Που ήρθα θεέ μου;

Έπιασε το κεφάλι της και το έτριψε απαλά στο μέτωπο. Δεν είχε ιδέα για το που βρίσκεται μέχρι που άνοιξε τα μάτια της. Κοίταξε γύρω της το δωμάτιο. Μωβ βαριές κουρτίνες πλαισίωναν τα παράθυρα και πίσω τους βρισκόταν μια πιο απαλή λευκή. Οι τοίχοι εκτός από μερικά μεγάλα κάδρα δεν είχαν τίποτα άλλο πάνω τους , σημάδι πως επρόκειτο για ένα δωμάτιο που κάποιος θα έβαζε έναν φιλοξενούμενο. Ένα τζάκι τεράστιο , ντυμένο με μαρμάρινες πλάκες κόσμουσε τον απέναντι τοίχο ενώ επάνω του υπήρχε μονάχα ένα μωβ κερί.
Το κρεβάτι ήταν διπλό, παραδοσιακό. Από τις τέσσερις άκρες του υψωνοντουσαν χοντρά δοκαρια. Κατέληγαν στην οροφη του όπου εκεί δέσποζε ένας όμορφος ουρανός. Οι αποχρώσεις του ταίριαζαν άψογα με το χρώμα που είχαν οι κουρτίνες. Κατέβασε τα πόδια της . Το πάτωμα ήταν ζεστό. Ντυμένο με μια όμορφη, χοντρη μοκέτα στις αποχρώσεις του γκρι  και έκανε αντίθεση με το μωβ που επικρατούσε σε όλο το χώρο.
Πρόσεξε δίπλα από το κρεβάτι ένα ζευγάρι παντόφλες... Ξαφνικά η πραγματικότητα ήρθε σαν ανεμος που φύσηξε και πέρασε μέσα από το μυαλό της . Είχε φτάσει στο προορισμό. Ακολούθησε το νοερο μονοπάτι που την οδήγησε στην πόρτα και προσπάθησε να θυμηθεί τι είχε συμβεί μετά.
Τρεις μορφές πήραν σάρκα και οστά στις σκέψεις της . Οι μεγαλοσωμες ανδρικές φιγούρες με θολά πρόσωπα , της προκάλεσαν πονοκέφαλο στο λεπτό. Σκέφτηκε πως βρίσκεται σπίτι τους. Ποιοι ήταν όμως; και το κυριότερο...Ποια ήταν εκείνη;
Έντρομη μόλις σηκώθηκε συνηδητοποιησε πως φορούσε πιτζάμες. Το υφασμα ήταν αερινο,  σατέν  και προς δυσάρεστη έκπληξη της , η απόχρωση του ήταν μωβ …
«Τι διάολο έχουν πάθει με το μωβ!» Μουρμούρησε και στο πρώτο βήμα σταμάτησε
«Κάποιος με άλλαξε....» Στην σκέψη ότι ένας από αυτούς την είδε γυμνή άρχισε να ωρύεται. Κραυγάσε δυνατά ώσπου η πόρτα άνοιξε.
Μια μικροκαμωμένη κοπέλα μπήκε μέσα . Είχε πιασμένα τα μαλλιά της σε έναν αυστηρό κότσο ενώ τα ρούχα της θύμιζαν υπηρετικό προσωπικό .
«Καλημέρα δεσποινίς. Μην φωνάζετε σας παρακαλώ. Οι κύριοι ακόμα δεν έχουν ξυπνήσει...» Της είπε ήρεμα με ένα παρακλητικό ύφος στο πρόσωπο της .
«Πιστεύεις ότι με ενδιαφέρει ποιος ξύπνησε και ποιος όχι;Ποιος διάολος με άλλαξε; Που βρίσκομαι; Ποια είσαι;» Άρχισε να την βομβαρδίζει με ερωτήσεις και η νεαρή κοπέλα την πλησίασε
