•Γεννήθηκα O'Connell και θα πεθάνω O'Connell•

Πονάω. Πονάω και δεν ξέρω αν είναι επειδή έκανα το πιο άγριο σεξ χθες. Μπορεί να φταίει που μου έχει θιχτεί και η περηφάνια σαν άνθρωπος. Δυο λόγοι υπάρχουν για αυτό. Ο πρώτος είναι επειδή επέτρεψα στον Alex να είναι ο πρώτος που θα εισχωρήσει στον ιερό μου κώλο, που προστατεύω τόσα χρόνια από σαδιστές και ανώμαλους σαν αυτόν, και ο δεύτερος επειδή τον έχω να με κοιτάει με ένα πλάγιο χαμόγελο ακριβώς δίπλα μου αυτή την στιγμή. Σφίγγω τις γροθιές μου και σταματώ να περπατάω απότομα.

Γυρνάω το κεφάλι αργά προς το μέρος του και κρατάω το ψυχωτικό, τέρμα τσαντισμένο χαμόγελο μου πάνω του. Φαίνεται ανεπηρέαστος. Εννοείται πως το διασκεδάζει. Με κοιτάει στα μάτια και ξέρει ότι έχει δίκιο, ό,τι και να πει. Κρατάει τα χέρια σταυρωμένα στο στήθος του με εκείνο το αυτάρεσκο ηλίθιο χαμόγελο στα χείλη του, κάτι το οποίο δεν θα σταματήσει να με ενοχλεί. Μου σηκώνει το φρύδι, προκαλώντας με να ανοίξω το στόμα και να μιλήσω. Το έχει στην άκρη της γλώσσας, να περιμένει να το βγάλει από μέσα του πως και πως.

«Χάρηκες;» είναι το μόνο που λέω και ρίχνω τα μάτια αλλού.

«Alex, δεν θα κάνουμε σεξ ποτέ ξανά εμείς οι δυο», κοροϊδεύει προσπαθώντας να μιμηθεί την φωνή μου και στριφογυρίζει τα μάτια του. «Κάναμε σεξ τρεις φορές μετά από αυτό, Angel».

«Θα μου το χτυπάς για πολύ;»

«Όλη μου την μικρή ζωή», σηκώνει τους ώμους του και ισιώνει την πλάτη του ξεφυσώντας. «Τόσες φορές που μου εύχεσαι να πεθάνω, θα πιάσει κάποια στιγμή».

«Μην λες τέτοια στα γενέθλια σου, αχάριστε», τον μαλώνω και αυτό τον κάνει να γελάσει. «Μόνο εμένα μου επιτρέπεται να σου πω να πέσεις κάτω και να πεθάνεις. Όλους τους άλλους να τους στραγγαλίζεις, αν δεν το κάνω η ίδια».

«Άμα το θέτεις έτσι, εντάξει τότε», ενθουσιάζεται ο Alex και δεν περίμενα να δεχτεί τόσο εύκολα κάτι τέτοιο όταν χθες του γύρισε το μάτι από τα νεύρα την στιγμή που του το είπα έξω από την πόρτα του δωματίου μου. «Θες να σου δώσω κι εσένα ένα κοστούμι και μαύρα γυαλιά να γίνεις φρουρός μου; Θα μπορείς να με παρακολουθείς ελεύθερα κιόλας».

«Μην παίρνεις τα πάνω σου, Alex. Σεξ κάναμε, δεν παντρευτήκαμε», του την λέω αμέσως και σειρά μου να σταυρώσω τα χέρια στο στήθος μου.

Συνεχίζω να περπατώ στον διάδρομο ενοχλημένη. Εντάξει, δεν μπόρεσα να αντισταθώ στο Alex όταν με είδα τόσο κοντά του. Μπορεί-επισημάνω, μπορεί-να όρμησα πάνω του και να τον έβαλα κάτω. Σιγά που θα έλεγε όχι, ο ανώμαλος. Ευτυχώς σήμερα όμως ήταν καλοδιάθετος και μου φέρθηκε καλύτερα στο σεξ. Δεν με άγγιξε πάλι, αλλά τουλάχιστον με φίλαγε. Μια εξέλιξη είναι κι αυτή. Είναι πολύ αποφασισμένος πάντως να μην με αγγίξει αν δεν καταλάβω το λάθος μου και του ζητήσω συγγνώμη για τις όλες φορές που έχω βρίσει τα σάλια του, τα αγγίγματα του, ακόμη και την ύπαρξη του. Σιγά που θα το κάνω όμως, γιατί δεν καίγομαι για αυτά. Δεν ρίχνω τον εαυτό μου κάτω να του πω συγγνώμη.

Αφότου το σεξ τελείωσε, σηκώθηκα πάλι λίγο κατεστραμμένη να σύρω το σώμα μου στο δωμάτιο μου. Σιγά την δύναμη που είχα να ντυθώ. Βρήκα ένα πλυμένο μπουρνούζι στο δωμάτιο του Alex και πήγα με αυτό μέχρι απέναντι. Έκανα ένα ντους, φροντίζοντας να ξεπλύνω καλά τα απόκρυφα μου, που όχι μόνο τα σακάτεψε με τέτοιο σεξ, τα έπλυνε και στο αλκοόλ ο αθεόφοβος. Του το κρατάω τόσο αυτό το πράγμα. Πραγματικά αν προκύψει καμιά μόλυνση, δεν φοβάμαι να του σπάσω τα κόκαλα. Όταν βγήκα από το μπάνιο, τον βρήκα να χαζεύει τηλεόραση στο δωμάτιο μου. Προσπάθησα να τον πετάξω έξω, αλλά σιγά που κουνιόταν από την καρέκλα. Τα παράτησα και ντύθηκα με αυτόν εκεί.

Κλείνω τα μάτια και εκπνέω από την μύτη. Πάει το στοίχημα. Όχι μόνο το έχασα επειδή εγώ ήμουν αυτή που έκανε σεξ μαζί του, αλλά δεν ξέρω καν τι θα πρέπει να χρωστάω σε αυτούς τους βλάκες σε περίπτωση που το μάθουν. Πέρα από την ατελείωτη κοροϊδία τους, δεν θα αφήσουν σε ησυχία τον Alex να μάθουν τι έγινε και αυτός ο βλάκας, επειδή τόσο του κόβει, θα πάει να τα πει όλα. Εγώ δεν θα πω κάτι. Ρίχνω τα μάτια στον Alex που με κοιτά με αστεράκια και λουλουδάκια να πετάνε από πάνω του. Στριφογυρίζω τα μάτια και κάνω την προσπάθεια να δω αν θα λειτουργήσει αυτό το κόλπο επάνω του.

«Alex», μουρμουρίζω χαριτωμένα και σταματάω για να με δει καλά που του γουρλώνω τα μάτια, φέρνοντας τις παλάμες μαζί να τις ακουμπήσω στο μάγουλο, το χαμόγελο μου να μεγαλώνει. «Μπορείς να μην πεις σε κανέναν ότι κάναμε σεξ; Σε ικετεύω, Alex μου».

Στην αρχή με κοιτάει σαστισμένος. Φέρνω το σώμα μου κοντά στο δικό του επίτηδες και για λίγο το βλέπω που του κόβεται η ανάσα. Σουφρώνει τα φρύδια του σκεφτικός, εγώ να γουρλώνω τα μάτια κι άλλο επίτηδες. Αρχίζω να παίζω με το κορδόνι του φούτερ του. Σιγά-σιγά φέρνει το χέρι στα χείλη του και χτυπάει την άλλη του γροθιά στον τοίχο απαλά. Τα μάγουλα του κοκκινίζουν αμέσως και τον επηρεάζει πολύ το στήθος μου που τρίβεται πάνω του αυτή την στιγμή.

