Κεφάλαιο Δεκατρία
Την επόμενη μέρα μόλις άνοιξα τα μάτια μου, συνειδητοποίησα πως κάτι δεν πήγαινε καλά στο Σάντοουφορτ Μουρ.
Αρχικά, ακούγονταν από παντού φωνές. Επιπλέον, πράγματα ακόμα και μέσα στο δωμάτιό μου ήταν άνω κάτω. Η Τζινξ καθόταν φοβισμένη στη γωνία και μια περίεργη μυρωδιά απλωνόταν στο χώρο. Σηκώθηκα από το κρεβάτι και πήρα αγκαλιά τη Τζινξ, ξεχνώντας όχι φορούσα απλά ένα μαύρο, λεπτό νυχτικό, που καθόλου κατάλληλο δεν ήταν για δημόσια εμφάνιση. Δεν είχα χρόνο να αλλάξω, ευχήθηκα να μην το πρόσεχε κανείς και με τη γάτα αγκαλιά, πήγα στο δωμάτιο του Ντεβ. Τον βρήκα έξω από την πόρτα να μιλάει με τον Μπρένταν.
"Ντεβ; Τί τρέχει;"
"Μπήκαν κρυφά στο σπίτι λυκάνθρωποι" μου είπε κοιτώντας με εξονυχιστικά. "Τί φοράς;" ρώτησε.
Κράτησα τη γάτα στο στήθος μου. "Άλλο είναι το θέμα μας τώρα, άσε τα ρούχα μου. Ποιός μπήκε στο δωμάτιό μου; Ήταν λυκάνθρωποι;"
"Όχι, εκεί μπήκα εγώ γιατί έπρεπε να πάρω κάτι. Οι λυκάνθρωποι μπήκαν στην αίθουσα συνεδριάσεων και το γραφείο του μπαμπά. Καλύτερα να ντυθείς" μου είπε κοιτώντας πίσω από την πλάτη μου. "Οι Κέιν θα έρθουν από στιγμή σε στιγμή. Κάποιος μπήκε και στη δική τους περιουσία".
"Ντεβ, το καλό που σου θέλω να υπάρχει καλός λόγος που μας κουβάλησες εδώ, γιατί..." ακούστηκε η φωνή του Κάρτερ. Σταμάτησε απότομα. "Εκτός αν ο λόγος είναι να δούμε την αδερφή σου με το νυχτικό" σχολίασε, ρίχνοντάς μου μια τσιμπιά στη μέση. Απομακρύνθηκα διακριτικά και τον κατακεραύνωσα με το βλέμμα.
Πήρα γρήγορα τα μάτια μου από το μαύρο κοστούμι που φορούσε, το οποίο τόνιζε ακόμα περισσότερο τα γαλάζια, σχεδόν διάφανα μάτια και το λευκό του δέρμα και συγκέντρωσα την προσοχή μου στον αδερφό μου.
"Θα έλεγα τίποτα για σένα και την αδερφή μου..." ξεκίνησε ο Ντεβ. "Μας την πέσανε λυκάνθρωποι".
Το βλέμμα του Κάρτερ πάγωσε. "Λυκάνθρωποι; Κανονικοί λυκάνθρωποι, άνθρωποι που γίνονται λύκοι;"
"Να στο ζωγραφίσουμε μήπως;" ειρωνεύτηκε ο Μπρένταν.
"Δεν μπορώ να βασιστώ στις δικές σου καλλιτεχνικές ικανότητες, αγαπητέ μου. Τί ήθελαν, Ντεβ;"
"Μάλλον να μας τρομοκρατήσουν. Άφησαν και ένα απειλητικό σημείωμα στο γραφείο του πατέρα μου".
"Δεν μου είπες τέτοιο πράγμα!" φώναξα και άφησα την Τζινξ στα χέρια του Κάρτερ.
"Πού πας;" με ρώτησε ο Κάρτερ.
"Να αλλάξω πάω" του είπα. "Θα με περιμένετε εδώ... αλίμονό σας αν δεν σας βρω μόλις επιστρέψω".
Μπήκα τρέχοντας στο δωμάτιό μου, έχοντας ξεφορτωθεί το νυχτικό σχεδόν πριν κλείσω πίσω μου την πόρτα. Χώθηκα σε ένα ζευγάρι μαύρα τζιν μιας και κάτι μου έλεγε πως δεν ήταν τώρα ώρα για βικτωριανά φορέματα, ένα ζευγάρι αρβύλες και ένα σκούρο γκρι μπλουζάκι. Έδεσα τα κορδόνια των παπουτσιών μου σχεδόν προχωρώντας και βγήκα από το δωμάτιο. Ο Κάρτερ μιλούσε με τον Ντεβ και έμοιαζαν σαν να έκοψαν απότομα την κουβέντα μόλις με είδαν. Ο Κάρτερ άφησε τη γάτα μου μέσα στο δωμάτιο και μας ακολούθησε στον κάτω όροφο και το γραφείο του μπαμπά μου.
