•Alex. Alex. Alex. Alex. Alexander. Alex. Alex. Alexander. Alexander•
Alex's POV
Το Σαββατιάτικο πρωί μου ξεκινάει πάντα πολύ χαλαρά-
«Alex. Alex. Alex. Alex. Alexander. Alex. Alex. Alexander. Alexander».
Παρόλο που βλέπει ότι ξεκάθαρα τον αγνοώ, επιμένει. Γυρνάω την σελίδα του βιβλίου περί αρχιτεκτονικής στην αρχαία Ιταλία και χαζεύω τις εικόνες, τα μάτια μου να σκανάρουν στα γρήγορα τις περιγραφές στις λεζάντες τους. Κατεβάζω ελαφρώς το βιβλίο για να δω μήπως και πνίγηκε τόσες φορές που με φωνάζει, αλλά αντιθέτως έρχομαι αντιμέτωπος με το βλέμμα του.
«Τι θες-» κάνω μια παύση για να τσεκάρω την ώρα και βλέπω πως έχει πάει εννιά παρά είκοσι το πρωί, «-τέτοια ώρα πρωί-πρωί;» ρωτάω κουρασμένα και ρίχνω τα μάτια μου ξανά στο βιβλίο.
«Πίστεψε με εσύ είσαι το φρικιό εδώ που διαβάζεις βιβλία για ιταλικά σπίτια τέτοια ώρα», αντιλέγει και ξαπλώνει πίσω στον καναπέ χαλαρός που επιτέλους του έδωσα σημασία.
«Τι θες, Gavin, και μου σπας τα νεύρα;» ρωτάω και κλείνω το βιβλίο, γιατί άμα συνεχίσει έτσι δεν θα καταφέρω να θυμάμαι κάτι στο τέλος.
«Σε θέλει η Sophia. Κάτι έχει πάθει από χθες το βράδυ και σήμερα ξύπνησε τέτοια ώρα με εμετούς. Με έπρηξε να φωνάξω εσένα», απαντά ο Gavin και αφού βάλει το ένα χέρι πίσω από το κεφάλι του σαν μαξιλάρι, κλείνει τα μάτια.
Αφήνω το βιβλίο στο τραπεζάκι δίπλα και φέρνω το φλιτζάνι καφέ για να πιω μια γουλιά. Επιλέγω να αγνοήσω τα ειρωνικά σχόλια του Gavin κάθε πρωί που με βρίσκει να διαβάζω βιβλίο στο σαλόνι και απλά να πάω να δω τι με χρειάζεται η Sophia. Η αλήθεια είναι ότι έχω συνηθίσει να ζητάει εμένα κάθε φορά που δεν αντέχει άλλο με κάτι, στην προκειμένη περίπτωση τους εμετούς και την αλλεργία.
Τελειώνω τον καφέ πριν σηκωθώ να φτάσω στον άλλον πονοκέφαλο-όσο και να την αγαπώ, υπάρχουν στιγμές που απλά είναι μια δεύτερη Brittany στο σπίτι μου. Ισορροπώ το φλιτζάνι στο μέτωπο του Gavin, που φαίνεται να έχει αποκοιμηθεί ήδη, και περπατώ με αργά βήματα προς τον δεύτερο όροφο, όπου ξέρω ότι με περιμένει η Sophia άλλο ένα πρωί, κρυμμένη πίσω από την πόρτα της τουαλέτας σαν να την έχω βάλει τιμωρία.
Η αλήθεια είναι ότι έχω συνηθίσει τα πρωινά Σαββάτου να πηγαίνουν κάπως έτσι. Πάντα κοιμάμαι νωρίς Παρασκευή και ξυπνάω από μόνος μου νωρίς, εφόσον μόνο τώρα τα βρίσκω όλα ήρεμα. Μετά έχω τον Gavin να πίνει τον καφέ του μαζί μου, μόνο που εκείνος πηγαίνει καπάκι για ύπνο, έχοντας με ενοχλήσει τόσο που κοντεύω να σπάσω το φλιτζάνι με το χέρι μου. Όπως ανέφερα, ένα τελείως κανονικό Σάββατο.
Πλησιάζω την πόρτα του μπάνιου δίπλα από το δωμάτιο της Sophia και χτυπάω την πόρτα. Εκείνη ανοίγει και το χέρι της με τραβάει απότομα μέσα, αφού σιγουρευτεί ότι είμαι εγώ και μάλλον όχι ο Gavin. Αφού με σπρώξει μέσα, κλειδώνει πίσω της και εγώ απλά ακουμπώ το ένα χέρι στον νεροχύτη και το άλλο στην μέση, το βλέμμα μου ανυπόμονο και αρκετά ενοχλημένο που με διέκοψαν από το διάβασμα μου την καλύτερη ώρα της ημέρας.
«Θες να τον χωρίσεις πάλι;» ρωτάω το αυτονόητο, εφόσον αυτή την συμπεριφορά την εκδηλώνει κάθε φορά που "πνίγεται" από την σχέση τους.
«Τι;» ξαφνιάζεται και τυλίγει καλύτερα το μπουρνούζι της για να καλύψει το νυχτικό. «Από πού σου ήρθε αυτό;»
«Ναι, απορώ από πού», ειρωνεύομαι και παριστάνω ότι σκέφτομαι με το να φέρνω το χέρι στο πιγούνι μου, τρίβοντας το απαλά με τα δάχτυλα.
«Σκάσε, Alex», ενοχλείται και το βλέπω στα μάγουλα της ότι ροδοκοκκινίζει εφόσον ξέρει πολύ καλά ότι εξαιτίας των ανασφαλειών της αυτή η σχέση είναι καταστροφική.
Μου δίνει μια παιχνιδιάρικη γροθιά στο στήθος και παίρνω μια βαθιά ανάσα. Της δίνω τον χρόνο να σκεφτεί πως θα θέσει αυτό που θέλει να μου πει και απλά σταυρώνω τα χέρια στο στήθος μου και στηρίζομαι πίσω στην μαρμάρινη επιφάνεια του νεροχύτη, όσο εκείνη κοιτά τον εαυτό της στον καθρέπτη.
«Alex, έκανα ένα μεγάλο λάθος πίσω από την πλάτη του Gavin», λέει η Sophia και αυτό τραβάει την προσοχή μου.
Αυτό και αν είναι κάτι που δεν ακούω συχνά να λέει η αδελφή μου. Πριν καν σιγουρευτεί ότι θέλει να μου το πει, έτσι που δαγκώνει τα χείλη της και παίζει με τα δάχτυλα της, αρχίζω να δημιουργώ σενάρια με το τι να περιμένω. Αν και δεν θέλω να το πιστέψω, η Sophia πήγε με άλλον; Στο παρελθόν έχει κάνει αρκετές προσπάθειες με το να ξεχάσει τον Gavin-ή να τον μιμηθεί-με το να πηγαίνει με άλλους ή να κάνει σχέσεις που έληγαν μετά από κάτι μήνες. Πέρα από αυτό, είμαι σίγουρος ότι τίποτα άλλο δεν θα ενοχλούσε τον Gavin.
