Ουδείς αχαριστότερος του ευεργετηθέντος.

Εν οψει της Διεθνους Ημερας κατα της ομοφοβίας, ομοφυλοφοβίας ή ομοερωτοφοβίας να παραθεσω κατι που μου εκανε εντυπωση.

Διχως να προβω σε εθνικισμους η Ελληνικη γλωσσα εχει μια αναντικατασταση ακριβεια στις εννοιες και το πως το νοημα αντλειται απο τα συνθετικα της εκαστοτε λεξης.
Οποτε απογοητευομαι οταν βλεπω την λεξη ομοφοβικος.

Φοβος. Που ειναι ο φοβος;
Και τι σχεση εχει με αλλες φοβιες οπως ας πουμε η -Εντομοφοβια;-
Μισεις τα εντομα; Ή απλως τα φοβασαι;
Υψοφοβια; Αρνεισαι στα υψη να συναπτουν γαμο;

Οποτε, ας αφησουμε τον ξυλινο λογο πισω μας.
Δεν εισαι ομοφοβικος, γιατι πολυ απλα δεν φοβασαι.
Εισαι μισανθρωπος, γιατι μισεις.

------------------------------------------------------------------------------


ΚΥΚΛΙΚΟ

Άραγε πώς γεννιέται
από ένα τίποτα η επιθυμία;

Πώς η επιθυμία γίνεται έρωτας,
ο έρωτας πως αλλάζει
σε μακρινή ανάμνηση;

Άραγε πως μπορεί
η ανάμνηση να σβήνει
μες στο τίποτα;

Τίτος Πατρίκιος 



 Χημεια.
''Ο ερωτας πρεπει να ειναι ευκολος κατα εναν τροπο, να βρισκεστε στο ιδιο επιπεδο σκεψης'' μου ειχε πει.
Την πιστεψα γιατι το εκανε να μοιαζει ευκολο.

Οδυνη.
''Οχι! Ο ερωτας πρεπει να σε ποναει λιγο, αν δεν είναι δύσκολο δεν είναι αληθινο.'' 
διαφωνησε.
Πίστεψα κι εκείνη γιατί τα δάκρυα της ήταν αληθινά.

Νηνεμια.
''Κανεις λαθος!'' αποκριθηκε η τριτη.

''Ο ερωτας πρεπει να γαληνευει την φουρτουνα και τους δαίμονες μεσα σου.''
Με έπεισε το χαμόγελο της. Το ήθελα και στα δικά μου χείλη.

Καταιγιδα.
''Να την γαληνευει; ''η πιο εντονη απο ολες χτυπησε το χερι στο τραπεζι και με κοιταξε σαν να ηθελε ταχα με ενα μονο βλεμμα να με πεισει.

''Ο ερωτας πρεπει να δημιουργει στην λιμνη την φουρτουνα και να σου ξυπνά τα πιο αρχαιγονα ένστικτα."
Από μέσα μου αναδευτηκε παραδοχή ότι το ήθελα. Πειστηκα.

Κοίταξα τις τέσσερις γυναίκες.
Τις πίστευα όλες, μα συνάμα και καμιά.

Πιστεύουμε στον έρωτα που έχουμε ή αποκτουμε ερωτα-αποτοκο των πεποιθησεων μας;




 Η Εβελινα εγειρε προς τα πισω στην μαυρη πολυθρονα του γραφειου της. Για επιχειρηματιας στον χωρο της ναυτιλιας, οι πολιτικες συζητησεις ειχαν την τιμητικη τους στους τεσσερις γυαλινους τοιχους του 10ου οροφου.
Οταν πριν 20 περιπου χρονια εχασε τον πατερα της και βρεθηκε να κρατα τα ηνια μιας ανερχομενης μεγαλης δυναμης που απλωνοταν σε ολοκληρη την χωρα, πολλοι ευφησυχαστηκαν οτι ο ανταγωνισμος ειχε σβησει.
Και καθε μερα εκτοτε τους αποδεικνυε το αντιθετο, οχι μονο διατηρωντας τα ηδη κεκτημενα του πατερα της, μα επεκτεινοντας τις δραστηριοτητες της στο εξωτερικο.

Η πορτα χτυπησε. Πεταρισε τις βλεφαριδες της και βιαστικα ανακαθισε στην θεση της.
''Περαστε'' επιστρατευσε την πιο αυστηρη φωνη της και αναρωτηθηκε γιατι η Ηλιανα δεν την ειχε ενημερωσει.
Οταν ειδε ομως τον συζυγο της να στεκεται στο κατωφλι με ενα μπουκετο λουλουδια αμεσως χαμογελασε και χαλαρωσε παλι πισω.

''Μπορω να περασω;'' την ρωτησε με το συνηθισμενο γοητευτικο του χαμογελο κι εκεινη εγνεψε θετικα, καθως σηκωνοταν  για να τον φιλησει.
''Πως κι απο δω;'' δεν ηταν οντως κατι που συνηθιζε.

Ο Σπυρος, ντυμενος με κουστουμι και οπως παντα περιποιημενος, χανει ελαχιστα το μειδιαμα του. Καθεται στην πολυθρονα απεναντι της και την κοιτα συνομωτικα, σαν να επιθυμει κατα καποιον τροπο η γυναικα του να διαβασει οσα δυσκολευεται να της πει.
Και η Εβελινα με την σειρα της ξεροκαταπινει και αφηνοντας τα λουλουδια σε μια ακρη γερνει προς το μερος του, σιχτιριζει που οι τοιχοι ειναι διαφανοι.

''Εχουμε προβλημα.'' της λεει σιγανα, σχεδον μεσα απο τα δοντια του.
Η ξανθια προσωποιηση της αβροτητας γουρλωσε ακομψα τα ματια. Για την ιδια, με τον Σπυρο ειχαν μονο ενα προβλημα.Ειρωνικα, δεν το προκαλουσε καν ο ιδιος, ετσι πιστευε τουλαχιστον .

''Τι συμβαινει αγαπη μου;'' αρχισε να τρεμει. Δεν αντεχε να βλεπει τον αντρα της να κατηγορειται αδικως, την εσκιζε στα δυο η αδικια που υφιστατο.
''Αυτη η Σιλια, μιλησε στην κοπελα του Ορεστη, μαλλον εξαιτιας του πατερα της, εχουν κανει κατι σαν συνασπισμο. Νομιζω το θεμα θα ερθει παλι στην επιφανεια.'' ψελιζει κατω απο την ανασα του.

''Στην Κυβελη;'' σοκαρεται και σηκωνεται απο την θεση της, για να καθισει στην πολυθρονα απεναντι απο την δικη του. Γνεφει μοναχα.
''Κυβελη Πολιτη'' τονιζει το επωνυμο και η γυναικα γνεφει οτι καταλαβε ξεφυσωντας.
''Φυσικα! Λες για αυτο να πλησιασε τον Ορεστη;'' 
''Ειμαι σιγουρος!'' χλευασε και η γυναικα του τον κοιταξε αποδεχομενη ο,τι της ειπε.Υιοθετει τις ιδεες του και τις κανει δικες της.
''Αρα πιστευεις οτι...''
''Ειναι θεμα χρονου να ανοιξει το στομα της και να πει ενα σωρο ψεματα στον Ορεστη, και κατ'επεκταση στον Πετρο.'' την προλαβαινει, δειχνει πικραμενος, αδικημενος. Εκεινη ακουμπα την παλαμη της πανω απο την δικη του, στο ποδι του που κουνιεται νευρικα πανω κατω.
Την πονουσε να τον βλεπει αβεβαιο ή νευρικο, κι ας προσπαθουσε να το κρυψει κατω απο την μασκα της αυτοκυριαρχιας.

''Ο Πετρος δεν σε αντιπαθει, ειμαστε οικογενεια.'' του ειπε οσο πιο πειστικα μπορουσε μα ελαβε ως ανταλλαγμα ενα υφος δυσπιστιας.
''Ελα τωρα Εβελινα! Ολοι ξερουν οτι ο τυπος δεν με πηγαινε απο την πρωτη μερα!''  αγανακτει και ξεφυσαει.
''Ποιος ξερει τι ψεματα θα σκαρφιστει η μαγισσα! Ή τι θα βαλει την Κυβελη να πει!''παραμιλαει μονος του.

Μορφαζει στην εκφραση του και του σφιγγει το χερι αναγκαζοντας τον να την κοιταξει στα ματια.
''Τιποτα δεν θα γινει!'' του δηλωνει.
Το δυσπιστο υφος του την νευριαζε κι αλλο.
''Ποιος εχει γνωστους στην Πρυτανεια;''τον ρωτα υπεροπτικα και ο συζυγος της μειδιαζει αχνα, περηφανος για εκεινη.
''Εσεις κυρια Ζαϊμη.'' την επιβεβαιωνει, κατι που δημιουργει στα ματια της σπιθες ισχυος. Την αγαπουσε ισχυρη, δεν εγινε ισχυρη επειδη την αγαπουσε.

''Και ποια με ενα της τηλεφωνημα μπορει να στειλει δικαστη σε ακροαση;'' η φωνη της χαμηλωνει κι αλλο.Ηταν γνωστη η δυναμη των γνωριμιων της. Ασχετως που η Εβελινα ποτέ δεν τις ειχε χρησιμοποιησει για δολο. Για εκεινον θα εκανε τα παντα.

''Δεν θελω να δημιουργηθει θεμα Εβελινα.'' της ξεκαθαριζει.
''Απλως σε ενημερωνω για τις υποψιες μου.''
Γερνει και αλλο προς το μερος, απεχουν μοναχα εκατοστα.
''Κι εγω σε ενημερωνω οτι δεν προκειται να αφησω το ονομα σου να σπηλωθει.'' 
Δεν αντεξε, της χαμογελασε και ακουμπησε την παλαμη του στο μαγουλο της, αφηνοντας την γυναικα να λιωσει κατω απο το χαδι του.

