Μην κυνηγάς το φως, ψάξε την πηγή του.
Υπάρχουν δυο τρόποι για να λάμπεις: είτε να αντανακλάς το φως είτε να το δημιουργείς.
Paul Claudel, 1868-1955
Κεφαλαιο υπ'αριθμον 34,
Το πριν.
Πριν σε γνωρισω δεν πιστευα σε τιποτα, ουτε στον ερωτα με την πρωτη ματια, ουτε στις πεταλουδες, ουτε στον στατικο ηλεκτρισμο.
Πριν σε γνωρισω ειχα μαθηματικο μυαλο, τρομερα τετραγωνη σκεψη και κυνικη λογικη.
Πριν σε γνωρισω το ονομα μου δεν μου αρεσε.
Πριν σε γνωρισω δεν καταλαβαινα πως γινεται να εμμενει κανείς στον πονο.
Πριν σε γνωρισω κοιμομουν ηρεμη τα βραδια, και τα ονειρα μου ηταν απλουστερα.
Πριν γνωριστουμε, οι ευχες στα κερακια μου ηταν ολες ιδιες,(να σε γνωρισω)
Πριν γνωριστουμε, δεν αντεχα την ζεστη, με κουραζε το κρυο, εκνευριζομουν με την γυρη, τα πεσμενα φυλλα τσακιζαν το οργανωτικο μερος του εαυτου μου.
Πριν με γνωρισεις η εμπνευση καπου καπουμε αφηνε, για εβδομαδες ολοκληρες ακομη.
Εναν μηνα πριν με γνωρισεις, η φιλη μου ειπε οτι ειμαι ψυχρη απεναντι στον ερωτα.
Μια εβδομαδα πριν γνωριστουμε η αδελφη μου εμεινε ξαγρυπνη ενα βραδυ να μου μιλα για εκεινον, νυσταζα και δεν καταλαβαινα τι ηταν αυτο που κρατουσε το μυαλο της σε εγρηγορση.
Μια μερα πριν σε γνωρισω ηταν Τριτη, και θυμαμαι υποσχεθηκα σε εκεινον τον συμμαθητη μου πως θα πηγαιναμε για καφε.
Την μερα που σε γνωρισα, στηθηκε μεσα μου ενας ψηλος τοιχος, κρυβοντας μου για παντα το πριν.
Και ειναι αστειο, γιατι αν με ρωτησεις, πλεον, ουτε τον τοιχο βλεπω, ουτε το πριν θυμαμαι.
13 Μαρτιου. Ωρα 14:00
Νεα κρουσματα : 73
Συνολο: 190
''Ορεστη;''τον κουναει απαλα. Εκεινος ενοχλημενος σμιγει τα φρυδια και γυριζει απο την αλλη.
Θα βαρεθει και θα σταματησει.
''Ορεστη, σηκω!'' τον σκουνταει λιγο πιο δυνατα και παραλληλα ανοιγει το φως του πορτατιφ.
Μουγγριζει και γυρναει ανασκελα ξεφυσωντας. Ανοιγει τα ματια πρσπαθωντας να προσαρμοστει στο φως.
''Σου ειπα ηδη, ειμαι καλ-'' η βραχνη φωνη του μετα βιας βγαινει.
Εκεινη ειναι απο πανω του, στηριζομενη στον αγκωνα της και με μια κοκκινη τουφα να του γαργαλαει το μαγουλο.Τον κοιτα προσεκτικα, λες και περιμενει να βρει καποιο αιματωμα.
''Πως σε λενε και πως χτυπησες;'' τον ρωτα και αυτη την φορα δεν αρπαζει το σημειωματαριο της με τις οδηγιες του γιατρου. Τα θυμαται απεξω.
Ξεφυσαει παλι.''Ρε Κυβελη-''
''Αν θες να κοιμηθεις παλι απαντα γρηγορα!'' διεταξε αυταρχικα.
Εκλεισε ματια και την στιγμη που η κοπελα πηγε να τον ξυπνησει παλι μιλησε μεσα απο τα δοντια του.
''Οδηγουσα το αυτοκινητο μου πριν δυο μερες, στις 11 του μηνος, ξημερωματα 12 Μαρτιου.'' η περιγραφικοτητα του οφειλεται στις τρεις προηγουμενες φορες που του εκανε παρατηρηση για την λακωνικοτητα του.
''Πως σε λενε; '' επιμενει κι εκεινος ανοιγει τα ματια μονο και μονο για να την αγριοκοιταξει.
''Δεν θυμασαι;'' ειρωνευτηκε
''Το θεμα ειναι να θυμασαι εσυ.''
Δεν της απαντησε απο πεισμα, κρατησε το βλεμμα του πανω της προκλητικα και η Κυβελη εκανε μια εσωτερικη υποσημειωση οτι γινεται κακοκεφος οταν τον ξυπνανε μεσα στο βραδυ.
''Ωραια Ορεστη οπως θες.'' υποχωρησε εκεινη.
''Αααα ναι σωστα...Ορεστης!Μπραβο ρε Κυβελακι κι ειχα σπασει το μυαλο μου!'' ανακαθισε.
Τον αγνοησε και περασε στις υπολοιπες ερωτησεις.
''Εχεις υπνηλια; Ληθαργο;''
''Ναι.'' της απαντα και χασμουριεται.
Πανικοβαλλεται εκεινη.
''Τι;;''
''Ναι. Και ξερεις γιατι;'' την ειρωνευεται,''Γιατι νυσταζω!'' ανεβαζει λιγο τον τονο της φωνη του και η Κυβελη κρατιεται να μην χαμογελασει.
''Ο γιατρος ειπε-''
"Ειπε καθε 2-3 ωρες, οχι καθε ωρα!'' την κατηγορει και η δικηγορινα του σκαει ενα σπανιο ενοχο χαμογελο, που του βουλωνει το στομα.
Αναμαλλιασμενη και νυσταγμενη, μα στα ματια του εμοιαζε πιο ξεκουραστη και ομορφη απο ποτέ.Ισως οντως να εχω εσωτερικο αιματωμα σκεφτηκε.
''Εχεις ναυτια; Ζαλιζεσαι;Ταση για λιποθυμια;'' συνεχιζει να ρωτα.
Γνεφει αρνητικα.
''Σφιξε μου τα χερια.'' του δινει τα παλαμες της και ο Ορεστης αρχιζει να χανει την ψυχραιμια του, μα το κανει, ισως λιγο πιο δυνατα απο οτι επρεπε, μα η κοπελα δεν ενοχλειται.
''Μπορεις να λυγισεις τα ποδια σου;''
''Μου κανεις πλακα;''
Ανασηκωνει το φρυδι.
''Δεν ξερω, εσυ θα μου πεις. Για το χιουμορ μου με ερωτευτηκες;''
Στριφογυριζει τα ματια του μα με βαρια καρδια ακολουθει τις οδηγιες της.
''Να κοιμηθω τωρα;''
''Σε λιγο , επαναλαβε μετα απο μενα, Οι σπανοί Ισπανοι εις πανι εζωγραφισαν εις πανικό ισπανικό στρατό"
''Με κοροιδευεις;Που να το θυμαμαι αυτο;!''
''Ωραια, πες μου το αλλο, Μια πάπια, μα ποιά πάπια; μια πάπια με παπιά.''
''Λογοθεραπεια θα κανουμε; Κυβελη, ειμαι τραυματιας χρειαζομαι υπνο'' προσπαθει να της δημιουργησει τυψεις μα δεν μασαει.
''Για τραυματιας εισαι ιδιαιτερα νευρικος παντ-.''
Την εσπρωξε πισω στο στρωμα, εκεινη γελασε ξεροντας οτι τον ειχε εκνευρισει, το δαιμονιο υφος της τον τρελαινε. Εκλεισε το πορτατιφ της και πιο προσεκτικα ξαπλωσε διπλα της, περνωντας το χερι του πανω απο την κοιλια της.
''Ποιος ειναι ο πρωθυπουργος της-''
''Σσσσσσ-'' την εκοψε και εκλεισε τα ματια του.
''Καληνυχτα.'' μουρμουρισε.
''Τα λεμε σε μια ωρα.'' ψιθυριζει εκεινη χαμογελωντας σαρδονια.
Ως απαντηση ελαβε ενα τσιμπημα που την τιναξε, γαργαλιοταν πολυ σε εκεινο το σημειο και γυρω απο αυτο, και το ηξερε!
Το τελευταιο που ακουσε πριν τον παρει ο υπνος ηταν το γελιο της, κοιμηθηκε ηρεμος.
-------------------------------------------------------------------------------
Στις τεσσερις παρα δεκα το απογευμα χτυπησε το ξυπνητηρι βγαζοντας την Κυβελη απο τον υπνο της. Ο Ορεστης διπλα της κοιμοταν βαθια,και λυπηθηκε να τον ξυπνησει οποτε οσο πιο αθορυβα μπορουσε σηκωθηκε,εστρωσε το λευκο μπλουζακι, εβαλε απο πανω το φαρδυ γκρι φουτερ του βιολιστη,το κοντο σορτσακι της και ξυπολητη βγηκε απο το δωματιο, κλεινοντας την πορτα πισω της.
Καπου στα μισα του διαδρομου βρηκε τις αγαπημενες της λευκες παντοφλες, που ειχε στον μυαλο της στενα συνδεδεμενες με Κυριακες στο σπιτι.
Ρυθμισε το στερεοφωνικο και εβαλε ραδιοφωνο να παιζει χαμηλα.
Το σπιτι ηταν σκοτεινο, οποτε εσπευσε να ανοιξει τα πατζουρια. Της πηρε ωρα μεχρι να βρει το σκοινι που τα τραβουσε πανω, και αφησε τα παντα ανοιχτα για να μπει το φως και καθαρος αερας.
