•Αισθάνομαι πρωταγωνίστρια μιας κακόγουστης ρομαντικής ταινίας•
«Δεν μου είπες ποτέ τι γίνεται με αυτή την φωτογραφία», σκέφτομαι φωναχτά και ένα επιφώνημα πόνου ξεγλιστρά από τα χείλη του, κάνοντας με να σηκώσω το κεφάλι να τον δω. «Καλά είσαι;»
«Ναι, απλά έριξα περισσότερες σταγόνες στο μάτι και έτσουξε», απαντάει με ένα αμήχανο γελάκι και ξαπλώνω πίσω, ακουμπώντας ξανά το κεφάλι στο μαξιλάρι μου. «Δεν έχει κάποια σημασία, απλά μην μπλέξεις μαζί τους άμα τύχει, ξέρεις, με τα αγόρια του Brentwood».
Έχει καθίσει στο πάτωμα, η πλάτη του ακουμπισμένη πίσω στο κρεβάτι μου και το κεφάλι του λυγισμένο πίσω ώστε να το ξαπλώσει στην απαλή στρωμένη επιφάνεια του. Προσπαθεί να βάλει τις σταγόνες στα μάτια του για τις αλλεργίες που έχει όπως η Brittany, ενώ έχει καλύψει την μέση του και κάτω με το σεντόνι μου. Εγώ από την άλλη ξεκουράζομαι ανάσκελα ολόγυμνη στο κρεβάτι, κοιτώντας τα αστεράκια στο ταβάνι μου με τεράστιο ενδιαφέρον, το δάχτυλο μου να μπερδεύεται ναζιάρικα σε μια τούφα μαλλιών μου.
Φέρνω το άλλο χέρι μου στο μαλλί του και αρχίζω να το χαϊδεύω, να το πειράζω και να απολαμβάνω πόσο απαλό είναι. Εκείνος φέρνει το μικρό μπουκαλάκι στο άλλο του μάτι και κοιτάει επάνω το ταβάνι για να ρίξει την σωστή δόση. Περιττό να πω ότι τελικά η νέα στάση ήταν ό,τι καλύτερο και-όπως είπε-με έκανε να φτάσω σε οργασμό πολύ πιο γρήγορα από τις άλλες φορές, να εξασθενήσω αμέσως με εκείνον ύστερα απλά να ρίχνει το σώμα του κάτω.
«Αλήθεια, που τις ξέρεις όλες αυτές τις στάσεις;» τον ρωτάω και του ρίχνω τα μάτια καθώς ανοιγοκλείνει τα δικά του να πάει το υγρό παντού.
«Εμπειρία», απαντά μονολεκτικά και βγάζω το χέρι μου από τα πλέον ανακατεμένα μαλλιά του, ξεφυσώντας αργά.
Καθόμαστε έτσι σιωπηλοί, ο Alex ανέκφραστος και τσαντισμένος από τότε στην καφετέρια. Δεν τον είδα για κάμποσες ώρες και όταν τον βρήκα την δεύτερη ώρα μετά το διάλλειμα, καθόταν σε ένα παγκάκι έξω, οι αγκώνες στα μπούτια του, το κεφάλι στηριγμένο στα χέρια του, ενώ είχε εστιάσει το βλέμμα του κάτω. Δεν τον πλησίασα γιατί ήμουν στον τρίτο όροφο και ήδη είχε χτυπήσει το κουδούνι για να μπούμε στο μάθημα Χημείας.
Δεν με ξάφνιασε που δεν τον είδα καθόλου για το επόμενο της ημέρας. Η Brittany πήρε άδεια και επέστρεψε σπίτι, χωρίς να μου πει λέξη παραπάνω. Ούτε στα μηνύματα μού απαντάει, ούτε όταν την πήρα τηλέφωνο. Ρώτησα τον Alex όταν ήρθε να με βρει μετά το τέλος του σχολείου και είπε πως απλά πήγε να ξεκουραστεί. Αποφάσισα να πάω να την βρω αλλά ο Alex προφανώς είχε άλλες ορέξεις.
Όχι ότι με χάλασε βέβαια μετά από τον καβγά μας-ο Θεός να τον κάνει.
Ο Alex σηκώνεται από την θέση του τραβώντας την προσοχή μου. Τον ακολουθώ με τα μάτια μου και παίρνω μια βαθιά ανάσα όταν αρχίζει να φοράει τα ρούχα του, τα οποία είχε παρατήσει στην καρέκλα του γραφείου μου. Ξετυλίγει το σεντόνι από πάνω του και το ρίχνει στο κρεβάτι μου, ακόμη σιωπηλός και ανέκφραστος. Η έντονη μυρωδιά του στο λευκό ύφασμα κάνει το σώμα μου να γαργαληθεί λες και με αγγίζει ο ίδιος.
Σηκώνομαι να κάτσω στο κρεβάτι και καλύπτομαι με το σεντόνι, ο Alex ήδη να κουμπώνει το κοντομάνικο πουκάμισο του που φορούσε και στο σχολείο. Δαγκώνω το κάτω χείλος μου ενώ τον τσεκάρω, τα μαλλιά μου να φτάνουν ακατάστατα και κατσαρά στους ώμους μου. Δεν πέφτουν ποτέ τα μάτια του πάνω μου και δεν καταλαβαίνω ότι τον κοιτάω λίγο απελπισμένα για ένα χάδι του, το οποίο δεν έχει ανταποδώσει ούτε από την στιγμή που βρεθήκαμε, ούτε στο σεξ.