«Άμα μου το ζητάς εσύ, τότε, ναι, εννοείται», απαντά αποβλακωμένος και χτυπάει τους δείκτες του ντροπαλά. «Δεν μπορώ να σου αρνηθώ κάτι όταν με κοιτάς έτσι», φέρνει τα χέρια στα μάγουλα του και ενθουσιάζεται μόνος του, ενώ εγώ αποτραβιέμαι ανέκφραστη, ξεσκονίζοντας την μπλούζα μου ελαφρώς αηδιασμένη που ήταν επάνω του. «Μπορείς να με λες πιο συχνά «Alex μου»; Είναι τόσο γλυκό».

Μπορώ να εκμεταλλευτώ αυτόν τον ηλίθιο για ό,τι θέλω προφανώς. Για όσο έχω τα βυζιά που έχω πάνω μου, μπορώ να τον τραβάω από την μύτη όπου θέλω. Ξεφυσάω. Είναι τόσο εύκολος άνθρωπος. Του ρίχνω τα μάτια τέρμα ενοχλημένη και συνεχίζει να με κοιτάει με αυτόν τον χαζό, παιδικό ενθουσιασμό του σαν να μην χορταίνει να το κάνει. Αν ήξερα ότι το σεξ μαζί του θα με οδηγούσε σε αυτόν να μου κολλάει έτσι, τότε θα το απόφευγα. Ποιον κοροϊδεύω; Λόγο έψαχνα να κοιμηθώ μαζί του, ας υποστώ τις συνέπειες.

Ο αδελφός μου έχει παλαβώσει από το πρωί που δεν απαντάω τα μηνύματα. Είχα αφήσει το κινητό και όλα μου τα πράγματα στο δωμάτιο μου, οπότε λογικό να τρελάθηκε. Όταν τον πήρα τηλέφωνο, άρχισε να μου φωνάζει τόσο που έπρεπε να βγάλω το τηλέφωνο από το αυτί μου και να το πετάξω στο κρεβάτι με μεγάφωνο. Σαν να μην μου έφτανε η σπαστική φωνή του Nate, έπρεπε να κολλήσω πάνω στην πλάτη του Alex για να κρατάω τα χείλη του σφραγισμένα, μη τυχόν και κάνει κάποιον ήχο και καταλάβει ότι είμαστε μαζί. Περιττό να πω τι βρισίδι έφαγε από τον αδελφό μου που είχε απαγορεύσει την κυκλοφορία στον τρίτο όροφο και δεν μπορούσε να έρθει να δει τι κάνω ή πως είμαι.

Κλείνω τα μάτια για λίγο και ξεφυσάω. Πέρα του ότι πονάω τόσο που δεν μπορώ να ανοίξω τα πόδια μου πολύ ή ακόμη και να κάτσω κάπου για πάνω από δύο λεπτά, πεινάω σαν λύκος. Είναι ήδη απόγευμα και έχω χάσει την μισή ημέρα από το δωμάτιο του Alex στο δικό μου. Ξέρω ότι δεν θα κοιμόμουν και νωρίς απόψε εφόσον θα γιορτάσουμε τα γενέθλια του βλάκα στο πλευρό μου, αλλά και πάλι ήθελα να βγω το πρωί κάποια βόλτα, να μην χάσω την ευκαιρία να χαρώ τον καλό καιρό στην πανέμορφη Ρώμη.

Σκοντάφτω στο τελευταίο σκαλί που κατεβαίναμε και την στιγμή που νόμιζα ότι θα πέσω με τα μούτρα κάτω, με βρίσκω να ισιώνω και να στέκομαι στα πόδια μου. Ο Alex ξεκινά να χαϊδεύει το κεφάλι μου και λυγισμένος κοντά στο πρόσωπο μου, εφόσον είναι αρκετά ψηλότερος μου, μου χαμογελά γλυκά. Οι ώμοι μου πέφτουν μπροστά και τον χαζεύω πεταρίζοντας τα βλέφαρα μου. Ούτε που κατάλαβα πότε με έπιασε και πότε με ίσιωσε.

«Πρόσεξε, μικρό αγγελάκι, μην μου χτυπήσεις», δηλώνει με γλυκό τόνο φωνής και η αηδία με κάνει να τον σπρώξω από πάνω μου.

«Μην με αγγίζεις. Δεν χρειάζομαι την βοήθεια σου», γρυλίζω και σφίγγω την γροθιά μου φέρνοντας την στο πλευρό μου για να ξέρει ότι θα τον χτυπήσω άμα με αγγίξει.

«Με αγαπάς», λέει ξαφνικά και μου κάθεται το σάλιο στο λαιμό.

«Εγώ; Εσένα;»

«Με αγαπάς τόσο που δεν μπορείς να ζήσεις χωρίς εμένα», επιμένει και τα μάτια του γουρλώνουν, ενώ ακουμπά τα δάχτυλα στο στήθος του. «Μην ανησυχείς. Κι εγώ σε αγαπώ. Θα σε παντρευτώ, θα πάρεις το επίθετο μου και θα κάνουμε τρία παιδάκια-»

«Πάτα φρένο, ηλίθιε σαδιστή», τσαντίζομαι και τον αρπάζω από τον γιακά που χαχανίζει σαν χαζογκόμενα. «Ποιος θα σε παντρευτεί και ποιος θα πάρει το επίθετο σου; Γεννήθηκα O'Connell και θα πεθάνω O'Connell».

«Αυτό σημαίνει ότι θα με παντρευτείς, απλά δεν θα πάρεις το επίθετο μου;» αναρωτιέται ο Alex χασκογελώντας με ένα πονηρό βλέμμα και με κάνει να σφίξω τον γιακά του περισσότερο, τα νεύρα μου να χτυπάνε κόκκινο.

«Πραγματικά κάνε μου την χάρη να πνιγείς στο φαγητό σου και να σε ξεφορτωθώ μια και καλή!»

«Με αγαπάς».

«Σε σιχαίνομαι», αντιλέγω και ορμάω πάνω του για να του σκίσω τα μούτρα, του ηλίθιου που έχει το θράσος να σκάει στα γέλια.

Αρκεί το χέρι του στο μέτωπο μου για να με κρατήσει πίσω και μακριά από το σώμα του. Καθαρίζει τα δάκρυα με το άλλο χέρι και εκεί που ελευθερώνει λίγο την λαβή του, γλιστράω κάτω και η μπουνιά μου βρίσκει στο στομάχι του. Κολλάω στην πλάτη του και τυλίγω τα πόδια γύρω του για να μην μπορεί να με διώξει από πάνω του. Αρχίζω να του τραβάω τα μαλλιά ενώ ακόμη έχει πεθάνει στα γέλια. Κάνει να φέρει το χέρι επάνω μου και το δαγκώνω με αποτέλεσμα να σταματήσει να γελάει από τον πόνο. Χαμογελάω θριαμβευτικά.

«Με πόνεσες», κλαίγεται αμέσως και πραγματικά με κρατάει επάνω του σαν να είμαι πούπουλο, το βάρος μου να μην είναι κάτι για το τεράστιο γεροδεμένο σώμα του.

«Καλησπέρα, ξάδερφε Alex», ακούω την Stephanie να λέει και ο Alex γυρνάει, με μένα ακόμη πάνω του, για να την δει. «Χρόνια πολλά και να τα εκατοστίσεις. Ό,τι επιθυμείς να μείνει για πάντα κοντά σου».

«Σε ευχαριστώ, ξαδέρφη», λέει ο Alex σοβαρός και της δίνει το χέρι για μια χειραψία, την οποία ανταποδίδει πλήρως ανέκφραστη.

Μας προσπερνά σαν να μην υπήρχα εγώ στην πλάτη του Alex και κατεβαίνει τα σκαλιά. Ο Alex σταυρώνει τα χέρια στο στήθος του και στέκεται για λίγο σκεφτικός. Με ενοχλεί που με αγνοεί, γι' αυτό γραπώνω την τούφα μαλλιών του περισσότερο και του δαγκώνω τον λαιμό. Παραμένει ανεπηρέαστος, γι' αυτό επίτηδες χρησιμοποιώ και την γλώσσα μου. Ανοίγω τα μάτια και τον βρίσκω να συνεχίζει να αδιαφορεί για ό,τι του κάνω.

