεθάνει ούτε που με νοιάζει!•
Η ώρα περνάει τόσο αργά και βασανιστικά. Κανείς δεν μιλάει. Όλοι είναι τέρμα σκεφτικοί, χαμένοι στις σκέψεις τους. Δεν ξέρω πόσα λεπτά έχουν περάσει, εγώ καθισμένη σε μια από τις καρέκλες, το κεφάλι μου ακουμπισμένο στον ώμο του Nate, που με την πατερίτσα του κάνει κύκλους. Ο Gavin απέναντι προσπαθεί να ηρεμήσει την Sophia. Την παρακάλαγε προηγουμένως να ηρεμήσει για το καλό του μωρού και κατάφερε έτσι να σταματήσει το κλάμα και να μείνει στην αγκαλιά του αγαπημένου της. Η Brit κοιμάται στα πόδια της Προέδρου, ο Lucas πιο πέρα καθισμένος μόνος του. Ο Carlson και ο πατέρας του Alex, έχουν βγάλει τα σακάκια τους και στέκονται ακουμπισμένοι πίσω στον τοίχο. Έχει έρθει και η οικογένεια της Brit.
Όλοι είναι σε αναμμένα κάρβουνα. Εγώ από την άλλη δεν ξέρω πώς να νιώσω. Εννοείται πως στεναχωριέμαι για τον Alex και ελπίζω να γίνει καλά, όμως αυτό δεν βγάζει αυτή την αμηχανία από μέσα μου. Ξαπλώνω πίσω στην καρέκλα και σταυρώνω τα χέρια στο στήθος μου σκεφτική. Νιώθω πολύ υπεύθυνη που βρίσκεται σε αυτό το σημείο. Δεν του έδωσα στιγμή το περιθώριο να ανασάνει. Από την άλλη όμως, κατά πόσο φταίω; Που να ήξερα την αλήθεια;
Αρχίζω να μπερδεύω μια τούφα μαλλιών στο δάχτυλο μου. Ξέρω ότι δεν ανήκω πουθενά στην καρδιά του Alex πλέον. Κρατάει απωθημένα και μάλιστα δύσκολα τα ξεχνάει. Σιγά που θα με συγχωρέσει που τον χώρισα και τον παράτησα μια τέτοια στιγμή. Δεν με βρίσκω να με νοιάζει όμως. Για κάποιον λόγο δεν δακρύζω ούτε στεναχωριέμαι που χωρίσαμε. Πραγματικά ήταν σαν να έβρισκα λόγο.
Τα πράγματα δεν ήταν ίδια μεταξύ μας μετά από τον πρώτο χωρισμό. Εκείνος εκδήλωνε μια τόσο ευαίσθητη πλευρά που ένιωθα ότι κρατάω ένα πολύτιμο διαμάντι στα χέρια μου ενώ γύρω μου υπάρχουν μόνο κλέφτες. Το παραμικρό λάθος και όλα καταστρέφονταν. Η ευθύνη ήταν αυτή που με τρόμαξε; Μπορεί. Δεν μου άρεσε όμως να ζω μονίμως αγχωμένη για το ένα και για το άλλο. Ο Alex δεν με έκανε να νιώθω ότι μπορώ να στηριχτώ πάνω του όταν με το παραμικρό κλειδωνόταν στο δωμάτιο του ή έπεφτε σε σκέψεις.
Πως τον ανέχονται οι γύρω του;
Ρίχνω τα μάτια στον Lucas. Έχει ακουμπήσει τους αγκώνες στα μπούτια του και έχει λυγίσει το κεφάλι μπροστά, ενώ κοιτάει το πάτωμα. Ούτε τα χέρια δεν άκουσε να πάει να πλύνει, γιατί δεν ήθελε να χάσει τον γιατρό σε περίπτωση που έβγαινε να ανακοινώσει σε τι κατάσταση βρίσκεται ο Alex. Είναι τόσο σιωπηλός, σαν να μην υπάρχει.
Αναρωτιέμαι για λίγο πως γίνεται να νοιάζεται για τον Alex ακόμη, όταν ο άλλος τον έβλεπε με τέτοια αηδία που πραγματικά αισθανόμουν ότι μπορεί να τον σκοτώσει. Εδώ με εκβίαζε να μην κάνω παρέα μαζί του, ενώ είναι μια χαρά άνθρωπος. Κι όμως, στάθηκε δίπλα στον Alex σαν πραγματικός αδελφός και να που τώρα δεν κουνιέται ρούπι από την θέση του, αναμένοντας τα αποτελέσματα. Πως μπορεί και τον νοιάζεται τόσο; Πως γίνεται να μην νευριάζει και να μην στεναχωριέται μαζί του; Πως το κάνει αυτό;
Εγώ από την άλλη έχω ακόμη απωθημένα με τον Alex. Παρόλο που δίνει ψυχή εκεί μέσα δεν ρίχνω μαύρο δάκρυ όπως οι δικοί του. Δεν μπορώ να κλάψω όπως έκανα κάποτε για εκείνον. Κουράστηκα να το κάνω. Κουράστηκα να νοιάζομαι για έναν άνθρωπο που δεν προσπαθεί. Πως λοιπόν ο Lucas δεν κουράζεται να το κάνει ποτέ του; Μήπως τελικά εκείνος ο έρωτας εξαφανίστηκε και πλέον συνειδητοποιώ ότι ο Alex δεν είναι αυτό που θέλω;
Κλείνω τα μάτια. Ανακαλούμαι όλους τους καυγάδες που είχα με τον Alex, τις τόσες φορές που έχω κλάψει για χάρη του. Σκέφτομαι πως πραγματικά πέρα από το σεξ, η επικοινωνία μεταξύ μας ήταν χάλια. Εγώ δεν μπορώ να ξεχάσω έτσι απλά το πόσο στο περιθώριο με έχει αφήσει εξαιτίας της Nina και εκείνος δεν μπορεί απλά να την αφήσει, να την ξεχάσει και να πάει μπροστά, κάτι που θέλω εγώ να κάνει. Κι εμένα πέθανε η μαμά μου, όμως δεν με αφήνει πίσω όπως εκείνον.
