Κεφάλαιο Δώδεκα

Κανείς δεν ήταν ικανοποιημένος με τις απαιτήσεις της Βασίλισσας. Μερικοί κιόλας - η Σκάι ας πούμε - αποφάσισε να ρίξει το φταίξιμο σε μένα και τον Κάρτερ και να πει ότι "δεν κάναμε καλά τη δουλειά μας". Ο Κάρτερ άρχισε να γελάει ειρωνικά και ο Κρις άρχισε να τη βρίζει, οπότε κι εκείνη σταμάτησε να μιλάει. 
Οι γονείς μου - μαζί με τον Βλάντιμιρ, καθώς είχαμε ακόμα μερικές μέρες μέχρι να λήξει η περίοδος ειρήνης - αποφάσισαν να στείλουν αγγελιοφόρο στη Βασίλισσα και να της ζητήσουν να πάρει πίσω το αίτημά της όσο είναι καιρός. Το μήνυμα χάθηκε μέσα στο τζάκι και ο μπαμπάς μου επέστρεψε στη θέση του, στην κορυφή του τραπεζιού. 
"Ελπίζω να είστε ικανοποιημένοι με την εξέλιξη των πραγμάτων" σχολίασε η Σκάι. "Τα πήγατε περίφημα". 
"Να νιώθεις ευγνωμοσύνη στο Θεό, που δεν έχει λήξει ακόμα η συμφωνία μας μαζί σας" έκανε ο Κάρτερ αδιάφορα. 
"Μπα, μπα; Να περιμένουμε δηλαδή διαφορετική αντιμετώπιση στο τέλος του μήνα; Να περιμένει και η Ρέιβεν διαφορετική αντιμετώπιση στο τέλος του μήνα, Κάρτερ;" ρώτησε εκείνη. Δεν χρειαζόταν ιδιαίτερη ευφυΐα για να καταλάβει κάποιος ότι αυτό με μένα ήταν μπηχτή. Και κανείς από τους παρευρισκόμενους δεν είχε χαμηλή νοημοσύνη. Το βλέμμα του μπαμπά μου καρφώθηκε στον Κάρτερ - η έκφραση "πάλι καλά που δεν είχε λήξει η συμφωνία" περιέγραφε ακριβώς την κατάσταση - ο Κρις χαμογελούσε αυτάρεσκα και ο Ντεβ ήταν ήρεμος, σαν να το ήξερε ήδη. Η μητέρα μου δοκίμασε να κατευνάσει τα πνεύματα, αλλά δεν έπιασε. "Τί πάθατε όλοι;" ρώτησε η Σκάι. "Δεν μιλάτε; Δεν είχε περάσει από το μυαλό κανενός ότι τρέχει κάτι με τα δύο πιτσουνάκια, που μπορεί να μας χαλάσει τα σχέδια;"
Ο Κάρτερ ξέσφιξε το φουλάρι στο λαιμό του αλλά δεν μίλησε. 
Εγώ δεν είμαι όμως τόσο καλό παιδί. 
"Σκάι, σου έχουν πει ποτέ πως η περιέργεια σκότωσε τη γάτα;" τη ρώτησα. Εκείνη με κοίταξε, ανασήκωσε το φρύδι και δεν είπε τίποτα. "Για να μην γίνεις η γάτα, λοιπόν, σε συμβουλεύω να αφήσεις έξω από τα λόγια σου εμένα και τον Κάρτερ. Και γενικά, όποιον δεν σε αφορά". 
Η Σκάι γούρλωσε τα μάτια και άνοιξε το στόμα να μιλήσει. 