''Συνεχιζουμε το προγραμμα μας λοιπον...εδω στην Μελωδια, παγκοσμια ημερα εντεχνου τραγουδιου σημερα, μολις ακουσαμε Ελεωνορα Ζουγανελη και συνεχιζουμε με Χαρις Αλεξιου, τα καλυτερα θα ξαναρθουν, γιατι κι εμεις αυτο ελπιζουμε, στα καλυτερα!'' ειπε η αγαπημενη της ραδιοφωνικη παραγωγος και η μουσικη αρχισε.
Την ιδια στιγμη αποφασισε να φτιαξει τον πρωτο της καφε για εκεινη την μερα. Το αρωμα του φουντουκιου γρηγορα απλωθηκε σε ολοκληρο το σπιτι.
Εριξε νερο στο προσωπο της και επλυνε τα δοντια της, χτενισε τα μαλλια της και κοιταχτηκε στον καθρεφτη. Για τις ωρες υπνου που της ελειπαν εμοιαζε ανελπιστα ξεκουραστη. Το δερμα της αν και ελαφρως χλωμο ειχε μια περιεργη γυαλαδα, οι φακιδες της ξεχωριζαν απο μακρια, και τα μαυρα ματια της ειχαν ξεθαμπωσει. Τα μαλλια της συνεργαζονταν και τα χειλη της δεχτηκαν το λιποζαν βανιλιας.
Ενιωθε πολυ καλα, παρα τα οσα συνεβαιναν.
Το κουδουνι χτυπησε πριν προλαβει να πιει τριτη γουλια καφε. Με την κουπα στο χερι και το ραδιοφωνο να παιζει ακομα σταθηκε πισω απο την πορτα για να δει μεσα απο το ματακι.
Στην αλλη πλευρα βρισκοταν...ποιος αλλος; Η κυρια Ριτσα....μονο που αυτη την φορα δεν ηταν μονη, μαζι της ηταν αλλες δυο κυριες, και κρατουσαν δυο ταψια!
Πισοπατησε και ελεγξε σε τι κατασταση βρισκοταν, το φουτερ καλυπτε το βασικα και ηταν αρκετα σιγουρη οτι δεν προλαβαινε να βαλει κατι μακρυτερο διχως να ξυπνησουν τον Ορεστη. Πηρε βαθια ανασα και ανοιξε υιοθετωντας το πιο πειστικο της χαμογελο.
''Καλησπερα.''
Οι τρεις γυναικες συγχρονισμενα μουρμουρισαν "γεια σου κοριτσι μου" και "καλησπερα". Φυσικα την κοιταξαν απο πανω μεχρι κατω. Η Κυβελη ξεροκαταπιε και εκανε στην ακρη.
''Περαστε.'' του χαμογελασε κι εκεινες σαν να ηξεραν τα κατατοπια μπηκαν μεσα.
''Ειμαι η Λιτσα, μενω στον πρωτο.'' η μεσαια, γυρω στα 60, εδωσε το χερι στην Κυβελη ισορροπωντας το ταψι στο αλλο.
''Κυβελη, χαρηκα.'' ψιθυρισε, ελπιζοντας να καταλαβουν οτι ο Ορεστης κοιμαται.
''Καλε το ξερουμε!'' αναφωνησε η τριτη.
''Σπουδαζεις και Νομικη μαθαμε, αντε κοριτσι μου με το καλο το πτυχιο σου.'' προσθεσε και η δικηγορινα κοντοσταθηκε παραξενεμενη.
Ποια ειναι αυτη;
''Ευδοκια! Μενω απεναντι!'' της εδειξε με το δαχτυλο το απεναντι μπαλκονι.
Υπεροχα...
Τους εκανε νοημα να περασουν στην κουζινα, οπου κατευθυνονταν ηδη.
''Μαθαμε για το ατυχημα και ηρθαμε να φερουμε στον Ορεστακο κατι για την αναρρωση.''
Αναμεικτο κεικ, τυροπιτα και σπανακοπιτα...τυφλα να χουν οι γιατροι.
''Καλα κανατε, θελετε καφε μεχρι να ξυπνησει;'' προσφερθηκε και ηλπιζε σε ενα οχι.
Εκεινες ομως δεν περιμεναν καν να ολοκληρωσει, καθισαν στις ψηλες καρεκλες του υπερυψωμενου παγκου.
''Εγω με δυο κουταλιες ζαχαρη, χωρις γαλα.'' της ειπε η κυρια Ριτσα και η κοπελα πηρε βαθια ανασα πινοντας μια γερη γουλια απο τον καφε της.
''Και με τον Ορεστακο μενετε μαζι;''
''Αρχισαμε...'' μουρμουρισε βαζοντας καφε σε κουπες.
''Τι ειπες κοριτσι μου;''ρωτησε ταχα αθωα η κυρια Λιτσα του πρωτου.
Επιστρατευσε στο πιο ειλικρινες της χαμογελο.
''Αργησαμε λεω, αλλα το αποφασισαμε.''
Κοιταχτηκαν μεταξυ τους με απορια.
''Μα ποσο καιρο ειστε μαζι; Απο τον Δεκεμβριο;''
Τον Δεκεμβριο ημουν μαζι ΚΑΙ με τον Ορεστη.
''Καπου εκει.'' μουρμουρισε και ηπιε αλλη μια γουλια.Εκεινες τιποτα, για ομορφια τον ειχαν τον καφε.
''Και αργησατε να συγκατοικησετε; Το αντιθετο θα ελεγα.'' η κυρια Ευδοκια συμφωνησε.
''Εκτος αν σχεδιαζετε να παντρευτειτε δηλαδη αμεσα.'' μουρμουρισε η κυρια Ριτσα και η Κυβελη συνεχισε να πινει καφε για να μην απαντησει κατι κακο.
''Ιιιιι... εισαι εγκυος;'' αναφωνησε η τριτη.
Ο καφες ακολουθησε λαθος διαδρομη και η Κυβελη πνιγηκε. Αρχισε να βηχει με την κυρια Λιτσα προθυμα να της χτυπα την πλατη.
Ενιωθαν οτι επιασαν λαβρακι. Η Ευδοκια σαν να ειναι σπιτι της ανοιξε τα ντουπαλια και της εδωσε ενα ποτηρι νερο.
''Εισαι δηλαδη; Αχ με το καλο παιδια μου!''
Κουνησε το κεφαλι αρνητικα και προσπαθησε να βρει την ανασα της.
Αυτο τις ξενερωσε γιατι εξαφανιστηκε η λαμψη απο τα ματια τους.
Κατινες.
''Χαιρετω τις πιο ομορφες γειτονισσες.'' η βραχνη φωνη του εκανε και τις τεσσερις να κοιταξουν προς την εισοδο της κουζινας, οπου στεκοταν ο Ορεστης Νικολαϊδης, διχως μπλουζα, με τα μαλλια ανακατα και μουσια 10 ημερων.Η Κυβελη ενιωσε την αναγκη να πιει λιγο ακομα νερο.
Οι τρεις κυριες εχασαν καθε ενδιαφερον για το προσωπο της και σηκωθηκαν για τον Ορεστη.
''Αγορι μου γλυκο!''
''Χρυσο μου!''
Τον επνιξαν στα φιλια και στις ερωτησεις, εκεινος δε, ευδιαθετος και ξεκουραστος απαντησε στα παντα και τους εδωσε απο ενα φιλι στο μαγουλο, που εμοιαζε να τις εκανε αλοιφη.
Η Κυβελη ρουθουνιασε ασυναισθητα. Ηθελε την προσοχη του.
Εβγαλε μια κουπα και την γεμισε καφε, σκετο. Την ακουμπησε στον παγκο και υπομονετικα περιμενε να την προσεξει.
Εκεινη η στιγμη δεν αργησε να ερθει.Ο βιολιστης εριξε το βλεμμα του πανω της και ενα φωτεινο, σκανταλιαρικο χαμογελο τρυπωσε στα χειλη του. Τα λακκακια του εκαναν την εμφανιση τους.
Ενιωσε αβολα, να την κοιτα μπροστα σε 'κοινο', μα εκεινος δεν εδινε μια, και το απεδειξε ενα λεπτο αργοτερα, οταν εκανε τον γυρο της κουζινας και σταθηκε πισω της τυλιγοντας τα χερια του γυρω απο την μεση της.
Ελιωσαν οι γειτονισσες, ελιωσε κι εκεινη.
Ακουμπησε ενα φιλι στον εκτεθειμενο της λαιμο.
Φυσηξε καυτη κανελα και εισεπνευσε λιγο απο το αρωμα του αφρολουτρου της.
''Καλημερα δικηγορινα.'' ψιθυρισε και εκεινη χαμογελασε φωτεινα γυρνώντας προς το μερος του.
Τα περιεργα ματια του αντικρισαν τα δικα της.
''Εχεις πονοκεφαλο;''
Εγνεψε αρνητικα και ετσι οπως ηταν κολλημενη πανω του της εκλεψε ενα φιλι, στα χειλη.
Καφες και κανελα.
Οι τρεις κυριες εν τω μεταξυ, εκοψαν λιγη τυροπιτα και συνεχισαν ανενοχλητες να παρακολουθουν.
''Ωραιο σου βγηκε το φυλλο Ριτσα, ετοιμο ειναι;''
''Οχι καλε! Τι ειμαι εγω, καμια αργοσχολη να βαλω ετοιμο φυλλο;''
''Ναι τωρα θα σε μαθουμε..'' μουρμουρισε η Ευδοκια.
Οταν ο Ορεστης περασε τα χερια του υπουλα κατω απο το φουτερ, η Κυβελη αναψοκοκκινισε και τον εσπρωξε μακρια.
''Ελεος!'' σχηματισε αηχα με τα χειλη της και εκεινος πνιγοντας ενα γελακι εγειρε στον παγκο με τους αγκωνες.