Η πόρτα της εντατικής ανοίγει και η οικογένεια του Alex με τον Lucas τινάζονται όρθιοι. Η βοηθός του γιατρού μαζεύει τα ρούχα του χειρουργείου που βγάζει και μόλις κοιτάει τον Lucas, φέρνει το χέρι στο μπράτσο του. Εγώ κάθομαι και απλά περιμένω να ακούσω τι έχει να πει.
«Μπαμπά, πως είναι ο Alex;» ρωτάει ο Lucas και το αφήνω στο πίσω μέρος του μυαλού μου ότι ο γιατρός είναι ο πατέρας του.
«Καταφέραμε να σταματήσουμε την αιμορραγία ευτυχώς. Ένα σπασμένο πλευρό είχε τρυπήσει τον δεξί πνεύμονα. Εφόσον δεν το είδε σε γιατρό εγκαίρως, με την κάθε πίεση που δεχόταν το έσκιζε άλλο λίγο σε σημείο που τα υγρά εισήρθαν στον πνεύμονα και δεν είχε άλλο οξυγόνο. Άμα δεν είχε καταρρεύσει σήμερα, φοβάμαι ότι δεν θα τον είχαμε σώσει», ανακοινώνει ο γιατρός και όλοι σοκαρίζονται με το πώς δεν το παρατήρησαν νωρίτερα. «Βρίσκεται σε πολύ κρίσιμη κατάσταση, αλλά θα ζήσει. Δεν έχει ξυπνήσει ακόμα, όμως αμφιβάλλω ότι με τέτοια πληγή θα ξυπνήσει νωρίτερα από τρεις με τέσσερις ημέρες. Μην ανησυχείτε πάντως, γιατί θα γίνει καλά. Περαστικά του και φανείτε δυνατοί».
«Σε ευχαριστώ τόσο πολύ», κλαίγεται η μαμά του Alex και μένει στηριγμένη στα χέρια του άντρα της, που χαρίζει στον άλλον ένα χαμόγελο. «Σε ευχαριστώ που έσωσες τον γιο μου».
«Elizabeth, αυτό είναι το λιγότερο που μπορώ να κάνω», της χαμογελά ο γιατρός και φέρνει το χέρι της στο δικό του. «Lucas, να σου πω δυο λέξεις;»
Τον παίρνει απαλά από το μπράτσο και ο γιος του κουνάει το κεφάλι καταφατικά. Κάτι αρχίζουν να μουρμουρίζουν ενώ περπατάνε πέρα στον άδειο διάδρομο του νοσοκομείου. Το παρατηρεί και ο Nate, γι' αυτό τους κοιτάει με το κλασσικό κουρασμένο βλέμμα του, μέχρι που σηκώνεται να πάει να σταθεί δίπλα στον Gavin, ο οποίος κάθεται πίσω στην καρέκλα του ανακουφισμένος. Κάτι λένε, όμως δεν είμαι σε φάση να τους δώσω προσοχή.
Ευτυχώς θα γίνει καλά, αυτό είναι ένα ανακουφιστικό νέο. Οι άλλοι αγκαλιάζονται και προσπαθούν να ηρεμήσουν. Εγώ συνεχίζω να κάθομαι στην καρέκλα. Δεν ξέρω τι να κάνω ή τι να πω. Θέλω να τους συγχαρώ που ο Alex θα γίνει καλά, όμως κατά πόσο είναι σωστό; Σκέφτομαι τα λόγια του γιατρού καλά και οι τύψεις με κάνουν να κουλουριαστώ στην θέση μου. Μου έλεγε ότι πονάει και φαινόταν ότι δεν είναι καλά, όμως εγώ τον έσπρωχνα από πάνω μου και δεν ήθελα ούτε να τον βλέπω.
Εγώ φταίω.
Τα μάτια μου βουρκώνουν. Οι τύψεις στεγνώνουν τον λαιμό μου. Εγώ τον οδήγησα στο νοσοκομείο. Άμα τον είχα αγκαλιάσει, άμα τον είχα κρατήσει κοντά μου, δεν θα γινόταν ποτέ κάτι τέτοιο. Κοιτάω τον Lucas που στέκεται λίγο πιο πέρα και φαίνεται αρκετά χλωμός. Σίγουρα ο γιατρός παρέλειψε κάποιες λεπτομέρειες για την υγεία του Alex. Το αυτί μου πιάνει την λέξη «κώμα» και αρχίζω να αναρωτιέμαι, άμα ο Alex έχει πέσει σε κώμα και φοβούνται για το πότε θα ξυπνήσει.