Μέσα γινόταν πανζουρλισμός. Άτομα πήγαιναν πέρα δώθε, ο μπαμπάς μου φώναζε πότε στον έναν και πότε στον άλλον ότι δεν έκαναν καλά τη δουλειά τους και του ανακάτευαν το γραφείο, η Σκάι σχολίαζε πικρόχολα και χαμηλόφωνα και μέσα σε όλα αυτά, ο Κρις την είχε αράξει στον καναπέ και γελούσε. Πήγα κοντά του και τον σκούντηξα ελαφρά.
"Δεν βλέπω να επηρεάζεσαι από την κατάσταση" του είπα χαμογελαστή.
"Ο μπαμπάς σου έχει νεύρα. Και αν έμαθα ένα πράγμα τα χρόνια που σας ξέρω, είναι πως δεν τα βάζω με τον μπαμπά σου όταν έχει νεύρα. Οπότε κάθομαι εδώ μέχρι να του περάσουν και συνειδητοποιήσει πόσο πολύτιμη είναι η βοήθειά μου".
Δεν μπόρεσα να συγκρατήσω ένα χαμόγελο. Πήγα προς το γραφείο όπου ο μπαμπάς μου μάλλον μπέρδευε κάτι χαρτιά, παρά έβρισκε τη σωστή τους θέση. Εκεί δίπλα του καθόταν η Έμπονι που προσπαθούσε να του εξηγήσει κάτι.
"Να μην ρωτήσω, ε;" έκανα προσπαθώντας να ελαφρύνω την ατμόσφαιρα. Ο μπαμπάς μου δεν απάντησε, παρά μόνο στράφηκε στον Κάρτερ.
"Θα έρθει ο πατέρας σου;" ρώτησε.
"Ναι, έρχεται αμέσως, είχε ένα... χμ.. περιστατικό χθες βράδυ".
"Ρέιβεν, τα μάτια σου δεκατέσσερα" μου είπε εκείνος. "Δεν θα μένεις μόνη σου ούτε λεπτό. Μαζί σου θα είναι είτε ο Ντεβ, είτε ο Κρις είτε ο Κάρτερ. Συνεννοηθήκαμε;"
"Σύμφωνοι, αλλά γιατί;" ρώτησα. Μου άρεσε η ιδέα να βάλουν τον Κάρτερ φύλακά μου. Πολλές ευκαιρίες να του σπάω τα νεύρα, υπέροχο.
Ο πατέρας μου άπλωσε το χέρι και μου έδωσε ένα κομμάτι χαρτί.
Το πήρα και διάβασα.
Μπλακ
Αν δεν ικανοποιήσεις τα αιτήματα της Βασίλισσας των Νεράιδων, αυτή που θα το πληρώσει θα είναι η κόρη σου.
Να το θυμάσαι.
Η Αγέλη
Και από κάτω μερικές πατημασιές για σφραγίδα. Μου φάνηκε τόσο γελοίο το τελευταίο, που συγκράτησα με κόπο ένα γέλιο.
"Κύριε Μπλακ, μου δίνετε άδεια να πάω να φάω την Βασίλισσα;" ρώτησε ανάλαφρα ο Κάρτερ.
"Ελεύθερα, παιδί μου, αλλά δυστυχώς φοβάμαι δεν θα βοηθήσει. Θα σπάσεις τη Συνθήκη και μετά θα κυνηγάνε και εσένα, εκτός από την Ρέιβεν" έκανε ο πατέρας μου και κάθισε στο γραφείο του.
"Αν τολμήσουν να πειράξουν τη Ρέιβεν..." ξεκίνησε ο Ντεβ και έκοψε απότομα την πρότασή του, γιατί μας πλησίασε ο Κρις.
"Ποιός θα πειράξει τη Ρέιβεν;" ρώτησε εκείνος. "Ας τολμήσει!"
Ο πατέρας μου του έδωσε το γράμμα και έπειτα έστειλε την μητέρα μου και την Έμπονι να στείλουν μήνυμα στην Έπαυλη του Ρόλαντ. Ο Ρόλαντ είναι ένα φάντασμα που έχει αστείρευτο χιούμορ και πηγαία ενεργητικότητα και ήταν σύμμαχος του πατέρα μου και της οικογένειάς μου πολλά χρόνια τώρα. Ο Ρόλαντ δεν θυμάται πως πέθανε, αλλά κάθε φορά που θα τον ρωτήσεις, θα έχει καινούρια ιστορία να σου πει. Μένει μόνος του στην Έπαυλη και τη βρίσκει με το να τρομάζει πιτσιρίκια που πηγαίνουν για εξερεύνηση.