''Λοιπον...τι καλο μου φτιαξατε;''
Η Κυβελη κουνησε το κεφαλι αποδοκιμαστικα και εκανε να απομακρυνθει, μα προβαλε να την πιασει απο τον καρπο και να την τραβηξει πισω.
Την κοιταξε διερευνητικα, αφηνοντας την με ενα καρδιοχτυπι λιγοτερο.
''Εφαγες;''
''Δεν τρωω το πρωι.'' ανασηκωσε τους ωμους και εκανε να φυγει, ματαια.
Την εσυρε διπλα του και πεταξε ενα κομματι τυροπιτα στο μικρο μπεζ πιατο που εκεινη ειχε διαλεξει.
''Σε αυτο το σπιτι υπαρχουν καποιοι κανονες.'' της ειπε πειρακτικα.
''Α ναι;'' ρωτησε ναζιαρικα.
''Κανονας Νο1 : Τρωμα πρωινο.'' της εριξε ενα βλεμμα ταχα αυστηρο και πριν προλαβει να του φερει αντιρησεις της εχωσε μια μπουκια στο στομα.
Τον αγριοκοιταξε μα της εκλεισε το ματι και σαν μικρο παιδακι την φιλησε στο μαγουλο, γρατζουνωντας την βεβαια με τα μουσια του.
Οι τρεις γειτονισσες απροκαλυπτα τους παρακολουθουσαν.Μπορει να μην μιλουσαν μα με τα ματια κατι της ψιθυριζαν.
''Εισαι τυχερη.''
Και μπορει η Κυβελη να μην απαντησε τιποτα μα τις κοιταξε με νοημα.
Ειμαι, πολυ.
-----------------------------------------------------------------------------------------------------
''Και εδω ειναι το ντουλαπι με τις πετσετες και τα σαμπουαν.'' της ανοιξε την πορτα του διαδρομου και της εδειξε μεσα.
''Απο εδω ειναι τα καθαριστικα, μην με ρωτας τι ειναι τι.'' αδιαφορα της εδειξε την μεγαλη σειρα απο απορρυπαντικα και σπρει για τα τζαμια, το μπανιο και τους παγκους.
Η Κυβελη ηταν σιγουρη οτι επιτηδες εκανε τοση ωρα για να τον παρατησει και να κατσει να τα ψαξει μονη της και φανηκε απο το γεγονος οτι της εξηγησε και τις εργοστασιακες ρυθμισεις του θερμοστατη.
Το βλεμμα της οπως και να χει ηταν στηλωμενο στο γραφειο του, πισω απο την λευκη πορτα.
Ακολουθησε τα ματια της μεχρι εκει.
''Η περιεργεια σκοτωσε την γατα δικηγορινα.'' της ψιθυρισε και την τραβηξε προς το υπνοδωματιο.
''Ναι αλλα γιατι δεν με αφηνεις να δω;''αναρωτηθηκε.
''Γιατι δεν ειναι τιποτα ιδιαιτερο.'' ανασηκωσε τους ωμους του.
''Να δω τοτε;'' του εκανε τα γλυκα ματακια και εκεινος ξεφυσηξε.
''Ωραια, θα σου δειξω που να βαλεις τα ρουχα σου και μετα παμε να το δεις.''υποχωρησε και η κοπελα μεσα της πανηγυρισε στην νικη της.
Δεκα λεπτα αργοτερα κρεμουσε και το τελευταιο παντελονι. Ειχε παρει λιγοτερα απο τα μισα ρουχα της, τι να τα εκανε ολα αλλωστε;
Ο Ορεστης φυσικα δεν βοηθουσε, ειχε ξαπλωσει ανασκελα στο κρεβατι και την κοιτουσε να σκυβει και να τεντωνεται
''Κυβελακι...''
Ωχ.
''Τι;'' αρχισε να διπλωνει καλυτερα τα μπλουζακια της πριν τα βαλει στο αδειο συρταρι.
'' Τι να βαλω;''
Εσμιξε τα φρυδια στην ερωτηση του.
''Που;''
''Στον γαμο.'' δεν καταλαβαινε τι εννοουσε.
''Ποιον γαμο; Τι λες;''
''Στο γαμο'' επεμεινε, αρνουμενος να της δωσει αλλο στοιχειο. Αφησε την μπλουζα οπως ηταν στο συρταρι και γυρισε να τον κοιταξει.
''Ορεστη...'' απο το ανησυχο υφος της καταλαβε τι σκεφτοταν και ανακαθισε στο κρεβατι.
''Κοπελα μου τον γαμο του ξαδελφου μου εννοω'' της εξηγησε.
''Ποιον γαμο του ξαδελφου σου; '' αμεσως κανει τον συνειρμο ''Ααα ναι!Του ...'' προσπαθει να θυμηθει το ονομα.
"Του Αγγελου;'' της εγνεψε θετικα.
Τον ειχε φερει τρεις φορες μαζι του σε εξοδους, ηταν δυο χρονια μεγαλυτερος απο τον Ορεστη, στα 25 του, και γυρισε απο το μεταπτυχιακο του τον Οκτωβριο. Συμπαθεστατος, με χιουμορ και ενα χαμογελο στα χειλη. Σε αντιθεση με την -απο οτι φαινεται- μελλουσα συζυγο του η οποια αγελαστη και αμιλητη περιμενε και τις δυο φορες απλα να περασει η ωρα για να φυγουν.
''Παντρευεται την Αλεξανδρα;'' ασυναισθητα μορφασε.
Γελαει ''Ναι, μετεφεραν την ημερομηνια γιατι μαλλον θα κλεισουν τα κεντρα και οι εκκλησιες λογω κορονοιου.''
''Γινεται αυτο;''
''Εχεις γνωρισει την Αλεξανδρα;''
Δυστυχως ναι.
'''Μαλιστα...το τι θα βαλεις εξαρταται απο το πότε ειναι ο γαμος και που.'' συνεχισε να φτιαχνει τα πραγματα της στις σκουρες γκρι ντουλαπες.
''Στις 7 το απογευμα ειναι, αλλα εμεις στις 5 θα παμε στο σπιτι του γαμπρου και μετα στο κτημα, καλα εκει θα παθεις πλακα, γκαζον, πισινα, τελεια αιθουσα, ορχηστρα''
Για λιγο εμεινε ακινητη.
Θα παμε μαζι στον γαμο;
Τον κοιτα προσπαθωντας να μην χαμογελασει''Θα παθω;''
''Θα ερθω κι εγω;''
''Η θεια δεν ειναι πολυ καλα οποτε θελει συμπαρασταση'' δεν ηταν μυστικο οτι η αδελφη του πατερα του δεν ενεκρινε την επιλογη του γιου της.
''Κι εγω θα ηθελα αν ημουν στην θεση της.'' μουρμουρισε και σκεφτηκε λιγο την αρχικη του ερωτηση καθως τακτοποιουσε τα εσωρουχα της.
''Κοστουμι θα βαλεις φανταζομαι.''
''Αλλιως να μην παω καν, δικα της λογια.''διακρινει τον εκνευρισμο στην φωνη του.
''Νταξει, ετσι κι αλλιως το σακακι στο χερι θα το εχεις, οι καλοκαιρινοι γαμοι δεν θελουν πολλα πολλα.'' μουρμουρισε αφηρημενη.
Που ειναι ολα τα μπεζ εσωρουχα μου;
''Καλα δεν τον λες και καλοκαιρινο γαμο...''σκεφτηκε μονος του.''Τελος παντων εσυ τι θα βαλεις;'' την ρωτησε και η κοπελα χαμογελασε στο συρταρι.
Κανει μακρινα σχεδια, καλο αυτο.
''Ε που να ξερω μεχρι τοτε ρε Ορεστη. Αναλογως.'' απανταει χαλαρη.
''Καλα δεν αργει, εγω περιμενα να αγχωθεις παντως.''
Εκεινη καυχαζει.
Καλα για ποσο αγχωτικη με εχει;
''Να αγχωθω για κατι που θα γινει σε δυο μηνες;Απριλιο δεν ηταν ο γαμος;Αν τον αναβαλλουν και λιγο παει Ιουνιο..''
Εκεινος σαν κατι να καταλαβαινει ανακαθεται και ξεροκαταπινει.
Γαμωτο.
''Ναι... αλλα τον μετεφεραν στις 14."προφερει προσεκτικα, η Κυβελη ομως ακομα να καταλαβει.
''Ωραια ακομη καλυτερα, μεχρι τον Ιουνιο ελπιζω να εχει βγει και η καινουργια κολεξιον Toi moi.''
''Στις 14 Μαρτιου.''
Σταματησε για λιγο να αναπνεει για να αφουγγραστει τις λεξεις του.
Τι;
Γυριζει απο την αλλη, κοντοστεκεται και τον κοιταζει μπερδεμένη.
Τι;
Αφηνει το σουτιεν της να πεσει στο πατωμα.
Τι ;
''ΤΙ;''
''Στο ειπα προχθες!'' δικαιολογήθηκε γρηγορα σηκωνοντας να χερια ψηλα σαν να παραδινεται.
Φοβηθηκε για λιγο.
''Οχι! Ειπες στις 14 !'' σκεπτόμενη την συζήτηση τους πάλι άρχισε να αναρωτιέται.
''Ναι, 14 Μαρτιου!" Υποστήριξε.
"Δεν θεωρεις καπως λογικο να προσθεσεις τον μηνα; Ειδικα οταν ειναι 5 μερες μακρια;''
''Ενταξει σιγα, δεν ειναι οτι παντρευεσαι εσυ.'' της απαντησε αν μη τι αλλο χαλαρος.
Θα τον σκοτωσω.
