ΚΕΦΑΛΑΙΟ 32

Σαν να μεταλλάχτηκε. Από ένα αγρίμι είχε γίνει η γυναίκα που τα έκανε όλα ότι της ζητούσε ότι επιθυμούσε και έπαιζε υπέροχα τον ρόλο της χωρίς να την χτυπήσει ούτε μια φορά από τότε. Μαλάκωσε μαζί της και την είχε στα ώπα ωπα. Δεν την ξανά έδεσε και την άφηνε να κοιμάται στο κρεβάτι. Κάποιες φορές κοιμόντουσαν μαζί αυτή όμως δεν κοιμόταν, κοιτούσε το ταβάνι και το κεφάλι της σχεδίαζε πως θα τον βγάλει από την μέση. Μετά την δήθεν συμφιλίωση τους, έκανε πράγματα που ούτε η ίδια το φανταζόταν ότι θα τα κάνει. Το ένα από αυτά ήταν της έφερε τέσσερις ακόμα άντρες μαζί του στο δωμάτιο. Τότε κατάλαβε ότι τα πράγματα είχαν φτάσει στο απροχώρητο.

Δεν ήθελε να την θυμάται εκείνη την μέρα. Ένιωσε ντροπιασμένη, ένιωσε τιποτένια. Αυτή ήταν η συμφωνία που θα έκαναν; Να την εκθέσει σαν την πουτάνα σε τέσσερις άντρες κάνοντας της τα χειρότερα; Όσες φορές αυτό το πράγμα της έριξε το ηθικό τόσο το ανέβασε με το μίσος της να φουντώνει ακόμα ποιο πολύ μέσα της για αυτόν.

Της ήρθε μια ιδέα, αλλά πόσο αποτελεσματική θα ήταν;

Είχε εξάψεις, του ζήτησε να την κάνει δικιά του πάνω στο τραπέζι. Αυτός όταν την είδε γυμνή με τα πόδια ανοιχτά να την περιμένει δεν άντεξε, της όρμιξε. Καθώς αυτός έδινε το είναι του μέσα της σαν αγρίμι μη έχοντας επαφή με το τι γίνεται γύρο του, αυτή κατάφερε με μαεστρία να πάρει το κινητό του από την πίσω τσέπη του παντελονιού του το είχε σε κλείδωμα σήματος, ο Κέβιν της είχε μάθει να το βγάζει μια κίνηση. Το σήμα εντοπίστηκε. Πήγε να σηκωθεί από πάνω της αλλά αυτή τον ξανά τράβηξε και τον φίλησε παθιασμένα. Με την άκρη του ματιού της πάτησε την κλήση στο σταθερό που βρήκε και το άφησε να χτυπήσει φώναζε για να μην ακουστεί ο ήχος του κουδουνίσματος.

«Ναι μωρό μου συνέχισε. Πάρε με... ναι Τζάκσον!»

Όταν είδε ότι η κλήση καταγραφόταν, και μετρούσε τα λεπτά το έκλεισε. Το πέταξε στην άλλη κάτω. Αυτός ακούγοντας τον θόρυβο σταμάτησε. Τον κοίταξε παραξενευμένη.

«Τι έγινε μωρό μου; Γιατί σταμάτησες;»

«Πρέπει να έπεσε το κινητό μου.»

Πήγε να φύγει αλλά τον τράβηξε ξανά πάνω της.

«Επ, που πας; Έτσι θα με αφήσεις; Άσε το κινητό σου τώρα θα πάρουμε άλλο μωρό μου. Έλα να τελειώσουμε αυτό που αρχίσαμε. Σε θέλω απεγνωσμένα το ξέρεις;»

Και συνέχιζε και συνέχιζε, μέχρι που επιτέλους το βάσανο αυτό τελείωσε τράβηξε μια καρέκλα να καθίσει και εκείνη σουλούπωσε το νυχτικό της.

«Θα με πεθάνεις εσύ... πρώτη φορά σε βλέπω τόσο ενεργή.»

«Κρυφά ταλέντα μωρό μου. Φέρε μου σε παρακαλώ μερικά τσιγάρα. Δεν μου έφερες σήμερα.»

«Πάω να σου φέρω από πάνω.» της είπε. Το κινητό του που είχε πέσει λίγα μέτρα μακριά, είχε γίνει θρύψαλα. Δεν άνοιγε καν. Το πέταξε στο κάδο και βγήκε από το υπόγειο.

