Κάπου μακριά...
Γουαδαλαραχα Μεξικό
Ο Εμιλιο Γκαρσία χτύπησε το χέρι του δυνατά στο τραπέζι, ήταν έξαλλος.
«Τι εννοείς δεν έχουμε νέα της; Δεν είναι δυνατόν! Δεν μπορεί να εξαφανίστηκε τόσες μέρες!»
«Κάνουμε τα πάντα κύριε , δεν έχουμε όμως πλέον σύνδεσμο έτσι ώστε να καταφέρουμε να μάθουμε. Το μέρος είναι φρουριο και απροσπέλαστο από κάθε άποψη»
«Είμασταν τόσο κοντά για να πιστέψω ότι έχει συμβεί κάτι! Ξέρει να προσέχει τον εαυτό της .Δεν δέχομαι σαν απάντηση την εξαφάνιση της!»
Ο μελαμψος άντρας που στεκόταν όρθιος μπροστά από την πόρτα κατέβασε το κεφάλι.
«Θα κάνουμε ό,τι μπορούμε κύριε. Σας δινω τον λόγο μου» Ψέλλισε σιγάνα και άνοιξε την πόρτα
«Πριν φύγεις φώναξε τον Πάμπλο, θέλω τις αναφορές σχετικά με τον καινούριο πελάτη»
«Μάλιστα κύριε Γκαρσία» Απάντησε σκυθρωπος ο άντρας και αποχώρησε.
Μένοντας πλέον μόνος, άνοιξε το συρτάρι του γραφείου και έβγαλε έξω την φωτογραφία και τον φάκελο της. Ήταν η αγαπημένη του. Η καλύτερη όλων. Η πιο ικανή…
«Που έχεις εξαφανιστεί πριγκίπισσα ;» Αναρωτήθηκε φωναχτά και αναστέναξε. Για τα 56 του χρόνια είχε ζήσει και είχε περάσει πολλά. Δεν ήταν και εύκολο να είσαι ιδιοκτήτης μιας επιχείρησης σαν την δική του . Δολοφόνοι κάθε είδους και ειδικότητας έβρισκαν σπίτι. Έβρισκαν δουλειά κάτω από την σκέπη του. Παλαιότερα αναλάμβανε μόνος του τα πάντα. Με τα χρόνια απέκτησε κύρος και δύναμη. Ήταν το χέρι που εκτελούσε βουβά τις επιθυμίες αρκετών ανθρώπων. Κατάφερε να φτιάξει από το μηδέν μια ισχυρή ομάδα ανάμεσα στους υπόλοιπους με εκείνον αρχηγό και να κυριαρχήσει στην χώρα του αλλά και στο εξωτερικό. Ήταν περήφανος γι αυτό που δημιούργησε και συνάμα ψυχρός. Δεν σήκωνε μύγα στο σπαθί του και δεν συγχωρούσε την προδοσία από κανένα.
Η πόρτα του χτύπησε μια φορά. Έβαλε τον φάκελο της στο συρτάρι και ανακαθισε καλύτερα στην πολυθρόνα. Η παρουσία του και τα χαρακτηριστικά του προσώπου του , έδιναν την εντύπωση πως ήταν ένας άντρας ασπλαχνος και δεν είχαν άδικο. Η μεγάλη ουλή, σημάδι που είχε στο μάγουλο από την πρώτη του αποστολή γέμιζε με δεος οποίον τον κοιτούσε. Με τρομο και επιβλητικοτητα.
«Περαστε!» Δήλωσε με σοβαρή φωνή και η πόρτα άνοιξε. Ένας άνδρας γύρω στα 30, με σκοτεινό παρουσιαστικό μπήκε στο γραφείο του. Πλησίασε και άφησε τον φάκελο πάνω στο γραφείο με δύναμη.
«Επιμένω να μην πάρουμε θέση! Ο άνθρωπος δεν ξέρει τι του γίνεται!» Είπε δυνατά.
«Χαμήλωσε τον τόνο της φωνής σου Πάμπλο!»
«Όχι πατέρα! Αν δεν βλέπεις πως είναι λάθος να ασχοληθούμε οφείλω να σε ενημερώσω εγώ γι αυτό! Νομίζω ήρθε η ώρα να αποσυρθεις…» ο μελαχρινός άντρας κάθισε σε μια από τις πολυθρόνες και τον κοίταξε σκεπτικός. «Έχουμε αρκετά λεφτά, δεν βλέπω το λόγο να σκοτώσουμε μια γυναίκα επειδή το μόνο κακο που έκανε ήταν να μην θέλει να έχει σχέσεις με τον Ροντριγκεζ» ο Εμιλιο κούνησε το κεφάλι.
«Στην δουλειά μας δεν μας απασχολεί το θύμα! Γι αυτό και δεν είσαι άξιος να αναλάβεις ακόμα!»
«Με κοροϊδεύεις; Χάνουμε τις αξίες μας με μια τέτοια πράξη. Πέφτουμε επίπεδο!»
«Σιωπή Πάμπλο! Εγώ αποφασίζω!» Κοπάνησε το χέρι δυνατά στο γραφείο και ο γιος του σηκώθηκε
«Όπως θέλεις πατέρα. Εγώ σου ξεκαθάρισα την άποψη μου» Είπε και πήγε ως την πόρτα . Σταμάτησε πριν βγει και τον κοίταξε
«Είχαμε κανένα νέο;»
«Τίποτα….» Είπε ο Γκαρσία σιγάνα και ο Πάμπλο έφυγε χωρίς να πει λέξη..
