Κεφάλαιο 7ο - Αγώνας
Ετοιμάστηκα και ξεκίνησα για το γκαράζ του Λουίτζι. Είχαμε αφήσει ραντεβού εκεί, και από εκεί θα παίρναμε τις μηχανές μας για να πάμε στον αγώνα. Στον πρώτο μου αγώνα!
Μπήκα μέσα στο γκαράζ ενθουσιασμένη, και χαμογέλασα πλατιά στον Λούι και την Μαρία.
"Τρελή τι έκανες; Πότε πρόλαβες; Χθες ήμασταν όλη μέρα μαζί!" ρωτούσε γελώντας και είμαι σίγουρη πως της άρεσε το καινούριο μου χτένισμα.
"Σ' αρέσουν; Χθες τα 'κανα, μετά το μάθημα!" της απάντησα ενώ σηκωνόταν από τον καναπέ για να τα επεξεργαστεί καλύτερα.
Χθες το απόγευμα, μετά το μάθημα, πήγα στο κομμωτήριο και αποφάσισα να κόψω τα μαλλιά μου. Επίσης, άνοιξα κατά πολύ το χρώμα τους, όμως όλοι μου είπαν πως μου πήγαινε πολύ.
"Είναι τέλεια!" μουρμούρισε καθώς χάιδευε τα μαλλιά μου ενώ ο Λούι την κοίταζε και χαμογελούσε με την αντίδρασή της.
"Κορίτσια!" σχολίασε γελώντας και εμείς ξεσπάσαμε σε δυνατά γέλια.
Αφού ο Λούι μου έδωσε κάποιες τελευταίες συμβουλές, ξεκινήσαμε για την αλάνα όπου θα λάμβαναν μέρος οι αγώνες. Ξέραμε από πριν που γινόντουσαν, και τα περισσότερα μαθήματα τα είχαμε κάνει εκεί για να μάθω τη διαδρομή. Πλέον το μυαλό μου κινούνταν μηχανικά σε αυτό το δρόμο αφού τον έμαθα σαν την παλάμη του χεριού μου. Είμαι σίγουρη για τον εαυτό μου και ανυπομονούσα για τον αγώνα.
Φτάσαμε στην αλάνα, στην οποία ήταν μαζεμένοι γύρω στους τριάντα μηχανόβιους. Όλοι γύρισαν να μας κοιτάξουν όταν σταματήσαμε δίπλα τους και ο Λουίτζι χαιρέτισε κάποιους. Ένας τύπος ήρθε προς το μέρος μας και αφού χαιρέτισε τον Λουίτζι με κοίταξε εξεταστικά από την κορυφή ως τα νύχια.
"Εσύ είσαι η Ίνα;" με ρώτησε και με έπιασε εξαπίνης.
Πήγα να του πω ότι μάλλον με μπέρδεψε με κάποια άλλη, όμως ο Λουίτζι με πρόλαβε.
"Ναι, αυτή είναι η φίλη μου η Ίνα που σου 'λεγα!" απάντησε στον τύπο και μου έκλεισε το μάτι.
"Είσαι πολύ μικρή για να τρέξεις." είπε ενώ ακόμη με κοιτούσε περίεργα.
"Και τί σε νοιάζει εσένα; Μήπως φοβάσαι πως θα σε κερδίσει η μικρή;" τον ρώτησα και γέλασε ειρωνικά.
"Δεν υπάρχει περίπτωση, γι' αυτό να είσαι σίγουρη! Όμως παραείσαι μικρή για να τρέξεις. Τι θες; Να σκοτωθείς;" με ρώτησε και σήκωσε το φρύδι του.
"Μικρό είναι το μάτι σου. Είμαι ήδη δεκαοχτώ και θα αγωνιστώ. Αν φοβάσαι μήπως σε κερδίσει η μικρή, κάτσε στον πάγκο σου και μη τρέξεις. Εγώ πάντως θα τρέξω!" είπα με στόμφο και θάρρος, δείχνοντάς του πως δεν τον φοβάμαι.
Οι γωνίες των χειλιών του άρχισαν να σηκώνονται, ώσπου σχημάτισαν ένα χαμόγελο, και κατάλαβα πως με δέχτηκε για τον τσαμπουκά μου. Ή ίσως και επειδή ήταν φίλος του ο Λούι, αλλά δεν με ένοιαζε. Σημασία είχε πως θα έπαιρνα μέρος στον αγώνα.
"Κάνε*!" είπε και μου χαμογέλασε διάπλατα.
Η τέλεια λευκή οδοντοστοιχία του αποκαλύφθηκε και μου έκλεισε το μάτι παιχνιδιάρικα.