''Ενταξει; Σιγα; Μου κανεις πλακα;''
Εκεινος σιχτιρισε που δεν ειχε αυτοκινητο να μπει να φυγει μακρια. Της χαμογελασε ενοχα. ''Οχι...''
''Αυτο ειναι αυριο! Αυριο ειναι 14!!''περναει το χερι μεσα απο τα μαλλια της εξαλλη.
Τι θα προλαβω μεχρι αυριο; Να βρω ρουχα; Να βρω παπουτσια; Κοσμηματα; Τσαντα;
''Για αυτο στο υπενθυμισα...εγω στην θεση σου θα αγχωνομουν λιγο.'' σηκωθηκε ορθιος και την πλησιασε ξεροντας οτι παιζει με την φωτια.
Η Κυβελη παθαινει σοκ. ''Δεν παω πουθενα!Ας μου το ελεγες νωριτερα!'' του δηλωνει 'τελεσιδικα'.
Ο Ορεστης καυχαζει.''Ουαου...ανυπομονω να πω στους γονεις και στους συγγενεις μου οτι δεν ηρθες επειδη δεν προλαβαινες να διαλεξεις φορεμα.''
''Εγω φταιω τωρα;'' αναφωνει.
''Κυβελακι χαλαρ-''
Ηταν η σταγονα που ξεχειλισε το ποτηρι.
Εσφιξε τα δοντια και προσπαθησε να μην τον χτυπησει. Εις διπλουν τραυματιας; Δεν θα τον αντεχε.Ετρεμε απο τον εκνευρισμο και την απαθεια του.
Μια ειδοποιηση ηρθε στο κινητο του Ορεστη, ανακουφισμενος που δεν θα χρειαζοταν να την ακουσει να ωρυεται χαμογελασε στον σωτηρα του και εγραψε κατι ως απαντηση.
Σοβαρα τωρα;
Μαλλον κι ο ιδιος καταλαβαινει οτι πρεπει να εξηγησει.''Ειναι ο πατερας μου κατω με το αυτοκινητο, θες κατι απεξω;'' την προσπερασε βιαστικα.
''Ποιο αυτοκινητο;''
Θεε μου ζω το θεατρο του παραλογου με αυτον τον τρελο.
Κοντοστεκεται για να της εξηγησει ενω παραλληλα βαζει ενα φουτερ που πιανει απο την ντουλαπα του.
''Το δικο μου ειναι για σερβις, ε... και δεν πρεπει να εχω αυτοκινητο; Πρεπει...οποτε θα παρω του πατερα μου για λιγο καιρο, audi ειναι θα σου αρεσει.''
''Α ενταξει γιατι αυτο σκεφτομουν τωρα!Αν θα μου αρεσει!''τον ειρωνευεται μα ειναι ηδη εξω απο το δωματιο.
Εισπνεει βαθια και εκπνεει ακομα πιο βαθια οταν ακουει την πορτα να κλεινει πισω της.
--------------------------------------------------------------------------------------
''Το πιστευεις; Τον πιστευεις; Κι εχει φυγει εδω και δυο ωρες! Νυχτωσε!'' μιλαει με την Φαιη στο τηλεφωνο εκνευρισμενη. Η ωρα εννια και πεντε το βραδυ και ο Ορεστης ουτε φωνη ουτε ακροαση.
''Αν τον κοιταξες ετσι οπως φανταζομαι,εγω στην θεση του θα εφευγα για ολοκληρο βραδυ.'' η φιλη της χαριτολογει, εσκεμμενα συνεχιζει την κουβεντα, μη θελοντας η Κυβελη να την ρωτησει για τον Γιαννη. Δεν εχει περασει ουτε μια εβδομαδα και της λειπει αφορητα. Πιανει τον εαυτο της να μπαινει στο προφιλ του στα σοσιαλ μιντια, στις φωτογραφιες τους στο κινητο και να χαζευει με τις ωρες. Η κολλητη της ευτυχως το γνωριζει αυτο.
''Θα μου φερεις αυριο το γαλαζιο παστελ φορεμα; Και τα φουξια πεδιλα.''
Η ξανθουλα γελαει.
''Αλλο ενα επιτυχημενο ντυσιμο, τι γαλαζιο και φουξια μωρε; Που θα κολλησουν αυτα;'' την κοροιδευει.
''Πρωτον, ειναι παστελ γαλαζιο και ματ βελουδινο φουξια, δευτερον, λεγεται color blocking.'' την ενημερωνει με υφος και πινει μια γουλια απο το κρασι που βρηκε στην καβα.Εχει ανοιχτη την τηλεοραση μα ουτε που προσεχει.
''Αυτες τις εξυπναδες θα λες αυριο οσο κραταω την πρεσα πανω απο τα μαλλια σου;'' η δικηγορινα χαμογελαει στην εστω και ειρωνικη διαθεση της φιλης της.
''Θα μιλησουμε;'' το κλιμα αλλαζει δραστικα και μια ψυχρα πεφτει στην αλλη γραμμη.
Σιωπη για λιγο. Η Φαιη ανασαινει βαρια.
''Οχι αυριο, μεθαυριο, σκεφτομαι να γυρισω σπιτι.'' της ανακοινωνει.
''Τι; Μονη σου; Θες να ερθω;'' προσφερεται αμεσως.
''Δεν αντεχω σπιτι, με εκνευριζουν ολοι. Οσο για το να ερθεις, ξεχασε το, εσυ μεινε με τον Ορεστακο και αν θελω παρεα θα φωναξω-''
''Τον Γιαννη;''
''Την Ερμιονη.'' την διορθωνει.
''Ο Γιαννης ειναι στην Βουλα νομιζω.'' της λεει και απο το -νομιζω- η κοπελα καταλαβαινει οτι ισως εχουν μιλησει.
''Μαλιστα...θα-'' το κλειδι στην πορτα γυριζει και η Κυβελη νιωθει τα νευρα της να τεντωνονται.
''Φαιη μου θα σε κλεισω για λιγο, αυριο στις 2 εδω ναι;'' η κολλητη της γελαει και συμφωνει.
Ο Ορεστης Νικολαϊδης μπαινει μεσα στο σπιτι σαν βρεγμενη γατα, επιδεικτικα βγαζει τα all-star του, και αφηνει τα κλειδια του στο τραπεζακι. Ολη την ωρα κραταει οπτικη επαφη με την Κυβελη.Δειλα δειλα την πλησιαζει.
''Ηλπιζα να βρεις το κρασι...'' σχολιαζει και βγαζει μια σακουλα απο την τσεπη του φουτερ του.
Απο την πορτοκαλι φωτεινη συσκευασια η κοπελα αναγνωριζει το αγαπημενο της γλυκο.
''Νομιζεις οτι θα αποφυγεις τον εξαψαλμο με ενα πακετο Reese's;'' τον ρωτα αυστηρα και εκεινος προσπαθωντας να μην γελασει γνεφει αρνητικα.
''Παρηγγειλα πιτσα, με πεπερονι, σε λιγο θα ερθει.'' της λεει κι εκεινη τον κοιτα για λιγο ανεκφραστα. Ο Ορεστης αγχωνεται και βλαστημα μεσα του που δεν πηρε δευτερο πακετο Reese's.
Με αυτα πιστευει θα με ριξει;
Βασικα ενταξει...αρκουν προς το παρον.
Του χαμογελα.
''Τι θα κανω με εσενα μου λες;'' τον ρωτα με παραπονο κι εκεινος χαλαρωνει.
Σκαρφαλωνει στον καναπε και στεκεται απο πανω της. Οι μπουκλες του αναπηδουν. Βυθιζει το κεφαλι του στον λαιμο της και απλωνει μικρα φιλακια παντου γρατζουνωντας την με τα μουσια του.
''Μωρο μου.'' φιλι στον λαιμο.
''Δικηγορινα μου." φιλι στο μαγουλο
''Κυβελακι μου." φιλι στο αλλο μαγουλο.
Σταματα για λιγο και την κοιταζει στα ματια.
''Συγγνωμη που ξεχασα να στο πω.''
Ξεφυσαει εκεινη και κουναει το κεφαλι αποδοκιμαστικα.
Αναθεματισμενε βιολιστη της κακιας ωρας...τι θα κανω μαζι σου;
----------------------------------------------------------------------------------------------
Η Νεφελη στριφογυρισε τα ματια.
''Μα να το βαλει το παιδι να αλλαξει τον προορισμο για το ταξιδι του μελιτος; Απαραδεκτη''
Το λευκο παντελονι της επεφτε αερινο στο πατωμα, ενω απο πανω το χρυσο σαμπανιζε μπλουζακι εδινε λαμψη το λευκο κουστουμι.
Ηταν 4 και τεταρτο.Η Κυβελη εβαφε με διαφανο μανο τα νυχια της και η Φαιη της ισιωνε τα μαλλια που θα επιανε μια ψηλη κοτσιδα.
Οι γονεις του Ορεστη ειχαν ερθει μαζι με τον αδελφο του και η Νεφελη προφανθηκε ανανεωση μακιγιαζ για να τρυπωσει το δωματιο που ηταν οι δυο φιλες και να κουτσομπολεψουν.
''Οταν την εφερε σπιτι να την γνωρισουμε, θυμαμαι ο αντρας μου πηρε πιο κει τον Αγγελο, και τον συμβουλεψε να το ξανασκεφτει, ξερεις...με εμμεσο τροπο, ο ανιψιος του ομως ανενδοτος! Ας τα λουστει τωρα! Γιατι εγω στον σταυρο που σου κανω πιο ακαταδεκτο πλασμα δεν εχω γνωρισει!''
Οι κοπελες γελανε.
''Ε θα ερωτευτηκε το παιδι...'' η δικηγορινα σχολιαζει πιο συντηρητικα.
Η γυναικα ξεφυσηξε και εβαλε λιγη πουδρα στην μυτη της.
