Κεφάλαιο Έξι

Η Σκάι μου κατάφερε ένα μαυρισμένο μάτι και μια πληγωμένη περηφάνια, αλλά όχι εντελώς. Είχα μάθει κι εγώ μερικά κολπάκια χάρη στον Ντέβερελ και έτσι τώρα την δεξιά μεριά του προσώπου της κοσμούσε μια γρατζουνιά. Όχι ότι θα κρατούσε και πολύ, αλλά μου αρκούσε για να νιώσω καλύτερα. Η Σκάι αρνήθηκε να την γιατρέψει ο Κρις, από ότι έμαθα. Παραήταν ψωνισμένη για να καταδεχθεί να την βοηθήσει ένας σαρκαστικός, γιγαντιαίων διαστάσεων βρικόλακας. Αντίθετα με εκείνη, εγώ δεν ήμουν τόσο ψωνισμένη. Έτσι όταν ο Κρις χτύπησε απαλά με τα δάχτυλα την πόρτα της κρεβατοκάμαράς μου, του είπα να περάσει.

Ήμουν ξαπλωμένη στο κρεβάτι, με τα μαλλιά μου απλωμένα στο μαξιλάρι και το φόρεμα αέρινο γύρω από τα πόδια μου. Δεν είχα την ψυχολογική δύναμη ούτε καν να σηκωθώ και να ανοίξω μόνη μου την πόρτα, έτσι όταν το σχεδόν δίμετρο πλάσμα μπήκε στο δωμάτιό μου, του κούνησα το χέρι και του έκανα νόημα να κάτσει δίπλα μου, μιας και ούτε να μιλήσω ήθελα.

Εκείνος γύρισε το πρόσωπό μου προς το μέρος του με τα μακριά του, κατάλευκα δάχτυλα και με κοίταξε προσεκτικά.

"Όλη της την δύναμη έβαλε η λυσσάρα, ε;" ρώτησε.

"Αν ήξερα ότι θα μπορούσε να μου σπάσει κάτι, θα στοιχημάτιζα ό, τι έχω και δεν έχω ότι σμπαράλιασε την μύτη μου" είπα. "Πονάει πολύ, ακόμα και για βρικόλακας".

Ο Κρις χαμογέλασε και μου έριξε ένα συμπονετικό βλέμμα. "Να δω τί μπορώ να κάνω;"

"Ελεύθερα" του είπα και βολεύτηκα στα μαξιλάρια, κλείνοντας τα μάτια μου. Ένιωσα το παγωμένο του χέρι να διατρέχει το πρόσωπό μου, από το μέτωπο ως το σαγόνι και πάλι επάνω, πάνω από τα βλέφαρά μου και με κάθε του κίνηση, η αριστερή μεριά του προσώπου μου πονούσε όλο και λιγότερο. Λίγη ώρα αργότερα, δεν ένιωθα τίποτα. "Σε ευχαριστώ, Κρις" του είπα.

"Δεν κάνει τίποτα, μικρή... για πες τώρα... τί σχεδιάζεις να κάνεις με την μονομαχία;"

"Δεν σας άρεσε αυτό που είδατε σήμερα, θέλετε κι άλλο;" ρώτησα χαμογελαστή.

"Εγώ προσωπικά έμεινα αρκετά ικανοποιημένος από τον καυγά σας" σχολίασε και έγειρε πίσω στα μαξιλάρια σταυρώνοντας τα πόδια του πάνω στο μωβ μου πάπλωμα "αλλά το θέμα είναι ότι ο Μπρένταν έστειλε ήδη μήνυμα στους Κέιν".

"Τι έκανε;!" ρώτησα και σηκώθηκα όρθια. "Ο Μπρένταν; Πώς τόλμησε;"

Το χέρι του Κρις έπεσε στο δικό μου και με κράτησε στη θέση μου.

"Θες να ακούσεις και τη συνέχεια;" είπε. "Οι Κέιν δέχτηκαν. Θα είναι όλοι τα μεσάνυχτα έτοιμοι για την μονομαχία σας".

