•Stalker|Part 1•

Alex's POV

«Αφού το ήξερες ότι είναι νεκρή, τι με έφερες εδώ;» γκρινιάζει ο Jake και κουνάει το χέρι του βαριεστημένα. «Έχασα και την συνέντευξη της Προέδρου-»

«Θα ζήσεις και χωρίς αυτήν, μην μου κλαις άλλο στο αυτί», ενοχλούμαι μόνο που ακόμη αναπνέει και του ρίχνω τα μάτια με ξεκάθαρη αηδία στο πρόσωπο μου. «Σκέφτεσαι κάτι άλλο πέρα από την μαμά μου, φρικιό;»

Κάνει μια γκριμάτσα κοροϊδίας και εννοείται πως την τρώει την κλωτσιά στο γόνατο. Για όσο τον αφήνω να πονάει, γυρνάω να δω τον Lucas που στέκεται πιο πέρα. Εξαιτίας των γυαλιών που δεν έχει βγάλει στιγμή, δεν μπορώ να καταλάβω πως νιώθει. Το πρόσωπο του είναι ανέκφραστο, σαν να έχει μουδιάσει. Στέκεται όρθιος πιο πέρα, ακριβώς μπροστά από τους εργάτες που ρίχνουν το χώμα πάνω στον τάφο και τον καλύπτουν ξανά. Σκέφτομαι πόσο σιωπηλός ήταν και είναι ακόμη. Παίρνει μια βαθιά ανάσα και βάζει τα χέρια μέσα στο μαύρο του μπουφάν.

«Είστε ευχαριστημένος τώρα, κύριε Henderson; Έχετε κάποια άλλη δουλειά να μου επιβάλλεται με τον ευγενικό σας τρόπο όπως πάντα;» ειρωνεύεται ο Jake και κερδίζει το τσαντισμένο βλέμμα μου.

«Μείνε στο Beverly Hills κάτι μέρες. Σου έχω κλείσει δωμάτιο στο ξενοδοχείο «Four Seasons». Ούτως ή άλλως θα έρθουν και οι γονείς μου εδώ, οπότε δεν κερδίζεις κάτι με το να μείνεις Washington», τον ενημερώνω και βγάζω το τηλέφωνο από την τσέπη μου για να δω πόσες αναπάντητες έχω από τους γονείς μου.

18 από την μαμά, 3 από τον μπαμπά...

«Τσκ, για να μου ακριβοπληρώνεις την διαμονή, σημαίνει ότι κάτι έχεις στο νου σου, κύριε Alex», χαχανίζει ο Jake και βάζει το ένα χέρι στην τσέπη του μαύρου παντελονιού του, με το άλλο να φτιάχνει την κόκκινη γραβάτα του. «Ελπίζω να μην είναι κάτι που θα σε θέσει σε κίνδυνο. Ξέρεις ότι αν είναι να ευχαριστήσω την μαμά σου, είμαι πρόθυμος και να φάω σφαίρα για σένα».

«Πραγματικά αν δεν έβαζες την μαμά μου σε κάθε σου πρόταση, θα το εκτιμούσα», δηλώνω με νεκρό τόνο φωνής και επιλέγω να απενεργοποιήσω πλήρως το τηλέφωνο. «Θέλω απλά να είσαι κοντά. Έχει αρχίσει και με πλησιάζει πολύ, γι' αυτό φοβάμαι ότι θα κάνει την κίνηση της. Παρακολούθησε στενά τα επόμενα βήματα της. Θα είναι σημαντικά στο να βρεις την ταυτότητα της».

Ο Jake κοιτάει για λίγο τον ουρανό και κατεβάζει τα κουρασμένα μάτια του να έρθει αντιμέτωπος με τα δικά μου. Σηκώνομαι όρθιος αφότου ξεφυσήσω και στέκομαι ακριβώς μπροστά του, η προσοχή μου στον Lucas όμως. Παραμένει ακίνητος, τόσο που ανησυχώ ότι έχει πεθάνει σε αυτή την στάση. Χαϊδεύω το κάτω χείλος μου και σουφρώνω τα φρύδια σκεφτικός. Έπρεπε να τον είχα πείσει να μην έρθει. Δεν του έκανε καλό και φαίνεται. Είμαι σίγουρος ότι πίσω από τα γυαλιά του, το βλέμμα του είναι τρομαγμένο ή κενό.

Κοιτάω το ρολόι στον καρπό μου και έχει πάει ήδη απόγευμα. Έχω χάσει όλη μου την ημέρα εδώ. Δεν έφυγα στιγμή, το ίδιο και ο Lucas. Ο Jake έφυγε για να πάρει να φάει και είχε το θράσος να το κάνει όταν άνοιξαν τον τάφο. Όταν τον κοίταξα τέρμα τσαντισμένος με την μάσκα φορεμένη, εκείνος απλά με χαιρέτησε από την είσοδο, εφόσον έπρεπε να τηρεί απόσταση. Τα παράτησα όμως και εστίασα πίσω στον κύριο λόγο που ήμουν εκεί.

Χρειάστηκε κάτι ώρες να καθαρίσουν τον αέρα για να μπορέσουν να ανοίξουν τον τάφο. Ο ειδικός μού είπε ότι είναι μια διαδικασία που πρέπει να γίνεται, εφόσον μπορεί να απελευθερωθούν δηλητηριώδεις αέρια, επικίνδυνα τι για εμάς, τι για τον κάθε οργανισμό που ζει εδώ κοντά. Με το που τελείωσαν με αυτό, τον άνοιξαν και δεν το κρύβω ότι το θέαμα ήταν μακράν χειρότερο από αυτό που περίμενα. Με το ζόρι συγκράτησα τον εαυτό μου να μην ξεράσει. Εννοείται πήγα σε μια γωνία και προσπάθησα να συνέλθω από το σοκ του θεάματος. Ο Lucas δεν έχω ιδέα πως δεν ταράχτηκε καθόλου. Ή τουλάχιστον έτσι φάνηκε...

Μετά από κάτι λεπτά, φόρεσα την μάσκα ξανά και πλησίασα τον τάφο. Δεν μπορούσα να κοιτάξω για πολύ. Απλά έριχνα κλεφτές ματιές όλο αηδία στα αντικείμενα που θυμάμαι ότι της είχαν βάλει στον τάφο. Ο μπαμπάς της είχε φορέσει ένα βραχιόλι με μικρές καρδιές, η Sophia μια λευκή στέκα, η μαμά το κολιέ και εγώ σκουλαρίκια σε σχήμα γαρδενιών. Τα είχε όλα άθικτα, παρόλο που το υπόλοιπο δεν έμοιαζε... με αυτό που θυμόμουν. Μέσα σε μια ώρα οι ειδικοί ήταν 100% σίγουροι ότι η κοπέλα στον τάφο είχε το ίδιο DNA με εμένα και ήταν η Nina.

