Ουαί τοις ηττημένοις. (Αλίμονο στους ηττημένους)

Χριστουγεννα 2019, τρεις μηνες πριν την μεγαλη καραντινα, ημασταν στην Νεα Σμυρνη ολη η παρεα να στολισουμε το δεντρο μιας φιλης.
Με αυτα και με εκεινα πηγε η ωρα 1, ειχαμε πιει αρκετα, ειχαμε λιωσει στον καναπε και κοιτουσαμε την τηλεοραση σαν υπνωτισμενοι.

''Ποιος ειναι ο μεγαλυτερος σας φοβος;'' ολοι εχουμε εναν φιλο που φιλοσοφει.
Στην συγκεκριμενη ερωτηση απαντησαμε ολοι γρηγορα, αβιαστα σχεδον.
''Να μου πουν ψεματα.''
''Να με προδοσουν.''
''Να μεινω μονος μου.''

Ολοι δωσαμε σχετικα αποδεκτες απαντησεις.
Κοιταξα την φιλη μου την Νικη.

''Διαβασα καπου οτι οι ανθρωποι παυουν να ειναι ερωτευμενοι με τον αλλον για τους λογους που  τον ερωτευτηκαν, και μου εχει μεινει.''

Σκαλωσα εγω που λες. Την κοιταξα σαν να μου ειχε πει κατι φρικτο. Οι αλλοι το προσπερασαν ως ψευδη πληροφορια και με την ωρα το εβγαλα κι εγω απο το μυαλο μου.

Μονο και μονο για να με βρει τρεις ωρες αργοτερα, ανασκελα στο κρεβατι, να αφουγγραζομαι το κενο.
Οι ανθρωποι παυουν να σε ερωτευονται εξαιτιας των πραγματων που εξ'αρχης τους εκαναν να σε ερωτευτουν.

Θυμαμαι την φιλη μου να λεει.
''Μ' αρεσει που ειναι ετσι κτητικος και δυναμικος, με κανει να νιωθω πολυ ποθητη.''
Η αρχη.

''Ρε κοριτσια φτανει πια με την κτητικοτητα του! Με πνιγει!'' 

Το τελος.

''Ειναι πολυ καλος, πραος, ψαχνει το καλο στους αλλους και δεν του αρεσουν οι καβγαδες.''
Η αρχη.
''Θυμα!Αβουλος εντελως και τερμα διπλωματικος! Αφελης το λιγοτερο!''
Το τελος.

Και τα παραδειγματα ειναι απειρα.
Τον ηθελα γιατι ηταν οσα δεν ημουν και για αυτο ακριβως τον χωρισα.

Με ηθελε γιατι του μαθαινα τον κοσμο και με χωρισε γιατι δεν μπορουσε να συμβαδισει στα ταξιδια μου, προτιμουσε την ρουτινα.

Ο ερωτας και το μισος ειναι οι δυο οψεις του ιδιου νομισματος. Και κακως νομιζεις οτι το κρατας στο χερι. Σβουρες κανει στο μυαλο, σβουρες εδω σβουρες και εκει, εως οτου προσγειωθει.

Οποτε οταν με ρωτανε πλεον τι φοβαμαι καταπινω την σκεψη αυτη, που με εκανε να αμφιβαλλω, και απαντω μονολεκτικα,
το σκοταδι. 
Που αν το καλοσκεφτεις, ειναι περιπου το ιδιο.




Ο Ορεστης δεν αναπνεει εδω και ωρα. Το μυαλο του βουιζει απο φωνες που ουρλιαζουν στα αυτια του.

Τι εκανα 
Τι εκανα 
Τι εκανα.

Την βλεπει να διαλυεται. Να σκιζεται και να κομματιαζεται μπροστα του.
Η αρνηση που εγινε τρομος και ο τρομος οργη. Η οργη που μορφασε σε εναν πονο ανωτερο και κατεληξε σε μια απελπισια δυσβασταχτη.
Γιατι ποια ηταν η Ιασμη χωρις τον Ορεστη;
Τι σκεφτοταν και τι πιστευε;
Πως ειναι αραγε μια ζωη χωρις εκεινον;

''Τι...τι ειπες;'' τρεμει ολοκληρη. Σαν να συσπαται το κορμι της απο ηλεκτρικο ρευμα.
''Ιασμη μου σε παρακαλω-'' προσπαθει -ο καημενος!- προσπαθει
''Χωριζουμε; Γιατι;;'' η απογνωση της τον διελυε. Η αγνοια της περισσοτερο. Δεν ειχε την παραμικρη ιδεα;
Ουτε καν μια υποψια;

''Δεν μπορουμε να εχουμε σχεση με εμενα στο εξωτερικο και εσενα εδω.'' της εξηγει την αφορμη. Αυτο την εκνευριζει γιατι της φωτιζει την αιτα.
''Τοσα χρονια πως μπορουσαμε ε;'' αναμεσα απο αναφιλητα που εκαιγαν τον λαιμο της ρωτησε.

Δειλιασε.''Τοσα χρονια γυρνουσα αραια και που, τωρα ισως κανω να ερθω και εναν χρονο.''
Αυτο ηταν αληθεια, η μιση αλλα παρολαυτα αληθεια. Τον κοιταζει στα ματια. Το βλεμμα της πιο παγωμενο και απο το σημειο που παλια βρισκοταν η καρδια της.