«Δεν θέλω να του λέω άλλο ψέματα και δεν αντέχω να τον έχω συνέχεια τριγύρω, ανίκανη να του το πω».
Η Sophia κρύβει το πρόσωπο με τις παλάμες της και φαίνεται ότι όντως ανησυχεί για ό,τι συμβαίνει. Αρχίζω να το παίρνω περισσότερο στα σοβαρά, γι' αυτό φέρνω τα χέρια μου στα μπράτσα της και την κάνω να νιώσει λίγο καλύτερα, έτσι ώστε να μου πει τι στ' αλήθεια τρέχει, να ξέρω κι εγώ πώς να την βοηθήσω. Αναστενάζει και χωρίς να την παροτρύνω εγώ, χώνεται στην αγκαλιά μου και απλά την παρηγορώ με αυτόν τον τρόπο.
Μάλλον το σύμπαν συνωμοτεί να μου καταστρέφει την ζωή, ξεκινώντας με το να μου σπαταλάει τις καλύτερες ώρες.
«Σου το ορκίζομαι ότι άμα φταίει έστω και λίγο εκείνος, θα φροντίσω ο ίδιος να γίνει αχτύπητο δίδυμο με τον Nate-» λέω για όσο της χαϊδεύω την πλάτη με ένα χαμόγελο που δείχνει πόσο ενοχλημένος είμαι, «-στο νοσοκομείο».
«Alex, για όνομα του Θεού, δεν έχει κάνει τίποτα ο άνθρωπος παρά να είναι το πιο γλυκό αγόρι που έχω γνωρίσει. Πάντα μου φτιάχνει καφέ, μου δίνει ένα φιλάκι, με παίρνει τηλέφωνο, με αγκαλιάζει, μου κάνει τα ωραία στο-»
«Sophia, μην. Να μου λείπουν οι αηδιαστικές λεπτομέρειες που έχουν να κάνουν με το κατοικίδιο σου», την διακόπτω πριν δημιουργήσει εφιάλτες στον εγκέφαλο μου.
Δεν μου φτάνουν τα προβλήματα μου, το τελευταίο που θέλω είναι κι αυτό.
«Μην τον λες κατοικίδιο, Alex. Τώρα απλά είσαι κακός», παραπονιέται η Sophia και ένα πράγμα που έχω μάθει για αυτήν τόσα χρόνια είναι ότι της αρέσει να πιάνεται σε λεπτομέρειες για να ξεφύγει το πραγματικό πρόβλημα.
«Για πες τι έγινε και με έχεις κλειδωμένο στην τουαλέτα. Τον απάτησες;» μπαίνω στο ψητό, εφόσον δεν έχω καθόλου όρεξη να προσπαθώ να την ψυχολογώ εννιά το πρωί.
Στέκομαι με μισόκλειστα μάτια και περιμένω τουλάχιστον να νιώσει αρκετά άνετα να μου μιλήσει. Κάνω ένα ελαφρό μασαζάκι στον αριστερό ώμο μου. Με όλα αυτά που σκέφτομαι και περνάω τελευταία νιώθω πολύ πιασμένος. Σπάνια κάνω γυμναστική αυτές τις μέρες. Ούτε που κρατάω το σώμα μου σε εγρήγορση· απλά κάθομαι, διαβάζω κάνα βιβλίο ή κάνω καμιά βόλτα με το αυτοκίνητο για να αποφύγω την ανάκριση των άλλων περί τι συνέβη με την Angel, άμα είμαι καλά και όλες τις σχετικές μαλακίες που πάνε πακέτο με αυτά.
«Alex, δεν είσαι ο εαυτός σου τελευταία», αλλάζει συζήτηση με το να την γυρνάει προς εμένα. «Μήπως φταίει που το λήξατε με την Angel;»
Στριφογυρνάω τα μάτια και ξεφυσάω βαριεστημένα. Άργησε να το αναφέρει κιόλας. Η αλήθεια να λέγεται όμως, περισσότερο με ενοχλεί που με έφερε εδώ να μου πει το πρόβλημα της και αντί αυτού, αρχίζει πάλι τα κηρύγματα για την ερωτική μου ζωή, σαν να μην μπορώ να ζήσω χωρίς εκείνην και είμαι στα πρόθυρα αυτοκτονίας.
«Sophia-»
«Σε ξέρω, μικρέ αδελφούλη, ότι είσαι πολύ πιο ευαίσθητος απ' ότι δείχνεις, γι' αυτό σταμάτα να μου κρύβεσαι-»
«Soph-»
«Άσε που αυτές τις μέρες είσαι τέρμα ξινός με τα πάντα, όλοι σε ενοχλούν, δεν κάθεσαι καθόλου σπίτι και στο σχολείο μου είπε η Brittany ότι με το ζόρι ανταλλάσεις επτά λέξεις με τους άλλους. Ξέρεις, οι άνθρωποι που σε αγαπάνε και σε νοιάζονται, ανησυχούν-»
«Sophia, μην μου πεις-»
«-για σένα, κάτι το οποίο είναι απολύτως φυσιολογικό. Εσύ, εκεί, με τον εγωισμό σου όμως, να μην θες να σε νοιάζεται κανείς. Δεν λες ποτέ τι σκέφτεσαι και απλά αφήνεις τους άλλους στον αέρα να υποθέτουν τα πάντα και να προσπαθούν να σε βοηθήσουν-»
«Ω, Θεέ μου-»
«Γιατί δεν μιλάς ποτέ, ρε Alex; Ξέρω ότι αφότου χάσαμε την Nina ήταν δύσκολα, αλλά έτσι αυτοκαταστρέφεσαι-», συνεχίζει να με αγνοεί παρόλο που προσπαθώ να την κάνω να σταματήσει.
«Είσαι έγκυος», δηλώνω και κόβει την πρόταση της απότομα.
Από την έκφραση του προσώπου της ξέρω πως δεν έχω πέσει έξω. Παίρνω μια βαθιά ανάσα και γυρνάω το σώμα μου προς το μέρος της, μπερδεμένος συναισθηματικά, εφόσον έκανε τον πιο σπαστικό πρόλογο, μέχρι που να μάθω κάτι τόσο ευχάριστο για εκείνην. Μόνο για εκείνην, γιατί ο Gavin το πολύ να αλλάξει σύμπαν.
«Δεν του το έχεις πει, ε;» την ρωτάω κατεβάζοντας τον τόνο της φωνής μου.
Η Sophia αποφεύγει να με κοιτάξει. Τα μάγουλα της κοκκινίζουν και φαίνεται ότι ντρέπεται που ούτε το θάρρος να το παραδεχτεί είχε. Τυλίγει καλύτερα το μπουρνούζι της και στέκεται με πρόσωπο στον καθρέπτη, με αυτόν τον τρόπο να αποφύγει το βλέμμα μου. Δεν την πιέζω να με κοιτάξει, αλλά με ένα απλό χαμόγελο περιμένω να αντιδράσει.
