•Βάλε στην λίστα ότι είναι και μαλάκας•

Δεν τρελαίνομαι για την Χημεία, αλλά πάντα ήμουν καλή. Η δασκάλα που είχα όταν έκανα μάθημα κατ' οίκον ήταν πολύ ευγενική και υπομονετική μαζί μου. Δεν ξέρω, είχε τους τρόπους της να με κάνει να έχω την προσοχή μου πλήρως σε αυτό που κάνω και ύστερα να το θυμάμαι. Αυτός που έχω εδώ είναι καλός, αλλά νομίζω γενικά αυτό το μέρος με κάνει να βαριέμαι.

Έχουμε χωριστεί σε ομάδες των δυο και κάνουμε κάτι πειράματα με διάφορες μαλακίες. Αυτά σίγουρα δεν τα έκανα στο σπίτι, όμως δεν είναι αρκετά να μου τραβήξουν την προσοχή από τον Alex, ο οποίος είναι δυο πάγκους μπροστά στα αριστερά μου. Έχει τον Aaron ως συνάδελφο που φαίνεται πως δεν έχει ιδέα τι κάνει. Εγώ έχω την Penelope, την οποία βλέπω παραδόξως μόνο σε αυτό το μάθημα, την Φυσική και την Γεωμετρία και ποτέ στους διαδρόμους ή στο μεσημεριανό.

Εκείνη έχει εστιάσει το βλέμμα της στα υλικά που έχει μπροστά της, ενώ εγώ φοράω τα γυαλιά προστασίας-όπως όλοι-με την λευκή ρόμπα και έχω ξαπλώσει στον πάγκο. Βαριέμαι απίστευτα να ασχοληθώ εφόσον ξέρω την φόρμουλα και τι αποτέλεσμα έχει. Ναι, είναι λίγο πιο διασκεδαστικό να το κάνεις με τα πραγματικά υλικά, όχι όμως όταν έχεις ξενυχτήσει και ο λόγος βρίσκεται λίγα μέτρα μακριά σου.

«Παιδιά, να σας ενημερώσω ότι πλησιάζει η τελευταία εργασία σας και θα ήταν καλό να χωριστείτε σε ομάδες των δυο σύντομα. Τα θέματα θα μοιραστούν αφού έχω όλη την λίστα των ομάδων», ενημερώνει ο κύριος Brandy καθισμένος ακόμη στην έδρα του.

Είναι αρκετά μεγάλος σε ηλικία. Αν και καμιά φορά εν ώρα μαθήματος ξεχνιέται λίγο και μένει σιωπηλός, είναι αρκετά γλυκός. Η Penelope μού είχε πει ότι το καλοκαίρι που μας πέρασε είχε πεθάνει η γυναίκα του και η μοναξιά τον έχει αφήσει κάπως. Είναι η τελευταία του χρονιά εδώ, γι' αυτό τα παιδιά τα πάνε όσο πιο καλά μπορούν μαζί του. Έτσι κι εγώ δεν του προκαλώ ποτέ πρόβλημα, αντιθέτως κάθομαι σιωπηλά και χαζεύω γύρω-γύρω ή πιο παλιά στο κινητό μου.

«Θες να την κάνουμε μαζί;» ρωτάω την Penelope και γυρνάει να με δει κάπως ξαφνιασμένη που της μίλησα, εφόσον την αγνοούσα από τότε που μπήκα μέσα.

«Συγγνώμη, έχω ήδη τάξει στην Sara», απαντά και δείχνει μια κοπέλα στον πάγκο πίσω από εκείνον του Alex, μια πανέμορφη Ινδή με μακριά μαλλιά. «Είμαστε στις περισσότερος εργασίες μαζί και στα άλλα μαθήματα, γι' αυτό».

«Δεν πειράζει, θα βρω κάποιον άλλον», μουρμουρίζω μετά από έναν αναστεναγμό και ξαπλώνω ξανά μπροστά, ακουμπώντας το κεφάλι στα χέρια μου.

«Δεν θέλω να κάνω την κλασσική ερώτηση, αλλά είσαι καλά;»

Παίρνω μια βαθιά ανάσα και δεν ξέρω άμα θέλω να απαντήσω ή όχι. Αισθάνομαι κουρασμένη να λέω ψέματα πως ναι, όμως δεν θέλω την ανάκριση άμα πω όχι. Την ακούω να συνεχίζει με το πείραμα και μου το κάνει πιο εύκολο να συνεχίσω να βαριέμαι στο μάθημα.

Κρατάω τα μάτια μου κολλημένα στον Alex. Έχει ανεβάσει τα μανίκια της λευκής ρόμπας και κάτι συζητάνε με τον Aaron που τους κάνει να χαχανίζουν που και που. Προσπαθώ να διαβάσω τα χείλη του κάθε φορά που γυρνάει να δει τον φίλο του, αλλά είναι δύσκολο, γιατί δεν μπορώ να συγκεντρωθώ όταν μένω να θαυμάζω πόσο σαρκώδη είναι.

Ωραία δεν τον σκέφτομαι και δεν τον θέλω. Προοδεύω με το να κοροϊδεύω τον εαυτό μου.

Παίζω με την καρέκλα μου μπρος-πίσω, σηκώνοντας την στον αέρα και ρίχνοντας την κάτω αθόρυβα. Ο δάσκαλος ούτε που παρακολουθεί τι κάνουμε ή άμα δουλεύουμε οπότε ευκαιρία να χαζεύω ελεύθερα μέχρι που να τελειώσει η ώρα. Ο Alex συνεχίζει με το πείραμα και μάλιστα φαίνεται να κάνει φοβερή δουλειά, ενώ ο Aaron προσπαθεί να τον αντιγράφει με τεράστια αποτυχία όμως, διότι το διάλυμα του έχει γίνει μαύρο αντί για κόκκινο.