«Περίεργο. Η Stephanie είναι πολύ καλοδιάθετη σήμερα. Λες να έγινε κάτι;» σκέφτεται φωναχτά ο Alex και κοιτάει προς τα σκαλιά που πήγε εκείνη. «Μου έδωσε ακόμη και το χέρι της. Εκείνη σιχαίνεται να αγγίζει κόσμο. Λες να βοήθησε που ήρθε στην Ιταλία; Θα χαρεί ο θείος άμα μάθει ότι κοινωνικοποιείται».

Τον δαγκώνω περισσότερο, αλλά δεν κουνιέται. Σίγουρα αυτό θα του αφήσει σημάδι και δεν δίνει δεκάρα. Ξεφυσάω ηττημένη και μένω για λίγο έτσι, στηρίζοντας το πηγούνι στον ώμο του. Τον χαζεύω που ξεφυσάει και χτυπάει την γροθιά στην παλάμη σαν να του ήρθε μια ιδέα. Δεν καταλαβαίνω που είδε το ευδιάθετο σε αυτό, όταν εκείνη είχε ένα νεκρό βλέμμα και ούτε που χαμογέλασε στιγμή. Υποθέτω οι σαδιστές έχουν δική τους γλώσσα επικοινωνίας.

«Θα βάλω την Sophia να την ρωτήσει αν γνώρισε κάποιο αγόρι», συνεχίζει τις ασυναρτησίες του και κατεβαίνω από πάνω του σαν να είμαι εκατό χρονών.

Με πονάει ακόμη ο κώλος και δεν το σκέφτηκα καλά πριν το κάνω αυτό.

Την στιγμή που πατάω τα πόδια μου κάτω και αναστενάζω ανακουφισμένη που ο πόνος δεν ήταν χειρότερος, ο Alex αρπάζει τον καρπό μου και με κολλάει στον τοίχο στον διάδρομο. Μένω σαστισμένη να κοιτάω το πλάγιο χαμόγελο του. Βγάζει το χέρι από το πηγούνι του και με πλησιάζει, κάνοντας με να κολλήσω πλήρως πίσω. Φέρνω τα χέρια στον θώρακα του, όμως ούτε που έχω δύναμη να τον σπρώξω πίσω. Το πόδι του έρχεται ανάμεσα από τα δικά μου και το χέρι του ακουμπά ακριβώς δίπλα από το κεφάλι μου, τα μάγουλα μου να κοκκινίζουν αμέσως.

«Χρησιμοποίησες πολύ γλώσσα. Να, θα σου δείξω πως γίνεται», μουρμουρίζει ο Alex με εκείνο το σαδιστικό του χαμόγελο να μην φεύγει στιγμή από τα χείλη του.

Εκεί που δεν το περιμένω, σηκώνει το πηγούνι με το χέρι του και φιλάει τον εκτεθειμένο λαιμό μου. Στην αρχή με δαγκώνει και αυτό κάνει το σώμα μου να μαζευτεί και τα μάτια μου να κλείσουν. Γλύφει ύστερα εκείνη την περιοχή με τεράστια δεξιότητα, κάνοντας την ευαίσθητη. Διώχνει τα μαλλιά μου και ξεκινά να την ρουφά τόσο που δεν μπορώ να συγκρατήσω κάμποσα επιφωνήματα απόλαυσης που ξεγλιστρούν από τα χείλη μου. Στο τέλος με δαγκώνει ξανά, κάνοντας τα μάτια μου να ανοίξουν, όταν βλέπω κάποιον να στέκεται ακριβώς δίπλα μας.

«Μπράβο, μπράβο, Alex, επιδέξια γλώσσα», τον φιλοφρονεί ο Tyler με ένα αδιάφορο βλέμμα και χτυπά παλαμάκια. «Τέλος πάντων, είδατε που πήγε η Stephanie; Είχα αποκοιμηθεί έξω από το δωμάτιο της και όταν ξύπνησα είχε φύγει».

«Σε ευχαριστώ», ψωνίζεται ο Alex, εγώ να έχω παγώσει στην θέση μου, ανήμπορη να πιστέψω ότι μας έπιασε ο Tyler να κάνουμε τέτοια πράγματα στον διάδρομο. «Αν και θεωρώ ότι μπορώ καλύτερα».

«Θα μπορούσες να ρουφήξεις πρώτα λίγο και μετά να δαγκώσεις. Η περιοχή θα γίνει ευαίσθητη στο άψε-σβήσε και τα σημάδια θα μείνουν περισσότερο έτσι», τον συμβουλεύει ο Tyler και ξεκινούν κάτι ηλίθιες χειρονομίες μεταξύ τους ενώ γελάνε σαδιστικά, απλά να μου σπάνε τα νεύρα περισσότερο.

«Η Steph μόλις κατέβηκε τα σκαλιά. Πήγαινε να την προλάβεις γρήγορα γιατί είπε ότι θα έφευγε για πάντα», πανικοβάλλομαι και γλιστράω ανάμεσα τους, κολλώντας την πλάτη στον Alex.

«Να πάει που-»

«Πήγαινε, Tyler, και κάνε πως δεν το είδες ποτέ αυτό», διακόπτω τον Alex με το να του ρίχνω μια αγκωνιά, ένα ψυχωτικό χαμόγελο στα χείλη μου.

«Σε ευχαριστώ, αδελφούλα», λέει εκείνος και μου χαϊδεύει το κεφάλι προσπερνώντας μας με ενθουσιασμό ενός μικρού παιδιού, ακριβώς όπως είναι πάντα.

Γυρνάω να δω τον Alex με φλόγες να βγαίνουν από το σώμα μου, το χαμόγελο μου να εξαφανίζεται αργά. Χαϊδεύει το στομάχι του χαλαρός και με κοιτά αθώα, τέρμα ανεπηρέαστος από τα νεύρα μου. Ξεκινώ να τον χτυπώ με τις γροθιές μου και απλά ξεφυσά. Αρπάζει τους καρπούς μου και εκεί που δεν το περιμένω, αφήνει τους ώμους μπροστά και ενώνει τα χείλη μας. Κοκαλώνω στην θέση μου με ορθάνοιχτα μάτια, εκείνος να έχει κλείσει τα δικά του και χαλαρός να βαθύνει κι άλλο. Αποτραβιέται ξαφνικά και σουφρώνει τα φρύδια του, κοιτώντας αλλού.

«Κάτσε, τι έκανε ο Tyler έξω από το δωμάτιο της Stephanie;» αναρωτιέται και εγώ μένω ακόμη σαστισμένη από το φιλί που μου έδωσε μόλις.

«Άσε με», γκρινιάζω και τραβάω τα χέρια μου μακριά από τα δικά του, τα μάγουλα μου ακόμη κόκκινα. «Π-Που θες να ξέρω;» παριστάνω την ανήξερη και εννοείται πως με κοιτά καχύποπτα. «Δεν κατεβαίνουμε σιγά-σιγά;»

«Στάσου», ξεφυσά ο Alex και με αρπάζει από την κουκούλα της ζακέτας μου για να με τραβήξει πίσω. «Πάμε να δούμε τι κάνει η Brittany μαζί. Δεν θέλω να πάω μόνος».

«Τι είμαι για να με σέρνεις στις δουλειές σου;» παραπονιέμαι και προσπαθώ να ξεφύγω που έχει τυλίξει το χέρι στην μέση μου για να με κρατά πάνω του και στον αέρα.

«Κολλητή σου δεν είναι; Υποτίθεται πρέπει να ανησυχείς», λέει εκείνος και ξεκινά να μου χαϊδεύει το κεφάλι με ένα ευχαριστημένο χαμόγελο. «Θα της πεις ότι κάναμε σεξ;»

«Τρελάθηκες; Δεν θα πω σε κανέναν αυτή την ντροπή!»