Μου ήρθε ξανά να ξεράσω με το που το άκουσα αυτό. Βγήκα από το νεκροταφείο και στάθηκα δίπλα στο αυτοκίνητο μου, βγάζοντας την μάσκα αμέσως για να γεμίσω τα πνευμόνια μου με οξυγόνο. Ένιωθα κάτι να με πνίγει, πρώτη φορά από τότε που το πήρα απόφαση να ξεθάψω την αδελφή μου. Ήταν σαν να απογοητεύτηκα που τελικά ήταν όντως νεκρή. Μέσα μου, πολύ βαθιά μέσα στην ψυχή μου, ήλπιζα να μην ήταν εκείνη και να είχα την ευκαιρία να την ξαναδώ, να της ζητήσω συγγνώμη που δεν την έσωσα ή που δεν ήμουν ο καλύτερος αδελφός.

Οι φρουροί μου στάθηκαν παραπέρα και περίμεναν διαταγές μου. Περίμεναν βασικά μέχρι που να νιώσω καλύτερα και να συνέλθω. Μόνο ο Jake έτρωγε ανενόχλητος το φαγητό του, το χαμόγελο στα χείλη του ενώ με έβλεπε που εν μέρει καταστράφηκα μέσα μου. Όσο και να τον σιχαίνομαι, το κάθαρμα είναι καλός στην δουλειά του, μπορεί ο καλύτερος που υπάρχει. Το κατάλαβε αμέσως ότι είχα κι άλλον λόγο που βγήκα έξω από το νεκροταφείο και γι' αυτό χαχάνιζε πονηρά. Του πέταξα το αναψυκτικό στα μούτρα, που μου το έπαιζε χαλαρός, και μόνο τότε είδα τον Lucas που στεκόταν έξω από τους ψηλούς τοίχους του νεκροταφείου επίσης, το χέρι του ακουμπισμένο στην βαμμένη λευκή επιφάνεια τους, το άλλο να γραπώνει την μπλούζα του, ακριβώς στο στήθος του.

Τον πλησίασα ανήσυχος. Με το ζόρι έπαιρνε ανάσες, αλλά προσπαθούσε να το κρύψει για να μην το καταλάβουν οι υπόλοιποι γύρω μας. Αλήθεια, σιχάθηκα για λίγο τον εαυτό μου που επέτρεψα στον Lucas να πληγωθεί για τους δικούς μου λόγους. Δεν κατάλαβε καν ότι είχα φέρει το χέρι μου στον ώμο του. Έβλεπα τον ιδρώτα στο μέτωπο του που κύλαγε στο πλάι μέχρι που σταμάτησε στο πηγούνι του και έσταξε κάτω. Δεν χρειαζόταν να τον ακουμπήσω για να καταλάβω ότι η καρδιά του κόντευε να σκάσει από το άγχος. Με το που τον κάλεσα με το όνομα, συνήρθε και με κοίταξε πίσω από τα γυαλιά του ανέκφραστος. Δεν είπε κάτι. Απλά επέστρεψε μέσα στο νεκροταφείο.

Άχνα δεν λέει να βγάλει από το στόμα του. Με ενοχλεί όταν το κάνει αυτό. Με πληγώνει βασικά. Κάθε φορά το ίδιο πράγμα κάνει μαζί μου. Δεν μου λέει τι τρέχει μέσα του, γιατί φοβάται ότι θα με πληγώσει. Δεν συγκρίνεται όμως με το πόσο σκατά αισθάνομαι όταν ξέρω ότι μου κρύβει τι την αλήθεια, τι το πώς νιώθει πραγματικά. Είναι σαν ακόμη να θεωρεί ότι ο θάνατος της Nina θα μπει ανάμεσα στην φιλία μας. Κάποτε το πίστευα, αλλά αλήθεια, δεν με νοιάζει τίποτα άλλο πέρα από το να τον έχω στην ζωή μου. Με απογοητεύει που πάντα αυτός είναι ο ώμος που θα κλάψω και θα στηριχθώ, όμως εγώ ποτέ δεν είμαι για εκείνον.

Θέλω να νιώθω κι εγώ ότι ο Lucas μπορεί να θεωρεί τον εαυτό του φίλο μου, πόσο μάλλον αδελφό μου.

«Ήθελα να το σχολιάσω από πριν», λυγίζει ξαφνικά ο Jake κοντά στο πρόσωπο μου, το βλέμμα του γατήσιο, «αλλά φαίνεσαι πολύ κουρασμένος. Θα έλεγα ότι φταίει που τα ήπιατε χθες, όμως γιατί έχεις σημάδια από χειροπέδες στους καρπούς σου;»

Κατεβάζω κι άλλο τα μανίκια του μπουφάν μου. Τραβάω του φούτερ μου τόσο που κοντεύω να του σκίσω τα μανίκια πλήρως. Καθαρίζω τον λαιμό μου αμήχανα. Δεν μπορώ να εξηγηθώ σε αυτό το φετιχιστικό φρικιό. Μπορεί να είναι ο σωματοφύλακας μου, αλλά δεν υπάρχει περίπτωση να του δώσω λόγο να με βρίζει για το υπόλοιπο της ζωής του. Σηκώνει τα φρύδια του και μεγαλώνει το χαμόγελο του. Γυρνάω να τον δω με ένα πλάγιο χαμόγελο, πολύ πιο χαλαρός από πριν.

«Δοκίμαζα τρόπους να ξεφύγω σε περίπτωση που με απαγάγουν», δηλώνω, πιστεύοντας και ο ίδιος τα λόγια μου, τόσο πειστικός που ακούγομαι.

«Καλά κάνεις. Μπορεί να σου χρειαστεί», σκέφτεται φωναχτά και ρίχνει τα κενά του μάτια αλλού. «Να μάθεις κανένα κόλπο και στην βυζαρού-εννοώ την δεσποινίδα Angel. Με τον απρόβλεπτο χαρακτήρα της, όλο και κάποιος θα θέλει να την απαγάγει. Πραγματικά φαίνεται τόσο απρόσεχτη».

«Βυζαρού;» αναρωτιέμαι και τον βλέπω που με προσπερνά πλήρως αδιάφορος.

Σηκώνω τα μανίκια με το που μένω μόνος και δεν βλέπω κανένα σημάδι. Του ρίχνω τα μάτια σουφρώνοντας τα φρύδια μου. Φτιάχνω το μπουφάν και ξεφυσάω. Πάντα έτσι είναι ο Jake, γι' αυτό και η μαμά μου τον δέχτηκε για δουλειά και τον έβαλε να προσέχει εμένα. Είναι ο μοναδικός που μπορεί να σκέφτεται σαν τους εγκληματίες, εφόσον ήταν ένας κιόλας. Στην αρχή δεν μου άρεσε καθόλου η ιδέα να τον έχω τριγύρω, πόσο μάλλον υπεύθυνο για την προστασία μου, όμως όσο πέρναγαν τα χρόνια, κατάλαβα τι έβλεπε η μαμά επάνω σε αυτό το καθίκι.