''Εισαι θησαυρος.'' 
Κλεινει τα ματια και ξεφυσαει.
''Τα παντα για εμας Σπυρο.'' του ψιθυριζει και σηκωνεται και να καθισει πανω του, αδιαφορωντας για τον κοσμο που περνουσε εξω απο το γραφειο.
Την υποδεχεται στην αγκαλια του και την αφηνει να ακουμπησει το προσωπο στην καμπυλη του λαιμου του, οπως χρονια τωρα εκανε.

''Εγω κι εσυ εναντια στον κοσμο, ετσι δεν ειναι ;'' μουρμουριζει.
Της χαιδευει τα μαλλια και χαμογελα σαρδονια.
''Ετσι ειναι. Κανείς αλλος,μονο εγω κι εσυ, μονο εμεις.''της υπενθυμιζει τα λογια που της ψιθυρισε την μερα που εγινε δικη του.
Νιωθει το χαμογελο της στον λαιμο του.

Ειχε ενα προαισθημα οτι η ιστορια επαναλαμβανοταν. Και πριν 7 χρονια ειχε απεναντι του ξενους, η Εβελινα ευκολα συγκαλυψε καθε φημη που εφτασε στο Πρυτανειο. Αυτη τη φορα ομως, ειχε στην αντιπερα οχθη, μια γυναικα που απροσμενα και σκοτεινα αγαπησε.

Ηθελε να την καταστρεψει, να την δει να πεφτει στα γονατα μπροστα του, να σκιζεται στα δυο και το αιμα να αναβλυζει.
Επιθυμουσε να φιλησει τα χειλη της καθως αφηναν την τελευταια της πνοη ελευθερη. 
Ηξερε οτι δεν μπορει να εχει πλεον την Κυβελη πολιτη, μα αν δεν την ειχε εκεινος, τοτε δεν θα την ειχε και κανείς αλλος.

Χαιδεψε την πλατη της συζυγου του, που τον αγκαλιασε για να τον καθησυχασει.
Μονο εμεις Εβελινα, εμεις εναντια στον κοσμο,
ενταντια στο παθος που νικησε ολα τα παθη μου και ακουει στο ονομα Κυβελη.

Ή εγω ή κανένας δικηγορινα.



------------------------------------------------

10 Μαρτιου

"Βασίλη μου..." Γουργουρισε και τριφτηκε πάνω του σαν γάτα.
"Κανόνισε τι θα πεις " την προειδοποιησε και την τραβηξε κοντα του σκεπαζοντας την καλυτερα. Το γυμνο της στηθος ηταν ηδη μια προκληση μονο που το ενιωθε πανω στο δικο του, δεν αντεχε και να το βλεπει.
''Σκεφτομουν...'' κανει νοητους κυκλους με το δαχτυλο της στο στερνο του.
''Σωπα... και πως πηγε αυτο;'' την κοροιδευει και εκεινη τσιμπαει το δερμα του τραβωντας παραλληλα και μερικες τριχες.

Πεταγεται ελαφρως και την πιανει απο τον καρπο.
''Σου ειπα να μην το κανεις αυτο!''  λεει με σφιγμενα δοντια. Η μελαχρινη δεν πεταριζει καν τις βλεφαριδες της. Ανασηκωνεται λιγο, φροντιζοντας να τριφτει πανω του κι αλλο, και τον φιλα πεταχτα στα χειλη, καταπραϋνοντας τον εκνευρισμο του.

Τα μελι του ματια συναντουν τα δικα της, ηττημενα ξεφυσα και της κανει νοημα να μιλησει.
''Αντε πες." πιανει στα τυφλα το πακετο με τα τσιγαρα του και βαζει ενα αναμεσα στα χειλη του. Κινηση που ηξερε οτι την εκνευριζε, μα το εκανε ετσι κι αλλιως. Το αναβει και παιρνει βαθια ανασα.

''Σκεφτομουν...τωρα που μαλλον θα κλεισουν οι σχολες...μηπως εμενες σε εμενα.'' η φωνη της σχεδον χανεται στο τελος.Ο Βασιλης, πνιγεται με τον καπνο και ανακαθεται, πετωντας την κοπελα στο στρωμα διπλα του.

''Ε δεν υποφερεσαι!'' απηυδησμενη τον παρακολουθει να βηχει για λιγο, πριν με χερια που ετρεμαν, εσβησε το τσιγαρο στο τασακι που μονιμως ειχε στο κομοδινο του δωματιου.
Οταν βρηκε παλι την ανασα του την αγριοκοιταξε.
''Κοριτσι μου εισαι παλαβη;'' την ρωτησε ανεβαζοντας τους τονους και σηκωθηκε ορθιος, ψαχνοντας την μαυρη φορμα που πριν δυο ωρες ειχε πεταξει κατω. Η Ερμιονη ανοιξε το φως, εξαλλη φορεσε το εσωρουχο της και το μπλουζακι με το οποιο ειχε ερθει. Τα αλλα ηταν καπου αναμεσα στην πορτα, τον καναπε, τον μικρο διαδρομο, και την πορτα του υπνοδωματιου.

''Αρχικα ποιος σου ειπε εσενα οτι θα κλεισουν οι σχολες;'' 
''Ενας καθηγητης μας το ειπε, το γνωριζει εκ των εσω, σκεψου μας εβαλε απαλλακτικη!''
Την κοιταζει δυσπιστος.
''Μαλακιες, σιγα μην κλεισουν οι σχολες!''
''Συγγνωμη εσυ σε αυτο κολλας;'' 
Γυριζει προς το μερος της και την κοιτα ταχα ανηξερος.
''Που αλλου;'' βγαινει απο το δωματιο και εκεινη φυσικα τον ακολουθει. Δεν της απανταει τιποτα.

''Δεν καταλαβαινω που ειναι το παραλογο.'' 
Αυτο σαν να παταει το κουμπι της εκρηξης μεσα του πυροδοτει μια ακινησια. Σαν να αφουγγραζεται τα λογια της πριν κανει αλλαγη 180 μοιρων και γυρισει προς το μερος της, εξαλλος και βαθυτατα ξενερωμενος.
''Α δεν βρισκεις παραλογο το να συγκατοικησουμε στα 22 και 23, τι να σου πω κοριτσι μου! Μηπως να παντρευτουμε κιολας;''
''Καποιοι παντρευονται στα 19 και στα 20, κανουν και παιδια τοτε, σε πληροφορω λειτουργει-''ο Βασιλης ασπριζει ολοκληρος

''Με κοροιδευεις; Θεε μου τι ακουω...ποναει το χερι μου...'' δραματικα μουρμουρισε και κρατησε το δεξι του χερι πεφτωντας φαρδυς πλατυς στον καναπε.
''Το αριστερο ειναι για πονο στην καρδια.'' τον ενημερωνει κοφτα αγνοωντας το θεατρακι του και παει στην κουζινα, που μοιαζει λες και δεν εχει χρησιμοποιηθει ποτε, για να βαλει ενα ποτηρι νερο.

''Εμενα με ποναει το δεξι.'' απαντα αυταρχικα και ανασαινει βαθια.
Επιτηδες το κανει;

''Λες να ειναι προοικονομια; Γιατι αν συνεχισεις αυτο το θεατρο του παραλογου, σου εγγυωμαι θα κανει υπερωριες το χερι σου.'' τον απειλει και εκεινος αμεσως σοβαρευει.
''Κοψε τις μαλακιες.'' την απειλει.
''Βασιλακη κοιτα να σοβαρευτεις, γιατι αν εγω 'κοψω τις μαλακιες' εσυ θα τις αρχισεις, και θα κρατησουν επ'αοριστον.'' 

Σμοιγει τα φρυδια και σηκωνεται παλι ορθιος. Προσπαθει να μεινει χαλαρη και ανεκφραστη βλεποντας τον ψηλο γεροδεμενο 'φιλο' της με το καστανοξανθα μαλλια, ξυρισμενα σχεδον τελειως και την φορμα να πεφτει απειλητικα χαμηλα στους γοφους του.
''Με απειλεις;'' στεκεται εκατοστα μακρια της.

''Σε προειδοποιω.''αυτο δεν φανηκε να τον αποστομωνει.
''Οτι τι δηλαδη; Δεν καταλαβα; Αν δεν μεινουμε μαζι τελος; Εσυ δεν ησουν του πνευματος <<διαλογος και ολα λυνονται>>; Που πηγε αυτο;'' την ειρωνευεται και η κοπελα γελαει.
''Διαλογο κανω. Προβαλλω τους ορους μο-''
''Ασε τις δικηγοριστικες μαλακιες σε εμενα.'' την αποπαιρνει και την προσπερνα συγκρουοντας το μπρατσο του με τον ωμο της.Παιρνει το μπουκαλι νερου απο το ψυγειο και πινει χωρις να κανει τον κοπο να βαλει ποτηρι.

''Δεν καταλαβαινω γιατι κανεις ετσι αληθεια.'' αφηνει ποτηρι της και αρχιζει να ψαχνει τα ρουχα της. Στο μυαλο της πλεον η ιδεα να συγκατοικησουν εστω και για μια εβδομαδα της φαινοταν παραλογη.
Το κουδουνι την εβγαλε απο τις σκεψεις της. Ξαφνου θυμηθηκε οτι ηταν η πιτσα που παρηγγειλε 20 λεπτα πριν, οταν ειχε ακομα ορεξη για νετφλιξ και φαγητο. Φορεσε το σατεν μαυρο σορτσακι της μπιτζαμας της και ακουμπησε το χερουλι.
''ΜΗΝ. ΤΟΛΜΗΣΕΙΣ.'' το χερι του βρεθηκε πανω απο το δικο της και την τραβηξε κυριολεκτικα στην ακρη κοιτωντας την με νοημα απο πανω μεχρι κατω.