«Angel», λέει ο αδελφός μου και σηκώνω το κεφάλι να τον δω. «Πάμε σπίτι. Ο Alex θα γίνει καλά, οπότε πάμε να ξεκουραστούμε. Θα περάσουμε αργότερα».
Δεν λέω κάτι, γιατί δεν είμαι σε θέση να το κάνω. Σηκώνομαι από την θέση μου και κοιτάω την μαμά του Alex που αγκαλιάζει τον αδελφό της. Στο πρόσωπο της φαίνεται ότι έχει ηρεμήσει που ο γιος της είναι καλά. Η Brit με την Sophia κάνουν το ίδιο με τεράστια χαμόγελα στα χείλη τους. Ο κύριος Carlson τους πλησιάζει για να τους συγχαρεί που ο γιος τους τα κατάφερε και θα γίνει καλά. Δεν ανήκω καθόλου εκεί, εφόσον ακόμη δεν έχω καταλάβει άμα χαίρομαι ή στεναχωριέμαι.
Η παρέα του Nate έφυγε όταν ήρθε η οικογένεια της Brit. Θεώρησαν ότι γίναμε πολλά άτομα και είπαν ότι θα μας περιμένουν στο μπαρ του Jim για να μάθουν τα νέα. Προσπερνάμε τον Gavin, εκείνος να ανταποδίδει το χαμόγελο που του χαρίζω. Στα μάτια φαίνεται τόσο κουρασμένος και θλιμμένος. Εννοείται. Έχει τον Alex σαν μικρό του αδελφό. Ποιος ξέρει τι σκέφτεται και πόσες τύψεις έχει που δεν τον είδε νωρίτερα να τον βοηθήσει. Ήταν τόσο αποπαρμένος που ο αδελφός μου έχει ανακτήσει τις περισσότερες αναμνήσεις του και δεν ασχολήθηκε.
«Τι ηλίθιος που είναι αυτός ο Alex», σκέφτεται φωναχτά ο Nate και κοιτάει το πάτωμα αρκετά τσαντισμένος. «Το είδα χθες ότι είχε κάτι, όμως επέμενε ότι όλα καλά. Βλάκας. Αντί να πάει να το δει».
Δεν σχολιάζω κάτι, γιατί ξέρω πολύ καλά ότι δεν έχω το δικαίωμα να το κάνω. Εγώ από την άλλη δεν παρατήρησα κάτι πάνω του, τυφλωμένη από τα συναισθήματα. Ανακαλούμαι τον τρόπο που έπιασε τους καρπούς μου για να με σταματήσει, εγώ να τον ειρωνεύομαι ότι πονάει. Νιώθω σκατά, οι τύψεις να δένουν το στομάχι μου κόμπο. Του φέρθηκα απαίσια.
Τα μάτια μου βουρκώνουν. Περπατάμε προς την έξοδο του νοσοκομείου χωρίς να γυρίσω πίσω και να χαιρετήσω την οικογένεια του, τον ίδιο, πόσο μάλλον τον Lucas, που με είδε να τον προσπερνάω ενώ ακόμη στο πλευρό του πατέρα του. Δεν έχω την δύναμη ούτε την αξιοπρέπεια να τους μιλήσω, εφόσον ξέρω ότι εγώ φταίω. Δεν ξέρουν πόσο τον πλήγωσα και πώς τον παράτησα μια στιγμή που με χρειαζόταν. Αλήθεια απλά νόμιζα ότι ακόμη ασχολείται με την Nina και παρατάει τον εαυτό του.
«Εσύ γιατί δεν του είπες κάτι;» με ρωτάει ξαφνικά ο Nate και δεν ξέρω τι να του πω. «Α, ναι, ξέχασα. Έπρεπε να μαλακιστείς λίγο για να ταΐσεις τον εγωισμό σου».
«Τι θα πει αυτό;» τσαντίζομαι με το σχόλιο του και βγαίνουμε από το νοσοκομείο.
«Τι θες να πει; Σου το λέω χύμα ότι αντί να του σταθείς, πάλι ξεκίνησες τις βλακείες σου. Νόμιζες ότι δεν θα το μάθαινα ότι τον χώρισες; Σοβαρά τώρα;» με μαλώνει και ξεφυσάω όλο νεύρα.
«Δεν έχεις ιδέα πως ένιωθα, εντάξει; Και μην το παίρνεις πάνω σου ότι επειδή θυμήθηκες, θα πέφτω τώρα στα πόδια σου», γρυλίζω και περπατάμε μέχρι τον δρόμο, μάλλον για να βρούμε κάποιο ταξί, αλλά σταματάμε μπροστά από έναν μικρό κήπο.
«Σοβαρά τώρα, Angel; Νομίζεις ότι σου τα λέω αυτά για να είσαι η υπηρέτρια μου;» γελάει και με κοιτάει τέρμα τσαντισμένος.
Η φασαρία στην είσοδο του νοσοκομείου μας κάνει να γυρίσουμε να δούμε τι συμβαίνει. Η φρουρά προσπαθεί να κρατήσει τους δημοσιογράφους πίσω. Επικρατεί πανικός. Και να θέλουμε, δεν υπάρχει περίπτωση να βγούμε από 'κει και να την γλυτώσουμε. Πότε πρόλαβαν όμως να το μάθουν; Δεν ξαφνιάζομαι. Ο γιος της Προέδρου κατέρρευσε μπροστά σε όλα αυτά τα άτομα ενώ στον αγώνα και έβηχε τόσο αίμα που δεν γινόταν να μην το δει κανείς. Όλοι θα κυνήγησαν πέντε λεπτά φήμης.