''Εσυ τι θα βαλεις;'' αλλαζει θεμα.
''Αυτο σκεφτομουν...'' διστακτικα δειχνει το φορεμα που κρεμεται.
Στην πραγματικοτητα το εχει ηδη αποφασισει, αλλα η εγκριση της θα βοηθουσε καπως.
Επροκειτο για ενα τρομερα ιδιαιτερο ρουχο.
Το γαλαζιο παστελ φορεμα εφτανε μεχρι τα μισα της γαμπας της και συνδυαζε τιραντα με τριπλο βολαν στους ωμους, Χ στην πλατη που ξεγυμνωνε το δερμα μεχρι την μεση της. Το λεπτο απαλο υφασμα στενευε στους γοφους και ανοιγε παλι μετα τους μηρους της σε Α γραμμη. Οταν το ειχε πρωτοδει της θυμισε λατιν χορο, κι επειτα παρτι για τσαι. Πανω στο λευκο της δερμα ομως της θυμισε κατι μοντερνα θηλυκοκαι συναμα πολυ κομψο.
Για να σπασει το 'γλυκο΄, 'ρομαντικο' συνολο, φορεσε φουξια πεδιλα με λεπτο τακουνι και λουρακι που εδενε στον αστραγαλο κι επειτα ενωνοταν με την γραμμη που συγκρατουσε τα δαχτυλα της.
Η Νεφελη το επεξεργαστηκε για λιγο. Χαμογελασε στην Κυβελη.
''Μ' αρεσει πολυ.''
Βαφτηκε απαλα, με λεπτη γραμμη eyeliner, μασκαρα και ματ κραγιον σε αποχρωση σαπιο μηλο.
Η κοτσιδα ηταν πιο περιπλοκη απο οτι φαινοταν, ή τουλαχιστον ετσι το εκανε η Φαιη να φαινεται, που περηφανευτηκε οταν πηρε μια τουφα και την τυλιξε γυρω απο το κοκκαλακι για να μην φαινεται.
Ο Ιακωβος χτυπησε την πορτα.
Εβαλε το κεφαλι μεσα και τις κοιταξε απο πανω μεχρι κατω.
''5 παρα δεκα.''ενημερωσε κοφτα και βγηκε παλι εξω.
Ο Ορεστης φορουσε, παρα τις ενστασεις ολων, απλο λευκο πουκαμισο και παντελονι, χωρις γραβατα, και η Κυβελη ηταν σιγουρη οτι τον ειδε να κουβαλαει ενα κοντομανικο και ενα φουτερ. Μολις το βλεμμα του επεσε πανω σε εκεινη που πλησιαζε απο τον διαδρομο χαμογελασε φωτεινα.Δεν ηξερε τι να της πει, και ο πατερας του τον κοροιδεψε πνιχτα για αυτο.Οι καμπυλες της αναδεικνυονταν οταν προχωρουσε ενω το υφασμα φαινοταν να ρεει και να χορευει παραλληλα με το πατωμα.
Καθισε στο μπρατσο της πολυθρονας του.Τιναξε μηχανικα την ανυπαρκτη σκονη στον ωμο του πουκαμισου και μπηκε σε πειρασμο να αγγιξει τις μπουκλες του, να περασει τα χερια της αναμεσα τους και να τραβηξει απαλα, μα δεν ειχε αγνοησει τον ελαφρυ πονοκεφαλο που ειχε, ακομα και αν ο γιατρος ειπε οτι ηταν φυσιολογικο.
''Λοιπον;'' τον ρωτησε περιμενοντας καποιο κοπλιμεντο, εκεινος ειχε μεινει διχως λεξεις.
Για την ακριβεια, ηθελε να την τραβηξει πανω του και να της αλλαξει τα φωτα, αλλα ηξερε οτι και ενα φιλι αρκουσε ωστε να ξυπνησει τις πουριτανικες αρχες της.
Ο πατερας του ξεροβηξε θελοντας να αποφυγει αυτο που εποταν. Η Κυβελη αμεσως τον κοιταξε.
''Να σε προειδοποιησω οτι η αδελφη μου ειναι λιγακι... εμ...εντονη'' εψαχνε κι ο ιδιος τις λεξεις, μα ο Ορεστης τον προλαβε.
''Δεν εγκρινει τον γαμο,θα δεις! Η Αντιγονη τα σπαει!''στον αποδοκιμαστικο υφος του πατερα του που εκρυβε αληθεια εκεινη γελασε και χαιδεψε αφηρημενα το σημειο στο πουκαμισο που πριν τιναζε. Ο βιολιστης, αν και ηξερε οτι δεν της αρεσαν οι δημοσιες εκδηλωσεις αγαπης, περασε στο χερι του γυρω απο την μεση της και την τραβηξε να κατσει πανω στα ποδια του.
''Ρε Ορεστη-'' την εκοψε.
''Θα μου χαρισετε εναν χορο αποψε;'' την ρωτησε γοητευτικα και η Κυβελη ενιωσε την αναγκη να κρυφτει στην καμπυλη του λαιμου του.
''Θα το σκεφτω.'' του απαντησε ναζιαρικα.
Εσμιξε τα φρυδια και την κοιταξε ταχα θιγμενος, μα στην πραγματικοτητα το μονο που ηθελε ηταν να ξεκλεψει ενα φιλι απ'τα βαμμενα σαρκωδη χειλη απεναντι του.
Ο Πετρος τους κοιταξε προβληματισμενος. Ειχε υποπτευθει τι συνεβαινε και οι φοβοι του επιβεβαιωνονταν για την συνεχεια. Αντικρισε ομως στα ματια του γιου του, κατι που ειχε χρονια να δει αληθινα. Φοβοταν στην οψη του και μονο, δεν μπορουσε πλεον παρα να αναρωτηθει για το τελος αυτων των δυο. Τρεμοπαιζε κατι αναμεσα τους, αντανακλουσε απο τα ματια του ενος στου αλλου και επεπλεε στον αερα που αναπνεαν.
Φως.
-------------------------------------------------------------------------------------------
Πραγματι, η μητερα του γαμπρου ανοιξε την πορτα και εμφανιστηκε μπροστα τους με ενα υφασματινο μαυρο φορεμα μεχρι το γονατο, σε Α γραμμη και με βατες στους ωμους και μαυρες γοβες.
Η Κυβελη προσπαθησε να πνιξει ενα γελακι στο δραματικο της υφος.
"Βρε Αντιγόνη!" αναφώνησε η Νεφέλη .
Ο Ορεστης την φιλησε σταυρωτα''Θεια θα σε μαλωσω! Ξεχασες το βελο!''
Εκεινη σηκωσε απειλητικα το χερι για να τον χτυπησει και ο βιολιστης χασκογελασε μπαινοντας μεσα.
''Ρε αντε απο δω!Χαμενο! Έχε χάρη που είσαι τραυματίας αλλιώς θα σου λεγα εγώ"
Ηταν ξανθια, βαμμενη, αν εκρινε απο τα φρυδια της, και φαινοταν ευγενικος ανθρωπος.
''Εσυ πρεπει να εισαι η Κυβελη.Αντιγονη χαρηκα!'' της χαμογελασε δινοντας της το χερι, ενα χαμογελο που γρηγορα εξασθενησε καθως επανηλθε στην πραγματικοτητα.
Ο αδελφός της αγριοκοιταξε το ποτήρι που κρατούσε στο χέρι.''Τα πινεις απο τωρα;''
''Απο τις 2 και 19 βασικα!'' πεταχτηκε ενας αντρας πισω της.
Η Αντιγονη στριφογυρισε τα ματια και τους εκανε νοημα να περασουν μεσα.
Στον καναπε καθονταν δυο νεαροι και ο πατερας του γαμπρου. Ο Ορεστης περασε το χερι του γυρω απο την μεση της κοπελας και την τραβηξε προς το μερος τους για να κανει τις συστασεις.
''Θειε απο εδω η Κυβελη, Κυβελακι ο θειος μου ο Σταθης.'' εκεινος ηταν αρκετα ευθυμοτερος
''Γεια σας! Χαρηκα πολυ!''
''Παρομοιως κοριτσι μου, λυπαμαι που θα μας γνωρισεις σε αυτη την...ιδιαιτερη μερα.'' της απολογηθηκε. Γρηγορα του ειπε οτι ειναι ενταξει και προσπαθησε να βγαλει τον εαυτο της απο την δυσκολη θεση.
Ο βιολιστης την 'ξεμπλεξε' ευτυχως, και με μια θερμη αντρικη χειραψια χαιρετησε τους δυο νεαρους που καθονταν στον καναπε.
''Γιωργο, Ανεστη, η Κυβελη!''
Ο Ανεστης της εδωσε πρωτος το χερι.
''Εσυ εισαι η δικηγορινα λοιπον...δηλωνω γοητευμενος.'' η Κυβελη αφοπλιστηκε απο το απροκαλυπτο ενδιαφερον του, μα ο Ορεστης διπλα της απλα γελασε.
''Που ειναι ο γαμπρος;'' φωναξε και πλησιασε την μεγαλη σκαλα για τον πανω οροφο.
Καλα ουτε καν βλεφαρισε; Δεν ηταν πρωτη φορα που την ξεφνιαζε η αταραξια του.
Ο Γιωργος της εκανε νοημα να περασει μπροστα.
''Δεσποινις μου..''
Ελα ο περιεργος.
Ο Αγγελος, ο γαμπρος, ηταν καταγχωμενος και σχεδον ετρεμε.
"Τι εγινε ρε και εχεις ασπρισει;'' ο Ορεστης τον κοροιδεψε και τον χτυπησε στην πλατη. Μαζι του ηταν κι ο κουμπαρος, ο Ακης, που η Κυβελη θα ξεχνουσε το ονομα του το ιδιο λεπτο.