«Alex», μουρμουρίζω ναζιάρικα και τινάζω το κάτω χείλος μου. «Τι έχεις;»
Στέκεται στο πλάι, τα δικά του μαλλιά πεσμένα στο μέτωπο, το πρόσωπο του να δείχνει τέλειο παρόλο που φοράει το ρολόι του χωρίς να δείξει κανένα συναίσθημα. Αφού πάρει μια βαθιά ανάσα, γυρνάει να με δει με ένα ζορισμένο χαμόγελο, η καρδιά μου να φτερουγίζει έξω από το στήθος μου. Δεν θέλω να δείξω πόσο σκεφτική είμαι για το τι του συμβαίνει, εφόσον είναι τόσο σιωπηλός, το μυαλό του να ταξιδεύει αλλού ακόμη και όταν κάναμε σεξ.
«Συγγνώμη, απλά σκέφτομαι κάτι», αναστενάζει και ακουμπά τα χέρια στο γραφείο μου.
«Έλα εδώ», προτείνω χαρωπά και τυλίγω το σεντόνι καλύτερα γύρω από το σώμα μου να το καλύψω, όχι ότι τον ντρέπομαι με τόσα που μου έχει κάνει.
«Πρέπει να φύγω», διαμαρτύρεται, ανοιγοκλείνοντας τα μάτια του κουρασμένα. «Έχω να πάω να δω και την Brittany, να σιγουρευτώ ότι είναι καλά».
«Κατάλαβα», μαζεύομαι στην θέση μου και κατεβάζω το κεφάλι για να μην τον δω.
Αυτό. Αυτό ακριβώς είναι το συναίσθημα που απεχθάνομαι σε ό,τι συμβαίνει μεταξύ μας. Η εκμετάλλευση. Όταν δεν οριστικοποιεί την σχέση μεταξύ μας, αλλά για το σεξ είναι πάντα πρόθυμος. Κρατάει μούτρα και είναι σχεδόν πάντα ανέκφραστος από την στιγμή που βρεθήκαμε, δεν μου λέει τίποτα για την φωτογραφία ή έστω τι τον πείραξε και πιστεύει ύστερα ότι εγώ θα νιώθω υπέροχα δίπλα του μόνο επειδή η νέα στάση έφτανε στον Θεό όσον αφορά την ηδονή.
Ήξερα που έμπλεκα όταν εκείνη την ημέρα στο σχολείο, τον κλείδωσα στις τουαλέτες και αποφάσισα να τον προκαλέσω. Βέβαια δεν ήξερα τότε, έτσι που τον έβλεπα πάντα σοβαρό, ότι σχεδόν ένα μήνα μετά θα μου είχε γυμνάσει το σώμα περισσότερο από ότι έχω κάνει εγώ στον εαυτό μου. Δηλαδή ευτυχώς που έχουμε σκαλιά στο σπίτι να ανεβοκατεβαίνω γιατί ποιος ξέρει σε τι κατάσταση θα ήμουν.
«Θες να έρθεις κι εσύ;» ρωτάει και χωρίς να το καταλάβω αφού είχα βυθιστεί στις σκέψεις μου, λυγίζει μπροστά, ακουμπώντας τα χείλη του στα δικά μου. «Καλά είμαι. Μην γίνεσαι τόσο σκεφτική».
Του χαρίζω ένα ευδιάθετο χαμόγελο, αυτός να απομακρύνει τα μαλλιά από το πρόσωπο μου. Κάνει το ίδιο, βέβαια πιο ζορισμένα, και ενώνει τα χείλη μας άλλη μια φορά. Φροντίζω να είμαι πιο απαιτητική, το σεντόνι να πέφτει από τα χέρια μου καθώς εκείνα έρχονται στο πρόσωπο του και τον τραβάω λίγο πιο κοντά μου. Όσο και να θέλω να το συνεχίσω, εκείνος αποτραβιέται και στέκεται να με κοιτάζει με ένα βλέμμα που θυμίζει υποτιμητικό.
«Καλύτερα να ντυθείς να πηγαίνουμε», προτείνει καθαρίζοντας τον λαιμό του σαν να τον έφερα σε δύσκολη θέση που προσπάθησα να το ξαναπάω παραπέρα. «Θα σε περιμένω κάτω».
Αρπάζει τα πράγματα του από το γραφείο μου, αφού έχει φορέσει πρόχειρα τα παπούτσια του, και ανοίγει την πόρτα, βγαίνοντας έξω έτσι απλά. Κάθομαι για λίγο να πάρω μια βαθιά ανάσα και να σκεφτώ τι στο καλό κάνω. Βλέπω πως δεν είναι καλά, πως με το ζόρι με ανέχεται τριγύρω του μόνο για να μην πληγωθώ και εγώ του ζητάω και άλλον γύρο με το να τον πιέζω να με φιλήσει παθιασμένα. Αισθάνομαι άσχημα, αυτό αμέσως να κάνει το στομάχι μου να δεθεί κόμπος.
Σηκώνομαι από το κρεβάτι φορώντας το σουτιέν που είχα όλη μέρα και κοιτάω το φούτερ του Alex. Καλύτερα να του το δώσω πίσω. Φοράω εσώρουχο, ύστερα ένα σορτσάκι με μια λευκή μπλούζα και μια ζακέτα που βρίσκω στην ντουλάπα μου. Δεν κουράζομαι να καλύψω με make-up την πιπιλιά στον λαιμό ούτε το πρόσωπο μου, εφόσον η Brittany έχει τα χάλια της περισσότερο από μένα.
