Ο σώζων εαυτόν σωθήτω (Ι)

Η νύχτα με οδήγησε σ' αυτούς τους δρόμους;
ή αυτοί οι δρόμοι με οδήγησαν στη νύχτα;
Χριστιανόπουλος.

''Σε φοβαμαι'' σου ειχα πει ενα βραδυ, οταν ακομη με αγαπουσες οπως ηθελα.
Οταν δεν με καταλαβαινες παντα γελουσες, κι οταν γελασες τοτε ανακουφιστηκα. Δεν ειχες ιδεα τι δυναμη μου ασκουσες.

''Σε φοβαμαι, γιατι με ξερεις με εναν τροπο που δεν θελω κανεις αλλον να με μαθει.'' σου ειπα το τελευταιο μας μεχρι τωρα βραδυ.
Ειναι ευκολο να εισαι τρυφερος οταν με αγαπας, μα οταν με μισεις, τοτε με τρομαζεις, γιατι μου αποδεικνυεις, καθε φορα ολο και πιο πολυ, οτι το επαιζες χαζος-δεν ησουν-και με παρατηρουσες πιο πολυ οτι ηθελα, με μαθαινες, τις αδυναμιες και τα παθη μου.

''Σε φοβαμαι γιατι με εχεις αγαπησει και εγιωστρια, και ζηλιαρα και εκδικητικη και περιεργη και ανικανοποιητη, και απληστη και αναποφασιστη, με εχεις αγαπησει στην χειροτερη εκδοχη μου, αυτη που δημιουργησες.'' ηθελα να σου πω, μα το ηξερες ηδη.
Αυτο φοβαμαι.

Μου ορκιστηκες οτι δεν θα μαθαινα ποτέ τι δυναμη ειχες πανω μου.
Ηταν το πιο δυνατο σου χαρτι, μα στο τελος το επαιξες.
''Ο νικητης τα παιρνει ολα μωρο μου.''

 2012

Η σιωπη του την σκοτωσε.

Τοσα χρονια και δυο παιδια αργοτερα, μπορουσε σχεδον με αυτοπεποιηση να υποστηριξει ότι ειχε λυγισει τον Δημητρη Πολιτη.
Μα ηρθε για ακομη μια φορα να την διαψευσει, αμιλητος, αυστηρος και ακαμπτος να στεκει μπροστα της.

''Δημητρη...σου μιλαω.'' Ψιθυρισε καπως εντονα. Δεν ειχε καμια σχεση με την πρωτη φορα, ουτε καν με την δευτερη. Πλεον δεν φοβοταν την αντιδραση του.

Τα κοριτσια ειχαν κοιμηθει από νωρις. Οι δυο τους εβλεπαν ένα ντοκιμαντερ για την εξωτερικη πολιτικη της Βορειας Κορεας, εκεινος δηλαδη, γιατι η Ιφιγενεια, ασχετως των συνθηκων, δεν αντεχε ουτε ένα λεπτο.

Σαν να βγηκε απ τον ληθαργο την κοιταξε μπερδεμενος. Ξεροκαταπιε.
''Τι θες να κανεις;'' Η αοριστια του περιτεχνα στολισε μια ερωτηση που μαλλον κι ο ιδιος δειλιαζε να κανει την εξοργισε.

''Τι εννοεις; Υπαρχει και επιλογη;'' Στην ρητορικη της ερωτηση εκεινος βρηκε πατημα.
''Παντα υπαρχει επιλογη.'' Δηλωσε ηρεμα.

''Εδώ όμως δεν υπαρχει.Θελω!'' ανακοινωσε.

Ο συζυγος της ζυγιζε για λιγο το βλεμμα της, σαν να προσπαθουσε να μετρησει το ποσοστο ειλικρινειας που εκρυβαν τα λογια της.
''Η γνωμη μου μετραει;''ρωτησε οσο πιο ηπια μπορουσε. Εκεινη γελασε."
''Αν είναι αυτή που νομιζω ότι είναι τοτε όχι!'' τον αποπηρε και σηκωθηκε απ τον καναπε κλεινοντας του και την τηλεοραση.
Τα ματια της γυαλιζαν και φωτιζονταν από σπιθες οργης. Δεν μπορουσε κανεις να της φερει αντιρρηση, ποσο μαλλον να επιδιωξει πολιτισμενη συζητηση μαζι της.
''Καληνυχτα Δημητρη!''

--------------------------------------------------------------



14 Απριλιου (Τριτη)
Στα 2.170 ανέρχονται τα επιβεβαιωμένα κρούσματα

''Μπορεις να σταματησεις τις αηδιες και να με βοηθησεις;'' η Κυβελη γκρινιαξε καθως κατεβαινε απο την σκαλα με το ξεσκονοπανο στο χερι. Ο Ορεστης ειχε καθισει στο χαλι με ενα καρο βιβλια ανοιχτα γυρω και χαζευε. Ο σκυλος δε, κοιμοταν στο μαξιλαρι του στην αλλη ακρη του σαλονιου.
Ειχε συνηθισει πλεον στην ιδεα του, και αρχισε να ανεχεται το περιεργως ησυχο κουταβι, που λιγοτερες αταξιες εκανε απο τον φιλο της.
Βεβαια στο ονομα του "Λαιδη" ειχε αντιρρηση, καθως ο φοβος του οτι ο βιολιστης σκοπευε να φερει και εναν "Αλητη" στο προσκηνιο ηταν αισθητος.

Αγανακτισμενη που <<ειχε σχεση με ενα 'παιδακι' >> κατεβηκε αλλο ενα σκαλι.
Ο Ορεστης μασουσε τσιχλα χαλαρος, φορουσε γκρι φουτερ, φορμα και ειχε αφησει τα μαλλια του υγρα ακομα απο το μπανιο. Ιδιαιτερα ευδιαθετος και αξυριστος, δελεαζε την Κυβελη σχεδον οσο την εκνευριζε.Ιδανικα, ηθελε να πεσει στην αγκαλια του και να ακουμπησει τα χειλη της στον λαιμο του. Να μυρισει την κανελα και το σαμπουαν, να γευτει το αφρολουτο και να νιωσει το δερμα του να γουργουριζει καθως γελα και την αγκαλιαζει.

Αλλα οχι! Γιατι εκεινη η μερα, ηταν ημερα καθαριοτητας και ειχε αποφασισει, με τυψεις, οτι θα καθαριζε την βιβλιοθηκη, γεματη απο βιβλια που ειχε μηνες να αγγιξει.
Ηταν που η καραντινα θα με εφερνε σε επαφη με τον ρομαντικο εαυτο μου.