Μόλις έφυγε έτρεξε στο κάδο και το πήρε στο χέρι της. Με λίγη προσπάθεια το άνοιξε. Αλλά στην οθόνη δεν είχε τίποτα. Ήταν άσπρη. Έδωσε άλλη μια στο πάτωμα να σπάσει τελείως και το πέταξε.

Είχε κάνει την πρώτη κίνηση. Τώρα έπρεπε να πάει στο σχέδιο βήτα.

Όταν σήκωσαν το τηλέφωνο και άκουσαν τα βογκητά όλοι έμειναν να κοιτάνε την συσκευή. Ο αστυνόμος κατέγραφε την κλήση και όταν έκλεισε το σήμα είχε ήδη βρεθεί και από που προερχόταν. Και το βρήκαν. Προερχόταν λίγο ποιο έξω από την Αριζόνα. Σε ένα υπόγειο μιας παλιάς αποθήκης.

«Μα πως βρέθηκε το σήμα;»

Τότε ο Κέβιν σκέφτηκε το κλείδωμα σήματος. Μα ναι πως δεν το είχε σκεφτεί τόσες μέρες για αυτό δεν μπορούσαν να εντοπίσουν την τοποθεσία του κάποιος άνοιξε το σήμα και δεν ήταν κανένας άλλος από την αγαπημένη του. Τον αιφνιδίασε.

«Στείλτε σήμα σε όλα τα αστυνομικά τμήματα της περιοχής να πάνε προς τα εκεί κουνηθείτε πάμε πάμε!»

Σήμανε συναγερμός παντού. Μπήκανε στα περιπολικά και ο Κέβιν στο αμάξι του με ταχύτητα έτρεξαν στο μέρος όπου είχαν την κοπέλα του φυλακισμένη υποσχέθηκε στον εαυτό του ότι όταν όλα τελειώσουν θα την έπαιρνε μακριά να ζήσουν αλλού. Μακριά από όλα.

«Έρχομαι μωρό μου. κάνε υπομονή.»

Κάπνιζε με ηρεμία το τσιγάρο της πάνω στο τραπέζι με ύφος κυρίαρχο αυτός ήταν στο κρεβάτι ξαπλωμένος γυμνός να καπνίζει και αυτός το δικό του τσιγάρο. Άλλος ένας γύρος που τον εξάντλησε.

Του είχε κάνει ότι δεν φανταζόταν. Μπορούσε να μείνει μαζί της έτσι για πάντα.

Πήγε δίπλα του και ξάπλωσε στο κρεβάτι. Αυτός πέρασε το χέρι του γύρο από τους ώμους της και κούρνιασε δίπλα του. Πόσο το σιχαινόταν αυτό. Δεν άντεχε καθόλου το άγγιγμα του.

«Πάμε να φύγουμε μακριά Τζάκσον.»

Αυτός γύρισε και την κοίταξε. Δεν περίμενε να το ακούσει από το στόμα της αυτό.

«Δεν σαρέσει εδώ;»

«Πάμε να φύγουμε μωρό μου. πάμε κάπου να ζήσουμε μαζί σε ένα δικό μας σπίτι, να παντρευτούμε. Να κάνουμε την ζωή μας σωστά και να μην κρυβόμαστε.»

«Είναι πολύ δύσκολο αυτό που μου ζητάς κερασάκι μου. Ξέρεις ότι μας καταζητεί η αστυνομία.»

«Αργά η γρήγορα θα μας βρουν και θα είναι χειρότερα τα πράγματα. Τόσες πλαστές ταυτότητες έκανες. Κάνε και για μένα μια και πάμε να φύγουμε. Μωρό μου τώρα που σε βρήκα δεν θέλω να σε χάσω από την ζωή μου.»

«Αχ, καλά θα δούμε τι μπορούμε να κάνουμε αγάπη μου. Αν είναι αλήθεια όλα αυτά που μου ζητάς τότε θα κάνω τα πάντα για σένα.»

«Μα είναι μωρό μου. Δεν βλέπεις πόσο πολύ το θέλω; Δεν μπορώ να ζήσω εδώ μέσα για πάντα. Δεν θα το αντέξω. Θέλω να ζήσουμε μαζί σαν δύο φυσιολογικοί άνθρωποι.»