"Κουβέντα δεν θα ανεχτώ, αγαπητή μου" πέταξε ο Κάρτερ και σηκώθηκε όρθιος. "Το τί κάνω εγώ με τη Ρέιβεν κι εκείνη μαζί μου δεν αφορά κανέναν σας και, με όλο το σεβασμό, κύριε Μπλακ" στράφηκε στον μπαμπά μου "ούτε καν εσάς. Κοιτάξτε την δουλειά σας, που αυτή τη στιγμή είναι η ψωνισμένη Νεράιδα. Αυτό, Σκάι πάει σε σένα.  Θα σας συμβούλευα όλους - πάλι για σένα μιλάω, Σκάι - να ασχοληθείτε με αυτό και όχι με τα κουτσομπολιά που τόσο σου αρέσει να διαδίδεις". 
Η Σκάι χαμογέλασε και μίλησε μόνο αφού ο Κάρτερ είχε καθίσει κάτω και απέναντί μου. "Δεν αρνήθηκες τίποτα από τα κουτσομπολιά που διαδίδω, όπως λες, Κάρτερ Κέιν" έκανε αυτάρεσκα και γεμάτη ικανοποίηση. 
Ένιωσα σχεδόν την κεραμίδα να μου σκάει στο κεφάλι και αμέσως προσπάθησα να διαβάσω τις αντιδράσεις των άλλων. Ο Κάρτερ χαμογελούσε. Άπλωσε το πόδι του και με σκούντηξε για να τον κοιτάξω. Μου έκλεισε το μάτι διακριτικά. 
"Δεν υπάρχει κάτι για να αρνηθώ. Έκλεισε τώρα αυτό το θέμα;" 
Κανείς άλλος δεν μίλησε, ούτε καν ο μπαμπάς μου, που - πάω στοίχημα - είχε φτιάξει στο μυαλό του έναν τεράστιο λόγο, γεμάτο με κοσμητικά επίθετα για τον Κάρτερ και απειλές για μένα, έπειτα συγνώμες για αυτά που μου είπε και τα συναφή. Παρόλα αυτά, δεν έβγαλε άχνα επί του θέματος. 
Συνέβη όμως κάτι που με παραξένεψε. Η Σκάι έπειτα από το ρεσιτάλ που έδωσε, έμεινε στη θέση της ακίνητη και αμίλητη, σαν ρομπότ. Κοιτούσε σε ένα μέρος και όταν ήθελε να εστιάσει αλλού, γυρνούσε το κεφάλι απελπιστικά αργά. 

Ο μπαμπάς μου είπε πως έπρεπε να κάνουμε μια κουβέντα, εγώ, εκείνος, η μητέρα μου και ο Ντεβ και εγώ απαίτησα να είναι και ο Κρις παρών. Θα είχα τουλάχιστον έναν σύμμαχο. Ο μπαμπάς μου δέχτηκε. Μόλις ανέβηκα στο δωμάτιό μου, μία ώρα αφού έφυγε ο Κάρτερ και ο Βλαντ, άκουσα το γνωστό πλέον χτύπο στο παράθυρο και είδα το κεφάλι του Κάρτερ να προβάλλει. Του άνοιξα και τον άφησα να μπει μέσα. Δεν μπορούσα να τον εμποδίσω, ειδικά αφού είχα σπάσει το ξόρκι. 
"Η Σκάι είχε πάρει φωτιά απόψε, ε;" σχολίασε και ξάπλωσε στο κρεβάτι μου σταυρώνοντας τα πόδια. "Ποιός ξέρει τί άλλο θα έλεγε άμα συνέχιζε". 
"Ούτε να το σκέφτομαι δεν θέλω" σχολίασα και πήρα τη Τζινξ στην αγκαλιά μου. "Κάρτερ;"
"Μμμ;"
"Της είπες ότι δεν είχες να αρνηθείς κάτι" έκανα.
"Ω" είπε και χαμογέλασε. "Αυτό".
"Δηλαδή, αυτά που έλεγε ισχύουν;"
Ο Κάρτερ σηκώθηκε και με κοίταξε. "Διόρθωσέ με αν κάνω λάθος, αλλά νομίζω πως τα δικά σου χείλη φιλούσα εδώ και κάτι μέρες. Εκτός αν με γελά η μνήμη μου". 