Ο βιολιστης φυσικα ηταν ενα εμποδιο σε ολα αυτα, καθως καθε βιβλιο που του εδινε να ξεσκονισει εκεινος το ανοιγε σε μια τυχαια σελιδα και της διαβαζε μια γραμμη για να μαντεψει ποιο ειναι.

''Το οτι γραφεις στην πρωτη σελιδα την αγαπημενη σου φραση ειναι απλα περιεργο να ξερεις!'' γελασε καθως εκλεινε το βιβλιο που κρατουσε και το εβαζε στην στιβα με τα 'καθαρα'.Οταν ειδε οτι η κοκκινομαλλα δεν του εδωσε καμια απολυτως σημασια, ανοιξε ενα τυχαιο βιβλιο στην πρωτη σελιδα.
''Ο έρωτας αρχίζει από μια μεταφορά. Μ' άλλα λόγια: Ο έρωτας αρχίζει από τη στιγμή που μια γυναίκα εγγράφεται με μια από τις κουβέντες της, στην ποιητική μας μνήμη.'' διαβασε την καλλιγραφικη της γραμματοσειρα.

Η Κυβελη σταματησε να καθαριζει το ραφι και κοντοσταθηκε για λιγο σκεπτικη. Τον κοιταξε αβεβαιη.
''Μίλαν Κούντερα, Η αβάσταχτη ελαφρότητα του είναι;'' τον ρωτησε ταχα οχι και τοσο σιγουρη. Μα ο βιολιστης διεκρινε πισω απο τα χειλη της ενα μικρο μειδιαμα αυταρεσκειας.
Της Κυβελης της αρεσε να γνωριζει παντα τα παντα, και εκεινος ευθεως αποφασισε να την διαψευσει.

Επιασε ενα αλλο βιβλιο.
"Κάτι μεγάλωσε μέσα μου και μίκρυνε ο κόσμος" διαβαζε την φραση σαν να μην σημαινε τιποτα, ναι, ηταν γεγονος οτι ο βιολιστης δεν αρεσκοταν στην αναγνωση βιβλιων, δη ρομαντικων ή λογοτεχνικων.
Στριφογυρισε τα ματια της. "Ένα παιδί μετράει τα άστρα-Λουντέμης- φυσικα!''

Ηταν η σειρα του να καυχασει στο προφανες της υποθεσης. Πεταξε το βιβλιο πιο κει καπως ατσαλα.
''Ρε Ορεστη!''

Την αγνοησε επιεικως και εσκυψε προς τα πισω για να βρει αλλο βιβλιο. Γελασε μολις διαβασε τον τιτλο.
''Θεε μου, τα πραγματα ειναι χειροτερα απο οτι πιστευα.''
''Είναι αδυναμία και ανοησία να λες ότι δεν μπορείς να αντέξεις κάτι που ορίζει η μοίρα σου ν' αντέξεις.'' προφερε με ενα κοροιδευτικα ονειροπαρμενο υφος.

Η Κυβελη προσεκτικα γυρισε προς το μερος του και κρατηθηκε απο την σκαλα. Ηταν λες και επιτηδες ειχε διαλεξει την συγκεκριμενη φραση.
Το πιστευεις αυτο Ορεστη;

Στο σοβαρο της υφος μπερδευτηκε.
''Ξερεις ή δεν ξερεις;'' 
''Τζειν Ειρ, Σαρλοτ Μπροντε. Το πιστευεις;'' τον ρωτησε βιαστικα και τον κοιταξε σαν να εκρυβε στα ματια του την αληθεια.

Ο Ορεστης, πεταξε το βιβλιο κατω, μαζι με τα υπολοιπα και σηκωθηκε ορθιος.
''Οτι ο καθενας ειναι προορισμενος να αντεξει καποια πραγματα;''  την πλησιασε και ασυναισθητα η κοπελα κρατηθηκε πιο σφιχτα απο την μεταλλικη λαβη.

Ο βιολιστης της κακιας ωρας την επαιζε στα δαχτυλα με δεξιοτεχνια! Εγνεψε νευρικα.
Σταθηκε ακριβως μπροστα της και της χαμογελασε.
''Θεωρω πως ναι, γιατι μονο καποια ανωτερη δυναμη θα μπορουσε να με κανει να αντεξω ολες αυτες τις ρομαντικες μαλακιες.''

Η κοπελα αναφωνησε προσπαθωντας να μην γελασει, ο Ορεστης ομως απροσδοκητα περασε το χερι του γυρω απο την μεση της και την σηκωσε απο την σκαλα πετωντας την πανω στον ωμο του. Στην ελλειψη ισορροπιας η δικηγορινα τσιριξε, κερδιζοντας ενα χαστουκακι στα οπισθια.
''Ορεστη!Ασε με! Εχουμε δουλειες!'' 
''Συμφωνω! Δουλειες με φουντες!'' την κοροιδεψε

Ειχε ηδη αρχισει να προχωραει προς το υπνοδωματιο τους.
Η Κυβελη εβλεπε τα πεταμενα βιβλια στο σαλονι και την σκαλα μεσα στην μεση και το αιμα της ανεβαινε παραπανω στο κεφαλι.
Ειδε το ταβανι στιγμιαια και το κεντρο βαρους της αλλαξε οταν βρεθηκε αξαφνα ανασκελα πανω στο κρεβατι, αναπηδωντας ελαφρως.

Ειχε το θρασος να αρχισει να γδυνεται βιαστικα.
Ειναι δυο το μεσημερι!
''Ορεστη τι κανεις;''η φωνη της εγινε σιωπη οταν κοιταξε το γυμνο του σωμα.
Δαγκωθηκε στο ποσο διψασμενη πρεπει να εμοιαζε.

''Επτα μερες περιμενα, οχι για να κανουμε γενικη στο σπιτι!'' κατεβασε την φορμα της ατσαλα, κανοντας την κοπελα να αναφωνησει στο ποσο ανυπομονος ηταν.
Γελασε.
"Τωρα το θυμηθηκες;'' 

Την κατακεραυνωσε με ενα υφος θιγμενο.
''Ναι.'' ανεβηκε απο πανω της και εσκυψε προς το μερος του λαιμου της. Σιωπη επεσε στον χωρο, εισεπνευσε το αρωμα που αναδευοταν απο το δερμα της και ακουμπησε τα χειλη του στην πηγη.
Ρουφηξε λαιμαργα.

Τα χερια της, που αυτοματα πηγαν να τυλιχθουν γυρω απο τον λαιμο του, τα τραβηξε πανω και τα κρατησε εκει. Απομακρυνθηκε ωστε να την κοιτα. 
Ακομη και τοτε, 4 μηνες απο την μερα που τον γνωρισε, δεν μπορουσε να μεινει ασυγκινητη απο τα ματια του.
Δυο κοσμοι ολοτελα διαφορετικοι και αλληλοσυγκρουομενοι, μπροστα της! Δεν μπορουσε να το εξηγησει μα ενιωθε λες και κοιτουσε δυο ανθρωπους ταυτοχρονα.