«Ντροπή; Ντροπή είναι που το ήθελες τόσο και μου το έπαιζες δύσκολη. Το χθεσινό», με φέρνει κι άλλο κοντά του, έτσι να ακουμπήσει τα χείλη του στο αυτί μου, «έπρεπε να είχε γίνει νωρίτερα, καλή μου».

«Άσε με κάτω, απαίσιε σαδιστή», πετάγομαι αμέσως να γκρινιάξω, το πρόσωπο μου να έχει αλλάξει όλες τις αποχρώσεις του κόκκινου.

Ο Alex γελάει και μου χαϊδεύει το κεφάλι κρατώντας με λίγο πιο γερά. Κατεβάζει και το άλλο χέρι και παρόλο που δεν με ξεκολλάει από πάνω του, με αφήνει να ακουμπήσω με τις μύτες κάτω. Φέρνει το μάγουλο του στο δικό μου και με αγκαλιάζει σφιχτά, εγώ να στέκομαι παγοκολόνα σαστισμένη με τις βλακείες που κάνει. Ξαφνικά παριστάνει ότι είμαστε σε σχέση και ότι δεν μπορεί να ζήσει μακριά μου; Αν συνεχίσει έτσι, θα αρχίσω να πιστεύω ότι με θέλει πέρα από τα βυζιά μου. Μιλώντας για βυζιά, φέρνει την παλάμη του και μου χουφτώνει το αριστερό, το βλέμμα μου να νεκρώνει.

Εννοείται πως δεν με θέλει πέρα από το στήθος μου.

Αποτραβιέται αφήνοντας μου ένα φιλί στο μάγουλο. Εγώ το καθαρίζω αμέσως με παράπονο και αυτό τον κάνει να γελάσει, τα γκρίζα μάτια του να με τσεκάρουν γουρλωμένα. Γαμώτο, είναι πανέμορφος άνθρωπος. Δεν προσπαθεί καν και δείχνει σαν μοντέλο, τα μαύρα μαλλιά του χτενισμένα με στυλ, οι μεγάλες βλεφαρίδες σε συνδυασμό με τα γκρίζα μάτια του, τα σαρκώδη χείλη του που πάντα χαμογελούν πονηρά και τέλος αυτό το γεροδεμένο, ψηλό σώμα του. Σταυρώνω τα χέρια στο στήθος και κοιτάω αλλού, ενώ εκείνος με προσπερνά για να ανοίξει την πόρτα της Brittany.

Κάνω να μπω μέσα, αλλά απλά κουτουλάω πάνω του. Κρατάει το χερούλι της πόρτας και στέκεται παγωμένος στην θέση του. Περιμένω λίγο να μπει, όμως δεν λέει να κάνει βήμα παραπάνω. Με την υπομονή μου να εξαντλείται, χώνω το κεφάλι κάτω από την μασχάλη του, όταν τα μάτια μου πέφτουν στο μπαλκόνι πέρα στο δωμάτιο της Brittany. Την βλέπω να στέκεται κολλημένη στον Lucas, εκείνος να έχει τα χέρια πάνω στο κάγκελο. Το σοκαριστικό είναι ότι φιλιούνται. Ναι, έχουν τα χείλη τους ενωμένα και φιλιούνται, δίχως να έχουν καταλάβει ότι τους πιάσαμε στην δράση.

Με το χέρι στο στόμα μου για να κρύψω το σοκ, ρίχνω τα μάτια στον Alex. Έχει χάσει το χρώμα από το πρόσωπο του και φαίνεται τόσο σοκαρισμένος που έχει χάσει κάθε επαφή με την πραγματικότητα. Τα ορθάνοιχτα μάτια του και το κάτω χείλος του που τρέμει σαν να θέλει να μιλήσει αλλά να μην μπορεί, με κάνουν να καταλάβω ότι καιρός να τον βγάλω από 'δω πριν μου μείνει στο χέρι. Τον πιάνω αγκαλιά και τον τραβάω από πίσω, η πόρτα να κάνει λίγη φασαρία την στιγμή που κλείνει. Στεκόμαστε στον διάδρομο με μένα να τον έχω στην αγκαλιά μου, σοκαρισμένη με τον εαυτό μου που είδα κάτι τέτοιο.

Αισθάνομαι την καρδιά στο στήθος του που χτυπάει τόσο γρήγορα. Γραπώνω το φούτερ του και τον κρατάω περισσότερο ως παρηγοριά. Κλείνω τα μάτια και προσπαθώ να καθαρίσω το μυαλό μου. Ο Lucas απατάει την κοπέλα του; Ω, Θεέ μου, μήπως η κοπέλα του είναι η Brittany; Γι' αυτό απέφευγε να μας το πει και να ενημερώσει τον Alex. Αυτό εξηγεί και την Brittany που είπε ότι έχει αγόρι σε έναν πέφτουλα όταν είχαμε βγει. Νόμιζα ότι το είπε για να τον ξεφορτωθεί, όμως μικρά πράγματα, όπως τα βλέμματα που ανταλλάσουνε, τα «σ' αγαπώ» τους τις προάλλες και ακόμη κι η άνεση που έχουν μεταξύ τους, την πρόδωσε μόλις.

«Alex, ηρέμησε», μουρμουρίζω ανήσυχη και βγάζει τα χέρια του από πάνω μου αργά.

«Ή-Ή-Ήρεμος είμαι», λέει με τα χίλια ζόρια και εκεί που είμαι σίγουρη ότι θα πάει να τους ξεμπροστιάσει, γυρνάει το σώμα και περπατά από 'κει που ήρθαμε. «Δεν-Δεν έχω κάτι. Καλά είμαι».

Μου έχει γυρισμένη την πλάτη και δεν μπορώ να δω το πρόσωπο του, αλλά από την φωνή του ακούγεται κατεστραμμένος. Η καρδιά μου χτυπά γρήγορα. Κοιτάω την πόρτα του δωματίου της Brittany και κάνω ένα βήμα να την πλησιάσω, αλλά δεν θέλω. Τρέχω στο πλευρό του Alex να του σταθώ και λυγίζω μπροστά να δω την έκφραση του. Έχει φέρει την παλάμη του χεριού του στο πρόσωπο και κοιτά το πάτωμα με ορθάνοιχτα μάτια, τα οποία κοντεύουν να βουρκώσουν.

«Η φαντασία μου ήταν. Η φαντασία μου ήταν», ψιθυρίζει ίσα-ίσα να ακουστεί και γελάει μόνος του. «Αν ο Lucas έκανε κάτι με την ξαδέρφη μου, θα μου το έλεγε, εε; Δεν θα μου έκρυβε κάτι τέτοιο, εε; Δεν θα μου έκρυβε-»

Η γροθιά του βρίσκει με δύναμη στον τοίχο και τινάζομαι τρομοκρατημένη. Κάνω δυο-τρία βήματα μακριά του γιατί όσο να 'ναι το φοβάμαι αυτό το σκοτεινό βλέμμα στα μάτια του. Δεν θέλω να με αρπάξει και να με πνίξει από τα νεύρα. Ένα γελάκι ξεφεύγει από τα χείλη του και ξεκινά πάλι να περπατά, εγώ να τηρώ απόσταση μεταξύ μας ακόμη τρομαγμένη. Κατεβαίνει τα σκαλιά για το ισόγειο και ξεφυσάω ανακουφισμένη που δεν γύρισε να πάει πίσω να τους πιάσει και τους δυο από τα κουρέλια.