''Δεν πας καλα!'' του φωναξε και τιναξε το χερι του μακρια. Με μεγαλα νευρικα βηματα αρπαξε το τζιν της απο τον καναπε και χαθηκε στον διαδρομο. Βροντηξε την πορτα του δωματιου του και σταθηκε για λιγο ακινητη στην σιωπη.
Ακουσε το κοφτο <<ευχαριστω>> του Βασιλη και επειτα την πορτα να κλεινει παλι. Δεν ηταν απο τους αντρες που θα εδιναν χρονο ή θα υποχωρουσαν. Αφησε την πιτσα στο τραπεζι και μπηκε στο δωματιο του, ετοιμος να κερδισει τον καβγα.

Την ειδε να φοραει το τζιν της. Αυτο τον νευριασε πιο πολυ απο οτι συνηθως.
Ηταν τοσο παρορμητικη και επιπολαιη κι αυτο τον εβγαζε εκτος εαυτου!
''Φευγεις;'' της εδινε μεσα απο την τρεμαμενη-φανερα θυμωμενη- φωνη του, αλλη μια ευκαιρια να αναθεωρησει, να του πει εστω οτι ντυνεται ως ενδειξη μεταμελειας επειδη παραλιγο να ανοιξει ημιγυμνη στον πιτσαδωρο.
''Θα κοιμομουν εδω, αλλα δεν θελω να το εκλαβεις ως συγκατοικηση και να παθεις τιποτα.' καυχασε και εδεσε τα κορδονια της.

''Εισαι των ακρων ετσι; Ή που θα μεινουμε μαζι ή που θα φευγεις!'' την κατηγορησε φωναζοντας, μια εμμεση απαιτηση να αφησει τα παπουτσια της και να τον κοιταξει. Κατι που για να τον νευριαζει ειχε μαθει να μην κανει. Δεν του μιλησε καθολου.

Σηκωθηκε και κοιταξε τριγυρω μηπως ξεχασε κατι. Περασε τα χερια της μεσα απο τα μαλλια της, κινηση που δηλωνε νευρικοτητα, στην προκειμενη περιπτωση ενιωθε αβολα κατω απο το βλεμμα του.Ο Βασιλης 'ωριμα' σταθηκε μπροστα απο την πορτα. Τον κοιταξε αγριεμενη.
''Φευγω. Κανε ακρη.'' συριξε
''Οχι.'' 
''Δεν σε ρωτησα."
''Αυτο ελειπε.''την ειδε να κανει ενα βημα πισω, παιρνοντας μια βαθια ανασα για να συγκρατησει τον εκνευρισμο της.
Τον εσπρωξε και ανοιξε την πορτα του δωματιου. Δεν εκανε καμια προσπαθεια να την σταματησει. Παρα μονο την ακολουθησε.
''Πας σπιτι σου;''
''Ναι.''
''Ωραια.'' απαντησε ανακουφισμενος.Αυτο κι αν την νευριασε! Κοντοσταθηκε για λιγο, μα μη  θελοντας να του δωσει πατημα συνεχισε να ψαχνει για πραγματα της να βαλει στην τσαντα.

''Ωραια. Ευχαριστω Βασιλη που εισαι και ανακουφισμενος.'' μουρμουρισε καθως νευρικα πετουσε στην τσαντα το σατεν σορτσακι.
''Γιατι να μην ειμαι;''  ρωτησε ταχα αδιαφορος.
Τον κεραυνοβολησε με το βλεμμα της.
''Δεν σε νοιαζει καθολου για μενα ετσι;''

Δεν το αρνειται, γερνει στον τοιχο του διαδρομου και την κοιταζει.
''Απο που το συμπεραινεις αυτο;''
"Μμμμ δεν ξερω...'' ειρωνευεται ''Ισως απο το γεγονος οτι πρεπει να απειλησω οτι θα πηδηχτω με αλλον για να μου δωσεις σημασια;''
Αλιμονο αν η Ερμιονη δεν ηξερε ποτε να πατησει το μαγικο κουμπι. Ο Βασιλης ευθεως εσφιξε τα δοντια του.
''Κοψε. Τις. Μαλακιες. '' την απειλησε και εκανε ενα βημα προς το μερος της.
''Αλλιως τι;'' φωναξε. ''Θα με χωρισεις; Ωχ...για περιμενε...δεν ειμαστε καν μαζι!'' γελασε με υφος.

Στριφογυρισε τα ματια του, κουρασμενος απο το θεμα που διαρκως ανεκυπτε.
''Για αυτο προκειται; Πες το ετσι!''
''Δεν ειναι γι αυτο!''υποστηριξε.
''Οχι γι αυτο ειναι! Για αυτο κανεις σαν μαλακισμενη! Θες σχεση κοριτσακι μου γλυκο,εγω δεν θελω! Μου τα πρηζεις και προσπαθεις να με κανεις να θελω. Νομιζεις οτι αυτο ειναι δικαιο; Το να μου επιβαλλεις τις επιθυμιες σου; ''

''Αχ Βασιλη καταπιεσμενε!''αναφωνει και κανει ενα βημα προς το μερος του. ''Αν το παμε ετσι κι εσυ μου επιβαλλεις την ελευθερη σχεση, ή αυτο ή τιποτα. Δεν παει ετσι ομως!''
''Δεν σε ειδα να παραπονιεσαι οταν πηδιοσουν με τον Νικο.'' αυτο της ανεβασε το αιμα στο κεφαλι.
''Για τελευταια φορα! Δεν-''
''Ναι ναι τα εχουμε ξανακουσει αυτα.Ο,τι πεις.''την αποπηρε.
Η κοπελα αναλογιστηκε οτι ολα αυτα αρχισαν απο μια μικρη προταση που του εκανε, κι εκεινος θα μπορουσε απλα να πει οχι.

''Ξερεις τι ; Δεν θελω σχεση! Αληθεια! Εγω απλα σκεφτηκα οτι αν μεναμε μια δυο εβδομαδες μαζι θα ηταν ομορφα, θα περνουσαμε ωραια. Δεν σε πιεσα να με παντρευτεις κιολας! Αν θες να πηδας κι αλλες ομως η αξιοπρεπεια μου δεν μου επιτρεπει -''
''Δεν πηδιεμαι με αλλες!'' γαβγιζει, αυτο κανει παντα αλλωστε οταν τσακωνονται,ανεβαζει τους τονους.
''Τοτε γιατι δεν κανουμε σχεση;"

''Γιατι πνιγομαι'' της απαντα διχως περιστροφες, εκεινη αναφωνει.
''Εγω σε πνιγω;''
''Δεν ειπα οτι με πνιγεις κοριτσι μου. Πνιγομαι ειπα.''
Δεν πιστευει λεξη. Στεκεται απεναντι του με τα χερια σταυρωμενα κατω απο το στηθος και υποσχεται στον εαυτο της οτι εκεινος ο καβγας της ανηκε, θα τον κερδιζε παση θυσια.
''Απο τι πνιγεσαι λοιπον;''
''Απο την ταμπελα.'' δεν αντεχει να μην στριφογυρισει τα ματια.
Παρατα μας αγορι μου.

Γυριζει απο την αλλη για να παρει τον φορτιστη της.
''Αν στην φερω στο κεφαλι θα σου πω εγω'' μουρμουρισε.

Ο Βασιλης φυσικα το ακουει και εκνευριζεται.
''Τι ειπες;'' την πλησιαζει παλι.

''Λεω, μεχρι να αποφασισεις φευγω εγω.'' προτιμησε να μην το επαναλαβει.
''Δεν ειπες αυτο.'' επιμενει μα δεν γυριζει να τον κοιταξει.
''Βασιλη ελεος!'' κανει ενα βημα προς τα πισω μα κολλαει πανω του. Την γυριζει προς το μερος του, στηθος με στηθος. Σηκωνει το κεφαλι και τον κοιτα. Βλεπει μια μικρη φλεβα να εξεχει στον κροταφο του, σημαδι οτι σφιγγει για ωρα τωρα τα δοντια του.

''Δεν εχω να αποφασισω κατι'' της δηλωσε τελεσιδικα και η καρδια της κοπελας ανεβασε ρυθμους, την ενιωθε κι ο ιδιος.
''Καλως, τοτε υποθετω ληγει εδω το θεμα.'' με νευρο εκανε να τον προσπερασει. Εκεινος ομως την επιασε απο το μπρατσο και την τραβηξε παλι μπροστα του.
''Τι;'' 
Την κοιταξε διχως να μιλαει. Ηταν εξαλλος! Η μικρη επιμονη πρηξω ειχε καταφερει παλι να τον ταραξει. Και η μερα του πηγαινε τελεια μεχρι στιγμης.

''Δεν θα υπαρξει καραντινα, οποτε γιατι το συζηταμε;'' την ρωτα.
''Ωραια, ΑΝ υπαρξει.'' θετει ορο.
''Δεν ξερω για σενα, αλλα εγω θα παω στο πατρικο μου.'' της δηλωσε.
Καυχαζει.

''Σωπα ρε Μπιλακο; Οντως; Περυσι πηγες πεντε μερες τα Χριστουγεννα τεσσερις το Πασχα και μια εβδομαδα το καλοκαιρι και τωρα θα πας για δυο εβδομαδες; Με κοροιδευεις;''
Ξεροκαταπινει, φυσικα εχει δικιο,αλλα σιγα μην της το δωσει.

''Επισης που θα μεινουμε; Στο δικο μου ή στο δικο σου; Ασε που δεν αντεχω την ακαταστασια σου.'' η Ερμιονη μετρησε μεχρι το 3 για να μην του χιμηξει.
''Επισης κατσε πρωτα να ανακοινωθει οτι κλεινουν οι σχολες και μετα βλεπουμε! Ασε που μπορουμε να παμε και καμια εκδρομη.'' αρχισε να μονολογει, κανοντας σχεδια.

