Αυτό που κρύβουμε είναι αυτό που πιότερο μας φανερώνει

(Να υπενθυμισω οτι το βιβλιο αυτο εμπεριεχει περιεχομενο που απευθυνεται σε ενηλικες/ ωριμους αναγνωστες.Εχω βαλει ειδικη σημανση. Μην μου λετε σε καθε περιεργη σκηνη, ή ωμη φραση οτι πρεπει να προειδοποιω.
Καλη αναγνωση xx.)

Ξέρεις τι είναι αγάπη; Θα σου πω. Αγάπη είναι οτιδήποτε μπορείς ακόμα να προδώσεις.
Τζων λε Καρρε

Ακου ενα παραδοξο.
Ειχα παντοτε τετραγωνη μαθηματικη λογικη, μα ποτέ μαθηματικη σκεψη.
Περιεργο;
Ποιητικη, αθεραπευτα ρομαντικη, περιμενοντας κατι που κι η ιδια αμφεβαλλα αν θα αντεχα, πορευομουν στην ζωη.

Ειχα εναν μαθηματικο, αυστηρο, διαβασμενο μα με μια θεωρηση του κοσμου που με εκανε να πιστεψω οτι κι οι πιο ονειροπολοι μπορουν να κανουν πραξεις.
''Εχεις μια λογικη γεματη γωνιες και ισιες γραμμες, ομως ολα στο μυαλο σου ειναι ενα κουβαρι. Γι αυτο δεν εισαι καλη στις εξισωσεις.''

Και ειχε δικιο, ημουν ξεχασιαρα, ξεχνουσα πότε ενα γραμμα, πότε εναν αριθμο. Επιλεκτικη μνημη, προς διευκολυνση μου ξεχνουσα τα δυσκολα, τα λειψα και τα ακατορθωτα.
Ωσπου εφτανα σε αδιεξοδο.

Το να ξεχνας ειναι τραγικα δυσκολο οταν πρεπει να το κανεις, και οδυνηρα ευκολο οταν θες να θυμασαι.

Οταν μου χαμογελαει ξεχναω το βλεμμα που μου εριξε στο τελος. Γυρνω πισω στην αρχη και κουρνιαζω σε μια γωνια, χαμογελω με δακρυα στα ματια κοιτωντας τον παρελθοντικο εαυτο μου να ευτυχει.

Αν με ρωτας, μολις εκανες το ιδιο.
Γιατι σου μιλησα για την θεωρια του χαους. Σου ειπα για τους παραγοντες του παρελθοντος που επηρεαζουν το μελλον.Σου εξηγησα πως εδω βασιζεται το παν.
Μα με αγνοησες, ηθελες ταχα να πιστεψεις πως το προβλημα ηταν αλλο, πιο απλο, πιο πλασματικο.

Δεν πειραζει ομως, ειναι ματαιο να απαιτουμε απο τους αλλους να μην κανουν τα λαθη που οι ιδιοι καναμε. Σπανια μαθαινεις αλλωστε απο τα λαθη των αλλων.
Οποτε οριστε, γευσου τις συνεπειες του δικου σου.

21 Αυγουστου- Ωρα 9:12.

Βγαζει το παρεο της κοιτωντας γυρω, κανείς στην παραλια, κανείς στα περιχωρα.
Ο Ορεστης ειναι ηδη μεσα, γυμνος, με το μαυρισμα να εκτεινεται σε καθε εκατοστο του κορμιου του.
Ο γυμνισμος ηταν μια ιδεα στην οποια εν τελει υπεκυψε. Ετσι δεχτηκε εν αγνοια της την πιο απροσμενη ελευθερια, εκεινη των ρουχων. Ενιωθε αλλος ανθρωπος. Μπορει να μην ηθελε να του δωσει δικιο, μα το απολαμβανε στο επακρο.

Πεταξε το ημιδιαφανο γαλαζιο υφασμα στην αμμο και ετρεξε προς  το νερο. Στεκοταν απεναντι της, με σταλες νερου να κυλουν στο σμιλευμενο στερνο του και να ακολουθουν υγρες διαδρομες στο υπολοιπο σωμα του. Οι φλεβες πανω απο το V, της προκαλουσαν ριγη.

Εφευγαν σε δυο ωρες, δεν ειχαν ετοιμασει τιποτα, ομως δεν την ενοιαζε. Ηξερε οτι η επιστροφη της ηταν συνυφασμενη με ενα σωρο δυσκολες αποφασεις. Ηξερε οτι επρεπε να διαβασει, ηξερε οτι επρεπε να μιλησει με τους γονεις της , την αδελφη της, γνωριζε οτι ειχε πολλα να εξηγησει. Ομως εκεινη την στιγμη σημασια ειχε μονο αυτος. 

