•Ένας ανώμαλος λιγότερος σε αυτόν τον πλανήτη•
Κοιτάω δεξιά-αριστερά. Δεν βλέπω κίνηση στον διάδρομο και ανακουφίζομαι. Ξεφυσάω και ξεκινώ να περπατώ χαλαρή για να τον διασχίσω. Ακούω έναν μικρό θόρυβο πίσω μου και κολλάω την πλάτη στον τοίχο ακριβώς δίπλα από ένα βάζο που έχουμε το ίδιο ύψος. Δεν είμαι τόσο κοντή, αλλά εντάξει, προσβάλλομαι λίγο. Ο Jim κρατά στην αγκαλιά του την Kristina και της δίνει ένα φιλί στον λαιμό παιχνιδιάρικα. Με χαιρετάνε και ανταποδίδω με ένα αμήχανο χαμόγελο, προσπαθώντας να μην φανώ σαν ηλίθια με αυτά που κάνω.
Να αποφεύγω πλήρως τον Alex Henderson είναι απίθανο. Είναι τόσο δύσκολο που αισθάνομαι ότι περνάω κάποια δοκιμασία να γίνω φρουρός του κι εγώ. Πέρα του ότι δεν του ξεφεύγει ούτε η μύγα που πετάει γύρω του, πρέπει να παριστάνω κιόλας ότι δεν με έχει δει, φαίνομαι που φαίνομαι ηλίθια. Γλιστράω εδώ και 'κει, αποφεύγω το άγγιγμα του, τα μάτια του, τον ίδιο τον Alex σαν να είναι κάποια δεξαμενή με τοξικό περιεχόμενο.
Παίρνω μια βαθιά ανάσα και κοιτάω το βάζο δίπλα μου ενοχλημένη. Δεν είναι δίκαιο να έχουμε το ίδιο ύψος. Φεύγω από 'κει πριν το σπρώξω κατά λάθος και έχω τρεχάματα με τον Nate να μου φωνάζει που χρέωσαν το προεδρόπαιδο.
Χασμουριέμαι κουρασμένη και χαίρομαι που επιτέλους ξέφυγα από τον Alex. Δεν έχω ιδέα που είναι και τι κάνει. Τελευταία φορά τον είδα που κατέβηκε από το λεωφορείο με τον Lucas στο πλευρό του και κάτι συζητάγανε, ο Alex πολύ πεσμένος σε διάθεση. Του καταστρέφεται κάθε φορά που βάζω τα χέρια στα αυτιά και φεύγω τρέχοντας ή όταν παριστάνω πως δεν τον έχω δει, μόνο για να αρχίσω να τρέχω μακριά του ύστερα. Δεν καταλαβαίνει το λάθος του και κοντεύει να τρελαθεί.
Χαμογελάω σατανικά. Καλά να πάθει, ο παλιοσαδιστής. Τα ήθελε ο πισινός του να φτάσουμε σε αυτό το σημείο όταν απλά με χρησιμοποιούσε για την ικανοποίηση του. Νομίζει ότι θα ξέχναγα τόσο απλά ότι πήγε να δείξει το στήθος μου στον φρουρό του εχθές; Ή ότι ήξερε ότι είναι εκεί και δεν έκανε κίνηση να τον διώξει για να ήμασταν τελείως μόνοι; Σφίγγω την γροθιά μου τσαντισμένη, το πρόσωπο μου βέβαια να προδίδει πόσο στ' αλήθεια ντράπηκα. Με εξευτέλισε και το χαιρόταν.
Εγώ όμως δεν είμαι η κάθε γκόμενα. Κουνάω το κεφάλι καταφατικά, συμφωνώντας με τον εαυτό μου καθώς περπατάω στον διάδρομο αργά. Εγώ είμαι η Angel O'Connell. Είμαι δυναμική και δεν επιτρέπω σε κανέναν να με πατήσει ή να με φτύσει. Μόνο εγώ επιτρέπεται να το κάνω αυτό στους άλλους. Ο Alex Henderson δεν αποτελεί εξαίρεση. Θα τον πατήσω σαν κατσαρίδα, θα τον ζουλήξω μέχρι που να πέσει στα πόδια μου. Όταν το κάνει, μπορεί και να τον συγχωρέσω.
«Τι κάνεις εκεί;» με τρομάζει η φωνή του Nate πίσω μου, ενώ χαχάνιζα μόνη μου σατανικά καθώς έτριβα τα χέρια μου.
«Σε εσένα ερχόμουν», λέω και γυρνάω αμέσως να τον δω.
«Πέρασες το δωμάτιο μου, ξέρεις», ξεφυσάει εκείνος και σηκώνει τους ώμους του γελώντας ελαφρώς. «Που το έχεις το μυαλό σου, Angel;»
«Μην το ρωτάς», κλαίγομαι και τον πλησιάζω, που έχει ακουμπήσει το μπράτσο του στο πλάι της πόρτας, μέσα να βλέπω την φασαρία που επικρατεί εξαιτίας του Gavin και του Tyler που βλέπουν τηλεόραση ενώ τρώνε.
«Πάρε, αδελφούλα», μου δίνει ο Nate την τσάντα μου και του χαμογελώ. «Σίγουρα δεν θες να κάτσεις μαζί μας;»
«Όχι, όχι, έφαγα πάρα πολύ. Θα πάω να ξαπλώσω. Σε ευχαριστώ πάντως».
Με τον Alex να μην είναι πουθενά, μπορώ επιτέλους να κοιμηθώ στο δωμάτιο μου. Χθες μετά την βόλτα με το που ανέβηκα τα σκαλιά τον είδα να στέκεται λυγισμένος πίσω στον τοίχο, μάλλον να με περιμένει να έρθω για να με ρωτήσει τον λόγο που τον αποφεύγω. Περίμενα δέκα λεπτά με τους φρουρούς του Alex να με κοιτάνε ερωτηματικά σε κάποια φάση. Τα παράτησα και πήγα να κοιμηθώ στο δωμάτιο του Nate, έτσι να αποφεύγω τον άλλον μια και καλή.
Σήμερα ξαναπήγαμε βόλτα, όμως ευτυχώς ήταν ελεύθερο για όλους μας να πάμε όπου θέλουμε. Εγώ έσυρα τον Nate και την Brittany μαζί μου, ο ένας να γκρινιάζει, η άλλη να γουρλώνει τα μάτια όλο χαρά. Περίμενα να κάνω αρκετά ψώνια, να μην βάλω φρένο στις άσκοπες αγορές κάπως έτσι να βγάλω και το άχτι που έχω με τον Alex με αυτόν τον τρόπο, αλλά αντιθέτως δεν αγόρασα ούτε ένα βραχιόλι. Δεν μου άρεσε τίποτα. Παράταγα τα πάντα με ένα νεκρό βλέμμα και πήγαινα να κάτσω σε μια γωνία κακοδιάθετη.
Για να κρυφτώ από τον Alex που πήγαινε στον τρίτο πριν, ήρθα στο δωμάτιο του αδελφού μου με την δικαιολογία ότι θέλω να παίξουμε πέτρα-μολύβι-ψαλίδι-χαρτί. Το πίστεψε και ήμασταν για μια ώρα να κάνουμε ακριβώς αυτό, ο Tyler με τον Gavin να είναι οι θεατές μας. Νίκησε ο Nate γαμώτο. Έχει γίνει καλός σε αυτό. Τέλος πάντων, ξέχασα την τσάντα και ήρθα να την πάρω. Είχα κατέβει να φάω μια υπέροχη μακαρονάδα που δεν ντράπηκα να ζητήσω να μου βάλουν δεύτερο πιάτο, το μόνο κακό να είναι ότι με έπιασε νύστα αμέσως.