Δεν πίστευα ότι ο Lucas θα έκρυβε κάτι τέτοιο. Βασικά, δεν περίμενα ποτέ να είχε σχέση τόσους μήνες με την Brittany και να μην έλεγε κάτι στον καλύτερο του φίλο που μοιράζονται ακόμη και το ίδιο βρακί, με βάση την αφοσίωση και αγάπη του Alex. Φέρνω το χέρι στην καρδιά μου και παίρνω μια βαθιά ανάσα. Εντάξει ο Lucas, αλλά γιατί η Brit δεν είπε κάτι και απλά παρίστανε ότι όλα είναι μια χαρά μπροστά μου; Το βράδυ που βγήκαμε οι τρεις είπε μάλιστα ότι της αρέσει η ελεύθερη ζωή και άλλαξε συζήτηση πολύ γρήγορα. Γιατί δεν με εμπιστεύτηκε; Γιατί δεν εμπιστεύτηκε τον άνθρωπο που έχει υποφέρει περισσότερο από όλους στο θέμα της εμπιστοσύνης, τον ίδιο τον ξάδερφο της;

Κοιτάω την πλάτη του Alex και δεν τον προλαβαίνω τόσο γρήγορα που εξαφανίζεται. Όσο να 'ναι είμαι τραυματισμένος άνθρωπος και κάποιος ξέχασε να αναφέρει όταν μπήκε μέσα μου με φόρα ότι θα δυσκολευτώ να περπατήσω σήμερα. Γελάω αμήχανα και κατεβαίνω τα σκαλιά σαν την χεσμένη επάνω μου, η ρεσεψιόν να με κοιτά τέρμα περίεργα. Η κυρία εκεί καθαρίζει τον λαιμό με την γροθιά στα χείλη της, αλλά δεν μου ξεφεύγει το γελάκι της. Ας ήταν αυτή στην θέση μου, να πέθαινα εγώ στα γέλια, η θρασύτατη.

«Μάλλον χάζεψε αυτός, ποιος ξέρει», ακούω τον αδελφό μου να λέει την στιγμή που μπαίνω στο εστιατόριο. «Να πάει να πάρει δικό του πακέτο τσιγάρα».

Βρίσκω τον Nate, τον Gavin και την Sophia σε ένα τραπέζι. Οι δυο άντρες φαίνεται να έχουν τελειώσει το φαγητό τους, η Soph να τρώει το κρέας της ανενόχλητη. Ο Alex έχει πάει λίγο πιο πέρα και κοιτάει έξω από την τζαμαρία, η πλάτη του γυρισμένη προς εμάς. Με το που πλησιάζω τον Nate, ευτυχώς να μην με έβλεπε που τον πλησίαζα σαν χεσμένη, σηκώνει το βλέμμα να με δει αρκετά ευχαριστημένος. Με τραβάει κοντά του από την μέση και με αγκαλιάζει.

«Αχ, Angel, πως με αφήνεις μόνο ανάμεσα σε όλα αυτά τα εμετικά ζευγάρια;» κλαίγεται πρώτο πράγμα και ξεφυσά, ο Gavin δίπλα του να σηκώνει το φρύδι ενώ στηρίζει το πρόσωπο στην παλάμη του.

«Βρες κι εσύ ένα ταίρι, Nate», λέει η Sophia και ο άντρας της φαίνεται να συμφωνεί από τον τρόπο που κουνά το κεφάλι καταφατικά.

«Μην με αηδιάζεις, Soph. Μεγάλοι άνθρωποι είμαστε και ξέρεις ότι αυτά είναι βλακείες», απαντά εκείνος και ακουμπά τους αγκώνες στο τραπέζι, εγώ να κοιτάω ανήσυχη τον Alex. «Τέλος πάντων, τι συμβαίνει με το προεδρόπαιδο; Ποιος δεν του ευχήθηκε για τα γενέθλια και το πήρε κατάκαρδα;»

«Μακάρι να ήταν αυτό», ξεφυσάω και αυτό κερδίζει τα βλέμματα όλων στο τραπέζι. «Οι άλλοι που είναι; Γιατί είναι άδειο το εστιατόριο;»

«Angel, τι έγινε;» ρωτάει ο Gavin και παρόλο που δεν είναι άγριος, κάτι στην φωνή του μου λέει ότι θα πρέπει να φοβάμαι αν δεν απαντήσω.

«Εεε», λέω αμήχανα και λυγίζω μπροστά με τα χίλια ζόρια. «Μπορεί να πιάσαμε τον Lucas να φιλιέται με την Brittany».

«Α, σιγά, αυτό;» αδιαφορεί ο Nate, ο Gavin να έχει ακριβώς την ίδια έκφραση μαζί με την Soph που συνεχίζει να τρώει κανονικά το φαγητό της. «Εννοώ-πω, πω, πολύ σοκαριστικό».

«Ναι, ασ' τα αυτά! Το ήξερες;» τσαντίζομαι και του ρίχνω μια μπουνιά στο μπράτσο, εκείνος να στριφογυρίζει τα μάτια του.

«Ναι, εννοείται! Καλά που δεν το έχουν και στο μέτωπο τους ότι είναι μαζί. Ο Lucas την κυνήγαγε από την στιγμή που επέστρεψε στο Beverly Hills. Ο τύπος δεν πήγε ούτε στον πρώτο της γάμο, τόσο που δεν άντεχε να είναι με άλλον», εξηγείται ο Nate και το θεωρώ λίγο γλυκό που ο Lucas ζούσε τέτοιον έρωτα τόσο καιρό, ο γλύκας να τον θυμάμαι από το λύκειο που κρυφοκοίταγε την Brittany με ροδοκοκκινισμένα μάγουλα. «Μόνο ο Alex δεν το έβλεπε. Είναι βλάκας, γι' αυτό του το κρατάνε κρυφό».

«Άμα με ρωτήσεις εμένα, ο έρωτας είναι ωραίος όταν τον ζεις κρυφά», πετάει στο άκυρο ο Gavin και ξεφυσάει με τις σκέψεις του. «Η αδρεναλίνη του ότι μπορεί να σε πιάσουν το κάνει καλύτερο».

«Δεν είχα καταλάβει τίποτα πάντως», γελάω αμήχανα και ξύνω τον σβέρκο μου, κάπως έτσι να προσπαθώ να κρύψω πόσο ηλίθια νιώθω που ήταν όλα τα σημάδια εκεί και τα αγνοούσα.

«Ναι, γι' αυτό είστε φτιαγμένοι ο ένας για τον άλλον», μουρμουρίζει ενοχλημένος ο Nate και δεν καταλαβαίνω τι υπονοεί με αυτή την σπόντα γι' αυτό τον κοιτάω τέρμα μπερδεμένη. «Τέλος πάντων, τόσο σου κόβει, οπότε δεν πειράζει».

«Είσαι βλάκας αδελφός», παραπονιέμαι και σηκώνει το χέρι να μου χαϊδέψει το κεφάλι, εγώ αμέσως να μαλακώνω γιατί όσο να 'ναι τρελαίνομαι να με κακομαθαίνουν.

Ρίχνω τα μάτια στην πλάτη του Alex και κάτι προσπαθεί να κάνει, όμως δεν καταλαβαίνω. Στέκεται ακόμη στο άλλο άκρο και όταν τον πλησιάζει μια σερβιτόρα, σηκώνει το χέρι να την σωπάσει και να την διώξει. Εκείνη απομακρύνεται αμέσως ξεφυσώντας ανακουφισμένη που το έκανε, εφόσον για κάποιον λόγο το έχω παρατηρήσει ότι όλοι αγχώνονται στο πλευρό του, ακόμη και οι φρουροί του πριν όταν βγήκαμε από το δωμάτιο. Έχει μια υποτιμητική αύρα, αλλά δεν τον βρίσκω τόσο τρομαχτικό. Βασικά, αν εξαιρέσω πριν που βάρεσε την γροθιά του στον τοίχο και γέλασε σαν ψυχάκιας, δεν τον φοβάμαι.

«Γιατί δεν πας να δεις αν είναι καλά;» προτείνει η Sophia και μου χαμογελά, εγώ να κοκκινίζω αμέσως.