Χαμένη στις σκέψεις μου και πραγματικά να αγναντεύω εν ώρα μαθήματος, ξαφνικά ο Alex αισθάνεται το βλέμμα μου να τον καίει. Αλλάζει την έκφραση του προσώπου του σε σοβαρή και την στιγμή που στρέφει το κεφάλι του, κάνω μια απότομη κίνηση και καταφέρνω να κάνω την καρέκλα, η οποία βρισκόταν στον αέρα, να γλιστρήσει. Χτυπάω το πιγούνι στην άκρη του πάγκου και πέφτω απευθείας κάτω, προκαλώντας τέτοια φασαρία που γυρνούν όλοι να δουν τι συνέβη.

«Angel! Καλά είσαι;» φωνάζει η Penelope και προσπαθώ να σηκωθώ, φέρνοντας το χέρι μου στο πιγούνι.

Βλέπω πως λερώνεται με αίμα και αισθάνομαι το σχίσιμο στο πλάι. Δεν ξέρω πως κατάφερα να πέσω έτσι, όμως αισθάνομαι να ζαλίζομαι ελαφρώς, εφόσον το κεφάλι μου ταράχτηκε αρκετά. Βλέπω τον Alex να στριμώχνεται πίσω από τον Aaron και τρέχει προς τον νιπτήρα. Κόβει μια χούφτα χαρτιά και με πλησιάζει.

«Άσε με να το δω», λέει και φέρνει το χέρι του στο καρπό μου για να το βγάλει και να δει καλύτερα.

Δεν είναι η σωστή στιγμή, αλλά παρατηρώ το πρόσωπο του σαν να κατέβηκε κάποιος Θεός. Ακουμπά τα χαρτιά στην πληγή και με αφήνει να τα κρατήσω. Κάνει πίσω για να βγάλει τα γυαλιά προστασίας του και ξεφυσάει ανακουφισμένος, κλείνοντας τα μάτια για λίγο. Εγώ από την άλλη του χαρίζω ένα αμήχανο χαμόγελο και πιέζω την τσαλακωμένη χούφτα χαρτιών στην πληγή μου.

«Δεν θέλει ράμματα αλλά καλό είναι να πας να το δεις στο γραφείο της νοσοκόμας», λέει ο Alex και ο δάσκαλος τον πλησιάζει αργά-αργά φορώντας τα γυαλιά του.

«Τι έγινε εδώ; Είσαι καλά νεαρή;» ρωτάει και ακουμπά τα χέρια στην κοιλιά του.

«Τίποτα δεν είναι, μια γρατζουνιά», γελάω και κάνω πίσω, με αποτέλεσμα να μπουρδουκλωθώ στην καρέκλα και να κοντέψω να πέσω, άμα ο Alex δεν με έπιανε από το μπράτσο.

«Να πας να το δεις», επιμένει και ο δάσκαλος κουνάει το κεφάλι καταφατικά.

«Να κάνεις ό,τι σου λέει ο Alex. Μην είσαι κοντά στα χημικά», συμφωνεί μαζί του και καταπίνω το γεγονός ότι για άλλη μια φορά είναι ο αγαπημένος των δασκάλων.

Άμα μου πει να πάω να πνιγώ, παίζει να συμφωνήσουν μαζί του, γιατί υποτίθεται αυτός ξέρει καλύτερα. Τινάζω το μπράτσο μου για να με αφήσει ελεύθερη και στριφογυρίζει τα μάτια. Φοράει τα γυαλιά και επιστρέφει στον πάγκο του, χωρίς να πει λέξη ή να κάνει κάτι περισσότερο. Εγώ ρίχνω μια ματιά στην Penelope, η οποία φαίνεται ανήσυχη και της κάνω νόημα με το κεφάλι και το χέρι ότι είμαι καλά.

Αφού όλοι επιστρέψουν στα δικά τους με κάποια σχόλια να ψιθυρίζονται μεταξύ των ζευγαριών, αποφασίζω να πάω στο γραφείο της νοσοκόμας για να με βοηθήσει τουλάχιστον να σταματήσω το τσούξιμο. Αλλάζω την πλευρά του χαρτιού, εφόσον εκείνη που το είχα τόσα δεύτερα έχει γεμίσει στα αίματα και μόνο με λερώνει χειρότερα.

Πλησιάζω διακριτικά και κάπως αμήχανα την έδρα του δασκάλου, ο οποίος μόλις βολεύτηκε να κάτσει και λυγίζω κοντά του. Δεν μου πήρε δυο βήματα για να συνειδητοποιήσω ότι δεν έχω ιδέα που είναι το γραφείο της νοσοκόμας και ότι θα χρειαστώ προσανατολισμό, όμως τι χειρότερο να πρέπει να ρωτήσω αυτόν τον μικροκαμωμένο γεράκο.

«Συγγνώμη», ψιθυρίζω και ταράζεται, σαν να τον τρόμαξα... ενώ ήμουν ακριβώς δίπλα του. «Που είναι το γραφείο της νοσοκόμας;»

«Alex, μπορείς να πας την κοπελίτσα στο γραφείο της νοσοκόμας;» φωνάζει από την θέση του και αυτή την φορά ταράζει εμένα που το πετάει έτσι.

