45. ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Με λίγη δυσκολία και προσοχή στην διαδρομή κατάφεραν να γυρίσουν σπίτι. Πριν φύγουν από τον πύργο αποφάσισαν ότι θα ήταν καλή ιδέα να τον καταστρέψουν. Είχαν κάποια εκρηκτικά μαζί τους, τα τοποθέτησαν σε κολώνες του πρώτου ορόφου και αφού πήγαν σε ασφαλή απόσταση τα άναψαν.
Ο πύργος άρχισε να γίνεται κομμάτια και να πέφτει στο χώμα αφήνοντας σκόνη και έναν δυνατό ήχο. Παρακολούθησαν τον πύργο καθώς έπεφτε. Όλοι είχαν ένα αίσθημα ανακούφισης. Μια μεγάλη περιπέτεια ήρθε στο τέλος της μετά από πολύ καιρό. Επιτέλους θα ηρεμουσαν από όλα αυτά.
Το θετικό ήταν ότι η μάχη έγινε μακριά,εκτος της πόλης. Δεν έγινε καμία ζημιά ούτε υπήρχαν απώλειες.
Πάλι καλά δεν υπήρχε απώλεια ούτε από την δική τους πλευρά. Κάποιες γρατσουνιές, κάποια χτυπήματα εδώ και εκεί. Το σημαντικό ήταν ότι ήταν όλοι καλά και πως κατάφεραν να σώσουν τον μαγικό κοσμο άλλη μια φορά αλλά αυτή την φορά πριν προλάβει να εξαπλωθεί.
Ο Τζεις πήγε τον Jacob απευθείας στην γιατρό με το που έφτασαν πίσω. Οι πληγές του δεν ήταν πολύ σοβαρές αλλά είχε χάσει ένα όχι και τόσο ασήμαντο ποσοστό αίματος. Δυστυχώς οι λυκάνθρωποι δεν μπορούσαν να θεραπεύουν όπως οι βρικόλακες και χρειάζονταν θεραπευτική βοήθεια από κάποιον ειδικό.
Ο Τζεις τοποθέτησε τον Jacob σε ένα κρεβάτι και η γιατρός ήρθε αμέσως να τον δει. Του έδωσε ενα υγρό φάρμακο για τον πόνο. Αυτό παράλληλα θα βοηθούσε να κλείσουν οι πληγές.
-Σε 2-3 μέρες θα είναι μια χαρά, είπε η Dr. Μπριτανι και του έκανε μια μικρή ένεση.
-Ξερουμε ότι θα κάνετε καλή δουλειά και θα τον προσέχετε, είπε η Μάντι πιάνοντας το χέρι της σφιχτά.
-Μην ανησυχείς Μάντι. Δεν είναι σοβαρά τραυματισμενος.
Αφού τους καθυσηχασε η γιατρός έφυγαν από το ιατρείο και θα γύριζαν αργότερα για επίσκεψη.
Πήγαν στο σπίτι της Μάντι. Η Εμμα είχε γυρίσει στο δικό της και ο Τζεις αφού έκατσε λίγο αποφάσισε να πάει και αυτός σπιτι του για να ξεκουραστεί.
Η Μάντι είχε πάει στο μπάνιο να κάνει ένα ντουζ. Έβγαλε τα βρόμικα ρούχα από πάνω της και άρχισε να ρίχνει ζεστό νερό. Την έκαιγε αλλά δεν την ένοιαζε. Βυθίστηκε για λίγο σε σκέψεις. Ήρθαν στην μνήμη της οι πρώτες στιγμές της εδώ. Η καινούργια αρχή, όλα αυτά που της είχαν κρύψει.
Αλλά δεν είχαν και πολύ σημασία πια. Δεν κατηγορούμε τους γονείς της για αυτό. Καταλάβαινε γιατί το έκαναν. Ήθελαν να την προστατέψουν και αυτό της έφτανε σαν λόγος.
Οι γονείς της ήταν στο σαλόνι. Είχαν καθαριστεί και συζητούσαν.
-Δεν περίμενα το κοριτσάκι μας να έχει τόση δύναμη. Αυτά που έκανε σήμερα με εξέπληξαν, είπε η Τζένα.
-Αγάπη μου, έχει τις δυνάμεις και των δύο μας. Τις μάθαμε όσα έπρεπε και είχε μελετήσει αρκετά από μόνοι της αρκετά ξόρκια. Εγώ είμαι πολύ περήφανος για εκείνη, είπε ο Chris με χαμόγελο και αγκάλιασε την Τζένα.
Ήταν χαρούμενοι και ήταν καλά μετά από πολλά εμπόδια. Η Μάντι ήταν πολύ ευτυχισμένη που τους έβλεπε έτσι μαζί και που ήταν επιτέλους δίπλα της.
Μέτα από 5 μέρες ο Jacob ήταν εντάξει και βγήκε από τον ιατρείο. Ο Τζεις πήγε να τον πάρει σε περίπτωση που ήθελε βοήθεια μέχρι το σπίτι του. Τελικά κατέληξε να του κάνει παρέα καθώς έχαιρε άκρας υγείας.
-Χαίρομαι που είσαι καλά φίλε. Μας τρόμαξες όλους και ειδικά την Μάντι. Πρέπει να σταματήσεις να εξαφανιζεσαι έτσι, είπε ο Τζεις χαμογελώντας.