«Καλά, αδελφούλα, καληνύχτα. Υποθέτω θα τα πούμε αύριο», μουρμουρίζει ο Nate και την στιγμή που κάνει να κλείσει την πόρτα, το μετανιώνει και την ανοίγει πάλι. «Angel, να σου πω. Τι δώρο έχεις πάρει στον Alex;»
«Δώρο;» αναρωτιέμαι και ξαφνικά κεραυνός με βαράει στο κεφάλι. «Δ-Δ-Δώρο;!»
Είμαι ηλίθια. Ξέχασα ότι δεν ήρθαμε στην Ιταλία για διακοπές, αλλά για τα γενέθλια του Alex. Γυρνάω την πλάτη στον Nate για να μην με δει που πανικοβάλλομαι καθώς σκαλίζει την μύτη του πλήρως αδιάφορος. Δώρο; Τι δώρο; Ούτε που μου είχε περάσει από το μυαλό να του κάνω ένα. Είχα ξεχάσει ότι οι άνθρωποι τα κάνουν ακόμη αυτά. Τι μπορώ να πάρω όμως σε έναν άνθρωπο που τα έχει όλα; Τι στο καλό δεν έχει ο Alex που μπορώ να του δώσω εγώ και να χαρεί; Κατεβάζω το κεφάλι με σηκωμένο φρύδι. Όχι, όχι, το σώμα μου δεν είναι κάτι να το δώσω τόσο απλά.
«Εννοείται πως του έχω πάρει δώρο», χαμογελώ αυτάρεσκα και στρέφω το σώμα πάλι προς τον Nate που δεν πιστεύει λέξη από το στόμα μου με βάση το βλέμμα του όλο δυσπιστία. «Γιατί, εσύ του πήρες δώρο;»
«Ξεκάθαρα. Τι νόμιζες, ότι θα ερχόμουν χωρίς να μπω στον κόπο να ανταποδώσω;» ειρωνεύεται ο αδελφός μου και τα λόγια του έρχονται μαχαίρι στην καρδιά μου.
«Ακριβώς. Ωραία, χαίρομαι που του έχεις πάρει δώρο-»
«Ακόμη και ο Gavin του έχει ετοιμάσει ένα χαριτωμένο δωράκι», με διακόπτει ο Nate και αν συνεχίσει έτσι, τα μαχαίρια θα αφήσουν έναν τεράστιο κενό στο στήθος μου μέχρι που να πάω στο δωμάτιο. «Εσύ τι του πήρες;»
«Δεν το προδίδω. Θα δεις», γελάω τέρμα αμήχανη, ο ιδρώτας να κυλά στο μέτωπο μου.
«Πες βρε-»
«Πω, τι ώρα είναι αυτή; Καλύτερα να πηγαίνω, δεν λες;»
Διακόπτω επίτηδες τον Nate με το να παριστάνω ότι κοιτάω το ρολόι χειρός που δεν έχω. Χαχανίζω σαν την ηλίθια και αποφεύγω να τον κοιτάξω. Με το που του γυρνάω την πλάτη, ρίχνω τα ορθάνοιχτα μάτια μου στο πάτωμα. Τι θα κάνω, Θεέ μου; Ο Alex με κάλεσε εδώ, έριξε όλα αυτά τα λεφτά για να συμβεί αυτό και εγώ δεν του έχω πάρει ένα δώρο. Νιώθω τόσο ηλίθια που δεν μου πέρασε ούτε λίγο από το μυαλό. Και αν με ρωτήσει τι του έχω πάρει; Ωχ, όχι, δεν μπορώ να τον αγνοώ στα γενέθλια του, θα πρέπει να συναναστραφώ μαζί του.
Αν το παριστάνω άρρωστη και δεν κατέβω, θα καώ στην Κόλαση, έτσι;
Απασχολημένη με τις σκέψεις μου, δεν συνειδητοποιώ ότι κάποιος βγαίνει από την πόρτα και πέφτω ακριβώς πάνω του. Για λίγο μένω σαστισμένη, το πρόσωπο μου κολλημένο στον θώρακα του. Όταν όμως αρχίζω να αναγνωρίζω την κολόνια του, μοναδική και υπέροχη, άλλη σαν αυτήν να μην υπάρχει, όλο μου το σώμα τσιτώνεται. Κάνω πίσω με το χέρι στα χείλη μου. Με κοιτάει, τον κοιτάω. Ο Alex σταυρώνει τα χέρια στο στήθος του και μου σηκώνει το φρύδι, εμένα να μου φεύγει όλο το χρώμα από το πρόσωπο.
Μια στιγμή που έβγαλα το μυαλό μου απ' το να τον αποφεύγω, έπεσα πάνω του.
Δεν υπάρχει κάτι που μπορώ να κάνω. Κόλλησα στο σώμα του. Δεν γίνεται να παριστάνω ότι αυτό δεν έγινε ή ότι δεν ήταν ο Alex. Είναι απλοί τρόποι να του πω «συγγνώμη» ή κάτι παρόμοιο. Δαγκώνω το κάτω χείλος μου και όσο τον βλέπω να με κοιτάει κουρασμένος με αυτό το μικρό μας παιχνιδάκι, τόσο κάνω πίσω μαζεύοντας το σώμα μου. Γυρνάω να δω τον Nate και με βουρκωμένα μάτια από το άγχος, του γραπώνω την μπλούζα πάνω από το στήθος, το άλλο μου χέρι στα χείλη.
«Ο-Ο Alex είναι αυτός;» ψιθυρίζω πανικόβλητη και ο Nate ξύνει το κεφάλι του τέρμα μπερδεμένος.
«Μπορεί να είναι και το ολόγραμμα του, δεν ξέρω», σαρκάζεται ο αδελφός μου και λίγο που γυρνάω να τον δω που στέκεται ακόμη πίσω μου, φαίνεται τόσο τσαντισμένος που δεν του μιλάω.
Γλιστράω το σώμα μου πίσω από του Nate που έχει βγει να σταθεί κι εκείνος στον διάδρομο. Η καρδιά μου χτυπά σαν τρελή. Νιώθω τα νεύρα του Alex παρόλο που χρησιμοποιώ τον αδελφό μου ως ασπίδα. Θα πρέπει να τον έχει εξαντλήσει να προσπαθεί να με πλησιάζει και να μην καταλαβαίνει τον λόγο που αρχίζω να τρέχω μακριά του. Για εκείνον όλα ήταν μια χαρά μεταξύ μας εφόσον φτάσαμε στο σημείο να φιληθούμε, να του επιτρέψω να με αγγίξει. Ανατριχίλα...
«Τι τρέχει μεταξύ σας αλήθεια;» ρωτάει ο Nate και σφραγίζω τα χείλη τρομοκρατημένη.
«Δεν έχω ιδέα», απαντά ο Alex και από τον τρόπο που ξεφυσά ύστερα, καταλαβαίνω πόσο κουρασμένος είναι.
«Angel», πετάγεται ο αδελφός μου και με περιλούζει κρύος ιδρώτας. «Έχεις κάτι να πεις;»
Γυρνάω το σώμα μου αργά. Κρυμμένη ακόμη πίσω από την πλάτη του Nate, βγάζω το κεφάλι λίγο στο πλάι να δω τον Alex. Είναι ντυμένος στα μαύρα, στα μάτια του να βλέπω την θλίψη που του προκαλεί αυτή η απόσταση μεταξύ μας. Με κοιτά για λίγο κάπως απογοητευμένος και αφότου φέρει το χέρι στο μέτωπο του, γυρνάει την πλάτη και φεύγει. Μόλις βγήκε από το δωμάτιο του Lucas, οπότε υποθέτω ότι πάει στο δωμάτιο του τώρα, δυστυχώς να είναι ακριβώς απέναντι από το δικό μου. Γαμώτο του που μου χαλάει την βραδιά.