«Απλά πείτε μου που είν-»

Μάταιο να επιμένω διότι ο Alex αφήνει κάτω το τετράδιο στο οποίο έγραφε τις σημειώσεις και μου ρίχνει το βλέμμα του. Βγάζει τα γυαλιά προστασίας και για άλλη μια φορά, στριμώχνεται πίσω από τον Aaron για να βγει έξω. Δεν φέρνει αντίρρηση καθόλου στα λόγια του δασκάλου, γι' αυτό με έναν αναστεναγμό, τον ακολουθώ έξω από την τάξη.

«Ξέρεις μπορώ να πάω και μόνη μου άμα μου πεις που είναι», λέω και φροντίζω να μένω λίγα βήματα πίσω του, ενώ εκείνος κρατάει τα χέρια στις τετράγωνες τσέπες της ρόμπας του.

Δεν απαντάει. Συνεχίζουμε να περπατάμε σιωπηλοί. Βγάζω το χαρτί από την πληγή μου και παρατηρώ πως δεν σταματάει να βγάζει αίμα. Σαν να μην έφτανε που χτύπησα το κεφάλι πριν την εκδρομή και μου έχει μείνει ακόμη ένα μικρό σημαδάκι τώρα θα έχω άλλο ένα στο πηγούνι. Άμα συνεχίσω έτσι, θα καταντήσω χωρίς πρόσωπο.

Κατεβαίνουμε τα σκαλιά και περπατάμε στον δεύτερο όροφο, μέχρι το τέλος του διαδρόμου. Σταματάει μπροστά σε μια πόρτα, αλλά βλέπει ένα χαρτί κολλημένο πάνω της και το τραβάει για να το πάρει στα χέρια του.

«Έχει βγει να κάνει τσιγάρο», ανακοινώνει και το ξανακολλάει εκεί που το βρήκε.

«Τέλεια, πάμε πίσω-»

«Θα σ' το δω εγώ», με διακόπτει και ανοίγει την πόρτα.

Δεν μου δίνει άλλη επιλογή από το να τον ακολουθήσω μέσα και να κλείσω την πόρτα πίσω μου. Τον βρίσκω να ψάχνει τριγύρω στην ντουλάπα γεμάτο φάρμακα κι εγώ απλά κάθομαι στο κρεβατάκι που έχουν κολλήσει ακριβώς απέναντι από 'κει που στέκεται ο Alex. Τον ακολουθώ με τα μάτια μου και αισθάνομαι τόσο περίεργα που βρίσκομαι σε κλειστό χώρο μαζί του.

«Δεν χρειάζεται. Μπορώ να περιμένω πάντως», προσπαθώ για άλλη μια φορά να τον ξεφορτωθώ.

«Το πρόσωπο είναι ευαίσθητη περιοχή και άμα μολυνθεί, θα πρέπει να πας στο νοσοκομείο. Αυτό που με ανησυχεί περισσότερο είναι όλα τα χημικά που χρησιμοποιούσαμε εκεί», λέει με έναν ήρεμο τόνο φωνής και τώρα με κάνει να τρομάζω περισσότερο από πριν.

«Βοηθάς πολύ, Henderson», ειρωνεύομαι και βγάζω τα τσαλακωμένα χαρτιά, παρατώντας τα δίπλα μου. «Δεν με πονάει και τόσο πάντως».

Δεν συνεχίζει την συζήτηση και δεν ξαφνιάζομαι. Τον βλέπω ενώ μαζεύει τα απαραίτητα σε ένα δισκάκι και μόλις τελειώσει, γυρνάει προς το μέρος μου και το αφήνει δίπλα μου. Φοράει γάντια και με κάνει να αισθάνομαι ότι θα μου κάνει εγχείρηση όχι απλά να απολυμάνει την πληγή.

«Δεν σε αποφεύγω», λέω και τον αφήνω να σηκώσει το κεφάλι μου και να το γυρίσει στο πλάι με τα δάχτυλα του.

«Ορίστε;»

Κάνει και τον κινέζο τώρα.

«Για χθες που μου είπες ότι σε αποφεύγω», του υπενθυμίζω και βάζει οινόπνευμα σε ένα κομμάτι βαμβάκι, «ούτε που προσπαθώ να το κάνω αυτό».

Δεν περιμένει ούτε λίγο και το φέρνει στην πληγή μου, κάνοντας με να πεταχτώ πίσω από το τσούξιμο. Του ρίχνω ένα τσαντισμένο βλέμμα και επιστρέφω στην αρχική στάση μου για να συνεχίσει ό,τι κάνει. Ο μόνος λόγος που προσπαθώ να ξεκινήσω συζήτηση μαζί του είναι επειδή δεν θέλω να εστιάζομαι στο γεγονός ότι βρίσκεται τόσο κοντά μου.

«Η Brittany το παρατήρησε βασικά. Ήθελα να σιγουρευτώ ότι αληθεύει», με πληροφορεί και συνεχίζει να καθαρίζει την πληγή μου, ενώ εγώ κοιτάω έξω από το παράθυρο.

«Νόμιζα ότι εσύ με απέφευγες, αλλά τι σε νοιάζει άμα θέλω να σε αγνοώ;» αναρωτιέμαι και σουφρώνω τα φρύδια καχύποπτη.

«Δεν με ελκύει κάποια συζήτηση μαζί σου, αλλά μην το παρεξηγείς».

Τι θα πει πάλι αυτό; Προσβεβλημένη από τα λόγια του, τινάζω το κάτω χείλος και μένω ακίνητη χωρίς να τον κοιτάξω. Περιμένω πως και πώς να τελειώνει για να φύγω. Αν και τα προβλήματα που πάθαινα τις άλλες φορές έχουν σταματήσει, δεν μπορώ παρά να νιώθω αμήχανα κοντά του, όταν ξέρω πώς νιώθω για εκείνον.