''Για την Κυβελη ε; Για εκεινη δεν με αφηνεις;'' το πικρο της σχολιο τον παγωνει.
Ξερει; 
Θελει να της πει οχι.  Μα δεν μπορει να πει ψεματα. Βλεπει την εσωτερικη του μαχη και αναφωνει.
''Ω Θεε μου...'' σαν να περιμενε ενα οχι καλυπτει το στομα της.

Προσπαθει να παρει ανασα, δεν τα καταφερνει, βαριανασαινει και αρχιζει να κλαιει.Τον πιανει πανικος.
''Σε παρακαλω ηρεμησε , να το συζητη-''
Πεφτει με τα γονατα στο χαλι και αρχιζει να κανει αερα στον εαυτο της. Σπαρταραει σαν ψαρι εξω απο το νερο.Κανει να την σηκωσει ορθια.
Ενα αποκοσμο ουρλιαχτο βγαινει απο τα χειλη
της. Σαν να εχει μπηχτει μαχαιρι στο στηθος της.
''ΜΗΝ ΜΕ ΑΓΓΙΖΕΙΣ!!!''Ειναι φρικιαστικο.

Στο σωματιο εισβαλλει η γυναικα που ασχολειται με τα φαρματα της, στο κατοπι οι γονεις της.
''ΤΙ ΕΓΙΝΕ;;'' εχουν χλωμιασει

Πλησιαζουν την Ιασμη, το προσωπο της οποιας εχει παραμορφωθει απο τον θρηνο. Ηταν σαν τραγωδια αν το καλοσκεφτεις, εκει που η γυναικα τραβαει τα μαλλια της και παραφρονει.
Πισωπατα και τρεμει. Βλεπει το δημιουργημα του.
Ειμαι ενα τερας, τι εκανα;

Ηθελε να χτυπηθει, να πονεσει τον εαυτο του οσο ενιωθε οτι την ποναει. Θα του αξιζε. Αλιμονο, υπηρξε εγωιστης για τοσο καιρο, και σαν ειχε αρχισει να εξιλεωνεται, παλι κοιταξε τον εαυτο του, και επεσε ο βραχος απο το βουνο, κι εκεινος στο κατοπι του.
Και βρεθηκε εξω απο το δωματιο. Κοντρα στον τοιχο. Κοντρα στην ευτυχια. Πελαγωμενος, αβοηθητος.

Ο πατερας της τον κοιταει και τα ματια του ανοιγουν τρυπες στο στομαχι του. 
''Τι εκανες;'' τον ρωταει και ο Ορεστης χρειαστηκε να κουνησει το κεφαλι του για να καταλαβει τι εννοει.
Την ειχε σκοτωσει;
''Εγω δεν- δεν..'' τρεμουλιασε η φωνη του.
Τα κλαματα της ηχουσαν σε ολο το σπιτι, κραυγες απελπισιας, σαν κατι να την πονουσε απιστευτα, σαν να την χτυπουσαν. Ηθελε να μπει στο δωματιο και να την σωσει, να την απαλλαξει απο αυτο τον πονο. Τον πονο που εκεινος δημιουργησε.
Υπαρχει αραγε ενοχή πιο απτη απο εκεινη;

Οταν ο Γιαννης εφτασε στο σπιτι βρηκε τον φιλο του κατωχρο να καθεται στον καναπε του σαλονιου και να τρεμει ολοκληρος.
Του ανοιξε η οικιακη βοηθος.
''Τι εγινε;Τι επαθε η Ιασμη;'' τον πλησιασε και θελησε να μαθει. 
Ο Ορεστης σηκωσε το βλεμμα και τον κοιταξε, ο τρομος στα ματια του φανερος.
''Της ειπα να χωρισουμε.'' ψελλισε.

Μα θρηνουσε κι εκεινος! Οχι επειδη μετανιωσε ενα λαθος πικρο που εφερε στο προσωπο της αγαπημενης του τον πονο, αλλα γιατι δεν μετανιωνε ουτε λεπτο, και στο μυαλο βρισκοταν ηδη μια χαρα επιγενομενη, εκεινη της Κυβελης.
Μα θα ηταν ποτέ ευτυχισμενος αν η Ιασμη δυστυχουσε;

------------------------------------------------

6 Δεκεμβριου.
904 νέα κρούσματα

Οταν ανοιξε την πορτα για το διαμερισμα του την προηγουμενη μερα, μονο η Λαιδη βρισκοταν μεσα και ενθουσιασμενη τον περιμενε.
Και τωρα, μια μερα αργοτερα, εκεινη κοιτουσε να κοιμαται στις 6 το πρωι, ξαγρυπνος ο Ορεστης, να παλευει με τους δαιμονες μιας πραξης τετελεσμενης.

Παρολα αυτα, δεν μπορουσε να αγνοησει τον πονο που ενιωθε στο στηθος του. Τον σουβλιζε αργα και σταθερα, διχως ελεος. Του αφηνε εναν υπαινιγμο οτι θα κρατουσε για παντα. Βαθια μεσα του ηξερε οτι το πεπρωμενο του ηταν ισως η Ιασμη.
Μαζι της επρεπε να ειχε ληξει και η δικη του μοιρα. Και γελουσε σε αυτη την αδικια.