«Γιατί εγώ; Να πάει ο Nate», αντιλέγω αμέσως αγχωμένη, γιατί μπορεί να προδώσω κατά λάθος ότι κάναμε σεξ με το να πλησιάζω τον Alex.

«Γελάστηκες αν νομίζεις ότι θα σηκωθώ να πάω τόσο μακριά για να τον ρωτήσω πως είναι. Να πας εσύ που είσαι όρθια κιόλας», πετάγεται να πει ο αδελφός μου και ένα δάκρυ κυλά στο μάγουλο μου που μου ρίχνει αυτή την δουλειά εμένα, τόσο αδιάφορος κιόλας.

«Θα το θυμάμαι αυτό», κλαίγομαι και καθαρίζω τον λαιμό μου περπατώντας αργά και όσο πιο φυσιολογικά μπορώ, για να μην προδοθώ κι άλλο.

Περπατώ προς το μέρος του Alex κι όταν γυρνάω να κοιτάξω το τραπέζι των άλλων δυο, τα αγόρια φαίνονται τέρμα σκεφτικά, τα βλέμματα τους να έχουν σκοτεινιάσει όμως. Δεν ξέρω αν με εκβιάζουν με αυτόν τον τρόπο να μην γυρίσω πίσω, αλλά λειτουργεί. Καταπίνω το σάλιο μου και γραπώνομαι από το μπράτσο του Alex, έτσι να στέκομαι στο πλευρό του με ένα τέρμα ζορισμένο χαμόγελο.

«Καλά είσαι;» τον ρωτάω, το βλέμμα του κενό να είναι εστιασμένο έξω καθώς προσπαθεί να ανάψει ένα τσιγάρο.

«Μια χαρά είμαι», απαντά με ένα γελάκι και φαίνεται να τσαντίζεται για λίγο. «Γιατί δεν ανοίγει το ρημάδι;!»

«Επειδή κρατάς το τσιγάρο ανάποδα», κάνω την παρατήρηση με ένα αμήχανο χαμόγελο, «και τον αναπτήρα επίσης».

Δεν είναι καθόλου καλά. Μόνο που προσπαθεί να φανεί καλά, προδίδει τον εαυτό του. Κλείνω τα μάτια για λίγο και τα ανοίγω πάλι, ένα δάκρυ να κυλά στο μάγουλο μου. Γραπώνομαι περισσότερο και αυτό τον κάνει να αφήσει το τσιγάρο ξεφυσώντας. Με το που παρατηρεί ότι συγκρατούμαι να μην βάλω τα κλάματα, σουφρώνει τα φρύδια και στρέφει την προσοχή του σε εμένα με ένα χαμόγελο. Παρατάει το τσιγάρο πίσω στο πακέτο και κατεβάζει το κεφάλι του.

«Δεν χρειάζεται να στεναχωριέσαι για εμένα, χαζούλα. Θα... Θα μου περάσει», μουρμουρίζει και άλλο ένα δάκρυ κυλά.

«Ποιος στεναχωριέται για εσένα, ηλίθιε; Απλά μου πονάει η πίσω τρύπα που έπρεπε να περπατήσω φυσιολογικά μέχρι εδώ για να μην καταλάβει κάτι ο αδελφός μου», εξηγούμαι και του χαρίζω ένα τσαντισμένο βλέμμα, που νόμιζε ο χαζός ότι θα έκλαιγα για κάτι τέτοιο.

Το βλέμμα του Alex νεκρώνει αμέσως. Η αδιαφορία μου τον αποτελειώνει. Ακουμπά το μέτωπο στο τζάμι και με κάνει να πάρω μια τέρμα βαθιά ανάσα. Φέρνω το χέρι του στην παλάμη μου και ακουμπώ και το άλλο από πάνω για να το έχω ανάμεσα. Του το χαϊδεύω με ένα χαμόγελο και με το που μου ρίχνει το βλέμμα του, προσπαθώ να φανώ όσο πιο γλυκιά γίνεται. Κάπως μαλακώνει, τα βουρκωμένα μάτια του να μένουν στα δικά μου. Μεγαλώνω το χαμόγελο, ένα δάκρυ του να πέφτει στο πλάι.

«Νόμιζα ότι μετά την Nina θα μου έλεγε τα πάντα, Angel», δηλώνει ο Alex πληγωμένος και ξαφνιάζομαι που μου ανοίγεται για το πώς νιώθει, εφόσον όταν ήμασταν μαζί, κυριολεκτικά τον παρακάλαγα να το κάνει. «Τι και αν γίνει ακριβώς το ίδιο; Δεν θέλω να τον χάσω».

«Ηρέμησε, Alex. Τίποτα δεν θα γίνει το ίδιο. Μπορεί αυτό που είδαμε να ήταν ένα ατύχημα», προσπαθώ να τον καθησυχάσω, αλλά δεν φαίνεται να με πιστεύει.

«Δεν θέλω να μείνω μόνος», κλαίγεται και τα δάκρυα του δεν σταματούν, του ευαίσθητου βλάκα.

«Δεν θα μείνεις», τον παρηγορώ και αφότου ξεφυσήσω, αφήνω το χέρι του ελεύθερο. «Έχεις εμένα. Και τους φίλους σου. Και την οικογένεια σου. Μόνο μόνος δεν θα μείνεις, γι' αυτό καθάρισε τα δάκρυα σου και πάμε να πάρουμε να φάμε. Πεινάω».

Του χαρίζω το γοητευτικό μου χαμόγελο. Φέρνει το μανίκι του μαύρου φούτερ του και καθαρίζει τα μάτια του. Εκεί που δεν το περιμένω, ρίχνει το σώμα του στο μικροκαμωμένο δικό μου και με αγκαλιάζει. Ο αθεόφοβος με αγκαλιάζει μπροστά στον Nate σαν να του τρίβει στα μούτρα ότι κάναμε σεξ τόσες φορές που σταμάτησα να μετράω από την δεύτερη. Με κρατάει γερά, το πρόσωπο του χωμένο στον λαιμό μου. Ανταποδίδω γιατί όσο να 'ναι δεν είμαι τελείως άκαρδη και του χαϊδεύω την πλάτη, ένα χαμόγελο να δημιουργείται ασυνείδητα στα χείλη μου.

Είναι ένας γλυκός, ευαίσθητος σαδιστής ο Alex.

«Συγγνώμη που δεν μπορείς να περπατήσεις», ψιθυρίζει ξαφνικά και με κάνει να τον σπρώξω από πάνω μου.

«Μην-Μην λες τέτοια να-να σε ακούσουν», πανικοβάλλομαι και αρχίζω να παίζω νευρικά με μια τούφα των μαλλιών μου, ενώ γελάω στα ψεύτικα.

«Σε ευχαριστώ, Angel», μουρμουρίζει και την στιγμή που φέρνει τα δάχτυλα στα μαλλιά του για να τα φτιάξει, η καρδιά μου πέφτει από το στήθος μου και κάτω, «που με κάνεις ευτυχισμένο».

Φέρνει το χέρι στο κεφάλι μου να το χαϊδέψει, εγώ να έχω χαζέψει από τα λόγια του. Τον κάνω ευτυχισμένο; Τι ακριβώς σε αυτό το χάλι για άνθρωπος βρίσκει ευτυχία ο Alex; Χωρίς να το ξέρει όμως, μου δημιουργεί ένα ζεστό συναίσθημα στην καρδιά που δεν μπορώ να εξηγήσω ούτε η ίδια στον εαυτό μου. Είναι το ίδιο που είχα όταν πρωτοείδα τον Thomas, όταν ήμουν στο πλευρό του. Ακουμπώ το χέρι στην καρδιά μου την στιγμή που σηκώνει το χέρι μου για να μου δώσει το πακέτο τσιγάρα του Nate. Εκείνη χτυπάει σαν τρελή, για λίγο να χάνομαι στο υπέροχο βλέμμα του.