"Κάρτερ, σοβαρά". 
"Σοβαρά τα λέω. Σου φάνηκε πως δεν έτρεχε τίποτα μεταξύ μας; Γιατί εγώ άλλα κατάλαβα". 
"Νομίζω πως πρέπει όντως να κάνουμε εκείνη την κουβέντα που αφήσαμε στη μέση στη Χώρα των Νεράιδων" σχολίασα. 
"Χωρίς παρεξήγηση, αλλά το δωμάτιό σου δεν με εμπνέει για μια τέτοια κουβέντα. Εξάλλου πρέπει να δούμε τί θα γίνει με τη Σκάι". 
"Τι θα γίνει;"
"Καλά, δεν την είδες; Λες και έπεσε σε λήθαργο μετά από αυτά που είπε στη συνάντηση. Κάτι δεν πάει καλά, να μου το θυμηθείς". Το ύφος του ήταν πολύ σίγουρο, που κατάφερε και με γέμισε υποψίες. 
"Και κάτι να τρέχει, τί μπορούμε να κάνουμε, Κάρτερ;"
Ο βρικόλακας κάθισε και πάλι στο κρεβάτι μου και με πλησίασε. "Πάντα ήθελα να γίνω ντετέκτιβ" είπε και μου έκλεισε το μάτι. 

"Θα βρω το μπελά μου με αυτό που με βάζεις να κάνω" είπα. 
"Έλα τώρα, γκρινιάρικο πλάσμα, αφού κατά βάθος θέλεις πολύ να ψάξεις. Παραδέξου το". 
"Σκάσε, Κάρτερ, θα μας ακούσουν". 
Περπάτησα στις μύτες των ποδιών μου με τον Κάρτερ δίπλα μου να σουλατσάρει άνετος, λες και ήξερε από την αρχή ότι δεν θα μας έπιαναν. 
"Ξέρεις, αυτή η άνεση που έχεις με τρελαίνει" του είπα έξω από το δωμάτιο της Σκάι.
"Όλα όσα κάνω σε τρελαίνουν, και όταν το παραδεχθείς θα είναι καλύτερα για όλους μας" σχολίασε. Δεν έδωσε βάση στη γουρλωμένη μου έκφραση. "Μπες μέσα τώρα και μη κάνεις φασαρία".
Είχα μπει μόνο μια φορά στο δωμάτιο της Σκάι και αυτό όταν ήρθε πρώτη φορά να μείνει μαζί μας σαν μέλλουσα σύντροφος του Μπρένταν. Από τότε δεν μας άφηνε κανείς να μπαίνουμε εκεί μέσα, αλλά εμείς δεν θέλαμε κιόλας. Μιας και οι προτιμήσεις του Μπρένταν ήταν γνωστές και ο βίος του ακόλαστος μέχρι να έρθει μαζί μας, φοβόμουν ότι θα βρίσκαμε μαστίγια και τα συναφή. Όταν το είπα στον Κάρτερ - έπρεπε να φανταστώ ότι θα με άρχιζε στο ψιλό - εκείνος άρχισε να γελάει υστερικά. 
Από τα παράθυρα της Σκάι κρέμονταν μαύρες κουρτίνες. Και μετά έλεγε εμένα Βασίλισσα της Νύχτας. Τα σεντόνια ήταν επίσης μαύρα, ενώ στο δωμάτιο πλανιόταν μια ανησυχητική μυρωδιά. Κάτι μεταξύ σκουριάς και μούχλας. Ο Κάρτερ πήγε γραμμή στα συρτάρια, τα άνοιξε και άρχισε να ψάχνει. 
"Μην φαίνεται ότι κάποιος έψαξε, Κάρτερ" του είπα. "Εσύ τα βομβάρδισες!"
