Κεφάλαιο Οχτώ
Γύρισα στο σπίτι ώρα που άλλη φορά θα έβγαινα. Είχα και τα νεύρα μου. Δεν είχα μιλήσει με τον Κρις γιατί από ότι έμαθα είχε τσακωθεί με μια Νεράιδα, η Τζινξ τώρα τελευταία προτιμούσε να παίζει με το κουβάρι της - περίεργες οι γάτες/ βρικόλακες - και ο Κάρτερ δεν είχε δώσει σημεία ζωής. Για το τελευταίο, είχα νεύρα επειδή είχα νεύρα που δεν είχε εμφανιστεί. Ναι το ξέρω, είμαι περίεργος άνθρωπος. Μόλις μπήκα στο δωμάτιό μου πέταξα νευριασμένη το δερμάτινο μπουφάν μου στο κρεβάτι και πήγα να ανοίξω το παράθυρο να μπει λίγος αέρας. Ξεκούμπωσα τον κορσέ που φορούσα και δευτερόλεπτα πριν τον πετάξω για να χωθώ σε ένα μαύρο νυχτικό, είδα μια σκιά στο παράθυρο πίσω μου.
Ο Κάρτερ καθόταν στο περβάζι με ένα απίστευτα εκνευριστικό χαμόγελο στα χείλη και μάτια που πετούσαν σχεδόν σπίθες. "Μην ενοχλείσαι, συνέχισε" σχολίασε πονηρά. Έσφιξα γρήγορα και πάλι τον κορσέ γύρω μου και πήγα προς το παράθυρο.
"Κάρτερ Κέιν" έκανα απειλητικά "ήξερα ότι ήσουν περίεργος τύπος, δεν σε είχα για ματάκια. Εξαφανίσου σε παρακαλώ".
"Τι; Και να χάσω το σόου; Όχι, μωρό μου, εδώ θα κάτσω".
"Το ξέρεις ότι μπορώ να πετάξω από το παράθυρο, έτσι;"
"Δεν θα το κάνεις" σχολίασε γεμάτος αυτοπεποίθηση, προσπαθώντας όμως να μην πατήσει το πάτωμα του δωματίου μου.
"Γιατί;"
"Γιατί απολαμβάνεις τη παρέα μου". Γύρισα απότομα από την άλλη μεριά, για να μην δει το κοκκίνισμα στα μάγουλά μου και μετά θυμήθηκα ότι ήμουν βρικόλακας και πως δεν κοκκινίζουμε σχεδόν ποτέ. "Ουάου, μετά από αυτή την αντίδραση, σιγουρεύτηκα" συνέχισε. "Σου αρέσει η συντροφιά μου".
"Ισχύει" απάντησα ειρωνικά. "Αφού δεν ξέρω τί είναι καλύτερο. Να περνάω χρόνο μαζί σου ή να χώσω ένα παλούκι στο στήθος μου;" Το βλέμμα του Κάρτερ έπεσε στο ντεκολτέ μου. "Στα μάτια κοίτα με, Κάρτερ" σχολίασα.
"Ναι, εντάξει, μάλιστα". Δάγκωσε το κάτω χείλος του και περίμενε. Απλώς περίμενε.
"Κάπου εδώ πρέπει να μου πεις τον σκοπό της επίσκεψής σου" είπα και στηρίχτηκα στον τοίχο δίπλα του.
"Καλύτερα να πηγαίνω" είπε, ρίχνοντας το κεφάλι κάτω και έκανε να πέσει στο έδαφος. Τον πρόλαβα τελευταία στιγμή και τον έπιασα από το μπράτσο. Γύρισε να με κοιτάξει.
"Τι ήθελες εδώ, Κάρτερ;"
"Ορκίσου να μην κάνεις σαν υστερική" είπε και κάθισε και πάλι στο περβάζι με τα πόδια έξω από το παράθυρο. Κάθισα δίπλα του, από την άλλη μεριά.
"Λέγε, Κάρτερ, ξέρεις ότι δεν είμαι υστερική".
"Καλά, το προσπερνάω. Ήρθα απλά να σε δω".
"Πάλι να δεις τι κάνω; Τί σε έχει πιάσει, μου λες;"
Ο Κάρτερ χαμογέλασε. "Όσο και να μην το πιστεύεις, αγαπημένη μου Ρέιβεν, δεν είμαι εντελώς απαίσιος".