Κοιτάω τα μηνύματα μου και όπως πάντα, δεν έχω κανένα. Η Brittany ούτε που λέει να ασχοληθεί, ο Alex κλασσικά με τα «διαβάστηκε» του, ο Gavin που απλά μου έστειλε να με ρωτήσει από ποια πιτσαρία παραγγέλνουμε συνήθως, ο Nate να μου υπενθυμίζει να του ανοίξω το ντους. Ο μπαμπάς πάει κάτι μέρες που δεν έχει επικοινωνήσει μαζί μας εξαιτίας της δουλειάς. Άλλη μια φορά μένω με τον Alex να είναι η μοναδική παρέα μου και τα μούτρα του έχουν πέσει πιο κάτω από τον Διάολο.
Με το φούτερ του αγκαλιά, κατεβαίνω τα σκαλιά και τον βρίσκω να στέκεται λυγισμένος πίσω στο στήριγμα του καναπέ. Έχει σταυρώσει τα χέρια στο στήθος του, το βλέμμα του χαμένο κάπου απέναντι του. Είναι τρομαχτικά ανέκφραστος σαν να ξαναβλέπω τον Alex που γνώρισα την πρώτη μέρα που πάτησα πόδι στο σχολείο. Ποιος περίμενε ότι από εκείνο το κρυόκωλο αγόρι που προσπαθούσα να τραβήξω την προσοχή, θα έβρισκα μια ζεστή αγκαλιά και τόσο υπέροχα χάδια;
«Α, γεια σας», πετάγεται ο Nate ενώ κρατάει ένα πιάτο με την σούπα που ετοίμασε ο Hoselito όσο ήμουν στο σχολείο μάλλον.
Ο Alex παίρνει το φούτερ από τα χέρια μου και κάνει μεταβολή να φύγει. Τον κοιτάω ξαφνιασμένη από την απότομη κίνηση του, τα μάτια μου κολλημένα πάνω του καθώς ανοίγει την πόρτα και βγαίνει έξω. Ο αδελφός μου, που ένας Θεός ξέρει πότε ήρθε σπίτι, τι άκουσε και τι όχι, με πλησιάζει να σταθεί δίπλα μου, ενώ κοιτάει κι εκείνος τον Alex που απομακρύνεται σαν να καυγαδίσαμε μόλις.
«Δεν έχει τριαντάφυλλα σήμερα;» κοροϊδεύει ο Nate και στριφογυρίζω τα μάτια μου.
«Ηλίθιε», σχολιάζω κάτω από την ανάσα μου και μαζεύω τα παπούτσια μου από το πάτωμα, τα οποία παράτησα στο σαλόνι μόλις ήρθαμε με τον Alex.
«Ήταν δύσκολη μέρα στην δουλειά, ξέρεις. Λίγη αγάπη δεν θα μου έκανε κακό», παραπονιέται ο άλλος και κάθεται στον καναπέ, ανοίγοντας την τηλεόραση. «Που πας;»
«Στην Brittany. Κάτι συνέβη στο σχολείο και οι δυο τους είναι σαν παγοκολόνες ξαφνικά. Δεν ξέρω πλέον, βαρέθηκα να υποθέτω», διαμαρτύρομαι κουρασμένη και κάθομαι στην πολυθρόνα για να φορέσω τα παπούτσια. «Εσύ δεν τελείωσες νωρίς; Βασικά τι δουλεύεις, ούτως ή άλλως;»
«Σήμερα η καλή μάνατζερ αποφάσισε να μας αφήσει νωρίς γιατί έχουμε δουλέψει σκληρά», απαντά σαν να ήταν το μεγαλύτερο κατόρθωμα στην ζωή του, που ποιος ξέρει, και μπορεί να ήταν. «Τι σε νοιάζει, κουτσομπόλα; Εσύ πάρε παράδειγμα τον μεγάλο αδελφό σου που δουλεύει και προσπαθεί να ανεξαρτητοποιηθεί».
«Ο μόνος λόγος που θα σε έπαιρνα παράδειγμα, αδελφούλη, θα ήταν για να σε συγκρίνω με μια κατσίκα», σαρκάζομαι και μου ρίχνει ένα βλέμμα που φαίνεται ότι έχει προσβληθεί.
«Δεν σου έκανε καλό σεξ σήμερα;» αντιλέγει ο Nate και έτοιμη είμαι να του πετάξω το παπούτσι ή καλύτερα να του το βάλω στο στόμα να τελειώνω. «Τέλος πάντων, όσο και να κάνει τον χαζοχαρούμενο πρίγκιπα, εγώ ακόμη δεν τον εμπιστεύομαι. Να προσέχεις μαζί του».
«Ναι, ναι, βλάκα», ψιθυρίζω στριφογυρίζοντας τα μάτια μου ενοχλημένη.
Δεν ξέρω τι περισσότερο να κάνω μεταξύ των δυο για να είναι καλές οι σχέσεις τους. Ο Nate δεν θέλει καμιά ανάμειξη μαζί του γιατί πιστεύει έντονα ότι κάτι μας κρύβει, συγκεκριμένα εμένα, και μια φορά μεθυσμένος μετά από πάρτι του Jim, μου είπε μισοκοιμισμένος ότι ο Alex Henderson είναι μόνο άσχημα νέα με τα ψέματα του. Δεν μπορώ να σκεφτώ για ποιο πράγμα μιλούσε ή άμα έμαθε κάτι που πρέπει να γνωρίζω κι εγώ, όμως καλύτερα να το αποφεύγω. Άμα είναι να βγει κάτι στην φόρα, θα βγει μόνο του.