«Δεν είναι κάτι σοβαρό. Άμα το φροντίσεις, θα γίνει σύντομα καλά», λέει μετά από κάμποσα λεπτά σιωπής.

Μου έχει βάλει ένα χοντρό και αρκετά μεγάλο χανζαπλάστ, το οποίο νιώθω αρκετά περίεργο να έχω στο πρόσωπο. Φέρνω τα δάχτυλα για να το αγγίξω και κρατάω το κεφάλι κανονικά, ενώ παρατηρώ τον Alex να μαζεύει τα πράγματα για να τα βάλει πίσω στον δίσκο. Παίρνει με τα γάντια το μάτσο από χαρτιά με αίματα και το πετάει στα σκουπίδια μαζί με τα γάντια που φορούσε.

«Άρα δεν με μισείς;» ρωτάω, καθαρίζοντας τον λαιμό μου και παριστάνοντας ότι δεν με νοιάζει και τόσο η απάντηση.

«Όχι».

Ακόμη και που το απαντάει τόσο απότομα και με τέτοια κρυάδα, ενώ μου έχει γυρίσει την πλάτη για να βάλει τα πράγματα πίσω στην θέση τους, αισθάνομαι ένα ρεύμα ανακούφισης να με διαπερνά. Πρώτη φορά μέσα στην ημέρα χαμογελάω ειλικρινά. Ποιος το περίμενε ότι ήθελα απλά να ακούσω ένα «όχι» του για να μου φτιάξει η διάθεση;

«Μπορώ να σου κάνω μια ερώτηση;» ανεβάζω ελαφρώς τον τόνο της φωνής μου και κουνάω τα πόδια μου μπρος-πίσω. Δεν απαντάει οπότε το παίρνω ως «ναι». «Θυμάσαι τίποτα από αυτά που έγιναν στο εξοχικό;»

«Όχι πολλά. Γιατί;» αναρωτιέται ο Alex και δεν γυρνάει καν να με δει.

«Απλά», κάνω μια παύση αμήχανη και τα μάγουλα μου αμέσως φλέγονται με την καρδιά μου να χτυπάει σαν τρελή, «θέλω να ξέρω άμα θυμάσαι στον καναπέ κάτι».

«Καναπέ; Δεν σε καταλαβαίνω».

Γυρνάει να με δει με ένα ερωτηματικό ύφος και όπως περίμενα δεν θυμάται τίποτα. Ήταν ηλίθιο εκ μέρους μου να ελπίζω έστω λίγο ότι κάτι θα του είχε μείνει, όμως αναμενόμενο. Εμένα απλά μου έχει αποτυπωθεί τόσο, γιατί πρώτη φορά στην ζωή μου κόντεψα να χύσω τόσο γρήγορα και χωρίς να χρειαστεί κάτι παραπάνω. Ο Alex δεν θυμάται τι μου έκανε εκείνο το βράδυ και να 'μαι που δεν ξέρω πώς να νιώσω γι' αυτό.

«Τίποτα. Μαλακίες δικές μου», γελάω αμήχανα, όμως παραμένω κάπως πληγωμένη στο πρόσωπο εφόσον δεν με βλέπει. «Χαίρομαι που είσαι καλά και η μαμά σου σε βρήκε εγκαίρως. Συγγνώμη για ό,τι πέρασες εξαιτίας μου».

«Εκτιμώ την συγγνώμη σου, όμως δεν πέρασες κι εσύ λίγα. Σταθήκαμε τυχεροί που ο αδελφός σου ήταν κοντά», λέει και γυρνάει το σώμα του, ακουμπώντας πίσω και διπλώνοντας τα χέρια στο στήθος του.

«Περίεργο που είσαι τόσο ευγενικός ξαφνικά, γιατί εκεί ήθελες απλά να με σκοτώσεις», μουρμουρίζω κάπως τσαντισμένη.

«Δεν γνωριζόμαστε και τόσο για να είμαι κάτι παραπάνω από ευγενικός μαζί σου. Εκεί βρισκόμουν σε περίεργη κατάσταση γιατί δεν είχα τα χάπια μου να με κρατούν σε ισορροπία», δηλώνει κρύα και μου χαρίζει ένα ανέκφραστο βλέμμα που κάνει τα προηγούμενα λόγια του να είναι απλά ρομποτικά και όχι ότι τα εννοεί.

«Τι χάπια;» ξυπνάει η κουτσομπόλα μέσα μου και παρατηρώ την διάθεση του να αλλάζει.

«Δεν έχει κάποια σημασία. Εσύ είσαι καλά, εγώ είμαι καλά. Τελείωσε».

Τελείωσε.

Δεν ξέρω γιατί μου μένει αυτή η λέξη. Ο τρόπος που το είπε είναι σαν να μην έβαζε τέλος γενικά, αλλά τέλος σε εκείνη την ανάμνηση. Έχει δίκιο όμως. Εφόσον δεν θυμάται τίποτα, δεν έχει καμία σημασία να το σκέφτομαι πλέον. Δεν πρόκειται να συμβεί κάτι μεταξύ μας. Αυτή η στιγμή συνέβη μόνο τότε και αυτός ο Alex ούτε που θα το σκεφτόταν να ξανακάνει τα κόλπα του πάνω μου.

«Έχεις δίκιο», μουρμουρίζω και χοροπηδάω κάτω, φτιάχνοντας την ρόμπα μου, η οποία έχει λερωθεί με λίγο αίμα στον γιακά.