Σηκώνει το χέρι βαριεστημένα να μας αποχαιρετήσει και βάζει το άλλο χέρι στην τσέπη του μαύρου τζιν του. Πειράζει τα μαλλιά του για όσο περπατά αργά προς τα σκαλιά. Απομακρύνομαι από τον αδελφό μου και στέκομαι για λίγο στο πλευρό του ανήσυχη. Ελπίζω να μην προσπαθήσει να μου μιλήσει για όσο πάω στο δωμάτιο μου. Δεν θέλω να χρειαστεί να μοιραστώ ένα κρεβάτι με τον Nate, εφόσον χθες είχαμε μπουρδουκλωθεί τόσο χάλια που με βρήκα γυρισμένη ανάποδα και τον αδελφό μου να έχει βάλει τα πόδια του στην πλάτη μου.
«Ελπίζω όλα αυτά να είναι προετοιμασία για το δώρο του», πετάγεται ξαφνικά ο Nate να πει και μου χαρίζει ένα χαμόγελο το οποίο δεν μπορώ να ανταποδώσω.
«Δεν-»
Ο Nate μπαίνει στο δωμάτιο του και κλείνει την πόρτα πριν προλάβω να εξηγηθώ. Δεν δίνει καμία απολύτως δεκάρα. Είμαι σίγουρη ότι σε αυτόν τον πλανήτη, πέρα από εμένα, κανείς δεν νοιάζεται τι κάνω με τον Alex. Ακόμη και ο αδελφός μου τα έχει παρατήσει να προσπαθεί να καταλάβει τι στο καλό κάνω μαζί με τον πρώην μου. Κοιτάω την πλάτη του Alex και καταλαβαίνω ότι ξεφυσάει, από τον τρόπο που πέφτουν οι ώμοι του μπροστά. Ξεκινώ να τον ακολουθώ με την τσάντα μου αγκαλιά.
Δεν ξέρω τι φοβάμαι τόσο, η αλήθεια είναι. Φοβάμαι μην πληγωθώ; Μην τον πληγώσω; Μην γίνει κάποιο λάθος; Μην με βαρεθεί; Σφίγγω την τσάντα άλλο λίγο. Ξέρω πρώτο χέρι ότι με τον Alex Henderson δεν πρέπει να παίζω. Πρέπει να παίρνω τα παιχνίδια του στα σοβαρά, αλλιώς ή με περιμένει τιμωρία ή απλά η στιγμή που θα πληγωθώ δίχως γυρισμό. Δεν ξέρω αν είμαι πρόθυμη να ζήσω το δεύτερο, γιατί το πρώτο ξέρω ότι δυστυχώς θα μου αρέσει τρελά, το σώμα μου να το ζητάει όσο και να το μαλώνω να κάτσει φρόνιμα.
Τα μάγουλα μου κοκκινίζουν ντροπαλά όσο τον κάνω εικόνα να είναι από πάνω μου με αυτό του το γεροδεμένο σώμα. Σφίγγω την τσάντα τόσο που πραγματικά θα σκάσει σαν βόμβα στα χέρια μου. Το ήξερα ότι θα γινόταν αυτό αν τον άγγιζα έστω κατά λάθος. Δεν είναι φυσιολογικό που με επηρεάζει με αυτόν τον τρόπο, ακόμη κι όταν δεν προσπαθεί. Λίγο εισέπνευσα την κολόνια του και ήδη σκέφτομαι πως είναι το σεξ μαζί του. Γυρνάει το κεφάλι να δει πίσω του και αμέσως κρύβομαι δίπλα στο ίδιο βάζο, το βλέμμα του να νεκρώνει. Επιλέγει να με αγνοήσει, να ανέβει τα σκαλιά, με μένα να κάνω το ίδιο πίσω του, τηρώντας βέβαια μια απόσταση.
Αν το σεξ του στα 18 μας ήταν τέλειο, τώρα τι θα είναι; Δαγκώνω το κάτω χείλος μου. Ακόμη κι εγώ έχω εξελιχθεί σε εκείνο, έχω ψαχτεί και έχω πειραματιστεί με τον Thomas και τον Daniel σε σημείο που μπορώ να σταθώ περήφανη απέναντι στον Alex. Τον ξανακοιτάω. Ικανοποιείται ένας σαδιστής τόσο εύκολα όμως; Εδώ με έκανε να υποφέρω με τον Nate έξω από μια ξεκλείδωτη πόρτα, τι άλλο μπορεί να σκαρφιστεί ένας εγκέφαλος που λειτουργεί μόνο για να έχει το πάνω χέρι και να ευχαριστιέται τον πόνο που προκαλεί στους άλλους;
Έχω εξελιχθεί, μην κλάσω. Δεν υπάρχει περίπτωση να επιζήσω στα χέρια του.
Χαμένη στις σκέψεις μου και αγχωμένη από τις φαντασιώσεις μου όπου ο Alex με βάζει κάτω και μου κάνει τα δικά του μέχρι που δεν βλέπω μπροστά μου, δεν καταλαβαίνω ότι έχει σταματήσει στον διάδρομο του τρίτου ορόφου και με βρίσκω να πέφτω πάλι πάνω του με την τσάντα μου αγκαλιά. Κάνω κάμποσα βήματα πίσω, ο Alex να γυρνάει να με δει, απελπισμένος για την προσοχή μου, έστω να καταλάβει τον λόγο που κρατάω αυτή την στάση απέναντι του.
«Σε παρακαλώ, μίλα μου, Angel. Τι σου έκανα;» ρωτάει ο Alex και κοιτάω αλλού σφυρίζοντας, προσπαθώντας να τον αγνοήσω. «Μίλα μου».
Κάνω ακριβώς το αντίθετο. Σφραγίζω τα χείλη και προσπαθώ να τον προσπεράσω, αλλά μπαίνει συνέχεια μπροστά μου. Του σουφρώνω τα φρύδια, εκείνος να σηκώνει το δικό του. Οι κινήσεις του σώματος μου είναι πιο απότομες, αλλά τις προλαβαίνει όλες. Είναι πολύ γρήγορος. Εκεί που δεν το περιμένει, πέφτω στα τέσσερα και τον προσπερνώ μέσα από τα πόδια του.
Γελάω σατανικά που του ξέφυγα, όταν ξαφνικά το πρόσωπο μου τρακάρει σε κάτι. Κοιταζόμαστε με τον Alex τέρμα αμήχανα. Δεν είχα παρατηρήσει ότι είχε μπει μπροστά μου. Όλο το αίμα ανεβαίνει στο κεφάλι μου όταν καταλαβαίνω πως αυτό το κάτι ήταν το... το... το... του Alex. Μου παίρνει λίγα δεύτερα να το συνειδητοποιήσω, αμέσως να γλιστράω το σώμα πίσω τσιρίζοντας, η τσάντα στην αγκαλιά μου.
«Μην με-με πλησιάζεις, ανώμαλε!» φωνάζω, έτοιμη να εκραγώ από την ντροπή μου που το πρόσωπο μου βρήκε ακριβώς σε αυτό το σημείο του σώματος του.
«Ρε Angel, σε παρακαλώ, πες μου τι έκανα λάθος και σε στεναχώρησε», λέει εκείνος και το βλέπω ότι κατά βάθος χάρηκε με ό,τι έγινε.
