Κεφάλαιο 13ο - Επιστροφή στη Ρώμη

Η μέρα έφτασε, και το αεροπλάνο μας μόλις προσγειώθηκε στο αεροδρόμιο Λεονάρντο Ντα Βίτσι, της Ρώμης. Φαίνεται πως το πανέμορφο σιντριβάνι Fontana Di Trevi, και ο μύθος που το επακολουθεί, βγήκε αληθινός. Ήταν ήδη νωρίς το πρωί όταν φτάσαμε στο ξενοδοχείο μας, το οποίο βρισκόταν στα περίχωρα της Ρώμης, στο παραθαλάσσιο Φιουμιτσίνο. Φαίνεται πως η Ρώμη δεν ήθελε να ξεχάσω τίποτα από την πρώτη μου επίσκεψη εδώ.

Τακτοποιηθήκαμε όλοι γρήγορα στα δωμάτια μας και μετά από άδεια των καθηγητών μας, όλοι οι μαθητές ξεχυθήκαμε στους δρόμους του Φιουμιτσίνο. Άρχισα να εξιστορώ στην Μαρία την ιστορία για την προηγούμενη φορά που ήμουν εδώ, η οποία ήταν όταν είχα πάρει μέρος στους σιαμαίους αγώνες, όταν ξαφνικά βρεθήκαμε έξω από εκείνο το απαίσιο σπίτι. Εγώ σταμάτησα απότομα και η Μαρία παραξενευμένη γύρισε να κοιτάξει τι μου απέσπασε τόσο την προσοχή.

"Γη καλεί Μαρτίνα! Τι έπαθες;" ρώτησε γελώντας και έστρεψα το βλέμμα μου προς αυτήν.

"Εδώ συνέβη!" κατάφερα μόνο να πω.

"Με ανατριχιάζεις, τι εννοείς; Τι έγινε εδώ;" ρώτησε εκείνη τρομαγμένη και επεξεργαζόταν το σπίτι μπροστά μας.

"Εδώ έχασα την παρθενιά μου. Αυτό είναι το άσχημο σπίτι που σου έλεγα." της απάντησα και την προσπέρασα για να περάσω την καγκελόπορτα του σπιτιού.

"Κι εσύ ήθελες σε αυτό το μέρος να είναι η πρώτη σου φορά; Που πας;" ξαναρώτησε όταν είδε πως κατευθυνόμουν προς τους θάμνους.

"Θέλω να δω αν είναι ακόμη εδώ η μηχανή του!" είπα ψάχνοντας μέσα στους θάμνους.

"Μπίνγκο!" είπα μετά από λίγο και έβγαλα τη Μία από τους θάμνους.

"Ουάου! Είναι πανέμορφη!" αναφώνησε η Μαρία κι εγώ χαμογέλασα.

Ψαχούλεψα λίγο τη μηχανή και προσπάθησα να βάλω μπρος με τα καλώδια, έτσι όπως μου είχε δείξει ο Λούι. Μετά από μερικές αποτυχημένες απόπειρες, τελικά η μηχανή άναψε κι εγώ την καβάλησα.

"Έλα, ανέβα να σε πάω μία βόλτα!" είπα στη Μαρία που με κοιτούσε δύσπιστα.

"Νομίζω πως θα ήταν καλύτερο να την άφηνες πίσω στη θέση της και να πάμε βόλτα με τα πόδια." απάντησε εκείνη σαν πιο ώριμη που ήταν.

"Το ξέρεις πως στο τέλος θα σε πείσω να ανέβεις, οπότε μη σπαταλάς άλλο χρόνο. Ανέβα!" τη διέταξα κι εκείνη το έκανε αμέσως, αφού ήξερε πως θα περνούσε το δικό μου.

"Τον θέλεις ακόμη;" φώναξε για να την ακούσω ενώ γκάζωσα τη μηχανή.

"Η αλήθεια είναι πως νόμιζα ότι είχα αρχίσει να ερωτεύομαι τον Ρικάρντο, όμως η επιστροφή μου στη Ρώμη με έκανε να συνειδητοποιήσω πως ακόμη έχω αισθήματα για τον Αντριάνο." της είπα την αλήθεια και ήμουν σίγουρη πως καταλάβαινε.

Βρέθηκα να οδηγώ χωρίς να γνωρίζω τους δρόμους, μέχρι που φτάσαμε σε εκείνη την αλάνα που είχα πάρει μέρος στους αγώνες με τον Αντριάνο, και σταμάτησα τη μηχανή απότομα. Η Μαρία γλίστρησε μπροστά και με κράτησε πιο σφιχτά. Έριξα μία ματιά τριγύρω και το μάτι μου πήρε την Λιλιάνα με τον Λούκας αγκαλιά σε κάτι σκαλιά. Γύρισαν να μας κοιτάξουν και ήμουν σίγουρη πως μας είχαν αναγνωρίσει. Και εμένα και τη μηχανή.