Πλέον δεν υπάρχει λόγος να τον αποφεύγω. Ναι, η μικρή απόσταση μεταξύ μας με κάνει να νιώθω άβολα και ακόμη δεν μπορώ να καταλάβω τι νιώθω για εκείνον, αφού έχει καταντήσει να με πληγώνει την μια μετά την άλλη, όμως τώρα ξέρω ότι δεν χρειάζεται να κάνω σαν ακέφαλη γαλοπούλα κάθε φορά που τον πετυχαίνω στον διάδρομο.

Μου χαρίζει ένα πλάγιο χαμόγελο και αισθάνομαι να λιώνω απευθείας. Δύσκολα θα τον ξεπεράσω, το ξέρω. Δεν είναι κάποιος χαρακτήρας που συναντά κανείς εύκολα, παρόλο που είναι αρκετά κρυόκωλος και αρκετές φορές προσβλητικός. Είναι όμως και ο πρώτος που έτρεξε να μου φέρει χαρτί από τον νιπτήρα και ο ίδιος που μου φροντίζει για δεύτερη φορά πληγή μου. Δεν έχω συναντήσει κάποιο αγόρι με τέτοια προσεγμένη και σέξι εμφάνιση που να αντιπροσωπεύει την λέξη «ιδιοφυία».

«Βρήκες ταίρι για την εργασία της Χημείας;» τον ρωτάω και τον ακολουθώ ενώ βγαίνουμε από το γραφείο της νοσοκόμας.

«Τον Aaron», απαντά με έναν ανέκφραστο τόνο φωνής και στεναχωριέμαι που χάνω την ευκαιρία να κάνω άλλη μια εργασία μαζί του· η άλλη είναι εκείνη της Θεατρικής Αγωγής, όπου δυστυχώς έχω και την Mia. «Εσύ;»

«Δεν έχω. Δεν γνωρίζω πολλούς στο τμήμα, εκτός από την Penelope. Εκείνη όμως έχει κάποια Sara», αναστενάζω και προσπαθώ να φτιάξω το φούτερ έτσι ώστε να ανασάνω λίγο γιατί έχω αρχίσει να σκάω από την ζέστη.

Τι το ήθελα και εγώ το σεξ με εκείνο το βαμπίρ, έτσι που μου ρούφηξε τον λαιμό; Αλλά από την άλλη, καλά να πάθω. Τα ήθελα έτσι που του καθόμουν στον πάγκο και που του χαμογελούσα σαν την πέρδικα. Βασικά αυτή είναι η τιμωρία μου που τον χρησιμοποίησα και τον έδιωξα χωρίς καν να εξηγηθώ ή να ζητήσω συγγνώμη. Ας σκάσω τώρα από την ζέστη.

Για άλλη μια φορά ο Alex περπατά μπροστά μου και εγώ πίσω του. Του ρίχνω τα μάτια, ενώ εκείνος συνεχίζει τελείως ρομποτικά τις κινήσεις του. Με τα δυο δάχτυλα μου τραβάω τον γιακά από τον λαιμό και κάνω αέρα με το άλλο μου χέρι, απελπισμένη για λίγη δροσιά. Πρέπει σύντομα να πάω να αγοράσω ρούχα, όμως δεν έχω μιλήσει με τον μπαμπά στο τηλέφωνο καιρό τώρα για να του ζητήσω λεφτά.

Ή να του πω τι έγινε στην εκδρομή.

Θα του έρθουν τα εγκεφαλικά βροχή όταν το μάθει. Όχι μόνο θα έρθει με το σώβρακο από την Γερμανία, αλλά θα μου χαϊδεύει τα μαλλιά και θα με κρατάει σαν θησαυρό μέχρι που να σιγουρευτεί ότι είμαι καλά. Ξέρω πως δεν έχει μιλήσει ούτε με τον Nate, γιατί έχει αρχίσει και κάνει οικονομία στα λεφτά, μήπως και έχει συμβεί κάτι επείγον στον μπαμπά.

«Γαμημένη ζέστη», σκέφτομαι φωναχτά και ακούω τους τζίτζικες να σκάνε έξω από τα παράθυρα του διαδρόμου.

Ο Alex γυρνάει το κεφάλι του στο πλάι να με δει, ενώ ανεβαίνουμε τα σκαλιά και σταματάει απότομα με μένα να κάνω το ίδιο ξαφνιασμένη από την αντίδραση του. Κοιτάει για άλλη μια φορά μέσα στην ημέρα τον λαιμό μου, συγκεκριμένα την πιπιλιά, και παίρνει μια βαθιά ανάσα.

«Άμα ακουμπήσεις ένα κρύο κουτάλι επάνω του και το κρατήσεις για λίγο, θα το βοηθήσει να ξεπρηστεί», με πληροφορεί και σουφρώνω τα φρύδια που σταμάτησε να μου πει κάτι τέτοιο.

«Γιατί; Σε ενόχλησε;» ειρωνεύομαι και προσπαθώ να τον προλάβω που ανεβαίνει τα σκαλιά σαν να έχει αγκάθια στον κώλο ξαφνικά.

«Απαγορεύεται με βάση τους σχολικούς κανόνες», δηλώνει κρύα και μου ρίχνει φευγαλέα ένα υποτιμητικό βλέμμα. «Δεν είναι και κάποιο αξιοθέατο επίσης, Angel».