"Μου στέρησες την ζωή που ήθελα, Κάρτερ. Και δεν λέω, η ζωή μου τώρα είναι μια χαρά, αλλά θα ήθελα να έχω επιλογή. Εγώ. Όχι εσύ, ούτε κανένας. Θα έλεγα το ίδιο αν με άλλαζε άλλος".
"Αυτό είναι κάπως καλύτερο" σχολίασε σκεπτικός. "Αλλά δεν με βοηθάς".
"Σε τί να βοηθήσω; Να σε ελαφρύνω από τις ενοχές; Λυπάμαι, Κάρτερ, αλλά θα πρέπει να μου δώσεις χρόνο. Δεν σε έχω συγχωρέσει ακόμα. Όχι εντελώς".
Ο Κάρτερ χαμογέλασε παιχνιδιάρικα και έπιασε μια τούφα από τα μαλλιά μου. Σήκωσα το χέρι να τον σταματήσω, αλλά το κατέβασα απότομα.
"Τελικά μπορεί κάποιος να μιλήσει μαζί σου" είπε.
"Μην με κατηγορείς, Κέιν. Δεν δοκίμασες ποτέ να μιλήσεις μαζί μου".
"Μάλλον επειδή μέχρι πρόσφατα είχες σκοπό της ζωής σου να με βασανίσεις μέχρι θανάτου. Τρόπος του λέγειν".
"Και φταίω;" ρώτησα.
"Ρέιβεν, μην την ξανακάνουμε αυτή τη συζήτηση, σε παρακαλώ" είπε και έκρυψε το πρόσωπό του στα χέρια του.
Σήκωσα τα χέρια αμυντικά. "Όπως θες" απάντησα.
Δεν μιλούσε για αρκετή ώρα και πάνω που ήμουν έτοιμη να του πω να μου αδειάσει τη γωνιά επειδή ήθελα την ησυχία μου, μίλησε. "Είσαι χλωμή".
"Είμαι; Δεν το πρόσεξα".
"Πόσες μέρες έχεις να φας;"
Δεν το είχα προσέξει μέχρι τη στιγμή που το είπε. Η τελευταία φορά που έφαγα ήταν και η τελευταία φορά που τον είδα. "Τρεις μέρες πάνω κάτω".
"Για όνομα του Θεού, Ρέιβεν, προσπαθείς να αυτοκτονήσεις, ή κάτι τέτοιο;" έκανε αγανακτισμένος και ταυτόχρονα, τον είδα να ξεκουμπώνει τα πάνω κουμπιά του πουκαμίσου του.
"Τί κάνεις, Κάρτερ;" ρώτησα παγωμένη.
"Φροντίζω για τη δίαιτά σου" είπε και ξεγύμνωσε το λαιμό του. "Έλα, μην αργείς, είσαι αλήθεια χλωμή".
Υπό το φως του φεγγαριού, το λευκό δέρμα του λαιμού του έμοιαζε πιο γοητευτικό από ποτέ. Τρόμαξα όμως, όταν συνειδητοποίησα ότι ο όρος γοητευτικό που μου ήρθε στο μυαλό, δεν ήταν επειδή πεινούσα. Κούνησα το κεφάλι μου για να διώξω τη σκέψη και πάλι καλά, ο Κάρτερ νόμισε πως αρνούμουν βουβά. "Όχι" πρόσθεσα για να γίνω πιο πειστική.
Το βλέμμα που μου έριξε ο Κάρτερ ήταν τόσο οικείο που μου έφερε ζαλάδα. "Έλα, μη κάνεις σα μωρό. Το έχεις ξανακάνει".
"Κάρτερ, έχω προμήθειες στο σπίτι, δεν θέλω τις δικές σου". Μην κοιτάς, Ρέιβεν, κορίτσι μου.
"Το αίμα του βρικόλακα είναι ισχυρότερο από τις προμήθειές σου".
"Το αίμα σου μου φέρνει αναμνήσεις και το ξέρεις" του πέταξα θυμωμένα.