7 Δεκεμβριου.
1251 νέα κρούσματα

Ειχε παρει τους γονεις της εκατονταδες τηλεφωνα. Του ειχαν απαντησει στα περισσοτερα. Η συζητηση ηταν παντοτε ιδια.
-Πως ειναι;
- Οχι καλα
-Κλαιει;
-Μερικες φορες.
-Προσπαθησε να κανει κακο στον εαυτο της;
-Αρκετες φορες.
-Κοιμαται;
-Σχεδον ολη μερα
-Τρωει;
-Ελαχιστα.
-Ειπε κατι για μενα;
-Ρωτησε αν το μετανιωσες.
Σιωπη.
-Το μετανιωσες Ορεστη;
Μικρη παυση.
-Οχι.

Ο Γιαννης ειχε περασει απο το διαμερισμα του το ιδιο πρωι και ειχαν κανει μια μεγαλη κουβεντα. Και επειτα ο Κωνσταντινος, που του ειπε τα ιδια, δυο χαμενες προσπαθειες για αναπτερωση ηθικου, για αποβολη ενοχων.
Ο Βασιλης, πιο κυνικα, του ειπε οτι θα περασει, του ειπε οτι η δυστυχια του θα ηταν μεγαλυτερη αν εμενε σκλαβωμενος.
Η δυστυχια του...
Ηταν οντως δυστυχισμενος; Ηταν σκλαβωμενος;

Στην οδο Ευρυνομης, η Κυβελη καθοταν στο δωματιο της τις περισσοτερες ωρες της μερας επισης. Η ανακοινωση των νεων δυο μερες πριν ηταν γλυκοπικρη.

''Ειπε στην Ιασμη να χωρισουν'' οταν ο Γιαννης τους το ανακοινωσε, η Ερμιονη την κοιταξε αμεσως.
"Για σενα το εκανε.'' η Φαιη την προλαβε.

Το σοκ ηταν τεραστιο. Οι ερωτησεις κρεμοντας απο πανω τους.
Πως να αντεδρασε αραγε ; Ειναι σιγουρο; Ειναι μονιμο;

Η Κυβελη ενιωθε ενα περιεργο βαρος στις πλατες της.
''Θα πας να τον βρεις;'' η κολλητη της την ρωτησε.
Εγνεψε αρνητικα.

''Αφου χωρισε την Ιασμη για σενα. Εισαι σοβαρη;''  δικαιολογηθηκε.
''Χρειαζεται λιγο χωρο και χρονο.''
Η Ερμιονη τσαντιστηκε.
''Εσενα χρειαζεται, να ξερει οτι εκανε τη σωστη επιλογη.''

''Την εκανε ομως;'' η Κυβελη ενιωθε να πνιγεται.
"Οριστε; Μας κοροιδευεις κοριτσι μου;'' ο Βασιλης που τοση ωρα δεν μιλουσε πεταχτηκε.
''Παρατησε την Ιασμη για εμενα, που ποσο καιρο θα ειμαστε μαζι; Του εχω εγγυηθει το 'για παντα' ; Ξερεις τι βαρος βαζει στις πλατες μου αυτο;''

''Εισαι αχαριστη.'' ο Γιαννης επισημαινει .
''Αχαριστη; '' πισωπατα στην 'επιθεση του'
''Ναι, αχαριστη, Πρωτα αφηνεις να εννοηθει οτι με εκεινη στο προσκηνιο δεν μπορεις να συνεχισεις και τωρα που την χωρισε λες οτι δεν μπορεις να κουβαλησεις αυτο το βαρος. Τι θες εν τελει;''

''Δεν καταλαβαινετε. Απλα δεν μπορω να επιστρεψω ετσι στο σπιτι σαν να μην εχει γινει τιποτα. Πρεπει να του δωσω λιγο χρονο να καταλαβει οτι αυτη η αποφαση που παιρνει δεν την παιρνει μονο για εμενα. Την παιρνει και για καθε επομενη μετα απο εμενα.'' εκει καπου ξεροκαταπινει.
''Την παιρνει για τον εαυτο του. Απελευθερωνει τον εαυτο του, οχι την σχεση μας.''

Κοιταζει την Φαιη. Ειναι η στιγμη που ξερει οτι μονο εκεινη θα καταλαβει, γιατι μοναχα αυτη την ξερει αρκετα καλα για να διαχωρισει τον εγωισμο απο τον φοβο της.
''Καλως.'' υποκυπτει η ξανθουλα.
''Ο χρονος θα δειξει, ας μην ανακατευομαστε.'' ο Γιαννης κατι παει να πει μα η Ερμιονη του κανει νοημα να σωπασει.
Ο Βασιλης διπλα της δεν τολμαει να αρθρωσει λεξη.

''Ο Ορεστης πως ειναι ;'' ψελλιζει η Κυβελη, που ουτε να το σκεφτει δεν θελει. Το ηρεμο, χαλαρο αγορι της να καθεται στενοχωρημενος και γεματος ενταση, μονος, σε ενα σπιτι.
''Πως να ειναι. Προσπαθει να το διαχειριστει. Οι γονεις της Ιασμης δεν μπορουν να του πουν κατι, αλλωστε δεν εχει και καποια υποχρεωση απεναντι της. Αλλα ναι, και ο τροπος που τον κοιταξαν οταν πηγα εκει, ηταν ...'' κομπιαζει καπως. ''Ρε φιλε δεν ξερω πως αντεξε ο Ορεστης να το κανει, ουτε τοσα χρονια τωρα, ουτε να χωρισει, ηταν τρομερα ψυχοφθορο για εκεινον.''