Δαγκώνω το κάτω χείλος μου και καταπίνω την κακία, μόνο επειδή συμφωνώ με το τελευταίο. Το συναίσθημα είναι χειρότερο όταν το τονίζει ακόμη και ο Alex, όμως δεν μπορώ να κάνω κάτι γι' αυτό. Προσπαθώ να το κρύβω με το φούτερ, που κακώς θεωρούσα αρκετό, αλλά είναι πολύ δύσκολο γιατί πέφτει απευθείας στο μάτι. Δεν αντέχω να έρχεται από εκείνον απλά.

«Δεν γαμιούνται οι σχολικοί κανόνες;» γρυλίζω κάτω από την ανάσα μου.

Τελικά δεν είναι ανθρώπινα δυνατόν να κρατήσω κάτι μέσα μου.

«Άμα δεν σου αρέσουν», λέει ο Alex και γυρνάει το σώμα του απότομα με αποτέλεσμα να σκουντουφλήσω πάνω του, «ή άμα δεν ξέρεις να τους τηρείς, φύγε από το σχολείο».

Σηκώνω το κεφάλι για να συναντήσω τα μάτια του και-Παναγία μου, είναι τόσο γαμημένα ψηλός. Το άρωμα του τρυπάει τα ρουθούνια μου και είναι απλά υπέροχο. Μυρίζει φρεσκάδα, κάτι σε μίξη μέντας και φύσης. Θέλω να τον τραβήξω από τον γιακά και απλά να πάρω μια βαθιά ανάσα για να μεθύσω έτσι στα χέρια του. Κάνω ένα βήμα πίσω και ξέρω πως τα μάγουλα μου έχουν πάρει φωτιά, γι' αυτό ακουμπώ τα χέρια μου εκεί και κοιτάω αλλού, καθαρίζοντας τον λαιμό μου.

Μην σκέφτεσαι πώς να τον βάλεις κάτω, απλά μην.

«Έχω πει στην Brittany πόσο το μισώ αυτό το άρωμα», σχολιάζει και ρίχνει το βλέμμα του αλλού, γυρνώντας ύστερα και επιστρέφοντας στην τάξη.

Πως γίνεται ένας άνθρωπος να σε κάνει να θες να τον πηδήξεις και ακριβώς την επόμενη να τον σκοτώσεις;

Τρίβω τα χέρια στα ρούχα μου για να βγάλω αυτό το ηλίθιο καρπουζένιο άρωμα της Brittany από πάνω μου και αφού σταματήσω να κάνω σαν να διώχνω κάποια κατσαρίδα απ' τα ρούχα-μην πω ότι έχω γίνει ρεζίλι στις κάμερες του Adam-μπαίνω μέσα στην τάξη.

Ο Alex έχει ήδη φορέσει τα γυαλιά του και συνεχίζει το πείραμα του σαν να μην συνέβη τίποτα. Ο Aaron του ξεκινά συζήτηση και ξεκινάνε με τα μουρμουρητά τους, όμως ο άλλος δεν του δίνει και τεράστια σημασία. Επιστρέφω στον πάγκο μου με την Penelope να με κοιτά κάπως ανακουφισμένη και ξανακάθομαι στην καρέκλα, ήρεμα και καλά για να μην ξαναφάω καμιά τούμπα.

«Όλα καλά;» ρωτάει εκείνη και λυγίζει κοντά μου για να μην κάνει φασαρία.

«Ναι. Μου το περιποιήθηκε ο Alex».

Τινάζω με αδιαφορία το χέρι στον αέρα και βολεύομαι καλύτερα στην καρέκλα. Κοιτάω πως πάει το πείραμα της και φαίνεται να τα έχει κάνει όλα ανάποδα και σκατά, γιατί το μείγμα είναι πορτοκαλί. Κάπως κατέφερε να τα μπουρδουκλώσει χειρότερα ακόμη και από τον Aaron, γι' αυτό σηκώνομαι να την βοηθήσω.

«Δεν υπάρχει κάτι που να μην ξέρει να κάνει αυτό το παιδί», γελάει η Penelope ενώ παίρνω το θερμόμετρο από το χέρι της για να τσεκάρω ότι έχει βράσει το μείγμα σωστά.

«Ναι, ναι, βάλε στην λίστα ότι είναι και μαλάκας», προσθέτω ακόμη προσβεβλημένη από το σχόλιο του προηγουμένως.

«Θέλει καιρό να τον συνηθίσεις, η αλήθεια είναι».

Είχα τον χρόνο να γνωριστώ μαζί του· μην πω υπερ-γνωριστώ. Το μόνο που έμαθα είναι ότι γουστάρει την εξουσία και την προσοχή που παίρνει ως γιος της μανούλας του. Άμα ήταν αλλιώς, δεν θα με δαχτύλωνε όταν είχε απελευθερωθεί από τα χάπια που είχε πάρει. Ήθελε να μου δείξει ποιος έχει το πάνω χέρι και με τον μόνο τρόπο που εγώ σίγουρα θα υπέκυπτα.

Όσο πάει και καταφέρνω να αποκρυπτογραφήσω τον χαρακτήρα του.

«Είσαι καλή στα Θετικά μαθήματα», σχολιάζει η Penelope και μισώ όταν το παραδέχονται φωναχτά, γιατί ακούγομαι σαν φυτό.

«Είχα καλή δασκάλα απλά. Δεν τρελαίνομαι», μουρμουρίζω κρύα και συνειδητοποιώ ότι η πολύ παρέα με τον Alex, έχει αρχίσει να με κάνει να ακούγομαι σαν εκείνον. «Εννοώ, ευχαριστώ, αλλά και πάλι στο τέλος της ημέρας τα βαριέμαι».