«Δεν έχω κάνει το τεστ. Φοβάμαι να το κάνω», παραδέχεται και μου ρίχνει στιγμιαία το βλέμμα με την άκρη του ματιού της. «Μου είχε πει ότι δεν θέλει ακόμη παιδιά, αλλά φοβάμαι ότι θα τον χάσω άμα δεν υπάρχει κάτι που να με κρατάει κοντά του».
Απογοητευμένος αρκετά με την λογική της αδελφής μου και που δεν το συζήτησε αυτό το ζήτημα μαζί μου νωρίτερα, την γυρνάω αργά να με κοιτάξει και ζορίζω ένα χαμόγελο παρηγοριάς. Όσο δύσκολο και να μου είναι να ασχολούμαι με τέτοια ζητήματα, δεν θα κάνω το ίδιο λάθος που έκανα με την Nina, με το να την αφήσω να το λύσει αυτό μόνη της. Παίρνω μια βαθιά ανάσα και ηρεμώ όλο μου το σώμα, για να φανώ όσο πιο γλυκός και καθησυχαστικός μπορώ.
«Έκανες λάθος που νόμιζες ότι αυτός ο βλάκας θα έμενε μαζί σου μόνο για ένα μωρό. Άμα δεν σε παράτησε την πρώτη, δεύτερη, τρίτη φορά-πραγματικά δεν έχω ιδέα πόσες άλλες-, γιατί να το κάνει τώρα που επιτέλους είστε κανονικό ζευγάρι; Έπρεπε να σεβαστείς την θέληση του να ζήσει τον έρωτα σας ελεύθερο άλλο λίγο», της λέω και με κοιτάει στα μάτια σαν να την μαλώνω, παρόλο που απλά προσπαθώ να ακουστώ η φωνή της λογικής. «Κάνε το τεστ πρώτα όμως και ό,τι και να βγει, φρόντισε να πας να το συζητήσεις μαζί του αυτό μετά. Ακόμη και μια καθυστέρα σαν αυτόν αξίζει εξηγήσεις».
Η Sophia αμέσως πέφτει στην αγκαλιά μου και ξεσπάει σε κλάματα. Παραμένω ανέκφραστος για όσο καθαρίζει τις μύξες και τα δάκρυα στην πεντακάθαρη μπλούζα μου, γιατί προφανώς και δεν είναι σε φάση να νοιαστεί τόσο για το πρόβλημα μου, που είναι ότι βαριέμαι να πάω να αλλάξω μπλούζα ύστερα, γιατί είχα βολευτεί και ζεσταθεί με αυτήν.
«Δεν ξέρω τι θα έκανα χωρίς εσένα, αδελφούλη μου», με σφίγγει περισσότερο στην αγκαλιά της. «Σε αγαπώ, σε αγαπώ, σε αγαπώ, σε αγαπώ-»
Βαριέμαι ήδη να ακούσω την συνέχεια, γι' αυτό στέκομαι βαριεστημένα μέχρι που να τελειώσει, ώστε να φύγω και να επιστρέψω στην θέση μου κάτω στο σαλόνι, όπου διάβαζα το βιβλίο αρχιτεκτονικής με κάτι υπέροχα κτήρια της Ιταλίας που κάποια στιγμή έχω στόχο να επισκεφτώ. Δεν είμαι για μυξοκλάματα και δράματα εικοσιπεντάχρονων, εγκυμοσύνες και σχέσεις που δεν ξέρουν ούτε οι επιστήμονες πως λειτουργούν.
Σπρώχνω την Sophia ελαφρώς από πάνω μου, χωρίς βέβαια να φανώ μεγάλος μαλάκας. Δεν είναι και οι καλύτερες μου μέρες αυτές για να δίνω την ψυχή μου στην Sophia, όσο και να την αγαπώ και να την νοιάζομαι. Τα πολλαπλά προβλήματα μου, ξεκινώντας από τα αγόρια του Brentwood που μου πουλάνε τσαμπουκά δυο μέρες τώρα και φτάνοντας μέχρι τον κύριο Carlson, την Angel και τον Lucas, μαζί με την Brittany που υπερπροσπαθεί να παραμείνει φίλη με την άλλη, δεν με βοηθάνε να έχω την υπομονή που περιμένει η Sophia από μένα.
«Πάω να φωνάξω τον Gavin να τα πείτε-»
«Που νομίζεις ότι πας, Alex;» με τραβάει πίσω η Sophia, την στιγμή που ήμουν έτοιμος να ξεκλειδώσω την πόρτα και να βγω έξω. «Ο λόγος που σου ζήτησα να έρθεις εξαρχής είναι άλλος».
Καθαρίζει τα δάκρυα συγκίνησης της με μια πετσετούλα, όσο εγώ παρατηρώ τους λεκέδες που άφησε στην μπλούζα μου. Κρατάω το πρόσωπο ανέκφραστο και σταυρώνω τα χέρια στο στήθος, χτυπώντας το πόδι κάτω ρυθμικά από την ανυπομονησία. Με κοιτάει αποφασιστικά τώρα που έβγαλε το βάρος από το στήθος της και ξέρω ότι θα με βάλει να κάνω κάποια δουλειά που σιχαίνομαι.
Πραγματικά τα παρατάω.
«Δεν έχω αγοράσει κάποιο τεστ ακόμη και δεν θέλω να πάω η ίδια να το πάρω. Θα κινήσω υποψίες έτσι. Θα πας εσύ», προτείνει και αμέσως το πρόσωπο μου χαλάει.
«Γιατί εγώ; Στείλε τον Gavin ή κάποιον από τους φρουρούς. Φαντάσου άμα κινήσεις εσύ υποψίες, πόσες άλλες εγώ που περιμένουν οι δημοσιογράφοι πως και πώς να μην είμαι το τέλειο αγόρι της μαμάς», παραπονιέμαι απευθείας, αλλά δεν φαίνεται να μεταπείθω την Sophia, η οποία έχει πάρει εκείνο το αυστηρό βλέμμα της μαμάς, που δεν λέει να αλλάξει μέχρι που να πάρει αυτό που θέλει.
Τώρα θα προτιμούσα να την είχα να μου μυξοκλαίει στην μπλούζα.
«Δεν θέλω να πω κάτι στον Gavin, χωρίς να είμαι σίγουρη ότι η εγκυμοσύνη ισχύει, Alex. Σε περίπτωση που είναι απλά αλλεργίες ή τροφική δηλητηρίαση, ό,τι ειπώθηκε εδώ θα μείνει μεταξύ μας και θα φροντίσω να το συζητήσω αυτό μαζί του, σ'το υπόσχομαι», απελπίζεται και με πιάνει από το μπράτσο, σφίγγοντας το. «Όσο για τους φρουρούς, ξέρεις ότι θα την πάρουν αμέσως να την ενημερώσουν και η μαμά είναι το τελευταίο άτομο που πρέπει να το μάθει τώρα».