Η Κυβελη δεν μιλαει. Κατι μεσα της την τραβαει προς τα εκεινον. Να τρεξει προς το μερος του, να τον αγκαλιασει σφιχτα, να τον φιλησει και να του πει οτι ειναι περηφανη για εκεινον.
Αλλα κατι μεσα της της ελεγε οτι αν περιμενε θα ερχοταν εκεινος πισω, ετοιμος να δεχτει οσα ειχε να του δωσει. Και θα περιμενε!

---------------------------------------------------------------------------

8 Δεκεμβριου.

1382 νέα κρούσματα

Το βραδυ εβρεχε ασταματητα και η κοπελα ενιωθε ενα περιεργο κενο. Μια ματαιοτητα.
Τι κανεις ακομα εδω;
Γιατι δεν πας σε εκεινον;
Φτανει πια Κυβελη.

Με τα μαλλια ακομα νωπα κοιμηθηκε στο παλιο της δωματιο, τυλιγμενη στα παπλωματα και τις σκεψεις, να αναρωτιεται ποτε ηταν η καταλληλη στιγμη. Ειχαν περασει τρεις μερες. Η μια πιο βασανιστικη απο την αλλη. Τρεις μερες αφοτου ηταν 'ελευθερος' και ενα σωρο ακομη που δεν τον ειχε φιλησει.

Και κοιμηθηκε.

Καποιος την σκουντηξε μεσα στην νυχτα. Το βαρος στην αριστερη πλευρα του στρωματος.
Το σκοταδι στο δωματιο της εδειχνε οτι δεν ειχε ακομα ξημερωσει. Στα κλεφτα ανοιξε το πορτατιφ στο κομοδινο της.
Μια μορφη εμφανιστηκε πλαι της.
Το αιμα της παγωσε και η καρδια της σταματησε να χτυπαει.

''ΠΑΝΑΓΙΑ ΜΟΥ!''αναφωνησε τσιριχτα και εκανε να απομακρυνθει.
Ο Ορεστης ειχε καθισει στην ακρη του κρεβατιου, με τις μπουκλες του βρεγμενες να σταζουν πανω στο παπλωμα της.
''Εγω ειμαι ηρεμησε!'' δεν ειχε αυτο τον παιχνιδιαρικο τονο που ηλπιζε να εχει. Ωστοσο δεν ηταν και θλιμενος. Σταθηκε ορθιος απεναντι της μεχρι η κοπελα να βγει απο την θολουρα του υπνου και να καταλαβει.

Σαν βρηκε την ανασα της τον επεξεργαστηκε λιγο καλυτερα.
''Τι κανεις τετοια ωρα εδω;'' με μια γρηγορη ματια καταλαβε οτι ηταν μια το πρωι.
''Εβγαλα βολτα τον σκυλο.'' ανασηκωσε τους ωμους σαν να ηταν το λογικο.
Ανασηκωθηκε στο κρεβατι και τον κοιταξε απο πανω μεχρι κατω. Εσταζε ολοκληρος.

''Βολτα τον σκυλο απο το Κολωνακι μεχρι εδω; Περπατησες 35 λεπτα;'' τον κοιταξε σαν να ηταν τρελος. Εγνεψε θετικα.
''Και η Λαιδη που ειναι;''
''Στο σαλονι με τα κοριτσια.''
''Τους ξυπνησες ολους ;'' τον μαλωσε, απαλα.
''Μονο εσυ κοιμασαι απο τοσο νωρις εν μεσω καραντινας.'' επισημανε κατι για το οποιο την πειραζε παντα.

Σιωπη επεσε για λιγο αναμεσα τους και κοιταχτηκαν στα ματια.
''Εχεις βγαλει τα παπουτσια σου;''
Χαμογελασε αχνα, σαν μικρο παιδι που περναει σιγα σιγα το δικο του, και εγνεψε θετικα.

Ξεσκεπασε την αριστερη μερια του κρεβατιου της, ελευθερωντας τον χωρο για να ξαπλωσει διπλα της.
''Βγαλε τα βρεγμενα πρωτα.'' εθεσε ορο που εκεινος διχως δευτερη σκεψη υπακουσε.
''Σαν πολυ γρηγορα δεν προχωραει ολο αυτο;'' προσπαθησε να αστειευτει βγαζοντας το φουτερ του. Εμεινε με ενα λευκο φανελακι.

Χωθηκε και απο τα σκεπασματα και εγειρε στο πλαι ετσι ωστε να κοιτιουνται. Χιλιοστα μακρια, προσωπο με προσωπο. Την αφηνει να αναπνευσει το αρωμα της βροχης, μεσα απο το οποιο αναδυεται η κανελα που λατρευει.
Το γαλαζιο την σκοτωνει και το πρασινο της δινει το φιλι της ζωης.