Λίγα ξέρω για την ζωή του Jake πριν πλησιάσει την μαμά μου για να γίνει εθελοντικά ο σωματοφύλακας της. Αν δεν ήμουν ο γιος της Προέδρου, δεν νομίζω να είχα πρόσβαση στον φάκελο του. Βασικά ακόμη και εγώ δυσκολεύτηκα μέχρι που να τον βρω. Μεγάλωσε ορφανός και τον υιοθέτησε ένας από τους μεγαλύτερους μαφιόζους της Αμερικής κάπου στα 9 του. Ο μόνος λόγος που το έκανε είναι επειδή είναι γεννημένη ιδιοφυία. Ο εγκέφαλος του λειτουργεί σαν υπολογιστής. Θυμάται τα πάντα, είναι απίστευτος στο να υπολογίζει οτιδήποτε του δοθεί και το πιο τρομαχτικό επάνω του... είναι ο καλύτερος εγκληματίας.

Πέρα από αυτά, δεν ξέρει να κάνει τίποτα άλλο. Περνάει τον χρόνο του με το να διαβάζει τους φακέλους όλων των ανθρώπων που συναναστρέφομαι, ακόμη και στο βενζινάδικο, και στο τέλος υπολογίζει πόσες πιθανότητες υπάρχουν να θέλουν να μου κάνουν κακό. Αν και στην αρχή αυτή η μέθοδος μου φάνηκε γελοία, όταν άρχισε να σταματάει τον έναν ψυχάκια μετά τον άλλον από το να με πλησιάζουν με σκοπό να με τραυματίσουν ή να με απαγάγουν, ξεκίνησα να καταλαβαίνω ότι τελικά δεν είναι τόσο φυσιολογικός.

Στα 15 του βρέθηκε ύποπτος για τον θάνατο ενός φίλου του. Στον φάκελο του έλεγε ότι ήταν ψύχραιμος για κάποιον που μόλις είδε τον καλύτερο φίλο του νεκρό και στιγμές απλά χαμογέλαγε. Κατάφερε να βγει από το αστυνομικό τμήμα ελεύθερος επειδή είχε καλούς δικηγόρους που απέδειξαν ότι η έλλειψη στοιχείων που τον κάνουν ύποπτο, είναι μεγάλο πρόβλημα. Στα 17 μπήκε μέσα για 5 χρόνια ως ανήλικος συνεργός όλων των εγκλημάτων του τότε πατέρα του, από λογιστικές απάτες, σε διακίνηση παράνομων αντικείμενων και φόνο. Το γεγονός ότι βγήκε μετά από 4 χρόνια και ήταν υπό δικαστική επιτήρηση για άλλα 2, δείχνει το πόσο εγκληματική φύση έχει που κατάφερε να την γλυτώσει μόνο με τόσο.

Ένα χρόνο ενώ υπό επιτήρηση-με βάση τα λεγόμενα του-είδε τον τελευταίο λόγο της μαμάς στην τηλεόραση πριν περάσει την Προεδρία στον Jerry Collins, έτσι να βρίσκει νόημα στην ζωή του. Από τότε έκανε τα αδύνατα-δυνατά για να την πλησιάσει. Το ξύλο που έτρωγε από τους φρουρούς της κάθε φορά που νόμιζε ότι τους ξέφυγε, δεν συγκρίνεται με αυτό που του κάνω εγώ τώρα. Του πήρε δυο χρόνια να τον παρατηρήσει η μαμά και αυτό έγινε μόνο επειδή κατάφερε να με βρει μια φορά που με είχαν μαζέψει μεθυσμένο κάτι δημοσιογράφοι με την ελπίδα ότι θα τους πω τα μυστικά της οικογένειας σε αυτή την κατάσταση. Δεν του πήρε είκοσι λεπτά. Εννοείται πως η Πρόεδρος έμεινε εντυπωσιασμένη και τον πήρε στην ομάδα της.

Η αλήθεια είναι ότι ένα μυαλό σαν του Jake που λειτουργεί για να εξαπατά τους ανθρώπους και να είναι πάντα ένα βήμα μπροστά από τους άλλους, είναι χρήσιμο στο πλευρό μας. Πάντως δεν ξέρω αν η μαμά δεν έχει καταλάβει ότι αυτός την θέλει παράφορα όντως ή απλά παριστάνει ότι δεν το ξέρει για να μπορεί να τον εκμεταλλεύεται. Γνωρίζοντας το πόσο αφελής μπορεί να γίνει η μαμά, πιστεύω-δυστυχώς-ότι είναι το πρώτο. Ευτυχώς όλη της την ζωή πάντως αγαπούσε τον μπαμπά, κι ας είχαν τα θέματα τους κατά καιρούς, γι' αυτό δεν φοβάμαι ότι θα γίνει κάποιο κακό.

Πάντως άθελα μας, εγώ και ο μπαμπάς μισούμε τον Jake ισάξια. Το μοναδικό πράγμα που μας ενώνει πλέον.

Διώχνω τις σκέψεις μου για να σταματήσω να ασχολούμαι με αυτή την κινούμενη αηδία και γυρνάω να δω τι κάνει. Έχει λυγίσει τα γόνατα του και κάθεται έτσι ενώ δαγκώνει το νύχι του αντίχειρα του σκεφτικός. Κάτι υπολογίζει πάλι με το μυαλό του. Βασικά προσπαθεί να βάλει στην θέση του ό,τι πληροφορία του έχει ξεφύγει ενώ ήταν στην Washington για να καταλάβει το σχέδιο μου. Κοιτάει τους εργάτες που ρίχνουν το χώμα πίσω στον τάφο της Nina, έτσι να το κλείσουν για σήμερα και να φύγουν. Φρόντισα να τους πληρώσω δείπνο, ακόμη και στους φρουρούς μου, για τον κόπο και που άντεξαν τόσες ώρες εδώ.

Προσπερνάω τον Jake, εκείνος χωρίς να μου ρίχνει τα μάτια. Πλησιάζω τον Lucas και σταματάω στο πλευρό του, γυρισμένη την πλάτη στον τάφο της Nina ξανά. Αυτός ακόμη στέκεται ακίνητος με τα χέρια σταυρωμένα στο στήθος του, ανέκφραστος να κοιτάει το ίδιο θέαμα με τον Jake. Γελάω ελαφρώς και ακουμπώ το χέρι στον ώμο του, τα μάτια μου να εστιάζουν πέρα στον κύριο που καθαρίζει τους τάφους, ο οποίος πίνει τσάι, το χέρι του να τρέμει τόσο που επιλέγει να μην νοιαστεί που του χύνεται στο πλάι.

