Κεφάλαιο 6: Δεν με συμπαθούν...
Τα παιδιά συνόδευσαν την Marina στο δωμάτιό της, της έδειξαν τα κατατόπια και την άφησαν μόνη στον κρύο χώρο. Τότε η Marina άρχισε να το παρατηρεί καλύτερα. Το κρεβάτι της βρισκόταν στη μέση του δωματίου, το οποίο διακοσμούσαν υπέρδιπλα σεντόνια στις αποχρώσεις των γήινων χρωμάτων και φουσκωτά, λευκά μαξιλάρια. Αριστερά του υπήρχε ένα μικρό, ξύλινο κομοδίνο, ενώ δεξιά ένα μεγάλο, κρεμ γραφείο. Στους τοίχους, πρόσεξε ραφάκια μεσαίου μεγέθους που συγκρατούσαν βιβλία διαφορετικών κατηγοριών, καθώς και σε μια γωνία μια μεγάλη ντουλάπα. Ήταν ενθουσιασμένη! Το μόνο που την στεναχωρούσε είναι ότι δεν υπήρχε παράθυρο.
Χρειάζομαι αέρα, ειδικά τα βράδια. Με κάνει να χαλαρώνω και να ηρεμώ. Όταν είμαι νευριασμένη ή θυμωμένη, φυσάω δυνατά και ο άνεμος παίρνει μαζί του όλα τα άγχη και τα προβλήματά μου. Πώς θα αντέξω; Πώς θα αντέξω σ'αυτό το σπίτι; Η κυρία Garner, η Julia και ο Nick φαίνεται ότι δεν με συμπαθούν. Με κοιτούν μ'ένα παράξενο βλέμμα, παράξενο με την κακιά έννοια γιατί... και το βλέμμα του Πρίγκιπα μου ήταν περίεργο, γλυκό, καλοσυνάτο. Δεν ξέρω για ποιον λόγο, αλλά η παρουσία του έχει χαραχτεί στο μυαλό μου. Άραγε, θα τον ξανασυναντήσω ποτέ;
Τις σκέψεις της όμως, διέκοψαν οι δυνατοί χτύποι της πόρτας.
-''Αμέσως''! φώναξε το κορίτσι τρέχοντας και άνοιξε την πόρτα, βλέποντας μπροστά της μια όμορφη κοπέλα με πλεξούδες στα μαλλιά.
''Γεια σου''.
-''Χαίρεται δεσποινίς και καλώς ήρθατε στην οικία των Garners. Το μεσημεριανό είναι έτοιμο. Θέλετε να κατεβείτε στην τραπεζαρία''; έλεγε χαμογελώντας η καστανομάλλα κοπέλα.
-''Φυσικά. Περίμενε μισό λεπτό'' είπε η Marina, καθώς ήθελε να πιάσει τα μαλλιά της σε μια ψηλή αλογοουρά.
''Εσύ ποια είσαι'';
-''Είμαι η βοηθός της μαγείρισσας''.
-''Μάλιστα. Εμένα με λένε Marina'' και προχώρησε έξω από το δωμάτιό της.
-''Το ξέρω''.
-''Πώς το ξέρεις'';
-''Μου το είπε η Nancy, μια υπηρέτρια. Βλέπεις... είναι πολύ κουτσομπόλα και δεν μπορεί να της ξεφύγει τίποτα. Γνωρίζει σχεδόν όλα τα προσωπικά θέματα των Garners και των συγγενών τους'' πληροφόρησε το κορίτσι, ενώ κατέβαιναν τις σκάλες.
-''Αλήθεια; Και δεν φοβάται μήπως το μάθει κανείς κάποια μέρα'';
-'' Όχι. Της αρέσει να μαθαίνει για την ζωή των άλλων και να φτιάχνει μυθοπλασίες στο μυαλό της... Αλλά όλα αυτά δεν θα έπρεπε να στα λέω. Είμαι μια απλή βοηθός στην κουζίνα και δεν είναι σωστό να πιάνω κουβέντα...''
-'' Όχι, σε παρακαλώ''! την διέκοψε η Marina.
''Μου αρέσει πολύ να συζητάω και αυτή τη στιγμή χαίρομαι που βρήκα έναν άνθρωπο με τον οποίο μπορώ να μιλήσω, γιατί... από ότι κατάλαβα η Julia και ο Nick με πήραν με στραβό μάτι''.
-''Δεν είσαι η πρώτη ούτε η τελευταία, μην στεναχωριέσαι, απλώς... πρόσεχε'' της τόνισε.
-''Γιατί'';
-''Γιατί είναι κακομαθημένα και πολύ φοβάμαι μην σε βάλουν σε μπελάδες''.