Πραγματικά έχω βαρεθεί να υποθέτω και να κάνω εκατό σενάρια για το τι μπορεί να συμβαίνει με την ζωή του Alex. Κουράστηκα να είμαι συνέχεια στην σκιά του και τώρα ειδικά το νιώθω τόσο έντονα παρόλο που μόλις το μεσημέρι κάναμε μια συζήτηση γι' αυτό. Η συμπεριφορά του όλη μέρα όμως δεν με βοηθάει να αισθάνομαι ότι κάτι άλλαξε προς το καλύτερο, αντιθέτως το χάσμα μεταξύ μας απλά μεγάλωσε.
«Φεύγω εγώ. Μπορεί να κοιμηθώ σπίτι της σήμερα, οπότε μην με περιμένεις», λέω και εκείνος απλά τινάζει το χέρι να με διώξει για να δει τα κουτσομπολιά στην τηλεόραση.
Με το τηλέφωνο στο χέρι, βγαίνω έξω και κλείνω την πόρτα πίσω μου. Ο Alex έχει ήδη μπει στο αυτοκίνητο και ξεκινήσει την μηχανή, οπότε βολεύομαι στην θέση του συνοδηγού όσο πιο γρήγορα μπορώ για να μην τον αφήσω να περιμένει κι άλλο. Δεν προλαβαίνω καν να βάλω την ζώνη μου και γκαζώνει, κάτι το οποίο με τρομάζει εφόσον δεν το συνηθίζει ποτέ του.
Αν και θέλω να πετάξω ένα ειρωνικό σχόλιο ή έστω να πω κάτι, προτιμώ να μείνω σιωπηλή στην θέση μου. Καταπίνω το σάλιο μου σαν να καταπίνω την κακία μου και του ρίχνω μόνο τα μάτια, ελπίζοντας ότι έτσι θα γυρίσει να με δει πόσο ενοχλημένη είμαι από τον απότομο τρόπο οδήγησης του. Σταματάει σε ένα φανάρι, ξεφυσώντας και σφίγγει το τιμόνι του, οι αρθρώσεις των δαχτύλων του να ασπρίζουν.
«Σοβαρά τώρα, είσαι καλά;» τον ρωτάω ανήμπορη να συγκρατηθώ άλλο και γυρνάει να δει, το σκοτεινό του βλέμμα να είναι πιο τρομαχτικό απ' ότι περίμενα.
«Ναι».
Αλλάζει ταχύτητες και πατάει γκάζι, όταν βλέπω πως τον καλεί κάποιος στο τηλέφωνο. Άθελα μου-η συνήθεια της κουτσομπόλας αυτό-διαβάζω «Μαμά» στην οθόνη και μόλις το κάνει κι εκείνος, στρίβει το αυτοκίνητο απότομα στην πλευρά του δρόμου, με μένα να τρομάζω ότι πάμε να τρακάρουμε την ταμπέλα μαζί με έναν κύριο που έχει βγάλει το Τσιουάουα του βόλτα.
«Περίμενε εδώ», με προστάζει ο Alex και μαζί με το τηλέφωνο στο χέρι του, βγαίνει έξω από το αυτοκίνητο.
«Ποτέ δεν θα τον ψυχολογήσω αυτόν τον άνθρωπο», σκέφτομαι φωναχτά.
Τον βλέπω από τον εσωτερικό καθρέπτη να στέκεται πίσω από το αυτοκίνητο και ανοίγω λίγο το παράθυρο μου μήπως και καταφέρω να ακούσω τίποτα που θα με βοηθήσει να καταλάβω τι σκατά τρέχει μαζί του και είναι τόσο απότομος. Ξέρω πως στην φωτογραφία με τα αγόρια του Brentwood κάτι είδαν που τους αναστάτωσε, αλλά δεν μας μίλησε ποτέ κανείς γι' αυτό. Ο Chris, που φαινόταν να ξέρει, απλά μας απέφευγε εμένα, τον Drake και τον Aaron για το υπόλοιπο της ημέρας.
Ακυρώσαμε και την προπόνηση εξαιτίας των άλλων τριών που έκαναν έτσι περίεργα.
«Ξέχνα το! Άμα τον δω μπροστά μου θα φροντίσω να τον πνίξω εφόσον δεν το έκανα όταν έπρεπε», φωνάζει ο Alex τσαντισμένος και παίζει να είναι πραγματικά η πρώτη φορά που τον ακούω έτσι. Συνήθως συγκρατεί τα νεύρα του και τα αποδίδει με ανέκφραστα βλέμματα ή ειρωνικά σχόλια που βέβαια ξεγλιστρούν με ήρεμο τόνο από τα χείλη του.
Κατεβάζει τον τόνο της φωνής του και οι λέξεις του γίνονται μουρμουρητά στον αέρα που δεν μπορώ να μεταφράσω. Κλείνω το παράθυρο χαϊδεύοντας το μέτωπο μου και παίρνοντας μια βαθιά ανάσα. Αισθάνομαι πρωταγωνίστρια μιας κακόγουστης ρομαντικής ταινίας με την οποία καταντάει ο Gavin να κλαίει στο τέλος. Όλα αυτά τα μυστήρια γύρω από τον Alex με κάνουν να αισθάνομαι ότι κάποια στιγμή θα πεταχτώ από την εικόνα, μόνο επειδή δεν καταλαβαίνω τι στο καλό συμβαίνει και είμαι πάντα στην απ' έξω.
Ξεφυσάω ενοχλημένη από τις σκέψεις μου και προσπαθώ να κάνω θετικές σκέψεις, μόνο επειδή το χρωστάω στον εαυτό μου και τον Alex, που δώσαμε μια ευκαιρία σε όλο αυτό μεταξύ μας. Την στιγμή που ζορίζω ένα χαμόγελο στον αέρα, ο Alex μπαίνει μέσα στο αυτοκίνητο και παρατάει το τηλέφωνο του πίσω στην θέση του. Στέκεται για λίγο να ηρεμήσει με τα χέρια στο τιμόνι και δεν ξέρω τι να πω πλέον.