«Εγώ σας άλλαξα. Μην φοβάστε, κανένας από τους κύριους δεν σας είδε γυμνή. Βρίσκεστε στην οικεία Μπράουν. Έτσι τουλάχιστον την ονομάζουν οι κύριοι...»
«Κύριοι, κύριοι κύριοι ! Μα ποιοι είναι τέλος πάντων αυτοί οι κύριοι που αναφερεσε συνεχώς;» Απάντησε ανεβάζοντας τον τόνο της φωνής της
«Σςςς, μην φωνάζετε σας παρακαλώ...»
Πήρε μια βαθειά ανάσα και κοίταξε την υπηρέτρια καταματα
«Ποιος από τους τρεις είναι το αφεντικό εδώ μέσα;» Ρώτησε και η υπηρέτρια γέλασε ασυναίσθητα
«Τρεις ; Μήπως κάνετε λάθος δεσποινίς; οχτώ είναι!!»
Μόλις την άκουσε έκανε ένα βήμα πίσω και έπιασε το ξύλινο δοκάρι του κρεβατιού αναστατωμένη
«Οχτώ είπες; »
«Ναι δεσποινίς...Οχτώ!»
«Τι είναι εδώ μέσα; Γιατί είμαι εδώ;!»
«Δεν μπορώ να απαντήσω σε κάτι που δεν μου επιτρέπεται δεσποινίς... Μέσα στην ντουλάπα σας έβαλα νωρίτερα μερικά ρούχα. Θα σας συμβούλευα να ντυθείτε και θα έρθω να σας συνόδευσω στη τραπεζαρία σε 20 λεπτά για να ξυπνήσω και τους κύριους » Η νεαρή υπηρέτρια πήγε προς την πόρτα και ανοίγοντας της, της χαμογέλασε
«Πριν ρωτήσετε να ξέρετε πως κοιμάστε σχεδόν δυο ημέρες...» Αποκρίθηκε και έκλεισε την πόρτα.
Μόνη πλέον, με χιλιάδες απορίες στο μυαλό της έκατσε στο κρεβάτι .
«Δυο μέρες; Πώς είναι δυνατόν;» Ο πονοκέφαλος δυνάμωνε όσο σκεφτόταν τα λόγια της κοπέλας. ποτέ δεν περίμενε πως μέσα σε αυτό το σπίτι θα μένουν οχτώ άνθρωποι. Οχτώ άγνωστοι για εκείνοι άνθρωποι.
Σηκώθηκε λυπημένη και πήγε προς το μεγάλο καθρέφτη που υπήρχε πάνω από το τζάκι. Πάτησε στην μαρμάρινη προεξοχη και ανέβηκε πιο ψηλά έτσι ώστε να βλέπει ολόκληρο τον εαυτό της . Είχε καταμαυρα μαλλιά. Μακριά που εφταναν ως την μέση. Τα μάτια της είχαν μια περίεργη ανοιχτοχρωμη καφέ απόχρωση , σε μερικα σημεία ήταν τόσο ανοιχτη που αναρωτήθηκε αν φορουσε κάποιου ειδους φακους επαφης . Τα χείλη της πλουσια, ζουμερα και οι γωνιες της εντονες. Δεν μπορούσε να προσδιορισει την ηλικια της άλλα φαινόταν νέα.
«Ποια είσαι;» Αναρωτήθηκε και ένας οξύς πόνος διαπέρασε το κρανίο της . Έκανε ένα βήμα πίσω και πήγε να πέσει ώσπου το κορμί της αντέδρασε από μόνο. Έκανε έναν ελιγμό και βρέθηκε σαν τη γάτα στα τέσσερα…
«Νομίζω έχω αρχίσει και το χάνω τελείως!»Μονολόγησε και σηκώθηκε. Ο πόνος υποχωρούσε αλλά παρέμενε πάντα στο πίσω μέρος του κρανίου. Τον ένιωθε σαν μικρά απαλά χτυπήματα. Ήταν αρκετά εκνευριστικό .