Έχει ένα δίκιο στο τελευταίο. Άμα χάσουμε τον Gavin από εγκεφαλικό, τότε η μαμά σίγουρα θα φύγει από καρδιακό, μόνο από την χαρά της που θα προστεθεί άλλο ένα μέλος στην οικογένεια μας. Εφόσον δεν είναι σίγουρη ότι η εγκυμοσύνη ισχύει, καλό θα ήταν να το ξέρουν όσο πιο λίγα άτομα, σε αυτή την περίπτωση οι δυο μας.
«Τέλος πάντων», μουρμουρίζω ηττημένα και το πρόσωπο της λάμπει ολόκληρο. «Πάω να αλλάξω».
«Alex μου, τι θα έκανα χωρίς εσένα;» αναρωτιέται, ενώ αγκαλιάζει το μπράτσο μου σφιχτά.
«Μάλλον πάρα πολλά λάθη», την πειράζω με ένα αυτάρεσκο χαμόγελο, κάτι που την κάνει να με τσιμπήσει πίσω ως εκδίκηση για τα λόγια μου.
Βγαίνω από την τουαλέτα και αμέσως παίρνω μια βαθιά ανάσα. Ξανακοιτάω την λερωμένη μπλούζα, ενώ η Sophia κατευθύνεται από την άλλη και προς το δωμάτιο της.
«Α, και άνοιξε το τηλέφωνο σου κάποια στιγμή», φωνάζει η Sophia από την άλλη άκρη του διαδρόμου. «Θέλει η Brit να σου μιλήσει».
Δεν λέω κάτι και απλά πάω στο δωμάτιο μου σιωπηλά. Ο πραγματικός λόγος που δεν απαντώ είναι επειδή έχω απενεργοποιήσει ο ίδιος το τηλέφωνο. Θέλω να απομονωθώ όσο πιο πολύ μπορώ από την πραγματικότητα στην οποία ζω, διότι δεν αντέχω άλλο την πίεση των προβλημάτων που με περιτριγυρίζουν από παντού. Άμα κρατάω το τηλέφωνο ανοιχτό, απλά θα έχω τους πάντες να με ρωτάνε πως είμαι και γιατί έχω κλειστεί τόσο στον εαυτό μου.
Σίγουρα κάτι ηλίθιο έχει να μου πει η Brit, ότι την παρακολουθούν σκίουροι τώρα ή κάτι παρόμοιο τέλος πάντων. Μαζί της όλο και κάποια στιγμή θα βρεθώ διότι θα περάσει από 'δω να πάμε για καφέ ή θα με βρει στο νεκροταφείο που σκοπεύω να πάω το απόγευμα, όπως κάθε άλλο Σάββατο. Έχω παρατήσει όλες τις εθελοντικές δουλειές που έκανα και απλά μένω στο σπίτι ή κάπου απομονωμένα όσο πιο πολύ μπορώ.
Δεν έχω όρεξη να ασχοληθώ με τίποτα.
Ξεντύνομαι από τα ρούχα που έχω για το σπίτι και αφού τα πετάξω στο άστρωτο κρεβάτι, το οποίο βαριέμαι να φτιάξω, βρίσκω ό,τι πιο απλό έχω στην ντουλάπα. Ένα μαύρο τζιν με ένα μαύρο φούτερ κάνουν την δουλειά. Ρίχνω μια βυσσινί ζακέτα από πάνω και τελευταία στιγμή αποφασίζω να βάλω και έναν σκούφο μαζί με τα γυαλιά μου, γιατί ξέρω ότι οι δημοσιογράφοι δεν θα με αφήσουν ήσυχο, ειδικά τώρα που ξέκοψα από όλες τις εργασίες που έκανα. Έχουν πεισθεί ότι κάτι έχει συμβεί και δεν θα σταματήσουν να ψαχουλεύουν.
Βλέπω το τηλέφωνο στο γραφείο μου και προβληματίζομαι για λίγο μήπως πρέπει να το πάρω ή όχι. Η αλήθεια είναι ότι αυτές τις δυο μέρες που το έχω παρατημένο, την έχω βγάλει πέρα μια χαρά, οπότε το αφήνω εκεί που το βρήκα και βγαίνω από το δωμάτιο. Θα πάρω την Brittany μόλις τελειώσω με αυτή την γελοία ιστορία.
Πάει που πάει κατά διαόλου αυτή η ημέρα, τουλάχιστον ας τα μαζέψω όλα σήμερα.
Κατεβαίνω τα σκαλιά και κοιτάω πέρα στο σαλόνι να σιγουρευτώ ότι ο Gavin δεν έχει κουνηθεί. Δεν απογοητεύει καθόλου, εφόσον το φλιτζάνι είναι ακόμη στο μέτωπο του, με την διαφορά ότι του στάζουν τα σάλια από την κακή την στάση και ροχαλίζει σαν να στρώνουν δρόμο στο σαλόνι. Άμα καταφέρουμε με την Sophia να το κάνουμε όλο αυτό σιωπηλά και να μην καταλάβει κάτι, θα του χρωστάω μια μέρα να του φερθώ καλά.
Φοράω μαύρα αθλητικά και αντί του αυτοκινήτου μου, παίρνω το μικρό κόκκινο FIAT της Sophia. Αφού θέλω να αποφύγω τα μάτια, τουλάχιστον θα το κάνω χωρίς να τους δίνω το περιθώριο να καταλάβουν ότι έχω βγει από το σπίτι με το δικό μου. Οι φρουροί δεν ανταλλάζουν πολλά-πολλά μαζί μου, μόνο ένας από αυτούς προσφέρθηκε να με πάει στον προορισμό μου, αλλά όπως πάντα αρνήθηκα.
Ξεπαρκάρω γρήγορα και φεύγω από το σπίτι σε κάτι λεπτά μόνο. Παρόλο που είναι πρωί, εξαιτίας των γκρι σύννεφων και τις κακοκαιρίας, θυμίζει ακόμη ξημέρωμα. Ανοίγω το ραδιόφωνο και το αφήνω να κάνει λίγη φασαρία, όσο-όσο να με αποσυντονίζει από το να σκέφτομαι συνεχώς τον Lucas.
Οι ώρες μου στο σχολείο έχουν γίνει σκέτη κόλαση. Όχι μόνο είναι ανυπόφορες, αλλά στις περισσότερες πρέπει απλά να αποφεύγω τον Lucas και την Angel, ενώ τις υπόλοιπες έχω την παρέα του Christian-ο κοντός από το Brentwood, του οποίου το όνομα έμαθα εντελώς τυχαία-να με ενοχλεί σε κάποια από τα μαθήματα τα οποία μοιραζόμαστε. Δεν έχουν αποπειραθεί να με αγγίξουν, αλλά τα σχόλια τους δεν περνάνε απαρατήρητα από το αυτί μου.
