Γιατί ο έρωτας είναι ο πιο δύσκολος δρόμος να γνωριστούν.
Ο άντρας πρέπει να έχει αντίληψη του κόσμου για να συνεχίζεις εσύ να ζεις ξέγνοιαστα. Αυτή είναι, ίσως, η πιο φεμινιστική αρχή. Κάθεσαι στο μπουντουάρ και κάνεις νύχι. Που εκείνη την ώρα τίποτε δεν θέλεις να σε διασπάσει. Ο σωστός άντρας έρχεται με τα χαρτιά από την τράπεζα και σου λέει: "Εδώ υπόγραψε." (Γιατί ξέρει και σωστά ελληνικά, δεν τον πήραμε τυχαία).
Μαλβίνα Καράλη
Εδω θα κανω μια παυση.
Βλεπεις εξω απο το παραθυρο τα συννεφα που αρχιζουν να μαζευονται στον ουρανο καθως η νυχτα πυκνωνει;
Υπαρχει καταλληλοτερη ωρα απο τουτη για να σου μιλησω για αυτο που θελω;
Θα σου προτεινα να αφησεις κατω την κουπα σου και να καθισεις λιγο πιο αναπαυτικα.
Κεφαλαιο υπ'αριθμον 44 λοιπον: Οι καρμικες σχεσεις.
Γνωριζουμε ανθρωπους στην ζωη μας που μας διαμορφωνουν, και αλλους που μας κρατουν το φως της αυτογνωσιας και της συνειδητοποιησης.
Μου ειπε καποτε εκεινη, σε μια στιγμη αδυναμιας και απογνωσης,
οτι υπαρχουν ανθρωποι σταθμοι, και οι ανθρωποι προορισμοι.
Μου εξηγησε οτι μια σχεση δεν χρειαζεται να ειναι τελειωτικη για να ειναι καρμικη, καταλυτικη, βαρυνουσας σημασιας.
Και σε ευχαριστω πιο πολυ απο οτι φανταζεσαι για αυτο.
Θα σου πω λοιπον για αυτους τους δυο, που διολου της φαντασιας μου ειναι, μεσα απο εμενα.
Γιατι ολα εκει αρχιζουν και τελειωνουν.
Ηταν καρμικο βρε παιδι μου πως να το κανουμε.
Ευθυγραμμιστηκαν τα αστερια, φανηκε η Αφροδιτη και ο Αρης εφτασε στο κοντινοτερο σημειο του απο την γη. Σηκωθηκε δυνατος αερας, φουρτουνιασε η θαλασσα, απο το χωμα αναδευτηκε μια βροχη παλια, το κρυο δεν ετσουζε πια.
Ολος ο κοσμος προετοιμαστηκε για να κοιταχτουμε στα ματια, εγω κι εκεινος! (αυτοι οι δυο)
Εγω (εκεινη) αλλού, το ηξερε εξ αρχης.
Αυτος ακομη πιο μακρια, το εμαθα αργοτερα.
Μα ηταν αναποφευκτο, αδυνατον να αγνοησεις, να παραμερισεις κατι τετοιο.
Ο απολυτος μαγνητισμος δυο ισχυρων πολων, οι δυο ακρες ενος σκοινιου που διαρκως συρρικνωνεται.
Το να τον κοιταζω και να μην τον παρατηρω ηταν σαν να βλεπω μια λεξη και να μην την διαβαζω.
Του ηταν φυσικα αδυνατον να μην με αγγιζει, να μην με φιλαει, να μην με κραταει πανω του, να μην πειραζει με τις πιο χαζες προφασεις.
Αχορταγοι, ακορεστοι, πλεονεκτες, στον κοσμο μας.
Και ολα αυτα νομιζα οτι ζουσαν μονο μεσα μου.
Πριν τρεις εβδομαδες βγηκα με την καλη μου φιλη για ποτο. Με ετουτα και με εκεινα καθομαστε σε ενα συνοικιακο μπαρ γεματο γνωστους.
Μας πλησιαζει μια γνωστη της, γλυκο κοριτσι, ειχαμε ξανασυστηθει ενα χρονο πριν, οταν βρεθηκαμε σε κοινη παρεα, μα αμφεβαλα να με θυμοταν.Της ειπα το ονομα μου και αμεσως αναφωνησε.
''Εσυ δεν εχεις σχεση με τον...''
Παγωσα.
''Κατσε'' της ειπα.
Να και το δευτερο ποτο, να και το τριτο. Να της κανει νοημα η φιλη μου να σταματησει, μα εκεινη σαν να μην ειχε συναισθηση του ποσο με σκοτωνε δεν επαυε να μιλαει.
''Εγω δεν σας ηξερα'' ειπε ''αλλά ποσο σας ζηλεψα εκεινη την μερα!''
Με επιασε απροετοιμαστη, προσπαθησα να ανατρεξω σε εκεινη την μερα, να θυμηθω αν ειχε γινει κατι αξιοσημειωτο.
Σε μια θέα ημασταν ολοι μαζι, πιναμε ουζα, ακουγαμε μουσικη, κοιτουσαμε την Αθήνα. Μεγαλη παρεα, να σημειωθει αυτο.
''Μακαρι να βρω κι εγω εναν ερωτα σαν αυτον! '' αναφωνησε λιγο πριν το τελος.
Η φιλη μου γελασε
''Σαν αυτον;Στο απευχομαι.''
''Στα ματια σε κοιτουσε!'' απευθυνθηκε σε εμενα, σαν να ηθελε να με πεισει.
''Οπου κι αν ησουν το βλεμμα του ηταν πανω σου, τον κοιτουσες και ελιωνες, αυτος φαινεται οτι προσπαθει να φαινεται πιο σκληρος και -μη μου απτου-, αλλα κι εκεινος σε κοιτουσε και ελιωνε.''
Ειχα χαζεψει σε καποια φαση, ηταν σαν να μου περιεγραφε ταινια.
''Με τις φιλες μου αυτο λεγαμε, ηταν τοσο δυνατη ελξη, μπορει να ησασταν στις δυο ακρες του δωματιου και να κοιτιοσασταν σαν να κανατε μια μεγαλη συζητηση.Να μην μιλησω για το οταν μπηκε εκεινο το τραγουδι και σε επιασε απο την μεση μπροστα σε ολους να χορεψετε. Και πως σε κρατουσε, και πως γελουσατε...ησασταν ευτυχισμενοι βρε παιδι μου!
Σαν να ζουσατε κατι εντελως διαφορετικοι, σαν να ειχατε μπει σε μια φουσκα δικη σας, και τιποτα δεν σας αποσπουσε. Ερωτας ρε παιδι μου!''
Ερωτας που σε εκανε να νιωθεις λιγος και αοσμος.
Απο εκεινους που γραφουν βιβλια (ειρωνια!)
Απο τους αλλους, που εχουν πισω τους ηχητικη υποκρουση και ομορφα κοντινα.
''Δεν ξερω γιατι δεν εισαστε μαζι, αλλα αυτο ηθελα να στο πω απο εκεινο το βραδυ, σε ηθελε σαν τρελος! Ζηλεψα.'' μου ειπε ειλικρινα και αρχιζα να αναρωτιεμαι που βρηκε ολο αυτο το θρασος να μου μιλησει ετσι, εγω της το εδωσα;
Πρωτη φορα που το ελεγε καποιος τριτος, οτι ταιριαζαμε εννοω. Ειχε περασει καιρος απο τοτε που ημασταν μαζι και το ενστικτο μου βαρεσε κοκκινο συναγιερμο.
Το επομενο πρωι μπηκα στο ταξιδιωτικο γραφειο κοντα στο σπιτι μου και εκλεισα εισιτηριο για το νησι, διχως επιστροφη.
Αυτοι οι δυο λοιπον, γιατι αν τους βαλω προσωπα θα μεινω ξαγρυπνη και αποψε,
αυτοι οι δυο ειχαν μια αδιαμφισβητητη συμπατικη ελξη, σαν να συμπληρωνε ο ενας τον αλλον, σαν δυο μαγνητες με φορτιο αντιθετο.
Καθε αποσταση αναμεσα τους εμελε να εκμηδενιστει, και καθε λεπτο να γινει μια μικρη αιωνιοτητα.
Και αν μπορω να σου πω και κατι ακομα για αυτους τους δυο, κατι τελευταιο -προς το παρον- ασε με να σημειωσω οτι ηταν σταθμοι, ο ενας για τον αλλον και αντιστροφα.
Και ασε με να σου πω οτι ηταν μικροι οταν γνωριστηκαν, μα ωριμασαν μαζι, και ασυναισθητα χαρακτηκε ο ενας μεσα στον αλλον.
Κι αν κατι ακομα πρεπει να σου πω για αυτους τους δυο ειναι οτι δεν θα το ξεχασουν ποτέ.