"Ή ψάχνουμε εξονυχιστικά, ή καθόμαστε σπίτι μας" είπε εκείνος και μου έκλεισε το μάτι. "Τέλος πάντων, βρήκες τίποτα;"
"Τίποτα" σχολίασα ψαχουλεύοντας πίσω από το παραβάν. "Νομίζω ότι άδικα ψάχνουμε να βρούμε κάτι. Απλώς επειδή σου φάνηκε περίεργη η συμπεριφορά της..."
"Ρέιβεν" είπε ο Κάρτερ ξαφνικά. "Έλα εδώ". 
Τον πλησίασα και γονάτισα δίπλα του, σηκώνοντας το φόρεμά μου. Ο Κάρτερ κρατούσε στα χέρια του ένα βελούδινο μωβ κουτί με περίτεχνα ασημένια σχέδια. Το λουκέτο που κρεμόταν έχασκε ανοιχτό, λες και κάποιος το είχε αφήσει εκεί για να το βρούμε. Ο Κάρτερ το άνοιξε και μέσα ανακαλύψαμε τέσσερα γυάλινα μπουκαλάκια σε στυλ βικτοριανής εποχής, καθένα γεμάτο με ένα ανησυχητικά μαύρο υγρό. "Τί στα κομμάτια είναι αυτό;" ρώτησα. 
"Δεν έχω ιδέα" σχολίασε ο Κάρτερ. "Δεν σου βρίσκεται κανένα μπουκάλι, ε;"
"Μισό λεπτό να δω στη τσέπη μου" του είπα ειρωνικά κι εκείνος μου ανασήκωσε το φρύδι. 
"Έχεις κανένα κομμάτι ύφασμα, πέρα από καυστικά σχόλια, ή εγώ πρέπει να κάνω τη δουλειά εδώ πέρα;"
Έβγαλα ένα μαντήλι που είχα δεμένο στο μπράτσο μου απλά σαν στυλ και του το έδωσα. Ο Κάρτερ άνοιξε το μπουκάλι και μούσκεψε μια άκρη του υφάσματος στο υγρό. Το δίπλωσε με καλλιτεχνικές κινήσεις και το έχωσε στο σακάκι του. "Πάμε" είπε. 
"Με τί σκοπό το έκανες όλο αυτό;" ρώτησα κλείνοντας το κουτί που ήταν μπροστά του. 
"Αχ, ερασιτέχνες" κορόιδεψε εκείνος. "Θα σε ενημερώσω αύριο για το τί είδους υγρό είναι". 
"Πώς θα το...;"
"Με υποτιμάς, αγαπημένη μου" είπε ο Κάρτερ και προσεκτικά με έσυρε έξω από το δωμάτιο, στο διάδρομο. "Είμαι πολυτάλαντος, το ξέρεις". 


Ο "πολυτάλαντος" Κάρτερ έκανε μια στάση στο δωμάτιό μου για να ασχοληθεί λίγο με τη Τζινξ που έδειχνε να τον συμπαθεί περισσότερο από μένα τώρα τελευταία και έπειτα σκαρφάλωσε στο παράθυρο. 
"Νιώθω σαν τον Ρωμαίο" έκανε χαμογελαστός. "Γίνε η Ιουλιέτα μου και θα σε αφήσω ήσυχη". 
"Κόψε τις ανοησίες, Κέιν" του είπα. Παρά το αυστηρό μου ύφος, δεν μπόρεσα να κρύψω ένα χαμόγελο. 
"Γυρίσαμε στο Κέιν; Να προσβληθώ; Πρέπει κι εγώ να σε φωνάζω Μπλακ;"
Με κάθε ερώτηση ερχόταν όλο και πιο κοντά μου. Στο τέλος άφησε ένα απαλό φιλί στα χείλη μου και πήδησε από το παράθυρο στο έδαφος. Η φιγούρα του χάθηκε από τα μάτια μου πριν φτάσει στην καγκελόπορτα.  

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top