Και όπως αποδείχτηκε, ήταν και ο μοναδικός σύμμαχος που είχαμε.
"Τί θα κάνουμε;" ρώτησε ο Ντεβ.
"Θα εκπληρώσουμε τις επιθυμίες της Βασίλισσας" είπε ο πατέρας μου.
"Τρελάθηκες;" του φώναξα ξαφνικά. "Αν υποκύψουμε τώρα, με τον πρώτο εκβιασμό, θα σου ζητάνε και άλλα, και άλλα μέχρι να στα πάρουν όλα!"
"Ρέιβεν, δεν θα κάτσω να συζητήσω μαζί σου γιατί δεν σε αφήνω απροστάτευτη. Κάρτερ, νομίζω θα το χειριστείς μια χαρά. Βάλε την στο δωμάτιό της και έχε το νου σου να μην ξεπορτίσει".
"Μπαμπά!" είπα και τίναξα μακριά το χέρι του Κάρτερ. "Αν υποκύψεις τώρα...."
"Αν υποκύψω τώρα, προστατεύω εσένα. Το μετά δεν με ενδιαφέρει".
Τον κοίταξα, χωρίς να μπορώ να πω κάτι άλλο.
"Ωραία, εντάξει, κάνε ό, τι θέλεις. Αλλά στο Συμβούλιο που θα καλέσεις θα είμαι κι εγώ".
"Πεισματάρα είσαι, το ξέρεις;" ρώτησε εκείνος.
"Από κάποιον θα το πήρα" του είπα και έπειτα χωρίς πολλά - πολλά ακολούθησα τον Κάρτερ στο δωμάτιό μου.
"Η ηλίθια η Βασίλισσα!" ξέσπασα μόλις μπήκα στο δωμάτιο.
"Δεν φανταζόμουν ότι είχε πάρει με το μέρος της τους λύκους" είπε ο Κάρτερ.
"Είναι σατανική!" συνέχισα ακάθεκτη. "Αν μπορούσα θα..."
"Εντάξει, το κατάλαβα, τα έχεις πάρει. Ηρέμησε, δεν σου κάνει καλό. Πεινάς;"
"Όχι καλά είμαι" απάντησα. "Έφαγα λίγο χθες βράδυ".
"Σίγουρα δεν θέλεις κι άλλο;"
"Κάρτερ, δεν ξανατρέφομαι από σένα, πάρ' το χαμπάρι" του είπα.
"Δεν βλέπω γιατί όχι".
"Δεν βλέπεις καλά" έκανα καυστικά. "Και μην ανησυχείς, είμαι μια χαρά".
"Ρέιβεν, αν..."
"Κάρτερ, σταμάτα. Είμαι καλά. Και εντάξει, αν σημαίνει τόσα για σένα, άμα χρειαστώ θα σε ενημερώσω".
"Καλά τα λέει ο μπαμπάς σου, παραείσαι πεισματάρα" σχολίασε.
Σήκωσα το ένα φρύδι περιπαικτικά. "Έχω τόσα άλλα προτερήματα, που αυτό το μικρό μειονέκτημα δεν αποτελεί εμπόδιο" σχολίασα.
Ο Κάρτερ έμεινε πολλή ώρα μαζί μου. Έμεινε βασικά, μέχρι τη στιγμή που ο Ντεβ ανέβηκε στο δωμάτιό μου αποφασισμένος να με προσέχει και με σκοπό να την πέσει στο πάτωμα ακόμα και αν χρησιμοποιούσα βία εναντίον του. Ο Κάρτερ δεν βγήκε από το παράθυρο. Πήγε στην πόρτα και έφυγε σαν κανονικός άνθρωπος. Τρόπος του λέγειν.
Άφησε ένα διστακτικό φιλί στο μέτωπό μου και χάθηκε στη σκάλα. Ο Ντεβ έμεινε στο δωμάτιο να χαμογελάει.
"Ξέρεις, δεν περίμενα ότι ο Κάρτερ θα ξαναέμπαινε τόσο δυναμικά στη ζωή μου" σχολίασε. "Να τον ενημερώσεις, πως αν πειράξει την αδερφή μου θα του καρφώσω εγώ ο ίδιος το παλούκι στη καρδιά και δεν πρόκειται να υπολογίσω ότι κάποτε ήμασταν σαν αδέρφια".
"Μείνε ήσυχος, Ντεβ, θα το μεταφέρω, όπως ακριβώς το είπες".
"Ωραία".
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top