Η κοπελα ξεφυσηξε. Στην πραγματικοτητα ηθελε να του δωσει ενα χαστουκι και μετα να βαλει τα κλαματα. Μα δεν εκανε τιποτα απο τα δυο.Ο Βασιλης ειδε τα ματια της να γυαλιζουν καπως και καταλαβε οτι ειχε πει βλακεια.
''Ερμιονη κοιτα-'' υψωσε το χερι της αναμεσα τους.
''Φτανει. Ακουσα αρκετα, εγινες ξεκαθαρος.'' ψιθυρισε και τον παραμερισε με στοχο να φυγει.

Της επιασε απο τον καρπο.
''Περιμενε γαμω λιγο.'' ηξερε οτι ηταν λαθος.
Κουνησε το κεφαλι της αρνητικα.
''Περιμενα 2 χρονια, κυριολεκτικα.'' ο χαμηλος τονος στην φωνη της ειναι που τον τρομαζει πιο πολυ απο ολα.

''Μωρο μου εγω μονο εσενα εχω, μονο εσενα θελω, μονο με εσενα βγαινω. Ολοι το ξερουν!'' σε μια εσχατη προσπαθεια της εξομολογειται.
''Δεν σου ζηταω κατι παραλογο Βασιλη, λιγη επιβεβαιωση. Νιωθω πως απο στιγμη σε στιγμη θα σου την βαρεσει και θα φυγεις!''  λεει με παραπονο.

Απελπισμενος και βλεποντας την κοπελα του να ειναι ανυποχωρητη πλησιαζει κι αλλο, προσευχομενος η επαφη τους να την αποσυντονισει. Τυλιγει το χερι του γυρω απο την μεση της και την κοιταζει στα ματια.
''Εισαι η πρωτη που κανω σχεση, με ξερεις πως ειμαι πια! Σου χαλαω ποτέ χατιρι; Βαριεσαι ποτέ; Και βολτες παμε, και σε κλαμπ, διακοπες, αναθεμα μεχρι και τους γονεις σου γνωρισα τα Χριστουγεννα!'' αναφωνει το τελευταιο μερος, γιατι ηταν οντως υπερβαση εαυτου,

Εκεινη ομως δεν μοιαζει να το εκτιμα.
''Με λες αχαριστη;''τον σπρωχνει, οχι και τοσο απαλα, μακρια της.
''Οχι κοριτσι μου εγω-'' τον σπρωχνει ξανα, γνωριζοντας οτι αυτο τον εκνευριζει.
''Θες να εχεις απλα χωρο για τις αλλες γκομενες ετσι;'' τον ειρωνευεται και ο Βασιλης προσπαθεια να ελεγξει τα νευρα του.
''Κοφτο!'' την απειλει μα εκεινη απλα γελα υπεροπτικα και τον σπρωχνει παλι, αυτη τη φορα με δυναμη.

Κανει δυο βημα προς το μερος της και την πιανει απο τους καρπους, μα η κοπελα τιναζει τα χερια της αποτομα και με μεγαλες δρασκελιες προχωρα προς το υπνοδωματιο κλεινοντας με δυναμη την πορτα πισω της.
Ο Βασιλης παιρνει βαθια ανασα θελοντας να κατευνασει τα νευρα του.Μα δεν τα καταφερνει.
Μουγγριζει κατι δυσνοητο και την ακολουθει. Κλωτσαει κυριολεκτικα την πορτα για να ανοιξει.

Τον κοιτα με οργη και μισος. Παντα τον κοιτουσε ετσι οταν μαλωναν, σαν να ηταν ο χειροτερος εχθρος της.
''Μην με πλησιαζεις!'' ουρλιαξε, και αλιμονο στους γειτονες.
''Ο,τι γουσταρω θα κανω!Παρε πισω αυτο που ειπες για τις αλλες!'' την πλησιασε και την επιασε απο τους ωμους. Τον εσπρωξε και του γυρισε την πλατη.
''Οχι! Αφου αληθεια ειναι! Νομιζεις δεν εχω δει τα μηνυματα;'' το φαρμακι σταζει απο τα ροδαλα της χειλη.

Τρελαινεται εκεινος και βιαια την αρπαζει απο το μπρατσο σερνωντας την κυριολεκτικα και αγνοωντας τον μορφασμο της.
''Ακουσε με το κερατο μου-''
Ενας πονος τον διπλωνει στα δυο, φυσικα! Τον κλωτσησε στην κοιλια.
Θα την γαμησω.

Ξεφευγει απο το κρατημα του και τρεχει εξω απο το δωματιο. Δεν φευγει απο το σπιτι ομως, μπαινει στο μπανιο και κλεινει την πορτα με κροτο, κλειδωνει και πεφτει σιωπη. 
Σφιγγει τα χερια, θελει να τα τυλιξει γυρω απο τον λαιμο της και να την δει να μορφαζει, το θελει αληθεια.

Χτυπα την λευκη πορτα του μπανιου με δυναμη.
''ΒΓΕΣ ΕΞΩ!'' διαταζει, η κοπελα απο την αλλη πλευρα τρεμει, νιωθει το υλικο να τρανταζεται πισω απο την πλατη της.Κυλαει μεχρι το πατωμα και απελευθερωνει εναν λυγμο. Ο Βασιλης το ακουει, και χτυπαει πιο δυνατα την πορτα.
''ΑΝΟΙΞΕ ΕΡΜΙΟΝΗ ΘΑ ΜΕ ΑΚΟΥΣΕΙ ΟΛΟ ΤΟ ΤΕΤΡΑΓΩΝΟ!''απειλει ξανα,μα ως απαντηση παιρνει σιωπη.

Δινεις μπουνιες, κλωτσιες, την βριζει, την απειλει, βυθιζεται παλι στην σιωπη και ξεφυσαει. Ο κυκλος αεναος.
Εχουν περασει δυο ωρες απο την αρχη του μονολογου του, γεματου εκρηξεις και οργη.
Ακουει αλλον εναν πνιχτο λυγμο στο ηχοχρωμα της φωνη της.

Στεκεται για λιγο ακινητος, ουτε καν αναπνεει. Παραδινεται και ακουμπαει στην αλλη πλευρα της πορτας.Το παγωμενο υλικο, που το κουτελο του ακουμπα, σχεδον ανακουφιζει τον πονοκεφαλο του.
Ξεφυσαει μετανιωμενος. 

''Δεν ειναι οτι δεν θελω να σε εχω εδω καθε μερα, απλα...κοιτα πως κανουμε! Απο το τιποτα!'' η φωνη του ειναι χαμηλη και απαλη πλεον.

Η Ερμιονη απο την αλλη πλευρα της πορτας εχει κουλουριαστει και σκουπιζει τα δακρυα της.
Δεν μιλαει καθολου.
''Θες να βγεις εξω; Να φας κατι; Μην μου μιλησεις καθολου,απλα βγες.'' προτεινει, νιωθοντας χαζος που μιλαει στο κενο.
''Σε παρακαλω..''
Σιωπη.
Και πανω που ειναι ετοιμος να σηκωθει να φυγει, ακουει κινητικοτητα απο την αλλη πλευρα .
Το πομολο γυριζει και η Ερμιονη, με κατακοκκινα ματια, εμφανιζεται μπροστα του, να τον κοιτα εν μερει μετανιωμενη, μα ακομη πικραμενη.

Δεν ξερει τι να της πει.
''Για την πιτσα βγηκα.'' η βραχνη φωνη της τον κανει να γελασει. Γνεφει θετικα, οτι ταχα την πιστευει.
Την αρπαζει απο την μεση και παρα τις διαμαρτυριες την φιλα στο μαγουλο.
''Ασε με! Δεν σε εχω συγχωρεσει ακομα!'' παραπονεθηκε μα την ειδε που χαμογελασε κρυφα.
Την φιλησε παλι στο βρεγμεν δερμα κατω απο τα ματια της.
''Ο,τι πεις...συγκατοικε'' ψιθυρισε το τελευταιο, κερδιζοντας δυο γουρλωμενα ματια και ενα μικρο μειδιαμα ευχαριστησης.


------------------------------------------------------------------------

11 Μαρτιου- Τεταρτη.

''Αχ το διανοεισαι; Δυο εβδομαδες κενο!'' η Φαιη χοροπηδουσε πανω κατω στην κουζινα.
''Καλα μην χαιρεσαι, πεθαινει κοσμος, ασε που χανουμε μαθηματα.'' η Κυβελη συνεχιζει να κοβει λεμονακια σε φετες και επειτα στα τεσσερα.

''Ενταξει δεν λεω αυτο! Απλα σκεψου πως επιτελους θα κοιμηθουμε μεσημερι, θα μαζεψουμε δυναμεις, μην νομιζεις, γρηγορα θα περασουν οι δυο εβδομαδες.'' η ξανθουλα διπλα της ανοιγει τα πακετα με τα πλαστικα ποτηρακια.

''Κοριτσια το τραπεζακι του σαλονιου;'' ο Κωνσταντινος φωναξε απο το αλλο δωματιο.
''Οπου το βαζουμε καθε φορα!'' του απαντησε η Κυβελη βαζοντας τα κομματακια λεμονιου σε ενα μπολακι, διπλα απο το αλατι.

''Ηρθα!!''η Ερμιονη μπηκε στην κουζινα φορωντας ενα μαυρο τιραντακι που εδενε στον λαιμο και αφηνε ολη την πλατη εκτεθειμενη, ενω απο κατω ενα κοκκινο παντελονι καμπανα.
''Εφερες βοτκα;'' η Φαιη ανησυχησε οταν την ειδε να μην κραταει τιποτα.