"Ω Θεέ μου..."

"Και ναι, θα είναι και ο Κάρτερ" έκανε κάπως ανάλαφρα. Τον κοίταξα με την άκρη του ματιού μου.

"Γιατί μου τον αναφέρεις ξεχωριστά; Είναι ένας Κέιν, θα ερχόταν όπως και να έχει".

Ο Κρις ανασήκωσε αδιάφορα τους ώμους, τα διάφανα μάτια του μόνο αδιαφορία δεν έδειχναν. "Τίποτα, χωρίς λόγο... απλά το λέω..."

"Μάλιστα" απάντησα. Δεν είχα ούτε χρόνο ούτε όρεξη να ασχοληθώ με τον Κέιν, ή με το αν ο Κρις είχε λόγο που τον ανέφερε ή όχι... έπρεπε να προετοιμαστώ για την μονομαχία μου με την Σκάι και σε τέτοια ψυχολογική κατάσταση, δεν είχα και πολλές ελπίδες να νικήσω.

"Τι σκέφτεσαι;" ρώτησε ο Κρις. Τινάχτηκα στο άκουσμα της φωνής του. Τον είχα σχεδόν ξεχάσει.

"Τη μονομαχία. Αν χάσω;"

"Ποιός την ακούει τη Σκάι..." έκανε σκεπτικός. "Θα μας σπάει τα νεύρα για μια αιωνιότητα".

"Να δεις ρεζίλι που θα γίνω αν τυχόν χάσω" του είπα. Την ίδια κουβέντα μπορούσα να την κάνω και με τον Ντεβ, αλλά η διαφορά είναι ότι ο Ντεβ δεν θα δεχόταν το γεγονός ότι ίσως έχασα. Ο Κρις με ήξερε καλά, ήξερε τις αδυναμίες μου και αν τον πίεζα και ρωτούσα τι θα γινόταν αν έχανα, θα απαντούσε. Μερικές φορές, αυτό ήταν καλύτερο από μια οικογένεια που ίσως υπερεκτιμάει τις δυνατότητές σου.

"Ρεζίλι γιατί;"

"Είμαι η κόρη του αρχηγού, Κρις. Είναι δυνατόν να χάσω από κάποιον άλλον;"

"Ακριβώς, είσαι η κόρη του αρχηγού, όχι ο αρχηγός. Και επιπλέον είσαι κάτι παραπάνω από είκοσι. Δηλαδή ήσουν όταν... τέλος πάντων, κατάλαβες τί εννοώ. Είσαι παιδί, Ρέιβεν. Η Σκάι έχει σχεδόν τα διπλά σου χρόνια και άρα τις διπλές σου εμπειρίες. Μην γίνεσαι τόσο απαιτητική με τον εαυτό σου".

"Μακάρι να μπορούσα" του απάντησα και χαμογέλασα θλιμμένα.



Έλα, κορίτσι μου. Μην αφήσεις τη Σκάι να σε κάνει ρεζίλι μπροστά στον εχθρό. Μην την αφήσεις να σε κάνει ρεζίλι γενικότερα. Μπορείς, Ρέιβεν. Επέζησες από την Μεταμόρφωση, επέζησες από άλλες δύσκολες καταστάσεις... έχεις παλέψει πραγματικά με βρικόλακα, με σκοπό την επιβίωση, θα τα βρεις σκούρα με τη Σκάι; Έλα, Ρέιβεν...

Από τον μονόλογό μου με έβγαλε ένα χτύπημα στη πόρτα. Ήταν ο Ντεβ, που ήρθε να μου πει ότι με περίμεναν. Έγνεψα θετικά. Η μονομαχία θα γινόταν σε μια έκταση έξω από το Σάντοουφορτ Μουρ και θα πήγαινα εκεί με τα πόδια. Εκεί θα με περίμενε η οικογένειά μου, καθώς και οι Κέιν. Και φυσικά η Σκάι.