Ο ερωτας ηταν ο πιο δυσβατος δρομος για να γνωριστουν (αληθινα),
μα, διχως αμφιβολια, η θέα απο την κορυφη αξιζε τον κοπο .
Το φως τρυπωσε αναμεσα στα βλεφαρα της, εσμιξε τα φρυδια, οι φακιδες της εγιναν λιμνες από πορτοκαλί χρωμα.
Ενιωθε την καυτη του ανασα από πανω της. Μυριζε οδοντοκρεμα και τσιχλα κανελα. Αναρωτηθηκε αν η διαχυτη μυρωδια καφε στον χωρο ηταν αποτελεσμα του εθισμου της, ή αν οντως υπηρχε καποια αχνιστη κουπα καφε φουντουκι στον χωρο.
Ένα αερακι την εκανε να αναριγησει και να προσπαθησει να τραβηξει τα παλωματα πανω της, αδικος κοπος.
Με τα ματια ακομα κλειστα εκανε να γυρισει μπρουμυτα, αδικος κοπος επισης
Ο βιολιστης την ειχε εγκλωβισει απο κατω του και δεν υπηρχε διαφυγη.
''Εβγαλες βολτα τον σκυλο;'' Ρωτησε πνιχτα.
Ο Ορεστης γελασε που ηταν η πρωτη της εγνοια.
''Πριν δυο ωρες, και τον ταισα.'' Την βεβαιωσε και την εσπρωξε μαλακα από τον ωμο προς τα πισω, ώστε να γυρισει προς το μερος του.
Η κοκκινομαλλα τυφλωθηκε οταν ανοιξε αποτομα τα ματια, το ένα της ακρο φωναζε να τα κλεισει, ενώ το άλλο δεν μπορουσε παρα να τον κοιτα, σαν να μην τον ειχε κάθε μερα μπροστα της.
Οι ανεμελες μπουκλες του αναπηδουσαν εδώ κι εκει, ατημελητες και καστανοξανθες την προκαλουσαν να περασει τα δαχτυλα της αναμεσα τους.
Τα γενια του μετρουσαν εβδομαδα και ηταν καιρος να τα ξυρισει, κι ας την γαργαλουσε απολαυστικα με κάθε του φιλι στον λαιμο.
''Καλημερα δικηγορινα μου.'' Της αστραψε ένα χαμογελο, ευτυχως ηταν ηδη ξαπλωμενη! Η καρδια της εχασε εναν χτυπο στην θέα του. Τα λακκακια του καταφερναν παντα να την κανουν να αναρωτιεται τι τοσο καλο ειχε κανει ωστε να τον αξιζει.
''Καλημερα βιολιστη της κακιας ωρας.'' Μουγγρισε και η πονοκεφαλος που της επεβαλλε η αναγκη για καφε χτυπησε.
Μειδιασε διασκεδασμενος.
''Ορεξουλες.''
Τεντωθηκε από πανω της και σηκωσε από το κομοδινο της μια μεγαλη λευκη κουπα, εκεινη με τις μπεζ ραβδωσεις, την αγαπημενη της.
Σχεδον τον αγαπησε.
Την εφερε απεναντι της και εκεινη δεν αντεξε, του χαμογελασε διαπλατα πριν την πιασει στα χερια της και πιει μια μεγαλη γουλια, εξαφανιζονταν κατι λιγοτερο από την μιση.
''Ηρεμα!'' γελασε. Κατεβηκε απο πανω της και καθισε διπλα της, περασε το χερι του γυρω απ τους ωμους της και την τραβηξε στο στερνο του τυλιγοντας τα χερια του κατά μηκος της κοιλιας της.
Εκεινη εγειρε πανω του πινοντας τον καφε της. Ηταν ένα ηρεμο πρωινο, απο εκεινα που συνηθιζε πλεον, κι επιανε αραια και που τον εαυτο της να αναρωτιεται πως ηταν τα πρωινα στο παλιο της διαμερισμα, χωρις εκεινον.
Δεν θυμοταν.
---------------------------------------------------------------------------
Το νέο τζιπ του Ορεστη ηταν πανομοιοτηπο με το προηγουμενο. Jeep wrangler τετραπορτο σε χρωμα μαυρο.Μονο με τετοιο μπορουσε να τον φανταστει, ωστοσο δεν μπορουσε να κρυψει το σοκ της όταν ακουσε την τιμη του. 45 χιλιαδες ευρω δεν ηταν και λιγα, κι ας την καθησυχαζε ότι τα μισα και παραπανω ηταν από την αποζημιωση εξαιτιας του ατυχηματος.
Βεβαια αυτό οσο και αν την αγχωνε παραλληλα την εβαλε σε σκεψεις, τι νουμερα εκρυβε το Ε9 του Ορεστη;
Από τις περιγραφες του και μονο μπορουσε να καταλαβει, ειχε έναν καλο μισθο, αν σκεφτεις ότι ειχε δυο παραλληλα συμβολαια την δεδομενη στιγμη. Αυτό, συνδυαστικα με κατι ενοικια εδώ και στην νεα Υορκη συγκροτουσαν έναν ανθρωπο ναι μεν σκεπτομενο, αλλα οικονομικα ανεμελο.
Αναισθητο, σκεφτηκε.
Χωθηκε κι άλλο μεσα στην θεση της. Η διαδρομη για το σπιτι των γονιων του της φαινοταν απιστευτα συντομη, ιδιως οταν σκεφτοταν τι την περιμενε εκει ή μαλλον ποιος.
''Τι είναι;'' Την αιφνιδιασε.
''Τι;''ανακαθισε.
''Τι εχεις;'' Ξαναρωτησε.
''Τι να εχω; Τιποτα;''
''Αρχισαμε.'' Μουρμουρισε κατω από την ανασα του.
''Τι ειπες;'' Ρωτησε πιο αμυντικα.
''Λεω, δεν μιλας, αρα κατι εχεις, τι είναι αυτό;''
''Α δηλαδη όταν δεν μιλαω ολη την ωρα κατι εχω;''
''Τι να σου πω πρωτη φορα μου συμβαινει κι εμενα, δεν ξερω.''
Επνιξε ένα αυταρεσκο γελακι όταν την ειδε να εκνευριζεται, τον χτυπησε στο μπρατσο.
Ο Ορεστης σταματησε σε φαναρι και την κοιταξε δολοφονικα.
''Μιλα.'' Διεταξε.
Κουνησε το κεφαλι πεισματικα.
''Μιλα και θα σου παρω κρασι όπως πηγαινουμε.'' Προσπαθησε να την δωροδοκησει.
''Ετσι κι αλλιως θα παιρναμε κρασι, επισκεψη παμε.''
''Κυβελακι μην στο χαλασω αλλα συνηθως γλυκα πηγαινουμε στις επισκεψεις.''
Τον κοιτα στενευοντας τα ματια.
''Και το κρασι που το πηγαινουμε;''
''Εσυ συγκεκριμενα να παρεις κρασι και να το πας αλλου περιεργο θα μου φανει.'' Κοροιδευει παλι και μολις αναψει πρασινο στριβει σε ένα στενο που είναι το αγαπημενο του ζαχαροπλαστειο.
Η Κυβελη γκρινιαζει ως συνηθως μα όταν αυτος κανει να βγει τον τραβαει πισω.
''Μασκα.'' Του θυμιζει και ο βιολιστης της κλεινει το ματι πριν βγαλει μια από το ντουλαπακι του.
''Θα ερθεις;'' Την ρωτησε, πιο πολύ σαν να της επεβαλλε να βγει την ιδια στιγμη από το αυτοκινητο.
''Λιγουρευομαι μιλφειγ, οποτε ναι.''ο Ορεστης σουφρωσε την μυτη του, το μιλφειγ δεν του αρεσε, δεν της εξηγησε ποτέ γιατι αλλα η κοπελα ηταν σιγουρη ότι ευθυνοταν μια εμπειρια αλογιστης καταναλωσης.
Αλλωστε αυτό δεν είναι το 'μυστικο' συσταστικο της αποστροφης; Η υπερβολικη δοση; Αποστροφη στην καλυτερη των περιπτωσεων.
''Φοβασαι ε;'' μαντεψε καθως παρκαρε
''Εχω ξεπερασει τους φοβους μου με την οδηγηση σου προ πολλου.'' Τον πειραξε και τον ειδε να ρολλαρει τα ματια.
''Τον Σπυρο εννοω.'' Το βαρος φωλιασε στην καρδια της, κι εκεινη με την σειρα της πιο βαθια στην θεση της.
''Μην φοβασαι.''
Ηταν υποσχεση, τουλαχιστον ετσι ακουστηκε.
Εγνεψε στον εαυτο της.
Μην φοβασαι.
Η ζεστη του παλαμη αγκαλιασε την δικη της, εσφιξε απαλα.
Μην φοβασαι.
