Κεφάλαιο 20: Βόλτα με την μηχανή στο δάσος.
Όλο το προσωπικό χάρηκε που ξαναγύρισε η Marina. Την αγκάλιαζαν και την φιλούσαν ο καθένας ξεχωριστά. Το κορίτσι συνάντησε και τους αδερφούς Dornan. Ήταν πολύ χαρούμενοι που ήταν καλά και γύρισε σώα στην έπαυλη. Τους εξήγησε ότι η κυρία Garner ήταν θυμωμένη μαζί της και ότι υπήρχε περίπτωση να την διώξει. Ακούγοντας αυτά τα λόγια, ο Richard και ο Charles στεναχωρήθηκαν και εκνευρίστηκαν ταυτόχρονα. Δεν θα επέτρεπαν στην θεία τους να κάνει τέτοιο κακό στην Marina.
Είχε βραδιάσει. Έχοντας τελειώσει τις δουλειές της, άρχισε να περπατάει στο δασάκι της περιοχής. Δεν μπορούσε να κοιμηθεί. Σκεφτόταν όλα όσα είχαν συμβεί αυτές τις δύο μέρες. Την συνάντηση με την Emily μετά από τόσα χρόνια, τον Adam που την έσωσε από σίγουρο πνιγμό, το ενδεχόμενο να φύγει από την έπαυλη των Garners... Αναρωτιόταν όμως, αν όντως την διώξουν, πού θα την στείλουν; Υπάρχει περίπτωση να την πετάξουν στον δρόμο;
Είναι τόσο άσπλαχνοι; Δεν μπορούν να καταλάβουν ότι είμαι παιδί; Ότι έχω κι εγώ ανάγκη από φροντίδα και αγάπη; Δεν μπορούν να μου το κάνουν αυτό! Νομίζουν ότι με τα λεφτά τους μπορούν να κάνουν ότι θέλουν; Νομίζουν ότι μπορούν να παίζουν με ανθρώπινες ψυχές; Γιατί η δική μου ψυχή πονάει... Όλη αυτή η κατάσταση που ζω, από την πρώτη μέρα που πάτησα το πόδι μου σ'αυτό το μέρος, μ'έχει στεναχωρήσει πολύ. Νιώθω λες και είμαι ασήμαντη, ότι δεν χρησιμεύω σε τίποτα, ότι δεν είμαι καλή σε τίποτα... Μόνο όταν φέρνω στο μυαλό μου την μορφή του Bryan μπορώ να ξεχαστώ... Αν όμως φύγω από εδώ... Ωωω... έλα τώρα Marina! Τον Bryan δεν τον ήξερες από πάντα. Τον γνώρισες εκείνη την ημέρα... μπροστά από τις χρυσές πύλες...
Κι ενώ προσπαθούσε να δώσει κουράγιο στον εαυτό της, ξαφνικά άκουσε έναν περίεργο ήχο, σαν κάτι να σκάει. Γυρνούσε το σώμα της προσπαθώντας να διακρίνει κάποιο σημάδι που θα μπορούσε να την βοηθήσει να καταλάβει από πού ερχόταν ο ήχος. Από την πίσω πλευρά, διέκρινε φώτα, τα οποία πλησίαζαν όλο και πιο πολύ προς το μέρος της και ο παράξενος ήχος αυξανόταν.
-''Bryan...'' ψιθύρισε η Marina.
Λίγα βήματα μακριά της, βρισκόταν μια μηχανή πάνω στην οποία καθόταν ο Bryan, το αγόρι που σκεφτόταν πριν λίγο και ήθελε τόσο πολύ να δει. Ο Bryan ήξερε ότι θα έβρισκε την Marina στο μικρό δάσος. Του είχε πει ότι τα βράδια, πριν πέσει για ύπνο, επιθυμούσε να περπατάει μέσα στο δασάκι αναλογιζόμενη διάφορα γεγονότα που έχουν συμβεί στην ζωή της.