«Δεν έχει να κάνει όμως ότι χώρισα μαζί του-»
«Έχει να κάνει με το ότι πάλι πληγώνεις τον άνθρωπο. Σοβαρά, πότε θα σταματήσεις να βλέπεις μόνο τον εαυτό σου;» με διακόπτει ο Nate και ευτυχώς κρατάμε απόσταση για να μπορούμε να τσακωθούμε ελεύθερα, γιατί προφανώς και αυτό θέλει. «Μπορείς να σοβαρευτείς λίγο;»
«Ξέρεις τι, Nate; Σκάσε. Άλλη όρεξη δεν έχω από το να ακούω τις μαλακίες σου», παραπονιέμαι όλο νεύρα.
«Όχι, τέλος να σε κακομαθαίνω. Και την ημέρα του ατυχήματος σου είπα να μην σηκωθείς να πας να τον δεις και δεν με άκουσες. Μου είπε ο Gavin ότι τσακωθήκατε. Σας είχε ακούσει η Sophia. Νομίζεις ότι σου τα λέω κάποια πράγματα γιατί θέλω να σε ξεφορτωθώ και δεν σε νοιάζομαι;»
«Εσένα από πότε σε νοιάζει αν θα είμαι μαζί του ή όχι; Πίστευα ότι δεν άντεχες τα έντερα του», αντιλέγω όλο νεύρα και αμέσως ρίχνει τα μάτια του αλλού.
Σφραγίζει για λίγο τα χείλη του, εμένα ένα χαμόγελο να ζωγραφίζεται όλο ειρωνεία στο πρόσωπο μου. Καταλαβαίνω ότι έχω κάνει κάποια λάθη, αλλά δεν χρειάζεται να μου ρίχνεται με την μια να μου τα υπενθυμίζει. Πόσο φταίω εγώ, αλήθεια; Ο Alex και η μυστικοπάθεια του δεν με άφηναν να φέρομαι ελεύθερα ούτε είχα κάποια σιγουριά στο πλευρό του. Τι να τον κάνω έτσι;
«Δεν τα αντέχω, όμως δεν μπορώ να αγνοήσω το παρελθόν του, Angel. Ο άνθρωπος έχασε την δίδυμη αδελφή στην αγκαλιά του. Το ξέρεις ότι ο Gavin μού είπε ότι του κράταγαν το στόμα κλειστό για να μην θρηνεί μπροστά σε άλλους με το να του δίνουν χάπια; Κόντεψε να τρελαθεί με αυτά. Έζησε έναν τεράστιο εφιάλτη τα τελευταία δυο χρόνια», λέει ο Nate και στην φωνή του το καταλαβαίνω ότι όντως τον συμπονεί, όμως δεν είμαστε στην ίδια σελίδα.
«Θα ξεκινήσεις να μου τα πρήζεις και εσύ με την Nina; Τόσο σημαντική είναι αυτή η καριόλα, που πρέπει να μπαίνει σε όλες τις συζητήσεις που έχω μαζί σας;» τσαντίζομαι τόσο που αισθάνομαι ότι θα μου σκάσει η καρδιά.
«Συμμάζεψε την γλώσσα σου, γιατί μα τον Θεό, Angel, θα δεις μια πλευρά του εαυτού μου που δεν θες», γρυλίζει ο Nate και φέρνει το σώμα του κοντά μου, εγώ να σταυρώνω τα χέρια στο στήθος μου.
«Νομίζεις ότι σε φοβάμαι;»
«Δεν έχει να κάνει με το να με φοβάσαι. Αυτή την στιγμή είσαι ασεβέστατη προς έναν άνθρωπο που δίνει ψυχή εκεί μέσα, ο ίδιος που διακινδύνευσε την ίδια του την ζωή για να σε φέρει σώα και αβλαβής σπίτι. Τα ξεχνάς αυτά;» ρωτάει και σφίγγω το σώμα μου για να συγκρατήσω τα δάκρυα και τα νεύρα μου. «Ο Alex είναι το μοναδικό παιδί της προκοπής που έχεις φέρει σπίτι και τον κλωτσάς ανελέητα, αυτός να μην βγάζει άχνα, τόσο που σε νοιάζεται. Καταλαβαίνεις γιατί σου την λέω;»
«Το περίμενα ότι θα σε επηρέαζε η ιστορία του με την Nina», σκέφτομαι φωναχτά και κοιτάω αλλού, ο Nate έτοιμος να βγάλει τα μαλλιά του, τόσο που απελπίζεται με μένα.
«Κοπέλα μου, είσαι ηλίθια; Τι στο καλό έχει να κάνει αυτό με το ότι σε φροντίζει και σε αγαπάει; Ο άνθρωπος δεν έβαζε γλώσσα μέσα του να μιλάει για σένα. Μου είπε ότι θα πάει να κοιμηθεί στο δωμάτιο σου γιατί του έχει λείψει το άρωμα σου. Τι λες; Ποιος μίλησε για Nina και την κάθε αδελφή του; Αυτός αγαπάει εσένα και σε αγαπάει τώρα!»