«Σε ευχαριστώ που ήρθες, παρόλο που δεν σου το ζήτησα», δηλώνω και βάζω τα χέρια στις τσέπες του μπουφάν μου. «Πως νιώθεις;»

«Συνειδητοποίησα ότι δεν σε γνωρίζω τόσο καλά όσο νόμιζα», λέει ο Lucas και τα λόγια του δεν το κρύβω ότι με ξαφνιάζουν. «Ξέρεις, πάντα νόμιζα ότι σε ήξερα καλύτερα από όλους, αλλά τελικά έκανα λάθος».

«Γιατί το λες αυτό;» παραμένω αμήχανος, εκείνος τόσο σοβαρός που με κάνει να ανησυχώ για λίγο.

«Ακόμη δεν μπορώ να καταλάβω γιατί αποφάσισες να κάνεις κάτι τέτοιο. Όσο προσπαθώ να καταλάβω, τόσο πιο πολύ συνειδητοποιώ τις τόσες φορές που έχεις κάνει πράγματα τα οποία δεν μπορώ ούτε τώρα να εξηγήσω», απαντά και στην φωνή του το καταλαβαίνω ότι δεν είναι τόσο καλά όσο δείχνει να είναι με το ανέκφραστο πρόσωπο του. «Alex, τελικά τι νομίζω ότι κάνω στο πλευρό σου-»

«Βλάκα», γελάω και χτυπάω το στήθος του απαλά με το πίσω μέρος του χεριού μου, το άλλο να το φέρνω στην μέση μου, «δεν χρειάζεται να με καταλαβαίνεις πάντα. Φίλοι είμαστε. Γνωριζόμαστε χρόνια, αλλά στιγμές είναι κατανοητό να μην μπορούμε να εξηγήσουμε τις πράξεις μας», σταυρώνω τα χέρια στο στήθος, το χαμόγελο στα χείλη μου. «Άνθρωποι είμαστε και παρασυρόμαστε από συναισθήματα, δεν συμφωνείς;»

«Γιατί, Alex, τώρα;» ρωτάει ξαφνικά και επιτέλους γυρνάει το σώμα του προς το μέρος μου. «Γιατί να ξεθάψεις την αδελφή σου όταν το ήξερες και ο ίδιος ότι είναι νεκρή; Εκείνο το βράδυ ήσουν εκεί», η φωνή του σπάει και γι' αυτό σταματάει να πάρει μια βαθιά ανάσα για να συνέλθει. «Αισθάνομαι τόσο βλάκας που δεν μπορώ να καταλάβω τον λόγο που έκανες κάτι τέτοιο».

Το σώμα του Lucas είναι τσιτωμένο. Κατεβάζω τα μάτια και βλέπω πόσο έχει σφίξει τα χέρια του σε γροθιές. Το χαμόγελο μου εξαφανίζεται. Τελικά τον πλήγωσα περισσότερο απ' ότι περίμενα. Πίσω από εκείνα τα γυαλιά, τα μάτια του να καθρεπτίζουν την ανησυχία και τον φόβο μέσα στην ψυχή του. Σπάνια εκδηλώνει αυτά τα συναισθήματα, εφόσον πάντα ήταν ο συγκροτημένος από τους δυο μας. Εγώ θα ήμουν εκείνος που θα μέθαγα από την θλίψη, θα γέλαγα δυνατά ή θα χοροπήδαγα πέρα-δώθε από την χαρά μου. Ο Lucas πάντα θα συγκρατούσε ό,τι συναίσθημα είχε και θα το εκδήλωνε ύστερα με έναν πολύ αξιοπρεπέστατο τρόπο.

«Υπάρχουν στιγμές που ούτε εγώ σε καταλαβαίνω, Lucas», λέω κάπως θλιμμένος και κατεβάζω το κεφάλι μου. «Γιατί δεν μου μίλησες ποτέ για την Nina; Γιατί δεν με βρήκες να μου πεις την αλήθεια και επέλεξες να πας στο Brentwood; Γιατί δεν μου είπες για την Brittany;» Σηκώνω το βλέμμα μου να τον δω απογοητευμένος. «Γιατί δεν μου είπες ότι αυτή που με κυνηγάει προσπαθεί να μιμηθεί την Nina;» Σφραγίζει τα χείλη του και κοιτάει αλλού, σίγουρα έχοντας τύψεις. «Ποτέ μου δεν έχω καταλάβει γιατί επέλεξες να είσαι φίλος μου όταν η ζωή σου γύρω μου είναι μίζερη, όμως σε χρειαζόμουν τόσο που επέλεξα να κάνω πως δεν το καταλαβαίνω».

«Δεν είναι η ζωή μου μίζερη εξαιτίας σου-»

«Το ξέρω-»

«Τίποτα δεν ξέρεις, Alex», με διακόπτει νευριασμένος. «Η ζωή μου είναι μίζερη επειδή πληρώνω το τίμημα που σκότωσα την αδελφή σου, όχι επειδή μου την κάνεις εσύ. Πήγα στο Brentwood γιατί δεν άξιζα να βγω στην κοινωνία ως ένας δολοφόνος, όχι επειδή σε απέφευγα». Ο Lucas κάνει ένα βήμα κοντά μου, το πρόσωπο του μια παλάμη μακριά από το δικό μου. «Φρόντισα να μην μάθεις για την Ιταλία, επειδή δεν θέλω να σου επιτρέψω να γίνεις σαν εμένα». Κάνει πίσω και κοιτάει αλλού, αμέσως να κρύβει τις γροθιές του μέσα στο μαύρο του μπουφάν. «Πόσο θέλω να σου δώσω μια μπουνιά όταν επιλέγεις να αγνοήσεις ότι είμαι εγώ ο λόγος που έθαψες την Nina».

Παραμένω σιωπηλός. Τα λόγια του με ενόχλησαν περισσότερο απ' ότι νόμιζα ότι θα το κάνουν. Ναι, πριν καιρό δεν είχα την καρδιά να τον συγχωρέσω πλήρως, αλλά όταν μπήκε η Angel στην ζωή μου, έμαθα να αγαπώ τα πάντα στους ανθρώπους που νοιάζομαι. Δεν αναιρεί τα λάθη που έκανε ο Lucas, όμως δεν είμαι καλύτερος από εκείνον που παράτησα την αδελφή μου και την άφησα να πληγώνει όποιον θέλει με τον εγωισμό της. Δεν με καταλαβαίνει; Ούτε εγώ λοιπόν μπορώ να τον καταλάβω καμιά φορά.

«Τι θες να κάνω, Lucas;» κατεβάζω το κεφάλι και κοιτάω το τσιμέντο κάτω από τα πόδια μου, τα μάτια μου βουρκωμένα και η φωνή μου απαλή. «Θες μια ζωή να την κλαίω; Δεν μπορώ άλλο να ζω με το βάρος του θανάτου της στην ψυχή μου όπως κάνεις εσύ. Έχασα την Angel μια φορά εξαιτίας αυτού, οπότε δεν είμαι πρόθυμος να κάνω τα ίδια λάθη. Θέλω να ευτυχίσω επιτέλους. Καλό θα ήταν να κάνεις κι εσύ το ίδιο με την Brittany».