«Μακάρι να είχα το μυαλό σου απλά. Εμένα δεν μου κόβει και τόσο».

«Μια χαρά είσαι. Θα τα πας τέλεια», προσπαθώ να την κάνω πιο αισιόδοξη και της χαρίζω ένα χαμόγελο στο τέλος ως παρηγοριά.

Το υπόλοιπο του μαθήματος το περνάω προσπαθώντας να κάνω το πείραμα από την αρχή. Είναι ο τέλειος αποσυντονισμός και έχω την ευκαιρία να εξηγήσω στην Penelope, η οποία με παρακολουθεί με δέος, το λάθος της στην φόρμουλα. Κρατάει σημειώσεις στο τετράδιο και φαίνεται να το απολαμβάνει το μάθημα περισσότερο τώρα που ξέρει τι κάνει και έχει εμένα να της το δείχνω.

Μόλις χτυπάει το κουδούνι, έχουμε ήδη τελειώσει το πείραμα και την αφήνω να προλάβει την Sara για να μιλήσουν για την εργασία. Μαζεύω τον εξοπλισμό και τα πάω στον νιπτήρα για να τα πλύνω, μην έρθει κανένας Alex και αρχίσει πάλι περί κανονισμών του σχολείου. Αφού τελειώσω και με αυτό, κρεμάω την ρόμπα στον καλόγερο και βγαίνω από το εργαστήριο βαριεστημένα. Δεν έχασα την ευκαιρία να δω τον Alex που ακόμη πάλευε να εξηγήσει στον Aaron τι να κάνει.

Πρέπει να βρω κι εγώ ένα ταίρι για την εργασία σύντομα, γιατί αυτός φαίνεται πως θα καλοπεράσει εξηγώντας σε εκείνον τον βλάκα τι είναι η Χημεία.

Αλλάζω βιβλία στο ντουλαπάκι μου και δεν έχω καμιά Brittany, κανέναν Alex ή Adam πάνω από το κεφάλι μου επιτέλους. Είναι ένα ήρεμο διάλλειμα και περνάει τόσο χαλαρά που αποφασίζω για διαφορά να συμμετάσχω στο μάθημα. Πρώτη φορά που το έκανα στην Χημεία, με έφερε σε αυτά τα πέντε λεπτά διαλογισμού.

Ποιος το περίμενε ότι εγώ, η συμφορά και η καταστροφή, θα γούσταρα τόσο την ηρεμία; Μάλλον φταίει το κακό και ανάποδο ξενύχτι.

Η επόμενη ώρα πάει χαλαρά. Έχουμε Λογοτεχνία με μια πολυλογού δασκάλα, οπότε και να θέλω να μιλήσω για διαφορά, δεν με αφήνει. Σε όλη την διάρκεια του μαθήματος, ξαπλώνω πίσω με φορεμένη την κουκούλα και κλείνω τα μάτια για να πάρω έναν υπνάκο. Είναι τόσο παθιασμένη με τον Dickens που ούτε που μου δίνει σημασία.

Μόλις χτυπάει το κουδούνι, ταράζομαι από την θέση μου και βγάζω την κουκούλα παριστάνοντας ότι δεν συνέβη τίποτα, ότι δεν κοιμόμουν μόλις από την βαρεμάρα. Παίρνω τα πράγματα μου και βγαίνω έξω από την τάξη. Αφήνω την τσάντα στο ντουλαπάκι μου, γιατί τζάμπα που την κουβαλάω, και κατεβαίνω τα σκαλιά για το ισόγειο, όπου είναι και η καφετέρια.

Πεινάω τρελά η αλήθεια είναι και το μυαλό μου λιγουρεύεται τα φαγητά που σερβίρουν κάτω. Μιας και είμαστε ιδιωτικό, όχι μόνο είμαστε λίγοι μαθητές σε σχέση με τα δημόσια, αλλά έχουμε το προνόμιο να φάμε πλούσια και χωρίς να πληρώσουμε· είναι όλα στην τιμή των διδάκτρων.

Ευτυχώς σε όλη την διαδρομή μέχρι κάτω δεν πετυχαίνω κανέναν από την παρέα του Alex. Μπαίνω στην σειρά με τον δίσκο στο χέρι και περιμένω ανυπόμονα την σειρά μου. Μου πέφτουν τα σάλια μέχρι που να φτάσω, γιατί βλέπω ότι σερβίρουν μακαρόνια με κιμά, σούσι, σούπα ψαριού, μπιφτέκι με πατάτες, πίτσα και έτοιμα σάντουιτς. Από σαλάτες έχει τα πάντα, όπως και ποτά. Είναι παράδεισος αυτό το μέρος.

«Τι θα ήθελες, αγάπη μου;» λέει η τύπισσα που με σερβίρει μόλις φτάνω μπροστά της και μου χαμογελάει πλάγια.

«Βάλε μου από εκείνα τα μακαρόνια πριν σου μείνω στο χέρι από την πείνα. Και λίγη σαλάτα Σεζάρ με μια σόδα, παρακαλώ».

«Ό,τι θέλει το κορίτσι μου».

Από τότε που έγινε ό,τι έγινε με την Brittany την πρώτη μέρα του σχολείου, η Mary-Rose-το όνομα της-μου σερβίρει το φαγητό με έξτρα δόση σεβασμού και αγάπης. Μου παραδέχτηκε μετά ότι στην αρχή δεν με χώνευε, όμως γουστάρει τρελά τα κότσια που έχω να συμπαραστέκομαι στον εαυτό μου. Παίζει να είναι το μοναδικό άτομο σε αυτό το σχολείο με το οποίο θα άραζα χωρίς πρόβλημα και θα περνούσα και καλά.