Ένα δάκρυ ξεφεύγει από το μάτι μου και κυλάει στο μάγουλο μου. Το καθαρίζω αμέσως. Δεν θέλω να ξέρει ότι κατά βάθος το μετανιώνω, να μην θέλω να το δείξω γιατί ξέρω ότι θα φανώ τέρμα εγωίστρια. Προτιμώ να μείνουν τα πράγματα έτσι. Δεν τον χρειάζομαι ούτε εκείνος στην ζωή του πλέον. Αρκετά κουράστηκα μαζί του. Προτιμώ να φύγω μακριά και να παριστάνω ότι δεν έγινε τίποτα, παρά να πάω να τρέξω στο πλευρό του και να ξεκινήσω πάλι από το μηδέν.
«Δεν έχεις ιδέα πόσο δυνατός είναι, Angel. Ξέρεις τι είναι να χάνεις έναν άνθρωπο που αγαπάς περισσότερο από τον εαυτό σου μπροστά στα μάτια σου; Φυσικά και δεν ξέρεις, γιατί δεν σε άφησα ποτέ να το νιώσεις αυτό», αναστενάζει ο Nate και φαίνεται τόσο κουρασμένος που φώναξε έστω λίγο προηγουμένως. «Είναι ακόμη παιδί, ο καημένος. Δεν μπορεί σε μια μέρα να παριστάνει για σένα ότι είναι καλά. Το νόημα είναι μαζί να το ξεπεράσετε. Γι' αυτό μπορείς να σταματήσεις να φέρεσαι σαν γαμημένο μωρό;»
«Δεν αρκούν τα λόγια σου, Nate, να μου αλλάξουν γνώμη όμως. Το έχω πάρει απόφαση ότι δεν θέλω να είμαι μαζί του. Δεν γίνεται να αναρωτιέμαι μονίμως άμα σκέφτεται την Nina ή όχι-»
«Αδελφή μου, για όνομα του Θεού, σταμάτα», με διακόπτει ο Nate με το να με αρπάζει από τα μπράτσα και να με ταρακουνάει ελαφρώς. «Σταμάτα να δικαιολογείς τις βλακείες σου. Ο Alex δεν είναι τέτοιος άνθρωπος και το έχω δει με τα ίδια μου τα μάτια ότι υποφέρει περισσότερο απ' ότι σου δείχνει. Τι σκατά μου λες; Δεν σου έχει δείξει ποτέ τον πραγματικό του πόνο για να μην σε τραβάει σε εκείνον και εσύ του κλωτσάς μακριά την κάθε προσπάθεια».
Με πιάνουν τα κλάματα. Γιατί μου τα λέει αυτά; Για να στεναχωρηθώ και να νιώσω τύψεις χειρότερα; Το ξέρω ότι έκανα λάθος και το ξέρω ότι είναι αργά να το διορθώσω. Δεν γίνεται να πάω πίσω στα λόγια μου τώρα. Μπορεί να μην φίλησε την Trish και μπορεί να μην με απάτησε ποτέ, όμως δεν νιώθω το ίδιο για αυτόν όπως πριν. Απλά δεν τον αγαπάω με τον ίδιο τρόπο.
«Ξέρεις τι; Με κούρασες! Σταμάτα. Δεν μπορώ να τον θέλω με το ζόρι και, ναι, δεν τον θέλω έτσι όπως κάνει για την αδελφή του. Δεν πάει να πεθάνει ούτε που με νοιάζει!» φωνάζω και παγώνει στην θέση του σοκαρισμένος. «Με κούρασε με τις βλακείες-»
Ο Nate με αρπάζει κοντά του για να μου κλείσει το στόμα με την παλάμη του. Με το που κολλάει την πλάτη μου στο στήθος του, βλέπω την κυρία Elizabeth να έχει σταματήσει λίγο πιο πίσω μας. Στο πρόσωπο της φαίνεται τόσο απογοητευμένη που δεν ξέρω πώς να νιώσω που σίγουρα έχει ακούσει όλη την συζήτηση και ό,τι είπα πριν λίγο. Ο αδελφός μου καθαρίζει τον λαιμό του αμήχανος και με αφήνει ελεύθερη, ο ίδιος να ντρέπεται για αυτά που ειπώθηκαν.
«Δεν ήθελα να σας ενοχλήσω», λέει εκείνη και μας πλησιάζει, τα μάτια της κόκκινα και κουρασμένα.
Οι μπράβοι της αμέσως καλύπτουν τον εξωτερικό χώρο του νοσοκομείου και πόσο μάλλον την είσοδο για να μην προλάβουν οι δημοσιογράφοι να τραβήξουν κάποια φωτογραφία την ίδια. Παίζει με τα δάχτυλα της αμήχανη και ύστερα ξεφυσάει. Σηκώνει τα μάτια να με δει και χαμογελάει κάπως ειρωνικά.
«Για να σεβαστώ τα συναισθήματα του γιου μου και εσένα που του έχεις σταθεί, ήρθα να σε ευχαριστήσω πριν φύγεις που παραβρέθηκες σήμερα κοντά του, όμως», κάνει μια παύση και με πλησιάζει, φέρνοντας τα χέρια της στα μπράτσα μου, «δεν νιώθω να το κάνω και τόσο πλέον. Θα σε παρακαλούσα να πας σπίτι και να καθαρίσεις το μυαλό σου, καλή μου, γιατί τα λόγια σου δεν είναι μετρημένα αυτή την στιγμή».
