Κεφάλαιο 30ο - Το τελευταίο γράμμα

Τορίνο:

"Πήγε να παραδώσει αυτοπροσώπως το τελευταίο γράμμα στην μονοκατοικία. Αφού έχεις ήδη στην ιδιοκτησία σου κάποιο από τα γράμματα της, ξέρεις γι' αυτά, έτσι δεν είναι;" ρώτησε ο Πάμπλο.

"Δεν το πιστεύω! Σήμερα που εγώ ήρθα να τη βρω αυτή πήγε στον Παράδεισο;" είπε περισσότερο στον εαυτό του, κι έβγαλε αμέσως το κινητό του για να τηλεφωνήσει στους δικούς του.

"Είναι εκεί η Μαρτίνα; Πες της να με περιμένει, επιστρέφω σπίτι!" είπε δίχως να περιμένει για απάντηση στον πατέρα του και γύρισε να κοιτάξει τον πατέρα της Μαρτίνα.

"Πρέπει να φύγω, πρέπει να της μιλήσω, να της εξηγήσω για τότε, για τώρα. Θέλω να την δω!" του είπε ακαταλαβιστικα κι εκείνος τον έπιασε από τον ώμο χαμογελώντας.

"Πήγαινε αγόρι μου και καλή τύχη!" του ευχήθηκε κι ο Αντριάνο ξεκίνησε για το ταξίδι επιστροφής στη Ρώμη.

 Σε όλο το δρόμο της επιστροφής σκεφτόταν τα γράμματα και την Μαρτίνα.

 Πως μας τα  έφερε έτσι η μοίρα; Τι παιχνίδι είναι αυτό που μας παίζει η ζωή; Εγώ που σε πλήγωσα τότε, που σου φέρθηκα με το χειρότερο τρόπο, και κοίτα που τώρα ερωτεύτηκα εγώ εσένα! Τι αστείο! Να είσαι εσύ το κορίτσι των γραμμάτων; Να είσαι εσύ αυτή που μου πήρε το μυαλό και ήθελα να της χαρίσω την καρδιά μου... Σε είχα και σε άφησα, σε εκμεταλλεύτηκα και σε πλήγωσα... Σιγά μη θέλεις να με ξαναδείς μπροστά σου! και με αυτές τις σκέψεις, επιβιβάστηκε στο αεροπλάνο για να επιστρέψει πίσω στη Ρώμη.

Ρώμη:

"Ο Αντριάνο τα βρήκε όλα, και έχει πάει στο Τορίνο για να σε βρει! Ερωτεύτηκε το κορίτσι των γραμμάτων, που υπέγραφε ως Ρόδα σε κάθε της επιστολή, και ήθελε οπωσδήποτε να σε γνωρίσει!" της είπε  συγκινημένη από την ιστορία της η Αλεσσάντρα και η Μαρτίνα την κοίταξε παραξενευμένη.

"Ερωτεύτηκε ο Αντριάνο εμένα;" ρώτησε δύσπιστα εκείνη και το ζευγάρι έγνευσε ταυτόχρονα καταφατικά.

Το τηλέφωνο του Πάμπλο χτύπησε κι εκείνος απάντησε στην κλήση.

"Ναι." ήταν το μόνο που πρόλαβε να πει πριν του το κλείσει στα μούτρα ο Αντριάνο.

"Έρχεται! Έμαθε πως εσύ είσαι η κοπέλα με τα γράμματα." είπε κι έβγαλε τις γυναίκες  που είχε μπροστά του, από τις σκέψεις τους.

"Όχι!" αναφώνησε η Μαρτίνα και σηκώθηκε όρθια.

"Θέλω να πω, δεν είμαι έτοιμη. Δεν ξέρω τι να του πω. Εκείνος ερωτεύτηκε το κορίτσι που έστελνε τα γράμματα, όχι εμένα. Αυτό ήταν λάθος. Εμένα δεν με είχε ερωτευτεί, δεν ήθελε να είναι μαζί μου. Δεν γίνεται να αλλάξει τώρα γνώμη εξαιτίας των γραμμάτων. Όχι επειδή λυπήθηκε ένα ανάπηρο κοριτσάκι!" διαπίστωσε εκείνη και κοίταξε προς το μέρος της φίλης της.

"Πάμε!" είπε απότομα και η Μαρία σηκώθηκε αμέσως από το καθιστικό.

"Σε παρακαλώ, μη φύγεις. Δεν σε λυπάται, άσε να σου μιλήσει και να σου εξηγήσει εκείνος τη δικιά του μεριά. Δεν έχει σημασία τι νιώθει εκείνος για τα γράμματα, δε σε ανάγκασε κανένας να είσαι μαζί του ή να νιώσεις το ίδιο με εκείνον... Απλά δώσε του μια ευκαιρία. Έκανε τόσο δρόμο για να σε βρει." την παρακάλεσε η Αλεσσάντρα, όμως εκείνη ξαναρνήθηκε.