''Οποτε τωρα;'' ψιθυρισε, χαμενη στην κανελα που ανεπνεε.
''Τωρα...'' εφερε τα χειλη του κοντα στα δικα της. ''Θα σου κανω πραγματα...'' φιλησε απαλα.
''Που η Μπροντε θα ντρεποταν να γραψει και εσυ δεν θα διαβαζες ποτέ...'' την φιλα παλι, αυτη την φορα πιο βαθια, πιο υγρα.

Τριβεται πανω της και της προκαλει ριγη.
''Και ξερεις τι ειναι το χειροτερο;'' με το ενα του χερι παραμεριζει το ποδι της και χωνεται αναμεσα. 
''Θα το λατρεψεις.'' δαγκωνει το κατω χειλος της δυνατα.
Βογγαει πνιχτα.
Αναθεματισμενε βιολιστη της κακιας ωρας θα με πεθανεις.

--------------------------------------------------------------

 17 Απριλιου.

Η Κυβελη ειχε καταλαβει απο νωρις τι συνεβαινε. Οταν οι φιλοι της πηραν εξιτηριο ο Κωνσταντινος ηταν εκει για να βοηθησει, ενω δεν χρειαζοταν.
Οταν η Φαιη ανακαλυψε μια μερα αργοτερα οτι ο χαμενος της φορτιστης ηταν εκει, ο ιδιος προσφερθηκε να παει να τον παρει.Με μια γρηγορη ματια στο προσωπικο του τμηματος δεν της ηταν και ιδιαιτερα δυσκολο να ξεχωρισει ποια ηταν εκεινη που ειχε κεντρισει το ενδιαφερον του φιλου της.

Η Ιωαννα, προς εκπληξη της κοκκινομαλλας, ηταν μια κοπελα πολυ ευθυμη και ταιριαξαν αμεσως. Φυσικα, οταν πηγε στο τμημα της τρεις μερες αργοτερα, με προφαση κατι που ειχε χασει, ηταν αβολο και για τις δυο,ομως για καλη της τυχη η νοσηλευτρια βρηκε τρομερα αστειο το γεγονος οτι η δικηγορινα ειχε παει εκει για χαρη του Κωνσταντινου.
Μεσα στο χαος ενος διαδρομου διπλα στα ασανσερ ανταλλαξαν στοιχεια και δειλα δειλα μερικα μηνυματα λιγες μερες αργοτερα.

Η Κυβελη ηξερε τον Κωνσταντινο αρκετα ωστε να ειναι σιγουρη οτι περιμενε την 'καταλληλη' στιγμη. Ωστοσο, ο κορονοιος δεν εμοιαζε να μενει στο παρελθον. Ο χρονος ετρεχε.Οποτε την μεγαλη Παρασκευη, ενω ολοι ετοιμαζονταν για το ιδιομορφο Πασχα, εκεινη εστηνε το σχεδιο της.

Η συγκεντρωση στο διαμερισμα του Ορεστη ηταν γεγονος, οπως και το οτι ο Κωνσταντινος αργουσε παντα να ερθει. 
''Και για πες Ιωαννα...απο Αθήνα εισαι;''η Ερμιονη χαμογελουσε αθελα της σαρδονια στην σκεψη της εκφρασης του φιλου τους.
Η κοπελα ανακαθισε και ηπιε μια γουλια απο το κρασι της.
''Οχι, ειμαι απο την Ροδο βασικα, σπουδαζα εδω και με κερδισε η Αθηνα.'' η Φαιη σουφρουσε την μυτη της στο ακουσμα της τελευταιας φρασης.

''Η Αθηνα; Αληθεια;'' ρωτησε δυσπιστα και η Κυβελη γελασε. Ηταν γεγονος οτι η κολλητη της ηταν παιδι της υπαιθρου.
''Μου αρεσει η βαβουρα.'' ανασηκωσε τους ωμους μη εχοντας πραγματικο λογο.

Ακουσαν το κλειδι της πορτας να γυριζει.
''Τοτε θα λατρεψεις αυτο που ερχεται.'' ειρωνευτηκε η Κυβελη και κοιταξε την Φαιη που τιναχτηκε ορθια. 

Πριν δυο μερες τους ειχε ανακοινωσει οτι το προσπαθουσαν παλι. Καμια φιλη της δεν ενεκρινε απολυτα, οσο κι αν αγαπουσαν τον Γιαννη. Η ξανθουλα ομως, πεπεισμενη να σωσει την σχεση της, εκανε ενα βημα πισω και καταπιε τον τρυπιο της εγωισμο, δινοντας του ετσι την πολυποθητη δευτερη ευκαιρια.

Ακολουθωντας το παραδειγμα της η Ερμιονη προσπαθουσε να αγνοησει ολα εκεινα τα κοκκινα σημαιακια στην σχεση της με τον Βασιλη, τις ζηλιες, την κτητικοτητα, τον ελεγχο, τις φωνες και τους ατελειωτους καβγαδες. Ηταν πεπεισμενη οτι αν υπεμενε θα γινοταν ευτυχισμενη.

Οι τεσσερις νεαροι κουβαλωντας σακουλες με κινεζικο εισεβαλλαν στο διαμερισμα, χωρις να βγαλουν τα παπουτσια τους.
Ο Ορεστης, που μπηκε πρωτος μεσα, το βλεμμα του επεσε κατευθειαν πανω στην Κυβελη, μα γρηγορα η προσοχη του στραφηκε στην Ιωαννα. Εσμιξε τα φρυδια και οι κοπελες γελασαν διαβαζοντας το μπερδεμενο του υφος.

Ο Βασιλης που μπηκε στην κουζινα δευτερος κρατωντας δυο μπουκαλια ουισκι κοντοσταθηκε.
''ΕΣΥ!'' αναφωνησε κοιτωντας αγριεμενος την Ιωαννα. Η κοπελα σαν να ηξερε κατι παραπανω επνιξε ενα γελακι, η Ερμιονη απο την αλλη, κοντεψε να πνιγει.

Ο Γιαννης μπηκε μεσα τριτος, και αμεσως κινηθηκε προς την Φαιη, μα βλεποντας την ξενη κοπελα γρηγορα εκανε την συνδεση.
''Η νοσηλευτρια του ΚΑΤ!'' ο Βασιλης συνεχισε και κοιταξε τον Γιαννη σαν να ηταν ο μονος που τον καταλαβαινε.
''Που δεν με αφηνε να καπνισω...'' την αγριοκοιταξε παλι και εκεινη απλα του χαμογελασε.