Τόση ώρα δεν μιλούσε κανείς. Κοιτούσαν ο ένας τον άλλον, όταν σε μια στιγμή η Marina έβαλε τέλος στην σιωπή.
''Δική σου είναι η μηχανή Bryan'';
-''Ναι. Την έχω έναν χρόνο τώρα'' απάντησε το αγόρι χαμογελώντας.
''Η νέα σελήνη είναι θαυμάσια. Και το δάσος μοιάζει σαν μαγεμένο βασίλειο τέτοιες νύχτες. Θα ήθελες να το δεις καλύτερα''; και της πρόσφερε το χέρι του.
Το κορίτσι του χαμογέλασε. Έγνεψε καταφατικά και ακούμπησε το χέρι της στο δικό του. Πλησίασε κοντά του, όμως...
-''Δεν έχω ξανανέβει ποτέ σε μηχανή''.
-''Δεν χρειάζεται να φοβάσαι. Ξέρω να την οδηγώ καλά'' την καθησύχασε ο νεαρός και η Marina, ανεβαίνοντας στην μάχη, κάθισε κατάλληλα από πίσω του.
Οι ρόδες της μηχανής άρχισαν να κυλούν σε αργό ρυθμό. Οι ακτίνες του φεγγαριού, έκαναν το έδαφος να φαίνεται ασημί, ενώ το απαλό αεράκι χτυπούσε τα πρόσωπα των δύο εφήβων.
''Συγνώμη για το χαστούκι που σου έδωσα το πρωί. Η ανησυχία μου με θόλωσε και έκανα κάτι το οποίο δεν θα έκανα ποτέ. Σε πόνεσα πολύ''; απολογήθηκε ο Bryan, καθώς ήταν λυπημένος γι'αυτό που έκανε στην Marina.
-'' Όχι, όχι...'' είπε με χαμηλή φωνή, κουνώντας το κεφάλι της.
Εγώ πρέπει να σου ζητήσω συγνώμη που σε έκανα να ανησυχήσεις τόσο.
-''Είσαι εντάξει; Δεν φοβάσαι έτσι'';
-'' Όχι''.
-''Να αυξήσω λίγο την ταχύτητα τότε'';
-''Εντάξει'' και τότε η μηχανή άρχισε να κινείται πιο γρήγορα, ύστερα από τον χαρακτηριστικό ήχο.
Εκείνη την στιγμή, τα χέρια της Marina, ασυναίσθητα, τυλίχτηκαν γύρω από τον κορμό του Bryan. Γούρλωσε τα μάτια της και η καρδιά της άρχισε να χτυπά πιο δυνατά. Δεν μπορούσε να γνωρίζει όμως ότι και ο Bryan ένιωσε ένα ρίγος να διαπερνά το σώμα του μ'αυτό το άγγιγμά της.
Ήθελε να φωνάξει! Ήθελε να κλάψει! Έκλεισε τα μάτια της σφιχτά, ευχόμενη να μην τελειώσει ποτέ αυτή η βόλτα.
Bryan... τα συναισθήματά μου είναι ανάμεικτα αυτή την στιγμή. Είμαι ερωτευμένη μαζί σου...
Ένιωθε κάτι ζεστό να εξαπλώνεται σε όλο το κορμί της και τους χτύπους της καρδιάς της να αυξάνονται συνεχώς. Αναρωτιόταν, αν έτσι νιώθει κάποιος όταν αγαπάει. Μια γλυκιά αίσθηση, τόσο ευχάριστη, αλλά και τόσο επώδυνη, που σε κάνει να θέλεις να φωνάξεις δυνατά.
Η μηχανή έφτασε στον κήπο των Garners. Η Marina κατέβηκε με αργές κινήσεις και στην συνέχεια έκανε το ίδιο και ο Bryan.
-''Σου άρεσε'';
-''Ναι, πολύ. Σε ευχαριστώ για την όμορφη βόλτα''.
-''Και για εμένα ήταν πολύ όμορφη'' της ψιθύρισε, χωρίς να παίρνει τα μάτια του από τα δικά της.
