Κεφάλαιο 6
Αφού πήγα στο φροντιστήριο και γύρισα είμαι έτοιμη να κάνω μια επανάληψη για τα αυριανά μαθήματα. Έχω επιλέξει την θεωρητική κατεύθυνση γιατί θέλω τόσο πολύ να σπουδάσω ψυχολογία. Και κυρίως θα προτιμούσα να φύγω από την Θεσσαλονίκη, να πάω κάπου που να μην με γνωρίζει κανένας. Είναι ένα όνειρο που παλεύω σαν σκυλί για να το κάνω πραγματικό. Πρέπει να βγάλω καλούς βαθμούς, όχι ότι δεν είμαι καλή μαθήτρια όπως καταλάβατε, όμως ακόμα και αυτό είναι κουραστικό όταν είσαι Δευτέρα Λυκείου. Μία ακόμη χρονιά και θα γίνω σαν την ξαδέρφη μου την Ξένια που διαβάζει όλη μέρα για να περάσει Ιατρική. Την λυπάμαι που πρέπει να διαβάζει τόσο πολύ, όμως είμαι σίγουρη ότι άμα το καταφέρει θα είναι τρισευτυχισμένη.
Μόλις τελείωσα το καινούργιο κεφάλαιο της Ιστορίας από το διάβασμα, για να μην γίνω και πάλι αύριο ρεζίλι, είμαι έτοιμη να βάλω τις άνετες πιτζάμες μου και να ξαπλώσω στο κρεβάτι μου. Φυσικά και δεν θα κοιμηθώ! Απλά μου αρέσει κάποια βράδια σαν αυτά που σκέφτομαι υπερβολικά πολύ, να κοιτάω από τα δεξιά του κρεβατιού μου, έξω από το παράθυρο, τα αστέρια και το φεγγάρι.
Είμαι πλέον σίγουρη ότι δεν θα έρθει, και ότι όλα αυτά που έλεγε ήταν πάλι ένα κόλπο για να με αποσυντονίσει. Γι'αυτό αρπάζω την κουβέρτα μου για να μην κρυώνω και αποφασιστικά προσπαθώ να διαγράψω όλες τις συζητήσεις μας. Δεν θέλω καθόλου να τα σκέφτομαι και να χαλάω την ψυχολογία μου. Γι'αυτό επικεντρώνομαι στα αστέρια.
Ακούω την πόρτα από τον κάτω όροφο να κλείνει με έναν περίεργο ήχο. Υποθέτω πως ο Κωνσταντίνος έφυγε και σήμερα, όπως και ο Πάνος Δευτεριάτικα, για να βρει ανοιχτό μπάρ. Λες και τα μπαρ είναι ανοιχτά Δευτέρα! Καλά, μπορεί να υπάρχουν λίγα, αλλά και πάλι είναι παράλογο.
Ακούγονται φωνές και κυρίως η φωνή της μάνας μου. Κλείνω τα αυτιά μου με το μαξιλάρι μου για να μην με ενοχλούν.
ΑΛΛΑ ΦΥΣΙΚΑ ΚΑΝΕΙΣ ΔΕΝ ΣΤΑΜΑΤΑΕΙ.
Δεν ξέρω τι τρέχει κάθε φορά που θέλω να ηρεμήσω και όλοι αποφασίζουν να γίνουν άνθρωποι των σπηλαίων. Αποφασίζω να κατέβω για να τους μιλήσω λίγο, μήπως και καταλάβουν πως ζω και εγώ εδώ παρόλο που δεν τους ενοχλώ.
"Μαμά μπορείτε να σταματήσετε-" Φωνάζω καθώς πηγαίνω στην κουζίνα που ήμουν σίγουρη ότι θα την εύρισκα, όμως όταν βλέπω τον Πάνο δίπλα της κατευθείαν κοκκινίζω.
"Εδώ είσαι Εύη! Δεν σου είπα να ντυθείς όμορφα;" Με πλησιάζει και κοιτάει τις πιτζάμες μου από πάνω μέχρι κάτω. Και φυσικά το στυλ μου ολοκληρώνει η παντόφλα λαγουδάκι. Θέλω να βάλω τα κλάματα και να εξαφανιστώ από εδώ.
"Δεν μου είπες κορίτσι μου ότι θα βγεις με τον Πάνο! Γιατί δεν ετοιμάστηκες ακόμα;" Κάποιος μου κάνει πλάκα. Η μάνα μου με αφήνει Δευτεριάτικα, ενώ την επόμενη μέρα έχω σχολείο, να βγω με τον Πάνο... Αλλά είμαι σίγουρη ότι τον συμπαθεί τόσο πολύ που και να την έλεγα πως δεν θέλω να πάω θα με πίεζε να πάω με το ζόρι. Κρίμα που ο μπαμπάς είναι ακόμα στον δουλειά και δεν είναι εδώ να με υπερασπιστεί, γιατί από ότι φαίνεται μόνο αυτός με καταλαβαίνει.