Ανοίγω την τσάντα και αρχίζω να του πετάω ό,τι βρω μέσα, εκείνος να τα αποφεύγει όλα με γρήγορες κινήσεις σαν νίντζα. Τσαντίζομαι που δεν τον βρίσκει τίποτα. Κάνει να με πλησιάσει, εγώ να γλιστράω ακόμη πιο πίσω με βουρκωμένα μάτια, τρομοκρατημένη και τραυματισμένη που φιλήθηκα με αυτόν τον αδέξιο τρόπο με τον... τον... τον... του Alex.
«Μείνε μακριά μου», κλαίγομαι και αγκαλιάζω την τσάντα μου.
«Σε παρακαλώ», μουρμουρίζει και το βλέπω πόσο θλίβεται ξαφνικά, η καρδιά μου να ραγίζει με το πόσο πληγωμένος φαίνεται, «μίλα μου, Angel. Δεν θέλω να με αγνοείς».
Κάθομαι οκλαδόν να τον κοιτάξω για λίγο. Αρχίζω να στεναχωριέμαι, να νιώθω τύψεις που τον αποφεύγω από χθες το πρωί μετά απ' ό,τι έγινε. Εκείνος παίρνει μια βαθιά ανάσα και γυρνάει να πάει να μαζέψει τα πράγματα που πέταξα στον διάδρομο. Τον χαζεύω ακόμη με βουρκωμένα μάτια, η καρδιά μου να χτυπά σαν τρελή. Δείχνει τόσο γλυκός, σαν κουταβάκι που χαίρεται να μαζεύει τα παιχνίδια του για να τα δώσει πίσω στο αφεντικό του.
Μήπως φάνηκα υπερβολική; Όσο να 'ναι δεν μου αρέσει να τον στεναχωρώ. Με πλησιάζει και βάζει τα πράγματα πίσω στην τσάντα μου, εγώ να κοιτώ αλλού. Μόλις τελειώνει με αυτό, εγώ σηκώνομαι όρθια για να έρθω αντιμέτωπη μαζί του. Δεν μου βγάζει τα μάτια στιγμή. Καθαρίζω τον λαιμό μου και το παίρνω απόφαση, έστω για λίγο να του δώσω σημασία. Δεν θέλω να στεναχωριέται και να έχω κι αυτό το βάρος στο υποσυνείδητο μου.
Του ρίχνω τα μάτια αποφασιστικά, τα φρύδια μου σουφρωμένα. Το πρόσωπο του μαλακώνει αμέσως, ένα χαμόγελο να δημιουργείται στα χείλη του. Η καρδιά μου κοντεύει να πέσει από το στήθος μου. Είναι τόσο χαριτωμένος που δεν αντέχω να του κρατάω μούτρα. Μόνο λίγο του έστρεψα την προσοχή μου και αν είχε ουρά θα την κούναγε σαν τρελός. Σφίγγω την τσάντα κι άλλο στην αγκαλιά μου, ανήμπορη να συγκρατηθώ. Πρέπει να σκαρφιστώ κάτι για να μην κρατάω το μυαλό μου άλλο εκεί.
«Alex», λέω και με το που κάνω ένα βήμα μπροστά, εκείνος κάνει ένα πίσω καθώς με κοιτά ερωτηματικά, «τι θες να σου πάρω για τα γενέθλια;»
«Ορίστε;» ρωτάει χαμένος και ξεφυσάω με το που ρίχνω τα μάτια αλλού.
«Ξέχνα το...»
Μου είναι πιο εύκολο να τον αγνοώ τελικά. Τα πάντα πάνω του με επηρεάζουν, ακόμη και οι ηλίθιες εκφράσεις του. Γελάει αμήχανα και με κάνει να ντρέπομαι κι άλλο. Δεν φτάνει που δεν μπορώ να βγάλω από το μυαλό μου το γεγονός ότι του άγγιξα τον ανδρισμό-παριστάνω ότι δεν ήταν ικανοποιητική στιγμή και ούτε προσπαθώ να επεκτείνω τις πρόστυχες σκέψεις μου-με το πρόσωπο μου. Αυτός ο άνθρωπος μόνο με εξευτελίζει και με βάζει σε δύσκολες καταστάσεις.
«Μου έχεις πάρει δώρο;» ενθουσιάζεται και για κάποιον ανεξήγητο λόγο βγάζει αστεράκια από πάνω του, εγώ να αρπάζω την ευκαιρία να τον προσπεράσω. «Τι μου έχεις πάρει; Είναι ωραίο; Βασικά σκοπεύεις να μου πάρεις κάτι συγκεκριμένο; Τι είναι, Angel; Τι είναι;»
«Δεν ξέρω», μουρμουρίζω και ψάχνω τα κλειδιά στην τσάντα μου, ο Alex να βγαίνει μια στα αριστερά, μια στα δεξιά.
«Μεθαύριο έχω γενέθλια, οπότε φρόντισε να βρεις κάτι καλό. Θέλω να δω τι θα είναι», ξεκλειδώνω και γυρνάω να τον δω, που φέρνει τα χέρια στην μέση του να με κοιτάξει με ένα πλάγιο χαμόγελο. «Έχω κάτι να προτείνω».
«Τι;» αναρωτιέμαι χαρούμενη που θα μου το κάνει πιο εύκολο να τελειώνω με αυτή την δουλειά. «Τι θες να σου πάρω;»
«Χμ», παριστάνει τον σκεφτικό και την στιγμή που μου ρίχνει τα πονηρά του μάτια, ανατριχιάζω ολόκληρη. «Εσένα-»
Κλείνω την πόρτα με δύναμη στα μούτρα του πλήρως ανέκφραστη. Τι περίμενα από αυτόν τον ανώμαλο; Σίγα που θα είχε καμιά σοβαρή απάντηση να μοιραστεί. Κρεμάω την τσάντα στον καλόγερο, όταν ακούω την πόρτα να ανοίγει πίσω μου. Δεν λέει να τα παρατήσει αυτός ο άνθρωπος, έτσι; Τον αγνοώ και βγάζω τα παπούτσια πετώντας τα πιο πέρα.
«Γιατί μου έκλεισες την πόρτα έτσι; Και αν μου έσπαγες την μύτη;» κλαίγεται ψεύτικα και στέκεται μπροστά μου.
«Μπορεί αυτό να ήθελα», γελάω ψυχωτικά και τον προσπερνάω να σταθώ μπροστά από το κρεβάτι μου για να αλλάξω τα ρούχα.
«Συγγνώμη, εντάξει; Αν σε πείραξε αυτό που έγινε με τον φρουρό χθες, σου ζητώ συγγνώμη. Από 'δω και πέρα θα τους ζητάω αυστηρά να μένουμε οι δυο μας. Μπορείς τώρα να μου μιλάς ξανά κανονικά;» με κυνηγάει από πίσω και όπου γυρνάω το κεφάλι προσπαθεί να σταθεί μπροστά μου, η υπομονή μου να εξαντλείται.
«Πολλά με πειράζουν, αλλά», κατεβάζω το τζιν μου και με το που το βγάζω, του ρίχνω τα μάτια, «θα δεχτώ την συγγνώμη σου για αυτό που έγινε χθες».
«Τώρα είμαστε καλά πάλι;» χαίρεται ο Alex, τα μάτια του να γουρλώνουν σαν μικρό παιδί, τα δικά μου να νεκρώνουν.
«Όχι».
«Μα τι έκανα λάθος;» απελπίζεται αμέσως και φοράω την πιτζάμα μου από κάτω ανεπηρέαστη, ή τουλάχιστον έτσι παριστάνω, γιατί μέσα μου ακόμη τσιρίζω που μπόρεσα να έρθω σε κοντινή επαφή με κάτι αρκετά μεγάλο του Alex.