Δεν τους δίνω σημασία ή λόγο να το συνεχίσουν, αλλά εκείνοι επιμένουν. Ζήτησα από κάτι γνωστούς της μαμάς μου να ψάξουν λίγο το ιστορικό τους χθες το απόγευμα και με βάση αυτά που είδα, δεν υπάρχει κάποια σύνδεση μεταξύ μας. Ούτε ίδιους δρόμους δεν έχουμε περπατήσει πριν την έλευση τους στο σχολείο μας, ούτε κάποια αδελφή με την οποία μπορεί να είχα κοιμηθεί και το κρατάνε απωθημένο· το μόνο κοινό μας είναι ο Lucas.
Υπέθεσα ότι θα είχε βάλει το χεράκι του σε αυτή την υπόθεση, αλλά δεν φαίνεται να κάνει παρέα μαζί τους, ούτε λέξη να ανταλλάζει. Σε σχέση με την δική μας ομάδα στο μπάσκετ, εκείνοι φαίνονται να είναι χωρισμένοι σε παρέες που δεν μιλιούνται εκτός προπόνησης. Ο Lucas κάθεται μόνο με έναν μαυρομάλλη με φράντζα και φαίνεται να επικοινωνούν σχετικά καλά. Έτυχε να τους πετύχω στο χθεσινό διάλλειμα, αλλιώς ούτε που θα με ένοιαζε τι κάνει εκείνο το κάθαρμα.
Φτάνω σε ένα φαρμακείο το οποίο βρίσκεται στην άλλη πλευρά του Beverly Hills και όσο πιο μακριά από το σπίτι μου γίνεται, με αυτόν τον τρόπο να σιγουρευτώ ότι δεν με παρακολουθεί κανείς και ότι δεν θα με αναγνωρίσουν σε μέρη που δεν συχνάζω. Παρκάρω το αυτοκίνητο λίγο πιο κάτω, σε ένα δημόσιο παρκινγκ, και αφού κλειδώσω, φτιάξω τον σκούφο και τα γυαλιά μου, περπατώ προς το φαρμακείο.
Το κουδουνάκι στην πόρτα σημαίνει την άφιξη μου, αλλά δεν είναι αρκετό να τραβήξει την προσοχή της κυρίας στο ταμείο που χαζεύει ένα περιοδικό μόδας. Με τα χέρια στις τσέπες αρχίζω να ψάχνω τους διαδρόμους αργά-αργά. Αισθάνομαι τα μάτια της κυρίας στο ταμείο να με τσεκάρουν και αρχίζω να νιώθω κάπως περίεργα. Σε μια αντανάκλαση του εαυτού μου, παρατηρώ ότι δείχνω τέρμα ύποπτος και τραβάω περισσότερο τα μάτια του κόσμου πάνω μου.
Αναστενάζω κουρασμένος και βγάζω τα γυαλιά, όταν ακούω ένα γυναικείο γέλιο κάπου πίσω μου. Γυρνάω προς το μέρος της, παριστάνοντας ότι βλέπω κάτι μπροστά μου και ψάχνω με τα μάτια να την βρω. Ξέρω ακριβώς σε ποια ανήκει η φωνή, εξ ου και ο λόγος που δεν μπορώ να συγκρατήσω την περιέργεια μου να την δω.
Κάθεται σε μια καρέκλα στην γωνία του μαγαζιού, ακριβώς δίπλα στην βιτρίνα, και κρατάει ένα κόμικ στα χέρια της, διαβάζοντας το με τέτοιο ενδιαφέρον που παίζει να μην έχει παρατηρήσει καν ότι έχω μπει μέσα. Με βρίσκω να την κοιτάω όταν το βλέμμα της πέφτει πάνω μου και αυτό με κάνει να κοιτάξω αλλού. Μόλις κατεβάζω τα μάτια, παρατηρώ ότι έκανα πως ψαχούλευα κάτι σερβιέτες, γι' αυτό φεύγω από 'κει αμέσως. Η ταμίας πλέον απλά με κοιτάει ξαφνιασμένη και προσπαθώντας να καταλάβει τι τρέχει μαζί μου.
Αρχίζω να ψάχνω τον πραγματικό λόγο που είμαι εδώ, αλλά όσο πάει και νιώθω πιο αμήχανα. Μετανιώνω την στιγμή και την ώρα που πάτησα πόδι εδώ μέσα. Το μόνο που έχω καταφέρει είναι να δείχνω ύποπτος και ύστερα απλά ένας ανώμαλος. Αυτό είναι χειρότερο από το να ξέρουν την πραγματική μου ταυτότητα. Αφού ξέρω ότι δεν θα βγάλω άκρη εδώ, αποφασίζω να φύγω. Το πρώτο βήμα που κάνω πίσω είναι μάταιο εφόσον πέφτω πάνω σε κάποιον.
«Χίλια συγγνώμη», της λέω και δυσκολεύομαι να χαμογελάσω.
«Μην ανησυχείς. Εγώ φταίω που ήρθα τόσο σιωπηλά», γελάει και πραγματικά είναι ένας ήχος γλυκός, μαζί με μια έκφραση προσώπου που εκπέμπει τέτοια ηρεμία και θετικότητα.
Ναι, καμία σχέση με μένα.
«Δεν περίμενα να σε δω σε αυτά τα μέρη», σκέφτεται φωναχτά και με κοιτάει από πάνω μέχρι κάτω. «Συγγνώμη, δεν θέλω να σε κάνω να νιώθεις περίεργα. Είμαι η Trish. Έχουμε γνωριστεί και-»
«Σε θυμάμαι», την διακόπτω και πρώτη φορά αισθάνομαι τόσο αμήχανα μπροστά σε άτομο.
Δεν μπορώ να καταλάβω τι με κάνει να νιώθω τόσο στριμωγμένος· η θετική ενέργεια που εκπέμπει, το λαμπερό χαμόγελο και η φτιαγμένη διάθεση της, σε σχέση με την δική μου που απλά θέλω να πάω πίσω στο σπίτι και να σαπίσω στον καναπέ με τον Gavin να μου λέει τα δικά του, το γεγονός ότι την έχω στο σχολείο και γνωρίζει ποιος είμαι, οπότε το κάνει πιο δύσκολο να πάρω ένα τεστ για την Sophia ή ότι νιώθω άσχημα για την βραδιά που περάσαμε.