''Κυβελη εγω ειδες τα εβγαλα τα παπουτσια μ-''ο Κωνσταντινος που μπηκε στην κουζινα τελευταιος παγωσε. Κοιταχτηκε με την κοπελα που πλεον κι η ιδια ενιωθε αβολα, κι επειτα αλλαξε χρωμα. Χλωμιασε, ασπρισε, κοκκινισε. Ξεροκαταπιε και ανοιξε το στομα του να μιλησει, ομως δεν μπορουσε.

Ο Ορεστης κοιταξε την Κυβελη παραξενεμενος.
Τι ετοιμαζεις αναθεματισμενη γυναικα;

''Μαλλον ξερετε ηδη την Ιωαννα, την γνωρισα στο νοσοκομειο και ειπα να της προτεινω να βρεθουμε, να γνωριστουμε καλυτερα.'' κοιταξε τον Κωνσταντινο με νοημα.
''Τον Κωνσταντινο τον ξερεις ηδη φανταζομαι.'' εδειξε προς το μερος του και το βλεμμα της επεσε πανω στον μελαχρινο που στεκοταν εμβροντητος στην εισοδο της κουζινας.

Η Κυβελη εκρυψε το χαμογελο της με ενα ποτηρι κρασι. Το βλεμμα της συναντηθηκε με εκεινο του Ορεστη απεναντι της.Του εκλεισε το ματι, δειχνοντας του οτι ειχε πολλες πλευρες που ακομα δεν ειχε κατακτησει.



------------------------------------------------------------------



20 Απριλιου
(Δευτερα του Πασχα)

''Δεν ησασταν εδω την Κυριακη ε;'' η κυρια Ριτσα κοιταξε επιμονα τον σκυλο απεναντι της και για πρωτη φορα στην ζωη της η Κυβελη ενιωσε ταυτιση με εκεινη την γυναικα.

''Πηγαμε ο καθενας στους δικους του.'' ο Ορεστης πηδηξε στον καναπε διπλα στην Κυβελη και την φιλησε λαιμαργα. Η κοπελα απομακρυνθηκε ντροπιασμενη απο το απροκαλυπτο βλεμμα της κουτσομπολας γειτονισσας.

''Τι κανεις αγορι μου;'' του χαμογελασε γλυκα και εκεινος ανταπεδωσε. Παρα τα μουσια που τον εκαναν λιγο πιο σοβαρο, το χαμογελο με τα λακκακια εβγαζε παλι το παιδι απο μεσα του.

''Εδω κυρια Ριτσα..προσπαθουμε. Θα μεινω εδω και μεχρι τον Απριλιο,το παλευω.''το επαιξε χαλαρος, ενω παραλληλα κοιταξε την Κυβελη που ειχε κοκκαλωσει διπλα του.
Τι;

Η γυναικα απεναντι τους καθοταν στην ακρη της θεσης της.
''ΤΙ;;'' αναφωνησαν ταυτοχρονα.

Ο Ορεστης χαμογελασε ενοχα, σαν τον διαολο που μολις ειχε εμφανισει τα κερατα του.
Το ιδιο λεπτο η δικηγορινα εχανε την γη κατω απο τα ποδια της. Ευτυχως για την ιδια καθοταν.
Τι ειπε μολις;
''Ποτε προεκυψε αυτο;'' ρωτησε τρεμουλιαστα. 

Η καρδια της ειχε παρει μολις μια μεγαλη ανασα οξυγονου ελπιδας. Τεσσερις μηνες δεν ηταν και λιγοι.
Μπορει στο τελος να μεινει...

''Οι υπευθυνοι της ορχηστρας με θελουν για τις παραστασεις που ακυρωθηκαν, παραλληλα ομως θα κανω και καποιες εμφανισεις στο εξωτερικο, κατα βαση ομως θα μενω εδω.'' της εξηγησε παραλειποντας το γεγονος οτι εκεινος το ζητησε, αυτο δεν θα της το αποκαλυπτε ποτέ.

''Παντως σας θαυμαζω εσας τα νεα παιδια, το ζειτε κι ας ξερετε οτι σε λιγο θα τελειωσει. Πως μπορειτε να ερωτευεστε με ημερομηνια ληξης;'' η κυρια Ριτσα μουρμουρισε με υπονοουμενο.

Η Κυβελη κοκκινισε απο τον εκνευρισμο.
Μπορεις να ερωτευεσαι με ημερομηνια ληξης;

Ο Ορεστης απλα ανασηκωσε τους ωμους.
''Ζουμε την στιγμη, ολα τα αλλα επονται.'' Ηταν η μοναδικη απαντηση που θα μπορουσε να κανει την Κυβελη πιο εξοργισμενη απο οτι ηδη ηταν.

(...)

''ΖΟΥΜΕ ΤΗΝ ΣΤΙΓΜΗ, ΟΛΑ ΤΑ ΕΠΟΝΤΑΙ; ΜΕ ΚΟΡΟΙΔΕΥΕΙΣ;'' ειχε μολις κλεισει την πορτα.Μα η φωνη της εφτασε μεχρι τον διαδρομο.

Ο Ορεστης κουνησε το κεφαλι του σιγουρος οτι κατι τετοιο θα συνεβαινε.
''Αυτο μου ηρθε, αυτο ειπα..'' δικαιολογηθηκε και ανοιξε την τηλεοραση, βολευτηκε καλυτερα στον καναπε και αρχισε να παρακολουθει.

''Γιατι εισαι τοσο χαλαρος μου λες; ''απηυδησμενη περασε τα χερια της αναμεσα από τα μαλλια της.

Το κεφαλι της κοντευε να σπασει και η ενταση της φανερωνοταν καπου αναμεσα στα σμιγμενα φρυδια και την ρυτιδα αναμεσα. Αφενος της ειχε κανει το δωρο τεσσαρων μηνων, και αφετερου της ειχε σερβιρει την πικρα της ημερομηνιας ληξης.
''Φωναξε οσο θες Κυβελη μου. Στο τελος θα τα ξαναβρουμε ετσι κι αλλιως.'' Αλλαξε καναλι ακαθεκτος και εγειρε προς τα αριστερα γιατι του εκοβε την θεα.
Της προκαλουσε αναμεικτα συναισθηματα το ποσο αναμενομενο θεωρουσε οτι εν τελει θα επιστρεψει ο ενας πισω στον αλλον.

Φυσικα ομως δεν του εκανε την χαρη. Σταθηκε μπροστα στην τηλεοραση και τον κατακεραυνωσε με το βλεμμα της.
''Αντιμετωπιζουμε ένα προβλημα! Μπορεις για λιγο εστω να συγκεντρωθεις;Δεν είναι όλα τα πραγματα αστεια!''