"Ας πούμε ότι θέλω να με θυμάσαι" σχολίασε παιχνιδιάρικα και χαμογέλασε. "Έλα, δεν θέλω να μας δει κανείς. Θα μας παρεξηγήσουν και ο μπαμπάς σου μοιάζει ήδη έτοιμος να με ξεκάνει και χωρίς αφορμή".
"Τελευταία φορά" είπα απειλητικά σχεδόν.
"Δεν μπορείς να μου αντισταθείς, μωρό μου" είπε έτοιμος να ξεσπάσει σε τρανταχτά γέλια. Τον πλησίασα, κρατώντας την ανάσα μου - το άρωμά του ήταν το τελευταίο που ήθελα εκείνη τη στιγμή - και βύθισα τα δόντια μου στο λαιμό του. Το χέρι του πήγε στον αυχένα μου, πιέζοντάς με στην θέση μου και από το λαρύγγι του βγήκε ένας ήχος απόλαυσης. Τινάχτηκα μακριά του και τον κοίταξα με μάτια γουρλωμένα.
"Μα με όλα αστειεύεσαι πια;" ρώτησα θυμωμένα σκουπίζοντας τα χείλη μου. Εκείνος κράτησε το λαιμό του και πήρε μια βαθιά ανάσα.
"Μπορώ να σου ορκιστώ στο λόγο της ανδρικής μου τιμής ότι δεν αστειεύτηκα ούτε λεπτό. Η αντίδρασή μου ήταν αυθόρμητη. Ήσουν πολύ γλυκιά μπορώ να πω".
Τον κοίταξα κατάματα πριν απαντήσω. "Ας πούμε ότι στο συγχωρώ. Για πρώτη και τελευταία φορά".
"Μάλιστα, δεσποινίς. Είσαι καλύτερα τώρα; Θέλεις κι άλλο;"
"Όχι, ευχαριστώ. Νιώθω ήδη καλύτερα". Και ήταν αλήθεια. Η κούραση είχε φύγει, έβλεπα καθαρότερα από ποτέ και ένιωθα έτοιμη να ριχτώ στη μάχη. Αν είχα μια μάχη για να ριχτώ, δηλαδή.
"Να ξέρεις, πάντως, ότι ίσως κάποια στιγμή να απαιτήσω αντάλλαγμα" σχολίασε τσεκάροντας τα νύχια του.
"Αυτό έπρεπε να μου το πεις πριν με βοηθήσεις" σχολίασα και κατέβηκα από το παράθυρο.
"Γιατί, τι θα έκανες;" ρώτησε εκείνος φέρνοντας τα πόδια του και πάλι μέσα στο δωμάτιο.
"Αρχικά θα σε πετούσα κάτω" είπα.
"Ξέρεις ότι δεν θα βοηθούσε σε τίποτα, έτσι;"
"Θα βοηθούσε στα νεύρα μου".
"Με τόσα νεύρα, καλό θα ήταν να βρεις ένα αγόρι" σχολίασε. Το βλέμμα μου έπεσε δολοφονικό επάνω του, καρφώνοντας το χαζοχαρούμενο χαμόγελό του.
"Όταν βγω προς αναζήτηση, να είσαι σίγουρος ότι δεν θα ζητήσω τη συμβουλή σου" απάντησα.
"Δεν θέλω να έρθεις σε μένα για τη συμβουλή μου, χαζό πλάσμα" έκανε εκείνος. Δεν μπήκα καν στον κόπο να σκεφτώ τι εννοούσε, παρόλο που ένα μέρος του μυαλού μου με μούτζωνε που αγνοούσα το νόημα, παρά πήγα στο παράθυρο και τον κοίταξα.
"Θέλω να ξεκουραστώ, αν δεν σε πειράζει" είπα.
Το βλέμμα του έγινε με μιας ταραγμένο και έπειτα επιθετικό. "Καλή ξεκούραση, Ρέιβεν Μπλακ" είπε με έναν τελεσίδικο τόνο και με μια κίνηση έπεσε από το παράθυρο. Μέχρι να βγει από τον κήπο, δεν έριξε ούτε ματιά πίσω του.