«Συγγνώμη. Πολλά συμβαίνουν», σπάει την σιωπή ο Alex και δεν γυρνάει καν να με δει, η φωνή του ρομποτική και λίγο απότομη.
«Το βλέπω», μουρμουρίζω με έναν ελάχιστο ειρωνικό τόνο στα λόγια μου, όταν προφανέστατα κάνει σαν υστερικός τόσες ώρες τώρα. «Θες να μιλήσεις γι' αυτό;»
«Όχι», απαντά και συνεχίζει να οδηγά, αυτή την φορά πιο φυσιολογικά και όχι σαν να βρισκόμαστε σε ταινία με αγωνιστικά, με το βανάκι των μπράβων του να μας ακολουθεί ακόμη. «Μπορείς να μου υποσχεθείς κάτι;»
Η ερώτηση του μου έρχεται κάπως απότομα σε σχέση με την απάντηση που έδωσε, γι' αυτό καθαρίζω τον λαιμό μου και μαζεύω το σώμα μου με αμηχανία λίγο πιο πέρα.
«Ό,τι και να συμβεί, δεν θέλω να ανταλλάξεις λέξη με τα αγόρια του Brentwood. Ούτε έναν από αυτούς», με προλαβαίνει πριν απαντήσω και αρχίζω να φρικάρω λίγο.
«Υπάρχει κάποιος λόγος που μου το ζητάς αυτό;» ρωτάω ήρεμη, παρόλο που συγκρατιέμαι να μην του πω ότι δεν είναι καν το αγόρι μου να με βάζει να υπόσχομαι κάτι τέτοιο σε εκείνον.
Όσο και να προσπαθώ να το αποφύγω, η συμπεριφορά του με κουράζει. Να που είναι πάλι να ζητάει κάτι από μένα και μόλις κάνω το ίδιο με το να του ζητάω να ξεκαθαρίσει την σχέση μεταξύ μας, αυτός ενοχλείται, τσαντίζεται-όχι όπως πριν ευτυχώς-και προσπαθεί να το αποφύγει σαν να εξαρτιέται όλη η ζωή του από αυτή την απόφαση.
«Τέλος πάντων», μουρμουρίζω και κοιτάω έξω από το παράθυρο βαριεστημένα.
Σκέφτομαι τα λόγια του αδελφού μου. Δεν θέλω να το παραδέχομαι όταν έχει δίκιο, όμως για κάποιον λόγο με κάνει να αρχίζω να αμφιβάλλω κι εγώ την ειλικρίνεια και εμπιστοσύνη που μου δείχνει ο Alex. Μόλις έκανε ολόκληρη σκηνή μπροστά μου και δεν έχω ιδέα προς τι ήταν όλο αυτό. Βασικά εδώ δεν με αφήνει να ανακαλύψω το σώμα του σε καμιά περίπτωση, κάτι το οποίο όχι μόνο θέλω να κάνω, αλλά πεθαίνω εφόσον ξέρω τι προσόντα έχει.
Το χέρι του στο μπούτι μου κάνει τις σκέψεις μου να γίνουν εντονότερες από πριν, όσο σκέφτομαι να εξερευνώ καλύτερα τα προσόντα του, με τα δάχτυλα μου παντού πάνω του. Όταν σηκώνω τα μάτια για να τον δω στα δικά του, μου χαρίζει ένα χαμόγελο που με κάνει να θέλω να τον βάλω κάτω, εδώ μέσα στο αυτοκίνητο. Αμφιβάλλω ότι θα χωρέσουμε με αυτόν να είναι τόσο ψηλός, γι' αυτό αρκούμαι με αυτά που κάναμε στο σπίτι μου προηγουμένως.
«Συγγνώμη, Angel», λέει πονηρά και σηκώνει το χέρι επικίνδυνα πολύ κοντά στην περιοχή μου. «Θα επανορθώσω, ναι;»
«Έτσι λες πάντα», τον πειράζω και βγάζω το χέρι του από πάνω μου, πριν του ορμήσω ξανά, έχει, δεν έχει νεύρα.
«Κι όμως το κάνω».
Γαμώτο του, έχει δίκιο. Πάντα επανορθώνει με κάτι χαριτωμένο ή απλά σεξ, κάνοντας με ύστερα να μαλακώσω μαζί του. Αρκεί ένα χάδι του, ένα φιλί παθιασμένο και διάρκειας να με κάνει να υποκύψω σε εκείνον, να τον ερωτευτώ άλλο λίγο με το πόσο με φροντίζει. Το μόνο εμπόδιο σε όλο αυτό είναι η σχέση που αποφεύγει να κάνει με μένα. Είναι ένας φαύλος κύκλος, η αλήθεια είναι. Ξεκινάει από εκείνο το πρόβλημα, γίνονται τόσα, ξεχνιέται και στο τέλος πάντα εκεί καταλήγουμε.
Κοιτάω έξω από το παράθυρο τον ωραίο απογευματινό ουρανό και αισθάνομαι ότι θέλω να φύγω μακριά από όλα. Με τις εξετάσεις να πλησιάζουν, η αποφοίτηση να απέχει έναν μήνα, το θεατρικό να πρέπει να ανέβει σε δυο εβδομάδες, το χαρτί με την απάντηση του ερωτηματολόγιου που με έπεισε ο Alex να κάνω να με περιμένει στο συρτάρι του γραφείου, νιώθω ότι όλα θα αλλάξουν. Μάλλον όντως η ζωή μου θα πάρει μια τροπή σύντομα και δεν ξέρω άμα ενθουσιάζομαι ή στεναχωριέμαι.