Γυμνη γατζωθηκε πανω του και τον φιλησε. Πρωτα γευτηκε το γελιο του, επειτα την κανελα, και υστερα το νερο, καθως βυθιζονταν μαζι μεσα.
Κρατησε εκεινη την στιγμη κλειδωμενη για παντα στο μυαλο της. 
Ερωτευμενη, με εκεινον, με το νησι, σιγα σιγα και με τον εαυτο της, η Κυβελη αφησε το φως να την λουσει, εισεπνευσε ευτυχια και προετοιμαστηκε για το μελλον, ή μαλλον για το αγνωστο παρελθον.

---------------------------------------------

21 Αυγουστου (Ωρα 14:00).

''Τοσο χαλια;'' η Φαιη ειχε κλεισει τα βιβλια παρατωντας καθε ελπιδα να περασει το μαθημα.
Αλλωστε υπηρχαν πιο σημαντικα θεματα για να ασχοληθει. Την τελευταια εβδομαδα το κλιματιστικο της ειχε χαλασει και περιμενε την Κυβελη να γυρισει για να παρει τηλεφωνο τον τεχνικο, οποτε ειχε κατασκηνωσει στο μικρο διαμερισμα της φιλης της που προσιδιαζε σε ιγκλου και τελουσε χρεη ψυχολογου.

''Χειροτερο απο του Θωμα;'' 
''Ναι σου λεω!"η Ερμιονη βαριανασαινει προβληματισμενη.
''Τι να σου πω, ειναι σαν να εχουμε χασει την χημεια μας, εκεινος βεβαια δεν το καταλαβαινει γιατι ειμαι φανταστικη ηθοποιος αλλα χθες καταλαβε οτι δεν...'' αφηνει την συνεχεια να εννοηθει.

''Ωχ και;'' η Φαιη
''Τι και; Πρωτα σοκαριστηκε λιγο, μετα τον επιασε το πεισμα του, μια ωρα προσπαθησε, μετα ειπε ψεματα οτι εχει κανονισει για διαβασμα και εφυγε.'' απαντησε μηχανικα, σαν ηταν ποιηματακι. 
''Ενταξει σιγα, λες και μπορεις να τελειωνεις καθε φορα ας πουμε.''
Ρολλαρει τα ματια της.
''Ο Βασιλης νομιζει οτι εχει το μαγικο αγγιγμα.'' κοροιδευει.
Η Φαιη γελαει ''Τσακωνεστε;''

Η μελαχρινη μαζευεται καπως. Γνεφει αρνητικα.
''Οχι, καθε μερα ολο και λιγοτερο, σαν να μην εχουμε ορεξη να τσακωθουμε. Κι οταν ερχεται σπιτι μου, ειναι σαν να το κανει απο συνηθεια, κι οταν ...ξερεις, εντελως μηχανικα, ειναι φρικτα αδιαφορο πλεον.''  τριβει τους κροταφους της, η ενθυμηση της σχεσης της προκαλει πονοκεφαλο.

Η ξανθουλα μουτρωνει.
''Αυτο σαν τελμα μου ακουγεται παντως.''ψελλιζει και αναλογιζεται την δικη της σχεση, που ειχε αναζοπυρωθει.
Η Ερμιονη βουρκωμενη εγνεψε. Ειχε ενα βαρος στην καρδια πολυ μεγαλο, που δεν ανακουφιζοταν με τιποτα, σαν να ηθελε να απελευθερωθει απο κατι που δεν γνωριζε.

Διαβαζε κι εκεινη βιβλια, σε αυτο ταιριαξε πολυ με την Κυβελη. Διαβαζε για αντρες διεκδικητικους, που ζηλευουν, κατακτουν , τρελαινονται, λυσσομανουν. Γινοταν μελος σε εφαρμογες κι εγραφε κι εκεινη, για αυτον τον ονειρικο ερωτα, τον κτητικο, κατακτητικο, απολυτο αντρα.
Μα κανείς ποτέ δεν της ειπε οτι δεν ειναι σαν τα βιβλια η ζωη, πως οι ανθρωποι εξ'ολοκληρου δεν αλλαζουν και ...αν μη τι αλλο, πως τα βιβλια δειχνουν την εξαιρεση και ποτέ την ρουτινα.

Αυτη ηταν η διαφορά με την φιλη της. Η Κυβελη ερωτευοταν την ιδεα του ερωτα, ενω η ιδια χαρακτηρες...

----------------------------------------------------------------------

''Μωρο μου φτασαμε.'' ο βιολιστης την κουνησε απαλα απο την θεση του οδηγου, ειχε γειρει στο παραθυρο εξουθενωμενη και κοιμοταν για τα καλα.