''Γεια σας! Καλως τα παιδια! Περαστε!'' η Νεφελη τους υποδεχτηκε εγκαρδια.
''Αργησατε!'' ο Πετρος φωναξε στον γιο του αφου αγκαλιασε την Κυβελη, σφιγγοντας την ελαχιστα.
Μια κινηση μεταδοσης κουραγιου.
Σειρα ειχε η Νεφελη που δεν ειχε ιδεα τι συνεβαινε.
''Καλως τους!'' πρωτα ακουσε την φωνη της γυναικας του, ομως ενιωσε το βλεμμα του από την άλλη ακρη του σαλονιου να την καρφωνει. Το αγνοησε.
''Δεν φταιω εγω, η Κυβελη λιγουρευοταν μιλφειγ και πηγαμε σε τρια ζαχαροπλαστια.'' Δικαιολογηθηκε ο βιολιστης μονο και μονο για να κερδισει ένα βλεμμα φωτια από την κοπελα του.
''Αδελφε μου!'' Αγγελος ευθυμα επεσε στην αγκαλια του Ορεστη και οι δυο νεαροι άρχισαν να γελανε.
''Μωρε κοιτα έναν πατερα.'' Κοροιδεψε και τον χτυπησε απαλα στην πλατη.
Η Κυβελη του εδωσε το δωρο που ειχε συρει τον Ορεστη μερες πριν για να διαλεξουν μαζι.
''Να σας ζησει.'' του χαμογελασε εγκαρδια προσφεροντας του το.
''Σε ευχαριστουμε Κυβελακι!'' την αγκαλιασε με την σειρα του και πηρε την γαλαζια τσαντα.
''Σας περιμεναμε για να σερβιρουμε.'' η Νεφελη επιασε την κοκκινομαλλα απο την μεση και την τραβηξε απαλα μαζι της μεσα, μακρια απο τα αγορια, και για καλη της τυχη απο τον Σπυρο.
''Πως εισαι κοριτσακι μου;'' την ρωτησε χαρωπα καθως εβγαζε εξω πιατα και ποτηρια.
Η Κυβελη εβγαλε το πανωφορι της και το ακουμπησε σε μια καρεκλα του υπερυψωμενου μπεζ μπαρ.
''Καλα ειμαι, εσεις;''
''Ουφ μια χαρα! Ευτυχως που ειχαμε χαρμοσυνα αλλιως ο γιος μου δεν θα σε εφερνε ποτέ απο εδω,μυστικο σε κραταει;'' αστειευτηκε και ευτυχως η κοπελα γελασε.
Στο διαδικτυο σιγουρα, σκεφτηκε πικρα αναλογιζομενη τις ποικιλες φωτογραφιες του βιολιστη που τον εδειχναν εργενη.
''Να σας βοηθησω;'' εσπευσε προς το μερος της διχως να περιμενει απαντηση οταν την ειδε να σκυβει μπροστα απο τον φουρνο.
''Αχ ναι αν μπορεις γιατι εχω και την μεση μου. Τρως μπαλσαμικο στην σαλατα;'' αμεσως μεταπηδησε σε αλλη ασχολια.
Η κοπελα απλα ανασηκωσε τους ωμους της και ακουμπησε το ταψι πανω στο ειδικο ξυλο.
Η μυρωδια την εκανε να μουγγρισει.Ξαφνικα πεινουσε.
''Μυριζει και φαινεται υπεροχο.''
''Σε ευχαριστψ καλη μου.'' ηπιε λιγο απο το κρασι της και εβγαλε ενα ποτηρι για την Κυβελη.
''Πινεις κοκκινο;''
Ας γελασω.
''Ναι ναι.'' απαντησε χαλαρη αρχισε να μετακινει το κρεας προσεκτικα σε πιατελες σερβρισματος.
''Να σου πω..'' μουρμουρισε συνομωτικα η Νεφελη και κοιταξε πανω απο τον ωμο της μηπως καποιος τις κοιτα.
Σχεδον μπορουσε να διαβασει στο κουτελο της τις επομενες λεξεις.
Ηπιε μια γενναιοδωρη γουλια κρασι.
''Μου ειπε οτι ξερεις... για το θεμα...με την Ιασμη.'' αμφιταλλατευοταν για το αν επρεπε να το αναφερει ή οχι, ειδικα εφοσον ο γιος της ειχε ξεκάθαρα επισημανει το δευτερο.
Η κοπελα χλωμιασε ελαφρως.Κοιταξε προς το ταψι και επικεντρωθηκε στην δουλεια που εκανε εκει.
''Το χειριστηκες αριστα.'' το κοπλιμεντο της την ξαφνιασε.
Αριστα;
Την κοιταξε σαν να προσπαθουσε να επιβεβαιωσει στα ματια της οτι ειχε ακουσει καλα.
''Αν τον παρατουσες μπορει απλα να του επιβεβαιωνες οτι δεν υπαρχει γυναικα καλυτερη απο την Ιασμη.'' περιφρονητικα μουρμουρισε.
Η κυρια Νεφελη δεν συμπαθει την Ιασμη;
Σαν να καταλαβε την σκεψη της προσθεσε.
''Δεν ειναι οτι δεν αγαπαω την...ξερεις'' ψιθυρισε . ''Αλλα δεν θα αφησω τον Ορεστη να μενει κολλημενος σε μια κοπελα που απλα δεν μπορει να εχει, κι αυτο γιατι μια μονιμοτητα μαζι της ξερεις τι σημαινει;''
Το αυστηρο της υφος εκανε την Κυβελη να ξεροκαταπιει.
''Οτι θα παρατησει το βιολι και θα την προσέχει μερα νυχτα;'' μαντεψε και απο το νευμα της καταλαβε οτι ειχε δικιο.
''Εισαι εξυπνο κοριτσι.'' η συμπαθεια της μητερας του δεν της προσεφερε την ικανοποιηση που περιμενε, ενιωθε πιο πολυ σαν να ηταν το προξενιο που οι γονεις ενεκριναν, σαν να ηταν η 'κακια' και η πρωταγωνιστρια ηταν αλλη.
Αρχισε να μετακινει τις γλυκοπατατες σε μια πορσελάνινη πιατελα.
''Ολα αυτα δεν στα λεω για να σε στενοχωρησω.'' πινει αλλη μια γουλια.
''Στα λεω για να ξερεις οτι κι ο Ορεστης δεν ηθελε να τον αφησεις, ηθελε να παλεψεις.''
Κοκκαλωσε με το κουταλι μετεωρο.
''Σας το ειπε;'' ρωτησε πριν σκεφτει οτι κατι τετοιο ηταν αδυνατον.
''Το ξερω'' την διαβεβαιωσε.
''Κυρια Νεφελη με τον Ορεστη τα πραγματα ειναι λιγο μετεωρα, ειδικα εν οψει της συμβασης του που ληγει τον Απριλ-''
Η γυναικα γελασε.
''Η συμβασεις του ληγουν τον Δεκεμβριο κανονικα.'' την διορθωσε.
''Ναι αλλα η εθνικη ορχηστρα παρετεινε την δικη της.'' επεμεινε.
Οταν η μητερα του την κοιταξε για ενα δευτερολεπτο μπερδεμενη η Κυβελη πιστεψε οτι δεν ειχε ιδεα, μα αρχισε να αμφιβαλλει στο μικρο χαμογελο της Νεφελης, που σαρδονια την κοιταξε, σαν να γνωριζε κατι που η ιδια αγνοουσε.
Κοιταξε την σαλατα της ικανοποιημενη.
''Τι ειναι;'' δεν αντεξε και την ρωτησε.
''Τιποτα, τιποτα.'' απαντησε συνομωτικα η Νεφελη.
''Απλα στην θεση σου δεν θα αμφεβαλλα για εκεινον.'' της απαντησε με σιγουρια.
''Οχι ε;'' εσπασε το τειχος της.
''Ουτε λεπτο. Ειναι γιος του πατερα του, κι αν ξερω κατι για αντρες του συναφιου τους, ειναι πως κανουν και νιωθουν πιο πολλα απο οσα λενε.'' την βεβαιωσε.
Η Κυβελη αισθανοταν οτι ο αντρας που της περιεγραφε δεν ηταν ο Ορεστης, μαλιστα, πιο πολυ τον πατερα της θυμιζε.
''Ακομα δεν ηρθαμε και την εκανες δουλα;'' η φωνη του καθως εισερχεται στην κουζινα κανει και τις δυο γυναικες να πεταχτουν απο τη θεση τους.
Ο βιολιστης φορουσε ενα σκουρο μπλε πολο με γιακα και χαλαρο τζιν, ιδανικα να φερουν καθε γυναικα σε βρωμικες σκεψεις καθως τα υφασματα πλαισιωναν το σωμα του.
Τις κοιταξε για λιγο μπερδεμενος, μα επειτα το βλεμμα του επεσε στο κρασι.