Είναι όπως το θυμάμαι ή μήπως έχει μεγαλώσει όπως τα βυζιά μου;
Φέρνει τα χέρια στο πρόσωπο του και μου το κάνει πιο εύκολο να βγάλω την μακρυμάνικη ανάλαφρη μπλούζα που είχα φορέσει σήμερα στην βόλτα. Καλά, δεν υπάρχει λόγος να παριστάνω ότι ντρέπομαι όταν έχω όχι ένα, ούτε δύο, αλλά τέσσερα σημάδια εξαιτίας του στο στήθος μου. Περιττό να πω πόσο με πόναγε χθες το σουτιέν μου εφόσον είχε πρηστεί από το πόσο το γράπωνε. Δεν έχει έλεος αυτός ο άντρας, ακόμη και στο ευαίσθητο μου στήθος.
Αφήνω την μπλούζα πάνω στο κρεβάτι και βγάζω το σουτιέν μου να ξελαφρώσω. Άμα τον αγνοήσω για πολύ, θα βαρεθεί και θα φύγει. Του ρίχνω τα μάτια και έχει ανοίξει τα δάχτυλα ίσα-ίσα για να έχει θέα το γυμνό μου στήθος. Πραγματικά αυτός λειτουργεί μόνο για αυτό το πράγμα. Βγάζει τα χέρια από το πρόσωπο του και χαχανίζοντας κάνει να με πλησιάσει, κουνώντας τα δάχτυλα σατανικά.
«Ξέχνα το, Alexander», δηλώνω τσαντισμένη με την πάρτη του και του σφαλιαρίζω τα χέρια μακριά μου. «Δεν θα αγγίξεις το στήθος μου».
«Angel μου, γιατί;» κλαίγεται αμέσως ο Alex και επιχειρεί για δεύτερη φορά να το πιάσει όταν κάνω να φορέσω την πιτζάμα μου από πάνω, εγώ αμέσως να του ρίχνω κάμποσες σφαλιάρες στα άτακτα χέρια του. «Δεν με αγαπάς καθόλου;»
«Σε αγαπώ», λέω εφόσον με κοιτάει με γουρλωμένα μάτια στα οποία με τίποτα δεν μπορώ να αντισταθώ, γαμώ τις αδυναμίες μου σαν άνθρωπος, «αλλά φτάνει να με αγγίζεις. Δεν μου αρέσει καθόλου όταν το κάνεις».
Ο Alex κάθεται στην άκρη του κρεβατιού μου πάρα πολύ σοβαρός. Παίρνω τα ρούχα που είχα στην βόλτα και τα τακτοποιώ στην ντουλάπα για να τα έχω για κάποια άλλη έξοδο. Ο άλλος συνεχίζει να κάθεται εκεί σιωπηλός, τα μάτια του χαμένα στο κενό. Μάλλον το σύστημα του απενεργοποιήθηκε εφόσον δεν άγγιξε το στήθος μου. Άμα τον αφήσω να συνέλθει, το πολύ να το κάνει μόνος του. Ξεφυσάω και κάνω ακριβώς αυτό.
Πάω στην τουαλέτα και κάνω τα δικά μου. Ξεκινώ ύστερα να πλένω τα δόντια χαλαρή. Βγαίνω από το μπάνιο καθώς βουρτσίζω τα δόντια μου για να πάρω το τηλέφωνο μου από την τσάντα, να δω μήπως ο Thomas έχει απαντήσει στο μήνυμα που του έχω στείλει. Αυτές τις ημέρες μιλάμε συχνότερα από τις άλλες φορές και με χαροποιεί ιδιαίτερα. Ανυπομονώ πολύ να τον ξαναδώ, ένα ζεστό συναίσθημα να δημιουργείται στην καρδιά μου κάθε φορά που το σκέφτομαι. Του στέλνω μια φωτογραφία να πλένω τα δόντια και αναμένω απάντηση.
Βρίσκω τον Alex ξαπλωμένο πίσω στο κρεβάτι, τα χέρια του ανοιχτά. Κοιτάει το ταβάνι σαν να πέθανε μέσα του. Συνεχίζω να βουρτσίζω τα δόντια. Τα μάτια μου ασυνείδητα πέφτουν στο παντελόνι του σε μια πολύ συγκεκριμένη περιοχή. Σηκώνω το φρύδι μου και ακουμπώ το ένα χέρι στην λεκάνη μου. Όταν ήμασταν μαζί, δεν με άφηνε να τον αγγίζω τόσο συχνά οπότε δεν θυμάμαι καθόλου την αίσθηση του μορίου του. Ξέρω μόνο ένα πράγμα και είναι ότι έχει προσόντα πάντως.
Κοντεύω να πνιγώ με την οδοντόκρεμα, γι' αυτό επιστρέφω στο μπάνιο να ξεπλύνω τα δόντια. Αφότου τελειώνω και με αυτό, ξεπλένω το πρόσωπο μου και αφαιρώ το μακιγιάζ. Βγαίνω από το μπάνιο και κλείνω το φως πίσω μου, ο Alex ακόμη στο κρεβάτι να μην έχει κουνηθεί. Του κλωτσάω το πόδι, αλλά τίποτα. Στριφογυρίζω τα μάτια κουρασμένη γιατί όσο να 'ναι νυστάζω και έχει βολευτεί μια χαρά.
«Είναι πολύ σέξι όταν με αποκαλείς «Alexander». Να με λες πιο συχνά έτσι άμα θες», σκέφτεται φωναχτά, πλήρως στον κόσμο του.
«Σήκω φύγε από το δωμάτιο μου», γρυλίζω ενοχλημένη και είχα βρει την ησυχία μου όσο τον αγνοούσα και τον απέφευγα.
«Θες να σηκωθώ να φύγω και από την ζωή σου;» λέει με έναν νεκρό τόνο φωνής καθώς τον τραβάω από το χέρι με όση δύναμη έχω. «Θες να εξαφανιστώ και να μην με βρουν ποτέ;»
«Χάρη θα μου έκανες», ειρωνεύομαι και ευτυχώς σηκώνεται όρθιος, τα δυο μου μικρά χέρια ακόμη να τον τραβάνε. «Ένας ανώμαλος λιγότερος σε αυτόν τον πλανήτη».
«Δεν αστειεύομαι», μουρμουρίζει και μου ρίχνει τα μάτια ενώ στέκεται σαν την κολόνα.
Όση δύναμη και να βάλω είναι σαν να μην το νιώθει.
«Ούτε εγώ».
«Καλά. Εσύ θα φταις μετά», ξεφυσά και επιτέλους αφήνεται ελεύθερος να τον τραβήξω προς την πόρτα του δωματίου μου, ιδρώτας να κυλά στο μέτωπο μου από την κούραση. «Τι σου έχω κάνει, ρε Angel; Δεν σου είμαι αρκετός; Δεν με νοιάζεσαι; Μήπως δεν σε ικανοποιώ σωστά; Νιώθω ένα βάρος στο στήθος μου που δεν μου ρίχνεις τα μάτια σου ούτε μου μιλάς. Μου λείπει το άρωμα σου ήδη. Θες να μου δώσεις κάποιο σουτιέν σου να το έχω-»
Του κλείνω την πόρτα στα μούτρα τέρμα αηδιασμένη. Τι να του δώσω; Με δουλεύει; Τι είμαι ακριβώς για να του χαρίζω τα σουτιέν μου, καμιά καμένη ηλίθια; Όχι ότι δεν μου περισσεύουν να πάρω καινούριο, αλλά να ξεχάσει αυτές τις μαλακίες από εμένα. Σταυρώνω τα χέρια στο στήθος μου.