Η ωρα ηταν λιγο μετα τις 4 το μεσημερι, ο ηλιος εκαιγε, η Αθήνα εβραζε, το Κολωνακι ηταν παλι γεματο και οι διακοπες ειχαν μολις τελειωσει.
Η Κυβελη δεν ηθελε με τιποτα να επιστρεψει στην πραγματικοτητα. Μουτρωμενη ανοιξε την πορτα και προσπαθωντας να συνηθισει στο φως βγηκε ατσαλα εξω, αναγνωριζοντας γυρω της την πιλοτη της πολυκατοικιας.
Ο Ορεστης πηρε τις βαλιτσες τους και εκεινη αγουροξυπνημενη τον ακολουθησε, αφηνοντας τον να παλεψει για να ανοιξει την πορτα και το ασανσερ.
Τον κοιταξε παραπονεμενη καθως εφταναν στον οροφο τους. Εκεινος  εβρισκε τρομερα διασκεδαστικο το οτι κρατουσε μουτρα οποτε απλα της εκλεισε το ματι ως μια υποσχεση οτι θα επεστρεφαν.

Το διαμερισμα της ειχε λειψει πολυ, ειδικα τακτοποιημενο και καθαρο, οπως το βρηκε δηλαδη. Η κυρια Ριτσα 'για να τους διευκολυνει' ειχε δανειστει το κλειδι απο την μαμα του Ορεστη και του ειχε αφησει καποια τροφιμα. Ο σκυλος θα επεστρεφε την επομενη μερα, μαζι με τους γονεις του βιολιστη, που ελειπαν για τριημερο στην Υδρα.

Κατακοπη εσυρε την βαλιτσα της μεχρι δωματιο, αγνοωντας τον Ορεστη που σφυριζε εναν σκοπο γεματος ενεργεια. Αδειασε τα βασικα και πεταξε τα μισα στα απλυτα, παγεια τακτικη. Χωρις ιδιαιτερη ευλαβια τα τακτοποιησε ολα και μπηκε για μπανιο. Τα μαλλια της εφταναν πλεον μεχρι τον αφαλο και χρειαζονταν επειγοντως μια θεραπεια.
Δεν περασαν δεκα λεπτα, οταν ο Ορεστης ανοιξε την γυαλινη πορτα και την συντροφευσε.
''Αδειασες βαλιτσα;'' τον ρωτησε εξεταστικα.
''Αυριο.'' ανασηκωσε τους ωμους του και κολλησε πανω της με την επιφαση οτι ηθελε να βραχει κι εκεινος.

Τα χερια του κατεβηκαν στους γλουτους της και με μια μικρη τσιμπια της εδωσε ζωη, καθως η κοπελα τσιριξε και πηγε να τον σπρωξει εκνευρισμενη.
''Ελεος!''
Την τραβηξε παλι πανω του και γελασε.
"Συγγνωμη συγγνωμη!'' δεν εδειχνε κανενα ιχνος μετανοιας! Αντιθετως χαμογελουσε σαν χαζος.
Τον κοιταξε αυστηρα. Το νερο επεφτε πανω τους σαν βροχη, αν εκλεινε τα ματια θα ορκιζοταν οτι ηταν ακομα στην Αναφη αφου το δερμα του μυριζε οπως το τζελ που τον αναγκαζε να βαζει μετα το μπανιο για τον ηλιο.

Η παλαμη του αγκαλιασε το μαγουλο της και την αναγκασε να τον κοιταξει. Το αλλο του χερι ανεβηκε ελαφρως, χαμηλα στην μεση της κρατωντας την σταθερη. Λυγισε στο χαδι του και εκλεισε ελαφρως τα ματια. 
Η σιωπη αναμεσα τους ηταν βαλσαμο. 
''Αχ Ορεστη μου...'' επεσε αποκαμωμενη στην αγκαλια του δενοντας τα χερια γυρω απο την μεση του. 
Μυρισε την κανελα, μυρισε το νερο, μυρισε και την παλια ενθυμηση των διακοπων τους.

''Ξερεις τι σκεφτομουν;'' μουρμουριζει καθως ακουμπα τα χειλη του στην κορυφη του κεφαλιου της.
''Τι;'' 
''Δεν με νοιαζει που οι διακοπες τελειωσαν,  ουτε που γυρισαμε Αθηνα. Πιστευα πως θα ημουν ξενερωμενος αλλα δεν ειμαι.'' εξομολογειται.
Δεν λεει τιποτα αλλο, μα η καρδια της Κυβελης παλλεται πιο γρηγορα. Γιατι ναι, ο Ορεστης δεν θα ξεστομιζε ποτέ τις λεξεις ακριβως ετσι, μα στο μυαλο της τις ειχε πει.
''Η Αναφη ειναι οπου εισαι κι εσυ.''

------------------------------------------------------------------------------

Το ιδιος κιολας απογευμα ο Βασιλης κατεφθασε στο διαμερισμα τους για να τους ανακοινωσει οτι στις 8 θα πηγαιναν Ανω Πατησια στο αγαπημενο τους μαγαζι.
Υπηρχε κατι στον τονο του, κατι αναμεσα στην παρακληση και την απαιτηση που καθιστουσαν το 'οχι' αδυνατον.

