Κεφάλαιο 19ο - Ένας χρόνος
16/08/2006
Αγαπημένε μου Παράδεισε,
πέρασε ένας χρόνος από το συμβάν. Ένας χρόνος που όλοι άρχισαν να με αντιμετωπίζουν διαφορετικά, λόγω του ατυχήματος. Όλοι στο σχολείο με κοιτούσαν με την άκρη του ματιού τους, και είτε με λυπόντουσαν είτε με χλεύαζαν για την κατάντια μου. Κι όχι, δεν τους έκανα τη χάρη, ποτέ δεν έδειξα τον πόνο ή την απέχθεια που μου προκαλούσαν. Ανάπηρη ήμουν, κι αυτοί απλώς ρατσιστές. Πόσος ρατσισμός υπάρχει άραγε στον κόσμο; Και πως καταφέρνουμε να γινόμαστε τόσο κακοί με τους συνανθρώπους μας, επειδή απλά είναι διαφορετικοί από 'μας; Έχει στ' αλήθεια σημασία αν είσαι άσπρος ή μελαμψός; Ψηλός ή κοντός; Μελαχρινός ή ξανθός; Αν περπατάς με τα δικά σου πόδια ή με ρόδες; Τι από όλα αυτά έχει σημασία; Πάνω από όλα θα έπρεπε να είμαστε άνθρωποι. Άνθρωποι που αγαπάμε τους συνανθρώπους μας όπως κι αν είναι, με ελλατώματα ή προτερήματα, με όλες τις πτυχές του εαυτού τους. Κάθε φορά χαμογελούσα σε κάθε σχόλιο ή υπονοούμενο που άφηναν να εννοηθεί για 'μένα και το καροτσάκι μου. Ήμουν πιο δυνατή από αυτούς, και ήξερα να εκτιμάω τη ζωή και την ευκαιρία που μου είχε δοθεί. Θα μπορούσα να είμαι νεκρή, όμως δεν ήμουν. Και δε θα άφηνα κανέναν να μου στερήσει την ευτυχία, όσο στενόμυαλος κι αν ήταν. Ήλπιζα σύντομα να μπορούσαν να δουν κι αυτοί καθαρά, με τα μάτια της ψυχής, όπως έβλεπα κι εγώ πλέον. Όλα τότε θα ήταν διαφορετικά κι όλοι θα γινόμασταν καλύτεροι άνθρωποι. Έτσι, θα κάναμε τη διαφορά σε αυτήν την κοινωνία που ζει με ψεύτικους νόμους και κανόνες για την ισότητα μεταξύ των ανθρώπων. Ευτυχώς έχω δίπλα μου τους γονείς μου που με αγαπάνε όσο κι αν τους πλήγωσα, και την καλύτερή μου φίλη που δεν έφυγε ποτέ από το πλευρό μου, και ήταν έτοιμη να ανοίξει καυγά με οποιονδήποτε μου μιλούσε ή μου φερόταν άσχημα. Δεν ξέρω τι θα έκανα αν δεν είχα κι αυτούς στη ζωή μου!
-Wheel
Έτρεχα να χωθώ στην αγκαλιά της μαμάς μου, όταν ο μπαμπάς μου τελικά με έπιασε και με σήκωσε στην αγκαλιά του. Άρχισε να αφήνει φιλιά στο μικρό προσωπάκι μου κι εγώ γελούσα τόσο δυνατά που νόμιζα πως δεν μπορούσα να ανασάνω πια. Η μαμά μας πλησίασε κι άρχισε κι αυτή να με φιλάει χωρίς σταματημό. Τι ευτυχισμένη οικογένεια που ήμασταν!
Κάπου στο βάθος ακουγόταν ένα ενοχλητικό μηχάνημα που με έκανε να ξυπνήσω και να χάσω από τα μάτια μου αυτήν την εικόνα της οικογένειας μου. Αν και είχα ακόμη κλειστά τα μάτια μου, ένιωθα ένα δυνατό άσπρο φως πάνω από το κεφάλι μου να με τυφλώνει. Ο λαιμός μου ήταν ξηρός και ένιωσα να πονάω μόλις κατάπια. Ο ήχος του μηχανήματος ακουγόταν πιο κοντά μου τώρα και πονοκέφαλος άρχισε να με πιάνει. Ένιωθα και κάτι άλλο να με ενοχλεί, όμως δεν μπορούσα να προσδιορίσω τι ήταν αυτό.
Άνοιξα με δυσκολία τα μάτια μου και το πρώτο πράγμα που αντίκρυσα ήταν οι γονείς μου. Κοίταξα το δωμάτιο γύρω μου και αντιλήφθηκα πως βρισκόμουν σε νοσοκομείο. Ξαφνικά, εικόνες από εκείνο το βράδυ άρχισαν να μου κάνουν επίθεση.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top