Κεφάλαιο 8

Τα σάλια μου στάζουν από το μισάνοιχτο στόμα μου με αποτέλεσμα να ξυπνήσω. Απλώνω τα χέρια μου για να μπορέσω να τρίψω στην συνέχεια τα μάτια μου, για να πάρω κουράγιο και να αντέξω άλλη μία φριχτή μέρα στο σχολείο. Κάτσε, Τρίτη είναι, σωστά;

Κάτι όμως δίπλα μου δεν με αφήνει να απλωθώ. Αποκλείεται. Δεν υπάρχει περίπτωση να είμαι στο δωμάτιό του! Κ-κοιμήθηκα... μαζί του;

"ΠΑΝΟ!" ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΔΥΝΑΤΟΝ! Όλα όσα έγιναν εχθές ήρθαν με την μία στο μυαλό μου. Σηκώνομαι απότομα από το κρεβάτι για να δω ότι δεν φοράω τίποτα άλλο εκτός από τα εσώρουχα! Προσπαθώ να κάνω ένα βιαστικό βήμα ώστε να πιάσω το φόρεμά μου από την καρέκλα του πριν με δει, όμως για κακή μου τύχη, στραβοπατάω πάνω σε κατι που μοιάζει με βιβλίο και πέφτω με τα μούτρα για μία ακόμη φορά στο πάτωμα.

Πιάνω το κεφάλι μου και προσπαθώ να ξεχάσω για λίγο τον πονοκέφαλο και την μεγάλη μελάνια ώστε να δω τι πρέπει να κάνω. Αρπάζω το περιοδικό που ήταν η αιτία για μία ακόμη ρεζιλευτική πτώση.

Playboy.

Δεν περίμενα κάτι διαφορετικό είναι αλήθεια. Όλο το δωμάτιό του είναι ακατάστατο και δεν τον νοιάζει καν να τα κρύψει από την κυρία Στεφανία.

"Πάλι έπεσες ρε τουίτι; Κάνε λίγο ησυχία να κοιμηθώ." Ανοίγει ελάχιστα τα μάτια του για να με δει και έπειτα σκεπάζει τους όμορφους κοιλιακούς του με το πάπλωμα γυρίζοντας την πλάτη του σε εμένα. Τι γαϊδούρι! Εγώ πονάω και αυτός γυρίζει πλευρό σαν να μην έγινε τίποτα.

Πάω να πάρω το φόρεμά μου για να το φορέσω, χωρίς να πέσω αυτή την φορά, και να τον ξυπνήσω μία και καλή. Πρέπει να μου εξηγήσει κάθε λεπτομέρεια από ότι είπα πριν είναι αργά.

Αλλά φυσικά η γκαντεμιά μου δεν μπορεί να με αφήσει τώρα. Κάνουμε πολύ καλή παρέα μαζί! Όλο το φόρεμά μου είναι γεμάτο με αλκοόλ και εμετό. Το αφήνω ακριβώς έτσι όπως το βρήκα και περνάω πάνω από τα πεταμένα ρούχα και παπούτσια, σαν να βρίσκομαι στο survivor και να πηδάω εμπόδια, μόνο που σε αυτή την περίπτωση όλα του τα ρούχα, φορεμένα ή μη, έχουν την ίδια μυρωδιά κολώνιας. Στοίχημα απλώνει πάνω του όλο το μπουκάλι για να 'μυρίζει ωραία'.

Χα! Ψωνάρα μέχρι εκεί που δεν πάει!

Ανοίγω την ντουλάπα του και αρπάζω την πρώτη άσπρη μπλούζα που βρίσκω. Τουλάχιστον έχει ωραίο γούστο.

Ίσα ίσα που καλύπτει τα μπούτια μου όμως την κρατάω. Κοιτάω έξω από το μπαλκόνι του και βλέπω ότι έχει αρχίσει να χιονίζει. Κάτι απίθανο για Θεσσαλονίκη όμως πολύ ωραίο για τα γούστα μου. Πέφτω πάνω στο κρεβάτι του πάλι και τον ταρακουνάω μέχρι να ξυπνήσει.

"Πάνο! Χρειάζομαι εξηγήσεις!" Συνεχίζω να του μιλάω χωρίς να σταματάω μήπως και αποφασίσει να ανοίξει τα μάτια του. Αφού γυρίσει στο μέρος μου και τρίψει τα μάτια του με κοιτάει κάπως νευριασμένα. Αν και εγώ θα έπρεπε να είμαι αυτή που να τον κοιτάει θυμωμένα αλλά εντάξει.

"Αυτή είναι η μπλούζα μου;" Ρωτάει κατευθείαν μόλις με βλέπει καθώς σουφρώνει τα φρύδια του.

