•4th of july•

{a/n:Ελπίζω να σας αρέσει αν και τελειώνει με cliffhanger.Περιμενω τα σχόλια και την αγάπη σας!Επισης,έχετε κάποιους συγκεκριμένους στο μυαλό σας ως Yvaine και Thunder για cast;}

Yvaine

«Όχι,όχι αυτό λίγο πιο δεξιά.»,λέει η μαμά μου στον διακοσμητή και απλά μένω να στριφογυριζω τα μάτια μου που κάνει την ζωή του δύσκολη.

«Νομίζω πως είναι μια χαρά κύριε Henry.»,σχολιάζω ευγενικά και εκείνος μου χαμογελάει ως ένδειξη ότι δεν έχει πρόβλημα με τις παραξενιές της μαμάς μου.

«Yvaine,μήπως να πας να ντυθείς σιγά σιγά;Σε μισή ώρα θα ξεκινήσει να έρχεται κόσμος και οι πιτζάμες σου δεν ταιριάζουν και πολύ με το θέμα της βραδιάς.»,η μαμά μου επεμβαίνει τώρα και σε εμένα και γυρνάω την πλάτη μου,καθώς ανεβαίνω προς το δωμάτιο μου για να ντυθώ.

Δεν έχω ιδέα ποιους έχει καλέσει,δεν έχω ιδέα ποσά άτομα θα είμαστε,το μόνο που θέλω είναι την ησυχία μου.Αμα μπορούσα να μείνω όλο το βράδυ στο δωμάτιο μου θα το έκανα άνετα.
Με τον Marcus ακόμη δεν έχω μιλήσει ακόμη,ενώ έστειλα μήνυμα στον Thunder αμέσως μόλις ξύπνησα και απολογήθηκα για την απότομη συμπεριφορά μου.Αλλα φυσικά δεν μου απάντησε.
Από εκείνη την ώρα κοιτάζω συνέχεια το κινητό μου,μήπως και πάρω κάποια απάντηση,αλλά ούτε καν.

Μπαίνω στο δωμάτιο μου και βγάζω τις πιτζάμες μου.Διαλεγω ένα απλό κίτρινο φόρεμα,κάπως πιο καλοκαιρινό και αέρινο.Δεν έχω κάποια όρεξη να βάλω ψηλά παπούτσια για αυτό τα άσπρα μου καθημερινά αθλητικά μοιάζουν μια χαρά.Η μαμά μου σίγουρα θα το σχολιάσει αυτό μιας και πάντα είναι στην τρίχα,όμως θα έχω σίγουρα την στήριξη του μπαμπά μου.

Μόλις ντύνομαι και βαφομαι λιγάκι κάνω τα μαλλιά μου μπούκλες και ξαπλώνω ανάσκελα στο κρεβάτι μου.Κοιταζω στο ταβάνι μου που μου είχε κολλήσει ο μπαμπάς μου πριν κάτι χρόνια κάτι αυτοκόλλητα που φωσφοριζαν στο σκοτάδι.Κλεινω το φως στο δωμάτιο μου και τα κοιτάζω,ενώ προσπαθώ λιγάκι να ξεχαστω.

Η πόρτα του δωματίου μου χτυπάει και ξεφυσαω,ενώ πάω να την ανοίξω.Ο Marcus βρίσκεται απ'εξω και με κοιτάζει.
«Γιατί μες τα σκοτάδια;»,ρωτάει και ανασηκώνω τους ώμους μου.
«Νομίζω πως πρέπει να μιλήσουμε.»,λέει και μπαίνει μέσα.

Καθεται στην άκρη του κρεβατιού μου και με κοιτάζει.Φοραει ενα άσπρο πουκάμισο και μια καφέ βερμούδα.Τα παπούτσια μας είναι τα ίδια ακριβώς,αφού τα είχαμε πάρει μαζί πριν κάτι μήνες.

«Απλά πήγα από την παραλια να δω την Ανατολή.Δεν είναι κάτι που δεν κάνω συχνά και δεν καταλαβαίνω γιατί ανησυχήσατε όλοι τόσο πολύ.Επισης,ναι ειπα ψέματα για την μαμά μου γιατί ήθελα να μείνω μόνη στην παραλία να σκεφτώ κάποια πράγματα.»,εξηγώ και κουνάει το κεφάλι του καταφατικά.

Ειχα κάνει εξάσκηση τον λόγο μου εδώ και πολλή ώρα,επομένως τον ειπα όσο πιο πειστικά μπορούσα.

«Μπορούσες να μου πεις απλά πως θες να μείνεις μόνη Yvaine.Δεν χρειαζόταν να πεις ψέματα.Τι σκεφτοσουν;Έχει συμβεί κάτι;»,απορεί και σταυρώνει τα χέρια του στο στήθος του.

Ένα ξαφνικό άγχος με πιάνει μια ακόμη φορά.Θελω απλά να του το πω για να το βγάλω από μέσα μου,όμως αν το έκανα θα ήταν το μεγαλύτερο μου λάθος.

«Γενικά πράγματα.Τιποτα το συγκεκριμένο.»,ψεύδομαι για μια ακόμη φορά.

Ο Marcus αναστενάζει και σηκώνεται από την θέση του.Ερχεται κοντά μου και βάζει τα χέρια του δεξιά και αριστερά από το κεφάλι μου.Μου δίνει ένα φιλί στο μέτωπο και τα μάτια μου ασυναίσθητα δακρύζουν.Προσπαθω να πνίξω αυτό το άθλιο συναίσθημα,καθώς δεν έχω καμία όρεξη για περαιτέρω εξηγήσεις.