"Κάνε, σα να λέμε Σκυλί; Αυτό είναι το όνομά σου;" ρώτησα εγώ παραξενευμένη και αυτός άφησε ένα γελάκι να του ξεφύγει.
"Αυτό είναι το παρατσούκλι μου Ίνα. Και με φωνάζουν έτσι επειδή είμαι σα σκυλί της κολάσεως όταν αγωνίζομαι. Έτοιμος να ξεσκίσω οποιαδήποτε ψυχή περνά στο διάβα μου." είπε με πάθος, όμως εγώ δεν μπόρεσα να κρατηθώ και το δυνατό μου γέλιο αντήχησε στην αλάνα.
"Γέλα τώρα, όμως σε λίγο θα κλαις." είπε εξαγριωμένος και γύρισε προς τους υπόλοιπους.
Ο Λούι με διέταξε να σταματήσω αμέσως, ενώ η Μαρία γέλαγε και αυτή με το περίεργο παρατσούκλι του Κάνε.
"Σχεδόν κανείς δε χρησιμοποιεί το πραγματικό του όνομα εδώ, όλοι έχουν τα παρατσούκλια τους." ψιθύρισε ο Λούι έτσι ώστε μόνο εμείς οι δύο να τον ακούσουμε.
"Απόψε, έχουμε ένα νέο πρόσωπο κοντά μας που θα αγωνιστεί για πρώτη φορά μεταξύ μας. Είναι η Ίνα, από εδώ. Μόνο για απόψε, θα κάνουμε μόνο ένα γύρο στον αγώνα. Σας παρακαλώ πολύ να μην είστε πολύ σκληροί μαζί της. Μην την ισοπεδώσουμε από την πρώτη μέρα, τι λέτε;" είπε γελώντας ενώ με έδειχνε και όλα τα βλέμματα είχαν στραφεί πάνω μου.
Στραβοκατάπια γιατί δεν είχα συνηθίσει τέτοια προσοχή, όμως δεν τον φοβήθηκα στιγμή. Νευρίασα μαζί του και ήθελα να του αποδείξω την αξία μου. Έπρεπε πάση θυσία απόψε να τους κερδίσω όλους για να τους κλείσω το στόμα.
"Πάρ' τε θέσεις όσοι θα αγωνιστείτε. Η διαδρομή είναι η γνωστή." φώναξε ο Κάνε και όλοι πήραμε θέση στην γραμμή έναρξης.
Φόρεσα το κράνος και είπα μια προσευχή από μέσα μου. Θυμήθηκα την προηγούμενη φορά που ήμουν σε κάποιον αγώνα, ήταν με τον Αντριάνο. Εκείνος κέρδισε τον αγώνα. Τώρα πρέπει και εγώ να κερδίσω.
Ένας άντρα μεγάλος σε ηλικία στάθηκε μπροστά μας, και μας έδωσε το σήμα να ξεκινήσουμε. Γκάζωσα αμέσως και η μηχανή μου ξεκίνησε κάνοντας σούζα. Το πλήθος πίσω μας ζητωκραύγαζε ενώ εμείς ανεβάζαμε ταχύτητα. Ένιωσα την καρδιά μου να πάλλεται μέσα στα στήθη μου και αδρεναλίνη με είχε πλημμυρίσει. Χαμογελούσα ενώ άρχισα να προσπερνάω μηχανές και ήμουν περήφανη για τον εαυτό μου.
Περίπου στη μισή διαδρομή, είχα δύο ακόμα μηχανές μπροστά μου και ήμουν σίγουρη πως η πρώτη ήταν του Κάνε. Προσπαθούσα να αυξήσω ταχύτητα όμως το γκάζι ήταν ήδη στο τέρμα και εγώ είχα πλησιάσει αρκετά τον δεύτερο, ο οποίος με κοιτούσε αποχαυνωμένος. Τον προσπέρασα και αυτόν και ήμουν ακριβώς πίσω από τον Κάνε. Πήρα μια στροφή λίγο πιο κλειστά ενώ εκείνος έκανε μεγάλο άνοιγμα, και βρέθηκα να συμβαδίζω μαζί του.
Είχαμε μπει στην τελική ευθεία για το τέρμα όταν γύρισα να τον κοιτάξω χαμογελώντας. Τότε παρατήρησα καλύτερα τη μηχανή του. Ήταν μία μαύρη Ducati Monster 600 κυβικών, ίδια σαν αυτή του Αντριάνο.
"Δεν μπορεί!" αναφώνησα και για μια στιγμή έχασα τον έλεγχο της μηχανής μου.