Βγήκα από το μέγαρο, με τις μπότες μου να χτυπούν στο έδαφος και τα χέρια μου να τρέμουν. Δεν μου είχε ξανασυμβεί και προς στιγμήν αναρωτήθηκα αν ήταν ποτέ δυνατόν ένας βρικόλακας να ξαναγίνει άνθρωπος από την μεγάλη αγωνία. Όταν αποφάσισα ότι ήμουν τρελή, πήρα τον δρόμο για το μέρος της μονομαχίας.

Έπρεπε να αποχωριστώ τα αγαπημένα μου σκοτεινά φορέματα για τον αγώνα, μιας και δεν θα με διευκόλυναν στις κινήσεις μου, έτσι φορούσα ένα μαύρο στενό παντελόνι, μπότες και μια μαύρη αμάνικη μπλούζα. Στην εσωτερική τσέπη του δερμάτινου που φορούσα είχα το αγαπημένο μου αστέρι. Όχι ότι θα έκανε και καμιά τρομερή ζημιά αν το χρησιμοποιούσα, ίσα ίσα που θα σόκαρε για λίγο τη Σκάι, αλλά ήμουν σίγουρη ότι κι εκείνη είχε έρθει εξοπλισμένη.


Έφτασα στο σημείο συνάντησης και εκεί με περίμεναν οι γονείς μου και ο Κρις. Με υποδέχτηκαν με ενθαρρυντικά λόγια, που δεν άκουγα και με υποσχέσεις για την βέβαιη νίκη μου. Λίγο με ένοιαζαν αυτά. Για έναν περίεργο λόγο, το βλέμμα μου έψαχνε αλαφιασμένο ανάμεσα στους καθισμένους βρικόλακες, για έναν συγκεκριμένο ξανθό βρικόλακα. Δεν άργησα να τον εντοπίσω δίπλα στον πατέρα του, να κάθεται άνετος, σαν να επρόκειτο να δει ταινία και όχι μονομαχία, έστω και φιλική. Φορούσε ένα μαύρο μακρύ παλτό και μαύρο παντελόνι. Το μόνο φωτεινό σημείο πάνω του ήταν τα μαλλιά και το δέρμα του.

"Εδώ είναι" ψέλλισε ο Κρις διακριτικά στο αυτί μου και στάθηκε δίπλα μου για να με οδηγήσει στην αρένα.


"Μετάνιωσες, Ρέιβεν;" έκανε σαρκαστικά η Σκάι όταν έφτασα απέναντί της.

Δεν μπήκα στον κόπο να απαντήσω. Κοίταξα τον Κρις κάνοντάς του νόημα να μιλήσει, ενώ προσπαθούσα να αποφύγω το βλέμμα του νεαρού Κέιν που το ένιωθα ενοχλητικά πάνω μου.

"Είμαστε εδώ για να παρακολουθήσουμε τη φιλική μονομαχία ανάμεσα στη Σκάι Μπλακ-Τζόουνς και την Ρέιβεν Μπλακ. Φιλική μονομαχία, Σκάι, στο υπενθυμίζω".

Ένα κύμα γέλιου απλώθηκε στο κοινό. Ο Κάρτερ χαμογελούσε και το βλέμμα του ήταν καρφωμένο πάνω μου. Να πάρει, τι θες άνθρωπε μου;

Η Σκάι χαμογέλασε, χωρίς να κάνει κάποιο σχόλιο.

"Μπορείτε να ξεκινήσετε όταν είστε έτοιμες" είπε ο Κρις και έκανε να πάει στη θέση του. Ξαναγύρισε και μίλησε. "Καλή επιτυχία, Ρέιβεν". Του χαμογέλασα, ενώ την ίδια ώρα η Σκάι αναστέναξε αηδιασμένη.