''Α την δωροδοκησες... πες το ετσι!'' αστειευτηκε και η Κυβελη ενιωσε ντροπη.
''Ορεστη ντροπη!'' τον χτυπησε απαλα μα ο νεαρος αγνοωντας την μητερα του, την τραβηξε στην αγκαλια του και την φιλησε απαλα στο κουτελο.
Η κοπελα δεν αντισταθηκε για πολυ.
Η Νεφελη τους χαμογελασε μα προσπαθησε να το παιξει αυστηρη.
''Αντε παρε κανα ποτηρι και κανα πιατο, τι καμαρωνεις;''
"Ήρθα να παρω το παλτο της Κυβελης και να την ρωτησω αν χρειαζεται κατι. Δεν αργησαμε να ερθουμε μιση ωρα για να κανουμε και δουλειες μανα, αντε!''
Στο αγριο βλεμμα της ο βιολιστης ξεσπασε σε ενα σκανταλιαρικο γελιο και παιρνοντας το παλτο της κοπελας του ανεβηκε στον πανω οροφο.
Εμειναν να κοιτουν την ψηλη κορμοστασια του να απομακρυνεται.
Στην θεση σου δεν θα αμφεβαλλα για εκεινον ουτε λεπτο.
-------------------------------------------------------------------------------------------
Η Κυβελη ποτέ δεν συμπαθουσε τα παιδια. Και δεν ηταν τοσο η ενοχληση της όταν τσιριζαν στα πλοια και τα αεροπλανα, όταν ετρεχαν πανω κατω με δυσμοιρους γονεις να τρεχουν στο κατοπι τους. Κι εκεινη τα ιδια εκανε.
Την φοβιζαν τα παιδια, δη τα μικρα, που η συνεννοηση ηταν μη λεκτικη.
Οποτε σοκαριστηκε διπλά όταν η μητερα του Ορεστη τους τηλεφωνησε μεσα Ιουνιου για να τους πει ότι η Αλεξανδρα, η γυναικα του ξαδελφου του μολις ειχε γεννησει ένα αγορακι.
Μα δεν ηταν μολις λιγοι μηνες πριν που ειχε παει στον γαμο τους;
Το σοκ ηταν μεγαλο, και το σκανδαλο που ξεσπασε στους στενοτερους οικογενειακους κυκλους μεγαλυτερο.
Ώστε γι αυτό τοσο συντομα ο γαμος.
Μα καλα γιατι δεν ειπαν τιποτα;Σαμπως θα τους ματιασουμε;
Να δεις που αυτή τον εβαλε να μην πει τιποτα.
Μα να μην μας πει τιποτα η Αντιγονη;
Καλε σου λεω και αυτοι την μερα που γεννησε το εμαθαν.
Μα πως το εκρυψε;
Εγω εξ αρχης το ειχα υποπτευθει Πετρο στο ειπα.
Παρα το αρχικο σοκ και τις ερωτησεις, ολοι εσπευσαν να ευχηθουν, Ο Ορεστης μεσω τηλεφωνου από την Αναφη.
Και τωρα, σχεδον τεσσερις μηνες αργοτερα,το ευτχες ζευγος με την νεα του προσθηκη αποπειραθηκε μια επισκεψη.
Ο υπνος του διηρκησε καθ'ολη την διαρκεια του γευματος, επιτρεποντας στην Αλεξανδρα να κανει την εμφανιση της, περιποιημενη μα ελαφρως κουρασμενη. Ολα ηταν υπεροχα και η συζητηση παρεμεινε χαλαρη.
''Ορεστη μου το πιστευεις οτι δεν ηξερα πως συγκατοικειτε;'' η Εβελινα του ειπε ουσα και η ιδια σοκαρισμενη.
Ο ανιψιος της εγνεψε θετικα και την ιδια στιγμη το χερι του εσφιξε εκεινο της Κυβελης.
''Γρηγορος.''σχολιασε ο Αγγελος.
''Ποιος μιλαει.'' η Νεφελη γελασε.
Η Κυβελη δεν μιλησε πολυ, και ευτυχως η συζητηση στραφηκε πολυ γυρω απο τον γιο του Αγγελου και της Αλεξανδρας.
''Αχ αν τον δειτε παιδια θα παθετε σοκ, ειναι ενας κουκλος!" η Νεφελη χαιδεψε το μπρατσο του ανιψιου της που ελαμπε απο περηφανια.
------------------------------------------------------------
''Ειχα πολυ περιεργη εγκυμοσυνη, χαμηλων πιθανοτητων.'' εξηγησε ψιθυριστα η Αλεξανδρα στην Κυβελη, καθως κοιτουσαν το μωρο να ξυπναει μεσα στο καλαθακι του.
Η κοπελα κοντοσταθηκε, με το χερι μετεωρο να χαιδευει τον μπεμπη. Δεν πιστευε ποτε πως η γυναικα του ξαδελφου του Ορεστη θα της εξομολογειτο κατι τετοιο, ειδικα εφοσον δεν το ηξερε σχεδον κανεις.
Εγνεψε με κατανοηση.Στο μυαλο της ηρθε η Ιφιγενεια.Ενιωσε ενα τραβηγμα στην καρδια.
''Καταλαβαινω, ειναι δικο σου θεμα το αν θα μοιραστεις κατι τοσο ξεχωριστο.''' συμφωνησε και ειδε την γυναικα να ξεφυσαει μη μπορωντας να παρει τα ματια της απο τον γιο της.
''Ηταν δυσκολο αλλα αξιζε.'' μουρμουρισε.
''Ειναι ενας κουκλος Αλεξανδρα.'' η Κυβελη ψιθυρισε και χαιδεψε με την ακρη του δαχτυλου της το λευκο αφρατο μαγουλο.
Χαμογελασε περηφανη.
''Ο Αγγελος θελει να τον βαφτισει ο Ορεστης.''
Ελαβε το δευτερο σοκ για την μερα.
''Σοβαρα;'' δεν συγκρατηθηκε.
Επνιξε ενα γελακι. ''Ναι.''
''Καλη τυχη με αυτο.'' μουρμουρισε.
Η Αλεξανδρα καυχασε.
''Μιλας εσυ; Σου κολλαει βαρεα και ανθυγιεινα;''
-----------------------------------------------------
''Θα σου αφησω εδώ τον σκυλο την άλλη εβδομαδα.'' του ανακοινωσε ο Ορεστης πινωντας εναν καφε που στην πραγματικοτητα δεν χρειαζοταν. Τα νευρα του ηταν τεντωμενα. Απο λεπτο σε λεπτο περιμενε μια εμμεση επιθεση του Σπυρο, γεγονος που μαλλον ο θείος του ηξερε γιατι απολαμβανε να τον βλεπει να βραζει στο ζουμι του.
''Παλι;'' Ο Πετρος το επαιξε εκνευρισμενος, ενώ στην πραγματικοτητα ηταν ονειρο απραγματοποιητο να αποκτησει σκυλο.
''Ναι, θα φυγω δεκα μερες με την Κυβελη, ειναι εκπληξη.''
''Παλι;'' Ο Δελης δεν συγκρατηθηκε και ξεστομισε.
Οι υπολοιποι δεν εμοιαζαν να το παρατηρουν, η Εβελινα πιο διπλα μιλουσε για κατι με την Νεφελη μα συγχρονως ακουγαν.
''Που θα πατε παλι;'' πεταχτηκε η μητερα του.
''Εχω μια συναυλια στο Παρισι, μια στο Βερολινο, μια στο Αμστερνταμ και μια στην Πραγα.''
''Εν καιρω κορωνοϊου;'' ο Σπυρος τον κοιταξε στα ματια.
''Ναι.'' απαντησε χωρις να παρει το βλεμμα του.
''Μα η Κυβελη δεν εχει σχολη;'' Αναρωτηθηκε Εβελινα.
''Σιγα, για πεντε εξι μερες..''
''Και μετα να το ξερεις...καραντινα δυο εβδομαδες.΄'' ο πατερας του στενεψε τα ματια για να του δειξει ότι το εννοει.
''Παλια μου τεχνη κοσκινο.'' Δεν μοιαζει να τον ενδιαφερει.
''Αυτά τα πραγματα εινα ριψοκινδυνα.''μουρμουρισε η θεια του.
''Αφηστε τον ...ερωτευμενος είναι!'' ο Αγγελος χαιροταν για τον ξαδελφο του.
''Και εμεις ερωτευτηκαμε, ετσι δεν καναμε.'' Μουρμουρισε η γυναικα και ο Ορεστης γελασε.
''Κακως.''
''Εγω άλλο θα θελα να ξερα, ολη μερα οι δυο σας δεν βαριεστε;'' ο Σπυρος, σαν να θυμηθηκε οτι ο ανιψιος του δεν μπορουσε να τον απειλησει μπροστα σε ολους πηρε θαρρος.