«Καλά. Θα φύγω, να ξέρεις», λέει φωναχτά για να ακουστεί και με κάνει να στριφογυρίσω τα μάτια.
Ας κάνει ό,τι θέλει. Δεν με αφορά. Το έχω πάρει απόφαση να μην κάνω κάτι μαζί του. Ξαπλώνω στο κρεβατάκι μου ανάσκελα και κλείνω τα μάτια με ένα χαμόγελο. Με το που το κάνω όμως ανακαλούμαι την στιγμή που το πρόσωπο μου κόλλησε στο αντρικό προσόν του. Τα μάτια μου ανοίγουν ορθάνοιχτα. Τώρα ο εγκέφαλος μου γιατί μου το κάνει αυτό; Τα σφίγγω κλειστά και με πιέζω να κοιμηθώ, προσπαθώντας βέβαια να αγνοήσω τις πρόστυχες σκέψεις που δεν λένε να σταματήσουν.
Δεν με νοιάζει τι κρύβει ο Alex πίσω από το παντελόνι του. Είμαι πλήρως αδιάφορη για τα σεξουαλικά προσόντα του γιου της Προέδρου της Αμερικής. Δεν δίνω ούτε μία δεκάρα για το τι μπορούν να κάνουν τα μακριά και ωραία δάχτυλα του πρώην μου. Ποιος χέστηκε για την υγρή του γλώσσα που πείραζε το στήθος μου χθες με απίστευτη χάρη; Σίγουρα δεν με πειράζει που το πάπλωμα έχει την κολόνια του ήδη. Ούτε που σκέφτομαι τα λόγια του πριν του κλείσω την πόρτα στα μούτρα, ας πάει όπου στο καλό επιθυμεί.
Τα μάτια μου ανοίγουν πάλι ορθάνοιχτα. Και αν πάει να βρει μια άλλη κοπέλα να αγγίξει τα δικά της βυζιά; Σουφρώνω τα φρύδια ενοχλημένη καθώς κοιτάω το ταβάνι. Δεν με νοιάζει. Ας την βρει. Δεν είναι το αγόρι μου, ούτε είμαστε παντρεμένο ζευγάρι. Ας πάει να κάνει ό,τι επιθυμεί ο προεδρικός πισινός του για όσο εγώ βολεύομαι σε αυτό το ζεστό και ωραίο κρεβάτι. Ούτως ή άλλως που να την βρει την άλλη σε αυτό το ξενοδοχείο; Εδώ που το σκέφτομαι όμως, καλά του έκατσε η άλλη του Nate παρόλο που δουλεύει εδώ.
Κλείνω τα μάτια ξανά πιο ήρεμη και βολεύομαι καλύτερα. Χαλαρώνω το σώμα και κάνω εικόνα τον εαυτό μου να έχει αρκετή δύναμη να πνίξει τον Alex. Αυτό ζωγραφίζει ένα χαμόγελο στα χείλη μου. Αρχίζω να αποκοιμάμαι, ήδη στο τρίτο όνειρο με μένα να δολοφονώ τον αχάριστο σεξομανή. Αυτή την φορά τον έχω δέσει σε έναν τροχό και του πετάω μαχαίρια. Πλάκα έχουν τα όνειρα όταν πάνε όλα τόσο καλά.
Η πόρτα του δωματίου μου ανοίγει τόσο απότομα που ταράσσεται όλο μου το σώμα ξύπνιο. Πρώτο πράγμα κοιτάω το ταβάνι και ύστερα τον απρόσμενο καλεσμένο μου. Ο Lucas με κοιτάει με κομμένη την ανάσα του. Σουφρώνω τα φρύδια για όσο βάζω το βάρος στους αγκώνες μου να σηκωθώ όσο-όσο να τον δω νυσταγμένα. Ρίχνω τα μάτια φευγαλέα στο ρολόι τοίχου και έχουν περάσει πέντε ώρες από τότε που πήγα για ύπνο.
«Τι έγινε, Lucas;» ρωτάω ανήσυχη.
«Πες μου ότι είσαι με τον Alex», σχεδόν με παρακαλά, κάνοντας με να σουφρώσω τα φρύδια.
«Όχι, έχω να τον δω ώρες τώρα», λέω και βγάζω το πάπλωμα από πάνω μου για να σηκωθώ από το κρεβάτι. «Τι συμβαίνει;»
«Ο Alex», δηλώνει και τον πλησιάζω που ακόμη προσπαθεί να προλάβει την ανάσα του, «χάθηκε. Δεν ξέρει κανείς που είναι».
Κοιτάω τον Lucas με δυσπιστία και ύστερα ξεσπάω σε δυνατά γέλια. Εκείνος σουφρώνει τα φρύδια του μπερδεμένος. Όπως βγήκα από το κρεβάτι, έτσι μπαίνω πάλι μέσα, στρώνοντας με καλά. Καθαρίζω τα δάκρυα που μου βγήκαν από το γέλιο και βολεύομαι καλύτερα.
«Όταν τον βρείτε, ξυπνήστε με», σαρκάζομαι πλήρως αδιάφορη.
Είμαι σίγουρη ότι ο Alex απλά προσπαθεί να μου τραβήξει την προσοχή και έβαλε και τον Lucas στο κόλπο. Πραγματικά αν μου έλεγε ότι πέθανε θα το πίστευα περισσότερο απ' το ότι χάθηκε. Άκου εκεί, 25χρονος άντρας, 1,95 στο ύψος, γεροδεμένος και ομορφιά μοναδική σε αυτόν τον κόσμο, να χάθηκε. Να πάνε στο καλό όλα αυτά, ο τύπος έχει τόσους φρουρούς στο πλευρό του να τον νταντεύουν.
«Angel, δεν αστειεύομαι», επιμένει ο Lucas και δεν γυρνάω καν να τον δω, γνωρίζοντας πολύ καλά ότι συνεχίζει με το θέατρο.
«Κύριε Bennett», ακούω μια άκυρη φωνή και σηκώνω το σώμα όσο-όσο να δω ποιος στο καλό μπουκάρει έτσι στο δωμάτιο μου. «Ψάξαμε όλο το ξενοδοχείο και κανένα ίχνος του κύριου Henderson. Αναμένουμε διαταγές σας. Να ενημερώσουμε την μητέρα του;»
«Όχι ακόμη. Θα καλέσει ενισχύσεις και μπορεί να μην τις χρειαζόμαστε», ξεφυσά ο Lucas και χαϊδεύει το μέτωπο του, ένας από τους φρουρούς του Alex να στέκεται ανέκφραστος λίγο πιο πέρα. «Επιστρέψτε στο σημείο που τον είδατε τελευταία φορά και χωριστείτε. Μην αφήσετε γωνία χωρίς να την ψάξετε καλά. Ενημερώστε με αν τον βρείτε».
«Μάλιστα, κύριε Bennett».
Ο φρουρός το αφήνει με τόσο και κοιτάω πλήρως χαμένη την όλη κατάσταση. Μένουμε οι δυο μας με τον Lucas και τώρα που τον βλέπω καλύτερα, φαίνεται αρκετά ανήσυχος, μην πω χλωμός. Ξανασηκώνομαι από το κρεβάτι, συνειδητοποιώντας ότι τελικά δεν ήταν κάποια κακόγουστη πλάκα. Ο Lucas μου ρίχνει τα μάτια και είναι πολύ κενά, σαν για ένα δεύτερο να με μίσησε που γέλασα πριν με κάτι τέτοιο.