"Αν ήξερε πως ήμουν εγώ, δε θα έκανε όλο αυτό το ταξίδι, δεν θα τον ενδιέφερε καν. Δεν υπάρχει νόημα να μείνω εδώ. Πρέπει να φύγουμε!" της απάντησε ξερά και γύρισε προς την εξώπορτα.

"Μαρτίνα, δώσε του μια ευκαιρία. Τουλάχιστον ασ' τον να διαλέξει. Ξέρει πως εσύ είσαι το κορίτσι των γραμμάτων. Άφησε του το τελευταίο γράμμα, και δώσε του την επιλογή να διαλέξει εκείνος. Τώρα που ξέρει την αλήθεια για 'σένα, μπορεί να αποφασίσει μόνος του τι θέλει. Μην το σκάσεις πάλι όπως τότε!" την επέπληξε η Μαρία κι εκείνη στο τέλος συμφώνησε.

 Αφού το σκέφτηκε για λίγο, άφησε το γράμμα στην Αλεσσάντρα και πριν φύγουν της άφησε ένα μήνυμα για τον Αντριάνο.

"Αν θέλει να μου μιλήσει, θα τον περιμένω αύριο το πρωί στις 10 στη Μιλβία γέφυρα. Πείτε του πως δεν χρειάζεται να νιώθει ενοχές και τύψεις για τίποτα. Δεν θέλω να έρθει από λύπηση προς το μέρος μου. Μπορεί να μην εμφανιστεί καθόλου, αλήθεια δεν θα με πειράξει." είπε, και οι δύο φίλες έφυγαν από το ξενοδοχείο.

"Νομίζω πως μια αόρατη δύναμη σας έλκει πάλι για να έρθετε κοντά!" την πείραξε η Μαρία ενώ προχωρούσαν για να βρουν ένα ξενοδοχείο να περάσουν το βράδυ τους.

"Εγώ πάλι νομίζω πως όσες φορές ήρθαμε κοντά, κάτι απλά μας τραβούσε μακριά και δεν μας άφηνε να είμαστε μαζί. Και τότε στον πρώτο αγώνα που με άφησε έτσι μετά από αυτό που συνέβη μεταξύ μας, αλλά και στην πενταήμερη αν θυμάσαι ενώ με ξαναπλησίασε με δική του πρωτοβουλία, μας είδε με τον Ρίκι και παρεξήγησε! Ούτε καν ζήτησε εξηγήσεις, απλά έφυγε. Εγώ θα έπρεπε να του κρατήσω μούτρα που την πρώτη μου φορά με άφησε σύξυλη και δεν είπε τίποτα, αλλά όχι, αυτός βγήκε και από πάνω!" της απάντησε αγανακτισμένη η Μαρτίνα και η Μαρία χαμογέλασε πονηρά.

"Τον θέλεις ακόμα!" συνειδητοποίησε εκείνη τη στιγμή εκείνη και η Μαρτίνα την κοίταξε άγρια.

"Μα φυσικά! Ποτέ δεν τον ξεπέρασες. Μετά από τόσο καιρό, εσύ πάλι ελπίζεις. Υποτίθεται ήθελες να κλείσεις το κεφάλαιο Αντριάνο, αλλά νομίζω πως απλά ήθελες να τον ξαναδείς για να διαπιστώσεις κι εσύ η ίδια εάν ακόμη τρέφεις συναισθήματα γι' αυτόν! Και κοίτα που βρεθήκαμε ακριβώς μπροστά στο σπίτι του! Και τη σύμπτωση όμως να βρεθούν τα γράμματά σου στα δικά του χέρια και να ερωτευτεί το κορίτσι-Ρόδα... δηλαδή εσένα!" είπε χαρωπά η Μαρία και η Μαρτίνα απλά ξεφύσηξε.

"Σταμάτα! Δεν ξέρω τι νιώθω, εντάξει; Είσαι ικανοποιημένη; Ποτέ δεν περίμενα πως κάποιος θα διάβαζε τα γράμματά μου και θα με ερωτεύονταν μέσα από αυτά. Και σε καμία περίπτωση ποτέ δεν περίμενα πως αυτός ο κάποιος θα ήταν ο πρώτος μου έρωτας, ο οποίος κατά κάποιον τρόπο με στιγμάτισε. Ήθελα να επισκεφτώ τον Αντριάνο όσο ήμαστε στη Ρώμη, δεν ξέρω γιατί απλώς έτσι νόμιζα πως θα τον διέγραφα τελείως από το μυαλό μου. Όμως σήμερα μετά από όλα αυτά, νιώθω πως ήρθαν τα πάνω κάτω στη ζωή και των δυο μας!" παραδέχτηκε τελικά εκείνη και η Μαρία της έδωσε μια αγκαλιά.

"Μην ανησυχείς, όλα γίνονται για κάποιο λόγο. Και νομίζω πως όλα θα πάνε τέλεια! Ήδη ανυπομονώ για την αυριανή μέρα και για το τι θα σου πει ο Αντριάνο!" γέλασαν και οι δύο με τον αυθορμητισμό της Μαρίας και κατευθύνθηκαν προς την είσοδο ενός ξενοδοχείου.

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top