Ανάκτηση προσωπικότητας

Το βράδυ που πέρασε έως ότου να ξημερώσει ήταν εφιαλτικό για εκείνη.  Τόσο τα χτυπήματα, όσο και ο θόρυβος σε ολόκληρο το σπίτι δεν σταμάτησαν. Δεν κατάφερε να κλείσει μάτι έπειτα από τη συνάντηση της με το Λουκ ,και μολις εφεξε σηκώθηκε νωχελικά από το κρεβάτι. Κατέβηκε και βλέποντας τη Τόνια στη κουζίνα, ζήτησε για πρώτη φορά  ένα καφέ. Εκείνη τον έφτιαξε και έφυγε αρκετά γρήγορα χωρίς να ανταλλάξουν παραπάνω κουβέντες. 

Το κεφάλι της πονούσε υπερβολικά πολύ, ήπιε λιγάκι καφέ και ανέβασε τα πόδια στο τραπεζάκι.

"Σαν στο σπίτι σου !" Άκουσε και γυρίζοντας είδε το Κάσιεν στην κάσα της πόρτας.

"Καλημέρα και σε σένα..." της είπε ήρεμος και μπήκε μέσα. Παρά τα όσα είδε και βίωσε στις αναμνήσεις της , εκείνος εξακολουθούσε να της βγάζει κάτι απίστευτα όμορφο και αυτό από μόνο του την συγκλόνιζε.

Τον παρατήρησε να φτιάχνει ένα καφέ και για τον εαυτό του σκεπτική. Τελειώνοντας κάθισε στη διπλανή καρέκλα και τη κοίταξε.

"Τόσο όμορφος είμαι το πρωί; Σε αντίθεση με σενα που μοιάζεις σαν ανάποδο γαμωτο " σχολίασε

Εκείνη δεν απάντησε. Παρέμεινε σιωπηλή ώσπου τον πλησίασε άξαφνα. Τον άγγιξε στο μάγουλο κι εκείνος σαστισμένος έγειρε το κορμί του προς τα πίσω.

"Μη με αγγίζεις!"

"Δεν το έλεγξα. Ένιωσα πως το ήθελα και απλά..."

Εκεινος σηκώθηκα εμφανώς εκνευρισμένος μα η Καταλινα τον έπιασε από το χέρι και τον σταμάτησε.

"Ποια ειμαι Κας ;" τόλμησε να ρωτήσει

"Δεν ξέρω. Και πολύ φοβάμαι πως δε θα μάθω ποτέ ποια πραγματικά είσαι και ήσουν..." αποκρίθηκε φεύγοντας και εκείνη έμεινε να αναλογίζεται για ακόμα μια φορά τα αινγματικα του λόγια. Έπειτα από λίγη ώρα, άκουσε φωνές από το διάδρομο. Άφησε κάτω τη κούπα της ,και πλησίασε σιγάνα προς τη πόρτα.

"Του πήγες φαί;" αναγνώρισε αμέσως τη φωνή του Κρίστιαν.

"Όχι. Αρκετά δεν τον κρατήσαμε; Δεν βλέπω το λόγο γαμωτο !" Απάντησε μια άλλη φωνή που η ταυτότητα της ανήκε στον Λουκ.

"Έτσι πρέπει. Δεν μπορούμε να τον σκοτώσουμε! Όχι ακόμα!"

"Εγώ λέω να τον σκοτώσουμε. Κι αυτόν κι εκείνη και να τελειώνουμε!"

Η Καταλινα έβαλε το χέρι στο στόμα συγκλονισμένη. Δεν ζούσε κάποια ανάμνηση. Ολο αυτό ηταν ζωντανό και το άκουγε με τα ίδια της τα αφτιά.

"Δεν καταλαβαίνω γιατί πρέπει να τους κρατάμε ζωντανούς! Χθες τη βρήκα κάτω! Φαντάζεσαι τι θα γινόταν αν τον ανακάλυπτε και τον απελευθέρωνε; Θα μας σκότωναν όλους!"

"Μη φωνάζεις ρε πουστη μου ! Δεν ξέρουμε που είναι!"

Η Καταλινα απομακρύνθηκε από τη πόρτα και ανοίγοντας τη μπαλκονόπορτα της κουζίνας βγήκε έξω. Άρχισε να τρέχει προς τη παραλία εξτασιασμενη ώσπου κατέρρευσε...

"Ίαν φοβάμαι. Κάτι δε πάει καλά..."