Εκείνη την στιγμή ο Bryan την πλησίασε. Πλησίασε πολύ κοντά της. Σήκωσε το χέρι του και με την παλάμη του χεριού του ακούμπησε απαλά το μάγουλο της, το μάγουλο που εκείνος είχε κοκκινίσει. Έσκυψε και σιγά-σιγά... άφησε ένα γλυκό φιλί σ'εκείνο το σημείο του προσώπου της. Οι καρδιές των δύο εφήβων χτυπούσαν δυνατά! Το κορίτσι πίστευε ότι ζούσε ένα όνειρο! Ένα όνειρο που κάποια στιγμή θα τελείωνε. Το αγόρι όμως, δεν ήθελε να τελειώσει. Σήκωσε το βλέμμα του και αντίκρισε το δικό της.
''Marina...'' είπε με μια ανάσα.
Χαϊδεύοντας με την αναστροφή του χεριού του το μάγουλό της, πλησίασε περισσότερο το πρόσωπό της. Το στόμα του κοριτσιού ήταν μισάνοιχτο και οι αναπνοές της πολύ γρήγορες. Και εκείνη την στιγμή που τα χείλη του Bryan είχαν πλησιάσει αρκετά τα δικά της...
-''Καληνύχτα Bryan''! είπε η Marina με μια φωνή, τρέχοντας μακριά του, προς την είσοδο της έπαυλης.
-''Καληνύχτα... Marina'' και άφησε μια ανάσα να βγεί από μέσα του.
Λογικό... Φοβήθηκε. Την επόμενη φορά που θα επιχειρήσω να την φιλήσω, θα είμαι πιο προσεκτικός. Δεν θα την κάνω να νιώσει άβολα.
Ανέβηκε στην μηχανή του, και με μια έκφραση ικανοποίησης στο πρόσωπό του, έβαλε μπρος, αποχωρώντας από την έπαυλη των Garners.
Φεύγοντας όμως, δεν πρόσεξε ότι κάποιος τον παρακολουθούσε. Βασικά, κάποιος είχε παρακολουθήσει όλη την σκηνή.
-''Δεν το πιστεύω... Δεν το πιστεύω''!
Η Julia είχε δει τα πάντα από το παράθυρο του δωματίου της. Η οργή και ο θυμός της έκαιγαν το εσωτερικό της.
''Θα μου το πληρώσεις... Θα μου το πληρώσεις παλιοκόριτσο! Δεν ξέρεις τι σε περιμένει. Αύριο θα δεις τι θα πάθεις... Αύριο που θα έρθει να μας επισκεφτεί η γιαγιά Helen... Δεν ξέρεις από πού θα σου έρθει'' μονολογούσε με φθόνο και στο τέλος άφησε ένα χαρακτηριστικό χαχανητό της κακίας της να ηχήσει στο δωμάτιο.
------------------------------------------------------------------------------------------
Hello γουρουνάκια!
Καλή σχολική χρονιά εύχομαι με πολλές επιτυχίες!
Θα ήθελα να ακούσω την γνώμη σας για την Marina, τον Bryan και την Julia. Πώς τους έχετε ψυχολογήσει γενικώς;
Και άλλα προβλήματα για την Marina... Άλλα ο Bryan δεν μπορώ να πω... την πρώτη προσπάθειά του την έκανε... Αρκεί να μην μείνει μόνο σε αυτήν. Που λογικά δεν θα μείνει.
Ερώτηση: Ποιος είναι ο μεγαλύτερος σας φόβος;
Η μοναξιά. Πραγματικά, πολλές φορές χρειάζομαι τον χώρο μου και αισθάνομαι ότι θέλω να μείνω μόνη μου για να σκεφτώ, αλλά το γεγονός ότι είμαι ολομόναχη και ότι δεν έχω κανέναν δίπλα μου , δεν έχω την υποστήριξη της οικογένειάς μου, είναι ότι χειρότερο.
Περιμένω ψήφους και σχόλια.
Love you!
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top