Θα είναι ο Alex μαζί μου;
Φέρνω το χέρι μου στο δικό του ενώ αλλάζει ταχύτητα και φαίνεται να τον ξαφνιάζει λίγο αφού μόλις πριν κάτι λεπτά του το έβγαλα από πάνω μου. Με τον αντίχειρα του με χαϊδεύει και αυτό κάνει την καρδιά να φτερουγίσει από το στήθος μου άλλη μια φορά. Δεν ξέρω που θα με βγάλει όλο αυτό μαζί του, αλλά ελπίζω τουλάχιστον να λειτουργήσει, να ωριμάσουμε με αυτό.
Η διαδρομή συνεχίζεται σιωπηλά με μένα να σκέφτομαι, παράλληλα να αγχώνομαι λίγο για το τι με περιμένει. Βαθιά μέσα μου φοβάμαι, αλλά προσπαθώ να το ζω όσο πιο πολύ μπορώ με το να περνάω καλά με τον Alex, να βγαίνω με τον αδελφό μου όσο μου το επιτρέπει και να βαριέμαι παρέα με την Brittany, η οποία δεν το βουλώνει ποτέ. Δεν ξέρω που σκατά τα βρίσκει όλα αυτά τα θέματα για συζήτηση.
Μόλις φτάνουμε στο σπίτι της, ο Alex παρκάρει δίπλα στα υπόλοιπα αυτοκίνητα. Σε σχέση με το σπίτι του, η Brittany ζει σε παλάτι. Την πρώτη φορά που είχα έρθει, έμεινα μαλάκας, με το σαγόνι να σέρνεται κυριολεκτικά μέχρι το δωμάτιο της. Είναι τόσο μεγάλο που χρειάστηκε ένα σαραντάλεπτο για να με ξεναγήσει σε όλο και να μου μάθει κάθε σκοτεινή γωνία. Δεν ξέρω γιατί νόμιζε ότι ήθελα να το ξέρω, αλλά δεν της χάλασα χατίρι γιατί είχα τα κέφια μου που μόλις κοιμήθηκα πρώτη φορά με τον Alex.
Ακολουθώ τον Alex από πίσω, ο οποίος φαίνεται χαλαρός. Ποιος ξέρει πόσες φορές έχει ανεβοκατέβει αυτά τα σκαλιά της εισόδου, πόσες άλλες έχει μπαινοβγεί από την πόρτα. Εγώ δυστυχώς από τους γονείς μου δεν έχω ξαδέρφια γιατί ο πατέρας μου είναι μοναχοπαίδι, ενώ η αδελφή της μαμάς μου δεν κρατάει καθόλου επαφές με την οικογένεια μας, οπότε δεν μπορώ να ξέρω αν έχει οικογένεια ή όχι. Βλέποντας τον Alex με την Brit και την σχέση που έχουν μεταξύ τους, πάντα αναρωτιόμουν πως θα ήταν να είχα κι εγώ ένα άτομο έτσι. Πέρα από τον αδελφό μου και τους φίλους του, ειλικρινά δεν είχα κανέναν.
«Καλησπέρα, κύριε Alex», τον χαιρετάει μια από τις κυρίες που προσέχουν το σπίτι. «Υποθέτω πως ήρθατε να δείτε την δεσποινίδα Brittany. Βρίσκεται στο δωμάτιο της άκεφη από τότε που επέστρεψε από το σχολείο».
«Έφερα την Angel να της κάνει παρέα», απαντά ο Alex και με σπρώχνει μπροστά και κοντά του, εφόσον για κάποιον λόγο αισθανόμουν ότι με έβαλε παράνομα στο σπίτι και είχα κουλουριαστεί τελείως.
«Α, δεσποινίδα Angel, δεν σας είδα, ζητώ συγγνώμη», γελάει όλο ευγένεια εκείνη και ξεχνάω το όνομα της που μου είχε πει την προηγούμενη φορά. «Πηγαίνετε πάνω και θα σας φέρω το απογευματινό τσάι με κέικ της δεσποινίδας Brittany να δοκιμάσετε».
Φεύγει από κοντά μας με ένα χαμόγελο ως τα αυτιά, το μικροκαμωμένο σώμα της να κουνιέται σαν να είναι μαμά χήνα. Ανταλλάσω ένα σύντομο βλέμμα με τον Alex και ανεβαίνουμε τα σκαλιά σιωπηλοί. Δεν θέλω να σχολιάσω τα λόγια του και ότι με έφερε εδώ μόνο για να με ξεφορτωθεί στην ξαδέλφη του που περνάει εφηβική κατάθλιψη λίγες εβδομάδες πριν την αποφοίτηση της. Με ενόχλησε ο τόνος του, ναι, αλλά μόνο για σήμερα θα του το συγχωρέσω.
Είπα να δώσω μια ευκαιρία και κάνω υπομονή.
«Έχεις δουλέψει καθόλου το θεατρικό;» ρωτάει ξαφνικά ο Alex και ξαφνιάζομαι που το ρωτάει.
«Το δέντρο κάνω, κύριε αδερφέ της Αντιγόνης», απαντάω όλο ειρωνεία.
Η αλήθεια είναι πως όντως κάνω το δέντρο. Ζήτησα από τα παιδιά της ομάδας να μην μου δώσουν απαιτητικούς ρόλους ή με πολλά λόγια γιατί βαριέμαι να ασχοληθώ. Σε κάποια στιγμή θα κάνω το δέντρο και ύστερα θα βοηθάω με τις αλλαγές των σκηνικών. Δεν έχω δώσει ούτε λίγο σημασία σε αυτό το μάθημα, αλλά έμαθα πως η Mia θα κάνει την Αντιγόνη και ο Alex τον χαμένο αδελφό της που θέλει να θάψει.