"Δεν είχες ποτέ περισσότερα νεύρα στη ζωή σου" σχολίασε ο Κρις το επόμενο απόγευμα. Καθόμουν και διάβαζα ένα βιβλίο, με το φόρεμα μαζεμένο στα γόνατά μου και εκείνος έβγαινε από το Σάντοουφορτ Μουρ, με σκοπό να πάει να συνεχίσει τις διαπραγματεύσεις με τις Νεράιδες.
"Φαίνεται;" έκανα χωρίς να σηκώσω το βλέμμα μου.
Εκείνος κάθισε δίπλα μου και με κοίταξε σοβαρά. "Έλα, λέγε, τί σου έκανε πάλι;"
"Ποιός;" έκανα δήθεν τυχαία. Ο Κρις ανασήκωσε το φρύδι ειρωνικά.
"Ρέιβεν, δεν γεννήθηκα χθες, νομίζω είναι φανερό".
Δεν είχα και πολλά περιθώρια. "Είχαμε μια παρεξήγηση χθες".
"Έλα!" έκανε ειρωνικά. "Δεν το πιστεύω! Συνήθως είσαι τόσο ευγενική μαζί του!"
"Κρις, αν έχεις σκοπό να κοροϊδέψεις..."
Εκείνος χάιδεψε τα μαλλιά μου παιχνιδιάρικα και χαμογέλασε. "Σε πειράζω. Έλα τώρα, άντρες, δεν μας ξέρεις; Πιθανότατα θα κρατήσει μούτρα για λίγο ακόμα και μετά θα του περάσει".
Το timing που είχα μερικές φορές ήταν απίστευτο. Εκείνη ακριβώς την ώρα ο Κάρτερ και ο Βλαντ φάνηκαν στην καγκελόπορτα και ο Ντεβ όρμησε από την είσοδο για να πάει να ανοίξει.
"Ω, Θεέ μου" ψέλλισα και ο Κρις χαμογέλασε.
"Πάω στις Νεράιδες. Μην τον σκοτώσεις όσο λείπω". Με αυτά τα λόγια άφησε ένα φιλί στο μάγουλό μου και βγήκε, χαιρετώντας στρατιωτικά τους τρεις άντρες.
Ο Κάρτερ περπατούσε πίσω από τον Βλάντιμιρ δίπλα στον Ντεβ και κάτι φάνηκε να λένε. Ο Βλάντιμιρ με χαιρέτησε, προφέροντας ευγενικά το όνομά μου και με προσπέρασε, περνώντας στο κτίριο. Ο μπαμπάς μου θα φρίκαρε. Ο Ντεβ μου τσίμπησε το μάγουλο περνώντας δίπλα μου και ο Κάρτερ... λοιπόν αυτός δεν μου έριξε ούτε ένα βλέμμα. Πέρασε από δίπλα μου αγνοώντας με, με αποτέλεσμα να τον πιάσω από το μπράτσο, την ώρα που ο Ντεβ είχε ήδη μπει μέσα.
"Τι σε έπιασε;" ρώτησα. Εκείνος γούρλωσε τα μάτια του και μειδίασε αδιάφορα.
"Τίποτα. Έχουμε συνάντηση με τον πατέρα σου" είπε και έκανε να φύγει.
"Κάρτερ!" φώναξα και πάλι, περισσότερο σαν αντανακλαστικό. Εκείνος γύρισε, με κοίταξε και αφού δεν είπα τίποτα, έκανε μεταβολή και μπήκε μέσα.
Όχι, Κάρτερ, δεν θα μου σπάσεις εσύ τα νεύρα. Πήγα θυμωμένη στο δωμάτιό μου, αλλά την ώρα που ανέβαινα τις σκάλες, αποφάσισα ότι δεν θα άφηνα τον Κάρτερ να κάνει ό, τι θέλει στο σπίτι μου. Έκανα μεταβολή και κατέβηκα και πάλι τις σκάλες. Πήγα φουριόζα προς την τραπεζαρία όπου μιλούσαν οι δικοί μου με τους Κέιν και άνοιξα διάπλατα την πόρτα.
"Ρέιβεν!" φώναξε.
"Απαιτώ να παρευρίσκομαι στην κουβέντα!" είπα με ύφος και προχώρησα προς το κέντρο του τραπεζιού όπου καθόταν ο μπαμπάς μου.
"Ω Θεέ μου" έκανε ο Κάρτερ και ένα ειρωνικό χαμόγελο εμφανίστηκε στα χείλη του.