Ο βιολιστης ξεφυσηξε. Ειχε αρχισει οντως να του σπαει τα νευρα,κυριως γιατι μπορουσε να δει πισω από τα ματια της να ανασφαλεια να μεταμφιεζεται σε θυμο.

''Ωραια δικηγορινα. Ας μιλησουμε.'' Ανακαθισε στον καναπε και της χαρισε ολη του την προσοχη.

Αυτό εν μερει την αιφνιδιασε. Εχασε τα λογια της.

''Εεε..'' ειδε το αυταρεσκο χαμογελο να σχηματιζεται στα χειλη του.
''Ναι...''
Νευριασε παραπανω.

''Ξερεις κατι; Αστο! Εισαι απαραδεκτος!'' νευρικα σηκωθηκε από την πολυθρονα και εκανε να τον προσπερασει-για να παει ενας Θεος ξερει που- όταν την επιασε από τον αγκωνα και την τραβηξε πισω.
Όταν το συννεφιασμενο της υφος συναντησε το χαλαρο του χαμογελο κατι μεσα της προσωρινα ηρεμησε.
''Μιλα μου.'' Διεταξε απαλα.

''Δεν εχω κατι να σου πω.'' Δηλωσε σχεδον πεισματικα και τιναξε το χερι της μακρια.
Ζυγισε το υφος της.
''Τοτε γιατι εισαι νευριασμενη;''
Ελα που δεν ξερεις!

''Αν δεν καταλαβαινεις μονος σου τι να πω.''
''Για δοκιμασε να πεις τι εχεις.''
''Δεν είναι κατι.''
''Ρε Κυβελη μα τω Θ-''
''Δεν το εχεις σκεφτει ουτε μια στιγμη να μεινεις.'' Τον κοιταξε στα ματια μονο και μονο για να επιβεβαιωσει αυτό που ηδη πιστευε για εκεινον.
''Ενταξει ετσι κι αλλιως η συμβαση μου παραταθ-''
''Αναγκαστικα θα μεινεις.''
''Θελω και θα μεινω.'' Την διορθωνει, μα δεν της αναφερει την πρωτοβουλια του για την παραταση εκεινη.

''Αν ηταν στο χερι σου δεν θα εμενες ποτέ όμως.'' Στο μυαλο του Ορεστη την στιγμη που ετοιμαζεται να προβαλλει άλλη μια δικαιολογια, φωτιζεσαι μια σκεψη που γνωριζει εκ των προτερων ότι θα ανανεωσει τον καβγα τους.
''Και γιατι να μην ερθεις εσυ μαζι μου;'' Οι λεξεις εκτοξευθηκαν πιο γρηγορα από ότι περιμενε.

Η Κυβελη πισωπατησε σαν να την ειχε χτυπησει στο προσωπο. Τον κοιταξε για λιγα δευτερολεπτα δυσπιστη. Η σκεψη ουτε που της ειχε περασει από το μυαλο.
''Ο-οριστε;''τραυλισε.
''Ακουσες τι ειπα. Γιατι δεν ερχεσαι εσυ μαζι μου αφου δεν πιστευεις στις σχεσεις εξ αποστασεως;''

''Εγω; Τι δουλεια εχω στο Αμστερνταμ; Και οι σπουδες μου;'' του υπενθυμισε.
''Υποτιθεται ότι τελειωνεις φετος.'' της υπενθυμισε και η κοπελα σκεφτηκε αμεσως τα λογια του πατερα της.
''Ξερεις ηδη πολύ καλα ότι χρωσταω μαθηματα και θα χρειαστω άλλο ένα εξαμηνο,μπορει και δυο...και μεχρι να ορκιστω.'' Μιλησε αοριστα, προσπαθωντας να του δειξει το ποσο ανωφελο ηταν ακομη και να το συζητανε.
''Ωραια Κυβελη. Εγω Απριλιο φευγω. Εχεις τρεις εξεταστικες μεχρι τοτε. Και τεταρτη να χρειαστεις ένα τριμηνο είναι. Κανε αιτηση για μεταπτυχιακο και ελα να μεινεις σε εμενα.'' Της εδωσε την λυση σαν να υπηρχε ανεκαθεν στο μυαλο του.

Εκεινη δε, δεν μπορουσε να πιστεψει ότι εκαναν αυτή τη συζητηση.
''Μιλας σοβαρα τωρα;''
''Απολυτως.'' Την διαβεβαιωσε. Προσπαθησε να τον ψυχολογησει,ματαια.
''Δεν εχω καταληξει ακομα σε αντικειμενο μεταπτυχιακου.''
Ανασηκωνει δυσπιστα το φρυδι του.
''Και δεν σου φτανει ενας χρονος για να αποφασισεις; Ετσι κι αλλιως πρεπει να το κανεις.''

''Δεν ξερω αν εκει υπαρχει κατι που να με ενδιαφερει...''
Ο Ορεστης χαμογελασε, μονο και μονο επειδη πλεον ηταν σιγουρος ότι ειχε στεφει νικητης στον καβγα τους, ηταν πλεον αδιαμφισβητητο.

''Εσυ δεν ελεγες ότι μονο μεταπτυχιακα στα Γερμανικα σε ενδιαφερουν; Για αυτό δεν πηγες και Βερολινο;''
Την περικυκλωνει, σιγα σιγα και υπουλα. Το νιωθει και ο ιδιος, και αυτό φαινεται από το σαρδονιο χαμογελο του.

''Α τωρα με ακους όταν μιλαω;'' Αλλαζει θεμα νευρικα.
Πνιγει ένα γελακι.
''Παντα σε ακουω Κυβελακι, η φωνη σου είναι αδιανοητα τσιριχτη.''

''Δεν μπορω να παρατησω την ζωη μου,την οικογενεια μου, τους φιλους μου για να παω στο Αμστερνταμ!''
''Κι εγω γιατι να παρατησω το βιολι για να ζησω στην Ελλαδα;''
''Και εδώ μπορεις να το κανεις!Εγω πρεπει να μαθω νομολογια σε ξενη γλωσσα!''
''Κι εγω να παρατησω κάθε δυνατοτητα διεθνους καριερας.''
''Ναι όμως εδώ δεν εισαι μονο μαζι μου, εισαι με την οικογενεια, τους φιλους σου, ενώ εγω εκει θα εχω μονο εσενα!Οποτε ουσιαστικα μου λες να ρισκαρω τα παντα για μια σχεση που δεν ξερω καν-'' η φωνη της σβηνει, σαν να καταλαβε μεμιας ότι ειχε πεσει σε μια παγιδα που ο Ορεστης κρυφα την οδηγουσε ολη αυτή την ωρα.