Οποτε, λιγο μετα τις 11 ο χρονος μετρουσε αντιστροφα για το κλεισιμο, η παρεα ειχε ξανασμιξει και το ποτο ερρεε αφθονο. Η Κυβελη ειχε χασει την ανοσια της στο κρασι που την χτυπησε απο το τριτο ποτηρι, μα δεν σταματησε να πινει.
Η Ερμιονη της εξιστορουσε τα προβληματα της σεξουαλικης της ζωης με τροπο τετοιο που τρεις φιλες ειχαν δακρυσει απο τα γελια.
''Οποτε σκεφτομουν για τα γενεθλια του να του προτεινω να παμε σε καποιον ειδικο.'' χαριτολογησε και σκεπτομενες την εκφραση του Βασιλη που ανιδεος επινε το ποτο του στην αλλη ακρη του τραπεζιου, γελασαν τρανταχτα.

''Κυβελη καλυτερα να μην πιεις αλλο.'' η Φαιη προτεινε οταν ειδε την κολλητη της να γεμιζει το εκτο ποτηρι κρασι. Γυρισε αγνωριστη απο το νησι, μαυρισμενη, καλοδιαθετη και τρομερα ηρεμη. Ειχε πολλα να αντιμετωπισει και οι τρεις τους αλλα τοσα να συζητησουν, οποτε θα της αφηνε και εκεινο το βραδυ το μικρο παραθυρακι εκτος της πραγματικοτητας ανοιχτο.

Το μονο που χαλουσε το κλιμα ηταν η Τατιανα. Φυσικα, η φιλη των παιδιων μονοπωλουσε το ενδιαφερον των ανδρων της παρεας, μεχρι που τα τελευταια εικοσι λεπτα αποφασισε να καθισει παλι με τα κοριτσια και να μπει στην συζητηση τους .

''Και ξερεις Τατιανα οτι ο Ορεστης εκανε δωρο στην Κυβελη εναν δισκο της Μποφιλιου και ενα πικαπ;'' η Φαιη περηφανη ρωτησε την εξωτικη μελαχρινη που εμεινε με το ποτηρι κρασιου μετεωρο αναμεσα στα χειλη.
''Αα..'' κοιταξε την δικηγορινα ''Οντως; '' προσπαθησε να το παιξει ανετη, κατι που γεμισε την κοπελα με αλαζονεια.
Θα σου δειξω εγω τωρα.

''Ναι! 11 τραγουδια απο το Μπελ Ρεβ, ενα live.'' η αμετρη αυτοπεποιθηση της εν μερει οφειλοταν στο αλκοολ που ερρεε στις φλεβες της.

''Ασχετο αλλα εγω τοτε ειχα παει σε εκεινο live, εχω τον Τασο, τον γνωστο μου εκει, και ξερεις τι μου κανει εντυπωση;'' η Ερμιονη την ρωτα.
''Τι;'' η Κυβελη προσπαθει να το παιξει ανετη.
''Που δεν σου εβαλε το πιο ρομαντικο της τραγουδι στον δισκο.''ανακαθεται και γερνει προς το μερος της για να ακουσει καλυτερα.
''Δηλαδη;''
Πως τολμαει;
''Το 'Εγω μεγαλωνα για σενα'. '' επεξηγει και η Φαιη αναφωνει.
''Αχ ναι!'' προσθετει '' Ειναι πραγματικα πανεμορφο''
''Καλα αυτο δεν σημαινει κατι,μαλλον θα το ξεχασε.'' η μελαχρινη τον δικαιολογει οπως παντα.

Η Τατιανα διπλα τους πνιγεται με το κρασι της. Γελαει ελαφρως στην αφελεια τους. Την κοιτουν και οι τρεις απορρημενες.
''Ειναι καπως ...καπαρωμενο, απο παλια.'' προσπαθει να εξηγησει οσο πιο απλα μπορει.

Η δικηγορινα εχει ανασηκωσει το φρυδι.
''Απο σενα;'' την ειρωνευεται, καθως δεν ξερει οτι με την Τατιανα μοιαζουν στην νευρικοτητα.

''Οχι.'' της απαντα προσπαθωντας να μην παρεκτραπει.
''Ειναι της παρεας ας πουμε.'' θετει ουδετερα.
Το μυαλο της κανει την συνδεση.
''Και για την Ιασμη ε;'' ρωτα με σιγουρα, ή μαλλον οχι, με υπεροψια.

''Ξερεις;''   γεματη δεος η Τατιανα γερνει προς το μερος της.
''Οτι ειναι κολλητη του; Οτι ειναι σε ψυχιατρικη κλινικη; Οτι ειδε την αδελφη της να αυτοκτονει; Οτι ο Ορεστης την παρατησε για το βιολι; Ναι'' της απαντα θελοντας να της δειξει οτι δεν ηταν τοσο αφελης οσο νομιζε. Απεδειξε ομως το ακριβως αντιθετο.