Στέκομαι να την κοιτάω για λίγο. Όσο προσπαθώ να την ψυχολογήσω τόσο πιο πολύ παρατηρώ τι ήρεμη που είναι. Το πρόσωπο της είναι στρογγυλό με λίγες φακίδες στα ζυγωματικά της. Τα μάτια της είναι ελκυστικά και το χρώμα τους τόσο εθιστικό να κοιτάς, εφόσον είναι ένα σπάνιο μελί προς πράσινο, οι βλεφαρίδες να είναι μακριές και έντονα μαύρες. Τα χείλη της είναι από μόνα τους ροδοκόκκινα, τα φρύδια της με γωνία και τα μαλλιά της τόσο μακριά που ακόμη και σε κοτσίδα καλύπτουν την πλάτη της μέχρι την μέση.
«Μπορώ να σε βοηθήσω κάπως;» ρωτάει και με φέρνει πίσω στην πραγματικότητα.
Κοιτάω το κόμικ που κρατάει στο ένα της χέρι, παρόλο που έχει σταυρώσει και τα δυο στο στήθος της. Με τον δείκτη της κρατάει την σελίδα, όσο το βλέμμα της συνεχίζει να με περιεργάζεται. Η στάση του σώματος της είναι ελεύθερη, η έκφραση του προσώπου της τόσο αθώα, που φαίνεται να μην την ενοχλεί ή επηρεάζει καθόλου η παρουσία μου. Φοράει μια ρόμπα με το logo του φαρμακείου, οπότε θα πρέπει να δουλεύει εδώ.
Βάζω τα χέρια στις τσέπες, όταν παρατηρώ έξω στην βιτρίνα έναν τύπο στην μηχανή του που σταματά ακριβώς έξω. Ο καθένας θα τον πέρναγε για τουρίστα που σταμάτησε για να ελέγξει τον χάρτη, αλλά το ένστικτο μου μού λέει ότι πρέπει να προσέχω περισσότερο. Γυρνάω την πλάτη και αρχίζω να περπατάω πιο στο βάθος του φαρμακείου, που θυμίζει mini market.
«Ξέρω ότι είναι κάπως απότομο, αλλά θα ήθελα πολύ να μου κάνεις μια χάρη», λέω στην Trish, όσο ψάχνω τον χώρο να βρω κάποιο καθρέπτη ή έστω τρόπο να δω την αντανάκλαση του τύπου έξω που ρίχνει τα μάτια συνέχεια μέσα στο φαρμακείο. «Θα μπορούσες να παριστάνεις ότι με εξυπηρέτησες και να κάνεις λίγο πιο πέρα για να φτιάξεις κάτι;»
Της ρίχνω τα μάτια φευγαλέα για να χαμογελάσω ευγενικά και να κουνήσω το κεφάλι ως ένδειξη «ευχαριστώ». Κάνει το ίδιο με το να αφήνει το κόμικ της στον πάγκο όπου είναι η άλλη κυρία και περπατά λίγο πιο κάτω. Παίρνει ένα κουτί και αρχίζει να βάζει τα πράγματα στο ράφι, εγώ να κάνω πως κοιτάω ποιο στοματικό διάλυμα είναι καλύτερο.
«Για να είσαι τόσο επιφυλακτικός, ψάχνεις κάτι που θες να κρύψεις μάλλον», λέει η Trish και η στάση του σώματος της δεν την κάνει να φαίνεται καθόλου έξω άμα μιλάει ή όχι. Απλά φαίνεται ότι εργάζεται.
«Δεν ξέρω πόσο πιο περίεργο μπορεί να γίνει αυτό που θα σου ζητήσω, αλλά-», κάνω μια παύση για να περπατήσω λίγο πιο κοντά της, σε ένα ράφι που είναι γεμάτο κάρτες ευχών, «-θα ήθελα να μου βάλεις σε μια σακούλα ένα-», παίρνω μια κάρτα ευχαριστιών στο χέρι μου και ξεφυσάω ύστερα, «-τεστ εγκυμοσύνης και να μου το φέρεις στο παρκινγκ λίγο πιο κάτω».
Δεν γυρνάω καν να την δω. Περπατώ προς το ταμείο, στο οποίο στέκεται η κυρία, η οποία άκουγε την συζήτηση με τεράστια περιέργεια, και αφήνω την κάρτα την οποία υποτίθεται ήρθα να αγοράσω εδώ. Χωρίς πολλά-πολλά και με καχυποψία στα μάτια της, μου κόβει απόδειξη και για τα δυο αντικείμενα. Την πληρώνω βιαστικά και βγαίνω από 'κει με την ελπίδα ότι η Trish θα με βοηθήσει, όσο περίεργο και να ήταν το αίτημα μου.
Με το που βγαίνω έξω με την κάρτα στο χέρι, ο τύπος στο μηχανάκι βάζει το κινητό στην τσέπη του και με κοιτάει που τον προσπερνάω. Για λίγα δευτερόλεπτα κρατάω το βλέμμα μου κολλημένο στο δικό του και συνειδητοποιεί ότι έχω καταλάβει ποιος είναι και τι θέλει από μένα. Τηρεί την ψυχραιμία του όμως και βάζει μπρος την μηχανή με σκοπό να απομακρυνθεί, κάτι που κάνει ευτυχώς μόλις απομακρύνομαι από το φαρμακείο.
Κοιτάω φευγαλέα πίσω μου με την ελπίδα ότι η Trish θα με βοηθήσει με αυτό. Άμα είχα περπατήσει έξω με το τεστ, ο δημοσιογράφος δεν θα το άφηνε έτσι και θα ήταν ευκαιρία τώρα όσο δεν κυκλοφορώ με τους φρουρούς μου από πίσω. Μια κάρτα ευχαριστιών όμως είναι εξίσου βαρετή με μένα που δεν δείχνω ποτέ την ζωή μου σε εκείνους, εκτός από κάποια φιλανθρωπικά έργα που έχω κάνει που και που.
Φτάνω στο αυτοκίνητο και το ξεκλειδώνω. Βγάζω τον σκούφο και την ζακέτα και τα πετάω μέσα, ώστε να μην έχω την ίδια εμφάνιση με πριν. Σε περίπτωση που επιστρέψει δεν θα μπορεί να με βρει απευθείας ψάχνοντας το χρώμα της ζακέτας μου. Στηρίζομαι στο πλάι του αυτοκινήτου και μαζεύω το σώμα μου όσο να μην δείχνω τόσο ψηλός όσο το κανονικό μου ύψος και μένω να περιμένω.
Δεν περνάνε ούτε πέντε λεπτά αφού η Trish έχει βγάλει την λευκή ρόμπα που φόραγε μέσα και είναι απλά με το ριγέ λευκό-μαύρο μακρυμάνικο μπλουζάκι της. Δεν χρειάζεται καν να της κάνω νόημα, με πλησιάζει από μόνη της. Κρατά στο χέρι μια ζακέτα και έχει αφήσει τα μαλλιά της κάτω. Δείχνει διαφορετικά από πριν και φαίνεται να έχει καταλάβει ακριβώς τι προσπαθούσα να κάνω.