«Δεν μπορείς να καταλάβεις-»

«Θέλω, Lucas! Θέλω να καταλάβω τι τρέχει μαζί σου, όμως ποτέ δεν μου λες. Πως θες να ξέρω τι σε βασανίζει αν απλά με κοιτάς απογοητευμένος και μου κρύβεις την αλήθεια;» πετάγομαι να του πω τσαντισμένος και δεν με νοιάζει που οι φωνές μου κάνουν τους εργάτες να μας ρίξουν τα μάτια φευγαλέα. «Σε παρακαλώ, μην με απογοητεύεις με λόγια που ξέρεις ότι δεν αληθεύουν, αδελφέ».

«Δεν μπορείς να καταλάβεις», επαναλαμβάνει πιο ήρεμος, σαν να αγνόησε πλήρως αυτό που είπα μόλις, «ότι έχω ζήσει κι εγώ τον εφιάλτη του να με πνίγουν τα δεσμά μιας γυναίκας. Ξεχνάς ότι τα ψέματα της Nina έβαψαν τα χέρια μου με το αίμα της χωρίς να το θέλω;» Σουφρώνω τα φρύδια και σφίγγω το σαγόνι μου, η καρδιά μου ξαφνικά να βαραίνει στο στήθος μου. «Εκείνο το βράδυ», καθαρίζει το δάκρυ πριν προλάβει να γλιστρήσει στο μάγουλο του, «η Nina γύρισε το τιμόνι με την ελπίδα ότι στην επόμενη ζωή θα ευτυχίσουμε μαζί», βγάζει τα γυαλιά και με τα μανίκια του τρίβει τα μάτια του. «Αλήθεια, ελπίζω στην επόμενη ζωή μου να την αγαπήσω για να βρει κι εκείνη την ευτυχία που έψαχνε, όμως σε αυτήν, θα την σιχαίνομαι μέχρι την τελευταία μου πνοή».

Στέκομαι παγωμένος στην θέση μου. Δεν περίμενα να πει κάτι τέτοιο. Φαίνεται τόσο πληγωμένος και απογοητευμένος, όμως όχι με εμένα. Με τον εαυτό του. Μετά από τόσα χρόνια στο πλευρό του, αισθάνομαι ότι πρώτη φορά με εμπιστεύεται να δω τι τρέχει μέσα στην καρδιά του. Ρίχνει τα μάτια στο χώμα που έχει καλύψει ήδη τον μισό τάφο της Nina και τρίβει την μύτη με το μανίκι του μπουφάν του, τώρα να βλέπω ξεκάθαρα τον πόνο στα γαλανά του μάτια. Γραπώνω το φούτερ πάνω από το στήθος μου και απλά τον κοιτάω, οι τύψεις να με κατατρώνε.

«Ξέρεις ποτέ δεν μπόρεσα να έρθω στην κηδεία της, οπότε ανακουφίζομαι που μπόρεσα να την δω και να την αποχαιρετήσω ο ίδιος. Δεν συγκρίνεται με το να το κάνω απλά στο μυαλό μου», προσθέτει και ξαναφοράει τα γυαλιά, να καθαρίζει τον λαιμό του επίτηδες για να δείξει ότι είναι καλά και απλά ήταν λάθος του που δάκρυσε μπροστά μου. «Υποθέτω γι' αυτό δεν έχεις γυρίσει να δεις που την θάβουν. Δεν αντέχει η καρδιά σου δεύτερο αντίο. Για σένα τελείωσαν όλα όταν το έκανες την πρώτη φορά, όλα εξαιτίας μου-»

«Σταμάτα», ενοχλούμαι και γυρνάω το κεφάλι από την άλλη, κλείνοντας τα μάτια σφιχτά. «Σταμάτα να μιλάς με αυτόν τον τρόπο, Lucas. Ξέρεις ότι τα λόγια σου δεν αληθεύουν».

«Συγγνώμη, Alex, που για άλλη μια φορά δεν μπόρεσα να σε καταλάβω και να σε παρηγορήσω όταν το χρειαζόσουν-»

Αρπάζω τον Lucas από τον γιακά με τέτοια νεύρα που δεν μπορώ να ελέγξω τον εαυτό μου. Τον κοιτάω στα γυαλιά του με ένα δάκρυ να κυλάει στο μάγουλο μου. Ο εγωισμός του με πληγώνει. Πονάω εξαιτίας του για άλλη μια φορά στην ζωή μου. Το πρόσωπο του είναι πάλι μουδιασμένο σαν να μην αισθάνεται τίποτα που με καταστρέφει με αυτόν τον τρόπο... ξανά. Γιατί το παριστάνει σκληρός; Ξέρω ότι πονάει περισσότερο από εμένα και ξέρω ότι εγώ φταίω που δεν τον παρηγόρησα όταν το χρειαζόταν, αντί να το κάνει εκείνος για εμένα. Αυτός είναι μόνος, εγώ δεν ήμουν ποτέ μου.

Τον αφήνω ελεύθερο και πάνω στα νεύρα μου του ρίχνω μια μπουνιά, η οποία του σχίζει το κάτω χείλος. Κάνει δυο βήματα πιο πίσω και αμέσως δυο από τους φρουρούς μου με τραβάνε πίσω, γνωρίζοντας ότι δεν το έκανα επειδή το ήθελα, αλλά επειδή δεν μπορούσα να ελέγξω το μίσος που τρέφω για αυτήν την εγωιστική πλευρά του Lucas που με σπρώχνει μακριά του με την ιδέα ότι με προστατεύει. Σπρώχνω τους φρουρούς μακριά μου και αρπάζω τον Lucas ξανά από τον γιακά, η προσοχή όλων στραμμένη επάνω μας.

«Δεν θέλω ψυχολόγο, Lucas. Τον καλύτερο μου φίλο θέλω, τον αδελφό μου», δηλώνω και με την τελευταία λέξη δεν καταφέρνω να το αντέξω και ξεσπάω σε κλάματα. «Σε παρακαλώ, μην με αντιμετωπίζεις σαν να μου χρωστάς την ζωή σου. Δεν φταις εσύ, γι' αυτό άσε με να σε κρατήσω στο πλευρό μου».