''Θρηνει για την εργενικη ζωη που αφηνει πισω του!'' κοροιδευει ο Ανεστης και πινει μια γουλια απο το ποτο του.
''Καλα μαλακα εχασες χθες στο μπατσελορ!''
''Ρε τι του λες;'' επεμβαινει ο Γιωργος. ''Και που ηρθε στον γαμο πολυ του ηταν!''
Ο κουμπαρος καπνιζει πουρο και πινει ουισκι.
''Καλα καλα ...ενα μονο εχω να σου πω...ο,τι γινεται στο Αλκατραζ μενει στο Αλκατραζ!'' του κλεινει το ματι.
Ποιο Αλκατραζ; Χαρρυ Ποτερ ειδαν;
Η Κυβελη σμιγει τα φρυδια μπερδεμενη, δεν καταλαβαινει τι εννοουν. Αυτο κανει τον Ορεστη να γελασει και περνωντας το χερι του γυρω απο τους ωμους της να της αφησει ενα απαλο φιλι στον κροταφο.
''Το αθωο μου κοριτσι δεν εχει ακουστα το μεγαλυτερο στριπτιτζαδικο της Ελλαδας'' κοροιδευτικα της ψιθυρισε κι εκεινη γουρλωσε τα ματια επιφεροντας το γελιο και των υπολοιπων που εμοιαζαν να βρισκουν διασκεδαστικη την αφελεια της.
Ανασηκωθηκε αποτομα και βγηκε απο το κρατημα του Ορεστη.
''Αρκετη παρεα καναμε και σημερα, παω κατω να περιμενω.'' μουρμουρισε καπως ντροπιασμενη.
''Οχι Κυβελακι κατσε στην παρεα μας!Δεν θα ειμαστε καφροι το υποσχομαι!'' ο Γιωργος νιαουρισε και εκεινη με το ζορι συγκρατηθηκε να μην στριφογυρισει τα ματια της. Τον Ορεστη δεν εμοιαζε να τον πειραζει.
Αναισθητε.
Εκανε μεταβολη και βγηκε απο το δωματιο. Μολις εκλεισε την πορτα πισω της ο Ανεστης σφυριξε απαλα.
''Μαλακα τι γκομεναρα ειναι αυτη...''
''Γκομεναρα δεν λες τιποτα!" συμφωνει ο Γιωργος.
''Δεν υπερεβαλλε ο Αγγελος.''
''Ειναι οντως πολυ ομορφη.'' ο Ορεστης ανασηκωνει τους ωμους και ξεσφιγγει λιγο την γραβατα του.
''Ρε τι ομορφη; Την βλεπεις και χ-''
''Σεμνα!'' ο Αγγελος παρεμβαινει και ο Ορεστης κουναει το κεφαλι του αποδοκιμαστικα.
''Και χαιρεσαι ηθελα να πω.'' λεει χαζογελωντας.
''Και κοκκινομαλλα!'' ο Ακης εχει τον αμαζευτο.
"Και κωλ-''
''Ρε τι θα γινει; Θα την ματιασετε!'' ο βιολιστης γελασε.
''Ναι ρε αφηστε την κοπελα, παντρευομαι!''
''Προβλημα σου'' οι δυο φιλοι απαντησαν ταυτοχρονα.
Ηρθε ο φωτογραφος, εβαλαν μουσικη, ηπιαν, ολοι εκτος απο τον Ορεστη, εβγαλαν φωτογραφιες καθως ντυνοταν ο γαμπρος, με την παρεμβαση των φιλων του παντα να τον ρεζιλευουν, ξυριστηκε κιολας.
''Και ταξιδι του μελιτος που θα πατε;'' ρωτησε αφελως η κοπελα και ο Αγγελος ξεφυσηξε.
''Εγω ειχα κλεισει ενα υπεροχο ταξιδακι, στην γη του πυρος, αλλα η Αλεξ θελει λεει κατι που 'τουριστικο' '' η Κυβελη ξεροκαταπινει και συμφωνει μαζι του.
Ο Χριστός.
Γερνει προς το μερος του Ορεστη.
''Αν μου κλεισεις ταξιδι στην γη του πυρος ποτέ, θα σε χωρισω.'' τον απειλει ψιθυριστα και εκεινος γελαει περνωντας το χερι του γυρω απο τους ωμους της.
''Χαιρομαι που το αναφερεις, ηθελα μια διεξοδο.'' κοροϊδευει για να την δει να αντιδρα.
Μια ωρα αργοτερα και ενω ετοιμαζονταν να φυγουν ο Αγγελος πλησιασε τον βιολιστη που παρακολουθουσε τους αλλους να χορευουν απο το σαλονι.
''Ρε συ..'' τον πιανει απο τον ωμο και τον κρατα πιο πισω.
''Αυτοι εχουν περικυκλωσει την δικια σου κι εσυ καθεσαι;'' παραξενευεται απο την χαλαροτητα του.
Κοιτα προς το μερος της Κυβελης, σαν κορακια στην ερημο εχουν μαζευτει γυρω της οι φιλοι του ξαδελφου του.
''Καλα ειναι, αν θελει να φυγει θα φυγει.'' ανασηκωνει τους ωμους και βυθιζει τα χερια στις τσεπες του.
''Δεν ζηλευεις; Θα θελα να ξερα πραγματικα.'' παραδινεται και σφιγγει καλυτερα την γραβατα του.
''Ρε τι να ζηλεψω; Το τριο στουτζες; Εδω δεν ζηλεψα αλλα κι αλλα...'' λεει ενω στην πραγματικοτητα εννοει : που της την επεφτε ο παιδικος μου φιλος και τα ειχε με τον θειο μου.
''Παντα αλαζονας ξαδελφακι.'' σχολιαζει
''Παντα ρεαλιστης.'' τον διορθωνει και γελανε. ''Για πες εσυ; Πως νιωθεις;'' ευκολα αλλαζει θεμα.
''Τρεμω.'' του απανταει ειλικρινα.
Ο Ορεστης γελαει ''Κι εγω θα ετρεμα αν παντρευομουν την Ουρσουλα.'' χαριτολογει για να τον χαλαρωσει.
''Ειπες την συμπαθεις!'' αναφωνει ετοιμος οντως να χαμογελασει.
''Ναι, οσο ειναι η κοπελα του ξαδελφου μου πολυ! Αλλα τερμα αυταρχικη αδελφε, δεν τα αντεχω εγω αυτα.'' δηλωνει τελεσιδικα.
''Αχ Ορεστακο κι εγω αυτα ελεγα...θα τον βρεις τον δασκαλο σου.'' τον πειραξε τσιμπωντας του το μαγουλο και ο βιολιστης του χτυπησε το χερι μακρια γελωντας.
''Δεν εχει γεννηθει ακομα η γυναικα που θα με κανει εμενα ο,τι θελει.''
''Καλα τραγουδα εσυ...'' του εκανε νοημα να δει στην ευθεια τους την Κυβελη που αφηνε τον Ανεστη να την κανει μια στροφη καθως χορευαν ενα νησιωτικο.
''Κι η τυχη σου δουλευει.''
Κοιταξε τον ξαδελφο του να την παρατηρει χαλαρος, νομιζοντας οτι εχει ανοσια, και πως δεν θα βρισκοταν ποτε στην θεση του.
Κι ο Αγγελος γελασε, οπως η μοιρα ειχε γελασει τεσσερις μηνες πριν.
Δεν εχεις ιδεα τι σε περιμενει Ορεστακο.
----------------------------------------------------------------------------------------
Στην εκκλησια, οι 500 καλεσμενοι αρχισαν να διαμαρτυρονται οταν η νυφη εκλεισε 20 λεπτα αργοποριας.
''Δεν ξερω για σενα, αλλα εμενα αυτο που μοιαζει με προβαδισμα, ξεκινα να τρεχεις!''ο Ορεστης τον πειραξε και η Ακης διπλα του γελασε.
''Μην τον αγχωνετε!''η Αντιγονη τους επεπληξε βλεποντας το αγορακι της να ασπριζει κι αλλο.
Η Κυβελη ισιωσε το φορεμα της και μετακινησε το κεντρο του βαρους της στο αλλο ποδι.
''Κι αυτη ελεος πια! Ποια νομιζει οτι ειναι; Ας ερθει επιτελους''
Ο Ορεστης εγειρε προς το μερος της για να μην τον ακουσουν οι αλλοι.
''Εχω διαβασει καπου οτι οι γαμοι ειναι σαν τα μπουζουκια, το μεγαλο ονομα παει στο τελος.''
Στριφογυρισε τα ματια.''Το μεγαλο νουμερο εννοεις.''
Πανω στην ωρα, κορνες ακουστηκαν και ο κοσμος αναθαρρεψε.
Η νυφη ηταν εντυπωσιακη και η τελετη ανελπιστα συντομη.Επειτα ομως στιβαχτηκαν σε μια ατελειωτη σειρα για να συγχαρουν το ευτυχες ζευγος και τους συγγενεις.
''Ωραιος γαμος ε Πετρο;Σαν τον δικο μας.'' η Νεφελη ειχε πιασει αγκαζε τον συζυγο της οσο περιμεναν.
''Εγω ξερω οτι ο κοσμος πεθαινει στα νοσοκομεια σε ολοκληρο τον κοσμο απο κορονοιο, η οικονομια καταρρεει και εμεις τον χαβα μας!''
Ξεφυσηξε.
''Ναι...ακριβως σαν τον δικο μας.''
Εφτασε επιτελους η σειρα τους.
Η Αντιγονη αγελαστη και σοβαρη δεν συμορφωθηκε απο το αγριο υφος του αδελφου ή του συζυγου της.
Ο Ορεστης φυσικα δεν εχασε ευκαιρια.