Πήγε προς τη ντουλάπα και την άνοιξε. Μέσα είχε πάνω από 10 διαφορετικά σύνολα. Συνδυασμοί ήδη έτοιμοι για εκείνη. Οι αποχρώσεις τους είχαν σαν βάση το μαύρο ενώ το δεύτερο χρώμα που κυριαρχούσε ήταν το γκρι και το μωβ .
«Μωβ; Ακόμα και στα ρούχα μωβ ;» Είπε σχηματίζοντας μια γκριμάτσα στο πρόσωπο της . Ο πόνος καθώς έπιασε το πρώτο σύνολο επέτρεψε ποιο δυνατός από ποτέ..

«Δεν καταλαβαίνω το κόλλημα σου με αυτό το χρώμα. Δεν μου αρέσει καθόλου!»
«Γιατί δεν κοιτάς βαθειά μέσα του Ίαν, γι αυτό δεν το καταλαβαίνεις . Κοίταξε την απόχρωση του. Είναι φτιαγμένο από τόσο διαφορετικά χρώματα. Με κάνει και ηρεμώ. Με κάνει να αναρωτιέμαι και να σκέφτομαι πως τίποτα δεν είναι αυτό που φαίνεται...Όπως Το μωβ! Φαίνεται Μωβ ! Αλλά στην ουσία είναι μπλε , είναι κόκκινο... Είναι όλα τα υπόλοιπα χρώματα που χρειάστηκαν για να φτιαχτεί το μπλε ... »
«Πολύ περίεργη είσαι...»
«Αναλυτική θα έλεγα...»

Σαν αστραπή ξεπήδησε μέσα από τα κλειδωμένα παράθυρα του μυαλού της ένας περίεργος διάλογος... Γονάτισε μπροστά στη ντουλάπα και κοίταξε το μαύρο της φόντο
«Ίαν... » Ψιθύρισε και προσπάθησε να θυμηθεί. Το χέρι της έσφιξε σε μια γροθιά η οποία κατέληξε στο πίσω εσωτερικό μέρος της ντουλάπας.
«Θυμήσου!!! Ηλίθιο μυαλό» Φώναξε και άκουσε την πόρτα πίσω της
«Ήρεμα τίγρη! Δεν θα μας σπάσεις και το σπίτι!» Μια ανδρική, ελαφρώς μπάσα φωνή ακούστηκε κι εκείνη σοκαρισμένη γύρισε και κοίταξε πίσω της .
Στην πόρτα στεκόταν ένας άντρας γύρω στα 30. Έντονα χαρακτηριστικά στο πρόσωπο και σκληρες γωνίες. Τα μάτια του ήταν καταπράσινα και της χαμογελούσε . Αυτό που την σόκαρε πιο πολύ ήταν πως δεν φορούσε μπλούζα…
Πριν ανοίξει τα χείλη της πίσω του ξεπρόβαλαν ακόμα δύο κεφάλια. Δυο δίδυμα κεφάλια... Αναστατωμένη σηκώθηκε και άρχισε να κάνει βήματα προς τα πίσω.
«Κάντε στην άκρη ρε μαλακές γαμω !!!»Μια πιο νεαρή φωνή τράβηξε το βλέμμα της και μέσα από τους τρεις βγήκε ένας ακόμα.
«Σιγα ρε ! Μην σπρώχνεις!!!» Αποκρίθηκε ο πρώτος
«Κάντε στην άκρη! Η μπείτε μέσα! Τι κάθεστε όλοι έξω;» Ακόμα μια περίεργη φωνή προστέθηκε και σε λίγα λεπτά μέσα στο δωμάτιο υπήρχαν οχτώ φιγούρες ... Οχτω ανδρες και δεκαέξι μάτια πάνω της.
Τρομαγμένη άρπαξε το λαμπατερ και το έτεινε προς το μέρος τους.
«Ποιοι είστε; »Ούρλιαξε και ο πρώτος που μπήκε μέσα έκανε ένα βήμα και στάθηκε πιο μπροστά από τους υπόλοιπους. Άπλωσε το χέρι του και το τοποθέτησε πάνω στην άκρη του λαμπατερ κατεβάζοντας το χαμηλά…