''Τι να βαρεθουμε;'' Ο βιολιστης νιωθει ότι δεν μπορει να συμβαδισει.
''Να βλεπει ο ενας τα μουτρα του αλλου βρε αδελφε! Τρεις μηνες καραντινα, ενας μηνας απομονωμενοι σε ένα νησι, μετα παλι κλεισμενοι μεσα, τωρα 10 μερες εξωτερικο, μετα δυο εβδομαδες καραντινα, τι λετε πια;''
Ο Ορεστης γελαει, νιωθει μια ζηλια να καλυπτει καθε χιλιοστο του δερματος του, και το απολαμβανει στο επακρο.
''Εχεις δει πως τσακωνομαστε;''
''Ενδιαφερον πρεπει να εχει.'' Η Εβελινα πεταγεται.
''Το να τσακωνονται;'' Ο Σπυρος δεν κρατιεται και της απαντα διχως φιλτρο.
Αυτά που λενε του φανταζουν εξωφρενικα!
''Είναι οντως ενδιαφερον, μαλλον όχι ενδιαφερον...συναρπαστικο!''
''Το να τσακωνεστε;'' Ο αντρας επαναλαμβανει, κοιτιουνται, είναι πλεον προσωπικο.
Επαψε και ποτέ να ειναι;
''Ναι.Το να ειμαι μαζι της βασικα, ξυπναω κάθε πρωι και νιωθω ότι ταξιδευω, υπαρχουν μερες που θα καβγαδισουμε για τα παντα, μονη της τσακωνεται κλασικα, υπαρχουν άλλες μερες που θα βρω κατι να την ενοχλησω, κατι να την πειραξω. Ειναι και κατι μερες που ξυπναω και μπορει να την βρω στην κουζινα να τρωει παγωτο, ή χειροτερα, να φτιαχνει παγωτο! Είναι άλλο πραγμα η Κυβελη.Κοιμασαι διπλα της και δεν ξερεις τι σου ξημερωνει.''
Ολοι τον κοιτουν σαν να κρεμονται από τα χειλη του.
Ο Σπυρος νιωθει το αιμα του να βραζει. Η γυναικα που ο τσαρλατανος περιεγραφε σε καμια περιπτωση δεν εμοιαζε με την Κυβελη του. Δεν του αρεσε ο τροπος που την αλλοιωνε.
Η Κυβελη εμφανιστηκε από την εισοδο της κουζινας μαζι με την Αλεξανδρα και κουβαλουσαν από μια κουπα καφε η κάθε μια.
''Αγγελε λυπαμαι που θα στο πω αλλα η συμμετοχη σου ηταν φιλικη.'' αστειευτηκε και ολοι γελασαν.
"Οταν τα λεγα εγω.'' ο Πετρος συμβαδισε προθυμα στην αλλαγη κουβεντας.
''Ελα να κατσεις εδω.'' ο βιολιστης της εκανε νοημα, βλεποντας την να κοιταει το κενο αναμεσα στον Σπυρο και τον Αγγελο.
Ο πρωτος σχεδον περιμενε με ανυπομονησια να την νιωσει παλι κοντα του.
''Καλε δεν χωρατε στην πολυθρονα.'' λεει η Εβελινα στον ανιψιο της.
Ο Ορεστης στην σκεψη οτι θα βρεθει τοσο κοντα του ενιωθε να λιποψυχει.
Εγνεψε ως επιβεβαιωσε στην Κυβελη και η κοπελα διχως δευτερη σκεψη καθισε στα ποδια του, αφηνοντας τον να τυλιξει τα χερια του γυρω της. Εγειρε στην πλατη του και ηπιε μια γερη γουλια απο τον καφε της.
Που ομως εμοιαζε να καιει λιγοτερο απο το βλεμμα του αντρα απεναντι της.
Ντυμενος με χαλαρο πουκαμισο τζιν και μια ζακετα δεμενη στους ωμους του, ηταν στην πιο χαλαρη του εκδοση, γοητευτικος οπως παντα, μα στα ματια της πια αχνος, σαν να περνουσε η μπογια του λεπτο με λεπτο. Κι ολο πιο θολες ηταν οι αναμνησεις τους, σαν να ανηκαν σε μια προηγουμενη ζωη.
---------------------------------------------------------
Συντομα ομως ενιωθε παλι να πνιγεται. Στο σαλονι οι συζητησεις ερρεαν κανονικα, ομως το βλεμμα του την σκοτωνε. Οι ενθυμησεις την σκοτωναν. Ηθελε να σηκωθει και να τον χτυπησει για οσα εκανε σε εκεινη και τις αλλες, να τον χτυπησει αλυπητα μεχρι να ματωσει. Και μετα να κλαψει, να τον κανει να καταλαβει οτι ενα μικρο ψηγμα αγαπης που ειχε για εκεινον το εκανε σκονη. Δεν της ειχε μεινει ουτε ενα τρυφερο συναισθημα για το προσωπο του.
Γεμιζε την κουπα της με καφε, ως προφαση για να ηρεμησει, οταν ενιωσε καποιον απο πισω της. Το αρχικο σοκ διαδεχτηκε ενα μικρο ουρλιαχτο που πνιγηκε απο δυο χειλη.
Ο Ορεστης την επιασε απο την λεκανη και την κολλησε αναμεσα σε εκεινον και τον παγκο. Τριφτηκε πανω της σαν ειχε να την δει μηνες και την φιλησε με παθος.
Προσπαθησε να αποδεσμευτει.
''Ορεστη τι κανεις; Ειναι οι δικοι σου διπλα!'' του υπενθυμισε τσιριχτα.
Το υποχθονια σκανταλιαρικο χαμογελο του την αγχωσε περισσοτερο. Το κρατημα του ηταν αδυνατον να σπασει.
Η ανασα του χτυπουσε στο προσωπο της.
''Μα ποσο καιρο εχω να σε στριμωξω στην κουζινα δικηγορινα;'' αναρωτηθηκε φωναχτα.
Η καρδια της εχασε το μετρημα.
Πολυ καιρο.
''Εεε..'' το παραληρημα της διεκοπη απο το φιλι του. Τα χειλη του συνεθλιψαν τα δικα της και η κοπελα βογγηξε για να απομακρυνθει. Την κρατησε πιο κοντα του.
Τα χερια του κατεβηκαν στους γλουτους της και πιεσε δυνατα.
Το μικρο της αναφωνητο του εδωσε προσβαση στο στομα της.
Την ανασηκωσε ακουμπωντας την πανω στον μπεζ γρανιτη.
Ξεπνοη παλευε για μια ανασα δικη του.
Ο βιολιστης αδιστακτα κατεβηκε χαμηλα στον λαιμο της και πιπιλησε εντονα το σημειο που παντοτε την εκανε να τιναζεται.
''Ορεστη- Αχ.'' προσπαθησε να κλεισει το στομα της, ηταν αδυνατον.
Το χερι του κατεβηκε στο παντελονι της και μανιασμενα εψαξε για το φερμουαρ.
''Τι κανεις;'' ρωτησε πνιχτα.
''Προσπαθω να σε πηδηξω, εσυ τι κανεις;'' ρωτησε με το αυταρεσκο χαμογελο του να δημιουργειται πανω στον λαιμο της.
Προσπαθησε να απομακρυνει το χερι του, μα ηταν αργα. Τα δαχτυλα του αρχισαν να τριβουν απαλα.
''Εισαι-εισαι τρελος.'' μουρμουρισε αναμεσα απο κοφτες ανασες.
''Σσσ..κανε ησυχια.'' προσταξε.
Ενα ηχηρο κλαμα τους παγωσε στιγμιαια και τους δυο, μα ο Ορεστης εκανε γρηγορα την συνδεση οτι οποιος περασει απο εκει για τα υπνοδωματια του πανω οροφου θα τους δει, οποτε απομακρυνθηκε αποτομα.
Εκεινη ετρεμε εκομα ξεπνοη.
Τον κοιταξε με απελπισια. Αναηκωσε απλως τους ωμους του.
''Τι να σε κανω δικηγορινα που μου παιρνει μιση ωρα να σε πεισω να ανοιξεις τα ποδια σου;''
Αναφωνησε θιγμενη.
''Συγγνωμη που δεν ειμαι ξεδιαντροπη σαν εσενα.''
Της χαρισε το περιφημο μισο χαμογελο του, με λακκακια.
''Μην σου πω τι εισαι.''
Τσιτωθηκε.
''Οχι για πες'' επεμεινε και κατεβηκε απο τον παγκο.
''Θελω να κοιμηθω στο κρεβατακι μου το βραδυ.''
Την ωρα που πηγε να του απαντησει ομως ο Αγγελος μπηκε στην κουζινα κρατωντας ενα μωρακι στρουμπουλο και πρησμενο απο τον υπνο. Ειχε δει ελαχιστες φορες τον ξαδελφο του Ορεστη, ποτέ ομως τοσο ευτυχισμενο.