Τον πλησιαζει λιγο, χωνεται στην αγκαλια του, μα δεν ακουμπα στην καμπυλη του λαιμου του, εκει που κουρνιαζε τοσα βραδια. Τον κοιταζει θαρραλεα.Του δινει την ευκαιρια να ακουμπησει την μυτη του στον λαιμο της, να εισπνευσει το αρωμα απο το σαμπουαν της, να εισπνευσει και την κρεμα.
Δεν ειχε συνειδητοποιησει ποτε ποσο πολυ λατρευε την μυρωδια του δερματος της. Ποτε μεχρι που ξεχασε στο κομοδινο της το στρογγυλο μεταλλικο κουτι Nivea.
Μια οικεια, καταπραϋντικη, αόριστα λουλουδένια μυρωδιά, είναι η μυρωδιά της φρεσκάδας, της καθαριότητας και της φροντίδας.
Του προκαλουσε μια αοριστη νοσταλγια. Τον πηγαινε σε ενα λευκο δωματιο γεματο παραθυρα σε ενα νησι εναν αυγουστο.

Απομακρυνθηκε. Σκεπασε και τους δυο και ακουμπησε το χερι του χαμηλα στην μεση της κρατωντας την κοντα του.
''Δεν το μετανιωσα.''της απαντα σε μια ερωτηση που δεν ειχε κανει.
''Ακομα.'' προσθετει εκεινη, εναν βαθυ φοβο που το σκοταδι ελευθερωσε.
''Δεν την χωρισα γιατι αλλιως δεν θα ημασταν μαζι.'' της εξομολογειται.

Αυτο την πιανει απροετοιμαστη.
''Ξερω οτι θα το αντεχες, για μενα θα το εκανες. Και αυτο ηταν που με πεισμωσε οτι το τελος επρεπε να μπει.Γιατι να αντεξεις; Ε;'' διεκρινε εκνευρισμο στην φωνη του. Με εκεινη ηταν εκνευρισμενος ή με τον εαυτο του;

''Γιατι εισαι συντροφος μου και πρεπει να- και θελω να-''
"Οχι! Εμενα να αντεχεις, ουτε την Ιασμη, ουτε τους γονεις μου, ουτε τους φιλους μου. Εσυ εμενα και εγω εσενα. ''
''Δεν ειναι παντα ετσι.'' του ψιθυρισε μες το σκοταδι, τα χειλη της να βαφονται απο αρωμα κανελας και βροχης.

''Τωρα ειναι, δεν θελω να την αντεξεις για μενα, γιατι ουτε εγω θελω να κουβαλαω το παρελθον με εναν τετοιο τροπο μεσα μου.Θα ειμαι εκει για εκεινη, ως φιλος. Μα τιποτα παραπανω.''
Εγνεψε θετικα.
Δεν μπορουσε να δειξει χαρα με αυτη την ανακοινωση. Δεν ηταν ακομα σιγουρη κατα ποσο θα λειτουργουσε.
Μονο οι ανασες τους ακουγονταν.

''Δεν ηρθες.'' μονολογησε σκεπτομενος την αποχη της.
''Περιμενα να ερθεις εσυ.'' ψιθυριζει. Ο τονος της του θυμιζει εκεινον μικρου παιδιου. Γελαει. Την σφιγγει πιο πολυ πανω του.
''Και ηρθα.''συμπεραινει μονος του, τον ηξερε πλεον!

''Ευτυχως.'' αναστεναξε και ακουμπησε το κουτελο της πανω στο δικο του. Κλεινει τα ματια και εισπνεει το αρωμα του.
''Μου ελειψες Κυβελη.'' της παραδεχεται με φωνη σταθερη μα και ταυτοχρονα ασταθη, σαν να της κανει ερωτικη εξομολογηση.
Την βλεπει να χαμογελαει διχως να πεταρισει καν τις βλεφαριδες της. Μαζευεται κι αλλο πανω του.
''Κι εμενα Ορεστακο, παρα πολυ.''

Σκυβει και την φιλαει.
Κολλα πεντε δικηγορινα, τα καταφεραμε ακομα κι ετσι.

-----------------------------------------------------------------------

10 Δεκεμβριου, ο Ορεστης ζητησε να της μιλησει.
Εκεινη του το αρνηθηκε πεισματικα.

11 Δεκεμβριου η Κυβελη τον ειδε να καπνιζει στο μπαλκονι σκεπτικος στις 4 το πρωι.
''Εκεινη σκεφτεσαι;'' τον ρωτησε δειλα.
Χαμογελασε πικρα, και κατεβασε το κεφαλι σαν να εκανε κακο.
''Ναι. Την πληγωσα πολυ.''
Σταθηκε διπλα του. ''Δεν μπορουσες να ζεις αλλο ετσι.'' 
Γελασε. Ηξερε οτι μπορουσε, δεν ηθελε ομως!
''Ειμαι εγωιστης Κυβελακι. Να το θυμασαι αυτο.'' τα ματια του ελαμπαν γαλαζιο.
Κουνησε το κεφαλι αρνουμενη να το δεχτει και τον επιασε απο το χερι.
''Παμε να κοιμηθουμε.''

16 Δεκεμβριου σταθηκε εξω απο την πορτα της και προσπαθησε να της μιλησει. Τα κλαμματα της τον λυγισαν. Η νοσοκομα της αφου την ηρεμησε του ζητησε να φυγει.