Η Τατιανα ειχε ασπρισει. Η αληθεια ηταν πως δεν ειχε προθεση να πει κατι παραπανω, αναθεμα! Δεν ηθελε να πει λεξη πιο περα. 
''Ναι ολα αυτα εννοω, ηταν κολλητοι και μεγαλωσαμε ολοι μαζι, ας πουμε ηταν η δυναμη της για πολλα χρονια αυτο το τραγουδι, ακομα ειναι.''

Η Κυβελη την κοιταξε περιεργαστικα, δεν την πιστευε. Κατι εκρυβε. Αλλα εκεινη η κοπελα παντοτε κατι εκρυβε και συνηθως σε κοινη θεα, τον ερωτα της για τον Ορεστη.
Εψαξε με το βλεμμα της τον βιολιστη που στην ακρη του τραπεζιου τα επινε με τους φιλους τους. Κινησε να σηκωθει για να τον ρωτησει με τι θρασος η Τατιανα ηξερε παραπανω απο εκεινη.

Η μελαχρινη με τα υπεροχα ματια την επιασε απο τον καρπο.
Κοιταχτηκαν εντονα.
Η μουσικη ηχουσε δυνατα. Μια ζαλη ελουσε την κοπελα. 
''Ασε τον Ορεστη εξω απο αυτο.'' απειλησε.
Τολμαει και με απειλει;
Η κατασταση εκτροχιαστηκε γρηγορα. Η Κυβελη τιναξε το χερι της μακρια.
''Αν ειναι να ξερεις κατι παραπανω πες το! Μην μου το παιζεις Πυθια.'' 
Η Φαιη κατι ειπε, μαλλον για να επαναφερει την ταξη, μα κανεις δεν την ακουσε.

Η Τατιανα καυχασε.
''Πραγματικα πιστευεις οτι θα κατσω να συζητησω για τους φιλους μου μαζι σου;''την ρωτα με υφος.
''Καρφι δεν μου καιγεται. Παω να τον ρωτησω.''
Την πιανει παλι απο το χερι και την τραβαει πισω. Η ενταση αναμεσα τους ειναι διακριτη. Στεκονται ορθιες η μια απεναντι απο την αλλη.

''Ειναι πολυ ευαισθητο θεμα για εκεινον. '' με νεοαποκτηθεισα ηρεμια της ξεκαθαριζει.
Αλιμονο! 
''Αληθεια; Μηπως κανατε καποια αταξια πιο μικροι; Αυτο φοβασαι; Μην μου πει οτι σας εχει παρει και τις δυο; Ή ταχα θα μου πει οτι εισαι ερωτευμενη μαζι του; Λες και δεν φαινεται!''

Η Τατιανα δαγκωνεται για να μην την χτυπησει στην μεση του μαγαζιου.
''Λοιπον θες να κανουμε βραδια αληθειας; Ας κανουμε βραδια αληθειας!'' την τραβαει ελαφρως προς το μερος της.
''Το ολο ζητημα με το τραγουδι ειναι ευαισθητο γιατι η Ιασμη ειναι ευαισθητο θεμα για εκεινον.'' της δηλωνει το προφανες, η δικηγορινα ομως δεν καταλαβαινει, ζαλιζεται.
Θελει να μαθει, θελει να την προσβαλλει που την κανει να μοιαζει ανιδεη για τον συντροφο της.

''Παρατα μας Τατιανα!'' σε μια τριτη προσπαθεια της να αποδεσμευτει η κοπελα που αντιπαθει με παθος, την τραβαει κυριολεκτικα σε αποσταση αναπνοης απο εκεινη. Τα ματια της ειναι μεγαλα, εξαλλα και απειλητικα.
Ζαλιζομαι.

''Η Ιασμη για τον Ορεστη δεν ειναι μονο κολλητη- κι αυτο στο λεει μια κοπελα που ειναι εδω και 12 χρονια ερωτευμενη μαζι του.''
Την κοιτα με οση αληθεια μπορει να επιστρατευσει.Παιρνει βαθια ανασα.
''Η Ιασμη ηταν- ή μαλλον ειναι και θα ειναι - η γυναικα της ζωης του.''

Σιωπη. Ολα μπαινουν στην σιγαση.

Δεν ξερει αν πεφτει απο υψος ή αν ειναι νεκρικα ακαμπτη, παντως το σωμα της τιναζεται αποτομα.
Τι;

Ο Ορεστης απο απεναντι επιτελους την κοιτα. Εχει πιει λιγο και της χαμογελα με το γνωστο γοητευτικο του βλεμμα.
Λακκακια και φωτεινο χαμογελο.
Μαυρο στο πρασινο και μαυρο στο γαλαζιο.