''Μαλακα θα τρελαθω.'' ο βιολιστης κινηθηκε προς το μερος του με ενα χαμογελο μεχρι τα αυτια. Η κοπελα δεν ηξερε τι να κανει για να κρυψει την αναστατωση της σε αντιθεση με εκεινον που ειχε καταφερει να φορεσει την μασκα του.
Στην κουζινα μπηκε και η Αλεξανδρα μαζι με την Νεφελη και την Αντιγονη.
Ολοι εμοιαζαν ενθουσιασμενοι με το χαμογελαστο αγορακι.
Ωσπου η δικηγορινα ενιωσε κατι που ειχε καιρο να αισθανθει, συγκεκριμενα, απο το 2015, οταν ειδε για πρωτη φορα μια φωτογραφια του Harry Styles με ενα μωρο στην αγκαλια.
Ηταν μια εκτοξευση ορμονων που σαν βεγγαλικα ουρλιαζαν 'Θελω τα παιδια σου' ενω ο ηχος στο τελος της ψιθυριζε 'Εισαι 23 χρονων'.
Ακριβως ετσι ενιωθε κοιτωντας τον Ορεστη να κραταει στα χερια του το μωρακι και να του χαμογελαει. Ηταν το ποσο μικρο εμοιαζε στα μυωδη χερια του, ηταν τα λακκακια του βιολιστη;
Ιδεα δεν ειχε, ομως επιανε σχεδον τον εαυτο της να κοκκινιζει.
Την κοιταζε που χάζευε τον μικρο.
"Τέλειος δεν είναι ;" Την ρώτησε και εκείνη εγνεψε χαμογελαστα.
"Θες και εσύ ένα ;" ο ψιθυρος του την εκανε να γουρλωσει τα ματια.Χαμογέλασε σαρδονια μόνο και μόνο αναμένοντας το ύφος της, τρομαγμένη τον κοίταξε σαν να μην ακουσε.
"Τι;"
"Θες να κάνουμε και εμείς ένα παιδί;" ξαναρωτησε σχεδον σχηματιζοντας το με τα χειλη.
Η Κυβέλη νόμιζε ότι έπαθε εγκεφαλικό.
Ευτυχώς την ίδια ώρα η Αλεξανδρα αποδεσμευσε τον Ορεστη παιρνωντας το γιο της.
"Πες καληνύχτα στον νονο και την Κυβέλη" του είπε λες και καταλάβαινε.
Ο Βιολιστής του έκανε μια γκριμάτσα που τον έκανε να γελάσει.
Μείνανε παλι οι δύο τους στην κουζίνα.
Η Κυβέλη ακούμπησε τις παλάμες της στον πάγκο πίσω της. Ζαλιζοταν.
Εκείνος χαμογέλασε αθώα.
"Δεν καταλαβαίνω την αντιδραση σου. " Το έπαιξε ανήξερος.
"Α δεν καταλαβαίνεις" ειρωνεύτηκε.
Την πλησίασε πάλι απειλητικά, κλείνοντας σιγά σιγά την απόσταση ανάμεσα τους.
"Εγώ δεν έκανα πλάκα" την κοροϊδεψε κι άλλο.
"Σώπα"
"Λέω να κάνουμε ένα τώρα, εδώ , στον πάγκο"
Δεν συγκρατήθηκε και γέλασε.
"Είσαι γελοίος"
Το έπαιξε θιγμενος.
"Εγώ ;" Ακούμπησε τις παλάμες του δεξιά και αριστερά της γέρνοντας κοντά της.
Η Κυβέλη ανατριχιασε.
"Απλά θες να πηδηχτουμε στην κουζίνα της μανας σου. " Τον αποπηρε.
"Εγώ σου μιλάω για την οικογένεια μας κι εσύ έχεις στο μυαλό σου το σεξ. " δηλωσε δραματικα και έγειρε να την φιλήσει.
Το γελιο της πνιγηκε πανω στα χειλη του, μα ηχησε σε ολο το σπιτι.
Ο Σπυρος κρατησε την ανασα του.
-------------------------
Η νέα οικογένεια έφυγε.
Ησυχια επεσε για λιγο στον χωρο, καθως οι εναπομειναντες μεταφερθηκαν στο σαλονι.
''Τελειος δεν ηταν ο μικρος Σπυρο μου;'' η Εβελινα σχολιασε και η Κυβελη ασυναισθητα δαγκωθηκε.
Ο Σπυρος ηξερε τι σκεφτηκε χωρις καν να την κοιταξει.
''Οντως.'' συμφωνησε με την γυναικα του.
''Μικροι ομως ε.'' ο Πετρος που ψυχανεμιστηκε το αβολο της καταστασης.
''Ε καλα οχι και τοσο μικροι.''η Νεφελη διαφωνησε.
Ο Ορεστης που καθοταν στον καναπε με το χερι του περασμενο γυρω απο τους ωμους της Κυβελης γουρλωσε τα ματια.
''Ο Γιαννης ειναι ισα με εμενα, 24 χρονων.'' της θυμισε και η δικηγορινα εφερε στο μυαλο της το προσωπο του οταν τον αναγκασε να της αγορασει τεστ απο το φαρμακειο, ειχε χλωμιασει ολοκληρος.
''Και εσυ νομιζεις οτι εισαι μικρος;'' η Νεφελη ανασηκωσε το φρυδι.
''Ξερεις ποσοι κανουν παιδια στα 25 τους;''προσθεσε με υπονοουμενο, και εκεινη 25 χρονων ηταν οταν εκανε τον πρωτο της γιο.
''Η ηλικια λιγο εχει σημασια συγκριτικα με την δυναμικη του ζευγαριου.'' ο Σπυρος πηρε τον λογο.
''Δικιο εχεις, σωστο κι αυτο.'' η Νεφελη που δεν ειχε ιδεα το συνεχισε.
''Ενα ζευγαρι που δεν ταιριαζει οσο μεγαλο και να κανει παιδια δεν θα τα καταφερει.'' η Εβελινα του επιασε το χερι, σαν να νιωθει περηφανη που εκεινοι τα καταφεραν.
Η Κυβελη ενιωσε τον Ορεστη διπλα της να σφιγγει τα δοντια.
''Ο Αγγελος εχει και την οικονομικη ευχερεια, αλλα μην ξεχναμε οτι τελειωνει και με το μεταπτυχιακο του και θα εργαστει στην εταιρια του αδελφου σου Πετρο, ουτε θα λειψει στο εξωτερικο ουτε τιποτα.''
''Και να δουλευε στο εξωτερικο η Αλεξανδρα θα τον ακολουθουσε, ετσι λειτουργουν αυτα.'' δηλωνει προσπαθωντας να μεινει χαλαρος.
Ο Σπυρος καυχαζει χαιρεκακα. Η Κυβελη αναριγει.
''Και πες ενταξει ο Αγγελος ειναι μαζεμενος και σοβαρος, φαντασου να ηταν αλλος.'' ο αντρας σηκωνεται για να βαλει καφε.
''Να ηταν κανενας αναισθητος, ασοβαρος, να ηταν παιδακι..'' αφησε το υπονοουμενο του να πλαναται στον αερα.
Ο Ορεστης δαγκωνεται. Ηταν λιγες οι στιγμες στην ζωη του που ενιωθε ετσι. Ο διακοπτης κατεβηκε αποτομα.
Η Κυβέλη γουρλωσε τα μάτια. Σαν να ειχε καταλαβει. Ακουσε τα βηματα της επιστροφης του.
''Κι αν σας ελεγα οτι για αυτο ηρθαμε κι εμεις εδω;'' τους ρωτησε αινιγματικα.
Με την ακρη του ματιου του τον ειδε να σταματαει ελαφρως
Η Νεφέλη εκοψε ενα κομματι απο το πολύτιμο μιλφειγ της Κυβέλης.
"Τι εννοείς αγόρι μου ;"
"Θα κάνουμε παιδί μάνα. Θα γίνεις γιαγιά" εσφιξε την Κυβελη που γυρισε να τον κοιταξει τρομοκρατημενη.
Τι κανεις Ορεστη;
Ένας κρότος ήχησε σε ολόκληρο το σπίτι δινοντας αρωμα στην σιωπη.
Η κούπα του Σπύρου έγινε χίλια κομμάτια και το πατωμα γεμισε καφε, μαζι και το παντελονι του. Προσπαθησε να συγκρατησει το σοκ ενος θυμου που εβραζε,ματαια.
''ΤΙ;'' οι γονεις του σχεδον ταυτοχρονα αναφωνησαν.
Η Εβελινα καθοταν στην ακρη της θεσης της και το σαγονι της κρεμοταν.
Η Κυβελη δεν μπορουσε να τους κοιταξει, αντι αυτου κοιταξε τον Ορεστη.