17 Δεκεμβριου η Κυβελη τον επεισε να παιξει βιολι. 
Το ιδρυμα Ωναση εκανε μια τηλεδιασκεψη μεγατονων. Θα επαιζε ζωντανα για ολο τον κοσμο.
Η εκδηλωση ειχε αυστηρα μετρα. Οι συμμετεχοντες θα επρεπε να υποβληθουν σε τεστ Covid ενα 24ωρο πριν και επειτα αν εβγαιναν αρνητικοι θα μπορουσαν να παρεβρεθουν.
Θα ηταν ολοι εκει. Οι φιλοι τους, οι γονεις του, οι γονεις της-μετα απο επεμβαση της Νεφελης, η αδελφη της, που τους καταδεχτηκε στην Αθηνα και ο Ιακωβος, λιγο πριν φυγει παλι για Αγγλια.

18 Δεκεμβριου τον δελεασε με μελομακαρονα και φανηκε να ξεχνιεται. 
''Εισαι το κατι αλλο οταν θες δικηγορινα.'' μουρμουρισε γεμιζοντας το στομα του με το μπισκοτο που ακομα δεν ειχε μελωθει.

20 Δεκεμβριου, 11 μερες πριν απο την εκδηλωση, και τον επιασε να μην κοιταζει συνεχως το κινητο του για κληση της.

21 Δεκεμβριου και νομιζε οτι ολα ειχαν μπει στην θεση τους.

-------------------------------------------------------------------------

23 Δεκεμβριου.

Η Τατιανα δεν ηταν ποτε μια κοπελα που επρεπε να παλεψει για να κερδισει προσοχη, της δινοταν απλοχερα οπου και αν βρισκοταν. Αυτο ηταν κατι που ισχυε και για την φιλη της, την πρωτη και μοναδικη κοπελα που θεωρησε κολλητη, μεχρι φυσικα να παψει να ειναι.

Περπατησε με κοφτο βημα κατα μηκος του διαδρομου του σπιτιου στην Βουλιαγμενη, οι γονεις της Ιασμης κατι παραπανω απο ανακουφισμενοι της εδωσαν την αδεια να μπει στο δωματιο της εξοριστης πριγκιπισσας.
Και σαν δραματικη τινγκερμπελ την υποδεχτηκε η Ιασμη, καθισμενη στο κρεβατι της να διαβαζει ενα βιβλιο φορωντας ακομα μπιτζαμες. Τα ηρεμιστικα ειχαν κανει την δουλεια τους.

''Καλως την Τατι'' ο τονος της ηταν ελαφρα ειρωνικος, το βλεμμα της ομως οταν σηκωσε το κεφαλι εδειχνε μια ειλικρινη ανακουφιση για την αφιξη της. Η κοπελα προς το παρον μαλακωσε.
"Γεια σου Ιασμη...'' εβγαλε τα παπουτσια της πριν πατησει στο λευκο χαλι και επειτα καθισε στην ακρη του κρεβατιου με την ανεση που υποδηλωνε τις στενες τους σχεσεις χρονια πριν.

''Εκανες δυο μηνες να ερθεις.'' την 'μαλωσε'.
''Δεν εχουμε ολοι τα κονε του Ορεστη, αφου εκεινον ηθελες να δεις, τι παραπονιεσαι;''  την πιανει επαυροφορω, αλλωστε ποτε δεν της αφηνε χωρο για ψεματα.
Εκεινες οι δυο μεγαλωσαν μαζι, αποτομα.
''Το προτιμουσα οταν πηδουσε εσενα, να ξερεις. '' παραδεχεται κυνικα η Τατιανα ρολλαρει τα ματια της. Ουτε καν σοκαρεται απο τον τροπο που κυνικα την προσβαλλει.

''Ωραια και τωρα πηδαει την Κυβελη, που ειναι το κακο σε αυτο;''
Στενευει τα ματια.
''Ξερεις οτι δεν ειναι το ιδιο, εσενα δεν σε αγαπουσε, οχι ερωτικα τουλαχιστον.'' ο πονος απο τον σκληρο τονο της φιλης της, της δινει θαρρος.
''Εχεις δικιο, ποτε δεν μπορεσε να με δει σοβαρα ερωτικα, ημουν απλα η μονη κοπελα που τον ηξερε τοσο καλα μετα απο σενα και ημουν σε θεση να ανακουφισω τον πονο του. ''
''Να κρατησεις την θεση ζεστη.'' χλευασε η ξανθουλα προκαλλωντας το γελιο της μελαχρινης.
''Να κρατησω την ψευδαιασθηση σου οτι δεν θα προχωρησει αληθινα.'' την διορθωνει.
Σκοτεινιαζει.

''Τι πηγε λαθος λοιπον; Μιλα μου. Γιατι δεν θεωρησες την Κυβελη απειλη τοσο καιρο;''
Η Τατιανα ξεφυσηξε και επιασε την κουπα με το αχνιστο τσαι της απο το κομοδινο
''Ηταν σε σχεση με εναν παντρεμενο, τον λατρευε, με τον δικο μας απλα περνουσε καλα. Εγω τον Δεκεμβριο λιγο αφοτου σταματησα να ...βρισκομαι με τον Ορεστη γνωρισα τον Πανο...ε και δεν το επεδιωξα."