''Βεβαιως! Ο Βασιλης τα φερνει απο κατω, τεσσερα μπουκαλια δεν ειπαμε;''
Η Κυβελη αγριοκοιταξε την κολλητη της, που το επαιζε ανηξερη.
''20 ατομα δεν ειπαμε;'' 
''Ε ναι... τι να κανουν τεσσερα μπουκαλια βοτκα βρε Κυβελη μου;''

''Ξεχνας τα δυο μπουκαλια τεκιλα για τα οποια κοβω λεμονι, τα τεσερα μπουκαλια ουισκι που εφεραν τα αγορια και τις μπιρες που μας χαιρετανε απο το ψυγειο ή δεν θυμαστε την σαγκρια με τα τα κομματια πορτοκαλιου απεναντι; Ποσους καλεσατε;'' 
''Εεεε...'' οι δυο κοπελες κοιταχτηκαν αμηχανα.

''Επτα εμεις, οκτω με την αδελφη σου, δεκα με την Βεατρικη και την Γεωργια, δεκαπεντε κατι φιλους των παιδιων απο την σχολη, θα φερει κι ο Ορεστης κατι φιλους του απο την ορχηστρα, ε ειπα κι εγω σε τρια ατομα, θα φερει και ο Κωνσταντινος μια κοπελα που βγαινει , φανταζομαι δεν θα ερθει μονη της...ειπα και την Ειρηνη απο απεναντι, εκεινη μας καλεσε στο παρτι για το τελος της εξεταστικης, της ειπα να φερει και μια δυο φιλες της...ε θα ερθει και η Τατιανα με την Σοφια, την Μαρια και αυτες...αλλα μην ανησυχεις, θα φερουν ολοι ποτά! Δεν θα εχουμε θεμα'' εσπευσε να την καθησυχασει.
Θα ερθουν κι αυτες;

''Ω Θεε μου...τι αμαρτιες πληρωνω;''στηριζεται στον παγκο ταχα δραματικα και ξεφυσαει.
''Παντως κουκλακι εισαι.'' η Ερμιονη την καλοπιανει κοιτωντας συμφεροντολογικα το κοντομανικο φαρδυ λευκο φορεμα που δεμενο με μια ζωνη στην μεση εμοιαζε απλα με μεγαλη μπλουζα.
''Ισχυει, το ασπρο ειναι το χρωμα σου.'' η Φαιη εραψε και με ενα βλεμμα της κοκκινομαλλας σταματησαν.

''Κοριτσια ετοιμες να γινει χαμος;'' ηταν η γνωστη ατακα του Βασιλη πριν απο καθε εξοδο ή παρτι, κατι σαν υποσχεση που συνηθως τηρουσε κιολας.
Η κοκκινομαλλα κατι πηγε να απαντησει μα η Ερμιονη παρενεβη.
''Ειναι το τελευταιο σκεψου, μετα για δυο εβδομαδες θα ηρεμησουμε'' της υποσχεθηκε.

''Ελα που σε χαλαει Κυβελη! Την προηγουμενη ειδαμε και παθαμε να κλεισουμε την μουσικη!'' η Φαιη δεν μασαγε απο το δραμα.
''Καλα καλα οτι πειτε, φτιαξτε το σαλονι και κλειδωστε τα δωματια, εγω μετα δεν μαζευω τιποτα!'' μουρμουρισε και αρχισε να ψαχνει μπολ για τα πατατακια.
''Ναι ο,τι πεις.''
Αρχισαν παραυτα να μαζευουν, την ωρα που ο Γιαννης συνεδεε τα ηχεια και εβαζε ασχετα κομματια.

Που στα κομματια τα εχω βαλει τα μπεζ πλαστικα μπολ; 
Εσκυψε για να πιασει το οικειακο σκευος που της εμοιαζε με ενα απο αυτα που χρειαζοταν, οταν ενιωσε δυο χερια να την πιανουν απο την λεκανη και να την τραβουν πισω με φόρα, κολλωντας την πανω στο επιμαχο σημειο του.Στριγγλισε και πεταχτηκε ορθια, κοκκιννισε στην σκεψη οτι καποιος ειδε την χυδαια χειρονομια του.

''Ρε Ορεστη!'' δεν θα μπορουσε να ειναι αλλος, απο τον βιολιστη της κακιας ωρας, που φορουσε φαρδυ τζιν, μαυρα all star, ενα σκουρο μπλε πολο μπλουζακι κι ενα παιχνιδιαρικο χαμογελο με λακκακια.
''Με προκαλεις!" ανασηκωσε τους ωμους του μα κατεβασε τις παλαμες του στα οπισθια της, ζουλωντας διχως ελεος φερνοντας την κι αλλο πανω του.
Η κοπελα κυριολεκτικα αναπηδησε και δαγκωθηκε για να μην τσιριξει. Του χτυπησε τα χερια για να τα παρει απο πανω της.
''Εισαι τρελος; Ειναι ολοι στο σαλονι!'' φωναξε ψιθυριστα. Σκαλωσε κοιτωντας το βλεμμα ευτυχιας που της εριξε. Γιατι ηταν τοσο χαρουμενος;
Βασικα , πότε δεν ειναι;
''Ανεβηκαν στον Γιαννη για να βοηθησουν με τα ηχεια.''

Την τραβηξε κι αλλο πανω του, τυλιγοντας τα χερια γυρω απο την μεση της, η επαφη με το κορμι του εστειλε μικρα καυτα κυματα ριγης σε σημεια που δεν μπορουσε να ελεγξει.
Το προσωπο του,  φρεσκοξυρισμενο και απαλο, ηρθε εκατοστα μακρια απο το δικο της.
''Μου ελειψες δικηγορινα μου, τρεις μερες εχω να σε δω.'' της ψιθυρισε και η κοπελα εισεπνευσε την κανελα που πλεον εκανε την καρδια της να χτυπαει πιο δυνατα.

Με μια αποτομη κινηση την ανεβασε στον παγκο πισω της. Εκεινη εκλεισε τα ποδια και τρομοκρατημενη πηγε να τον σπρωξει.Αυτο τον εξιταρε ακομα περισσοτερο.
''Προσωπικος  χωρος!Και ντροπη!'' τον επεπληξε μα της χαρισε το πονηρο μειδιαμα της πληρους αδιαφοριας του.

Ακουμπησε τις παλαμες αριστερα και δεξια της και τεμπελικα εγειρε προς το μερος της. Το βλεμμα του εξερευνησε εξονυχιστικα το ελαφρως βαμμενο προσωπο της και εμεινε στηλωμενο στα χειλη της.
Ενιωσε ενα τρεμουλο αναμεσα στα ποδια της και ξεροκαταπιε. 
Θα παψω ποτέ να νιωθω αυτη τη νευρικοτητα οταν με κοιταζει;

Τα χειλη του αιωρουνταν πανω απο τα δικα της, διχως ομως να κανει κινηση να την φιλησει. Σαν να την τιμωρουσε.
''Τι εγινε Κυβελακι; Σε επιασαν οι ντροπες; Δεν θες πια να σε στριμωχνω στην κουζινα οπως παλια;'' 
Θελω!

''Δεν ειμαστε μονοι μας ξερεις εδω ξερει!Εχε λιγη ενσυναισθηση'' ψιθυρισε νευρικα.
''Υπονοεις να πουμε και σε αλλους;'' την πειραξε μονο και μονο για να την δει να γουρλωνει τα ματια και να αναφωνει.Τον χτυπησε στο στερνο.

''Εισαι χυδαιος!''
Γελασε διασκεδασμενος. Οι τρεις μερες που η Κυβελη απαιτησε απομονωση για να αφοσιωθει σε μια υποθεση στην πρακτικη της, του φανηκαν χρονια, και τωρα που την ειχε μπροστα του, με αυτο το φαρδυ κοντο λευκο φορεμα και τα νευρα κροσσια, ηθελε να την φαει! Και θα το εκανε!
''Χυδαιος χυδαιος αλλα μολις με ειδες χαρηκε το μ-''

''Ορεστη!''ο βιολιστης ειδε τα μαγουλα της να γινονται ιδιο χρωμα με τις φακιδες της μυτης της και τα σκουρα ματια της να τον κοιτουν με ενα υφος αφροδισιακης ντροπης που τον αφηνε παντα ερεθισμενο.
Θα με τρελανει.

''Σου εδωσα τις τρεις μερες σου, τι λες να μου δωσεις για αρχη τρια λεπτα ησυχιας;'' ακουμπησε το ενα του χερι στο γυμνο της μπουτι και με τον αντιχειρα του εκανε μεγαλους και αργους κυκλους στο εσωτερικο του προσαγωγου της.
Αρχισε να ζεσταινεται και πηρε βαθια ανασα.

''Τρια λεπτα;Τοσο λιγο;'' τον ρωτησε προκλητικα.
''Μετα ειναι αναποφευκτη η φασαρια...Κυβελακι και το ξερεις καλα.'' της εκλεισε το ματι και με τα δαχτυλα του πιεσε το δερμα του ποδιου της.

Πεισματικα ασκησε πιεση για να μεινουν κλειστα, οχι μονο γιατι ετρεμε στην σκεψη οτι καποιος θα τους δει, αλλα και γιατι αρνιοταν να χαρισει στον βιολιστη την ικανοποιηση το ποσο γρηγορα ηταν ετοιμη και ξαναμμενη για εκεινον.
Εγειρε στο πλαι και φιλησε το μαγουλο της, τα χειλη του επειτα τυλιχτηκαν γυρω απο τον λοβο του αυτιου της και πιπιλησε αργα και βασανιστικα.
''Ανοιξε τα ποδαρακια σου μωρο μου.'' διεταξε απαλα.Γλυφει απαλα κι επειτα φιλαει το ιδιο σημειο. Η καυτη ανασα του την κανει να εκραγει χαμηλα και να χασει το πρωτο επιπεδο αυτοελεγχου.