Ο βιολιστης δεν συναντησε τα ματια της. Αντι αυτου εσκασε ενα γελακι, φανερα διασκεδασμενος με τις αντιδρασεις τους.
''Ειναι που ειμαι μεγαλος για παιδια ε;'' ανασηκωσε το φρυδι του.
''Μας κοροιδευεις;''η μανα του φωναξε τρομαγμενη.
''Αγορι μου δεν παιζουν με αυτα.'' η Εβελινα τον συνετισε.
Ο Πετρος σαν να μπορουσε να συμμεριστει κατι που η Κυβελη ακομη επεξεργαζοταν.
''Σπυρο μου εισαι καλα;'' η γυναικα του τον πλησιασε.Ο αντρας κοιτουσε αποσβολωμενος την Κυβελη, στην αγκαλια του ανιψιου του.
Ο κοσμος του διαλυοταν, οχι στην παρολιγον νεα πραγματικοτητα, μα στην πιθανοτητα της.
''Ειπα εγω ρε κωλοπαιδο να πας να κανεις παιδι;'' η Νεφελη οταν νευριαζε ανεκαθεν γινοταν αθυροστομη.
''Το προκαλεσες.'' της απαντα διχως ιχνος ευαισθησιας ο Ορεστης και της κλεινει το ματι.
Η Κυβελη πεταγεται ορθια.
"Εγω δεν ειχα κατι να κανω με αυτο.'' δηλωνει και κοιτα τους γονεις του.
''Θα σας φερω νερο.''
Προχωροντας στην κουζινα περνα ξυστα απο διπλα του, και ως ειθισται, χωρις να μιλησει και με ενα του μονο κοφτο νευμα, της δηλωσε οτι ηταν τρελαμενα οργισμενος.
Ο Ορεστης συναντα το βλεμμα του. Η συζυγος του και η Νεφελη αρχιζουν να μαζευουν γυαλια.
"Θα μπορουσε να συμβει ομως; Και θα ηταν αποδεκτο, δεν θα ηταν;'' ρωτησε επιτηδες φωναχτα χωρις ομως να παψει να τον κοιτα.
''Φυσικα και θα μπορουσε.''η Νεφελη κρατα την διαλυμενη κουπα στα χερια της και την αφηνει στον δισκο.
''Και Κυβελη μου ελπιζω να μην παρεξηγηθηκες, δεν θα ειχα θεμα, απλα βρε κοριτσι μου μου ηρθε πολυ αποτομα-'' προσπαθει να δικαιολογηθει.
Η Κυβελη μπαινει παλι στο οπτικο τους πεδιο. ''Καταβαινω, μην το σκεφτεστε καν, σοκ θα ηταν αλλωστε.'' της εδωσε το ενα ποτηρι νερο και το αλλο στον Πετρο.
Η Νεφελη απευθυνθηκε στον γιο της.
''Κοιτα τι χαμο προκαλεσες απο το πουθενα.''
''Εγω απλως ανεφερα μια πιθανοτητα. Δεν θα μπορουσε να υφισταται θειε;'' τον προκαλει.
Σκουρο καστανο πανω σε μια αιωνια αλληλουχια πρασινου και γαλαζιου.
Μονο που εκεινο το τριπτυχο, σαν δυο πετρες που χτυπιουνται, μονο φωτια μπορει να προκαλεσει.
''Στατιστικα κατά τη συνευρεση με οποιοδηποτε ατομο διαφορετικου φυλου και ικανου προς αναπαρωγη κατι τετοιο ειναι εφικτο.''
Ο βιολιστης χαμογελαει αυταρεσκα.
Στα ματια της Κυβελης ο πολεμος ειχε τελειωσει καιρο τωρα, μα ο Ορεστης ειχε ακομα μια μαχη να δωσει, μια μαχη που εξ αρχης φανταζε χαμενη, μα πλεον πιο πολυ σε Πυρρεια νικη προσιδιαζε.
Την μαχη του εγωισμου του.
Ποιος ειπε οτι η αγαπη ειναι αθωα;
--------------------------------------------------------------
Η επιστροφη τους ηταν βυθισμενη στην σιωπη.
Εκεινος φυσικα εμοιαζε να το εχει ξεπερασει γιατι φαινοταν τρομερα χαλαρος.
''Θες κατι πριν παμε σπιτι;'' ρωτησε.
Εγνεψε αρνητικα.
Τον κοιταξε διευρευνητικα, εψαχνε κατι, μα εκεινος φορουσε μασκα.
"Τι;'' την ρωτησε οταν το ασανσερ αρχισε να ανεβαινει.
Αναφωνησε.
Ολα εβγαζαν νοημα!
''Το εκανες τοσο επιτηδες!'' τον κατηγορησε. Περιμενε μια αρνηση, αλιμονο, ενα αναφωνητικο, ενα κατηγορηματικο οχι!
''Μια πλακα ηταν.'' την προσπερασε και κατευθυνθηκε προς την πορτα τους.
Περιμενε καρτερικα μεχρι να μπουν στο σπιτι , υπηρχε και μια κυρια Ριτσα στο προσκηνιο.
''Μαλακιες.'' τον σκουντηξε επιτηδες και εβγαλε τα παπουτσια της.
''Σε ενοχλησε;'' η ερωτηση του δεν ειχε κανενα στοιχειο ειλικρινους προσπαθειας να επανορθωσει.
''Ναι.'' εβγαλε το πανωφορι της και το κρεμασε στον καλογερο.
''Α σε ενοχλησε.'' η φωνη του, βαρια και καπως σαρκαστικη την εκανε να γυρισει προς το μερος του.
''Ναι, δεν γουσταρω τετοιες πλακες.'' με θρασος του απαντησε και εκανε παλι να τον σπρωξει για να περασει.
Την πιανει αποτομα απο το μπρατσο και την τραβαει πισω, σχεδον την κραταει στον αερα.
''Σαν πολυ αερα δεν εχεις παρει;'' το βλεμμα του ειναι ακρως βλοσυρό, υπο αλλες συνθηκες θα την κατεβαλε ενα δεος, μα ξερει καλυτερα απο αυτο.
''Παιρνω μονο οσο μου δινεις.'' φερνει το προσωπο της κοντα στο δικο του.
''Σε νευριασε που ο Σπυρος ειδε την σκληρη αληθεια;'' συριξε σφιγγοντας τα δοντια του.
''Ναι.'' του απαντα διχως δευτερη σκεψη. Ο τενωντας του παλλεται.
''Τ-τι ειπες;'' ρωταει βραχνα, νομιζεις οτι ακουει λαθος.
''Νομιζω οτι παιζεις με δυναμεις μεγαλυτερες σου, και η εκδικηση θα χτυπησει εμενα.''
Δεν πειθεται.
''Γουσταρεις που σε κοιταει σαν χαμενο κουταβι ε;'' το υφος του ειναι σκληρο, σχεδον την πειθει.
Χαμογελαει με θρασος.
''Ναι, με καυλωνει.'' τονιζει την λεξη και τιναζει το χερι της μακρια.
Τιναζει τα κοκκινα μαλλια της καθως τον προσπερναει επιτηδες ωστε να τον χτυπησουν στο προσωπο.
Προχωραει με βημα σταθερο μεχρι το υπνοδωματιο, τον νιωθει πισω της, περπαταει πιο γρηγορα και εκεινος κανει το ιδιο.Νιωθει την καρδια της να εχει σφυγμο σε ολο το σωμα.
Σε μια κινηση απελπισιας πηγε να κλεισει την πορτα πισω της ωστε να μην μπει μα ο Ορεστης την χτυπα να ανοιξει, χτυπαει με κροτο στον τοιχο. Στριγκλιζει και τρεχει.
Την αρπαζει απο την μεση και την ριχνει στο κρεβατι.
Η Κυβελη γελαει, εκεινος οχι.
Και τοτε παει να αναπνεει.
Το χερι του ειναι στο λαιμο της, το αντιχειρας και ο δεικτης του χαιδευουν τα μαλακα σημεια υπο της κατω γναθου, πιεζει αργα μα σταθερα.
Η Κυβελη νιωθει να καιγεται.
''Ο-ορεστη.'' προσπαθει να τον κανει να νιωσει τυψεις, ξερει οτι δεν την πονα.
Σφιγγει κι αλλο, σφιγγει και αφηνει.
Αναπνοη. Κενο.
Αναπνοη. Κενο.
Γαλαζιο.Πρασινο.
Κοφτη ανασα.
Η καρδια της παλλεται με τον ρυθμο που τα δαχτυλα του επιτρεπουν στα πνευμονια της να δωσει οξυγονο.
Την ελεγχε, ολοκληρο το κορμι της στο ελεος των πεντε δαχτυλων του, και αυτο την αναβε ανευ προηγουμενου.