"Μισό λεπτό!" άκουσα μια φωνή, δευτερόλεπτα πριν επιτεθεί η Σκάι και γύρισα στο κοινό. Και φυσικά, ήταν ο Κάρτερ.

"Τι θες;" ρώτησα.

"Να μην σου ευχηθώ καλή επιτυχία;" ρώτησε και ανασηκώθηκε. Πρόσεξα το βλέμμα των δικών μου. Οι γονείς μου ταραγμένοι - ο δε μπαμπάς μου ετοιμοπόλεμος - ο Ντεβ κάπως σαν να ήξερε τί θα έλεγε ο Κάρτερ και ο Κρις... εντάξει, αυτός χαμογελούσε με έναν περίεργο τρόπο, που μόνο εκείνος ήξερε τί σήμαινε.

Δεν απάντησα στον Κάρτερ, αλλά περίμενα να δω τί θα πει, όταν εκείνος σηκώθηκε και ήρθε προς το μέρος μου, με το παλτό του να ανεμίζει και να τον γοητεύει ακόμα περισσότερο.

"Καλή επιτυχία, Ρέιβεν Μπλακ" είπε και προς έκπληξη όλων - κυρίως δική μου, για να λέμε την αλήθεια - με άρπαξε από τη μέση και κόλλησε τα παγωμένα χείλη του στα δικά μου. Το χέρι του γλίστρησε προς τα κάτω, στο σημείο που βρισκόταν η πίσω τσέπη του παντελονιού μου και πριν καταλάβω τί στα κομμάτια έκανε, απομακρύνθηκε, αφήνοντάς με ζαλισμένη και λίγο εκνευρισμένη που δεν είχα προλάβει να τον δαγκώσω. Όταν κάθισε στην θέση του και στράφηκα και πάλι στη Σκάι, κατάλαβα τι είχε κάνει. Έβαλα το χέρι στην πίσω τσέπη του παντελονιού μου και έβγαλα έξω ένα μικρό στιλέτο.


Μου επιτέθηκε πριν καν το καταλάβω, αλλά μάλλον ο εγκέφαλός μου - ή οτιδήποτε λειτουργούσε σαν εγκέφαλος μετά την Μεταμόρφωση - το είχε ήδη προβλέψει, έτσι βρέθηκα να τινάζομαι απότομα μακριά της και να προσγειώνομαι άνετα μερικά μέτρα δεξιά. Την είδα να έρχεται προς το μέρος μου πιο φουριόζα από πριν, αλλά απλώς έμεινα να την κοιτάζω και όταν με πλησίασε αρκετά πιάστηκα από το κλαδί που αιωρούνταν από πάνω μου, σήκωσα τα πόδια μου και την κλότσησα μακριά. Αυτό μάλλον την έκανε να θυμώσει, γιατί στράφηκε προς το μέρος μου κραδαίνοντας ένα λεπτό στιλέτο το οποίο εκσφενδόνισε. Το στιλέτο με πέτυχε στο δεξί χέρι, σκίζοντας το μπουφάν μου και λίγο το δέρμα μου. Αίμα ανάβλυσε από την πληγή, αλλά δεν με ένοιαζε. Έτσι κι αλλιώς η πληγή θα έκλεινε σε πολύ λίγο χρόνο. Το θέμα είναι ότι με είχε ντροπιάσει. Και συνέχιζε.

Με έπιασε απροετοίμαστη όσο κοιτούσα να χωνέψω το γεγονός ότι με τραυμάτισε, που κατάφερε να έρθει αρκετά κοντά μου και να με κλωτσήσει τόσο δυνατά στο στομάχι, που με πέταξε πάνω στο κοινό. Προσγειώθηκα φαρδιά πλατιά πάνω στον Κάρτερ, ο οποίος κατρακύλησε από τη θέση του και έτσι έπεσα εγώ στο πάτωμα κι εκείνος πάνω μου. Χαμογέλασε, τα δόντια του άστραψαν στο σκοτάδι και μίλησε. "Αν ήθελες να είμαι από πάνω έπρεπε να μου το πεις".