«Εντάξει τότε. Ηρέμησε θα φτιάξω αύριο κιόλας ταυτότητες να φύγουμε τα δύο μας μακριά από δω. »

«Σε ευχαριστώ μωρό μου.»

Τον φίλησε τρυφερά στα χείλη. Νόμιζε ότι θα ξερνούσε άλλο ένα κουμπί για να αρχίσει καινούριος γύρος απόλαυσης.

Την επόμενη μέρα είχε καταφέρει να βγάλει δυο πλαστά διαβατήρια και εισιτήρια για Ιρλανδία. Έδειξε τόσο ευτυχισμένη που ούτε η ίδια το πίστευε πόσο καλά έπαιζε τον ρόλο της. Πήγε και της αγόρασε ρούχα για να μπορέσει να ντυθεί σαν άνθρωπος. Έβαλαν μερικά πράγματα σε μια βαλίτσα και την έβγαλε έξω από το υπόγειο έτοιμη να επιβιβαστούν στο αμάξι για να φύγουν για το αεροδρόμιο. Έδειχνε τόσο χαμογελαστή τόσο ευτυχισμένη που δεν ήθελε τίποτα άλλο στην ζωή του. Επιτέλους είχε ξανά δίπλα της την γυναίκα της ζωής του τον άγγελο της. Έδειξε ότι ήταν αξίας εμπιστοσύνης όπως τότε. Πριν μπουν στο αμάξι, του έδωσε ένα μεγάλο φιλί και κούρνιασε στην αγκαλιά του.

«Είσαι ευτυχισμένη;» την ρώτησε ήρεμα.

«Πάρα πολύ. Πάμε να φύγουμε. Δεν μπορώ άλλο εδώ. Πάμε για μια νέα ζωή. Για ένα νέο ξεκίνημα.»

«Πάμε καρδιά μου.»

Μπήκαν στο αμάξι και ξεκίνησαν πριν βγουν από την μάντρα ένα σμήνος από περιπολικά τους περικύκλωσε από όλες τις μεριές.

«Βγες από το αμάξι με ψηλά τα χέρια Τζάκσον Κέπλερ. Είσαι περικυκλωμένος άσε την όμηρο!»

Τότε ένα σατανικό χαμόγελο εμφανίστηκε στα χείλη της. Είχε λυτρωθεί. Αυτός με άγριο ύφος την κοίταξε. Του είχε στήσει παγίδα και το κατάλαβε αρκετά αργά.

«Μου έστησες παγίδα;»

«Τι νόμιζες Κέπλερ; Ότι θα ξανά έκανα μαζί σου νέα ζωή; Γελαστικές. Και θα σου πρότεινα, να μην αφήνεις το κινητό σου στην πίσω τσέπη του παντελονιού σου. Είναι επικίνδυνο να στο πάρει κάποιος.» του είπε και γέλασε. Το γέλιο όμως της κόπηκε όταν στο κρόταφο της την ακούμπησε το όπλο του. Τότε πάγωσε ολόκληρη.

«Βγες από το αμάξι. Και μην κουνηθείς καθόλου.»

Τότε με αργές κινήσεις βγήκε από το αμάξι αυτός από πίσω της την άρπαξε από το λαιμό και το όπλισε.

«Μην κουνηθεί κανείς γιατί της τίναξα τα μυαλά στον αέρα.»

Στο βάθος έβλεπε τον αγαπημένο της Κέβιν να την κοιτάει στα μάτια. Ένιωθε ντροπή. Ντροπή για όλα. Έπρεπε να σκεφτεί καλά και να υπολογίσει την κάθε της κίνηση. Σε κλάσματα δευτερολέπτου του πάτησε το πόδι και αυτός διπλώθηκε. Του έπαιξε άλλη μια κλοτσιά στα γεννητικά όργανα κάνοντας τον να πέσει στο χώμα. Έτρεξε προς τους αστυνομικούς για να σωθεί και τότε, ένας πυροβολισμός και κάτι να της τρυπάει την πλάτη.

Όλα μετά άρχιζαν να πηγαίνουν σε πολύ αργό ρυθμό. Το τελευταίο πράγμα που είδε, ήταν τον Κέβιν από πάνω της και τους αστυνομικούς να φωνάζουν. Όλα σκοτείνιασαν γύρο της έτσι μάλλον ήταν ο θάνατος έτσι θα ήταν η γεύση του πριν κάποιος κλείσει τα μάτια του για πάντα. 

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top