''Ω Θεε μου.'' μουγγριζει απαλα και κλεινει τα ματια της.
Τον νιωθει να χαμογελα οταν παυει να ασκει αντισταση και τα ποδια της ανοιγουν.Τον θελει κοντα της. Τον τραβαει απο το μπλουζακι και τον φερνει μπροστα της.
Την κοιτα στα ματια, που παρα το μπλε ρουχο, φαινονταν ιδιαιτερα πρασινα εκεινη την στιγμη.
''Τι θες Κυβελη;'' η βαρια φωνη του και η παυση καθε κινησης την αγχωνει, της προκαλει συγχυση.
''Θελω να με παρεις, εδω.'' ασθμαινει πανω στα χειλη του.
''Αυτο εννοειται.'' ενα αλαζονικο μειδιαμα ειδε μονο, πριν ενωσει το στομα της με το δικο του, σε ενα βαθυ φιλι, γεματο υγρα κανελας και κομμενες καυτες ανασες.

Κατεβαζει το χερι του γυρω απο την μεση της, την ανασηκωνει φερνοντας την πιο κοντα και βαθαινει το φιλι του. Την καταβροχθιζει κυριολεκτικα.
''Αναθεμα Κυβελη'' πεταει μεσα απο κοφτες αναπνοες.
''Με τρελαινεις οσο δεν παει.'' κραταει σταθερη την λεκανη της και πιεζει  την στυση του πανω της, η κοπελα πνιγει ενα βογγητο.

Το υποσυνειδητο της βαραει συναγερμο στην σκεψη οτι απο στιγμη σε στιγμη οι αδιακριτοι φιλοι τους θα μπουν στο διαμερισμα, αλλα δεν μπορει να σταματησει, το σωμα της εχει μπει στον αυτοματο και επιστροφη δεν υπαρχει.Νιωθει τα χερια του στους μηρους της, της ανεβαζει το φορεμα μεχρι την μεση, ερχεται αντιμετωπος με ενα ημιδιαφανο λευκο στρινγκ. 
Γλυφει τα χειλη του, κινει παλι τους γοφους του τριβωντας την στυση του πανω της και η Κυβελη ριχνει πισω το κεφαλι ,δεν αντεχει αλλο, νιωθει πως θα εκραγει.

Το κλεισιμο της πορτας και βηματα να πλησιαζουν τους αφηνει και τους δυο ακαμπτους και την ατμοσφαιρα τεταμενη. Δεν αναπνεει κανεις τους, ο νεαρος ομως εχει ακομη τα χειλη του κουμπωμενα στην καμπυλη του λαιμου της.
''Ορεστη...σταματα.'' τον σπρωχνει ελαφρως.
Το κυμα ηδονης που η κοκκινομαλλα περιμενε να την λουσει μετατρεπεται σε αμμο που την αφηνει καμμενη και διψασμενη.
''Γαμω το κερατο μου.''ακουει - μα για φαντασου- τον Ορεστη να βλαστημα.

Της παιρνει λιγη ωρα για να συγκεντρωθει και να καταλαβει οτι αυτο που επροκειτο να γινει δεν θα συμβει.Με χερια να τρεμουν κατεβασε το φορεμα της την ωρα που ο βιολιστης κουμπωνοταν εχοντας ηδη ξενερωσει.
''Ελπιζω να καθαρισετε τον παγκο.'' η αγνωστη αντρικη φωνη εκανε την Κυβελη να πηδηξει ενοχα κατω, κοκκινιζοντας ολοκληρη.

Ο Ορεστης βρεθηκε διπλα της, σε πολυ πιο χαλαρη διαθεση και απλα γελασε με το 'αστειο' του ψηλου καστανοξανθου αντρα.
''Καλως τον απροσαρμοστο!'' κοροιδεψε και ακουμπησε το χερι του στην μεση της Κυβελης που τραβηχτηκε ελαφρως. Το βλεμμα της ηταν στηλωμενο στα δυο καταπρασινα ματια που την κοιτουσαν εξεταστικα,απο πανω μεχρι κατω.
Το εχουν οικογενειακως μαλλον.

Επιμελως ατημελητα μαλλια και μουσια, μαυρο υφασματινο παντελονι, που ομως εμοιαζε καθημερινο και ενα απλο επωνυμο-αλιμονο- μπλουζακι με γιακα.
Στο χερι του κρατουσε πανωφορι ενω φορουσε ρολοι. Ψηλος, μυωδης και αυστηρα απροσιτος με τον καθε αγνωστο, ο Ιακωβος Νικολαϊδης την κοιταξε απο πανω μεχρι κατω, χωρις να κανει καμια κινηση για χειραψια. Φαινοταν απο τους τυπους που τους δινεις το χερι και το κοιτουν μεχρι να νιωσεις αβολα.

''Λοιπον Ιακωβε, απο εδω η δικηγορινα, Κυβελη ο αδελφος μου. '' ο Ορεστης κανει τις συστασεις λες και δεν ηταν κι οι δυο αναμαλλιασμενοι και αναψοκοκκινισμενοι. Αν δεν ενιωθε την απολυτη ντροπη θα τον χτυπουσε.

''Χαιρομαι που σε γνωριζω, ο μικρος μου ειπε οτι ειμαστε συναδελφοι.'' της χαριζει ενα σφιγμενο χαμογελο.
''Εν δυναμει, ακομη δεν εχω τελειωσει.'' ο βιολιστης γυρναει και της κλεινει το ματι πονηρα.
''Ουτε εγω'' ψιθυριζει κατω απο την ανασα του.

Του ριχνει αγκωνια αναψοκοκκινισμενη. Αυτη η οικογενεια ηταν γραφτο της να την βασανισει.
''Ηρθα να παρω τα κλειδια.'' του εξηγει κατι που ο Ορεστης καταλαβαινει αμεσως, μαλλον μερος μιας προηγουμενης συζητησης.
''Ω ναι μισο!'' φευγει απο την κουζινα αφηνοντας την απελπισμενη απεναντι απο τον αδελφο του.
Καλα πως γινεται να ηξερε οτι ερχοταν ο αδελφος του και να παραλειψει να μου το πει;

Δεν ηξερε αν εφταιγε η ανεκπληρωτη σεξουαλικη φορτιση, αλλα απο εκει που δεν μπορουσε να του αντισταθει, πλεον ηθελε να του ριξει μπουνια.
''Εχεις σκεφτει το μεταπτυχιακο σου;'' η ερωτηση του την πιανει απροετοιμαστη.
''Ε...οχι ακομα, για να ειμαι ειλικρινης κλινω προς το ποινικο αλλα ξερω οτι ισως πρεπει να διαλεξω κατι λιγοτερο κορεσμενο.'' προσπαθει να βαλει τις λεξεις σε μια σειρα, αποφευγοντας την οπτικη επαφη παραλληλα.

Γνεφει θετικα και γερνει προς τον τοιχο. Πεφτει για λιγο σιωπη.
''Ωστε με τον θειο ε;'' η ακλονητη ισια γραμμη σπαει σε μειδιαμα ανακρισης, που μεγαλωνει οταν η Κυβελη γινεται ιδια με τα μαλλια της.
''Ο-οριστε ;''
Καλα δεν εχει ουτε ιερο ουτε οσιο.

Ο Ιακωβος χαμογελαει στην θεα της, θυμιζοντας της λιγο τον αδελφο του.
''Αδελφια ειμαστε, σε καποιον επρεπε να το πει. Προτιμουσες στους γονεις μας;'' την ρωτα και διχως δευτερη σκεψη γνεφει αρνητικα.

''Ελπιζω να του φερεσαι καλα.'' μουρμουριζει σοβαρευοντας αποτομα.
Σοβαρευει κι εκεινη. Αποδεχεται οτι ο Ορεστης ετσι ακαταστατος οπως ειναι δεν θα εβρισκε συντομα τα κλειδια του για να ερθει να την σωσει.

''Η προηγουμενη σχεση μου δεν εχει καμια σχεση με την παροντικη. ''ο κοφτος τονος της τον ικανοποιει μαλλον γιατι γνεφει επιδοκιμαστικα.
''Σιγουρα, αλλο σου λεω ομως.'' την κοιτα στα ματια. Η φλογερη κοκκινομαλλα, εκεινο το εξωτικο πλασμα με το γατισιο βλεμμα, τον εντυπωσιασε απο την πρωτη στιγμη. Αλλο τοσο τον παραξενεψαν οι περιγραφες του αδελφου του, πως γινοταν καποια τοσο οργανωτικη και τακτικη να αντεχε τον Ορεστη;

Πριν προλαβει να ρωτησει, ακουσε παλι βηματα, κι οχι απο τον διαδρομο που πριν λιγο ειχε εξαφανιστει ο Ορεστης.

''Καλα μαλάκα σας επιασε ο αδελφος του Ορεστη να πηδ-''
Θα λιποθυμισω.

Γυρισαν και οι δυο προς το ανοιγμα της εισοδου της κουζινας, οπου η Φαιδρα στεκοταν, φορωντας μια φαρδια παντελονα μαυρο χρωματος, ενω απο πανω ενα μικροσκοπικο μπορντο τοπακι, το σκουλαρικι στον αφαλο της γυαλιζε και ηταν ο συνηθισμενος υπεροχος εαυτος της, απλα βαμμενη.
Μολις συνειδητοποιησε οτι η Ερμιονη εκανε λαθος οταν της ειπε απο το θυροτηλεωνο του Γιαννη πως ο Ιακωβος ειχε φυγει, γελασε.

Τον κοιταξε απο πανω μεχρι κατω, ενω εκεινος σταθηκε ακαμπτος και ανεκφραστος.
Ετεινε το χερι της προς το μερος του για χειραψια και εκεινος διστακτικα ανταπεδωσε.
''Πρεπει να εισαι η Φαιδρα.'' μουρμουριζει παγερα.
''Απο την εκφραστικοτητα σου συμπεραινω οτι εσυ εισαι ο Ιακωβος.'' σαρκαζει και τον προσπερναει ανοιγοντας την πορτα του ψυγειου.