Σφραγίζω τα χείλη μου όλο νεύρα. Προσπαθώ να μην κλάψω. Μου την δίνει τόσο που πρέπει τώρα να υποστώ τις σπόντες της μαμάς του Alex. Σφίγγω τις γροθιές μου και σπρώχνω το σώμα μου μακριά από του Nate, που καθαρίζει τον λαιμό του άλλη μια φορά. Το ξέρω ότι δεν πρόκειται να το αφήσει έτσι αυτό όταν πάμε σπίτι.
«Χίλια συγγνώμη-»
«Δεν χρειάζεται», διακόπτει τον αδελφό μου και σηκώνει ελαφρώς το κεφάλι για να δείξει κυρία. «Ζήτησα να σας πάει ένα από τα αμάξια μας στο σπίτι, οπότε μην ανησυχείτε. Τόσο θα το κάνω για τον κόπο».
«Ευχαριστούμε», μουρμουρίζει ο Nate και χαμογελάει με τα χίλια ζόρια.
Εγώ δεν κάνω τίποτα. Μένω να κοιτάω αλλού τσαντισμένη. Δεν μπορώ να την βλέπω, ούτε να έρθω αντιμέτωπη με την επικριτική της αύρα. Παρόλο που άκουσε μια χαρά τα λόγια μου, δείχνει πολύ κυρία και συμμαζεμένη. Κόντεψε να χάσει το παιδί της, αφότου έχει χάσει ένα, και μετά άκουσε τον άνθρωπο που υποτίθεται τον αγαπάει και τον άλλαξε να λέει κάτι τέτοιο. Φαντάζομαι πως θα πρέπει να ένιωσε. Εμένα από την άλλη δεν με ενδιαφέρει και τόσο, ούτε φαίνεται να κλονίζομαι.
«Καλή σας συνέχεια», μας χαμογελάει, περισσότερο προς τον αδελφό μου, και κάνει μεταβολή και φεύγει.
«Angel, μα τον Θεό σου, όταν πάμε σπίτι», γρυλίζει χαμηλόφωνα ο Nate και ευτυχώς σταματάει εκείνη την στιγμή το αυτοκίνητο μπροστά μας.
Ανοίγω την πόρτα και μπαίνω μέσα, στα πίσω καθίσματα. Γλιστράω στην άλλη άκρη και κάνω χώρο στον αδελφό μου, παρόλο που δεν θέλω να τον βλέπω, πόσο μάλλον να αναπνέω το ίδιο οξυγόνο μαζί του. Τον σιχαίνομαι. Αυτός φταίει. Αυτός τα χειροτερεύει όλα. Έχει το θράσος να με εκβιάζει μετά ότι θα μου την πει στο σπίτι. Ένα βράδυ του εμπιστεύτηκα τον Alex και τον έφερε πίσω κατεστραμμένο, μάλιστα το βίντεο του να είναι αυτό που με έκανε να νομίζω ότι με απάτησε.
Παραμένουμε σιωπηλοί σε όλη την διαδρομή. Το σώμα μου είναι κουλουριασμένο στην γωνία και απλά σκέφτομαι με τα μάτια μου να κοιτάνε έξω από το παράθυρο. Είναι τέρμα αμήχανο. Αισθάνομαι τα μάτια των δυο τύπων μπροστά να μας παρακολουθούν μονίμως με κάθε κίνηση. Δεν χρειάστηκε καν να τους πούμε διεύθυνση· ξέρουν την διαδρομή σαν να την κάνουν καθημερινά.
Φευγαλέα κοιτάω τον αδερφό μου και καθαρίζει με ένα χαρτομάντιλο την μύτη του που τρέχει αίμα. Ο γιατρός είπε ότι είναι από το άγχος και την πίεση που μαζεύεται στο κεφάλι του. Είναι ακόμη αδύναμος και κινείται μονίμως παρόλο που πρέπει να ξεκουράζεται οπότε λογικό να αντιδρά το σώμα του με αυτόν τον τρόπο. Δεν μου ρίχνει τα μάτια καθόλου. Εστιάζω πάλι έξω από το παράθυρο και κλείνω τα μάτια.
Θέλω να φύγω, μακριά από τα πάντα και όλους. Δεν θέλω να βλέπω κανέναν τους. Είμαι τόσο απογοητευμένη και νιώθω μόνη. Κανείς δεν σέβεται το πώς νιώθω. Που είναι το κακό να θέλω να χωρίσω τον Alex; Ψέματα είναι ότι τα ψυχολογικά του μας τραβάνε πίσω; Κολλάει μονίμως στην Nina και σε κάτι ηλίθιες υποσχέσεις που της έχει δώσει και νομίζει ότι αυτό είναι η ζωή. Δεν το θέλω αυτό όμως. Δεν μπορώ να παριστάνω ότι το θέλω κιόλας.
Απλά δεν αισθάνομαι το ίδιο για εκείνον και το κατάλαβα με το που είδα το βίντεο. Συνειδητοποίησα ότι δεν είμαι προτεραιότητα του, ότι δεν είμαι το άτομο που θα έθετε την ζωή του σε κίνδυνο για να σώσει. Ο Alex θα έκανε το ίδιο για οποιονδήποτε άλλον. Το έκανε για την Trish βασικά. Μια φορά κοιμήθηκε μαζί του πριν κάτι χρόνια και ξαφνικά είναι ένα από τα πιο σημαντικά άτομα της ζωής του. Ποιον κοροϊδεύει, ακόμη και ας μην την φίλησε.