-''Σε ευχαριστώ για την συμβουλή σου, αν και το κατάλαβα από την πρώτη στιγμή που τους είδα ότι δεν θα τα πάμε καθόλου καλά οι τρεις μας. Παρεμπιπτόντως, δεν σε ρώτησα, ποιο είναι το όνομά σου'';
-'' Έχεις δίκιο! Αφαιρέθηκα με την συζήτηση και δεν συστήθηκα. Με λένε Dora'' είπε η κοπέλα και η Marina άρχισε να γελάει σιγά.
''Γιατί γελάς'';
-''Απλώς... μου θύμησες ένα παιδικό που έβλεπα όταν ήμουν μικρή, την <<Dora την μικρή εξερευνήτρια>>''.
-''Ααα... Μάλιστα'' είπε η Dora, αφήνοντας να χαραχτεί ένα μικρό χαμόγελο στο πρόσωπό της. ''Μου το λένε τα ανίψια μου μερικές φορές''.
-'' Έχεις ανιψάκια''; ρώτησε η Marina, καθώς συνειδητοποίησε ότι φτάσανε στην τραπεζαρία.
-''Ναι, όμως τα βλέπω σπάνια. Συνήθως στις διακοπές των Χριστουγέννων και του Πάσχα που...'' δεν πρόλαβε να τελειώσει την πρότασή της, αφού η φωνή της κυρίας Garner την κατσάδιασε.
-'' Άμα ήξερα ότι θα κάνεις τόση ώρα για να φωνάξεις την μικρή για φαγητό και ότι θα πολυλογούσες, θα έστελνα κάποιον άλλον''!
-''Με συγχωρείτε κυρία, απλώς...''
-''Δεν δέχομαι καμία δικαιολογία. Πήγαινε γρήγορα να βοηθήσεις στο σερβίρισμα''! και η Dora με σκυμμένο το κεφάλι έκανε όπως της είπε η κυρία της.
''Marina, έλα να καθίσεις'' και η Marina έστρεψε την προσοχή της στην κυρία Garner. '' Όλοι περιμένουμε εσένα''.
-''Πω πω... Με συγχωρείτε για την καθυστέρηση'' είπε φανερά ντροπιασμένη.
-''Δεν πειράζει. Είναι η πρώτη σου μέρα. Είναι λογικό να είσαι σαν χαμένη. Κάθισε δίπλα στην κόρη μου'' και της έδειξε την κενή θέση.
Η Marina προχώρησε με αργά βήματα προς την καρέκλα της, παρακολουθώντας δύο υπηρέτριες να σερβίρουν το τραπέζι. Πρώτη φορά έβλεπε τόσα διαφορετικά πιάτα. Ποιος θα τα φάει όλα αυτά, σκέφτηκε καθώς καθόταν δίπλα από την Julia. Την κοίταξε για λίγο χαμογελώντας. Αντιθέτως, το κακομαθημένο πλουσιοκόριτσο της έριξε μια υποτιμητική ματιά, κάτι το οποίο έκανε και ο αδερφός της, με περισσότερη διακριτικότητα. Αυτό, έκανε τους παλμούς της καρδιάς της Marina να αυξάνονται καθ'όλη την διάρκεια του μεσημεριανού. Φοβόταν αυτά τα παιδιά. Φοβόταν αυτή την οικογένεια. Όμως, έπρεπε να φανεί δυνατή.
***
Μπήκε στο δωμάτιό της νευριασμένη με ταχύ βήμα, ξεχνώντας να κλείσει την πόρτα πίσω της.
Δεν το πιστεύω! Δεν το πιστεύω! Αυτά τα παιδιά είναι απαίσια! Καθ'όλη την διάρκεια του φαγητού με χλεύαζαν και γελούσαν εις βάρος μου. Επειδή είμαι ορφανή, δεν σημαίνει ότι είμαι <<αμόρφωτη>> και <<ανάγωγη>> όπως με αποκάλεσαν. Σίγουρα δεν έχω λάβει την ίδια εκπαίδευση με τα παιδιά των Garners, αλλά... Δεν μπορώ να καταλάβω... Δεν με ξέρουν καθόλου. Γιατί βγάζουν λανθασμένα συμπεράσματα; Γιατί με κρίνουν τόσο άσχημα; Τα λόγια τους με πληγώνουν...
Δάκρυα άρχισαν να τρέχουν στα ροζ μάγουλα της Marina, όμως μόλις το συνειδητοποίησε, τα σκούπισε με την αναστροφή του χεριού της. Ξαφνικά, ένιωσε να πνίγεται. Χρειαζόταν αέρα! Ήθελε να βγει έξω από αυτό το δωμάτιο, έξω από αυτό το σπίτι, έξω στον κήπο.
