~1~

<Αυτή ήταν η τελευταία βαλίτσα. Τις φορτώσαμε όλες.> είπε ο πατέρας της. <Κοσμά να προσέχετε πολύ στον δρόμο και να κάνετε συχνά στάσεις για να ξεκουραστείτε.> τον συμβούλεψε και εκείνος συμφώνησε.

<Αχ κορίτσι μου να προσέχεις στην πρωτεύουσα μόνη σου και να με παίρνεις κάθε μέρα τηλέφωνο. Αν δεν μιλήσουμε τουλάχιστον για πέντε λεπτά θα πάρω το πρώτο αεροπλάνο και θα έρθω να σε βρω.> είπε ανήσυχα η μαμά της και την αγκάλιασε σφικτά.

<Μείνε ήσυχη μαμά μου. Εξάλλου δεν θα είμαι μόνη μου. Θα με προσέχει ο Κοσμάς μου.> προσπάθησε η Μυρτώ να καθησυχάσει τη μητέρας αλλά εκείνη αντί να ηρεμίσει έκανε μία έκφραση δυσαρέσκειας.

<Για καλό μου το λες αυτό;> της είπε και η κοπέλα κοίταξε διακριτικά προς το μέρος του αγοριού της για να δει αν άκουσε το απρεπές σχόλιο της μητέρας της. Ευτυχώς όλα καλά. Ο πατέρας της του δίνει οδηγίες για το ταξίδι. 

Με τον Κοσμά είναι μαζί από την τρίτη τάξη του Λυκείου. Ξεκίνησαν σαν δύο απλοί φίλοι και είπαν να προσπαθήσουν να γίνουν και ζευγάρι. Μέχρι στιγμής όλα κυλούν ομαλά και είναι και οι δύο ικανοποιημένοι με το ταίρι τους. Το μόνο πρόβλημα είναι οι γονείς της Μυρτούς. Ποτέ δεν τον συμπάθησαν και μόλις έμαθαν για τη σχέση τους τα πράγματα έγιναν χειρότερα. Βέβαια ο μπαμπάς της προσπαθεί να δείχνει καλός μπροστά στο αγόρι αλλά δεν τα καταφέρνει τις περισσότερες φορές. 

<Μαμά μου, πάμε στην Αθήνα για να εκπληρώσουμε το όνειρο μας. Ξέρεις πολύ καλά ότι από μικρή ήθελα να γίνω γιατρός. Όταν όμως την στιγμή που φεύγω για να ξεκινήσω τις σπουδές μου σε βλέπω έτοιμη να κλάψεις, στεναχωριέμαι.> της είπε γλυκά η κόρη της.

<Το ξέρω κορίτσι μου. Απλά είναι πρώτη φορά που θα λείπεις για τόσο μεγάλο διάστημα από το σπίτι και ανησυχώ.> της εξέφρασε τον φόβο της η μεγαλύτερη γυναίκα και η Μυρτώ την αγκάλιασε. 

<Σου υπόσχομαι ότι θα έρχομαι να σας βλέπω όσο πιο συχνά μπορώ.> της υποσχέθηκε και αφού αποχαιρέτησε και τον πατέρα της, μπήκε στη θέση του συνοδηγού και το αυτοκίνητο ξεκίνησε. Ο Κοσμάς είναι πολύ καλός οδηγός οπότε δεν έχει να φοβάται τίποτα. 

<Έτοιμη για την καινούργια μας ζωή;> της είπε εκείνος ενθουσιασμένος. 

<Πιο έτοιμη δεν γίνεται. Μου φαίνεται σαν ψέματα που περάσαμε και οι δύο στην ίδια σχολή και θα μείνουμε μαζί. Αχ αγάπη μου, είμαι ενθουσιασμένη.> του είπε και τον φίλησε πεταχτά στο μάγουλο για να μην τον ενοχλήσει παραπάνω την ώρα που οδηγεί.

Η διαδρομή, αν και μεγάλη, ήταν ευχάριστη. Έκαναν αρκετές στάσεις για ξεκούραση και το ραδιόφωνο δεν σταμάτησε να παίζει. Η Μυρτώ τραγουδούσε φάλτσα τα περισσότερα τραγούδια και ο Κοσμάς γελούσε με την παιδικότητα της.

Αργά το μεσημέρι έφτασαν στο διαμέρισμα τους στην Αθήνα. Είναι σχετικά μικρό αλλά ότι πρέπει για φοιτητές. Το σπίτι ήταν σχεδόν έτοιμο από την προηγούμενη τους επίσκεψη και έτσι το μόνο που χρειαζόταν να κάνουν τώρα είναι να φτιάξουν τα πράγματα τους στην ντουλάπα.

Το βραδάκι παρήγγειλαν να φάνε και κάθισαν χαλαρά στον καναπέ να δουν ταινία. Η σχολή ξεκινούσε σε δύο ημέρες οπότε αποφάσισαν να γυρίσουν την Αθήνα για όσο καιρό ήταν ακόμα ελεύθεροι. Και αυτό έγινε. Πήγαν στο κέντρο και περπάτησαν από το Σύνταγμα μέχρι το Θησείο. Πήγαν στην Αρχαία Αγορά και στο Μουσείο της Ακρόπολης και τέλος κατέληξαν να κάθονται στα βραχάκια της Ακρόπολής και να απολαμβάνουν τη θέα όλης της Αθήνας.