"Αναλαμβάνω εγώ από εδώ και πέρα κυρία Δήμητρα. Θα σας την φέρω εγώ μόλις φύγουμε. Μην ανησυχείτε για τίποτα..." Ξέρει όμως ο κουτοπόνηρος, πως να χειρίζεται τους ανθρώπους. Έχει δύο διπλωματικά μάτια που με μόνο μία τυχαία ματιά σε κάνει να τον πιστέψεις. Με βγάζει έξω από την κουζίνα με αυτά τα λόγια που είπε στην μαμά μου και με κατευθύνει προς στις σκάλες. Θυμάται καλά το μέρος...
"Που πας;" Δεν είναι σοβαρός να θέλει να έρθει στο δωμάτιό μου. Καταρχάς έχω να το συμμαζέψω από το 1821.
"Πάμε να διαλέξουμε ρούχα, εκτός άμα θέλεις να έρθεις με τις πιτζάμες τουίτι." Ανοίγει την πόρτα του δωματίου μου άνετος λες και δεν υπάρχω.
"Αν θέλεις να ξέρεις είναι πολύ άνετες!" Σταυρώνω τα χέρια μου κάτω από το στήθος μου ως ένδειξη παραπόνου.
"Καλά καλά, Για να δούμε τι έχεις εδώ..." Όχι όχι όχι την ντουλάπα μου! Πετάγομαι όσο πιο γρήγορα μπορώ στο μικρό δωμάτιό μου για να τον σταματήσω από αυτό που πάει να κάνει.
"ΑΣΕ ΤΗΝ ΝΤΟΥΛΆΠΑ ΜΟΥ ΉΣΥΧΗ!"
"Εντάξει τουίτι... Τουλάχιστον βρες κάτι όμορφο. Και να ταιριάζει με τα ρούχα μου." Είμαι έτοιμη να αντέξω το νέο μου παρατσούκλι τουίτι... Τουλάχιστον είναι καλύτερο από το μικρή.
Αυτός φοράει ένα απλό σκούρο μπλε τζιν με μία άνετη άσπρη φούτερ. Σχετικά εύκολα χρώματα άμα είσαι κορίτσι που έχει πολλά χρώματα στην ντουλάπα της, όμως εγώ δεν είμαι από αυτά τα κορίτσια.
Μόνο μία ακόμη φορά είχα πάει σε μπαρ, για να φύγω τρέχοντας στο επόμενο μισάωρο. Μετά φυσικά η Ξένια με έψαχνε, όμως προτιμούσα να γυρίσω σπίτι, άρα δεν έχω ιδέα τι πρέπει να φορέσω. Σκέφτηκα ένα φόρεμα. Ενα κολλητό άσπρο με ανοιχτή την πλάτη, όμως είμαι σίγουρη πως πρώτον είναι προκλητικό, και δεύτερον πως θα κρυώσω. Το βγάζω έξω από την κρεμάστρα για να το δείξω στον Πάνο που μέχρι εχθές ούτε στο δωμάτιό μου δεν θα μπορούσα να σκεφτώ ότι θα το έβαζα.
Ένα λεπτό άφησα το βλέμμα μου από πάνω του και ήδη έχει αρχίσει να ψάχνει τα εσώρουχά μου!
"Πάνο!" Κοκκινίζω και πάλι και πάω δίπλα του να αρπάξω το μοναδικό μου εσώρουχο που είναι λίγο πιο προκλητικό από τα άλλα.
"Τουίτι! Για κορίτσι χωρίς σχέση έχεις όμορφα-" Του κλείνω το στόμα πριν πει άλλη λέξη για τα εσώρουχά μου και κριντζάρω...
Όμως μετά συνειδητοποιώ ότι ακούμπησα τα χείλια που όλα τα κορίτσια θα πέθαιναν για να ήταν στην θέση μου και με μία απότομη κίνηση αρπάζω το εσώρουχό μου που κρατούσε και παίρνω το χέρι μου από πάνω του.
Κλείνω το συρτάρι και προσπαθώ να σκεφτώ λογικά. Τι στο καλό κάνω εγώ με αυτούς; Είναι δυνατόν να πάω μαζί τους σε μπαρ;
"Δεν θα έρθω." Του ανακοινώνω και κάθομαι στο κρεβάτι μου.
"Πες μου ότι το κάνεις επειδή είδα τα εσώρουχά σου... Δεν είσαι η μόνη που έχω..."
"ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΑΥΤΟ... Απλά πες μου τι θες από εμένα για να τελειώνει αυτό το μαρτύριο." Τον κοιτάω έτσι όπως στέκεται απέναντι μου και με κοιτάει με μία απορία. Λες και δεν του φαίνεται περίεργο το ότι ξαφνικά θέλει να με βάλει στην παρέα του.
"Θα έρθεις μαζί μας και δεν ακούω κουβέντα. Μόνο τότε θα σου πω." Με σηκώνει με το ζόρι και αφού βρεί το φόρεμα που είχα βγάλει από την κρεμάστρα και μου το δείχνει λες και περιμένει να το φορέσω μπροστά του.