«Δωσ' τα στον αδελφό σου, γιατί εμένα με κοιτάει πολύ περίεργα και με τρομάζει», δηλώνει ο Alex και γελάει αμήχανα την στιγμή που σηκώνει το δάχτυλο για να δείξει τον Nate.

Νόμιζα ότι θα μου έκανε εξομολόγηση και φρίκαρα...

Ο Alex φεύγει ξύνοντας τον σβέρκο του και με αφήνει να στέκομαι τελείως αποβλακωμένη. Για ένα δεύτερο φοβήθηκα ότι τον είχα ερωτευτεί και ότι θα είχα ξεπεράσει τον Thomas, καταστρέφοντας ό,τι ευκαιρία είχαμε για να είμαστε μαζί. Γιατί με τσαντίζει τόσο όμως που δεν ήταν εξομολόγηση αυτό; Κοιτάω το πακέτο τσιγάρα και ύστερα τον αδελφό μου. Δεν έχει άδικο ότι φαίνεται τρομαχτικός, εφόσον έχει ένα τέρμα σκοτεινό βλέμμα, ο Gavin το ίδιο στο πλευρό του. Τώρα αυτοί τι έπαθαν; Μην μου πεις ότι κατάλαβαν από μια αγκαλιά ότι έκανα σεξ με τον Alex πριν λίγο κιόλας;

Βλέπω τον Alex που πλησιάζει τον μπουφέ και κάνει νόημα να του δώσουν ένα πιάτο μακαρονάδα. Περιμένει λίγο και το βλέπω στα μάτια του ότι παριστάνει πως είναι καλά, δεν μπορεί να μου κρυφτεί με τίποτα. Ο μόνος λόγος που δείχνει τόσο ψύχραιμος είναι για να μην ανησυχήσω. Ο ηλίθιος. Περπατώ προς το μέρος του και τον φτάνω την στιγμή που παίρνει το πιάτο με ένα ζορισμένο χαμόγελο. Το φέρνει στην μύτη του και το μυρίζει, εγώ να τον κοιτάω αηδιασμένη.

«Ό,τι πήρε ο κύριος», λέω με νοήματα στον τύπο που μας σερβίρει και κουνά το κεφάλι καταφατικά. «Τι κάνεις, βρε ηλίθιε, και χώνεις την μύτη στο φαγητό;»

«Είναι συνήθεια», ξεφυσά ο Alex και φαίνεται να μην έχει όρεξη να εξηγήσει, γιατί απλά μου γυρνάει την πλάτη να φύγει.

Κάνει να πλησιάσει το τραπέζι της αδελφής του, αλλά μαζεύει την ουρά του σαν βρεγμένη γάτα όταν παρατηρεί τα δυο τσαντισμένα βλέμματα που τον περιμένουν. Πάει πιο πέρα και κάθεται μόνος του με πεσμένη διάθεση σε ένα τραπέζι κοντά στην έξοδο. Παίρνω μια βαθιά ανάσα και ξεφυσάω με τους δυο ηλίθιους που έχουν ορέξεις για παιχνίδια. Αρπάζω το πιάτο από τον τύπο που μου το τείνει και συγκρατώ καλά τον εαυτό μου να μην βάλω ξανά τα κλάματα με το πόσο πονάω να τρίβω την τρύπα μου κάθε φορά που περπατάω.

«Πάρε», γρυλίζω και αφήνω τα τσιγάρα στο τραπέζι. «Ποιο είναι το γαμημένο πρόβλημα σας;»

«Κάνε έναν γύρο γύρω από τον εαυτό σου», με διατάζει ο Nate και παρατάω την μακαρονάδα τσαντισμένη στο τραπέζι.

«Τι;» αναρωτιέμαι ανήμπορη να καταλάβω τι στο καλό θέλει.

Σέρνω την καρέκλα πίσω και κάθομαι, αμέσως να σφίγγω το πιρούνι στην γροθιά μου. Καταπίνω το σάλιο με ένα χαμόγελο για να μην προδοθώ. Κρύος ιδρώτας ξεκινά να με περιλούζει. Τα μάτια του Gavin και του Nate με εξετάζουν τόσο εξονυχιστικά που κοντεύω να πάθω καρδιακό. Δεν φτάνει που με τσούζει η τρύπα τόσο που θέλω να εκτοξευτώ στο φεγγάρι, έχω κι αυτούς τους βλάκες τώρα από πάνω σαν τους Χάρους. Ρίχνω τα μάτια στον Alex και βλέπω μια τύπισσα να του σερβίρει τριμμένο τυρί, εκείνος τελείως στον κόσμο του.

«Συγγνώμη, θέλω κι εγώ-Τσκ, ηλίθια», μουρμουρίζω τσαντισμένη που με αγνοεί τελείως και γυρνάει να φύγει από την άλλη, δίχως να με σερβίρει τυρί.

«Πως είναι ο Alex;» με ρωτάει η Sophia και καθαρίζει τα χείλη της με το μαντήλι της.

«Θα ζήσει», ειρωνεύομαι και ξεκινώ να τρώω, αλλά τα μάτια των άλλων δυο με κάνουν να αισθάνομαι τέρμα αμήχανα. Πετάγομαι από την θέση μου με τις παλάμες στο τραπέζι και σουφρώνω τα φρύδια ενοχλημένη. Λόγο έψαχνα να σηκωθώ, γιατί άλλο λίγο και θα έβαζα τα κλάματα από τον πόνο. «Τι θέλετε πια;!»

Σηκώνω τα μάτια και βλέπω τον Lucas να μπαίνει μέσα ενώ φτιάχνει το μανίκι του σακακιού του. Είναι πολύ χαλαρός. Δεν έχει ιδέα τι τον πιάσαμε να κάνει πριν λίγο και πως καθάριζα τα δάκρυα του σαδιστή φίλου του για ακριβώς αυτόν τον λόγο. Αν τους αφήσω να μιλήσουν σε αυτή την κατάσταση, σίγουρα θα καταλήξει σε καυγά. Ο Alex δεν τον έχει παρατηρήσει ακόμη εφόσον τρώει με την πλάτη γυρισμένη στην είσοδο. Με γρήγορα βήματα προσπερνάω το τραπέζι του και την στιγμή που κάνει να με χαιρετήσει ο Lucas, φέρνω το χέρι στον λαιμό του και κρατάω το κεφάλι του κάτω από την μασχάλη μου. Τον κρύβω και τον σέρνω προς τον μπουφέ έτσι ώστε να μην μας κοιτάξει ο Alex. Ευτυχώς είναι τόσο στον κόσμο του που δεν γύρισε να δει τι στο καλό κάνω.

«Τι κάνεις εδώ;» τον ρωτάω ενώ δεν παλεύει καν να φύγει.

«Ήρθα να φάω; Τι έπαθες;» αναρωτιέται ο Lucas και με το που κάνει λίγο πίσω, τον κρατάω πιο σφιχτά.

Ρίχνω τα μάτια στον Alex και συνεχίζει να τρώει. Στο τραπέζι του αδελφού μου έχουν ξεκινήσει συζήτηση και ρίχνουν τα μάτια που και που στην καταθλιπτική πριγκίπισσα. Ξεφυσάω ανακουφισμένη που δεν κοιτάει γιατί έχω χρόνο να διώξω τον Lucas πριν το πάρει χαμπάρι.

«Πάρε, φάε», χώνω στο στόμα του κάτι σνακ που βρίσκω μπροστά μας και τον μπουκώνω. «Φτάνει. Θα παχύνεις. Πάμε στο δωμάτιο σου τώρα».

«Angel, τι τρέχει;» με ρωτάει ο Lucas με το που κατεβάζει τα σνακ και δεν έχει γεμάτο στόμα, ο Alex να κοντεύει ήδη να τελειώσει το φαγητό του. «Με πνίγεις».