Σκυβει και πεταει μεσα τρεις εξαδες μπιρες. Το τατουαζ χαμηλα στην μεση της γινεται ορατο και δεν περναει απαρατηρητο απο τον Ιακωβο.
Το εχουν οικογενειακως μαλλον σαρκαζει μεσα του.

Η μαυρομαλλα εντοπιζει την ενταση στον αερα οποτε χαλαρη συνεχιζει συζητηση, για χαρη της αδελφης της.
''Δικηγορος;'' γερνει στο ψυγειο και τον κοιτα απο πανω μεχρι κατω απροκαλυπτα.
Γνεφει κοφτα.
''Μου διαφευγει το αντικειμενο σπουδων σου.'' της λεει αδιαφορα μα εκεινη γελαει.
''Τι λες να αφησουμε το μυστηριο να πλαναται λιγο ακομα στον αερα; Εκτος αν θες να με ανακρινεις για να μαθεις.'' του κλεινει το ματι απροκαλυπτα και η Κυβελη θελει να ανοιξει η γη να την καταπιει.

Πανω στην ωρα που ο Ιακωβος θα της απαντουσε κατι, ο Ορεστης μπηκε μεσα στην κουζινα με ενα μπρελοκ δινοντας της μια πνοη ζωης.
Επιτελους!
Μπορει να το φωναξε κιολας, γιατι οι αλλοι δυο την κοιταξαν παραξενεμενοι.

''Δεν θα μεινεις για ενα ποτο;'' ο Ορεστης τον ρωτα και ο αδελφος του διχως καν να το σκεφτει γνεφει αρνητικα.
''Εχω δουλεια. Λοιπον, Κυβελη χαρηκα, Φαιδρα...'' την κοιτα διχως λογια και η ατιθαση κοπελα απλα του χαμογελα.
''Αμοιβαια τα συναισθηματα.''


----------------------------------------------------------------------------------------

Το σπιτι εχει γεμισει και η Κυβελη εξαλλη γνωριζει οτι αν μετρησει θα βρει πανω απο 35-40 ατομα.  Μερικοι της ειναι και αγνωστοι!

Ο Ορεστης ειναι με τον Βασιλη και δυο συμφοιτητες του και ξερει καλα οτι νιωθει εξισου ξενερωμενος με την ιδια. Της ελειπε τρελα και ηθελε να τους διωξει ολους και να τον αφησει να την γδυσει μετα μουσικης βιολιου.

Αντι για αυτο ομως, βρισκοταν στο τριτο ποτο, χορευε αραια και που, μα κυριως περιμενε η ωρα να περασει. Απο τις 6 το απογευμα ειχαν βγει οι βαθμοι της συνθεσης του Αστικου, ηταν η πρωτη φορα που εδινε εκεινο το μαθημα του Σπυρου, αλλα οι ελαχιστοι που ειδαν βαθμους πριν το συστημα καταρρευσει ειπαν οτι η βαθμολογηση ητανφυσιολογικη.
Ανανεωνε την σελιδα καθε πεντε λεπτα, μαλλον ομως εκαναν ολοι το ιδιο, γιατι την πετουσε συνεχεια εξω.

Την στιγμη εκεινη, τα ειχε προσωρινα παρατησει και προσεθετε στο 1/4 του ποτηριου χυμο πορτοκαλι.
''Κυβελη;'' η γνωριμη φωνη την εκανε να αναπηδησει και παραλιγο να λερωθει.
Γυρισε προς το μερος της φωνης.

''Δεν ξερω τι θα κανω χωρις εσενα.''
''Σε θελω οσο κανεναν αλλον, μου εισαι αναντικαταστατος.''
''Δεν θα πονεσεις στο υποσχομαι.'' της ψιθυριζει.
Πηρε βαθια ανασα. Τα ποδια της ετρεμαν. 
Τον κοιταξε και εχασε εναν χτυπο.
Ωθηση. Εγιναν ενα και η Κυβελη ολοκληρωθηκε με τον πλεον καλυτερο τροπο.

Ο 18χρονος μελαχρινος που αφησε στο λιμανι του Πειραια κλαιγοντας, και μεσω σοσιαλ μιντια εβλεπε, στεκοταν μπροστα της 4 χρονια μεγαλυτερος σχεδον, φορωντας χαλαρο πουκαμισακι και τζιν.
''Στεφανε;'' του χαμογελασε και αφησε το ποτηρι για να τον αγκαλιασει.

Ειχαν κρατησει επαφη μεχρι και το πρωτο εξαμηνο, αλλα μετα της φαινοταν υποκριτικο, ειδικα οταν μαθαινε για την νεα του σχεση, ή ακομα περισσοτερο οταν εκεινη γνωρισε τον Σπυρο.

Ο πρωτος της ερωτας της χαρισε το χαμογελο το οποιο ερωτευτηκε στα 16 της κι εκεινη τυλιξε τα χερια της γυρω απο τον λαιμο του αφηνοντας τον να την σφιξει στην αγκαλια του. Το αρωμα του απορρυπαντικου της μαμας του εφτασε στο οσφρητικο της πεδιο και ασυναισθητα χαμογελασε.
''Πως και απο δω;'' ρωτησε καθως απελευθερωνοταν απο το κρατημα του.Αφησε το χερι του στην μεση της, αλλα το ειδε ως μια κινηση οικειοτητας.

''Ηρθα με την Κατερινα και την Νικη τι εννοεις; Εσεις μας καλεσατε!'' ενιωσε λιγο αβολα με την αγνοια της, μα η κοκκινομαλλα εσπευσε να το διορθωσει.

''Δεν ηξερα οτι εχουμε παρτι! Πριν τρεις ωρες το εμαθα, αναγκαστικα.'' του ειπε ταχα εκνευρισμενη και αυτος εδειξε κατανοηση γελωντας.

''Για πες, πως παει η ζωη;''την ρωτησε με ενδιαφερον που της φανηκε καπως στοχευμενο.
Τα ειχα με εναν παντρεμενο, παραλληλα πηδιομουν με τον ανιψιο του, εμαθα τι τερας ειναι ο πρωτος και τον χωρισα, ευτυχως γιατι ηθελε να με αφησει εγκυο και να απειλησει τον πατερα μου.

''Ξερεις μωρε...τα ιδια, σχολη, παρεες, διαβασμα, τα γνωστα, εσυ;''

''Εγω γυρισα τωρα που εκλεισαν οι σχολες, δεν ξερω αν το εμαθες, χωρισα με την Αλεξανδρα..'' της λεει με νοημα, ψαχνοντας μια αντιδραση.
Εγνοια σου και ειδαμε οτι διαγραψατε ολες τις δημιοσευσεις σας στο instagram.

''Σωπα!''το επαιξε σοκαρισμενη.
''Τι λες τωρα!Γιατι;'' συνεχιζει.

Εκεινος ανασηκωσε τους ωμους του.
''Ημασταν τοσο καιρο μαζι, κουρασε υποθετω.'' λεει ταχα αδιαφορος.
Οταν ανεβασατε στορυ δυο μηνες αφοτου χωρισαμε να τρωτε ο ενας το προσωπο του αλλου δεν κουραζατε νομιζεις;
Γνεφει θετικα.
''Ολα τα καλα καποτε τελειωνουν υποθετω.'' 

Βιαζεται να συμφωνησει.
''Και μιας που λεμε ολα τα καλα, εμεις οι δυο ποτε θα παμε για ποτο να τα πουμε με την ησυχια μας;'' επιστρατευσε την γοητεια του και η Κυβελη παρα την αγαπη που του ειχε ηθελε να γελασει μεσα στο προσωπο του.

''Τωρα με την καραντινα θα κλεισουν μαλλον τα κλαμπ, αλλα μπορεις να ερθεις στο διαμερισμα μας να τα πιειτε.''

Γυρνουν και οι δυο προς το μερος της εισοδου, οπου ο Ορεστης στεκεται χαλαρος, με ενα κοκκινο ποτηρακι στο χερι για, ποιος ξερει, ποση ωρα.Ο Στεφανος κοιτα αναμεσα τους αφαιρωντας το χερι του απο την μεση της. Η Κυβελη πνιγει ενα γελακι στο μπερδεμενο του υφος.

Ο βιολιστης τους πλησιασε και σταθηκε διπλα στην κοπελα του.
''Ορεστης Νικολαϊδης, χαρηκα.'' το εκανε να μοιαζει με ψιλη κουβεντα, μα η Κυβελη ηξερε οτι υπηρχε μια πιθανοτητα να του εδωσε αρκετο θαρρος.

''Στεφανος Μουζακης'' του σφιγγει το χερι τυπικα και στρεφει το βλεμμα προς την δικηγορινα.
''Ορεστη ο Στεφανος ειναι ο πρωτος μου ερωτας και πλεον καλος μου φιλος.'' ο Ορεστης δαγκωνεται για να μην γελασει στο υφος του τυπου οταν ακουσε την λεξη φιλος.
''Κι ο Ορεστης ειναι ο συντροφος μου.'' 

Την κοιτα στιγμιαια, νιωθει περηφανος, το στηθος του φουσκωνει στο ακουσμα της φρασης 'συντροφος μου', το ειπε τοσο γλυκα μα και συναμα τοσο απλα που ηθελε να την πιασει και να την φιλησει. Ιδανικα να την παρει στον παγκο της κουζινας με τον Στεφανο να κοιταζει.

Ο πρωτος σμιγει για λιγο τα φρυδια του.
''Καπου σε εχω ξαναδει νομιζω.''  δεν περιμενε τετοιο σχολιο στην αρχη, μα συντομα το επεξεργαζεται.Η Κυβελη ομως πεταγεται.