«Πάμε κάτω.»,λέει και μου τείνει το χέρι του,το οποίο πιάνω και ξεκινάμε να κατεβαίνουμε στην αυλή μου.

Ο κήπος έχει ήδη γεμίσει με αρκετό κόσμο και αμέσως ξεχωρίζω την θετή μαμά του Thunder.Φαινεται πως και εκείνη με βλέπει και έρχεται προς το μέρος μου.

«Yvaine γλυκιά μου τι κανείς;»,με ρωτάει με ένα απαλό χαμόγελο στο πρόσωπο της.

«Μια χαρά είμαι εσείς;»,την ρωταω ευγενικά αφού πρώτα με αγκαλιάζει.

«Καλά είμαι και εγώ.Εχεις μιλήσει καθόλου με τον Thunder;Έχω να τον δω από χθες το πρωί.»,αναρωτιέται ανήσυχα και ξαφνικά αυξάνεται και το δικό μου άγχος.

«Μαζί μας ήταν χθες μέχρι το βράδυ.Ειχαμε πάει για σερφ και μετά σε ένα πάρτυ.»,εξηγεί ο Marcus και σμίγει τα φρύδια του.

Σίγουρα δεν μπορώ να της πω πως ήμουν μαζί του σήμερα το πρωί μπροστά στον Marcus.Αυτο που μου κάνει εντύπωση είναι πως δεν έχει γυρίσει καθόλου σπίτι απο το πρωί.Που μπορεί να ήταν;

Γνέφω καταφατικά με τον Marcus στην απάντηση που δίνει και η Miranda φαίνεται να αρχίζει να ανησυχεί.

«Ήπιε;Γιατί όταν πίνει έχουμε θέματα μετά.»,ρωτάει και τώρα φαίνεται πραγματικά τρομαγμενη.

«Όχι,μόνο μια δυο μπυρες ήπιαμε.»,απαντάω και προσπαθώ να την καθησυχάσω.

Κουνάει το κεφάλι της πάνω κάτω ως ένδειξη πως καταλαβαίνει και στην συνέχεια χαμογελάει,όμως ακόμη φαίνεται αγχωμένη για τον Thunder.

Το κινητό μου δονείται και απολογούμαι,καθώς απομακρύνομαι λίγο πιο πέρα για να μιλήσω με την ησυχία μου.

«Thunder;»,ρωταω καθώς βλέπω το όνομα του στην οθόνη του κινητού μου.

«Yv;»,λέει και η φωνή του ακούγεται υπερβολικά περιεργη.

«Που είσαι;Η Miranda έχει ανησυχήσει τόσο πολύ για εσένα.»,ψιθυρίζω και χαμογελάω σε κάτι οικογενειακούς φίλους μας που περνάνε από μπροστά μου.

«Θα έρθεις στην προβλήτα να δούμε τα πυροτεχνήματα;»,αγνοεί πλήρως την ερώτηση μου.
Η φωνή του τρέμει,σχεδόν τραυλίζει.

«Thunder,έχεις πιει;»,αμέσως σκέφτομαι τα λόγια της Miranda και στραβοκαταπινω.

«Έχει και για σένα λίγο ακόμη άμα θες.»,γελάει από την αλλη γραμμή και κλεινω το τηλέφωνο.

Η προβλήτα είναι το σημείο που φυσάνε οι περισσότεροι άνεμοι.Εχεις θέα όλης της πόλης,όμως τα κύματα που σκάνε είναι τόσο τεράστια που κανένας δεν πλησιάζει για αυτόν τον λόγο.
Πρέπει να πάω να τον πάρω από εκεί,πριν πνιγεί.

Πλησιάζω τον μπαμπά μου που βρίσκεται κοντά στο μπάρμπεκιου.

«Τι έγινε μικρή;»,με ρωτάει και μου χαμογελάει,καθώς με τραβάει στην αγκαλιά του.

«Πρέπει να πάρω λίγο το αυτοκίνητο.Θα γυρίσω σε λιγάκι σπίτι απλά η Maya κάτι έπαθε και πρέπει να πάω από εκεί.»,λέω και σμίγει τα φρύδια του.

«Είσαι σίγουρη πως έπαθε κάτι η Maya;»,με ρωτάει και στραβοκαταπινω.Με πλησιάζει λίγο περισσότερο και ψιθυρίζει στο αυτί μου.
«Γιατί νομίζω πως δεν είναι κοριτσίστικο το θέμα Yvie.»,μου λέει και φροντίζει να μην μας ακούσει κανένας άλλος.

Παίρνω μια βαθιά ανάσα και τον κοιτάζω απογοητευμένη.Πιθανον με άκουσε να μιλάω στο τηλέφωνο.

«Πήγαινε.Σε καλύπτω εγώ.Απλως πρόσεχε και μην αργήσεις πολύ.Η μαμά σου θα βγάλει αφρούς.»,λέει τελικά και δεν πιστεύω πως το άκουσα από τον άνθρωπο που μου είχε πει να μείνω πιστή στο σύστημα.

Τον αγκαλιάζω δυνατά και βγάζει τα κλειδιά από την τσέπη μου και τα βάζει στην χούφτα μου διακριτικά.

«Σε ευχαριστώ μπαμπά.»,λέω ειλικρινά και χαμογελάω.

«Μην ευχαριστείς Yvaine.Κανε ο,τι σε κάνει ευτυχισμενη.»

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top