Τα μισανοιχτα χειλη του ηταν παραδεισος και κολαση μαζι.
''Ετσι θα γινεται απο εδω και στο εξης οταν θα λες μαλακιες. Συμφωνοι;'' Ηταν απειλητικος, σαρωτικος, επικινδυνος. Χαμογελασε καθως την εσφιγγε.
Εγνεψε θετικα.
''Μιλα'' την διεταξε, ενα μειδιαμα ταξιδεψε στα χειλη του, ηθελε να τον δαγκωσει.
''Συμφωνοι.'' απαντησε βραχνα.
Την απελευθερωσε, ντραπηκε να του το πει, αλλα ηθελε κι αλλο.
Ο Ορεστης εκανε ενα βημα πισω και ξεκουμπωσε το παντελονι του. Εκανε να σηκωθει μα την κοιταξε αποθαρρυντικα.
Δεν ειχε τελειωσει μαζι της.
''Στησου στα τεσσερα δικηγορινα.''
-------------------------------------------------------
18 Σεπτεμβριου.
Ωρα 22.45
Το σπιτι ηταν γεματο καλεσμενους και εκεινη εμοιαζε με σταρ κινηματογραφου.
Στεκοταν στην μεση του παιδικου της δωματιου, μπροστα απο τον ολοσωμο καθρεφτη της.
Ειχε βουρκωσει. Τα χερια της ετρεμαν,ο αντρας πισω της την κοιτουσε μεσα απο τον καθρεφτη με ενα μικρο μειδιαμα.
Περιμενε. Μονο το ναι δεχοταν, οχι δεν υπηρχε.
Τα εισιτηρια ηταν σε τρεις μερες απο τωρα, ολα κανονισμενα, τεσσερις πτησεις, πεντε με εκεινη της επιστροφης, ολα πληρωμενα απο τους οργανισμους που διοργανωναν τις εκδηλωσεις, οι επιβατες ηταν δυο, οι ενοικοι του δωματιου επισης δυο, παντου υπηρχε το ονομα της.
''Θα ερθεις μαζι μου, δεκα μερες ειναι.'' της ειπε σαν να ηταν γενικη παραδοχη. Δεν ηταν αυτη η ερωτηση του.
Μα δεν εκλαιγε για αυτο.
Ο καθρεφτης μπροστα δεν ελεγε ψεματα.
Ευλαβικα παραμερισε τα μαλλια της.
Το μικρο χρυσο μενταγιον που της ειχε παρει ο Σπυρος βρισκοταν πεσμενο στο χαλι, δεν θα το εβρισκε ποτέ ξανα.
Το ροζ χρυσο μενταγιον την παγωσε καθως το εσυρε κατα μηκος του δερματος του λαιμου της. Η λεπτη αλυσιδα, διακριτικη μα διακριτη σκαλιζε εναν δρομο φωτιας αναμεσα στις φακιδες και τις ελιες της.
Το ενα κρεμαστο ηταν, ακριβως για αυτο,μια φωτια, περιγραμα απο μικρα λευκα διαμαντακια και στο εσωτερικο πετρες swarovski σε διαφορες αποχρωσεις του κοκκινου. Φλογες εγλυφαν το δερμα της.
Φωτια λοιπον, φωτια γιατι; Το μυαλο της αρχισε να παιρνει στροφες.
Ο πρωτος θα σε καψει ενω ο δευτερος θα βαλει φωτια μεσα σου.
Το δευτερο ηταν καφε, επισης με λευκα διαμαντακια να του δινουν σχημα, και το καφε να του δινει το χαρακτηριστικο χρωμα, ενα βιολι και ενα δοξαρι κρεμονται διπλα στην φωτια της.
Τα δαχτυλα του χαιδευουν το σημειο που το κολιε ακουμπαει. Φαινεται πανακριβο και λαμπει στο στηθος της.
Ισιωνει το κουμπωμα και φιλαει στην κορυφη της ραχοκοκαλιας της. Ανατριχιαζει ολοκληρη. Το βλεμμα του την καταπινει μεσα απο τον καθρεφτη.
Την αφηνει ερηπειο.Τρεμει.
Χωρις να παρει τα ματια του απο πανω της ακουμπα αλλο ενα φιλι, στην βαση του λαιμου της αυτη τη φορα και δενει τα χερια του γυρω της.
''Θα ερθεις;'' της ρωταει.
''Θα ερθω.'' του απανταει.
Δεν μιλα για το ταξιδι που επεται και εκεινη δεν του απαντα για κατι που αφορα δεκα μερες.
Ο Ορεστης δεν της αφηνε επιλογες για τιποτα, την κατακτουσε ξανα και ξανα, κάθε πτυχη και ελευθερια της την εκανε δικη του. Δεν της εδινε περιθωριο να κανει δευτερες σκεψεις, να εχει αμφιβολιες.Μαζι του όλα ηταν εφικτα, κάθε σταδιο ηταν λιγο, κάθε δεσμευση χαλαρη.
Με εκεινον ηθελε τα παντα, καθε λεπτο, καθε στιγμη, καθε γελιο, καθε δακρυ.
Τα μετρια δεν ηταν για εκεινους, ή ολα ή τιποτα.
----------------------------------------------------------------------------
Οποτε η Σ. μου διαχωρισε τους σημαντικους ερωτες.
Υπαρχουν οι σταθμοι και ο προορισμος.
Μα αργησα να καταλαβω το γιατι. Γιατι μερικοι σταθμοι εχουν το αρωμα προορισμου;
Γιατι σε κανουν να νιωθεις σπιτι;
Και δεν σου κρυβω, μπερδευτηκα πολλακις, μα επιτελους μαθαινω.
Υπαρχουν και ερωτες που δεν ειναι τιποτα απο τα δυο, ειναι περαστικοι, ενθουσιωδεις και αδιαφοροι. Οταν καποιος γινεται σταθμος, γινεται μερος του ταξιδιου.
Και να σημειωσω εδω οτι το ταξιδι δεν ειναι ο ερωτας, αλλα εσυ, ο ψυχισμος σου.
Οποτε σε ενα οδοιπορικο ακρως προσωπικο και μακροχρονιο, καποιος λαμβανει το βαρος ενος σταθμου, ενος μερος του εαυτο σου.
Για αυτο λοιπον- αν θες πιστεψε με- καποιοι 'σταθμοι' μυριζουν σπιτι.
Γιατι εισαι εσυ, ή ενα κομματι σου.
Και αν ολα εχουν παει καλα, θα γυριζεις συχνα σε εκεινο τον σταθμο, γιατι το τρενο της νοσταλγιας ειναι υπεραστικο και βραδινο.
Και θα κατεβαινεις -που και που- σε εκεινον τον σταθμο, θα αφηνεις το παλτο σου και την βαλιτσα σου, θα βγαζεις τα παπουτσια σου και θα καθεσαι σε μια πολυθρονα διπλα στο παραθυρο πινοντας κακαο.
Θα αφουγγραζεσαι το κλιμα και θα αναπολεις, θα θυμασαι παλια τραγουδια και θα κοιτας φωτογραφιες που ουτε θυμοσουν οτι τραβηξες, μα παραλληλα θα εχεις το νου σου στο επομενο τρενο.
Γιατι οσο και να θες να μεινεις εκει το βραδυ, δεν πρεπει να αργησεις,
σε περιμενουν σπιτι.
Ciao Bellas!
Νιωθω οτι οι αφιερωσεις σιγα σιγα λιγοστευουν, οι περισσοτερες εχετε ενα κεφαλαιο με το ονομα σας.Ενα παραπανω θα εχει η Χαρουλα μου για τα γενεθλια της, που δεν τα ξεχασα.
Να εισαι ευτυχισμενη αστερακι μου! happinessbychoise
Να πω οτι το παραλληλο αυτο το αγαπησα για πολλους λογους εντελως προσωπικους, οπως και το ατομο που το πυροδωτησε μεσα μου.
Διπλες αφιερωσεις δεν παιζουν, μα σε ευχαριστω απο καρδιας.
Περναω και εγω τις φασεις μου, το καταλαβαινετε, το ξερετε. Μα ειμαι καλα, καθε φορα γινομαι καλα ολο και γρηγοροτερα. Μονο εμπνευση μου χαρίζει πλεον ολο αυτο. Ειμαι παραπανω απο καλα, μετα απο πολυ καιρο.
Ο ερωτας είναι ο πιο δυσβατος δρομος οντως, μα η θέα είναι απιστευτη.
Πώς σου φάνηκε το κεφάλαιο;
Μπορώ να σου πω ότι αυτοί οι δύο είναι το ζενίθ της σχέσης τους. Πιο πάνω δεν πάει.
Και τον Ορέστη θελω σιγά σιγά να τον παρατηρείς.
Σου στέλνω φιλί γλυκό.
Σε αγαπώ πολύ.
xxxΜαγδαxxx
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top