Αφήνω το ρούχο του και με τα χέρια ακουμπισμένα στους ώμους του, φέρνω το μέτωπο μου στον θώρακα του. Δεν αντέχω όταν μου μιλάει σαν να σκοπεύει να με παρατήσει. Αν ήξερα ότι θα το έπαιρνε τόσο προσωπικά που επέλεξα να χρησιμοποιήσω την Nina για να βγάλω στην φόρα την γυναίκα που με κυνηγάει, θα προτιμούσα να κρατήσω το βάρος στην ψυχή μου και να τον έχω κοντά μου όπως πάντα. Μήπως όμως αυτό το «για πάντα» ήταν μια ελπίδα που κράταγα ζωντανή μέσα μου γιατί φοβόμουν ότι θα ερχόμασταν σε αυτό το σημείο;

«Απάντα μου, Alex Henderson», λέει με σταθερό τόνο φωνής, βγάζοντας τα χέρια μου από πάνω του απότομα, εγώ να σηκώνω αμέσως τα δακρυσμένα μάτια μου να τον αντικρίσω. «Πιστεύεις ότι μπορείς να κρατήσεις στο πλευρό σου έναν άνθρωπο που σου είπε ψέματα, που σου στέρησε την αδελφή σου και που δεν λυπάται καθόλου που δεν την αγάπησε ποτέ του;» Σφραγίζω τα χείλη μου. «Δεν μπορώ να καταλάβω γιατί ακόμη με λυπάσαι και νομίζεις ότι μπορώ να είμαι στο πλευρό σου ενώ για πάντα θα είμαι στην σκιά σου». Πρώτη φορά τον ακούω τόσο τσαντισμένο, άθελα του να έχει ανεβάσει τον τόνο φωνής του. Καθαρίζει το αίμα στα χείλη του και τον καταλαβαίνω που με κοιτάει μέσα από τα μαύρα του γυαλιά. «Πότε θα καταλάβεις ότι δεν έχω την δύναμη σου να αντιμετωπίζω τις καταστάσεις όπως αυτήν. Λυπάμαι που ελπίζεις-»

«Φύγε», γρυλίζω και σφίγγω τις γροθιές μου τόσο που νιώθω τα νύχια μου να βουτάνε μέσα στην παλάμη μου. «Φύγε αμέσως τώρα. Δεν μιλάς μόνο μπροστά μου», τον κοιτάω με σφιγμένο σαγόνι, «αλλά και στον άνθρωπο που σκότωσες». Τον αρπάζω από την μπλούζα και τον σπρώχνω παραπέρα, εκείνος σαστισμένος να πιάνει τα γυαλιά του που πέφτουν από τα μάτια του. «Φύγε πριν φτάσεις τα όρια μου και με κάνεις να μετανιώσω τα λόγια και τις πράξεις μου, Lucas Bennett».

Σιωπή. Παρατηρώ πρώτη φορά την απελπισία στα μάτια του και αλήθεια με απογοητεύει, γι' αυτό σηκώνω το κεφάλι και τον κοιτάω ενώ καθαρίζω τα δακρυσμένα μάτια μου. Ναι, με πονάει και θέλω να κλάψω, όμως δεν θα τον αφήσω να νομίζει ότι με αυτή την συμπεριφορά του μου κάνει χάρη. Του το επέτρεψα μια φορά όταν έγινε ό,τι έγινε με την Addie, αλλά το έχω παίξει το παιχνίδι του, έτσι ξέρω καλά που μου βάζει παγίδες. Όταν πλησιάζω την καρδιά του, αμέσως βάζει εκείνο το τείχος μπροστά και με πετάει έξω για να μην πληγωθώ. Φτάνει όμως. Φτάνει να μου φέρεται σαν να είναι υπηρέτης μου.

«Δεν έχεις τον ίδιο Alex απέναντι σου πλέον. Σου είπα ότι άλλαξα για την γυναίκα που αγαπώ, γι' αυτό δεν θα σου επιτρέψω να με διώξεις με αυτόν τον τρόπο ξανά», του λέω και τείνω το χέρι στον έναν φρουρό που με άρπαξε πριν, εκείνος αμέσως να μου δίνει ένα μαντήλι για να καθαρίσω τα βρεγμένα μάγουλα μου. «Γι' αυτό», του ρίχνω το κενό μου βλέμμα, «εξαφανίσου από μπροστά μου».

Το καταλαβαίνει ότι δεν αστειεύομαι. Τι νόμιζε; Ότι θα του επέτρεπα για άλλη μια φορά να με παρατήσει και να με πληγώσει, όπως έκανε τόσες φορές στην ζωή του; Με προστατεύει αυτό το κάθαρμα από τι; Τον εαυτό του; Με αυτά τα χάλια που έχει, ούτε μια μύγα δεν μπορεί να κλονίσει. Δολοφόνος ένας δειλός σαν αυτόν; Με κάνει να γελάω μπροστά στην αδελφή μου που θάβεται εδώ για δεύτερη φορά και δεν θέλω να νομίζει ότι ευχαριστιέμαι να παίζω μαζί της έτσι.

«Πω, πω», σφυρίζει ο Jake και χτυπάει το χέρι στον ώμο του Lucas, με αυτόν τον τρόπο να τον συνεφέρνει, το πονηρό του βλέμμα επάνω μου. «Χωρίσατε πάλι;» Ο Jake χαϊδεύει το μάγουλο του Lucas με το δάχτυλο του, ο άλλος απλά να καθαρίζει τον λαιμό του ενώ φοράει τα γυαλιά του ξανά. «Γιατί έχεις κόκκινα μάτια, Lucas; Μην κλαις. Το πολύ ο Alex να σε πάρει αύριο να βγείτε για μπύρες. Δεν σε απατάει με κανέναν, πέρα από εκείνην την βυζαρού-»

«Βυζαρού;» μουρμουρίζω ξανά μπερδεμένος και με το που γυρνάω το σώμα προς το μέρος του, βάζει τον Lucas αμέσως μπροστά.

«Πλάκα κάνω, Alex-όχι, όχι, εννοώ, κύριε Henderson», πετάγεται αμέσως ο θρασύτητος.

«Άσε με», ξεφυσά ο Lucas και βγάζει τα χέρια του Jake από πάνω του εκνευρισμένος. Γυρνάει προς το μέρος του και τον σπρώχνει πιο πέρα, σαν να του κρατάει άχτι για κάτι. «Δεν είμαι σαν εσένα».

Ο Lucas το αφήνει με τόσο. Πέφτει επίτηδες στον ώμο του Jake και τον προσπερνάει, ο άλλος να γελάει ελαφρώς σαν τον ψυχοπαθή που είναι. Κάνω νόημα με το φρύδι στον φρουρό που μου έδωσε το μαντήλι του να πάει πίσω από τον Lucas. Ξέρω ότι είναι ασταθής συναισθηματικά να κάνει το οτιδήποτε. Από εδώ το βλέπω πως τρέμουν τα χέρια του. Ο φρουρός λυγίζει ελαφρώς μπροστά και φεύγει στο δεύτερο. Ρίχνω το τσαντισμένο βλέμμα στους εργάτες που είχαν σταματήσει την δουλειά τους για να ακούσουν καλύτερα. Αμέσως ξεκινούν δουλειά με κατεβασμένα κεφάλια, αφήνοντας εμένα και τον Jake αντιμέτωπους.