Ειχαν μιλησει αναριθμητες φορες ηδη για τον Πανο.
''Δεν καταλαβαινω γιατι εγινε αυτο.''μουρμουριζει στον εαυτο της.
''Δεν καταλαβαινεις γιατι δεν βλεπεις, με τρομαζει που δεν βλεπεις Ιασμη.'' της εξομολογειται.
''Να δω τι ;''
''Οτι την αγαπαει, πρεπει να τον αφησεις να το ζησει.'' ο τονος της μαλακωνει, σαν να την παρακαλαει!
Η Ιασμη αναφωνει. ''Οχι! Δεν την αγαπαει!''
Αρνηση.
''Την κοιταζει οπως παλια κοιτουσε εσενα. Με μια λατρεια.''
''Αυτο δεν ισχυει.'' αρνειται να το παραδεχτει.
''Κι ομως! Δεν μπορεσες ποτε να καταλαβεις.'' οι τονοι ανεβαινουν.
''Ενω εσυ; Που ειδες τον αντρα που εισαι ερωτευμενη εδω και 13 χρονια να στον παιρνουν δυο φορες;'' προσπαθει να την χειραγωγησει, ισως για να κανουν στρατοπεδο κοινο απεναντι στην δικηγορινα.
Διαπραγματευση.
''Πονεσε, στην αρχη.'' σφιγγει τα δοντια για να μεινει ηρεμη. '' Μετα αρχισα να παρατηρω. Αυτη η κοπελα, Ιασμη, δεν προσπαθησε ουτε μια στιγμη να κερδισει ολα αυτα που εγω ειχα μοχθησει για να αποκτησω, την οικειοτητα, το θαρρος, τα χαδια, την κατακτηση, την αποκλειστικοτητα. Ηταν λες και αναμεσα τους τα παντα ηταν αυτονοητα, ευκολα, δεν υπηρχε εγωισμος, δεν υπηρχαν δευτερες σκεψεις. Ειναι σαν αυτο που διαβαζαμε μαζι το καλοκαιρι, με τους πολους ελξης, θυμασαι;''

Παγωνει.
Οχι, οχι, μην το πεις.
''Ειναι σαν μια περιεργη μαγνητικη δυναμη να υπαρχει αναμεσα τους. Οσο και αν τραβιουνται μακρια δεν ελευθερωνονται. Μα δεν προσπαθουν και να αποδεσμευτουν. Δεν θελουν.''

Το μαχαιρι μπηγεται στην καρδια της δυνατα.
''Γιατι μου τα λες ολα αυτα;''

''Ξερεις γιατι στα λεω. Ξερεις πολυ καλα γιατι.'' την μαλωνει, για να την κανει να δει οτι της τα λεει με αγαπη ολα.
''Οχι, δεν ξερω. Πες μου.'' αρνειται με πεισμα παιδικο να ανοιξει τα ματια μπροστα στην αληθεια.
''Τον εχεις κανει δικο σου με τροπους που ποτε δεν φανταστηκα οτι οι ανθρωποι μπορουν να κατακτησουν. Σε εχει αγαπησει αρκετα, για μια ολοκληρη ζωη, αυτος ο ανθρωπος σε εχει φροντισει, σε εχει σωσει, σε εχει λατρεψει, σε εχει βγαλει απο το σκοταδι, κι ας χανοταν εκεινος σε ενα σκοταδι βαθυτερο.'' Τα ματια της γυαλιζαν.
Η Τατιανα πονουσε, μα πιο πολυ πνιγοταν, την επνιγε το δικιο. Την σκοτωνε να ακουει τον Ορεστη να χανεται στις ενοχες, να τον βλεπει να φθειρεται.

''Πρεπει να τον αφησεις να ευτυχησει, δεν μπορεις να τον κρατας δεσμιο σου για παντα. Θα σβησει ! Δεν το βλεπεις;'' θελει να την κανει να καταλαβει, με καθε κοστος.
''Διπλα μου θα σβησει; Διπλα σε εμενα; Που τον αγαπω οσο καμια αλλη;''ρωτα θιγμενη.
Θυμος.

''Δεν μπορεις να του προσφερεις οσα χρειαζεται, κι οχι γιατι καπου εσυ φταις, αλλα γιατι οι αναγκες σας εχουν αλλαξει. Τελειωσε Ιασμη, ξερω οτι σε ποναει μα για ονομα- Μην τον τιμωρεις αλλο!'' καταπινει εναν λυγμο. ''Αφησε τον να αναπνευσει χωρις αυτο το βαρος.'' ψιθυριζει.

Το γαλαζιο της Ιασμης συναντα το πρασινο της Τατιανας.
''Ειμαι βαρος;''

''Οχι δεν εισαι!'' της απαντα ειλικρινα. ''Ποτε μου δεν ηρθα αναγκαστικα να σε δω. Εισαι λαμπρο μυαλο, πνευματωδης και κοινωνικη, μα δεν εισαι αυτο που χρειαζεται και δεν ειναι αυτο που χρειαζεσαι.''
Σωπαινει για λιγο

''Στελνεις τον αντρα που αγαπας, κατευθειαν στην αγκαλια της, το ξερεις αυτο;'' προσπαθει να την προκαλεσει, να χτυπησει στον εγωισμο της πληγωμενης της αξιοπρεπειας.
Και παλι Διαπραγμάτευση.
''Το ξερω παρα πολυ καλα.''
''Δεν εχεις εγωισμο;''
''Αυτο ισως ειναι το μονο στο οποιο ταιριαξα μαζι του, οχι δεν εχω.''