Ανασηκώθηκα ντροπιασμένη, χαρούμενη ωστόσο που δεν τον άκουσε κανείς. Ελευθερώθηκα από την λαβή του, την ώρα που ο Κρις φώναζε με όση δύναμη είχε στα πνευμόνια του "Φιλική μονομαχία είπαμε, ηλίθιο πλάσμα!"

Σηκώθηκα στα πόδια μου, οργισμένη, με το μαχαίρι να έχει ξεφύγει από το χέρι μου, αλλά δεν το χρειαζόμουν. Ένιωσα τους κυνόδοντές μου να μακραίνουν, έτοιμοι για επίθεση. Οι γονείς μου δοκίμασαν να με σταματήσουν, αλλά τους προσπέρασα γρήγορα και όρμησα στη Σκάι, χώνοντας τα δόντια μου στο πλάι του λαιμού της.

Πριν ευχαριστηθώ με την κατάντια της, μετά τον ματωμένο μου ώμο και το πονεμένο στομάχι - για να μην αναφέρω την περίεργη στάση μου υπό το βάρος του Κάρτερ - ένα ζευγάρι χέρια με άδραξαν από τη μέση.

Τα δόντια μου βγήκαν βίαια από τον σκισμένο λαιμό της Σκάι που κειτόταν ξαπλωμένη στο έδαφος και με κάρφωνε με δαιμονισμένο βλέμμα. Αυτός που με κρατούσε ήταν ο Κρις, γιατί με τα πόδια μου ίσια, δεν έφτανα να πατήσω κάτω. Πάλεψα λίγο στην αγκαλιά του, εκείνος δεν έλεγε να με αφήσει, παρά μόνο όταν μια άλλη φιγούρα στάθηκε δίπλα του και κάτι είπε. Συνέχισα να παλεύω και να τον κλοτσάω, μέχρι που με απίθωσε κάτω και πριν προλάβω να γυρίσω και πάλι στη Σκάι, ένα δεύτερο ζευγάρι χέρια με τύλιξε και βρέθηκα ξαφνικά με το πρόσωπό μου χωμένο στο πλάι του λαιμού του Κάρτερ.

Θεέ μου, η μυρωδιά του ήταν η ίδια. Στην ανακωχή, έκανα ό, τι έκανα εντελώς τυπικά, με το μυαλό μου αλλού, στον προδότη. Τώρα, οργισμένη με κάποιον άλλον, το μυαλό μου σε σύγχυση, η μυρωδιά του παγωμένου κορμιού του Κάρτερ τρύπησε τα ρουθούνια μου. Τα χέρια του έμειναν καθησυχαστικά στην πλάτη μου μέχρι που έπαψα να ανασαίνω βαριά. Τότε απομακρύνθηκα από κοντά του, ζαλισμένη, σαν χαμένη σε μια δίνη από χρώματα, εικόνες, ήχους, μυρωδιές και πόνο. Ένιωσα το κορμί μου αδύναμο, τα πόδια μου να λιώνουν και μέσα σε δευτερόλεπτα λιποθύμησα.



"Ξύπνησε το κορίτσι!" άκουσα μια ειρωνική φωνή πριν καν ανοίξω τα μάτια μου. Ο Κρις και ο Ντεβ κάθονταν αριστερά και δεξιά από το κεφάλι μου στο κρεβάτι, οι γονείς μου στην είσοδο του δωματίου και σκαρφαλωμένος στο περβάζι του παραθύρου ήταν ο Κάρτερ. Αυτός ο άτιμος, ήταν υπερβολικά πονηρός. Πρόσεξα πως τα πόδια του δεν άγγιζαν ούτε στο ελάχιστο το πάτωμα του δωματίου, οπότε, τυπικά, δεν είχε εισέλθει καν. Ο βλάκας.