Με γρήγορες κινήσεις άρχισε να βγάζει την ιδρωμένη της μπλούζα, άνοιξε την ντουλάπα της εντοπίζοντας μια λαχανή και προσπάθησε με λίγη δυσκολία να την αναποδογυρίσει στο μπροστινό της μέρος, καθώς τα χέρια της έτρεμαν από την βιασύνη. Μόλις πήγε να την φορέσει, ένιωσε μια ξένη παρουσία στο χώρο. Γύρισε προς τα πίσω και...
-''Nick! Τι κάνεις εδώ; Πότε μπήκες στο δωμάτιό μου''; ρωτούσε φωνάζοντας, χωρίς να παίρνει ανάσα, ενώ έκρυψε την γύμνια του στήθους της με την καθαρή της μπλούζα.
Ο Nick στεκόταν όρθιος, ακουμπώντας στο κάσωμα της πόρτας. Δεν κουνιόταν καθόλου και δεν φάνηκε να ενοχλήθηκε από τις φωνές της Marina. Απλώς, μετά την αντίδρασή της, χαράχτηκε ένα παιχνιδιάρικο χαμόγελο στα χείλη του.
-''Εεε... Δεν θα είναι δυο-τρία λεπτά''; απάντησε σηκώνοντας το φρύδι του.
-''Πώς τολμάς να εισβάλλεις στο δωμάτιό μου'';
-''Να εισβάλλω; Χαχα...'' γέλασε ο Nick και η Marina άρχισε να εκνευρίζεται περισσότερο.
''Η πόρτα ήταν ανοιχτή''.
-''Και τι σημαίνει αυτό; Εσύ όποτε βλέπεις ανοιχτή πόρτα μπαίνεις μέσα και...''
-''Και παρατηρώ τον χώρο'' την πρόλαβε η φωνή του.
''Και μέσα σ'αυτόν το χώρο είσαι κι εσύ''.
Η Marina γούρλωσε τα μάτια της στο άκουσμα της πρότασης του.
Δηλαδή... όση ώρα ήταν εδώ... αυτός με παρατηρούσε... ημίγυμνη!
Το αγόρι έκανε μερικά βήματα και βρέθηκε μπροστά της, ενώ η ματιά του ήταν καρφωμένη στο κρυμμένο της στήθος.
-''Βγες έξω αυτή τη στιγμή''! απαίτησε η Marina κρατώντας την μπλούζα της πιο σφιχτά.
-''Εμένα δεν θα μου υψώνεις την φωνή, παλιοβρωμιάρα ορφανή''!
-''Κι εμένα δεν θα μου απευθύνεσαι με τέτοιου είδους λόγια''!
-''Θα μιλάω όπως θέλω! Μην ξεχνάς ότι είσαι κατώτερή μου'' έκανε μια στροφή προς τα πίσω και βγήκε από το δωμάτιο, κλείνοντας δυνατά την πόρτα.
Μετά την σκηνή αυτή, τα μάτια της Marina έγιναν υγρά. Προχώρησε προς το κρεβάτι της και κάθισε στο μαλακό στρώμα, χωρίς να έχει κάποια ιδιαίτερη έκφραση στο πρόσωπό της. Παρ'όλα αυτά, το μυαλό της βρισκόταν σε εγρήγορση.
Ένιωσα πολύ άβολα μπροστά του. Γιατί με κοιτούσε μ'αυτόν τον τρόπο; Σαν να ήθελε να μου κάνει κάτι κακό... Σαν να ήθελε να μου δείξει την ισχύ του, την κοινωνική του θέση. Εγώ δεν πιστεύω σ'αυτά. Δεν πιστεύω στο χρήμα! Η κυρία Kate μου είχε πει κάποτε ότι οι πλούσιοι άνθρωποι δεν είναι στην πραγματικότητα ευτυχισμένοι. Απλώς, θέλουν να δείξουν ότι είναι κάποιοι, ότι αξίζουν, ότι έχουν καταφέρει να δημιουργήσουν έναν ολόκληρο κόσμο χάρις το χρήμα. Δεν μπορούν να καταλάβουν όμως ότι το χρήμα δεν προσφέρει αγάπη.
------------------------------------------------------------------------------------------
Γεια σας! Τι μου γίνεστε γουρουνάκια μου;
Καλό καλοκαίρι να έχουμε. Πιστεύω ότι όλοι μας χρειαζόμαστε λίγη ξεκούραση, έτσι ώστε να γεμίσουμε τις μπαταρίες μας.
Στο σημερινό μας κεφάλαιο δεν έγινε κάτι το ιδιαίτερο αλλά... διαβάσατε για την γενική συμπεριφορά των Garners προς την Marina. Για να μην συγχυστώ αφήνω σχόλια και τυχόν απορίες σε εσάς.
PEACE AND LOVE.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top