''Ο Ορεστης ειναι κορυφαιος σολιστ βιολιου.'' δηλωνει.
Την κοιτα μπερδεμενος.
Που πηγε το βιολιστη της κακιας ωρας;

Το μυαλο του πρωην ομως φωτιζεται λες και εχει λαμπα μεσα.
''Απο το ινσταγκραμ! Σε παρακολουθουν τα κοριτσια ανελλιπως, ειδικα η Νικη αν μαθει οτι εισαι εδω θα παθει αμοκ. '' τον επαινεσε, πραγμα που εκνευρισε την Κυβελη, βλεποντας την αλαζονια να μεγαλωνει ηδη αλαζονικο του υφος.

Βεβαια δεν τελειωσε εκει.
''Θα χαρω μια μερα να συνεργαστουμε.'' του ειπε ταχα με προθυμια.
Μεγαλωσε το χαμογελο του Ορεστη.
''Παιζεις βιολι; Θα ορκιζομουν οτι σπουδαζες Κρητη.'' 
Χαμογελα περηφανος. "Ειμαι στο Φυσικο στην Κρητη, εμαθα να τα συνδυαζω'' του πεταει σποντα.
''Ωστοσο εγω παιζω πιανο, οχι βιολι, σε λιγο καιρο θα ολοκληρωσω τις σπουδες για το πτυχιο.'' 

Και το χαμογελο του Ορεστη πεφτει.Κοιταζει την Κυβελη.
Σοβαρα τωρα;

Η κοκκινομαλλα δαγκωνεται να μην γελασει.
Παραλειψη μου.

Ο Ορεστης βγαινει πρωτος απο την νοητη τους συζητηση.Περναει το χερι του γυρω απο την μεση της και κοιταζει τον Στεφανο.
''Θα την παρω για λιγο,ελπιζω να τα ξαναπουμε.'' του εδωσε φευγαλαια το χερι και εσυρε κυριολεκτικα την κοπελα εξω απο την κουζινα.
Η Ερμιονη ηταν απεξω, με το κινητο στα χερια και εστελνε φωνητικο, με το που την ειδε αναφωνησε.

''Ανοιξε το σαιτ!'' 
Ενα τρεμουλο καλυψε και το δικο της κορμι.
Ω Θεε μου.

Γρηγορα εψαξε το κινητο της, μα δεν το ειχε πανω της.
Ο Ορεστης δεν της εδωσε χρονο να το ψαξει ομως, γιατι βιαστικα την παρεσυρε αναμεσα στο πληθος και την μουσικη προς τα εξω.

''Ορεστη!'' 
Οταν βγηκαν στον διαδρομο ο βιολιστης την κολλησε στον τοιχο και εκλεισε την πορτα.
Επιτεθηκε με τα χειλη του στον λαιμο της και αρχισε να φιλαει, σαν να το επιανε απο εκει που το αφησαν.
''Ορεστη παμε πανω.'' οι καυτες μαλαξεις που εκανε στο δερμα της την εστελναν στα ουρανια, μα το τελευταιο που ηθελε ηταν να ανοιξει καποιος την πορτα και να τους βρει να κανουν ο,τι κανουν.

Ο νεαρος σταματησε να την φιλαει και την κοιταξε εκνευρισμενος ταχα.
''Δεν μου ξεφευγεις μετα απο το τσιρκο στην κουζινα.''  την απειλησε μα την επιασε απο το χερι και πρωτος αρχισε να ανεβαινει την σκαλα με εκεινη να τον ακολουθει

''Να παρω το κινητο σου να μπω στο σαιτ της σχολης; βγηκε μαθημα.'' τον ρωτησε, καθως το αγχος την καταετρωγε.
Για λιγο σταματησε και την κοιταξε μη πιστευοντας οτι το εννοουσε.
Βλεποντας το σοβαρο της υφος ξεφυσηξε και απο την πισω τσεπη εβγαλε το κινητο το οποιο και της εδωσε.

''1428, εχεις χρονο μεχρι να ξεκλειδωσω την πορτα, μετα τελος.'' αυταρχικα της ανακοινωσε και εκεινη μη χανοντας χρονο πληκτρολογησε τον κωδικο και μπηκε στο ιντερνετ.
Ευτυχως θυμοταν τους κωδικους της.
Πληκτρολογησε γρηγορα και κατω δεξια πατησε το κουμπι της βαθμολογιας για το εξαμηνο εκεινο.
Φορτωνει, φορτωνει.

Αγχωμενη κοιτα την οθονη, που ουτε που προσεχει τον Ορεστη που αν και εχει ανοιξει την πορτα δεν μπαινει μεσα.

''Τι εγιν-''
Ο βιολιστης διπλα της ακαμπτος κοιτα ευθεια, ακολουθει το βλεμμα του με κομμενη την ανασα.
''Τι στο διαολο...'' μουρμουριζει.

Στον καναπε του διαμερισματος ειναι η πρωην συμμαθητρια της, Νικη πανω σε καποιον και τον φιλα με παθος.
Αυτος ο καποιος ειναι ο Γιαννης.

Τα χερια της τρεμουν απο το ξαφνικο σοκ. Δεν τους εχουν καταλαβει ακομα. Ιδρωνει και νιωθει το κινητο να γλιστρα απο τα ακροδαχτυλα της, το φερνει μπροστα της για να το ακουμπησει καπου.
Τι θα πω στην Φαιη;

 Εν τω μεταξυ εχει ανοιξει η σελιδα, και κατω κατω,μετα απο 5 σειρες πρασινου, με κοκκινα γραμματα φαινεται το μαθημα του Δελη.

ΣΥΝΘΕΣΗ ΑΣΤΙΚΟΥ    :     ΑΠΕΤΥΧΕ , ΕΝΑ  (1)

''Την εκοψε με 1 κι εκεινη πηγε στην επιδειξη γραπτων'' θυμηθηκε τι της ειπε η Σιλια για την Ελενα.

Ω Θεε μου...
Κι επειτα, σκοταδι.







Χτυπιεμαι και κλωτσαω με δυναμη για να βγω στην επιφανεια.
Το νερο με καταπινει και οι πνευμονες μου πονανε. Κυμα πανω στο κυμα.
Λυσσομανα η θαλασσα και οι αφροι με πνιγουν.
Μα ο αερας αγγιζει επιτελους το προσωπο μου και στο διαχυτο σκοταδι, ανασαινω.

Κυλιεμαι στην αμμο της ακρογυαλιας και παταω με τρεμαμενα ποδια στην αμμο.

Στεκομαι ακαμπτη στο αγνωστο μερος.

Πεφτει ο αερας, πεφτει και η θαλασσα πισω μου.

Το φεγγαρι σαν να με ζεσταινει με το γλυκο του φως. Γαληνη.

Και με καθε μου βημα, ολο και πιο κοντα σου ερχομαι. 

Λες και καθε κατευθυνση σε εσενα οδηγει.

Ολα μου τα λαθη με φερνουν στο μονοπατι σου.
Και δεν φοβαμαι, γιατι ηταν της μοιρας να ειμαστε μαζι.

Μα ο δρομος σου ειχε γυαλια, και ματωσα.
Ειχε και φιδια, το δηλητηριο τους ακομα κυλα στο αιμα μου.

Ηταν σκοταδι, και ειχε κρυο. Διχως ηλιο και φεγγαρι.

Μοναχα στα τυφλα να προχωρω, μουγγριζοντας απο τον πονο και τον φοβο.

Και σαν εφτασα, με ρωτουν :
''Ηταν ομορφο ταξιδι;''

Γελαω με δακρυα στα ματια.
''Το πιο ομορφο της ζωης μου''








Ciao Bellas!

Τι κανετε; Πως ειστε;

Αρχισε η καραντινα στο βιβλιο μας. Ειπα να το προσπαθησω, αλλα ισως τους στειλω διακοπες τον Ιουλιο ..

Η εξεταστικη μου τελειωνει 31/7 ...ενος λεπτου σιγη για την εξεταστικη του Σεπτεμβριου που αρχιζει εναν μηνα αργοτερα ακριβως. Φετος την θαλασσα θα την δω απο την τηλεοραση. 

Στα δικα μας ομως!

Ειδαμε...κατι τι δεν ειδαμε!

Δελη- Εβελινα. Βλεπετε ο,τι βλεπω;

Ειδαμε Βασιλη - Ερμιονη.

Φυσικα το ζευγαρι μας.
Εγω προσωπικα νομιζω θα δυσκολευτω να τους βαλω να τσακωθουν.

Συναντηθηκε και η Φαιδρα με τον Ιακωβο..

 Τι λενε για τα σιγανα ποταμακια;

Ο Ασσος; Πονεσε;

ΑΣΧΕΤΟ, ΑΛΛΑ : Για οσες ρωτατε, ειναι Ιάσμη, ετσι τονιζεται.

 Και συγγνωμη μα δεν προλαβα να απαντησω στα σχολια του προηγουμενου κεφαλαιου αν και τα διαβασα. Εχω λιγο δυσκολο προγραμμα και παλευω να βγαλω την υλη που θελω.

Αφιερωμενο σε τρια κοριτσια που αγαπω.
Στην Κωνσταντινα μου, konstantina9 . Εισαι το τριτο ατομο που μου κανει αφιερωση σε κεφαλαιο...η καρδια μου χτυπησε παρα πολυ δυνατα. Ενιωσα την χαρα του αναγνωστη.
Σε ευχαριστω πολυ.

Η Katerina_Ballou ειναι διπλα μου τοσο καιρο που αλιμονο αν δεν της αξιζει αφιερωση σε καθε βιβλιο που γραφω. Ευχαριστω που εισαι εκει!

Αφιερωμενο και στην awayfrommyreality . Κραταει χρονια και αγαπω σε τρελά. Ευχαριστω που με αντεχεις την ιδιοτροπη!


Σας αγαπω πολυ.


xxxΜαγδαxxx


Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top