«Μην μου πεις, ψυχάκια, ότι έχεις τολμήσει να συγκρίνεις τον εαυτό σου με τον Lucas», γελάω όλο ειρωνεία, ξεσπώντας έτσι τα νεύρα μου.

«Δεν σύγκρινα ποτέ κανέναν με κανέναν, αγαπητέ μελλοντικέ μου γιε», χαχανίζει ο Jake καλοδιάθετος και παίζει με μια ψεύτικη γαρδένια που κρατά στο χέρι του. «Ο καθένας καταλαβαίνει ό,τι θέλει-»

Πατάω με την φτέρνα μου το πόδι του και την στιγμή που λυγίζει από τον πόνο, με το γόνατο χτυπάω το στομάχι του και τον ρίχνω κάτω. Πριν προλάβει να κουνηθεί, φέρνω το παπούτσι στον λαιμό του και τον πατάω. Ο Jake ξεκινά να γελάει, παρόλο που ζορίζεται να αναπνεύσει. Τα μάτια του ξαφνικά γουρλώνουν και με κάνει να τον δω ερωτηματικά.

«Όσο σε βλέπω», προσπαθεί να πει με τα χίλια ζόρια, «τόσο μου θυμίζεις την μαμά σου», γελάει επίτηδες ενώ του πατώ τον λαιμό άλλο λίγο, «και μου αρέσεις. Αχ, πάτα με... όσο θες...»

«Άκου εδώ», αηδιάζω ενώ προσπαθεί να ξεφύγει τόσο που τον πατάω, το μάτι μου να κάνει 'τικ'. «Μην ξεχνάς ότι δουλεύεις για μένα και όχι για εκείνους τους εγκληματίες, των οποίων έκανες όλες τις βρωμοδουλειές. Θα με σέβεσαι και θα προσέχεις τα λόγια σου όταν μου μιλάς, αλλιώς θα φροντίσω να σε βάλω σε μια τρύπα που δεν θα σε βρει κανείς ποτέ ξανά. Κατάλαβες;»

Βγάζω το πόδι από τον λαιμό του και ξεκινά να βήχει μανιωδώς, το πρόσωπο του κόκκινο. Του ξεφεύγουν κάτι γελάκια που και που, ενώ σηκώνει το σώμα για να είναι καθιστός. Μου ρίχνει τα μάτια και ούτε εγώ λέω να τα βγάλω από πάνω του για όσο συνέρχεται, τα δικά μου γεμάτο μίσος και νεύρα, ο Lucas να ευθύνεται για την κακή μου διάθεση, αν όχι η Jolyne, η Angel, ο μπαμπάς της Angel και ό,τι άλλο πάει στραβά στην ζωή μου τελευταία. Τα μάγουλα του κοκκινίζουν και το φρύδι μου κάνει 'τικ'. Φέρνω το παπούτσι στο πρόσωπο του και το κρατάω εκεί, εκείνος να με βλέπει με το δεξί του μάτι και ένα χαμόγελο.

«Μάλιστα, αφεντικό», απαντά και διακρίνω την ειλικρίνεια στα λόγια του, γι' αυτό χαλαρώνω, δίχως να βγάλω το παπούτσι από το πρόσωπο του. «Δεν θα ήθελα να σε στεναχωρήσω με κάποιον τρόπο, γι' αυτό», μου τείνει την γαρδένια που κράταγε πριν, το χαμόγελο του να μεγαλώνει, «ορίστε αυτό το δωράκι που άφησε η αδελφή σου».

Σουφρώνω τα φρύδια και το παίρνω από το χέρι του. Το παρατηρώ καλά. Είναι μια πλαστική λευκή γαρδένια λερωμένη με χώμα. Κοιτάω τους εργάτες που έχουν ήδη καλύψει τον τάφο της Nina και αρχίζω να συνειδητοποιώ τι έψαχνε με τα μάτια του αυτός ο ψυχάκιας. Τον σπρώχνω με το πόδι πίσω και τον προσπερνάω με μια αηδία, εκείνος να δαγκώνει το κάτω χείλος του με ενθουσιασμό, σαν να του άρεσε που του συμπεριφέρθηκα σαν σκουπίδι. Στέκομαι μπροστά από το μάρμαρο στον τάφο της Nina και ασυνείδητα τσαλακώνω την γαρδένια στην γροθιά μου.

«Ώστε είσαι εδώ;» αναρωτιέμαι με τον εαυτό μου και κοιτάω δεξιά-αριστερά, αλλά δεν βλέπω κάτι ύποπτο.

Πετάω την γαρδένια στο πάτωμα και την πατάω με το πόδι. Το θράσος που είχε να έρθει να δει την αδελφή μου και να της αφήσει ψεύτικο λουλούδι είναι απίστευτο. Την συγχωρώ για την ψύχωση της μαζί μου, αλλά το να μπλέκει με την Nina, τον Lucas, τον Gavin, αυτά δεν μπορώ να τα αγνοήσω. Θα την καταστρέψω. Θα την κάνω να καταλάβει ότι έμπλεξε με τον λάθος άνθρωπο. Έχει ξεπεράσει τα όρια και μου έχει εξαντλήσει την υπομονή, οπότε θα φροντίσω να αντεπιτεθώ με τέτοιον τρόπο ώστε να το καταλάβει.

«Βγες έξω, ποντίκι. Δείξε μου», κοιτάω την είσοδο, όπου νιώθω κάποιον να με βλέπει με εμμονή, αμέσως μια μαύρη σκιά να εξαφανίζεται, «το κεφάλι σου», χαμογελώ ευχαριστημένος.

~•~

Κοιτάω τον σκοτεινό ουρανό και φέρνω τα χέρια, τα οποία έχω μέσα στην τσέπη του μπουφάν μου, πιο κοντά για να μείνω ζεστά. Έχω να πάω σπίτι πάνω από δώδεκα ώρες και έχω απενεργοποιήσει το τηλέφωνο μου, οπότε σίγουρα όλοι θα έχουν ανησυχήσει για εμένα. Δεύτερη τους επιλογή θα είναι ο Lucas, οπότε τον κάνω εικόνα να απαντάει στα τόσα τηλέφωνα που θα τον παίρνουν για να μάθουν αν είμαστε μαζί ή έστω αν είμαι καλά. Παίρνω μια κοφτή βαθιά ανάσα.

«Δεν είναι μεγάλος μαλάκας ο Lucas;» ρωτάω την Nina και ξαφνικά βλέπω ένα αστέρι να πέφτει με τέτοια ταχύτητα, ίσα-ίσα που προλαβαίνω να το αντικρίσω. «Πάντα έτσι ήταν. Μαζεύει τόσα μέσα του που νομίζει ότι αν ξεχειλίσει, θα μας πληγώσει όλους. Τσκ, μαλάκας».