Η μουσικη ειχε μπει σε σιγαση. Ολα βουιζαν.
Η Ιασμη ηταν, ειναι και θα ειναι η γυναικα της ζωης του.

Της κλεινει το ματι και σηκωνει το ποτηρι ψηλα ''Στην υγεια σου δικηγορινα.''
Αυτο κανει το στομαχι της να γυρισει αναποδα. Τιναζει το χερι της απο το κρατημα της Τατιανας και νιωθει ενα καυτο κυμα να σκαρφαλωνει στον λαιμο της. Τρεχει οσο πιο γρηγορα μπορει εξω απο το μαγαζι και στριβει στα αριστερα οπου καποιοι καπνιζουν.
Απελευθερωνει το εσωτερικο του στομαχου της στον θαμνο.

Και ξαφνου μεσα σε λιγα λεπτα η Κυβελη εγινε για ακομη μια φορα, η αλλη γυναικα.

Η Αρετη και η Κακία ηταν οντως ιδιες.

Ιανουαριος 2020
Κοιμοταν πανω του ησυχη.
Ο Ορεστης της χαιδευε τα κοντα μαλλια αργα και σταθερα για να την νανουρισει.
Ανεπνεε βαθια πανω στο στερνο του και ειχε ακουμπουσει το κεφαλι της με τροπο τετοιο ετσι ωστε να ακουει την καρδια του.
Εκλαψε οταν τον ειδε, τον αγκαλιασε σφιχτα και δεν τον αφηνε.Ο βιολιστης ενιωσε κατι να ραγιζει μεσα του στην εικονα της. Ετσι η μονοημερη εκδρομη εγινε διημερο.

Τα ματια της ηταν πρησμενα απο το κλαμα και τα χειλη της ακομα ετρεμαν.Την κρατησε πιο σφιχτα, φοβουμενος παραλληλα μην την τραυματισει.
Καθε φορα που την εβλεπε του φαινοταν ολο και πιο διαφορετικη, μεγαλυτερη, ωριμοτερη, σαν οι μηνες να ηταν χρονια ολοκληρα. Κι εκεινος αλλαζε, αλλο που εκεινη δεν μπορουσε να το καταλαβει, το διαισθανοταν βεβαια, σαν να μπορουσε να το μυρισει στον αερα, ή να το δει στα ματια του.

Το μεγαλο διαμερισμα στον 5ο οροφο ειχε θεα στην Αριστοτελους και καπου στον ουρανο εβλεπε τα πυροτεχνηματα που 20 λεπτα μετα την αλλαγη του χρονου ακομα φωτιζαν το απεραντο μαυρο.
Κι ολως περιεργως, εκεινη την χρονια, του ηταν πιο δυσκολο να περασει την αλλαγη ετους μαζι της, γεγονος για το οποιο αυτομαστιγωνοταν. Αλλα η σκεψη της Κυβελης στην Αθηνα τον τραβουσε προς τα κατω.

Την κοιταξε παλι, σαν σηκωνε τα βλεφαρα της, χανοσουν στο γαλαζιο, χρωμα ιδιο με εκεινο στο αριστερο του ματι.
Οι πυκνες μπουκλες της χαιδευαν τα δαχτυλα του και η θερμη της τον ζαλιζε λιγο.
''Συγγνωμη Ιασμη μου,σ'αγαπω πολυ.'' φιλησε απαλα το κουτελο της και εκεινη αναστεναξε, κανοντας τον να χαμογελασει.

Ανασηκωσε ελαφρως  το κεφαλι και ακουμπησε το σαγονι της στο στερνο του. Κοιταχτηκαν σιωπηλα.
''Σ'αγαπω.'' του ψιθυρισε , ο πιο οικειος ηχος της ζωης του, η φωνη της.
''Κι εγω.'' απαντησε. 
Εσκυψε προς το μερος του και βυθισε τα χειλη της αναμεσα στα δικα του.
Κανελα στην κανελα.

2012.

''Κοριτσια παμε;'' ο Ορεστης ρωτησε για τεταρτη φορα και εβαλε μπρος το μηχανακι. Οι δυο φιλες του αγναντευαν την λιμνη της Βουλιαγμενη απο τον ψηλο βραχο. Το φεγγαρι του ανοιξιατικου μηνα, αν και αχνο, δημιουργουσε στα γαλαζοπρασινα νερα ασημενια μονοπατια.

Ο Γιαννης διπλα του, καβαλα στο δικο του μηχανακι ξεφυσηξε και του εκανε νοημα με το ρολοι οτι ειχε παει αργα.
Οντως, η ωρα ηταν 1 το πρωι και μπορει εκεινοι να μην ειχαν θεμα με την ωρα επιστροφης τους, αλλα η Ιασμη και η Τατιανα ειχαν αυστηρη συμφωνια με τους γονεις τους, την οποια ειχαν κατα μιση ωρα παραβει.