Χαμογελασε, αυτή την φορα πικρα.
''Οποτε εσυ δεν μπορεις να ρισκαρεις για εμενα, αλλα περιμενεις να ρισκαρω τα παντα για εσενα;''

Σιωπη.
Η Κυβελη ανυποχωρητα στηριζε αυτό που πιστευε, εκεινος το ιδιο.
Κοιταχτηκαν και για πρωτη φορα η δικηγορινα εβλεπε κατι που προτινος δεν ειχε παρατηρησει.
Ένα τειχος.

Η θεωρια του χαους ειναι ουσιαστικα μια ατερμονη εξισωση με εναν αγνωστο x και εναν αγνωστο y. Κι εσυ εσφαλμενα νομιζεις οτι κι οι δυο σου ειναι γνωστοι...ή οτι ειναι μονο δυο.

--------------------------------------

26 Μαϊου
2918 επιβεβαιωμενα κρουσματα.

''Μαλιστα...'' η Νωρα μουρμουρισε προβληματισμενη 45 λεπτα αργοτερα, όταν η Κυβελη τελειωσε την εκτενη της αφηγηση, που περιελαμβανε φυσικα και τον καβγα της με τον Ορεστη, καθως και κάθε συζητησιμη πτυχη της συγκατοικησης τους.

''Δεν ξερω πως να κινηθω. Από την μια ο πατερας μου σιγουρα περιμενει να ασχοληθω με το διπλωματικο σωμα, ή ακομη καλυτερα να ακολουθησω τα βηματα του, και αντι αυτου εγω τι θα κανω; Θα ακολουθησω τον Ορεστη στο εξωτερικο!''

''Εισαι σε σχεση μαζι του.'' δηλωνει το προφανες
''Ναι.'' Ξαφνου νιωθει την αναγκη να δικαιολογηθει για αυτό, να της εξηγησει ότι δεν ηταν μια παρορμηση της στιγμης, ότι το ηθελε οσο τιποτα άλλο, ότι δεν προσπαθουσε να αντικαταστησει τον Σπυρο, ότι ηταν αλλιως.

Η Νωρα όμως την εξεπληξε.
''Περιγραψε μου την σχεση σας.''
Εμεινε εμβροντητη να την κοιταζει. Ειναι παγιδα;
''Σου εχω πει ηδη αρκετα...είναι αυτός που είναι και ειμαι αυτή που ειμαι, μα ολως παραδοξως ταιριαζουμε.'' Χαμογελασε στο τελευταιο, σαν να ειχε θυμηθει ότι τα ειχαν προς στιγμην καταφερει.

Εγνεψε θετικα, σκεπτικη ακομα. Εγραψε κατι. Φαινοταν...προβληματισμενη;
Η κοπελα, που χωρις λογο αποζητουσε την επιβεβαιωση της δεν μπορουσε παρα να νιωσει ένα βαθουλωμα στο στηθος από την εκφραση της και μονο.

''Υπαρχει μια θεωρια ξερεις.'' Τελειωσε αυτό που εγραφε και την κοιταξε.
''Πολλοι ψυχολογοι υποστηριζουν, ότι στον συντροφο μας ψαχνουμε, ενδομυχα, στοιχεια των ανθρωπων που μας μεγαλωσαν ή αντιστοιχα, τους ανθρωπους που μας μεγαλωσαν.'' Γνωριζοντας την θεωρια αυτή η Κυβελη βρεθηκε σε απορια.

''Αυτό το ειχαμε συζητησει στο παρελθον. Ο Σπυρος δεν εχει καμια σχεση με τον πατερα μου.Και δεν εχω γονεϊκα απωθημενα για να κανω κατι αντιστοιχο τωρα.''
Δεν απαντησε τιποτα, περιεργαζομενη μαλλον την απαντηση που ελαβε.Η δικηγορινα επιανε τον εαυτο της να εκνευριζεται.Υπονοουσε αυτό που νομιζε;

''Ο Ορεστης και ο πατερας μου είναι τα δυο ακρα, βρηκα έναν ανθρωπο εντελως διαφορετικο απ τον πατερα μου.'' Υποστηριξε με στομφο.

Η Νωρα χαμογελασε-μαλλον στην αφελεια της-.
''Για να μοιαζουν δυο ανθρωποι, δεν χρειαζεται να ντυνονται ιδια, να εχουν σπουδασει το ιδιο, ή ακομα και να φερονται ιδια.Δεν υποστηριξα ποτέ ότι ο Σπυρος εμοιαζε με τον πατερα σου Κυβελη, ωστοσο τωρα νομιζω ότι πρεπει να το σκεφτεις λιγο.''
Αυτό την αφηνε αφωνη, σοκαρισμενη περα ως περα.
''Δεν μπορω να σκεφτω ουτε ένα πραγμα.''

''Αρκει να σκεφτεις τι αγαπουν, τι φοβουνται και τι εχουν χασει, τοτε μονο μαθαινεις τους ανθρωπους διπλα σου.''
Με αυτή την φραση την αφησε μετεωρη, με την ανασα κομμενη και μια σκεψη λειψη, να τριγυριζει στο μυαλο της.
Μα πως είναι δυνατον;

Κατι αγαπουν, κατι φοβουνται, κατι εχουν χασει.

''Αγαπουν και οι δυο τις δουλειες τους.''ακουσε την ψυχολογο της να ψιθυριζει. Πιαστηκε από αυτό νομιζοντας ότι θα την διαψευσει. Ωστοσο θα εφτανε μπροστα σε καθρεφτη.

''Μπορει! Αλλα ο πατερας μου αντλει πολλη ισχυ από αυτό που επαγγελεται. Ο Ορεστης είναι χαλαρος, κανει μια διαφορετικη ζωη.''
Γνεφει παλι θετικα.
''Αγαπουν τοσο τη δουλεια τους...που...;'' αφηνε την φραση στην κοπελα να την συνεχισει.
Η Κυβελη μενει σιωπηλη.
Που θυσιαζουν άλλα πραγματα που αγαπουν για αυτην.

Στο συνειδητοποιημενη υφος της η ψυχολογος συνεχιζει.
''Επισης, μην πιστεψεις ποτε σου ότι εχεις πλαι σου έναν ανθρωπο χαλαρο, από τις περιγραφες και μονο αντιλαμβανομαι ότι επροκειτο για μια τρομερα ισχυρη προσωπικοτητα, με μεγαλη αλαζονεια αν μου επιτρεπεις.''
Κρεμοταν από τα χειλη της, αγχωμενη, φοβισμενη, εκνευρισμενη, παρακολουθωντας τα καστρα της στην αμμο να διαλυονται.