Έχω μπλέξει με κρυόκωλους όμως.

«Καλή όρεξη, Angel», λέει και μου ετοιμάζει τον δίσκο με ό,τι ζήτησα.

«Συνέχισε να γαμάς, Rose», γελάω και κάνει το ίδιο, ενώ αμέσως συνεχίζει με το να εξυπηρετήσει το επόμενο παιδί.

Η μακαρονάδα μου τρυπάει τα ρουθούνια, γι' αυτό κάθομαι βιαστικά σε ένα από τα άδεια τραπεζάκια και ρίχνω το τριμμένο τυράκι πάνω στην σάλτσα. Τα ανακατεύω με το πιρούνι και η πρώτη δαγκωνιά με στέλνει σε άλλη διάσταση. Ευτυχώς που έχω το σχολείο να με ταΐζει κάτι πέρα από σκουπίδια όπως ο Nate.

«Έλεος», πετάγεται ο Barney και κάθεται στην θέση απέναντι μου χωρίς δίσκο, μόνο με την μωβ τσαντούλα της. «Δεν μπορώ άλλο με αυτή την κοπέλα».

«Ποια;» ρωτάω και πέφτουν τα μακαρόνια από το στόμα μου, αλλά ούτε που με νοιάζει.

«Την Mia. Είχαμε Καλλιτεχνικά αυτή την ώρα και δεν γίνεται να την έχω στο αυτί μου να με ρωτάει κάθε τρία δευτερόλεπτα τι να θέλει να της πει ο Alex τώρα. Δεν φτάνει που μου την δίνει η φωνή της-»

Συνεχίζει να μιλάει, αλλά χάνω τα λόγια της όταν μπαίνει μέσα ο Alex με την Mia. Κάτι συζητάνε και εκείνη φαίνεται να το χαίρεται από το γεγονός ότι χαμογελάει μέχρι τα αυτιά και γελάει με το παραμικρό. Πλησιάζουν τον πάγκο και παίρνουν τους δίσκους τους. Τους παρατηρώ μέχρι που σερβίρονται το φαγητό τους, ενώ ταυτόχρονα μουγκρίζω διάφορα στην Brittany για να νομίζει ότι την ακούω.

Δεν μας παρατηρούν καν και πάνε να κάτσουν στην άλλη άκρη μαζί, ενώ η Mia είναι υπερφιλική μαζί του. Ο Alex από την άλλη της χαρίζει χαμόγελα και συνεχίζει να μιλάει, κάνοντας την να γελάει και να κοκκινίζει. Ποιος ξέρει τι μαλακίες λένε. Μάλλον ο άλλος της την πέφτει και γι' αυτό με απομακρύνει, να μην νομίζει η άλλη τίποτα.

Ξέρω πως ζηλεύω τρελά όταν τους βλέπω να κάθονται δίπλα-δίπλα. Συνεχίζω να καταβροχθίζω την μακαρονάδα μου και να πετάω κανένα «τι λες τώρα;» στην Brittany, η οποία δεν λέει να το βουλώσει. Απλά αναρωτιέμαι που την βρίσκει όλη αυτή την όρεξη και ενέργεια να είναι ενοχλητική.

Είναι πολύ δύσκολο να παραδέχεσαι ότι το άτομο που θες, γουστάρει κάποια άλλη. Δεν τον έχω δει να χαμογελάει ποτέ έτσι ή να μιλάει τόσο μαζί μου. Φαίνεται ξεκάθαρα ότι με διώχνει από την ζωή του για να αποφύγει να μου δώσει ελπίδες για κάτι που δεν θα συμβεί ποτέ.

«Brittany, να σε ρωτήσω», την διακόπτω και σταματάει να κουνάει χέρια-πόδια ενώ μου έλεγε ό,τι σκατά έλεγε. «Ακόμη κάνεις αυτά τα ηλίθια κονέ σου;»

«Έκανα σε μια ξαδέρφη πριν ένα μήνα με έναν από το σχολείο και τα πήγαν μια χαρά, γιατί;»

«Θέλω να μου κάνεις κι εμένα ένα. Δεν με νοιάζει ποιον, απλά να ξέρει να πηδάει σαν να μην υπάρχει αύριο», της λέω και κοκαλώνει κάπως στην θέση της, εφόσον δεν το περίμενε. «Και θα έρθεις να με βοηθήσεις να αγοράσω ρούχα το σαββατοκύριακο, γιατί βαριέμαι να πάω μόνη και δεν θέλω να κυκλοφορώ με αυτές τις κουβέρτες».

«Περίμενε να αλλάξω το status μου στο Facebook μαζί σου και να το κάνω κολλητές, γιατί, κοπέλα μου, μόλις με προσκάλεσες να κάνω τα δυο αγαπημένα μου πράγματα», ενθουσιάζεται ο Barney και της χαμογελώ πλάγια.

Δεν είναι ο Alex ο μόνος που μπορεί να με κάνει να αισθάνομαι. Όλο και κάποιος άλλος υπάρχει εκεί έξω, κατάλληλος για μένα, απλά θα χρειαστώ την Brittany να τον ψάξει για μένα, γιατί βαριέμαι. Συν ότι είναι η μοναδική κοπέλα που θα πάει να τα κουτσομπολέψει όλα στον Alex και να μάθει ότι δεν ανήκω σε εκείνον.

Τώρα που το σκέφτομαι, γιατί δεν έχω αγοράσει ακόμη καινούριο κινητό; Γαμημένος Nate

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top