"Μπορείς να φύγεις τουλάχιστον για να αλλάξω;"
"Όχι, γι'αυτό βιάσου." Μου γυρίζει την πλάτη του και καταλαβαίνω ότι έχω πολύ λίγο χρόνο για να φορέσω σουτιέν και το κολλητό φόρεμα που πρέπει να με θυμίσετε γιατί το αγόρασα εξαρχής από το μαγαζί.
Ευτυχώς όμως το βάζω εύκολα και έπειτα κοιτάζομαι στον μικρό καθρέφτη του δωματίου μου.
"Εμ..." Καθαρίζει την φωνή του για να μιλήσει. Και πάλι όμως δεν βγάζει κουβέντα. Απλά στέκεται από πίσω μου ανέκφραστος.
"Δεν είναι ωραίο. Το ξέρω..." Προσπαθώ με το χέρι μου να κρύψω την μικρή κοιλίτσα μου. Μπορεί να μην φαίνεται τόσο άσχημα όμως εγώ επειδή ξέρω τον εαυτό μου μπορώ και να καταλάβω τα ελαττώματά του.
"Πλάκα κάνεις τουίτι; Έτσι θα έρθεις! Πάρε κάποιο μπουφάν όμως γιατί δεν έχω καμία διάθεση να μοιραστώ πάλι το δικό μου." Τραβάει το χέρι μου από την κοιλιά και μου πετάει το πρώτο μπουφάν που βρίσκει μπροστά του, αφού βέβαια γελάσει με το αστείο του. Ο Θεός να κάνει δηλαδή αστείο το γεγονός ότι δεν του αρέσει να μοιράζεται.
Βάζω το καθημερινό μαύρο φουσκωτό μπουφάν, παίρνω μία απλή τσάντα και στην συνέχεια τοποθετώ το κινητό μου και τα λεφτά μου μέσα. Διαλέγω τα κλασσικά Vans μου και πλέον πιστεύω είμαι έτοιμη. Έστω και με αυτά ελπίζω να με παρατηρήσει ο Αλέξανδρος. Θα είναι μαζί μας σωστά;
Καθ'όλη την διάρκεια, ο Πάνος με κοιτάει πολύ αγχωμένος και ας προσπαθεί να μην το δείξει. Έχω αρχίσει να τρέμω στην ιδέα ότι όντως κάτι κρύβει. Προσπαθώ να σταματήσω τον εαυτό μου από το να σκέφτεται πάντα το κακό, και λέω για αλλαγή, να περάσω καλά μαζί τους, παρόλο που θα είναι σίγουρα όλοι όσοι δεν θέλω να ξέρω. Όχι ότι και τον Πάνο τον ξέρω τόσο καλά, αλλά έχω αρχίσει ελάχιστα, τόσο δα, καθόλου υπερβολικά, να τον συμπαθώ.
Χαιρετάμε την μισοκοιμησμένη μαμά στον καναπέ και αφού πάρω τα κλειδιά του σπιτιού για παν ενδεχόμενο, βγαίνουμε έξω από το σπίτι. Η μαμά δουλεύει από το πρωί ως νοσοκόμα και συνήθως γυρνάει σπίτι μετά της πέντε, γι'αυτό πάντα είναι κουρασμένη. Ο μπαμπάς έχει την δική του εταιρία που εισάγει πολυτελή έπιπλα από το εξωτερικό και στην συνέχεια τα πουλάει στις εκθέσεις επίπλων. Αρκετά λεφτά βγάζουμε, δεν λέω, αλλά και πάλι είναι κουραστική η δουλειά του, αφού χρειάζεται πολλές φορές όπως και σήμερα να μείνει μέχρι αργά στο γραφείο του.
"Πες μου ότι πάλι πρέπει να πάμε με την μηχανή σου!"
"Αυτή είναι άλλη, πιο όμορφη μηχανή. Αυτή είναι η μηχανή που ανεβάζω όλες τις όμορφες γκόμενες όποτε και χάρη σου κάνω Ευμορφία..." Έχει δίκιο, είναι πιο όμορφη η μηχανή αλλά και πάλιόμως που θυμήθηκε το Ευμορφία;!
Ανεβαίνει πρώτος και συνεχίζει να περιμένει αγχωμένος με την πιο γελοία έκφραση. Δεν μπορώ να το πιστέψω ότι είμαι η τυχερή που μπορώ να τον βλέπω για μία και τελευταία φορά αγχωμένο. Ποτέ μα ποτέ δεν τον είχα δει άλλοτε. Ακόμα και μικροί που κάναμε λίγη παρέα μέσω των γονιών μας ποτέ δεν έδειχνε έστω και λίγη ανησυχία.
"Παναγιώτη, ξεκίνα πριν αλλάξω γνώμη." Του λέω και βάζω το κράνος του.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top