«Γιατί τρως ξαφνικά γρήγορα, βλάκα;» σκέφτομαι φωναχτά αναφερόμενη στον Alex και ρίχνω τα μάτια στο ερωτηματικό βλέμμα του Lucas.

Ο Alex καθαρίζει τα χείλη του με σουφρωμένα φρύδια και σηκώνει το χέρι στον σερβιτόρο. Τα μάτια του πέφτουν πάνω μας και το βλέμμα του σκοτεινιάζει αμέσως. Γυρνάω το κεφάλι μπροστά και καταπίνω το σάλιο μου με την καρδιά μου να χτυπά γρήγορα. Ο Lucas τα έχει παρατήσει να απελευθερωθεί και ρίχνει άλλο ένα σνακ στο στόμα του. Επιστρέφω το τρομοκρατημένο βλέμμα στον Alex και δεν έχει βγάλει τα μάτια του από πάνω μας, τώρα να έχω κι εκείνον να έχει σκοτεινιασμένα μάτια, πέρα από τον Gavin και τον Nate.

«Με πονάει ο κώλος μου και ντρέπομαι να το μάθουν οι άλλοι. Θες να πάμε για λίγο έξω να μου εξηγήσεις τον λόγο;» πανικοβάλλομαι για όσο προσπαθώ να σώσω το τομάρι του από το να έρθει αντιμέτωπος με όχι ένα, αλλά τρία δολοφονικά βλέμματα κατά πάνω μας.

«Κάτι κατάλαβα από τον τρόπο που περπάταγες», ξεφυσά και σταυρώνει τα χέρια στο στήθος του. «Έφαγες τίποτα περίεργο;»

«Περίεργο δεν το λες, μεγάλο ναι», σκέφτομαι φωναχτά, απαντώντας στην ερώτηση του σοβαρά.

«Ορίστε;» ρωτάει o Lucas μπερδεμένος και αρχίζω να τον σέρνω προς την έξοδο. «Angel, άσε με λίγο. Δεν έχω ευχηθεί κανονικά στον Alex και θα το έχει παράπονο. Μπορούμε να το συζητήσουμε σε λίγο αν θες».

«Όχι στον Alex!» απελπίζομαι και λίγο που απελευθερώνω την λαβή μου, καταφέρνει να ξεφύγει, ήδη να περπατάει προς το τραπέζι του κολλητού του.

«Καλησπέρα, Alex. Χρόνια πολλά και πάλι για να μην σου μείνει το παράπονο», λέει ο Lucas και-ω, Θεέ μου, πότε πρόλαβε να πάει στο τραπέζι του άλλου; Πόσο γρήγορος είναι;

Ο Alex τον κοιτάει ανέκφραστος. Ο σερβιτόρος τελειώνει να του γεμίζει το ποτήρι νερό, ύστερα να φεύγει. Ο άλλος πίνει λίγο από το ποτήρι του. Τρέχω στο πλευρό του Lucas, τα μάτια μου βουρκωμένα από τον πόνο πίσω. Κολλάω στο μπράτσο του και κοιτάω με απελπισία τον Alex. Δεν φαίνεται και τόσο καλά, μάλλον από τα νεύρα και την στεναχώρια που συγκρατεί. Του κάνω νόημα να μην πει κάτι και ξεφυσά παρατώντας το μαντήλι στο άδειο πλέον πιάτο του.

«Σε ευχαριστώ», απαντά ο Alex αδιάθετος κάτι που δεν περνά απαρατήρητο από τα μάτια του κολλητού του.

«Φαίνεσαι κάπως. Σε πείραξε κάτι όπως την Angel;» ενδιαφέρεται ο Lucas και ο κρύος ιδρώτας δεν σταματά να με περιλούζει.

«Την Angel;» αναρωτιέται κάπως χαμένος ο Alex και μου ρίχνει τα μάτια, εγώ να κοιτάω αλλού σφυρίζοντας ενώ κρύβομαι σιγά-σιγά πίσω από τον Lucas.

«Ναι, έφαγε κάτι και τώρα πονάει», απαντά ο αθεόφοβος στα σοβαρά και ακουμπά τα χέρια στην πλάτη της καρέκλας.

«Δεν έχω όρεξη απλά. Μου έχει χαλάσει η διάθεση», μουρμουρίζει ο Alex και ο καημένος όντως φαίνεται χάλια, το βλέμμα του κενό και τέρμα κουρασμένο.

«Έγινε κάτι;»

«Ο NATE!» πετάγομαι εγώ γελώντας αμήχανα, ο Alex να σηκώνεται από την θέση του. «Δεν του ευχήθηκε ο Nate για τα γενέθλια και τον στεναχώρησε πολύ».

Ο Lucas σουφρώνει τα φρύδια και κάτι αρχίζει να ψυλλιάζεται ότι δεν πάει καλά. Ρίχνει τα μάτια στον Alex. Κάνει να τον πλησιάσει και του κουνάω το κεφάλι αρνητικά, βάζοντας το σώμα μου ανάμεσα τους. Καθαρίζω τον λαιμό και κοιτάω αλλού, το βλέμμα μου στο τέλος να πέφτει στον Alex. Έχει χλομιάσει λίγο, τα μάτια του βουρκωμένα. Δεν προσπαθεί καν να κρυφτεί ότι δεν είναι καλά.

«Πάω να ξαπλώσω λίγο. Μην με ενοχλήσετε», δηλώνει ο Alex και με αυτό, γυρνάει το σώμα του να φύγει.

«Τι έπαθε, Angel; Μου είπε ότι τσακωθήκατε χθες. Ακόμη δεν μιλιέστε; Συγχώρεσε τον, γιατί σε νοιάζεται κατά βάθος. Μόνο μην του κρατάς μούτρα», λέει αμέσως ο Lucas και χτυπάω τους δείκτες μου μαζί ντροπαλά.

Εγώ τον έχω συγχωρήσει, ο κώλος μου δεν ξέρω όμως.

«Δεν-Δεν είναι αυτό», μουρμουρίζω.

«Τότε τι έγινε;» επιμένει και φέρνει τα χέρια στα μπράτσα μου να με κοιτάξει καλύτερα.

Δεν ξέρω αν είναι σωστό να το μάθει από εμένα αυτό που είδαμε. Αισθάνομαι ότι έκανα αρκετά να μην τσακωθούν. Παίρνω μια βαθιά ανάσα. Κοιτάω τον Lucas που δεν έχει βγάλει το βλέμμα του από τον Alex τέρμα ανήσυχος, εγώ να του έχω γυρίσει την πλάτη. Θα το αφήσω στο χέρι του Alex να κάνει ό,τι θεωρεί καλύτερο. Δεν θέλω να μπαίνω ανάμεσα τους και το χειρότερο μου είναι να επιλέγω.

«Παιδιά», ακούγεται η φωνή του Alex και στρέφω την προσοχή μου να τον δω με σουφρωμένα φρύδια.

Έχει σταματήσει να περπατάει λίγο πιο πέρα. Γυρνάει το σώμα του αργά προς το μέρος μας, ο Lucas να με κρατά ακόμη απ' τα μπράτσα. Ο Alex κρατάει το χέρι στα χείλη του και έχει ένα τέρμα, μα τέρμα κενό βλέμμα, τόσο που μπορεί να πει κανείς ότι μοιάζει με νεκρό. Κατεβάζει το χέρι και μας ρίχνει τα μάτια με ένα ζορισμένο χαμόγελο. Η καρδιά μου ξεκινά να χτυπά γρήγορα όταν συνειδητοποιώ τι συμβαίνει, τα χέρια του Lucas να γλιστρούν από πάνω μου.

«Νομίζω με δηλητηρίασαν», δηλώνει ο Alex και ακριβώς εκείνη την στιγμή τα μάτια του κλείνουν και πέφτει μπροστά, εγώ και ο Lucas να έχουμε χάσει το έδαφος από τα πόδια μας.

Τι;

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top