Έκανα έναν ελιγμό προς το μέρος του Κάνε και αυτός προσπάθησε να με αποφύγει παραξενευμένος. Εγώ απέκτησα και πάλι τον έλεγχο της μηχανής και έβγαλα από το μυαλό μου τον Άντρι ενώ γκάζωσα δυνατά. Προσπέρασα τον Κάνε, ο οποίος δεν κατάλαβε τι συνέβη προ ολίγου, όμως προσπαθούσε να με φτάσει. Ήρθα πρώτη στο τέρμα και άφησα μία μακρόσυρτη ανάσα να βγει. Μόλις κέρδισα στον πρώτο μου αγώνα, αλλά παραλίγο να σκοτωθώ!
Ο Κάνε σταμάτησε ακριβώς δίπλα μου και με κοιτούσε εξοργισμένος. Κατέβηκα από τη μηχανή και έβγαλα το κράνος μου. Ο Λούι με την Μαρία ήρθαν αμέσως κοντά μου πανηγυρίζοντας ενώ ο Κάνε τους τράβηξε αμέσως από δίπλα μου και με γύρισε προς το μέρος του. Εκείνοι φύγανε από δίπλα μας, και δεν είχα ιδέα γιατί με αφήσανε μόνη μαζί του.
"Τι νομίζεις πως κάνεις;" ρώτησε άγρια.
"Σε κερδίζω!" απάντησα και πήγα να του γυρίσω την πλάτη όμως με έπιασε δυνατά από τον ώμο.
"Πήγες να μας σκοτώσεις και τους δύο!" αποκρίθηκε φανερά εξοργισμένος.
"Με πονάς!" του φώναξα για να με αφήσει και το έκανε αμέσως.
"Τι έπαθες στον αγώνα; Για ποιο λόγο έχασες τον έλεγχο της μηχανής σου;" με ρώτησε πιο ήρεμα αυτή τη φορά και γύρισα να τον κοιτάξω κατάματα.
"Ήθελα να σε κερδίσω και το έκανα. Επίτηδες έκανα τον ελιγμό για να σε αποσυντονίσω και να σε προσπεράσω." είπα όσο πιο πειστικά μπορούσα ενώ ο Λούι ήρθε και πάλι στο πλευρό μου.
"Άλλη φορά μη το ξανακάνεις αυτό. Ποτέ δεν ξέρεις πως θα αντιδράσει ο άλλος. Μπορεί εσύ να σωθείς αλλά είναι κρίμα κάποιος να πάθει κάτι εξαιτίας σου." μου είπε αποδοκιμαστικά πριν φύγει κι εγώ ένιωσα σαν κάποιος να μου έριξε έναν κουβά παγωμένο νερό.
"Τι έγινε;" θέλησε να μάθει ο Λούι.
"Το σκυλί της κολάσεως δεν μπορεί να καταλάβει πως το πρόβατο τον κέρδισε!" είπα εγώ παιχνιδιάρικα και αγκάλιασα σφιχτά τους φίλους μου. Σε καμία περίπτωση δεν μπορούσα να τους αποκαλύψω την αλήθεια γιατί δε θα με άφηναν να ξανατρέξω.
"Ήσουν απίστευτη!" τσίριξε η Μαρία μέσα στο αυτί μου κι εγώ την έσφιξα πιο πολύ πάνω μου.
Ο Λούι σήκωσε το χέρι του και μου έδειξε κάτι χαρτονομίσματα που κρατούσε. Δεν κατάλαβα τι ήθελε να μου δείξει ακριβώς.
"400 ευρώ. Όλα δικά σου!" είπε γελώντας και η Μαρία τσίριξε.
"Τι; Γιατί;" ρώτησα ενθουσιασμένη.
"Οι αγώνες εδώ γίνονται με χρήματα. Ο καθένας που παίρνει μέρος πρέπει να πληρώσει 20 ευρώ, και στο τέλος, το ποσό που θα μαζευτεί το απονέμουν στον νικητή." απάντησε εκείνος φανερά χαρούμενος που ήμουν εγώ η σημερινή νικήτρια.
"Μα εγώ δεν πλήρωσα για τη συμμετοχή μου." είπα παραξενευμένη.
"Όχι, όμως το έκανα εγώ σαν καλός δάσκαλος που είμαι." είπε εκείνος περήφανα και εγώ τον αγκάλιασα σφιχτά.