Και βέβαια, η πριγκίπισσα Mia. Σιγά που θα έχανε την ευκαιρία.
Πάντως δεν με ενδιαφέρει καθόλου να αφιερώσω τον χρόνο μου ή έστω τα εγκεφαλικά μου κύτταρα σε αυτήν την μπούρδα. Δεν ξέρω γιατί όταν έδωσε τις επιλογές μαθημάτων ο πατέρας μου στον Adam, έβαλε και την Θεατρική Αγωγή. Ξέρει πως χρόνια μισώ να βρίσκομαι στην σκηνή ή μπροστά στον κόσμο. Μια φορά στο δημοτικό είχα αρχίσει να κλωτσάω το αγόρι με το οποίο συμπρωταγωνιστούσα επειδή με τσάντιζε που έκλαιγε από το άγχος.
Από τότε πήρα τον κατήφορο.
Τέλος πάντων, είπα να μην κάνω σκηνή γι' αυτό, εφόσον είναι τελευταία χρονιά, τελευταίο εξάμηνο, τελευταία φορά που θα βρίσκομαι στο σχολείο. Αφού συμφωνήσαμε όλοι σαν ομάδα εγώ να βρίσκομαι στην σκηνή μόνο μια στιγμή γιατί οφείλεται να το έκαναν όλοι έστω για δυο δεύτερα, και ύστερα να κάνω το δέντρο, δεν με ενδιαφέρει τίποτα παραπάνω.
«Χαζός ρόλος», σχολιάζει ο Alex κάτω από την ανάσα του και δεν φαίνεται ούτε λίγο ευχαριστημένος που θα κάνει τον νεκρό για όλο το θεατρικό, η Mia να τον πασαλείβει κάποια στιγμή με χώμα.
«Μπορώ να σε σκοτώσω, άμα θες, για να φαίνεται πιο αληθοφανής. Σου τα έχω μαζεμένα, οπότε δεν με χαλάει», σαρκάζομαι και τον ακούω να γελάει πρώτη φορά αφού κάνει σαν υστερική έγκυο γυναίκα που ζήτησε τηγανητές πατάτες και της έφεραν φούρνου.
«Δεν σε συμφέρει και το ξέρεις», χάνεται το γέλιο του σταδιακά και σοβαρεύει απότομα.
Φτάνουμε έξω από την πόρτα της Brittany, μετά απ' ότι μου φάνηκε τρεις ώρες, και ο Alex την χτυπάει με τις αρθρώσεις των δαχτύλων του. Ακούμε ένα μουγκρητό και ποιος ξέρει τι Godzilla θα βρούμε εκεί μέσα. Την ανοίγει διστακτικά και την βρίσκουμε ξαπλωμένη στο κρεβάτι, η ροζ μάσκα στα μάτια της, το σατέν λευκό νυχτικό της να καλύπτει ίσα-ίσα το γεμάτο στήθος της-παραδόξως πιο γεμάτο από το δικό μου-που έχει πέσει στο πλάι με την στάση που έχει πάρει.
«Τι θες, Elli;» διαμαρτύρεται η Brittany και κάνει εμένα με τον Alex να κοιταχτούμε με ένα χαμόγελο.
«Σήκω, μωρή ψευτοκαταθλιπτική, επιτέλους. Σου στέλνω μηνύματα όλη μέρα και με γράφεις», παραπονιέμαι και την κάνω να σηκώσει αμέσως το κεφάλι, σηκώνοντας την μάσκα από τα μάτια της για να με δει.
«Angel;» ρωτάει ξαφνιασμένη και ύστερα γυρνάει το κεφάλι προς τον Alex, που μόλις βολεύεται στην καρέκλα του γραφείου της. «Alex; Τι κάνετε εδώ;»
«Δεν απαντάς στο κινητό. Ανησυχήσαμε», απαντώ και κάθομαι στο κρεβάτι δίπλα της.
Τα σπυριά της έχουν φύγει και έχουν μείνει απλά κοκκινίλες, οι οποίες φαίνεται να ηρεμούν. Έχει ξεπρηστεί, επιστρέφοντας στο κανονικό της μέγεθος και χαίρομαι που την βλέπω καλύτερα από νωρίτερα σήμερα. Βγάζει την μάσκα τελείως και κάθεται στο κρεβάτι, το πάπλωμα να καλύπτει τα πόδια της. Τα μαλλιά της είναι ξεδεμένα και καλύπτουν την πλάτη της, τόσο μακριά που είναι και όμορφα.
«Ξεκουράζομαι», μουρμουρίζει και μπορώ να πω ότι είναι ψέμα, γιατί κοιτάει τον Alex με νόημα, ο οποίος ήδη έχει προλάβει να βυθιστεί στις σκέψεις του. «Εσείς πού ήσασταν; Νωρίς με θυμηθήκατε».
«Δεν θες να ξέρεις τι κάναμε», της κλείνω το μάτι και αηδιασμένη πέφτει πίσω στο κρεβάτι.
Οι δυο τους παραμένουν σιωπηλοί και απλά κοιτιούνται που και που. Αρχίζω να αισθάνομαι ότι προσπαθούν να κάνουν μια συζήτηση τηλεπαθητική, εγώ να βρίσκομαι στην απ' έξω γιατί δεν έχω ιδέα τι σκατά γίνεται. Επίτηδες παίρνω μια βαθιά ανάσα και ξεφυσάω με θόρυβο, αλλά και πάλι τίποτα, εκείνοι μένουν βυθισμένοι στον κόσμο τους.