Της εδωσε το χερι σοβαρος.''Τα συλληπητηρια μου θεια''
Εκεινη μονο που δεν εκλαψε ''Ευχαριστουμε''
Η Κυβελη αλλαξε δεκα χρωματα και απο το σοκ της ουτε που χαιρετησε.
'Εισαι τρελος;'' ψιθυρισε φωναχτα.
Ο βιολιστης ομως προχωρησε στην νυφη που μαλλον δεν του ετρεφε και ιδιαιτερη συμπαθεια και σιγουρα ακουσε το αστειο του.
''Ζαχαρη θα περασεις'' κοροιδευει και εκεινη ξινιζει
''Εσεις πότε με το καλο;'' ρωταει κοιτωντας αναμεσα τους.
Ο Ορεστης την κοιτα με το ιδιο ξινισμενο υφος, πριν δωσει το χερι στον ξαδελφο του.
''Και του χρονου.''
Δυστυχως για εκεινους, ηταν καλεσμενοι και στην εκδηλωση μετα, και μαλιστα σε τραπεζι διπλα στην πιστα. Αυτο καθιστουσε ανεφικτο το να φυγουν στις 11, οπως της υποσχεθηκε. Παρ'ολα αυτα, το κλιμα ηταν ευχαριστο. Ο Πετρος της ελεγε ιστοριες απο την σχολη, ο Ιακωβος εφερνε αντιρρησεις σχετικα με τα μαθηματα συγκριτικα με οσα εκανε εκεινος στο Λονδινο, ενω η Κυβελη ακουραστα τους ακουγε να συμφωνουν και να διαφωνουν.
Η Νεφελη βεβαιωνοταν οτι δεν εμενε ποτέ μονη, και οταν εμενε, της μιλουσε για ασχετα θεματα ή σχολιαζε το πως ο Ορεστης, παρα τις οδηγιες του γιατρου ηταν ολη την ωρα ορθιος.
''Κυβεληη..''ο Γιωργος, ο φιλος του γαμπρου, βρεθηκε απο πανω της και τεινοντας το χερι του προς το μερος της,της προτεινε να χορεψουν.
Κοιταχτηκε στιγμιαια με την Νεφελη, η γυναικα της χαμογελασε ενθαρρυντικα.
Οταν ξενο ρυθμικο κομματι ηχησε, διχως να περιμενει απαντηση επιασε την κοκκινομαλλα και την εσυρε κυριολεκτικα στην πιστα που κι αλλοι χορευαν.
''Θα το χορεψουμε σαν mambo, ξερεις;'' την ρωτησε και εκεινη εγνεψε θετικα, φανερα ξαφνιασμενη.
Τους πηρε δυο λεπτα να συγχρονιστουν και η Κυβελη αρχισε να το απολαμβανει, οταν ενιωσε ενα χερι στην μεση της, σε δευτερολεπτα με δυναμη επεσε πανω στο στερνο του Ορεστη που την κοιτουσε με ενα πονηρο μειδιαμα.
''Νομιζα οτι ο πρωτος χορος ηταν δικος μου.''
Ο Γιωργος γελασε μα ευτυχως υποχωρησε.
'' Αργησες φιλε.''
Ο βιολιστης τυλιξε τα χερια του γυρω απο την μεση της και την εφερε ακομη πιο κοντα του.
Η Κυβελη σκεπτομενη το ποιος μπορουσε να τους δει τον εσπρωξε μακρια, ματαια βεβαια, γιατι το κρατημα του ηταν ατσαλινο.
Σηκωσε το κεφαλι και τον αγριοκοιταξε.
''Ρε Ορεστη...'' ψιθυρισε μεσα απο τα δοντια της.
Κατεβασε τα χερια του στους γοφους της και σαν να ηταν απο πηλο τους καθοδηγησε αριστερα και δεξια στον ρυθμο της μουσικης.
''Δικηγορινα θα σε ξεθεωσω...στο υποσχομαι''
Και το εκανε, αφηνοντας την να αναρωτιεται αν υπηρχε κατι που δεν εκανε γοητευτικα ή αν ηταν τοσο ερωτευμενη που καθετι εκανε, το εβρισκε ακρως γοητευτικο.
Ορεστης.
''Οπα δικηγορινα ηρεμα!'' της εκανα νοημα να κατεβασει τους τονους. Αλλα ποιον κοροιδευα; Ηταν μια κατηγορια απο μονη της οταν μεθουσε.
3:05 το ξημερωμα, κι εκεινη ειχε τραγουδησει ολη την δισκογραφια της Θεοδωριδου στην επιστροφη.
Μου χαμογελασε παιχνιδιαρικα και εγειρε στον τοιχο.
''Σσσ'' της εκανα νοημα κι εκεινη ακουμπησε τον δειχτη αναμεσα στα χειλη της επαναλαμβανοντας την κινηση μου, σαν μικρο παιδι.
Γυρισα το κλειδι στην πορτα και ανοιξα το φως για να μην πεσει κατω οπως μπαινει.
Μετα βιας εδωσε ωθηση στο σωμα της και σταθηκε ορθια.
Με προσπερασε σαν ντιβα και προσγειωθηκε στην μαυρη πολυθρονα μου.
Ακουσα θορυβο απο το διαμερισμα της κυριας Ριτσας και ξερω οτι αυριο νωρις νωρις θα ερθει να χτυπησει το κουδουνι σαν εκδικηση που την ξυπνησαμε.
Κλειδωσα την πορτα και εβγαλα τα παπουτσια και το σακακι, γυρισα προς το μερος της και την ειδα να παλευει με τα σανδαλια της. Ειχε λυσει τα μαλλια της που πλεον επεφταν στους ωμους και την πλατη της σαν κοκκινη κουρτινα. Με αγαρμπες κινησεις προσπαθουσε να βγαλει τα λουρακια των παπουτσιων της.
''Ερχεσαι στα μεθυσια μου...και πιανεις πρωτη θεση...'' μουρμουριζει διχως ρυθμο μα θυμηθηκα οτι ηταν ενα απο τα τραγουδια στον δισκο που της δωρισα.Το ακουσε κι αυτο;
''Τι εγινε; Αλλαξαμε ρεπερτοριο;'' ειρωνευομαι πειρακτικα και με κοιταζει πονηρα λυνοντας και το αλλο κορδονι.
'' Λες και δε ξέρεις πως μεθώ...Γιατί όταν είσαι όπου βρεθώ ...Τ' αφήνω όλα στη μέση''
Εφερε τα ποδια της πανω στην πολυθρονα και ετριψε με κυκλικες κινησεις τον αστραγαλο της μουγγριζοντας ελαφρως. Οι ηχοι που βγαινουν αβιαστα απο τα χειλη της με κανουν να ξεχναω τον υπνο και τα παντα.
Την θελω εδω και τωρα.
Ευτυχως για εκεινη σηκωθηκε ορθια κοιτωντας με σαν να περιμενει κατι. Μου χαμογελαει λες και ειναι η πιο ευτυχισμενη γυναικα του κοσμου. Ειναι;
Εγω την εκανα;
Της δινω το χερι και με σηκωνει ορθιο.
''Εγώ εσένα αγάπη μου. Και σου το λέω στα ίσια...''ξεχναει μερικα μα με τραβαει προς το μερος της και υψωνει τα ενωμενα χερια μας κανοντας μια στροφη τον εαυτο της.
Ειναι τρελη...
''Κυβελακι; Εισαι καλα;'' δεν ξερω γιατι αλλα χαμογελαω πολυ, δεν μπορω να σταματησω.
Τυλιγει τα χερια της γυρω απο την μεση μου και ακουμπα το σαγονι στο στενο μου, το φορεμα της ρεει αναμεσα μας.
Την αγκαλιαζω απο τους ωμους και αβολα ακολουθω τον απαλο ρυθμο του χορου της.
''Δε σε πενθώ στο δάκρυ μου.'' σοβαρευει λιγο ''Ούτε στ' άδειο κρεβάτι μου...'' τραγουδα ψιθυριστα και με κοιταει στα ματια, σαν να ξερει κατι που δεν ξερω, σαν μολις να καταλαβε τι σημαινουν οι λεξεις που τοση ωρα προφερει.
Εκεινα τα μαυρα ματια κρυβουν μεσα τους περιεργα χρωματα.
''Με πενθεις;'' την ρωτω χαριτολογωντας.
Σοβαρευει κι αλλο, τα χειλη της σχηματιζουν ενα συνοφρυωμενο χαμογελο.
''Εγώ εσένα αγάπη μου...Σε κλαίω στα μεθύσια.'' η φωνη της σβηνει και ακουμπα το κεφαλακι της πανω μου χορευοντας στην σιωπη. Με αγκαλιαζει σφιχτα.
''Θα σε πενθησω...'' μου ψιθυριζει, σαν μολις να το καταλαβε και η καρδια μου συσπαται αγαρμπα.
Μενω ακαμπτος να αναρωτιεμαι τι την μελαγχολησε τοσο αποτομα.Της χαιδευω τα μαλλια και την φιλαω στην κορυφη των μαλλιων της, χορευω στην μεση του σαλονιου, μεσα στην απολυτη σιωπη.
Θα σε πενθησω.
Την φιλαω ξανα, και ξανα ...και ξανα.
Γαμωτο.
Κι ας μην το ξεστομισε ποτέ, κι ας τον προδωσε το μελλοντικο του παρελθον, εκεινο το βραδυ, στιγμιαια, ειδε το φως.
Κεφαλαιο υπ αριθμον 34 : Μεταφραση.
Αφοτου σε γνωρισα, πιστεψα στα παντα· στον ερωτα με την πρωτη ματια, στις πεταλουδες, στον στατικο ηλεκτρισμο.
Λιγο αφου σε γνωρισα,ζητησα συγγνωμη απο τους κλασικους, τους αρχαιους και τους τραγικους, και διαβασα Αρλεκιν.