«Συγγνώμη που άργησα λίγο», απολογείται με ένα χαμόγελο και κάτω από την ζακέτα που κρατά, ακούω τον κλασσικό ήχο μια σακουλίτσας. «Σου έβαλα δύο μέσα, εφόσον καμιά φορά το πρώτο δεν πετυχαίνει. Καλού-κακού να το έχεις εκεί μέσα».
«Δεν χρειάζεται να ζητάς συγγνώμη. Αισθάνομαι ότι εγώ φταίω που σε έβαλα στην θέση να το κάνεις όλο αυτό εξαρχής, ενώ με το ζόρι γνωριζόμαστε», λέω και διακριτικά παίρνω το σακουλάκι.
«Ξέρω ότι δεν είναι εύκολο, μην ανησυχείς. Άμα μπορώ να βοηθήσω κάποιον, οποιονδήποτε, θα το κάνω ευχαρίστως», χαμογελάει η Trish και παραμένει εκθαμβωτική. «Με την αδελφή μου στο ανώτατο δικαστήριο, έχω ζήσει λίγο το μαρτύριο του να κρύβομαι από κάμερες και να μην μπορώ να κάνω κάτι ελεύθερα. Δεν συγκρίνεται με την δική σου πίεση, αλλά έστω λίγο μπορώ να σε καταλάβω».
Η ειλικρίνεια στα λόγια της και ο απαλός τόνος φωνής της με κάνει όντως να αισθανθώ καλά που υπάρχει κάποιος εκεί έξω που ταυτίζεται με την μανιωδώς πίεση που ασκείται από όλες τις πλευρές της ζωής. Η ήρεμη και θετική αύρα της με κάνει να προσαρμόζομαι στην παρέα της σχεδόν αμέσως και αυτή είναι μια γοητεία της που δεν σταματά να με ξαφνιάζει.
«Ευχαριστώ για την κατανόηση», λέω ανέκφραστος και πετάω την σακούλα στην θέση του συνοδηγού. «Θα προτιμούσα να μείνει αυτό μεταξύ μας. Ακόμη καλύτερα θα ήταν για μένα να μην με έχεις δει ποτέ να περνάω από 'δω. Είναι μια δύσκολη στιγμή».
«Μην ανησυχείς, Alex», με διαβεβαιώνει και κάνει ένα βήμα πίσω.
Κρατάει το μεγαλύτερο και ειλικρινέστατο χαμόγελο που έχω δει για όσο εγώ ξαναφοράω την ζακέτα μου. Στέκομαι μπροστά από την θέση του οδηγού με την πόρτα ανοιχτή για λίγο και ύστερα της τείνω την κάρτα που αγόρασα από το φαρμακείο με ένα ζορισμένο χαμόγελο, όσο-όσο να μην νιώθω άσχημα που δεν της ανταπέδωσα τίποτα καθώς εκείνη έκανε μια πολύ δύσκολη χάρη για μένα.
«Παρ' το αυτό ως ένα «ευχαριστώ» για το σημερινό», μουρμουρίζω και εκείνη το παίρνει λίγο ξαφνιασμένη.
Μπαίνω μέσα στο αυτοκίνητο και βάζω το κλειδί στην μηχανή. Παρατηρώ την Trish, η οποία με χαιρετάει και ύστερα επιστρέφει πίσω από 'κει που ήρθε, αυτή την φορά με την κάρτα στο χέρι. Δεν την έχει ανοίξει καν, αλλά ούτε φαίνεται να σκοπεύει να το κάνει. Αντιθέτως συνεχίζει πίσω στο μαγαζί με κανονικό βηματισμό.
Η αλήθεια είναι ότι ήταν αρκετά ανακουφιστικό για μένα που βρισκόταν εκείνη εκεί και όχι κάποιος άλλο γνωστός ή γνωστή από το σχολείο. Όχι μόνο με έσωσε με το να μου κάνει μια χάρη μετά από ένα λεπτό συζήτησης, αλλά μου φέρθηκε πολύ καλύτερα απ' ότι περίμενα, εφόσον η μόνη φορά που της μίλησα ήταν σε ένα πάρτι πριν τρία χρόνια όπου απλά την έπεισα να κοιμηθεί μαζί μου. Μπορώ να πω ότι περίμενα μεγαλύτερη έχθρα, όχι λαμπρά χαμόγελα, ήρεμο τόνο φωνής και κατανόηση.
Κοιτάω το σακουλάκι όσο είμαι σε ένα φανάρι και όντως μου έχει βάλει δυο τεστ. Η αλήθεια είναι ότι δεν το είχα σκεφτεί έτσι, οπότε άλλος ένας λόγος να εκτιμώ την παρουσία της Trish. Το σύμπαν έχει έναν περίεργο τρόπο να λειτουργεί και αυτό επειδή μόλις την παρατήρησα πριν δυο μέρες στο σχολείο, ήρθα αντιμέτωπος μαζί της. Μεγάλη μου τιμή και χαρά, εφόσον μόνο για καλό μου βγήκε, αλλά τελικά το Beverly Hills-το σύμπαν γενικότερα-είναι μικρότερο απ' ότι περίμενα.
Αφού και αυτή η δουλειά τελείωσε πολύ καλύτερα απ' ότι περίμενα-άμα εξαιρέσω το γεγονός ότι χρωστάω τεράστια χάρη σε μια κοπέλα που απλά χρησιμοποίησα κάποια στιγμή για σεξ-οδηγώ πίσω στο σπίτι. Όσο πλησιάζω τόσο δυναμώνει και η βροχή, μέχρι που δυσκολεύομαι να οδηγήσω σε κάποια φάση. Η κίνηση χειροτερεύει και περνάνε σίγουρα τριάντα λεπτά να βγω από εκείνον τον δρόμο.
Όσο και να κρατάω το μυαλό μου απασχολημένο με την μουσική του ραδιοφώνου ή τα talk shows, δεν μπορώ να σταματήσω να ανακαλούμαι πόσο άσχημα νιώθω για το που έχουν έρθει τα πράγματα. Η Trish ήταν από τα πρώτα άτομα-μετά την Nina-που με έκανε να νιώθω ότι όντως έβλεπε πόσο καταπιέζομαι, αλλά αυτό μπορεί να φταίει και επειδή η αγνότητα της με έκανε λίγο ευάλωτο μπροστά της. Δεν ήθελα να της φερθώ σκάρτα όπως στους υπόλοιπους και να χαλάσω την ήρεμη και καθαρή αύρα της.
Δεν είναι τίποτα ιδιαίτερο. Σε ένα δωμάτιο με την Angel, σίγουρα η Angel θα τραβούσε περισσότερα μάτια από εκείνην. Είναι όμορφη και γλυκιά, αλλά παίζει ρόλο μόνο ότι ο χαρακτήρας της είναι πολύ πιο ήρεμος και θετικός από εκείνον της Angel, ο οποίος ξεσηκώνει με όποιον έρθει αντιμέτωπη. Η μία είναι μια πρόκληση την οποία δεν θα αρνιόσουν για κανέναν λόγο και η άλλη απλά σου φτιάχνει λίγο την διάθεση-ας είναι μια άγνωστη-με ένα χαμόγελο.