''Θα σας αφησουμε εδω!''απειλησε ο Γιαννης και ο Ορεστης του εκανε νοημα οτι αναλαμβανει. Εσβησε την μηχανη και την στηριξε στο σταντ. Πλησιασε τις δυο κοπελες που ψιθυριζαν κατι συνομωτικα στην ακρη του υψωματος.

Περασε τα χερια του γυρω απο τους ωμους τους και σταθηκε αναμεσα τους.
''Το λυσατε το Κυπριακο κοριτσια; Να παμε σπιτακια μας τωρα;''

Η Τατιανα στριφογυρισε τα ματια της ταχα ενοχλημενη μα περασε το χερι της γυρω απο την μεση του.
''Κοιτα το φεγγαρι τι ωραιο που ειναι Ορεστακο!'' τον προετρεψε η Ιασμη και εδειξε με το δαχτυλο το στρογγυλο λευκο σωμα.

Ο βιολιστης ακολουθησε τα ματια της και αγναντεψε για λιγο τον ουρανο. Εκεινες ηταν ανεκαθεν ρομαντικες ψυχες. Αυτος παλι οχι. Γυρισε προς το μερος της παιδικης του φιλης και την κοιταξε.

Τα μεγαλα της ματια ανοιχτου γαλαζιου χρωματος και λαμπερα κατω απο το φυσικο φως και του θυμιζαν το γαλαζιο που ανακατεμενο με το πρασινο, υπηρχε στο δικο του βλεμμα.
Οι μπουκλες της, πολυ πιο σφιχτες και ξανθες απο τις δικες του, φαινονταν λευκές.
Εσκυψε προς το μερος της ασυναισθητα και την φιλησε στο μαγουλο, προκαλωντας ενα μικρο γελακι να ελευθερωθει απο τα χειλη της.

''Ωραιος εισαι ρε!'' αναφωνησε η Τατιανα παραπονεμενα και οταν ο Ορεστης εκανε να την φιλησει στο μαγουλο εκεινη απομακρυνθηκε ταχα θιγμενη.
Ηθελε κατι παραπανω απο εκεινον, το αξιζε!

''Μπορουμε να φυγουμε;;'' η εκνευρισμενη φωνη του Γιαννη που περιμενε πανω στο μηχανκι εκανε τους τρεις φιλους να γελασουν.
''Αντε παμε!''
Η Ιασμη εκανε ενα βημα να απομακρυνθει μα ο Ορεστης την επιασε απο την μεση και την κολλησε πανω του, ενωσε τα χειλη τους σε ενα εντονο, πεινασμενο φιλι.

''Αντε παλι!Ελεος καθε φορα! Κολλησαμε απο τα μελια σας!'' η Τατιανα παραπονεθηκε, κατα βαθος ζηλευε, μα ακομη βαθυτερα χαιροταν που αυτοι οι δυο ειχαν βρει ο ενας τον αλλον.

 2013

''Ηρεμησε ρε μαλακα καλα ειναι σου λεω!'' ο Γιαννης γελασε στην ανησυχια του και στο ποσο υπερπροστατευτικος γινοταν ο Ορεστης μαζι της.
Χτυπουν το κουδουνι και ο βιολιστης τρεμει ολοκληρος. Στα 17 του χρονια δεν ειχε υπαρξει πιο αγχωμενος.
Η Αφροδιτη ανοιγει την πορτα αποκαμωμενη, μα επιστρατευει ενα ανακουφισμενη χαμογελο σαν βλεπει τους δυο νεαρους.
Φαινεται εξαντλημενη.
''Αντε! Σε ζηταει!'' του γκρινιαζει.

''Αργησε να φυγει η πτηση μου.'' δικαιολογειται διχως αιτια.

Και σαν η πορτα πισω τους κλεισει τα απαλα ατσαλα βηματα ακουγονται απο τον διαδρομο.
Μολις την αντικριζει, ελεγχει απο πανω μεχρι κατω οτι ειναι καλα, και επειτα ανοιγει τα χερια και ετοιμαζεται να την υποδεχτει στην αγκαλια του.

Το τρυφερο του χαμογελο, στολισμενο με λακκακια, και ενα βλεμμα αποκλειστικα για εκεινη, εκπληρωνει τον προορισμο του, καθως τα σωματα τους ενωνονται.

Η κοπελα σχεδον αγκιστρωνεται πανω του και τον αγκαλιαζει σφιχτα. Τα ξανθα σγουρα της μαλλια ειναι ενας προχειρος κοτσος ενω τα γαλαζια ματια της γυαλιζαν απο τα δακρυα.
Τυλιγει τα χερια της γυρω απο τον αυχενα του και τα ποδια γυρω απο την μεση του, ενω ο βιολιστης σφιγγει τα κρατημα του.
Νιωθει τον χτυπο της καρδιας της πανω στο στερνο του, την ακουει που κλαιει σιγανα, μαλλον απο ανακουφιση.Της χαιδευει απαλα την πλατη και ακουμπα τα χειλη του στην κορυφη του κεφαλιου της.