"Ναι; Το φόρεμά μου είναι λερωμένο." Δεν μπορώ να καταλάβω γιατί τον πείραξε αυτό τώρα. Λες και είναι το μοναδικό πράγμα για το οποίο έπρεπε να συζητάμε.

"Φυσικά αφού ο ακατάστατος τουίτι φρόντισε να το λερώσει εχθές το βράδυ." Συνεχίζει να με κοιτάει περίεργα. Για κάποιο λόγο όμως το βλέμμα μου είναι καρφωμένο στο μποξεράκι του καθώς σηκώνεται για να βάλει το παντελόνι του.

"Σταμάτα να κοιτάς εκεί. Λες και δεν το είδες από κοντά εχθές το βράδυ." ΤΙ ΣΤΟ ΚΑΛΟ; ΤΟ ΚΑΝΑΜΕ;

Ξαφνικά η καρδιά μου αρχίζει να χτυπάει πολύ δυνατά και πιστεύω πως το ακούει και ο ίδιος. Θέλω να του φωνάξω όμως αντιθέτως δεν λέω τίποτα. Μόνο κάθομαι στο ίδιο σημείο και τον κοιτάω να φεύγει από το δωμάτιό του κλειδώνοντας με μέσα.

Που πήγε και γιατί παρακαλώ εξαφανίστηκε;

Ίσως βασικά να είναι καλύτερα έτσι, που με αφήνει μόνη. Θα ψάξω για οτιδήποτε αποδεικτικό στοιχείο. ΟΤΟΔΗΠΟΤΕ.

Για κάποιο λόγο δεν θυμάμαι τίποτα παραπάνω από το μπάρ και την επιστροφή. Θυμάμαι που του είπα για τον Αλέξανδρο, που αποφάσισε αυτός να με γυρίσει πίσω με την μηχανή του, αλλά μετά, κενό. Ακόμα αισθάνομαι άσχημα που του το είπα, αλλά άμα υπάρχει περίπτωση να έγινε κάτι άλλο από την στιγμή που αποφάσισε να με γυρίσει πίσω θα τον σκοτώσω κυριολεκτικά. Δεν με νοιάζει για το φαν κλαμπ του, δεν με νοιάζει η φιλία της μάνας μου, δεν με νοιάζει τίποτα.

Αφού ψάχνω κάτω από τα παπλώματα και δεν βρίσκω τίποτα, έπειτα ψάχνω στο πάτωμα. Έτσι και μου λέει ψέματα επειδή είναι για κάποιο λόγο θυμωμένος από το πρωί, θα τον κάνω ένα πολύ όμορφο έπιπλο και θα τον δώσω στον πατέρα μου να τον πουλήσει. Αφού φυσικά πρώτα μου εξηγήσει τα πάντα. Πλέον δεν είμαι μεθυσμένη άρα έχω τον πλήρη έλεγχο και...

"Τι ψάχνεις;" Μπαίνει ξαφνικά μέσα στο δωμάτιο με κάτι ρούχα στα χέρια του. Δεν μπαίνω καν στον κόπο να σας πω πόσο πολύ τρόμαξα.

"Τίποτα. Τι είναι αυτά;"

"Ρούχα της μάνας μου. Δεν υπάρχει περίπτωση να φορέσεις τα δικά μου ρούχα." Η φάση που τον πειράζει τόσο πολύ... Όλα τα ρομαντικά μυθιστορήματα που είχα διαβάσει με τα αγόρια και την ιδιαίτερη αγάπη την κοριτσιών στα ανδρικά ρούχα έχει βγει λάθος.

Η κυρία Στεφανία έχει πολλά περισσότερα κιλά από εμένα. Αλλά και πάλι θα τα φορέσω γιατί πρώτον θέλω εξηγήσεις, και δεύτερον φαίνεται πολύ ενοχλημένος από αυτό.

"Γυρνά τότε." Αρπάζω το μεγάλο ροζ μπλουζάκι με το κλασσικό ζιβάγκο των μαμάδων, και την άνετη, ζεστή μαύρη φόρμα.

"Εγώ σε ξέντησα πριγκίπισσα, τελείωνε." Γυρίζω τότε έγω την πλάτη μου και αλλάζω. Ναι είναι όπως το περίμενα. Δεν μου κάνουν αλλά είμαι η μόνη λύση.

"Αγόρι μου σήμερα δεν έχετε σχολείο λόγω του χιονιού. Εγώ φεύγω για την δουλειά. Θα έχει στην κατάψυξη αρακά για το μεσημέρι." Ακούγεται η κυρία Στεφανία έξω από την πόρτα και γυρίζω να δω την έκφραση του Πάνου. Εγώ πάντως καταχάρηκα με τα νέα ότι δεν έχουμε σχολείο.