"Ανοησίες. Τελείωνε με τον Κας. Δεν είμαι από τους άντρες που μοιράζονται, ούτε γουστάρω τις πουστιες. Αν ήξερα πως όντως έχετε κάτι, και δεν ήταν μόνο υποψίες, δεν θα σε άγγιζα!"

"ΠΑΨΕ ΠΙΑ! Προσπαθώ αλλά δεν ξέρω πως να του το φέρω...Μην φύγεις μαζί του. Σε ικετεύω..."

"Κανενας δε μπορεί να με αγγίξει μάτια μου... Ειμαι αφθαρτος το ξέχασες;"

"Ίαν αν πάθεις κάτι εγώ...."

"Εσύ τι ; Για πες μου λοιπόν δεσποινίς ατρόμητη;"

"Μη με κοροϊδεύεις... Δεν περίμενα ποτέ να φτάσουμε ως εδώ. Ολα άλλαξαν. Εγώ άλλαξα. Σε παρακαλώ άκουσε με δεν έχω καλό προαίσθημα..."

"Θα επιστρέψω πριν την αυγή. Στο ορκίζομαι..."

Η Καταλινα άρχισε να ουρλιάζει. Με τα χέρια κολλημένα σε γροθιές πάνω στην άμμο, κοίταξε την απέραντη θάλασσα και ένιωσε ένα σφίξιμο στη καρδιά.

Αυτό ήταν λοιπόν ...; Αναρωτήθηκε.

Πλήρωσε ακριβά τη προδοσία της τόσο στην δική της πλευρά όσο και στου Κάσιεν;

"Απόψε θα έρθω για σένα ..." ψέλλισε θλιμμένη σκεπτόμενη πως κρατούσαν τον Ίαν πιθανότατα στο υπόγειο ώσπου μια καινούρια ανάμνηση πετάχτηκε σα το διάολο στο κεφάλι της...

"Μ'αγαπάς;"

"Και τη ζωή μου θα έδινα για σένα Κας..."

"Τότε σταμάτα αυτή τη τρέλα! Στο έχω πει χιλιάδες φορές..."

"Το ξέρεις πως δε μπορώ..."

Η Καταλινα θέλοντας να πάει κόντρα στο κεφάλι της πάτησε τις φωνές.

"ΦΤΑΝΕΙ ΠΙΑ! ΦΤΑΝΕΙ ΦΤΑΝΕΙ ΦΤΑΝΕΙ!!!" Ούρλιαξε και πάτησε τα κλάματα. Η απελπισία, η εν μέρη αγνοία για όσα συνέβαιναν αλλά και όλες οι διφορούμενες αναμνήσεις της ,την είχαν τρελάνει.

"Είσαι καλά;" άκουσε από πίσω της και γυρίζοντας αντίκρισε τον Λουκ. Φοβισμένη αλλά και θυμωμένη συνάμα από όσα άκουσε, του όρμησε χωρίς δεύτερη σκέψη. Εκείνος αντέδρασε. Η πάλη που ξεκίνησε μεταξύ τους , δεν άργησε να φτάσει ως το σπίτι.

Ξαφνικά  δυο χέρια τυλίχθηκαν γύρω της

"ΣΤΑΜΑΤΗΣΤΕ!!!" Η φωνή του Λαντον έφτασε στα αφτιά της μα πριν γυρίσει για να δει και το πρόσωπο του, ένιωσε ένα τσίμπημα στο λαιμό. Τα χέρια της έπαψαν να κρατάνε το κεφάλι του Λουκ ,και πέφτοντας πάνω σε κάποια χέρια, ένιωσε τα βλέφαρα να κλείνουν. Το κορμί της να αιωρείται και να χάνεται...

Λίγες ώρες αργότερα ...

"Άνοιξε διαολεμενη!" Απείλησε τη κλειδαριά του δωματίου της. Σου ην ώρα που συνήλθε και είδε πως είχαν κλειδώσει τη πόρτα, προσπάθησε να την ανοίξει με κάθε τρόπο. Έξω είχε σκοτεινιάσει, το στομάχι της πονούσε από τη πείνα αλλά δε την ένοιαζε. Ο μόνος της στόχος ήταν το υπόγειο. Το υπόγειο και ο Ίαν...