Οταν σε γνωρισα, πηρα μια βαθια ανασα την στιγμη που προφερες το ονομα μου, το αγαπησα μεμιας.
<<Ετσι με λενε;>> αναρωτηθηκα.
Μολις σε γνωρισα σκεφτηκα οτι δεν θα με πονουσες ποτέ, για αυτο ισως και να αντεχα τον πονο.
Κοιμομουν ηρεμη ωσπου σε γνωρισα, κι επειτα εμενα ξυπνια μεχρι τις 4 το πρωι χαζογελωντας μαζι σου στο τηλεφωνο, δεν νυσταζα το επομενο πρωι, ο υπνος μου φαινοταν περιττος.
Αφοτου σε γνωρισα, εσβησα κερακια δυο φορες, και ευχηθηκα να μην αλλαξει τιποτα.
Σε γνωρισα και καθε εποχη εγινε η αγαπημενη μου, δεν τις ξεχωριζα! Δεν με ενοιαζε, αρκει που ημουν μαζι σου, το καλοκαιρι με την αλμυρα της θαλασσας στο χειλη, τον χειμωνα με την επιγευση της ζεστης σοκολατας,την ανοιξη αναμεσα απο λουλουδια και το φθινοπωρο με θεα την χλωμη Αθηνα.
Απο τοτε που σε γνωρισα με ενεπνευσες για πραγματα που δεν θα σου πω ποτε, εγραψα λεξεις που δεν φανταζομουν οτι θα σκεφτω και σχηματισα φρασεις που αργοτερα θα με πονουσαν.
Εναν μηνα αφοτου σε γνωρισα, η φιλη μου ειπε οτι τα ματια μου λαμπουν περιεργα.
Μια εβδομαδα μετα την γνωριμια μας,εμεινα ξαγρυπνη με την αδελφη μου, η καθε μια χαμενη στο κενο της.
Μια μερα μετα, προσπαθουσα να κατευνασω την καρδια μου στην σκεψη σου και μονο.
Την μερα που σε γνωρισα, γκρεμισες πρωτα εναν τοιχο μεσα μου, το φως απλωθηκε στην καρδια μου διαχυτο και μουδιασα, η γλυκια θερμη, οι ακτινες πανω στο δερμα μου, εσυ να με κρατας απο τους ωμους...
Πηρα βαθια ανασα.
Το -πριν-, εγινε -αφου-.
Και στην μεση;
Στην μεση κενο, απο εκεινα που σου κοβουν την ανασα.
Δεν με ενοιαζε που δεν θυμομουν το πριν, γιατι το πριν δεν ειχε σημασια.
Ουτε ποια ημουν, ουτε τι σκεφτομουν.
Γιατι, πριν σε γνωρισω,δεν ειχα ανακαλυψει ακομα αυτη εδω την εκδοχη του εαυτου μου, που αγαπα τον ρομαντισμο, γραφει Αρλεκιν, που αναστεναζει στο φεγγαρι και αψηφα τον υπνο στον βωμο των ονειρων...και δεν σου κρυβω οτι την αγαπω αυτη την πλευρα μου.
Πριν σε γνωρισω ολα ηταν ξεκαθαρα μεσα μου.
Αφοτου σε γνωρισα...λοιπον,
μεγαλη ιστορια.
Ciao Bellas!
Τι κανετε;Πως ειστε;
Χαλαρο κεφαλαιο σημερα.
Ελπιζω να σας αρεσε.
Αφιερωμενο στην katrindelon και την Roze_17 για την υπεροχη παρεα που μου κρατουν!
Κοριτσια ευχαριστω πολυ και στελνω φιλι μεγαλο.
Για οσα κοριτσια μου που δινουν φετος...
Το εχω και στο βιβλιο που εκτακτως εφτιαξα για συμβουλες και θα συνεχισω με μηχανογραφικα κλπ, αλλα θελω να το δειτε ολες οσες δινετε!
Ένα βράδυ πριν δωσω ρωτησα τη μαμα μου:
"Θα μ' αγαπας το ιδιο ακομη κι αν δεν περασω πουθενα; Θα εισαι ακομα περηφανη για μενα;"
Απο μενα για σενα, αγαπημενε και αγαπημενη.
Σε γνωρισα μεσα απο το αγχος, τις αποριες, τις σκεψεις και την (απ)αισιοδοξια σου.
Ερχονται 12 ωρες που θα σου αλλαξουν την ζωη.Οχι γιατι θα γινει κατι σημαντικό, αλλα γιατι θα καταλαβεις οτι εν τελει δεν ηταν τοσο φοβερο όλο αυτό που τώρα βλέπεις ως γίγαντα, και επειτα καθετι αλλο σε φοβιζε θα το απομυθοποιησεις.
Θα δεις, δεν το βλεπεις ακομα, μα σε εναν μηνα απο τωρα, αρχιζει κατι νεο, ο,τι και να συμβει στις πανελληνιες.Κλεινεις εναν μεγαλο κυκλο της ζωης σου. Τελειωσε η μαθητικη σου θητεια. Αν το καλοσκεφτεις, διανοιεις μια απο τις τελευταιες σου μερες ως μαθητης.
Ξερω οτι αυτη τη στιγμη διαβαζεις ειτε περισσοτερο, ειτε λιγοτερο, αλλα νιωθεις πως δεν ξερεις και δεν θυμασαι τιποτα! Αφησε για λιγο στην ακρη το κινητο, πάρε μια βαθιά ανασα και πιασε παλι το βιβλιο, γιατι τα ξερεις !!
Και με καθε αναγνωση θα τα ξερεις και καλυτερα. Το μυαλο σου ειναι ετοιμο!
Μην φοβασαι.
Να σκεφτεσαι εκεινες τις ωρες:''Εγω, ο εαυτος μου, οι γνωσεις μου, το γραπτο μου.''
Το τετραπτυχο της επιτυχιας σου.
Να σου πω οτι θα πετυχεις; Το ξερεις ηδη βαθια μεσα σου.Γιατι εισαι φτιαγμενος για την επιτυχια, για την συγκινηση και τη δικαιωση.
Μπορει να μην σε κοιτω στα ματια μα το διαβαζω αναμεσα απο τις λεξεις σου. Νιωθω τη σπιθα της νευρικοτητας σου. Αγχος; Αγωνια; Σκεψεις που σου προκαλουν πονοκεφαλο;
Ολα τα νιωθω. Γιατι σε ξερω και μπορω να σου πω οτι θα βαλεις τα δυνατα σου. Και θα βγεις νικητης /τρια!
O κοπος, το ξενυχτι, το κλαμα, το αγχος, οι θυσιες, οι βολτες που δεν πηγες και οι καφεδες που δεν ηπιες, ολα εδω θα τα παρεις πισω!
Μεσα σε 12 ωρες, τελειο;
ΕΦΤΑΣΕ Η ΩΡΑ ΣΟΥ ΝΑ ΛΑΜΨΕΙΣ
Να θυμασαι ομως και κατι αλλο. Δεν εισαι ο βαθμος σου.
Δεν εισαι το 9, το 12, το 13, το 19! Εισαι εσυ, και εχεις πολλα παραπανω απο γνωσεις σε τεσσερα μαθηματα. Εισαι ανθρωπος, με συναισθηματα, ονειρα, στοχους, σκεψεις! Εισαι ο ενας αναμεσα στους 100.000 χιλιαδες υποψηφιους, οποτε να σου πω και κατι αλλο, δεν εισαι μονος!
Ειμαι περηφανη για σενα, το ξερεις;
Ειμαι πολυ περηφανη. Γιατι σε "ειδα" να ξενυχτας ,να κλαις, να παλευεις σκληρα και ισως στα τυφλα μερικες φορες.
Οσοι σε αγαπουν θα σε αγαπουν οσο και να γραψεις. Η αγαπη ανηκε ανεκαθεν στα μη μετρησιμα και αμεταβλητα μεγεθη.
Οποτε, αγαπητη γενια του 2002, ή άνθρωπε με δύναμη ψυχής τόση ώστε να αποφασίσεις να ξαναδώσεις, μετα κοπων, δακρυων και βασανων, αξιζεις ενα θεαματικο φιναλε. Και δεν το αξιζεις για τη μαμα τον μπαμπα, την καθηγητρια στο φροντιστηριο, αλλα για εσενα!
Και σου ευχομαι, τον Οκτωβρη να μου στειλεις για να μου πεις ποσο σε κουραζουν τα μεσα για να πας σχολη, ή να με βρεις σε μια καφετερια στα Εξαρχεια να παιζω ταβλι.Να με κοιταξεις και να σου κλεισω το ματι.
Ειδες που ολα πηγαν καλα εν τελει;
Σου ευχομαι του χρονου το καλοκαιρι να εισαι σε ενα νησακι, με μια παρεα, ή αγαπημενο προσωπο, να κλεινεις τα ματια, να παιρνεις βαθια ανασα και να σκεφτεσαι οτι ολα αξιζαν εν τελει.
Η ζωη τωρα αρχιζει! Τωρα!
Με πολλη αγαπη, απο εμενα για εσενα.
Σε πιστευω, σε χρειαζομαι δυνατη και δυνατο, σου στελνω την πιο όμορφη σκεψη μου. Θα ξυπνησω μαζι σου, ολες τις μερες. Θα ειμαι αναμεσα σε συγγενεις και φιλους, περιμενοντας την αδελφη μου, θα τρέμω από αγωνία και θα βουρκωσω όταν σε δω να βγαίνεις με εκείνο το αβέβαιο μα περήφανο χαμόγελο. Η σκεψη μου θα ειναι μαζι σου.
Σε αγαπω πολυ και σε πιστεύω!
- Η Μαγδα, Γ'2 θεωρητικο, κωδικος 2504.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top