''Ειναι αλαζονας οντως, αλλα και πολυ χαλαρος, αλλα δεν εχει καμια σχεση με αυτη του πατερα μου...ειναι δυο διαφορετικες περιπτωσεις.'' της ξεκαθαριζει, τραβωντας το οριο εκει. Η γυναικα γερνει προς τα πισω και την περιεργαζεται.

Πεφτει σιωπη.

-------------------------------------------------

''Δεν καταλαβαινω τι λετε μετα απο τοσα χρονια αληθεια!'' η Φαιδρα σχολιασε αγανακτισμενη απο το τηλεφωνο. Η Κυβελη στριφογυρισε τα ματια της και εβαλε μασκα πριν μπει στην αποβαθρα για το τρενο.

''Η ψυχοθεραπεια δεν τελειωνει ποτέ Φαιδρα, να το δοκιμασεις καποια στιγμη.''

''Τι σου ελεγε;'' ρωτησε η αδελφη της λες και εκαναν κοινωνικο σχολιασμο.
''Κατι κουλά, δεν τα εχω επεξεργαστει ακομα καλα!'' μουρμουρισε και ειδε το τρενο να πλησιαζει.
''Δηλαδη;''
''Οτι ο Ορεστης μοιαζει στον μπαμπα και κατι τετοια.'' το εθεσε στην πιο ακραια του μορφη, ωστε να λαβει την στηριξη της. Η απαντηση της ομως την σοκαρε.

''Κι εγω το πιστευω αυτο. ''
''Οριστε;''νομιζε οτι ακουγε λαθος.

''Ειναι και οι δυο ισχυροι, αλαζονες, και καλυπτουν το οτι δεν μπορουν να πουν τι νιωθουν ο καθενας με τον τροπο του, ο μπαμπας με το οτι ειναι αυστηρος και λακωνικος, ενω ο Ορεστης με την γοητεια του.'' καυχαζει στα δυο τελευταια σημεια. 

Η Κυβελη ειναι παγωμενη μπροστα απο το παγκακι της αποβαθρας. Το τρενο φευγει και εκεινη σαν να ειχε βιδες στα γονατα, λυνεται πανω στο ξυλινο καθισμα. Ειχε μουδιασει.
''Σοβαρολογεις;'' δεν μπορουσε να παρει ανασα, και η αναθεματισμενη μασκα δεν βοηθουσε!

''Μπορει οι γιατροι, οι δικαστες, να εχουν το ονομα -και σαφως την χαρη- αλλα δεν θα γνωρισεις ποτε σου μουσικο Κυβελη μου, με ακαδημαικη καριερα που να μην είναι αλαζονας. Ακουσε με!Δεν είναι θεμα ανθρωπου, είναι ολοκληρη κοσμοθεωρια. Κοιτα τους πιανιστες! Πατουν ένα πληκτρο και για δευτερολεπτα ηχει μελωδια, ευκολακι. Κοιτα οσους παιζουν κιθαρα, υπαρχει πιο διαδεδομενο οργανο; Και ο Γιωργακης στην κατασκηνωση παιζει. Μετα δες οσους παιζουν τσελο, αρπα, πολύ μεγαλα για να μετακινηθουν. Πολυ μεγαλος χαμος για το τιποτα. Τελος, κοιτα τους βιολιστες.Παρατηρησε την φινετσα του βιολιου. Κι υστερα, κοιτα τους προσεκτικα στα ματια, νιωθουν θεοι! Από πεντε χορδες και με ένα δοξαρι από τριχες παραγουν μουσικη!Δημιουργουν εξ'ολοκληρου μια αισθηση.''

Η Κυβελη νιωθει την αναγκη να απομακρυνει το κινητο της για να ελεγξει οτι μιλαει οντως με την Φαιδρα.

''Μπορει ο μπαμπας να πλαθει με τα χερια του την δικαιοσυνη, ή οπως σκατα το λεει, μα ο γκομενος σου δημιουργει με τα δαχτυλα τεχνη, το σημειο συναντησης θεικου και ανθρωπινου.Οποτε αν νομιζεις ότι διαλεξες έναν ταπεινο, χαλαρο ανθρωπο διπλα σου κανεις λαθος! Οποτε ναι, το Αμστερνταμ είναι καλη ιδεα για μεταπτυχιακο, αλλα το σκεφτηκες μονη σου; Το θελεις;''

Δεν ηξερε τι να απαντησει σε αυτό.
Θελω να σκεφτεις, τι αγαπουν, τι φοβουνται και τι εχουν χασει, μονο ετσι θα τους γνωρισεις, εστω τον δευτερο.

14 Ιουνιου.

Η Ιφιγενεια μαζευε σαν μανιακη από το πρωι. Η ληξη της καραντινας και η γιορτη της κορης της αποτελουσαν δυο καλους λογους για να κανει μεγαλη γιορτη στον κηπο.

Ο Δημητρης Πολιτης κατεφθασε βιαστικος, λιγη ωρα αργοτερα. Η Σοφια και η Ελσα δεν ειχαν ερθει μαζι του.
Όλα κυλουσαν ομαλα στην μικρη συγκεντρωση, με τον αντρα να παρατηρει από μακρια την μεγαλη του κορη να γελαει και να πινει μαζι με τους φιλους και το αγορι της.
Σκεπτικος κοιταξε αλλου, η Φαιδρα,επινε σιωπηλη κρασι και μιλουσε με τον Κωνσταντινο.
Ειχε ερθει απλα για τα τυπικα, δεν αντεχε τις γιορτες της γυναικας του, ηταν παντα μετα μουσικης και βουητου.
 Από την πορτα της εξοδου φανηκε ένα φορτηγακι κουριερ. Ενας νεαρος βγηκε κρατωντας ένα μεγαλο μπουκετο με λουλουδια.Λευκοι κρινοι, δεκα στον αριθμο, μεγαλοπρεπεις και λευκοι, ξεχωρισαν πριν ακομη χτυπησει το κουδουνι. Μπερδεμενη η Ιφιγενεια κινηθηκε προς την πορτα.

''Είναι για τον κυριο Δημητρη Πολιτη, υπαρχει και ένα δεμα.'' Η γυναικα γυρισε προς το μερος των υπολοιπων. Από μακρια ανταλλαξε ένα βλεμμα με τον πρωην συζυγο της κανοντας του νοημα να πλησιασει.
''Τι συμβαινει;'' Η σοβαρη, τραχια του φωνη την εκανε να χαμογελασει σχεδον ,ενθυμουμενη το ποσο δυσκολα μαλακωσε με τα χρονια.