«Όντως χάθηκε;» ρωτάω και παίζω με τα δάχτυλα μου τέρμα αμήχανη.
«Είπε πως θα έβγαινε να πάρει λίγο καθαρό αέρα και σε μια στροφή τον έχασαν οι φρουροί του. Τον περίμενα δυο ώρες, αλλά δεν μπορώ άλλο. Έχω πεθάνει από την ανησυχία, Angel-»
«Lucas, ηρέμησε», τον διακόπτω και φέρνω τα χέρια στα μάγουλα του για να τον κάνω να με δει. «Για τον Alex Henderson μιλάμε. Μια χαρά θα είναι».
Τον ηλίθιο, το είπε και το έκανε. Δεν περίμενα όντως να σηκωθεί και να εξαφανιστεί. Θα φάει ένα χέρι ξύλο όταν τον δω, που κάνει τέτοιες απερίσκεπτες μαλακίες για να τραβήξει προσοχή. Βγάζω τα χέρια από τον Lucas και πάω προς την ντουλάπα να βρω μια αλλαξιά ρούχων, να βγω να τον βοηθήσω να πάμε να τον βρούμε. Έχει περάσει τρεις τα ξημερώματα, δεν ξέρω τι θα καταφέρουμε με το να τον ψάχνουμε σε μια άγνωστη πόλη, αλλά υποθέτω δεν έχουμε άλλη επιλογή. Σιχαίνομαι να βλέπω και τον Lucas έτσι.
«Δεν είναι αυτό, απλά», κάνει μια παύση ο Lucas σαν να μετάνιωσε τα λόγια του, «ανησυχώ. Δεν θέλω να πάθει κάτι».
«Τι να πάθει, μωρέ»-αυτός ο ηλίθιος, ανεγκέφαλος σεξομανής που είναι πρόθυμος να εξαφανίσει τον εαυτό του μόνο επειδή αρνήθηκα να τον αφήσω να μου αγγίξει τα βυζιά-«ο Alex; Μια χαρούλα θα είναι. Θα δεις μόλις τον βρούμε ότι δεν χρειαζόταν να αγχώνεσαι».
«Στιγμές όμως είναι απερίσκεπτος και μπλέκει τον εαυτό του σε επικίνδυνες καταστάσεις. Ελπίζω να μην γίνει όπως το πάρτι της Brittany, Θεέ μου», μουρμουρίζει την τελευταία πρόταση και αφήνω την αλλαξιά μου πάνω στο κρεβάτι.
«Τι έγινε στο πάρτι της Brittany;» αναρωτιέμαι ξαφνιασμένη που το ανέφερε.
«Σου το λέω πολύ εμπιστευτικά αυτό, Angel», λέει ο Lucas και κοιτάει προς την εξώπορτα, ξεφυσώντας ύστερα, «αλλά του είχαν ρίξει υπνωτικό στο ποτό και κόντεψε να πεθάνει ενώ οδηγούσε. Δεν ήθελα να του το πω, αλλά φοβάμαι πως δοκιμάζουν τις αντοχές του για να ξέρουν ποια δόση είναι αυτή που θα τον», φαίνεται να τρέμει μόνο στην ιδέα, «σκοτώσει».
«Lucas, μην μου λες τέτοια και με κάνεις να ανησυχώ», γελάω αμήχανα και δεν γίνεται να του κρύψω ότι τώρα με έκανε να σοβαρευτώ με την όλη κατάσταση, να πείθομαι ότι κάποιος κρύβεται πίσω από αυτό και δεν είναι ο Alex που παίζει παιχνίδια μαζί μας.
«Συγγνώμη», μουρμουρίζει μετανιωμένος. «Θα σε αφήσω να ντυθείς».
Ο Lucas βγαίνει από το δωμάτιο χωρίς να με κοιτάξει. Στέκομαι για λίγο, όμως τα πόδια μου μουδιάζουν με κάθε κακή σκέψη που κάνω. Το στομάχι μου δένεται κόμπος. Τι και αν όντως του έχουν κάνει κακό; Εγώ είμαι αυτή που τον έδιωξε από το δωμάτιο με σκληρά λόγια. Θα βγήκε να πάρει αέρα για να συνέλθει από την στεναχώρια και θα άρπαξαν την ευκαιρία να τον πιάσουν. Άμα τον είχα κρατήσει εδώ απασχολημένο με τα βυζιά μου, μπορεί και να μην γινόταν ποτέ αυτό το κακό.
Με βρίσκω να βουρκώνω, να νιώθω χάλια με τον εαυτό μου. Για άλλη μια φορά τον οδήγησα προς τον κακό δρόμο. Πέρα του ότι τον πλήγωσα, τον έστειλα ποιος ξέρει που. Σηκώνομαι αμέσως και ντύνομαι, δυο-τρία δάκρυα να κυλούν στο πάτωμα για όσο το κάνω. Φοράω ένα τζιν, ένα ανοιχτό τιραντάκι και μια ζακέτα από πάνω για να καλύψω το στήθος μου. Μπορεί να είναι Νοέμβρης, αλλά κάνει ζέστη αυτές τις ημέρες και αυτή η ζακέτα αρκεί να με κρατήσει. Γλιστράω τα πόδια μέσα στις βολικές αρβύλες μου και αφότου αρπάξω το τηλέφωνο και τα κλειδιά του δωματίου μου, βγαίνω έξω. Βρίσκω τον Lucas να κάνει πέρα-δώθε ανήσυχος. Κλειδώνω πίσω μου και τον πλησιάζω την ίδια στιγμή με έναν φρουρό.
«Έχετε κάποιο νέο;» ρωτάει αμέσως ο Lucas.
«Δυστυχώς τίποτα, κύριε Bennett. Ο κύριος Henderson είναι άφαντος», απαντά κάπως δυστυχισμένος ο φρουρός και με πληγώνει να τον βλέπω έτσι, τόσο απογοητευμένο που δεν έκανε καλά την δουλειά του.
«Συνεχίστε το ψάξιμο», μουρμουρίζει ο Lucas και ξεφυσά.
«Ποιος άλλος το ξέρει;» μπαίνω στην συζήτηση δυναμικά και κερδίζω τα βλέμματα και των δυο.
«Προσπάθησα να ξυπνήσω τους υπόλοιπους, αλλά δεν ασχολήθηκαν. Η Brittany ήταν μαζί μου όταν το έμαθα γιατί είχε πονόκοιλο και πήγα να την ελέγξω. Βγήκε να τον ψάξει κι εκείνη. Περιμένω ακόμη νέα της», εξηγεί ο Lucas και με ακολουθεί που ξεκινώ να κατεβαίνω τα σκαλιά, μαζί μας και ο φρουρός.
«Καλώς. Μην το πείτε σε κανέναν άλλον», δείχνω ήρεμη, παρόλο που μέσα μου απέχω από αυτό, εφόσον στο μυαλό μου κρατάω αυτό που είπε ο Lucas πριν. «Πήγαινε μας στο τελευταίο μέρος που είδες τον Alex και ας ακολουθήσουμε από εκεί ό,τι στοιχείο βρούμε».
«Μάλιστα, κυρία O'Connell», λέει ο φρουρός και μας προσπερνά για να έρθει μπροστά.