Πάνω στη σύγχυση, άκουσε φωνές μέσα στο μυαλό της και κατάλαβε αμέσως πως θα έφτανε κι άλλη ανάμνηση. Ο οργανισμός δυνάμωνε εξαιρετικά και σαν πανέξυπνο ον που ήταν, κάθισε με τα γόνατα κάτω και περίμενε ώσπου τα για μαύρισαν και μια θολή εικόνα ξεκίνησε να εμφανίζεται...

"Που τον πάτε; Βγάλτε τις αλυσίδες!"

"Σκάσε!"

"Ίαν!! Αφήστε με ! Τι μου κάνετε ; Γιατί δεν μπορώ να κουνηθώ; Ίαν;;; Ίαν !!!"

Έβλεπε μπροστά στα μάτια της, όλα τα αγόρια εκτός από το Κάσιεν, να χτυπάνε ανεξέλεγκτα τον Ίαν και να τον δένουν με τεράστιες αλυσίδες.

"Εγώ σας το είπα πως θα έβγαινε ο καριολης ! ΓΡΗΓΟΡΑ ΔΕΣΤΕ ΤΟΝ ΚΑΙ ΑΦΉΣΤΕ ΤΗΝ ΠΆΝΩ ΜΟΥ !" Αποκρίθηκε ο Κάσιεν κι εκείνη άρχισε να κλαίει με λυγμους

"Γιατί;; Γιατί γιατί γιατί!!!" Όρμησε κατά πάνω του χτυπώντας τον στο στήθος μα εκείνος την κάρφωσε στο λαιμό με μια ένεση.

"Γιατί με πρόδωσες. Όνειρα γλυκά μωρό μου... Θα σε δω στη κόλαση τώρα...."

Η Καταλινα άρχισε να κλαίει στα βουβά. Ξαφνικά, μια φλασιά έλαμψε στα μάτια της. Έτρεξε στο μπάνιο, πήρε μια χτένα που στο τελείωμα είχε σιδεράκια, και πήγε ξανά στη πόρτα. Άρχισε να σκαλίζει τη κλειδαριά ωσπου άκουσε τον επιθυμητό ήχο. Μόλις η πόρτα άνοιξε, είδε σκοτάδι στο διάδρομο.

Κατέβηκε στη κουζίνα, και ακολούθησε την ίδια διαδικασία μόνο που αυτή τη φορά, ήταν αποφασισμένη πως όποιον δει μπροστα της θα τον μαχαιρώσει χωρίς  να το σκεφτεί.

Μόλις άναψε τη λάμπα του υπόγειου, άκουσε για πρώτη φορά μουγκρητό. Κάποιος και ήξερε ακριβώς ποιος ήταν πίσω από εκείνη την αναθεματισμένη πόρτα.

"Θα σε βγάλω από εκεί μέσα μωρό μου στο ορκίζομαι!" Του φώναξε χωρίς να νοιάζεται

"Δε το νομίζω..." άκουσε πίσω της και γυρίζοντας το μαχαιρι εκτοξεύθηκε ένα εκατοστό μακριά από το κεφάλι του Κάσιεν.

"Μείνε εκεί που είσαι! Τα ξέρω όλα!" Τσιριξε εκείνη . Περίμενε από εκείνον μια αντίδραση διαφορετική μα το μόνο που έκανε ήταν να πάρει μα έκφραση γεμάτη θλίψη. "Πώς μπόρεσες; ΠΏΣ;"

"Καταλινα άκουσε με ..."

"ΠΑΨΕ!!! ΘΑ ΜΑΣ ΣΚΟΤΩΝΑΤΕ;"

Ο Κάσιεν χαμήλωσε το βλέμμα κι εκείνη του επιτέθηκε. Την άφησε να τον χτυπήσει, και λαχανιασμενη του ζητούσε εξηγήσεις.

"Ξύπνα μωρό μου .... Σε ικετεύω..." της ψέλλισε μα ήταν αργά. Η Καταλινα του έδωσε ένα τελικό χτύπημα, και ψάχνοντας τον , βρήκε τα κλειδιά επάνω του. Δίνοντας του μια τελευταία κλωτσιά στο κεφάλι, τα πήρε και έτρεξε προς τη πόρτα. Ξεκλειδωσε, και τσιριξε στο θέαμα ...

Στη μέση του δωματίου, βρισκόταν ο Ίαν. Τα χέρια του ήταν στη πλάτη, ενώ στα πόδια και γύρω του είχε αλυσίδες. Το στόμα ήταν σφραγισμένο και τη κοιτούσε μέσα στα μάτια... Τη κοιτούσε μα μάτια κατακόκκινα...

Σας φιλώ

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top