«Θέλω να κατουρήσω», σκέφτομαι φωναχτά, επιλέγοντας έτσι να τους δώσω λίγο χρόνο να μιλήσουν· προφανώς και το χρειάζονται. «Θύμισε μου που είναι πάλι η τουαλέτα».
«Μόλις βγεις, όλο δεξιά. Αφού περάσεις τις σκάλες, δεύτερη πόρτα δεξιά», απαντά η Brittany και ακουμπά το χέρι στο μέτωπο της κουρασμένα.
«Ευχαριστώ, Barney».
Σηκώνομαι από το κρεβάτι της, τα μάτια μου στον Alex που κοιτάει έξω από το παράθυρο πλέον. Αισθάνομαι πολύ άσχημα που με κρατάνε στην απ' έξω, αλλά δεν μπορώ να τους πιέσω κιόλας να μου πουν τι τρέχει. Ξέρω πως έχει να κάνει με το αντίπαλο σχολείο πάντως, ένα από εκείνα τα αγόρια να έχει κάποιου είδους σύνδεσης μαζί τους απ' το παρελθόν.
Βγαίνω από το δωμάτιο της Brittany, κλείνοντας την πόρτα πίσω μου. Σέρνω τα πόδια μου κυριολεκτικά στον διάδρομο που θυμίζει γήπεδο για στίβο και αναστενάζω κουρασμένα που πρέπει να το περπατήσω όλο αυτό μόνο για να κατουρήσω. Δεν είναι ότι θέλω να πάω κιόλας, απλά δεν άντεχα το κλίμα που επικρατούσε, με αυτούς τους δυο να προσπαθούν να μιλήσουν με τα βλέμματα τους μονίμως.
Αισθάνομαι ότι ανακατεύομαι ξαφνικά, κάτι που συμβαίνει από προχθές το βράδυ. Θέλω να ξεράσω, το κεφάλι μου με πονάει και απλά ξαπλώνω στο κρεβάτι ζαλισμένη με την ελπίδα ότι έτσι θα μου περάσει. Περιμένω να μου έρθουν οι μέρες μου πάλι μέσα στην εβδομάδα οπότε δεν δίνω και τόση έμφαση, γιατί μάλλον εκείνα ευθύνονται. Δεν το παθαίνω συχνά, αλλά και ο καιρός με τόσο ήλιο και ζεστό αεράκι με έχει βαρέσει στο κεφάλι.
Σκέφτομαι τον Alex για πολλοστή φορά και αισθάνομαι πολύ κουρασμένη με ό,τι συμβαίνει τελευταία. Μόλις λύσαμε ένα πρόβλημα που μας "τρώει" μια εβδομάδα τώρα, βγαίνει αυτό με τα αγόρια του Brentwood και καταστρέφει την διάθεση του Alex. Μου αρέσει όταν είναι ευδιάθετος και πειράζει τον αδελφό μου με διάφορους τρόπους, ύστερα μου αφήνει φιλάκια στο μάγουλο ή πετάει σεξουαλικά υπονοούμενα. Τώρα είναι σαν να μιλάω σε έναν τοίχο, τα βλέμματα του να έχουν σκοτεινιάσει τόσο που είναι και τρομαχτικό να το κάνω κι αυτό.
Βγάζω το τηλέφωνο από την τσέπη μου και ανοίγω την αναζήτηση. Στο ιστορικό βρίσκω τα αγόρια του Brentwood και κοιτάω την φωτογραφία ξανά, μήπως και δω κάτι που μου έχει ξεφύγει πιο πριν. Τίποτα δεν είναι περίεργο, ούτε κάποιος δεν ξεχωρίζει περισσότερο από τον άλλον. Στα μάτια μου βέβαια, ο ξανθούλης κάνει μια διαφορά, το χαμόγελο του να γίνεται όσο και πιο γοητευτικό κάθε φορά που το βλέπω.
Συνεχίζω να περπατώ στον διάδρομο, όταν ακούω κεραμικά να τρίβονται μεταξύ τους. Σηκώνω το βλέμμα μου και παρατηρώ την Elli, την κυρία από πριν, να κρατά έναν δίσκο με τρία φλιτζάνια τσάι, μια τσαγιέρα που βγάζει καπνό από την ζέστη και ένα πιάτο κέικ το οποίο τρυπάει τα ρουθούνια μου αμέσως. Η έντονη μυρωδιά του πορτοκαλιού κάνει τα σάλια μου να γλιστρήσουν χειρότερα απ' όταν βλέπω τον Alex να βγάζει την μπλούζα του μετά από την προπόνηση.
«Που πας, κορίτσι μου;» με ρωτάει εκείνη, το χαμόγελο της να είναι στολίδι στο ελαφρώς ρυτιδιασμένο πρόσωπο της.
«Τουαλέτα», απαντώ και την προσπερνώ με βαριά καρδιά, εφόσον θέλω να πέσω με τα μούτρα στο κέικ της.
Ρίχνω τα μάτια πίσω στο τηλέφωνο και ξεφυσάω ξανά, προσπαθώντας να βγάλω αυτό το βάρος από το στήθος μου που δεν μπορώ να καταλάβω τι τρέχει. Σβήνω το καρτελάκι και βάζω το κινητό πίσω στην τσέπη της ζακέτας μου, το στομάχι μου αμέσως να ανακατεύεται και με το ζόρι να συγκρατιέμαι να μην ξεράσω στο χαλί που μάλλον είναι πιο ακριβό και από την ύπαρξη μου.
Ελπίζω απλά να μην βγω το κορόιδο της κατάστασης που κάνω υπομονή.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top