"Τι κάνει αυτός εδώ;" ρώτησα και έκανα να σηκωθώ, όταν ένα κύμα ζάλης με τύλιξε, με αποτέλεσμα να ξαναπέσω βαριά στα μαξιλάρια.

"Αυτός, σου έσωσε τη ζωή" σχολίασε εκείνος με ένα στραβό, ειρωνικό χαμόγελο στα χείλη του. Αχ, πόσο ήθελα να του το σβήσω διαπαντός!

"Τι λέει;" ρώτησα, μη μπορώντας πλέον να κοιτάξω κανέναν. Το κεφάλι μου γύριζε και άκουγα ένα βουητό στα αυτιά. Κακό αυτό, για βρικόλακα.

"Δώστε της κι άλλο" είπε ο Κάρτερ. Ο Κρις κουνήθηκε ελαφρώς.

"Τι άλλο; Τι να μου δώσετε; Τι θέλεις, Κάρτερ από τη ζωή μου επιτέλους;"

"Σταμάτα, γκρινιάρα" είπε ο Κρις και μου σήκωσε τρυφερά το κεφάλι, φέρνοντας στα χείλη μου ένα μικρό μπουκαλάκι με ένα σκουρόχρωμο υγρό.

"Τί είναι αυτό;" ρώτησα καχύποπτα.

"Τίποτα που δεν έχεις ξαναπιεί" σχολίασε ο Κάρτερ, χαζεύοντας τα νύχια του". Ο Ντεβ είχε σηκωθεί και στεκόταν τώρα δίπλα στον ξανθό βρικόλακα.

"Και γιατί μου το δίνετε;"

"Αχ δεν την μπορώ!" έκανε ο Κάρτερ και δοκίμασε να μπει μέσα στο δωμάτιο. Ο Ντεβ τον έπιασε από την μέση και τον έβγαλε πάλι έξω.

"Μαζέψου" του είπε.

"Ξέρεις, Ντέβι, νομίζω πως είναι η πρώτη φορά που μου απευθύνεσαι μετά από τόσα χρόνια" είπε ο Κάρτερ.

Άφησα τον Κρις να οδηγήσει το μπουκάλι στα χείλη μου. Από την μυρωδιά κατάλαβα ότι προφανώς ο Κάρτερ είχε κάνει δωρεά... η ζαλάδα μου θα πρέπει να είχε να κάνει περισσότερο με την Σκάι από όσο νόμιζα. Παρακολούθησα τον αδερφό μου και τον Κάρτερ. Πώς κοιτάζονταν σαν να ήταν όντως κάποτε οι καλύτεροι φίλοι...

"Έχε χάρη που μόνο εσύ μπορούσες να βοηθήσεις την αδερφή μου" είπε ο Ντέβερελ. "Αλλιώς δεν θα ζούσες τέτοιες στιγμές. Α, και μην με ξαναπείς Ντέβι".

"Ό, τι πεις" απάντησε ο Κάρτερ με το γνωστό του ύφος και κατέβασε τα πόδια από την έξω μεριά του παραθύρου. "Με την άδειά σας, αν δεν με θέλετε κάτι άλλο, λέω να πηγαίνω".

"Άντε γεια" είπα κοφτά και έδωσα το μπουκάλι πίσω στον Κρις.

"Πάντα γλυκιά και ήρεμη, αγάπη μου" απάντησε ο Κάρτερ. "Αν με χρειαστείτε κάτι..."

"Ξέρουμε" είπε ο πατέρας μου και τον πλησίασε. "Ευχαριστώ, Κάρτερ". Του άπλωσε το χέρι και προς μεγάλη μου έκπληξη ο Κάρτερ άπλωσε και το δικό του.

"Δεν κάνει τίποτα. Μην ξεχνάτε. Κανείς δεν θέλει να πάθει κάτι η Ρέιβεν". Και με αυτά τα λόγια, με χαμηλή φωνή και ανεξιχνίαστη έκφραση, με κοίταξε μια τελευταία φορά και έπειτα πήδηξε από το παράθυρο.

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top