«Το θέμα δεν είναι ποιοί είμαστε εμείς κούκλα... Αλλά ποια είσαι εσύ!» Είπε αγριεμένος.
«Εγώ... Εγώ...» Είπε εκείνη διστακτικά και άρχισε να τρέμει
«Εγώ δεν ξέρω ποια είμαι ...»Ξάφνου άρχισαν να ακούγονται ψίθυροι στο δωμάτιο
«ΣΚΑΣΜΌΣ!» Είπε ο άντρας που ήταν μπροστά της και όλοι σωπασαν «Έχεις χτυπήσει μήπως το κεφάλι σου ; Θυμάσαι τίποτα;»Αυτή τη φορά δεν έδειχνε άγριος. Ίσα ίσα είχε πιο μαλακή φωνή
«Όχι, δεν θυμάμαι. Και όχι, δεν ξέρω!» Του απάντησε και εκείνος κοίταξε τους υπόλοιπους
«Λίαμ ! Φώναξε το γιατρό...Ντέρεκ, Κρίστιαν Γκαμπριέλ εσείς ξέρετε τι να κάνετε! »
«Κάσιεν δεν έχουμε ούτε ένα όνομα μας κοροϊδεύεις;»
«Καθόλου! Βρείτε ότι υπάρχει με όποιο τρόπο μπορείτε! Λουκ ! Πάρε τον Ράιαν και ασφαλιστε την περίμετρο, δεν ξέρουμε τι έχουμε να αντιμετωπίσουμε!» Ο άντρας συνέχισε να δίνει διαταγές κι εκείνη ένιωσε ένα ρίγος να ανεβαίνει από τα πόδια και να καταλήγει στο κεφάλι…
«Όσο για σένα Λάντον , περίμενε το γιατρό και θέλω πόρισμα από σας πριν το ξημέρωμα!»
Τους κοιτούσε σοκαρισμένη... Ξάφνου ο μελαχρινός άντρας γύρισε προς το μέρος της .
«Όπως κατάλαβες είμαι ο Κάσιεν αλλά μπορείς να φωνάζεις Κας... Αυτά τα ρεμάλια θα στα γνωρίσω μετά.. Δεν ξέρω ποια είσαι αλλά πίστεψε με θα μάθω...» Έκανε μια παύση και πήγε μέχρι την πόρτα.

«Η Κλαιρ θα σου φέρει το γεύμα στο δωμάτιο... θα έρθει γιατρός και θέλω να τον αφήσεις να σε δει. Το δείπνο θα σερβιριστεί στις 9 και μέχρι τότε θέλω να είσαι έτοιμη...»Είπε και βγήκε. Την κοίταξε για λίγο εισχωροντας βαθειά μέσα στα μάτια της σιωπηλός και έκλεισε την πόρτα.…
Άφησε δειλά το λαμπατερ στο κομοδινο και προβληματισμενη κάθισε στο κρεβάτι. Ολα όσα εζησε μέσα σε πέντε λεπτά ήταν αρκετά για να ταραξουν την ιδιοσυγρασια και την ψυχοσυνθεση της. Ο προορισμος βρέθηκε. Τι δουλειά όμως μπορεί να είχε με όλους αυτούς; Σκέφτηκε και εγειρε προς τα πίσω. Άκουσε για γιατρο. Σημαδι πως ίσως δεν ήταν οι κακοι στην υποθεση. Δεν προλαβε να σκεφτεί κάτι παραπάνω και η πόρτα άνοιξε ξανά. Μια πιο ηλικιωμενη γυναίκα αυτή τη φορά μπήκε μέσα. Το υφος της ήταν περίεργο.

Προσπαθούσε να αποφύγει την οπτική επαφή. Άφησε τον δισκο χωρίς να μιλαει.
Όπως ακριβώς μπήκε έτσι και έφυγε. Δεν είπε ούτε μια λέξη. Εκείνη κοίταξε το δισκο με το φαγητό και αναγουλιασε. Δεν είχε καμία όρεξη . Προτιμησε να ξαπλωσει και κοίταξε πιο προσεκτικα το δωμάτιο γύρω της. Αν και η νεαρή κοπέλα της είπε πως κοιμοταν δυο ημερες η αισθηση της υπνηλιας ήταν διαχυτη στο κορμί της. Εκλεισε τα μάτια της με την σκέψη πως σύντομα θα έρθει ο γιατρος προσπαθώντας να μην σκέφτεται τίποτα...

Σας φιλώ...

Σε καμία ωρίτσα θα μπουν κι άλλα!
όπως και το cast !!!

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top