"Καλά θα παραγγείλω." Απαντάει με την αηδία στο άκουσμα του αρακά. Μου ξεφεύγει ένα γελάκι και σταματάω πριν με ακούσει κάποιος, και όταν εννοώ κάποιος λέω για τους γονείς του. Δεν θέλω να ξέρουν ότι, εμ, κοιμήθηκα εδώ... ότι και να έγινε χθες βράδυ δηλαδή.

"Γιατί γελάς εσύ;" Βγάζει μία φούτερ από την ντουλάπα του και κάθεται απέναντι μου.

"Δεν έχουμε σχολείο! Αυτό συνήθως ποτέ δεν γίνεται... Πρέπει να χιόνισε πολύ εχθές το βράδυ, πράγμα που αυτό το κάνει φανταστικό αφού εγώ δεν θυμάμαι τίποτα." Φλύαρη Εύη.

Ακούγεται η εξώπόρτα να κλείνει και υποθέτω πως έφυγε η κυρία Στεφανία με τον σύζυγό της για την δουλειά.

"Επειδή δεν μπορώ να σε βλέπω άλλο να σπάς το κεφάλι σου. Πάμε έξω να φάμε πρωινό και να σου εξηγήσω τι έγινε." Περνάει τα δάχτυλά του μέσα από τα κατάξανθα ανακατεμένα μαλλιά του και ανοίγει την πόρτα. Πηγαίνουμε στην κουζίνα και βάζει καφέ από την καφετιέρα για τον εαυτό του. Εγώ ανοίγω το ψυγείο του και παρόλο που η κυρία Στεφανία φρόντισε να έχει ότι θα ήθελα για πρωινό, αρπάζω το κουτί με το γάλα και βάζω ίσα ίσα σε μία κούπα. Δεν έχω καθόλου όρεξη.

"Θέλω να μου πεις αλήθεια. Μόνο αλήθεια." Αποφασίζω να ξεκινήσω εγώ την συζήτηση.

"Πραγματικά μία πλάκα προσπάθησα να κάνω. Ξενέρωσα. Απλά ήσουν μεθυσμένη και κοιμήθες στην αγκαλιά μου πριν καν σε πάω σπίτι σου γι'αυτό σε έφερα στο σπίτι μου για να μην έχω να αντιμετωπίσω το επικριτικό βλέμμα της μάνας σου." Αφήνω την ανάσα που κρατούσα να φύγει. Ευτυχώς θεέ μου.

"Εντάξει... Σ'ευχαριστώ, υποθέτω." Φαίνεται να παίρνει πάνω του το ευχαριστώ μου γιατί μου χαμογελάει πονηρά.

"Θέλεις τον Αλέξανδρο σωστά;" Απορώ τι στο καλό σκεφτόμουν όταν του το είπα... Έπρεπε να το περιμένω ότι θα το πάει εκεί.

"Ναι;" Του απαντάω με αυτόν τον τρόπο ώστε να φανεί σαν ερώτηση.

"Τότε πρέπει να μάθεις τον δικό του κανόνα Εύη..." Πίνει άλλη μία γουλιά από τον καφέ του και με κοιτάει στα μάτια. Κατευθείαν προδίδομαι ότι δεν έχω ιδέα ούτε για κανόνες ούτε και για αγόρια.

"Τι σόι κανόνες δηλαδή έχουν τα αγόρια;" Προσπαθώ να του δείξω ότι είμαι αδιάφορη όμως το μόνο που καταφέρνω είναι να ξαπλώσω άβολα στο τραπέζι και να φανώ σαν καμία ηλίθια που δεν ξέρει να στέκεται. Έγινα επισήμως ρεζίλι.

"Απλά πρέπει να μάθεις ποιο είναι το στυλ του στις γυναίκες και να δεις άμα ταιριάζετε. Αν ναι τότε θα καταλάβεις και τους κανόνες του, τι του άρεσει, τι όχι... αυτό είναι όλο." Και γιατι δεν το ήξερα ποιο μπροστά αυτο; ΑΦΟΥ ΔΕΝ ΕΧΕΙΣ ΙΔΕΑ ΑΠΟ ΑΓΟΡΙΑ ΒΡΕ ΗΛΙΘΙΑ υπενθυμίζω στον εαυτό μου μία ακόμη φορά και επανέρχομαι στην πραγματικότητα.

"Και ο δικός σου δηλαδή ποιος ειναι;" Τον ρωτάω αφού είναι το μόνο αγόρι με το οποίο μιλάω και με τον μόνο που έχω κάποια σχέση κάπως... πιο καλή; Αχ θεέ μου που με φτάνει η κατάντια μου!

"Πολύ γρήγορα δεν προχωράς μικρή;" Σηκώνει το φρύδι του και έρχεται κοντά μου, πολύ πολύ ΠΟΛΥ κοντά μου μέχρι που να πνιχτώ από τα σάλια μου. Τώρα μπορώ να πεθάνω από την ντροπή μου.

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top