Για λιγο σωπαινουν και οι δυο. Η Ιασμη σπαει πρωτη την οπτικη επαφη. Κατεβαζει το κεφαλι και κλαιει βουβα.
Θλιψη.

''Εχασα Τατιανα. Τον εχασα για παντα.'' μουρμουριζει και βουρκωνει, ενα κλαμα τοσο γνωστο και οικειο, να κλαιει για εκεινον, τον αντρα που τοσο τελεια και ιδανικα την αγαπησε. Και με τουτη την αγαπη ανθισε σε αυτο που σημερα ηταν.
''Μπορεις να τον εχεις ως φιλο, ο Ορεστης δεν θα στο αρνηθει ποτε αυτο.'' της δηλωνει με σιγουρια.

 Η Ιασμη την κοιτα, τα γαλαζια ματια της μαυριζουν.
''Τι νοημα εχει αν δεν ειναι δικος μου; Πως θα ξυπναω το πρωι ξεροντας οτι εκεινος ξυπναει πλαι της;''
Η Τατιανα της πιανει το χερι.
''Πως θα ξυπνας ξεροντας οτι δεν ειναι ευτυχισμενος για να αποτρεψει την δικη σου δυστυχια;''
Δεν ειχε απαντηση σε αυτο.
Ειχε χασει, προς το παρον.

''Σαν μια περιεργη μαγνητικη δυναμη να τους ενωνει...'' το κενο την τραβαει και μουρμουριζει ασυναισθητα. Η φιλη της ξεφυσαει.
''Ξερω οτι ισως ημουν σκληρη-'' Ενιωθε το αδιεξοδο μπροστα της.
''Δεν ησουν'' την σταματαει.

Εν τελει την κοιταζει. Το βλεμμα της ακομα να αποκτησει χρωμα. Εγειρε πισω στο μαξιλαρι.
Χαμογελασε θλιμμενα. Σαν μολις να ειχε συνειδητοποιησει κατι.
''Χωρισαμε...δωδεκα χρονια αργοτερα και χωρισαμε...'' ψιθυριζει και ενα δακρυ μοναχικα κυλαει στο μαγουλο της.
Η κοπελα της σφιγγει το χερι.
''Θα εχεις για παντα ενα μερος της καρδιας του.Αυτο να το ξερεις.'' την διαβεβαινει.
''Οσα χρονια κι αν περασουν, ο Ορεστης δεν θα σε ξεχασει ποτέ.''
Κλαιει. 
Αποδοχη.

Αλιμονο στους ηττημενος, και πιο πολυ απο ολους, αλιμονο σε οσους πιστεψαν οτι κερδισαν.

 










Και περασα μια ζωη 365 ημερων φοβουμενη μην παψουν οσοι με ερωτευτηκαν να αγαπουν οσα μου βρηκαν.

Και μετεφρασα τις χαρες σε παθη,

τις αναγκες σε ψυχολογικα.

και σκοτωσα ανυποψιαστους και σε αφησα ζωντανο, εσενα τον προδοτη.

Δεν λενε τυχαια οτι ο ερωτας ειναι πολεμος.
Ουτε οτι δεν γυρνας ποτέ ιδιος μετα απο αυτον.

Παλευεις εκεινον απεναντι, μαχεσαι για το τελευταιο καστρο, μην τυχον κατακτηθει και βρεθεις στο ελεος του βαρβαρου.
Το ξιφος σου σκιζει τον αερα μα τρεμεις να σκισει την σαρκα του.
Σκοτωνεις καποιον που ξερεις οτι θα θρηνησεις.

Εκτος απο αιματηρος ομως, αυτος ο πολεμος ειναι και εμφυλιος.
Σαν γυρισεις στο καστρο, το τελευταιο που σου εχει απομεινει, σε περιμενει ο εαυτος σου  στην αλλη οψη του καθρεφτη.

''Νικησες ή εχασες θαρρεις; ''
Θα σε ρωτησει

''Τι θυσιασες για την νικη;''
''Η ηττα τι σου στερησε;''

Θα κλαψεις γοερα .

Η μεγαλυτερη εκδικηση μου ειναι οτι ποτε ξανα δεν θα με βρεις οπως με αφησες.

Και καθε μαχη πιο πολυ θα με φθειρει, πιο πολυ θα μας φθινει.
Και σκεψου εμεις νικησαμε, επι πτωματων, αλλα σωθηκαμε αμφοτεροι!

Αλιμονο στους ηττημενους...



Ciao Bellas!!

Πως ειστε τι κανετε;

Χαρουμενη Δευτερα!

Γρηγορο κεφαλαιο ετσι;
Αν και μικρουλι, 4 χιλιαδες λεξεις αγαπης!

Για να εξηγησω, εδω βλεπουμε λιγο μελλον, ημερες που ακομα δεν εχουν ερθει, οποτε αναγκαστικα θα προσαρμοστω στην λογικη μου για το πως θα κυλησουν τα πραγματα.
Τα στατιστικα περι covid θα προστεθουν αργοτερα!

Ειδαμε μερικες αρκετα κομβικες σκηνες!
Ποια θεωρειτε πιο καθοριστικη;

Στο επομενο κεφαλαιο βαζω ενα τελος στο δευτερο μερος.

Σας αγαπω πολυ και ελπιζω να κρατατε γερα! Υπομονη.

xxxΜαγδαxxx

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top