Με το που ξεφυσάω, το αυτοκίνητο σταματάει μπροστά από την πόρτα του σπιτιού μας. Με πονάει το κεφάλι πάρα πολύ. Ανοίγω την πόρτα και την κλείνω με τόση δύναμη που ταράζεται όλο το αυτοκίνητο. Από την άλλη, ο αδελφός μου βγαίνει αργά-αργά, κλείνει πίσω του απαλά και ευχαριστεί τον οδηγό για τον κόπο. Το αυτοκίνητο οδηγεί μακριά και μένουμε οι δυο μας. Για ένα δεύτερο κοιταζόμαστε τόσο ανέκφραστοι, που ξέρω ότι ο καυγάς που θα ακολουθήσει είναι καθοριστικός για την σχέση μας.
Με προσπερνάει, αφότου έχει βγάλει τα κλειδιά από την τσέπη της βερμούδας του και επίτηδες χτυπάει τον ώμο μου. Στριφογυρίζω τα μάτια μου και με σταυρωμένα χέρια στο στήθος μου τον ακολουθώ μέχρι την πόρτα. Κρατάω απόσταση. Οι ώμοι του είναι σφιγμένοι και το βλέμμα του τέρμα σκοτεινό. Τον ακούω που ξεφυσάει και μου κάνει νόημα να περάσω μέσα πρώτο πράγμα.
«Μα τον Θεό, να ντρέπεσαι. Έτσι σε έχω μάθει, Angel; Σου στάθηκα μαμά και προσπάθησα να αναπληρώσω το κενό. Πες μου, τέτοιο άνθρωπο σε έκανα να είσαι;» λέει ο Nate μόλις κλείνει την πόρτα και πετάει τα κλειδιά στο τραπεζάκι.
«Σοβαρά θες να την κάνουμε αυτή την συζήτηση;» γελάω όλο ειρωνεία και γυρνάω να τον δω.
«Σοβαρά θες-» με κοροϊδεύει προσπαθώντας να μιμηθεί την φωνή μου. «Να ντρέπεσαι. Πως λες κάτι τέτοιο για τον Alex; Είσαι αναίσθητη; Πες μου, Angel, υπάρχει κάτι μέσα σε αυτή την καρδιά σου πέρα από σαπίλα;»
«Σαπίλα, εε;» ξαναγελάω και σφίγγω τα χέρια στα μπράτσα μου. «Εγώ είμαι η σαπισμένη, όταν πραγματικά και τι δεν έχω κάνει-»
«Τίποτα δεν έχεις κάνει, δεν το καταλαβαίνεις;» με διακόπτει ο Nate και πλέον φωνάζει, βγάζει όλο τον θυμό από μέσα του. «Ο Alex έχει κάνει μακράν περισσότερα για εσένα απ' ότι μπορεί ο μικρός εγκέφαλος σου να διανοηθεί. Είσαι τόσο εγωίστρια που θα πέθαινε για σένα και πάλι θα έλεγες ότι αυτός φταίει και η γαμημένη Nina. Ξεκόλλα, γαμώτο σου. Άκουσε με μια φορά και σταμάτα να κάνεις του κεφαλιού σου».
«Ποιος σου δίνει εσένα το δικαίωμα βασικά να μου την λες για τον Alex όταν στα γενέθλια μου έβαλες την πουτάνα σου να του την πέφτει για να τον βγάλεις από πάνω μου; Τώρα ξαφνικά έχει κάνει τα πάντα κι εγώ τίποτα. Την ίδια σου την αδελφή, ρε Nate; Με φτύνεις για αυτόν;» αντιλέγω και ακουμπώ τα χέρια στο στήθος μου, τόσο απογοητευμένη μαζί του, γιατί ήλπιζα ότι θα ήταν μαζί μου σε αυτό.
«Σε αγαπώ αδελφή μου, σαν κόρη μου κιόλας, Angel, αλλά όταν κάνεις μαλακίες θα σου την πω. Αυτή την στιγμή καταστρέφεις τον εαυτό σου, δεν το βλέπεις; Πληγώνεις έναν σπασμένο άνθρωπο που σε χρειάζεται, δεν σε νοιάζει; Δεν σε πονάει καθόλου, γαμώτο;» ρωτάει και το βλέπω στα δικά του μάτια πόσο πληγωμένος είναι. Τα χαϊδεύει και κατεβάζει το κεφάλι, προσπαθώντας έτσι να κρύψει τα βουρκωμένα μάτια του. «Τον έβλεπα προχθές και τον λυπόμουν τόσο που με πόναγε το στήθος μου. Όταν τον είδα πως κατέρρευσε ήταν σαν να έβλεπα τον εαυτό μου. Μια αγκαλιά ήθελε ο καημένος. Δεν είπε κάτι, ούτε ζήτησε κάτι παραπάνω. Νομίζεις νιώθω λιγότερο σκατά από σένα που δεν μπόρεσα να τον βοηθήσω;»
Κλείνει τα μάτια και ξεφυσάει. Από τους πεσμένους ώμους του καταλαβαίνω το βάρος που κουβαλάει. Δεν δακρύζει όμως τα μάτια του παραμένουν βουρκωμένα όσο το σκέφτεται. Πέφτει τέτοια σιωπή που γίνεται αμήχανη. Εγώ τον κοιτάω με τα χέρια σταυρωμένα στο στήθος μου, τα φρύδια μου σουφρωμένα, τα χείλη μου σφραγισμένα.