Μπρούκλιν Λονγκ Μπιτς
Η Καταλινα έτριψε τα μάτια της. Ούτε κατάλαβε πως αποκοιμήθηκε. Κοίταξε το ρολόι και είχε πάει 7 το απόγευμα. Το κεφάλι της πονουσε τρομερα. Είχε δυο μέρες να την πιάσει τόσο έντονα ο πόνος. Ετριψε ελαφρά τους κροταφους της και ενεπνευσε βαθειά. Ο Λάντον την ενημέρωσε πως θα έκανε προπόνηση με τα δίδυμα αλλά δεν ανέφερε ώρα. Πάραυτα , δεν ήξερε αν ήταν σε θέση. Η όραση της ήταν λιγάκι θολή και ζαλιζοταν . Τέντωσε τα πόδια της κι άκουσε κάτι σπάει. Σηκώθηκε γρήγορα και μόλις είδε τον πεσμένο δίσκο άρχισε να βρίζει.
«Πόσο ακόμα θα ταλαιπωρηθω…» Μονολόγησε και προσπάθησε να μαζέψει τα γυαλιά από κάτω. «Αουτς!» Είπε ξαφνικά και τράβηξε απότομα το γυαλί που καρφώθηκε στο δερμα της. Καθως το απομάκρυνε , ένιωσε πως αντι να κάνει ένα βημα μπροστά έκανε δέκα πίσω. Αισθανθηκε το πρόσωπο της να κοκκινιζει και την θεμροκρασια του κορμιου της να αυξανεται. Τοποθετησε αυθορμητα το χέρι της στο πίσω μέρος του κεφαλιου και επεσε πάνω στη μοκετα ανασκελα .
«Ματωνεις διαολε! Η αιμορραγια δεν σταματάει!»
«Δεν είναι τίποτα! Θα ηρεμησεις; Είμαι συνιθισμενη άλλωστε»
«Δεν με νοιαζει! Δώσε μου το χέρι σου!»
«Ιαν, δεν είναι τίποτα αλήθεια...»
«Αν παθεις κάτι θα τρελαθω το καταλαβαίνεις;»
Άρχισε να ουρλιάζει. Ολοκληρο το κρανιο της είχε πάρει φωτια και η οδυνη την εσφαζε.
«Καταλινα;ΚΑΤΑΛΙΝΑ;» Ο Λάντον επεσε στα γόνατα και την έπιασε άλλα εκείνη άρχισε να κάνει σπασμους. Την γύρισε στο πλαι και έβαλε τα δάχτυλα του μέσα στο στόμα της. Έπιασε και σταθεροποιησε την γλωσσά της.
«Κασιεν!!!» Φώναξε δυνατά άλλα δεν χρειαστηκε. Μέσα σε δευτερολεπτα όλοι ήταν στο δωμάτιο.
«Οχι πάλι!» Αποκρίθηκε ο Λίαμ και πήγε κοντά.
«Τι συνεβη;» Ρώτησε εντρομος ο Κασιεν και επεσε δίπλα της
«Δεν καταλαβαινω γαμώτο!» Αποκρίθηκε ο Λάντον
«Ιαν...» Ψελλισε ξαφνικά εκείνη και στο δωμάτιο επικρατησε σιγη. Τα βλέμματα όλων επεσαν πάνω στον Λάντον ψαχνοντας για απαντήσεις που δεν είχε.
«Βοηθησε με να την βαλω στο κρεβάτι χωρίς να ταρακουνησουμε πολύ το σώμα της» Είπε προς τον Κάσιεν κι εκείνος την έπιασε από το κεφάλι. Ο Λάντον από τα πόδια και με ένα νόημα ο Λίαμ πλησίασε και την έπιασε από την μέση. Την τοποθετησαν στο κρεβάτι . Το παρουσιαστικο της έμοιαζε πλέον ηρεμο. Τρομακτικα ηρεμο.
«Υπαχει εξηγηση;» Ρώτησε ο Ντέρεκ και ο Λάντον ενευσε αρνητικα.
«Πρεπει να της κάνω ακτινες. Μόνο έτσι θα ξέρω σίγουρα» Είπε μετά από λίγο και κοίταξε τον Κάσιεν ο οποιος καθοταν σκεπτικος και προβληματισμενος στην άκρη του κρεβατιου .
«Εγινε. Αύριο το πρωί θα πάμε να σου φερουμε ότι χρειαζεσαι. Δεν υπάρχει περίπτωση να ρισκαρουμε να πάμε στο νοσοκομειο. Είσαι εντάξει με αυτό;»
«Εννοειται Κας, πηγαινετε όλοι έξω. Θα της κάνω μια ηρεμιστικη ενεση και θα την αφησουμε να ηρεμησει. Τελικά είναι πιο δύσκολο να ενταχθει από ότι πιστευα...»
«Θα γίνει και αυτό. Ολα θελουν το χρόνο τους...» Απάντησε και βγήκε μαζί με τους αλλους από το δωμάτιο. Ο Λάντον χάιδεψε τα μακριά της μαλλιά και αναριγησε.
«Καποια στιγμή θα βρεις αυτό που ψαχνεις Καταλίνα...» Ψιθυρησε και πήγε στο δωμάτιο του. Πήρε την ηρεμιστικη ενεση και επέστρεψε . Κρατησε το χέρι της σταθερο και την τρυπησε. Εισχωρησε το υγρό και την σκεπασε.
«Ονειρα γλυκά Κάτ...» άπλωσε το χέρι του προς τον διακοπτη και εσβησε το φως. Έκλεισε την πόρτα και λυπημενος και πήγε στο δωμάτιο του.
Σας φιλώ...
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top