Η Μυρτώ είναι από την Αθήνα απλά η δουλεία του πατέρα της τον μετέθεσε στη Θεσσαλονίκη και σε μία θέση καλύτερη από αυτή που ήταν. Οπότε μετακόμισε στη συμπρωτεύουσα μαζί με τις δύο γυναίκες της ζωής του, την γυναίκα του και την κόρη του. Η Μυρτώ δεν μετάνιωσε ποτέ που έφυγε από την Αθήνα, απλά όταν έμαθε ότι πέρασε στην ιατρική Αθηνών κατάλαβε πόσο της είχε λείψει η πόλη της. 

Έφτασε η πρώτη μέρα της σχολής. Η Μυρτώ σχεδόν δεν είχε κοιμηθεί καθόλου από το άγχος της. Σε αντίθεση με τον Κοσμά που με το που ακούμπησε το κεφάλι του στο μαξιλάρι έβλεπε το δεύτερο όνειρο. Σηκώθηκε από τα ξημερώματα και αφού έκανε ένα μπάνιο για να χαλαρώσει και να μην δείχνει τόσο άυπνη, πήγε στην κουζίνα και έφτιαξε ένα γρήγορο πρωινό. Έφτιαξε καφέ και δύο τοστ και το επόμενο που έπρεπε να κάνει είναι να ξυπνήσει τον Κοσμά, ο οποίος όταν κοιμάται και σεισμός να γίνει δεν θα καταλάβει τίποτα. Ευτυχώς μετά από πολλή προσπάθεια σηκώθηκε και ξεκίνησε να ετοιμάζεται. 

Μετά από περίπου μία ώρα, βρίσκονταν έξω από το πανεπιστήμιο. Έψαχναν να βρουν που είναι η αίθουσα που είχαν μάθημα αλλά δεν τα κατάφεραν. Ο Κοσμάς ρώτησε ένα παιδί που φαινόταν να ξέρει τα κατατόπια και τους έδωσε οδηγίες για την αίθουσα. 

Έφτασαν στο αμφιθέατρο για την πρώτη διάλεξη και με λύπη διαπίστωσαν ότι ήταν γεμάτο. Ελάχιστες ήταν οι θέσεις που ήταν κενές και αυτές ήταν μόνο ψηλά και πολύ μακριά από την έδρα του καθηγητή. Η Μυρτώ προτιμούσε να βρίσκεται στις μπροστινές θέσεις για να προσέχει καλύτερα στο μάθημα αλλά τώρα αυτό δεν ήταν εφικτό.

Κάθισαν όπου βρήκαν και μετά από λίγο μπήκε και ο καθηγητής και ξεκίνησε ένα χαλαρό μάθημα για αρχή, κυρίως ύλη γνωστή από την τρίτη Λυκείου. Η Μυρτώ όμως ήταν αφοσιωμένη στο μάθημα ακόμα και αυτά τα ήξερε απ' έξω και ανακατωτά.  

Κάποια στιγμή ένα αγόρι σήκωσε το χέρι του για να ρωτήσει κάτι. Η Μυρτώ εξεπλάγην. Νόμιζε ότι ήταν η μόνη που πρόσεχε αλλά από ότι φαίνεται έκανε λάθος. Μόλις άκουσε τη φωνή του αγοριού, ήταν σχεδόν σίγουρη ότι την είχε ξανακούσει και στο παρελθόν. Γύρισε το βλέμμα της να δει τον νεαρό που μίλαγε και μόλις τον αντίκρισε έπαθε σοκ. Αυτά τα μάτια θα τα γνώριζε παντού. Ήταν τα μάτια που την έκαναν να φύγει από την Αθήνα αλλά και αυτά που της είχε λείψει τόσο αυτή η πόλη.

Σταμάτησε να προσέχει στο μάθημα και το μυαλό της ταξίδεψε περίπου 5 χρόνια πίσω και συγκεκριμένα στην πρώτη μέρα της πρώτης τάξης του γυμνασίου. Θυμάται ότι δεν ήθελε να πάει σε αυτό το σχολείο γιατί όλες της οι φίλες θα πήγαιναν σε ένα πιο κοντά στο σπίτι της. Το συγκεκριμένο όμως σχολείο δεν είχε και την καλύτερη φήμη και η μαμά της αποφάσισε να την γράψει σε ένα καλύτερο. Όταν της είχε πει ότι δεν θα είχε παρέα το μόνο που άκουσε από τη μητέρα της ήταν "Θα κάνεις καινούριες." Το πρόβλημα όμως ήταν ότι δεν έκανε εύκολα φιλίες γιατί ήταν κλειστός χαρακτήρας. Γενικά τότε ήταν ένας τελείως διαφορετικός άνθρωπος. Δεν είχε καθόλου αυτοπεποίθηση επειδή είχε λίγα περιττά κιλά, γυαλιά και σιδεράκια. Μόλις έβγαλε τα σιδεράκια και φόρεσε φακούς επαφής έγινε μία καινούργια Μυρτώ που δεν είχε καμία σχέση με την παλιά. 

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top