«Το έχω πάρει απόφαση ότι αυτός ο άνθρωπος δεν είναι για μένα, Nate. Το έχω πάρει απόφαση επίσης ότι θα πάω στην Γερμανία να ζήσω με τον μπαμπά. Δεν θέλω να ζήσω άλλο σε αυτό το μέρος. Προτιμώ να φύγω, οπότε είσαι ελεύθερος να κάνεις ό,τι θες με τον Alex, να βγείτε για ποτά ή να πηγαίνετε βόλτα στον γιατρό μαζί, απλά μην με αναγκάζεις άλλο να ζω με έναν τρόπο που δεν επιθυμώ», ανακοινώνω και μένει λίγο μαλάκας.
«Ωπα, ωπα, τι εννοείς να πας στον μπαμπά;» ρωτάει, εφόσον αυτό ήταν που του τράβηξε την προσοχή, τα μάτια του να ανοίγουν και να φέρνει το σώμα του πιο κοντά σε μένα, εγώ όμως να κάνω πίσω για να τηρήσω απόσταση. «Μην ξεκινάς πάλι τα κουλά δικά σου. Που θες να πας;»
«Δεν είμαι μικρή να μου λες τι να κάνω. Το έχω πάρει απόφαση. Τίποτα δεν με κρατάει εδώ, ειδικά ο αδελφός μου που με κατηγορεί και απλά με κάνει να νιώθω σκατά», λέω και σηκώνω λίγο το κεφάλι να δείξω αυταρχικότητα και σιγουριά στα λόγια μου, παρόλο που αυτή την απόφαση την πήρα μόλις τώρα.
«Θεέ μου, πάμε πάλι με τις μαλακίες σου. Νομίζεις ότι νοιάζομαι τον Alex και τον κάθε Alex περισσότερο από εσένα, που σε έχω μεγαλώσει με τα ίδια μου τα χέρια; Απλά προσπαθώ να σε σταματήσω από το να κάνεις κάποιο λάθος που θα μετανιώσεις», γρυλίζει και φαίνεται να τρελαίνεται με την ιδέα ότι όντως θα φύγω μακριά του, αφήνοντας τον έτσι πίσω μου.
«Να πας να γαμηθείς, Nate. Μην προσπαθείς να θάψεις τον λάκκο που άνοιξες τώρα. Απλά παράτα με», δηλώνω και γυρνάω να φύγω.
«Angel, κόψε τις βλακείες», φωνάζει πίσω μου, εγώ να ανεβαίνω τα σκαλιά χωρίς να θέλω να γυρίσω να τον δω. «Angel!»
Ούτε που ασχολούμαι μαζί του. Κάτι βρίζει κάτω από την ανάσα του. Περπατώ προς το δωμάτιο μου και κλείνω με δύναμη την πόρτα, κλειδώνοντας την ύστερα. Δεν θέλω να έρθει μετά και να με ενοχλεί πάλι με τις μαλακίες που έχει να πει. Θέλω την ησυχία μου.
Βγάζω τα ρούχα και φοράω τις καλοκαιρινές πιτζάμες μου, ξεδένοντας ύστερα τα μαλλιά. Παίρνω το τηλέφωνο και ψάχνω τις επαφές, τα μάτια μου να γουρλώνουν, να βουρκώνουν και ύστερα να δακρύζουν. Ρίχνω το σώμα μου στο κρεβάτι και φέρνω το τηλέφωνο στο αυτί μου.
«Παρακαλώ;» ακούω την φωνή του μπαμπά και αυτό αρκεί να ξεκινήσω τα κλάματα.
«Μπαμπά», κλαψουρίζω, προσπαθώντας όμως να μην φανώ τόσο πληγωμένη και στεναχωρημένη, «θυμάσαι που μου είπες ότι άμα θέλω θα με πάρεις στην Γερμανία;»
«Έγινε κάτι, Angel;» ρωτάει ανήσυχος, εφόσον μόλις το πρωί μιλήσαμε, πριν γίνει ό,τι γίνει.
«Θέλω να με πάρεις από αυτό το μέρος, σε παρακαλώ. Μπαμπά, απλά θέλω να φύγω μακριά», ξεσπάω σε κλάματα και αφήνω όλα αυτά τα συναισθήματα που έκρυβα μέσα μου όλη μέρα να βγουν με την μια στην φόρα.
Ειλικρινά, απλά δεν θέλω κανέναν. Ούτε τον Nate, ούτε τον Alex, ούτε τους φίλους μου, κανέναν. Θέλω να φύγω από το Beverly Hills και να τα αφήσω όλα πίσω μου. Τα έχω κάνει σκατά, δεν γίνεται να φτιάξω τίποτα πλέον. Όλα έχουν σπάσει, έχουν γίνει κομμάτια και δεν υπάρχει κόλλα που θα τα συναρμολογήσει. Κατέστρεψα τον Alex, όλες τις σχέσεις που είχα, ακόμη και με τον αδερφό μου. Έφτασα στο σημείο να με μισεί κι αυτός.
Απλά θέλω να ανοίξει η Γη και να με εξαφανίσει.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top