-Μπορεί να μην συμπαθούσα πριν αλλά εκτιμώ οτι έκανες για εμένα και που ήσουν εκεί για εκείνη. Σε παρεξήγησα. Έκανε μια μικρή παύση. Είναι στην φύση μου να είμαι τόσο παρορμητικος, γέλασε λέγοντας αυτή την τελευταία φράση. Πάντα έτσι ήταν. Έπραττε χωρίς να σκεφτεί τις συνέπειες.
Έφτασαν σπίτι του. Ήταν άδειο οπως πάντα. Δεν είχε αλλάξει κάτι. Δεν υπήρχε κανένα σημάδι των γονιών του. Έφυγαν και δεν είχαν σκοπό να ξαναγυρίσουν όπως έκαναν πάντα δηλαδή. Ο Jacob έκατσε σε μια καρέκλα στην κουζίνα και παρατήρησε τον χώρο. Ήταν τόσο άδειος. Πλυθηκε, άλλαξε ρούχα και μόλις είχε πάει στην πόρτα για να φύγει. Όταν την άνοιξε προς έκπληξη του ήταν η Μάντι εκεί.
Όταν τον είδε, τον κοίταξε στα μάτια και τον πήρε μια αγκαλιά, τόσο σφιχτά που κόντευε να σκάσει.
Δάκρυα έτρεξαν στα μάτια της και μπήκαν μαζί μέσα στο σπίτι.
-Νόμιζα ότι θα σε χάσω για μια ακόμα φορά, είπε η Μάντι με τρεμαμενη φωνή χωρίς να φύγει από πάνω του.
-Μάντι...συγνώμη. Σου έχω προκαλέσει τόσα πολλά άλλα είσαι ακόμα εδώ, την αγκαλιασε και αυτός σφιχτά και έμειναν έτσι για λίγο.
-Jacob, δεν ξέρω, ότι κι αν έκανες, η αγάπη μου για σένα δεν έφυγε. Ναι ένιωσα οργή, απογοήτευση, θλίψη αλλά δεν μπορουσα να σε αφήσω.
-Αχ Μάντι...ειπε και πλησίασε το πρόσωπο της. Αυτή πέρασε τα χέρια της στο λαιμό του και ήρθαν κοντά.
Εκείνος έκανε την κίνηση και την φίλησε. Ήταν τόσο έντονο που κόντεψε να κοπεί η αναπνοή τους αλλά το συνέχιζαν σαν να ήταν το τελευταίο τους φιλί.
Οι δύο τους ήταν πιο ερωτευμένοι από πριν. Ο χρόνος που έχασαν ήταν αρκετός και τώρα μπορούσαν να τον αναπληρώσουν.
Ένα χρόνο μετά...
Ο Μαγικός κόσμος ήταν ήρεμος και ειρηνικός όπως πάντα. Όλα ήταν στην θέση τους και δούλευαν ρολόι.
Η οικογένεια Τζόουνς είχε πάει στον Ανθρώπινο κόσμο για αυτό το χρόνο. Έλειπαν γύρω στα 2 χρόνια από εκεί. Στους γνωστούς τους εκεί είπαν ότι πήγαν σε άλλη χώρα για αυτό το καιρό, τι άλλο να τους έλεγαν δηλαδή.
Από την άλλη ο Jacob είχε πάει να βρει τους γονείς του. Είχαν πάει στον Ανθρώπινο κόσμο από όταν ξέσπασε η πρώτη μάχη. Τους ήξερε, πάντα έφευγαν όταν τα πράγματα δυσκόλευαν. Βέβαια ένα πρόβλημα ήταν ότι ήταν η πρώτη του φορά εκεί και δεν ήξερε τίποτα. Εε με λίγη δυσκολία και ψάξιμο κατάφερε να τους βρει. Δεν τους κρατούσε κάποια κακία. Τους ενημέρωσε για όσα έγιναν και γύρισαν μαζί πίσω.
Η Εμμα και ο Τζεις πέρασαν αυτό τον χρόνο με ξεκούραση, εξόδους και ήρθαν πιο κοντά στο μεταξύ.
Ο δήμαρχος της πόλης,της Ατριξτάουν τους κάλεσε στο δημαρχείο για να τους τιμήσει για την προσφορά τους.
-θα ήθελα να ευχαριστήσω την οικογένεια Τζόουνς και Μερλιγκτον για την προσφορά τους καθώς και τους Τζεις Τονιγκ και Εμμα Ντορντ για την συνεισφορά τους. Η βοήθεια σας ήταν πολύτιμη και σώσατε τον κόσμο μας για μια ακόμα φορά.
Είπε ο δήμαρχος και τους έδωσε όλους από ένα παράσημο.
Αυτοί υποκλίθηκαν, χαμογελασαν και χαιρέτησαν τον κόσμο. Είχαν γίνει ήρωες βλέπετε. Ήταν όλοι ευτυχισμένοι και χαρούμενοι που τα κατάφεραν και ήταν όλοι καλά στο τέλος.
-Μάντι-Chan; είπε ο Jacob, είχε καιρό να την αποκαλέσει έτσι και της ήρθε ξαφνικό.
-Τι είναι Jacob; τον ρώτησε και τον κοίταξε στα μάτια.
-Σ'αγαπώ, είσαι ότι καλύτερο έχω και πήγα να κάνω το λάθος να σε χάσω.
-Και εγώ. Όλα αυτά δεν έχουν σημασία τώρα. Είμαστε μαζί και αυτό μετράει, χαμογέλασε και του έδωσε ένα φιλί στο μάγουλο. Κάθονταν ο ένας δίπλα στον άλλον σε έναν βράχο βλέποντας το ηλιοβασίλεμα ζώντας το τώρα, προχωρώντας μπροστά.
.
.
ΤΕΛΟΣ
.
.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top