Τον κεραυνοβόλησα με ένα βλέμμα και συνέχισα να κοιτάω τον μπαμπά μου.
"Ντέβερελ;" είπε εκείνος και έκανε νόημα στον αδερφό μου, ο οποίος και σηκώθηκε για να έρθει προς το μέρος μου.
"Άστο, Ντέβι, το έχω" σχολίασε ο Κάρτερ και σηκώθηκε όρθιος. Με πλησίασε και με έπιασε από τα μπράτσα σπρώχνοντάς με προς τα πίσω. "Έλα, πάμε έξω" είπε, με εκείνο το εκνευριστικό χαμόγελο ακόμα στα χείλη του.
"Άσε με! Μπαμπά, απαιτώ να μάθω γιατί δεν μπορώ να μείνω-"
Ο Κάρτερ έβαλε τα χέρια του στη μέση μου, με σήκωσε όρθια και με έριξε σαν τσουβάλι πάνω από τον ώμο του. "Μην ανησυχείτε, το έχω!" φώναξε στους άλλους και αγνοώντας τις γροθιές μου στην πλάτη του και τις φωνές στο αυτί του, με έβγαλε από την αίθουσα και έκλεισε την πόρτα κλωτσώντας την.
"Άσε με!" του φώναξε, ενώ εκείνος με άφησε έξω από την αίθουσα συνεδριάσεων.
"Για όνομα του Θεού, πάψε να κάνεις σαν πεντάχρονο" σχολίασε. Το χαμόγελο δεν είχε ακόμα διαγραφεί από τα χείλη του.
"Σταμάτα να γελάς σαν ηλίθιος, Κάρτερ και άσε με" του είπα, καθώς εκείνος έπιασε και τα δύο μου χέρια και τα κόλλησε αριστερά και δεξιά μου στον τοίχο.
"Θέλεις πραγματικά να σε αφήσω;" ρώτησε και το χαμόγελο επέστρεψε και πάλι δριμύτερο.
"Τώρα" επανέλαβα.
Κούνησε αδιάφορα το κεφάλι. "Δεν νομίζω πως θα το κάνω" είπε και με πλησίασε.
Στο λαιμό του φορούσε ένα φουλάρι. Το πανωφόρι του ήταν μαύρο σαν τον έβενο και μέχρι το γόνατό του, ενώ το πουκάμισο που φορούσε από μέσα ήταν κι εκείνο μαύρο. Δεν φορούσε άρωμα. Η μυρωδιά που τρύπησε τα ρουθούνια μου όταν με πλησίασε, μπορεί μόνο να περιγραφεί με μια λέξη. Νύχτα.
"Κόψε τις ανοησίες, δεν έχω όρεξη. Μόλις με έδιωξαν από μια σοβαρή κουβέντα".
"Μα αφού έκανες σαν υστερική" είπε, αλλά στα λόγια του δεν υπήρχε ίχνος ειρωνείας. Περίεργο.
"Αφού με διώξατε!" ξέσπασα και η φωνή μου βγήκε τσιριχτή. "Εντάξει, καλά είμαι τώρα, άσε με".
Τα μάτια του βρήκαν τα δικά μου και ξαφνικά σοβάρεψε. Το πρόσωπό του έχασε κάθε είδος αστεϊσμού και τα μάτια του έγιναν ξαφνικά διαπεραστικά. Τόσο διαπεραστικά, που ένιωθα άβολα. Συνέχισε να κρατάει με τα χέρια του τα δικά μου αριστερά και δεξιά από το πρόσωπό μου και έφερε το κορμί του πιο κοντά στο δικό μου.
Τα μάτια του έπεσαν στα χείλη μου και δάγκωσε τα δικά του.
"Κάρτερ, τι κάνεις;" ρώτησα χαμηλόφωνα.
Δεν απάντησε. Δεν είπε τίποτα, τουλάχιστον όχι με λέξεις. Με πλησίασε ακόμα περισσότερο και έριξε το κεφάλι του στο ίδιο ύψος με το δικό μου. Πριν το καταλάβω, τα χείλη του βρέθηκαν πάνω στα δικά μου και το κορμί του με πίεζε πάνω στον τοίχο.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top