Ελπίζω μέσα μου να μην είναι κάτι σοβαρό. Δεν αντέχω άλλο στην ιδέα του να πληγώνεται αυτός ο άνθρωπος. Έχει υποφέρει αρκετά και δεν του αξίζει να κουράζεται τόσο ψυχικά. Ήρθε εδώ υποτίθεται για να ξεχαστεί, να περάσει καλά και να πρέπει να υποστεί κι αυτό; Αρνούμαι να δεχτώ ότι κατάφερε να πέσει στα χέρια των εχθρών του τόσο απλά. Αν όντως έχει συμβεί αυτό, θα φροντίσω να τον βρω η ίδια και να του σπάσω τα δάχτυλα που χρησιμοποιεί τον εγκέφαλο του μόνο για σεξουαλικά υπονοούμενα και ανωμαλίες και όχι για να ξεφύγει.
Περπατάμε στους σχεδόν άδειους δρόμους της Ρώμης ακολουθώντας τον φρουρό με γρήγορα βήματα. Ο Lucas κοντεύει να πεθάνει από την ανησυχία. Το πώς καταφέρνει να δείξει έστω λίγο ψύχραιμος είναι αξιοθαύμαστο. Τσεκάρει το τηλέφωνο του συνέχεια και εκπνέει με κάθε στάση σε κόκκινο φανάρι που κάνουμε. Σιχαίνομαι να τον βλέπω έτσι και ελπίζω για το καλό του επίσης, ο Alex να είναι μια χαρά.
«Έστριψε ακριβώς εδώ και τον έχασαν όλοι από το ραντάρ τους», σταματάει ο φρουρός τόσο απότομα που πέφτω πάνω του. «Το δρομάκι οδηγεί σε μια πλατεία, αλλά δεν θεάθηκε ποτέ ξανά από την στιγμή που γύρισε εδώ».
Έχω ξεχάσει να φτιάξω τα φρένα μου απ' ότι φαίνεται.
Ο Lucas κι εγώ στρωνόμαστε αμέσως στην δουλειά. Εξετάζουμε το δρομάκι καλά, σαν να είμαστε περισσότερο ειδικοί από την προεδρική φρουρά. Έχει δυο μεγάλους κάδους σκουπιδιών, ένα άδειο κουτί, κάτι αδέσποτες γάτες και δυο μηχανές παρκαρισμένες σε μια άκρη. Στο τέλος βλέπω ότι όντως βγάζει σε έναν ανοιχτό χώρο και έχει πολύ λίγη κίνηση, μεθυσμένα ζευγάρια να επιστρέφουν μάλλον σπίτια τους. Άμα ο Alex χάθηκε πέντε με τέσσερις ώρες πριν τότε σημαίνει ότι είχε περισσότερο κόσμο και θα ήταν πολύ πιο δύσκολο να διακρίνει κανείς σε αυτό το σκοτάδι κάποιον.
Ο Lucas ξεκινά να τον παίρνει τηλέφωνο, αλλά το ακούω ότι δεν απαντά, μάλλον γιατί το έχει κλειστό. Ο φρουρός καθαρίζει τον ιδρώτα του και ξέρει πολύ καλά ότι αν κάτι έχει συμβεί στον γιο της Προέδρου, αυτό θα σημαίνει θανατική ποινή στο μέτωπο του. Ξεφυσάω. Πρέπει για ένα δεύτερο να σκεφτώ σαν τον Alex. Δυστυχώς για μένα τον ξέρω καλά αυτόν τον ηλίθιο. Κλείνω τα μάτια και μπαίνω για λίγο στον ρόλο.
Είμαι ο Alex Henderson. Ο λόγος που ζω είναι τα βυζιά και μόνο. Είμαι πλούσιος, ωραίος, νάρκισσος και σαδιστής. Η Angel με έδιωξε από το δωμάτιο της και βαριέμαι τώρα, γι' αυτό θα βγω να πάρω λίγο αέρα. Μου σπάνε τα νεύρα οι φρουροί. Περπατάω τόσην ώρα, αλλά δεν με αφήνουν ήσυχο. Το είπα ότι είμαι ωραίος και ότι λατρεύω τα βυζιά; Στρίβω εδώ. Τι μου συμβαίνει, λοιπόν; Είμαι μόνος ή όχι;
Φέρνω το χέρι στο πηγούνι μου. Αν δεν ήταν μόνος, αποκλείεται να μην είχε παλέψει πίσω. Είναι αρκετά γεροδεμένος και σπάνιες φορές τον έχω δει να μην αποφεύγει κάτι. Αυτό σημαίνει πως κάτι είδε εδώ γύρω και θέλησε να ξεφύγει από τους φρουρούς του για να το ευχαριστηθεί χωρίς να του σπάνε τα νεύρα. Γυρνάω πίσω στην αρχή του δρόμου και κοιτάω δεξιά-αριστερά. Με το που τα μάτια μου πέφτουν σε μια ταμπέλα λίγο πιο πέρα, το βλέμμα μου νεκρώνει.
«Lucas», φωνάζω και φέρνω τα χέρια στην μέση μου. «Βρήκα τον Alex».
«Τι;» πετάγεται αμέσως δίπλα μου και του δείχνω την ταμπέλα.
«Ποντάρω τα βυζιά μου ότι είναι εκεί», δηλώνω ανέκφραστη και κάνει κίνηση πρώτος να πάει, εγώ να τον ακολουθώ ακριβώς μετά μαζί με την αντιγραφή του Richard.
Ο Lucas ανοίγει την πόρτα και μπαίνει μέσα με φόρα. Σταματάει τόσο απότομα που πέφτω πάνω του. Πραγματικά ή κάτι κάνω λάθος ή απλά το σύμπαν με μισεί. Ο φρουρός ξεφυσά ανακουφισμένος και βγαίνει από το μαγαζί μάλλον για να ενημερώσει τους υπόλοιπους ότι τον βρήκαν. Περπατώ στο πλευρό του Lucas και το βλέμμα μου νεκρώνει για άλλη μια φορά. Σταυρώνω τα χέρια στο στήθος και η αηδία μέσα μου με κάνει να θέλω να ξεράσω.
«Σιχαίνομαι που τον ξέρω τόσο καλά», ξεφυσάω και εγώ με τον Lucas στεκόμαστε ο ένας δίπλα στον άλλον με αυτή την αηδία στο πρόσωπο.
Ο Alex κάθεται σε έναν καναπέ περιτριγυρισμένος από κυρίες, οι οποίες τον παρηγορούν. Ο ίδιος έχει ξαπλώσει στα τεράστια βυζιά μιας ξανθομάλλας και κλαίει, καθώς κατεβάζει ένα ποτήρι μάλλον με αλκοόλ, γιατί αμφισβητώ ένα τέτοιο μπαράκι να σερβίρει νερό στους πελάτες του. Του χαϊδεύουν την πλάτη, τα μαλλιά και μια άλλη το μπούτι, έμενα το φρύδι να μου κάνει 'τικ' από τα νεύρα.
Αυτό που δεν περιμέναμε όμως, είναι την Brittany που κατεβάζει ένα σφηνάκι και παίζει μπιλιάρδο με έναν τύπο που είναι πιο τρομαχτικός και από τον Nate, που είναι αρκετά μπορώ να πω. Έχει ένα σημάδι σαν κόψιμο στο μάγουλο και κρατάει ένα πούρο στο στόμα, οι δυο τους να έχουν πάρει αυτό το παιχνίδι πολύ στα σοβαρά. Εγώ με τον Lucas νεκρώνουμε άλλο λίγο. Εντάξει ο Alex να έρθει εδώ εφόσον στην ταμπέλα έχει μια κυρία με μεγάλα βυζιά, αλλά η Brittany τι στο καλό κάνει με τον αρχηγό της Ιταλικής μαφίας, να παίζει μπιλιάρδο κιόλας μαζί του;
Εγώ και ο Lucas ξεφυσάμε την ίδια στιγμή. Ωραία θα περάσουμε σήμερα με τους Henderson.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top