"Σε ευχαριστώ Λούι, είσαι ο καλύτερος! Όμως, αυτά τα χρήματα σου αξίζουν. Μου κάνεις μαθήματα από τα δώδεκα, μου βρήκες μηχανή και την επιδιόρθωσες μόνος σου, χωρίς να σου πληρώσω τίποτα. Επίσης, πραγματοποίησες ένα όνειρό μου. Δεν μπορώ να τα πάρω αυτά τα χρήματα. Αν τα αξίζει κάποιος, αυτός είσαι εσύ!" αποκρίθηκα κι εκείνος φίλησε το κούτελό μου.
"Δε συμφωνώ, και το ξέρεις. Όμως θα τα κρατήσω στην άκρη, γιατί κάποια στιγμή θα πρέπει να ανανεώσεις αυτήν την παλιά μηχανή!" είπε εκείνος και με άφησε από την αγκαλιά του.
Κατευθυνθήκαμε προς τους άλλους μηχανόβιους, και μου συστήθηκαν όλοι ένας-ένας, σαν να άνηκα κι εγώ εδώ μετά τον σημερινό αγώνα. Μάλλον είχα ήδη κερδίσει το σεβασμό τους με τη νίκη μου. Δέχτηκα αρκετά συγχαρητήρια, όμως ο Κάνε όλη την ώρα με κοιτούσε αποδοκιμαστικά. Ήμουν σίγουρη πως ήξερε πως του είπα ψέματα, όμως δεν μπορούσα να του πω και την αλήθεια. Δε θα με άφηνε να ξαναγωνιστώ αν του έλεγα πως αποσυντονίστηκα πάνω στη μηχανή, και θα είχε και δίκιο. Ανάμεσα μας, υπήρχε μόνο μία κοπέλα κι εγώ που παίρναμε μέρος σε αγώνες, και μου έκανε τρομερή εντύπωση. Στη Ρώμη θυμάμαι υπήρχαν γύρω στις δέκα κοπέλες που είχαν δικιές τους μηχανές σε εκείνον τον αγώνα. Η κοπέλα που πήρε μέρος στον αγώνα σήμερα λεγόταν Γκάτα*, όπως μου συστήθηκε(και αυτή τη φορά δεν ρώτησα για το όνομα της), ήμουν σίγουρη πως λεγόταν Γκάτα, όπως λέμε Γάτα. Και η Μαρία, στο άκουσμα του ονόματός της, σχολίασε στο αυτί μου πως όλο το ζωικό βασίλειο ήταν εδώ.
Από τις σκέψεις μου με έβγαλε ο Κάνε. Είχε φέρει το πακέτο με τα τσιγάρα του μπροστά μου και με ρωτούσε αν ήθελα ένα. Πήρα ένα χωρίς να το πολυσκεφτώ και το έφερα στο στόμα μου. Εκείνος έφερε τον αναπτήρα του μπροστά από το τσιγάρο μου, και τον άναψε. Πήρα μία δυνατή τζούρα, όμως πριν καν προλάβει να κατέβει ο καπνός στο λαιμό μου είχα ήδη πνιγεί.
"Αμόρε, σταμάτα τις βλακείες! Αφού δεν καπνίζεις, τι το θες το τσιγάρο;" με ρώτησε γλυκά ο Λούι και πήρε το τσιγάρο από τα χέρια μου για να το καπνίσει αυτός.
Κοίταξα τον Κάνε ντροπαλά, και χαμήλωσα αμέσως το βλέμμα μου. Δεν ήθελα να με κοροϊδέψει που δεν ήξερα να καπνίζω, αφού πλέον είχε γίνει μόδα. Η Μαρία γέλασε μαζί μου, και πήρε το τσιγάρο από τον Λούι και έκανε και αυτή μία τζούρα. Με παραξένεψε γιατί δεν πνίγηκε, που σήμαινε πως είχε ξανακαπνίσει.
"Μην με κοιτάς έτσι. Μου είχε δώσει μία μέρα ο Λουίτζι ένα τσιγάρο, και με μάθαινε πως να καπνίζω ενώ σε περιμέναμε." είπε εκείνη για να δικαιολογηθεί και εγώ ήμουν η μόνη εκεί που δεν ήξερε πως να καπνίζει.
"Θα πάω μία βόλτα." είπα στον Λουίτζι και αυτός με κοίταξε ανήσυχος.
"Θα έρθω κι εγώ!" πετάχτηκε ο Κάνε και ο Λουίτζι έγνεψε καταφατικά.
Εγώ ανέβηκα στη μηχανή μου και ο Κάνε στη δική του, και ξεκινήσαμε για το άγνωστο.
*Κάνε: στα ιταλικά σημαίνει σκύλος.
*Γκάτα: στα ιταλικά σημαίνει γάτα.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top