''Και εμενα μου ελειψες πολυ Ιασμη μου.'' μουρμουριζει και η καλλονη απομακρυνει το κεφαλι της για να τον κοιταξει.
''Χωρις εσενα ολα πηγαν κατα διαολου.'' του ψιθυριζει.

Ο Γιαννης παραδιπλα ξεροβηχει.
''Ευχαριστω Ιασμη, κι εγω νιωθω ευγνωμων για την φιλια μας.'' η ξανθια του ριχνει ενα ταχα εκνευρισμενο βλεμμα, μα συντομα επαναφερει την προσοχη της στον Ορεστη.

Ειχε να χαμογελασει απο την μερα που αποχωριστηκαν.Και ειχε πολλα να του πει, αλλα τοσα να του κρυψει. Η τσιχλα που μασουσε εφτασε μεχρι το οσφρητικο της πεδιο.
Κανελα.
Γαλαζιο στο γαλαζιο και γαλαζιο στο πρασινο.
Ανισοτητα πανω στην αρμονια.

Ξεφυσα και βουρκωνει παλι χαιδευοντας απαλα τις ατιθασες μπουκλες του βιολιστη.
''Αχ Ορεστη μου.''
Σκυβει προς το μερος του και ενωνει τα χειλη τους. 

Ο Ηρακλης σταθηκε μπρος στο διλημμα και κοιταξε τις δυο γυναικες στα ματια.
Η Κακία του προσεφερε ολα οσα ποθουσε, ενω η Αρετη ολα οσα χρειαζοταν.
Ειναι καταφορο ψεμα το οτι διστασε, ουτε λεπτο δεν το σκεφτηκε.

Ο δρομος της Αρετης για εκεινον ηταν μονοδρομος.
Αυτο που κανείς δεν λεει οταν αφηγειται τον μυθο, ειναι οτι στο μονοπατι εκεινο δεν βαδισε μονος του, πλαι του προχωρουσαν οι δυο γυναικες, οι δυο παραλληλες ζωες του, οι επιλογες που εκανε και εκεινες που αρνηθηκε.
Οποτε το συμπερασμα δεν ειναι οτι ο δρομος της Αρετης ειναι ο σωστος, αλλα το οτι οποιον δρομο και να επιλεξεις, μεσα σου θα κουβαλας καθε λαθος και ορθο επραξες ποτέ.

Οι δυο γυναικες, δεν ηταν γυναικες, ηταν μοναχα δυο θολες μορφες, σαν συννεφα, σαν δυο πνοες χειμωνα.
Το παρελθον και το μελλον. Το σκοταδι και το φως. 

Μπορεις να τρεξεις, να κρυφτεις, να χωθεις μεσα στην γη, μπορεις να πεταξεις ή να κολυμπησεις ως περατα του κοσμου.
Μα δεν θα ξεφυγεις ποτέ  απο αυτο που κουβαλας μεσα σου.

Ουδείς υπεκφευγει του πεπρωμενου του.

Καλως ηρθες λοιπον στην θεωρια του Χαους.
Ειναι αληθινη, απτη, μη αναστρεψιμη και πλεον επιβεβαιωμενη.
Γιατι ο παρελθοντικος αρχικος παραγοντας μολις καθορισε το μελλον, μια για παντα.





Ciao Bellas!

Τι κανετε πως ειστε;;

Το πρωτο μαθημα ευτυχως περαστηκε με αξιοπρεπη βαθμο, προχωραμε!

Αυτο το κεφαλαιο ειναι ιδιαιτερα μικρο, μονο 3700 λεξεις και ξερω οτι σας εχω συνηθισει σε μεγαλυτερα, αλλα επρεπε να επικεντρωθω σε αυτο.

ΤΙ . ΕΓΙΝΕ. ΜΟΛΙΣ. ΤΩΡΑ ;;;;

Ελπιζω να παρατηρησατε οτι ολες οι σκηνες που ειδατε στα προηγουμενα κεφαλαια, δεν τελειωναν ετσι αποτομα, απλα ολες εληγαν με ενα φιλι.
Μα ξεχασατε την Ιασμη; 
Την Ιασμη;;;

Πως σας φανηκε; Το περιμενατε;

Η Κυβελη παντως...οχι.

Τι πιστευετε οτι θα γινει τωρα;

Αφιερωμενο στην αγαπημενη  zeta_pap που θυμαται τοσες λεπτομερειες απο τα προηγουμενα κεφαλαια και με κανει να νιωθω απεεεραντη χαρα!!!

Μην ξεχνατε το live της Κυριακης!
16.00 περιπου!

Σας αγαπω παρα παρα πολυ κι ας σας βασανιζω.

xxxΜαγδαxxx

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top