Πραγματικά στάθηκα τυχερός σήμερα που ήταν εκείνη εκεί.
Φτάνω σπίτι και παρκάρω το αυτοκίνητο στο εσωτερικό, υπόγειο παρκινγκ, εφόσον δεν θέλω να βραχώ, αφού μόλις χθες το βράδυ έκανα ντους. Βγαίνω έξω και κλείνω με το πόδι βαριεστημένα την πόρτα του αυτοκινήτου. Κρατάω τον σκούφο, τα γυαλιά και τα κλειδιά στο χέρι, η σακούλα να κρέμεται από το μεσαίο δάχτυλο μου.
Η εσωτερική πόρτα του παρκινγκ οδηγεί σε έναν διάδρομο, ο οποίος με βγάζει στο πίσω μέρος της κουζίνας. Δεν φτάνω καν εκεί και ακούω φωνές, οι οποίες φαίνεται να βρίσκονται σε κατάσταση άγχους, πανικού ή και δυσαρέσκειας μαζί.
Τελικά μίλησε στον Gavin;
Το πρώτο πράγμα με το οποίο έρχομαι αντιμέτωπος είναι η Brittany που κλασσικά, κουνάει χέρια-πόδια για να εκφράσει σε τι κατάσταση βρίσκεται. Η αδελφή μου έχει ντυθεί με μια πρόχειρη φόρμα και το τελευταίο άτομο που περιμένω, η Angel, απλά κάθεται σιωπηλά σε μια καρέκλα και ακούει χαμένη την συζήτηση.
Πέφτει σιωπή στο δωμάτιο και για κάτι δευτερόλεπτα απλά ανταλλάσουμε βλέμματα, με την ελπίδα ότι θα καταφέρω να καταλάβω τι στο καλό τρέχει στην κουζίνα μου δέκα το πρωί. Αυτό που με ενοχλεί περισσότερο είναι η Angel, η οποία κοκκινίζει απευθείας και κοιτάει αλλού.
«Αχ, ήρθες, καμάρι του σπιτιού;» είναι η Brit αυτή που σπάει τον πάγο και πλησιάζει να μου δώσει πεταχτά φιλιά στα μάγουλα.
«Συνέβη κάτι;» ρωτάω χαμένος και δεν μπορώ να βγάλω τα μάτια από την Angel. Φαίνεται να μην βρίσκεται στα καλύτερα της από άποψη ψυχολογίας, αλλά δεν ξαφνιάζομαι. Ούτε εκείνη περνάει καλά.
«Άμα συνέβη λέει. Εδώ καιγόμαστε», απαντά η Brit και βλέπω την Sophia να δαγκώνει το κάτω χείλος της και να χτυπάει νευρικά τα δάχτυλα στον πάγκο της κουζίνας. «Νομίζω πρέπει να κάθεσαι για αυτό».
Η Brittany ούτε που μου δίνει περιθώριο να επεξεργαστώ τα λόγια της και με σέρνει με το ζόρι να κάτσω στην καρέκλα δίπλα στην Angel, την οποία έχει γυρίσει έτσι ώστε να την έχω ακριβώς απέναντι. Η απόσταση με κάνει να νιώθω κάπως, γενικότερα η ιδέα ότι είμαι τόσο κοντά της, όταν την αποφεύγω από την στιγμή που μου μίλησε στο νοσοκομείο για το πώς δεν με θέλει κοντά της.
Το σέβομαι.
«Θα μου πει κανείς τι στο καλό συμβαίνει ή τι;» αρχίζω να χάνω την υπομονή μου, αλλά τα κορίτσια δεν φαίνεται να επηρεάζονται και τόσο από την απότομη συμπεριφορά που εκδηλώνω.
Έχω μουδιάσει αρκετά μέσα μου για να αισθάνομαι άσχημα που απλά δεν συμπεριφέρομαι όπως μου αρμόζει. Ήμουν τόσο ήρεμος και τακτοποιημένος μέχρι που γνώρισα την Angel και μου έκανε την ζωή άνω-κάτω. Σαν να μην μου έφτανε αυτό, απλά έφυγε σαν να ήταν το πιο απλό πράγμα να αντιμετωπίσω και το μόνο που κάνει είναι να τσαντίζεται περισσότερο που δεν της δίνω σημασία.
Σουφρώνω τα φρύδια τσαντισμένα, αφού αφήσω τα πράγματα στον πάγκο, και εστιάζω για λίγο το βλέμμα στην Angel. Φαίνεται αρκετά καλύτερα, πιο προσεγμένη και συμμαζεμένη από την τελευταία φορά που τα είπαμε. Φοράει ένα ανοιχτό κίτρινο φούτερ και ένα μαύρο τζιν με λευκά παπούτσια ως συνολάκι. Το πρόσωπο της είναι ελαφρώς βαμμένο και τα μαλλιά της δεμένα πάνω ακατάστατα μια κοτσίδα.
Η Sophia στην άλλη πλευρά του πάγκου μού κάνει νοήματα να πάρω βαθιές ανάσες και βγάζω τα μάτια μου από πάνω της αδιάφορα. Δεν υπάρχει κάτι που μπορώ να ακούσω και να μου γαμήσει περισσότερο την ψυχολογία ή στην χειρότερη περίπτωση, το μεγαλύτερο κενό που έχω νιώσει στα 19 χρόνια ζωής μου. Από την άλλη η Brit κρατάει τα χέρια της στους ώμους της Angel και της τα σφίγγει, μάλλον για να της δώσει το θάρρος να μου πει τι τρέχει.
«Κοίτα», ξεκινάει η Angel και παίζει νευρικά με τα δάχτυλα της.
«Απλά πες του ό,τι μας είπες εμάς», πετάγεται η Sophia και έχω αρχίσει να μπερδεύομαι με την όλη κατάσταση.
«Alex, απλά-», κάνει μια παύση η Angel και τα μάτια της κολλάνε στα δικά μου, «-έχω, ξέρεις, εεε, καθυστέρηση. Φοβάμαι μήπως-»
Αφήνει την πρόταση της να αιωρείται στον αέρα, αλλά έχω πιάσει το υπονοούμενο. Κατεβάζω το κεφάλι γιατί τα μάτια της πλέον δεν έχουν τίποτα να μου προσφέρουν παρά οδυνηρές αναμνήσεις και χαϊδεύω το μέτωπο μου κουρασμένος. Όσο το σκέφτομαι, λογικό είναι να το υποθέσει με όλους τους εμετούς που έκανε. Νιώθω το αίμα μου να βράζει σιγά-σιγά και δεν πιστεύω να μπορέσω να συγκρατηθώ άλλο.
Είναι ένα ωραίο και ήρεμο Σαββατιανό πρωί-
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top