Ρίχνω τα μάτια στην ταφόπλακα της Nina και ζορίζω ένα χαμόγελο. Επιτέλους θα βρει την ηρεμία από 'δω και πέρα. Ήταν όσο να μου κάνει κι αυτήν την χάρη. Λυπάμαι που έπρεπε να έρθουν τα πράγματα ως εδώ και δεν μπόρεσα να το αποφύγω, αλλά είμαι σίγουρος ότι αυτή την φορά τα κατάφερα. Κοιτάω ξανά τον ουρανό. Είμαι τελείως μόνος μου. Ζήτησα από τον κύριο που προσέχει το νεκροταφείο να κάνει μια βόλτα για κάμποσες ώρες και να επιστρέψει λίγο μετά τα μεσάνυχτα. Εννοείται δεν έφερε αντίρρηση.

Κάθομαι στο μάρμαρο και ξεκουράζω λίγο τα πόδια μου. Κάνω κύκλους με τον σβέρκο να ξεπιαστώ και αφήνω τους ώμους μου ελεύθερους να πέσουν μπροστά. Ελπίζω η Angel να έχει φάει το μεσημεριανό που της είχα αφήσει στον φούρνο. Εύχομαι να είναι καλά και να μην έχει κλάψει με την απουσία μου ή που δεν της απαντάω το τηλέφωνο. Μου λείπει η αλήθεια είναι, αλλά κάθε φορά που ανακαλούμαι το χθεσινό βράδυ, ανατριχιάζω και τσιτώνομαι από πάνω μέχρι κάτω.

«Πρέπει να της κάνω σεξ εγώ απόψε για να καταλάβει την θέση της», σκέφτομαι φωναχτά και κλείνω για λίγο τα μάτια. «Είμαι πτώμα όμως. Δεν έχω φάει τίποτα πέρα από το πρωινό. Όχι ότι μπορώ μετά από αυτό που έγινε με τον Lucas. Σε αυτόν δεν μπορώ να του κάνω σεξ για να καταλάβει την θέση του, όμως ελπίζω να το έκανε με αυτά που του είπα», ακουμπώ τα χέρια πίσω στο μάρμαρο και απλώνω τα πόδια, τα μάτια μου να χαζεύουν τον ουρανό. «Ευτυχώς αυτός στροφάρει με λόγια, όχι σαν την Angel».

Γελάω με τον εαυτό μου. Παρόλο που ξέρω ότι η Angel είναι τρελή και άλλες φορές-λόγια της μαμάς μου αυτά-τοξική, πάλι την αγαπώ. Θεωρώ ότι αυθορμητικότητα που έχει ως άνθρωπος, μου κάνει καλό. Με ξυπνάει όταν κοντεύω να πέσω για ύπνο στην ζωή μου. Λατρεύω και το πώς υποκύπτει στα χέρια μου, με αυτές τις λάγνες εκφράσεις που έχει όταν απολαμβάνει τον τρόπο που την αγγίζω. Είναι υπέροχη με τον δικό της μοναδικό τρόπο, ακόμη και όταν με στεναχωρεί που και που με τον εγωισμό της. Ελπίζω να το καταλάβει πριν να είναι ξανά αργά.

«Δεν θέλω να την χάσω», μου ξεφεύγει την στιγμή που αναστενάζω και κοιτάω τον ουρανό ανήσυχος.

Βρίσκομαι σε αναμμένα κάρβουνα και το μόνο που θέλω είναι να με καταλάβουν οι άλλοι γύρω μου ότι δεν μου επιτρέπεται να είμαι τόσο ο εαυτός μου. Πρέπει να είμαι σκληρός και άτρωτος αν θέλω να μείνω ζωντανός, όπως και όλοι οι άνθρωποι που αγαπώ γύρω μου. Κατεβάζω το κεφάλι και ξεφυσάω για πολλοστή φορά. Φοβάμαι αρκετά ο ίδιος, γι' αυτό και ζήτησα στην Angel να με κάνει ό,τι θέλει. Ήλπιζα να νιώσω αγάπη, αλλά όχι. Μετά περίμενα από τον Lucas να κάνει λίγη υπομονή, όμως πάλι θέλησε να με διώξει με τον φόβο ότι θα με πληγώσει.

Σηκώνομαι όρθιος. Βλέπω πως η ώρα κοντεύει μεσάνυχτα. Μπορεί να έπεσα έξω. Μπορεί να μην επισκεφθεί την Nina απόψε. Είμαι κουρασμένος όμως και δεν έχω φάει, να κρυώνω τόση ώρα που περιμένω μόνος σε αυτό το άδειο, δίχως φως νεκροταφείο. Κοιτάω τον τάφο της Nina και χαμογελώ. Κλείνω τα μάτια για λίγο και χαλαρώνω το σώμα μου. Την σκέφτομαι πόσο όμορφη και γλυκιά ήταν όταν χαμογέλαγε και κάνω το ίδιο ασυνείδητα.

«Σε αγαπώ, αδελφούλα. Ό,τι και να έχεις πει ή κάνει, δεν αναιρεί την αγάπη μου για σένα», μουρμουρίζω με κατεβασμένο το κεφάλι και τα μάτια κλειστά για όσο την κάνω εικόνα να τρέχει σε έναν όμορφο κήπο, το αγαπημένο της μέρος. «Σε όλες μου τις ζωές, θα σε αγαπώ και θα σε προστατεύω».

Ένα γελάκι κάνει ένα ρίγος να κυλίσει από τον σβέρκο μέχρι κάτω στην σπονδυλική μου στήλη. Ανοίγω τα μάτια, το σώμα μου τσιτωμένο. Μένουν ορθάνοιχτα, εστιασμένα στις φρέσκες γαρδένιες που άφησα πάνω στο χώμα. Η καρδιά μου χτυπά σαν τρελή και είναι περισσότερο από τον ενθουσιασμό, παρά από το άγχος. Σηκώνω το βλέμμα μου αργά και την βλέπω καθισμένη πάνω στην ταφόπλακα της Nina, το ένα πόδι πάνω από το άλλο. Ούτε που την άκουσα να με προσπερνά, βασικά ούτε που ένιωσα την παρουσία της. Έτσι εξηγούνται πολλά. Χαμογελώ.

«Μα τι γλυκό», σχολιάζει, η φωνή της απαλή και ήρεμη, σαν γλυκιά μελωδία που την παρέσυρε ο αέρας μέχρι τα αυτιά μου. «Πάντα τόσο ευγενικός», κατεβάζει το κεφάλι ελαφρώς και με κοιτά με την άκρη του μαύρου ματιού της, «Alexander Timothy Henderson».

«Μην με κολακεύεις. Μπορεί τελικά να σε ερωτευτώ», λέω και νιώθω την ένταση μεταξύ μας να μεγαλώνει.

Είναι ίδια η Nina.

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top