Ο νεαρος ξεροκαταπιε.
''Εμ..αυτο είναι για εσας κυριε.'' Του εδωσε βιαστικα τα δυο αντικειμενα.
Μπερδεμενος ο Πολιτης κοιταξε την ανθοδεσμη.Ειχε μια κατακοκκινη καρτα.

''Μαλλον κανετε λαθος, αυτά είναι για την κορη μου.'' Τον διορθωσε αυστηρα. Ο μεταφορεας πανικοβλητος κοιταξε το χαρτι του.
''Εεε...εεε όχι! Να!'' του εδειξε εκει που κοιτουσε.
''Τα λουλουδια είναι για την κορη σας μαλλον, μα αυτό είναι για εσας.''

Υπεγραψε βιαστικα, αποδεσμευοντας τον.
Ο Πολιτης κοιταξε στιγμιαια την Ιφιγενεια πριν ανοιξει τον καφε φακελο.

Ολοι γυρισαν προς το μερος τους οταν το περιεχομενο εγινε ένα με το γρασιδι.
Μπροστα του σκορπιστηκαν φωτογραφιες,πολλες φωτογραφιες μιας κοπελας με κατακοκκινα μαλλια, απλωμενα στο μαξιλαρι, να κοιμαται αναμεσα σε λευκα σεντονια.Κοκκινηλες υπηρχαν σε ολη της την πλατη και τα οπισθια, μαζι με μελανιες στα χερια και μασκαρα να σταζει στα μαγουλα και το μαξιλαρι.

Η πληροφορια κινηθηκε πιο γρηγορα και απο το φως, εσπασε το φραγμα του ηχου.Ολα αρχισαν να βουιζουν.
''Δημητρη!!Θεε μου!!'' ακουσε την φωνη της Ιφιγενειας και ενιωσε καποιον να τον ταρακουνα.Μα δεν αντιδρουσε, γιατι -για δες συμπτωση!- στις φωτογραφιες αναγνωριζε καποιον τελικα, την Κυβελη του.

''Χρονια σας πολλα δεσποινις Πολιτη.''
Σ.Δ.

Η θεωρια του χαους ειναι ενα ηλιακο συστημα, που κινειται και στροβιλιζεται ταυτοχρονα.

Κι αυτοι οι δυο;Καταδικασμενοι να υπομεινουν τις συνεπειες των πραξεων τους, η πιο ανθρωπινη -και απανθρωπη- τιμωρια.

  Με τραβηξες εξω και μακρια απο το βουητο της μουσικης, ο αλλος μου εκανε νοημα ''τι συμβαινει;'', να του εξηγησω τι; Πες μου τι και θα το πω. Το τι κανουμε εγω κι εσυ, ακομα, μαζι. 

Σε κοιταζω και θελω να κλαψω. Δεν ξερω τι θα κανω μαζι μου, ακους;
Ποναω.

''Σε μισω και θελω να σε μισουν και οι αλλοι.'' το εβλεπα στα ματια σου οτι το ηθελες, να δυστυχησω

Δεν σε ρωτησα τι θες, δεν με ενοιαζε να μου πεις το προφανες, ηθελα εκεινο το απροσμενο και το ανακουφιστικο που θα με εστελνε στον ουρανο που για χρονια ζουσα.

Οποτε κοιτιομαστε, περνανε πεντε λεπτα μες την σιωπη του απολυτου τιποτα. Και εζησα μεσα σε λιγα λεπτα ολη μας την σχεση απο την αρχη. Σου χαμογελασα σαν να ηταν το αντιο.

''Θα σου πω κατι, και βαλτο καλα στο μυαλο σου'' μου εσφιξες το χερι βαναυσα, το δερμα σου ενα με το δικο μου, καιγομουν απο ευτυχια! Τα δαχτυλα σου σκαρφαλωνουν στον λαιμο μου. Βλεπεις το καινουργιο μου κολιε, μου το πηρε εκεινος ο αλλος, το μισησες το ιδιο λεπτο.
Κι εγω το μισησα, πολυ πιο πριν απο εσενα,
οταν πρωτοακουμπησε το δερμα μου και καταλαβα πως τιποτα δεν στολιζε τον λαιμο μου καλυτερα απο το χερι σου.

''Εγω και εσυ, τελειωσαμε, μια για παντα.'' τα λογια σου, σκληρα και τελεσιδικα με εκαναν να χαμογελασω.

Κι αυτο γιατι αλλο τοσο σε ηξερα εγω. Και αναμεσα στις ασκοπες λεξεις ακουσα την ανασα σου να μου ψιθυριζει.
''Αυτο εδω, δεν ειναι το τελος, ουτε κατα διανοια.''

Ανατριχιασα και ελευθερωθηκα, σε αφησα μονο να στεκεσαι μες το σκοταδι,εφυγα.
Γεματη τυψεις γυρισα στο μαγαζι και καθισα διπλα του, με ρωτησε τι συνεβη και δικαιολογηθηκα, με φιλησε στα χειλη και του χαμογελασα.
Τρεις γουλιες κρασι και ολα μελι γαλα.

Σε κοιτω που επιστρεφεις στην παρεα σου διχως να μου ριξεις βλεμμα. Καθεσαι διπλα της και την φιλας.
''Ουτε κατα διανοια.''
Σε φοβαμαι, μα πιο πολυ φοβαμαι το εμας,
το αβασταχτο, αιωνια κορεσμενο μα ουδεποτε ολοκληρωμενο, τοξικο, εμας.
(Εμενα φοβαμαι, οταν ειμαι πλαι σου)










Ciao Bellas!!

Τι κανετε;

Η καραντινα κρατησε καποια κεφαλαια, νιωθω οτι εφτασε η ωρα να κλεισω αυτο τον κυκλο...προσωρινα τουλαχιστον.

Φτασαμε σε ενα σημειο που ανυπομονουσα να φτασω!

Πως σας φανηκε; Εγιναν πολλα.

Να αρχισω απο την Ιφιγενεια και τον Δημητρη;

Απο την συζητηση με την ψυχολογο;

Απο τον καυγα για το μελλον τους;

Ή απλα να σας αφησω να μου πειτε τι εγινε μολις τωρα με  τον Δελή;

Η συμβουλη μου για αυτο το καλοκαιρι ειναι να μην προσπαθειτε για ατομα που δεν προσπαθουν για εσας. Καντε ενα βημα πισω, ηρεμηστε, χαλαρωστε, και θα δειτε ποιοι νοιαζονται, στελνουν, ενδιαφερονται. 
Κι η σιωπη ειναι απαντηση σε αυτο που ρωτατε!!

Σας αγαπω τρελα και αιωνια.

xxxΜαγδαxxx

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top