"Τι κάνεις με τη μηχανή του Αντριάνο;" ήθελε να μάθει ο φίλος του.

"Εσύ τι κάνεις με την γκόμενά του;" ανταπάντησα αμέσως και η Λιλιάνα πήρε το λόγο.

"Ο Αντριάνο μου έπεφτε λίγος. Προτίμησα κάποιον σαν τον Λούκας που έχει όλα το πακέτο!"

"Μπα δεν είναι αυτό. Απλώς τα τσουλάκια δε μπορούν να μείνουν πιστά σε μία μόνο σχέση, και αναζητάνε κι άλλες. Αυτό δεν έκανες κι εσύ; Μόλις έχασες το ενδιαφέρον σου τον παράτησες;" την ρώτησα εξαγριωμένη με τη συμπεριφορά της αν και δε μου έπεφτε λόγος.

"Πως τολμάς;" είπε θυμωμένη ενώ ερχόταν προς το μέρος μου έτοιμη για καυγά.

"Κι εσύ ωραίος φίλος είσαι. Τρως τα υπολείμματα που έχουν μασήσει άλλοι. Μπράβο σου!" είπα ειρωνικά στο φίλο του και γκάζωσα τη μηχανή για να φύγω από μπροστά τους.

"Το βράδυ έλα να αγωνιστούμε αν σου βαστάει!" φώναξε η Λιλιάνα καθώς απομακρυνόμασταν και εγώ χαμογέλασα διάπλατα.

"Δε θα το αφήσεις να περάσει έτσι αυτό, σωστά;" ρώτησε η Μαρία και κούνησα το κεφάλι μου.

"Γαμώτο, που μας μπλέκεις κάθε φορά!" ξεφύσηξε εκείνη ενώ εγώ γέλασα με την αντίδρασή της.

Αφήσαμε τη μηχανή στη θέση της και πήγαμε για καφέ στην παραλία μπροστά από το ξενοδοχείο που διαμέναμε. Ενώ μιλούσαμε και κάναμε σχέδια για το βράδυ το κινητό μου χτύπησε. Είχα μήνυμα.

"Σου έχω λείψει καθόλου;" έγραφε ο Ρικάρντο κι ένιωθα να τον προδίδω.

Όλη μέρα ούτε καν τον είχα σκεφτεί, ενώ τους τελευταίους μήνες ήμασταν αχώριστοι. Τι στο καλό μου συνέβαινε; Πως μπορούσα να πληγώνω έτσι το μοναδικό άνθρωπο που μου στάθηκε και μου φέρθηκε σωστά; Ήμουν απαράδεχτη. Δεν τόλμησα να του απαντήσω. Τι να του έλεγα άλλωστε; Ψέματα; Δεν μπορούσα να το κάνω αυτό. Όχι σε αυτόν τον άνθρωπο.

Κάναμε άλλη μία βόλτα κατά μήκος της παραλίας πριν επιστρέψουμε στο ξενοδοχείο με τη Μαρία. Είχε κιόλας μεσημεριάσει και όλοι γυρνούσαν σιγά σιγά πίσω στο ξενοδοχείο για να ετοιμαστούν και να πάμε για φαγητό. Είχαμε ήδη κάτσει στο εστιατόριο όταν άλλο ένα μήνυμα ήρθε στο κινητό μου.

"Μάλλον με ξέχασες ήδη. Πρώτη μέρα στη Ρώμη και ούτε καν μου μιλάς." ξανάγραφε ο Ρικάρντο και τύψεις άρχισαν να με πλημμυρίζουν.

Η Μαρία με επέπληξε για να του απαντήσω όμως εγώ έκλεισα τελείως το κινητό μου και το έβαλα πίσω στη τσέπη μου. Δεν ήμουν έτοιμη να του μιλήσω ακόμη. Όχι όταν σχεδίαζα το βράδυ να πάρω μέρος σε αγώνες με τη Μία, τη μηχανή του Αντριάνο.

Το απόγευμα οι καθηγητές αποφάσισαν να μας πάνε μία βόλτα στη Ρώμη για να δοκιμάσουμε την τύχη μας στο πανέμορφο σιντριβάνι Fontana Di Trevi, κι εγώ ήδη ήξερα τι να ευχηθώ.

Εύχομαι να δω τον Αντριάνο ξανά! είπα από μέσα μου καθώς πετούσα ένα κέρμα στο σιντριβάνι, και ανυπομονούσα να πραγματοποιηθεί η ευχή μου.

Μετά το σιντριβάνι κάναμε μια βόλτα στη Piazza di Spagna, η οποία πλατεία μας μάγεψε όλους. Μαθητές και καθηγητές είχαμε καθίσει στην περίφημη Σκαλινάτα, τα ισπανικά σκαλιά της Ρώμης που σύνδεαν την εκκλησία Trinità dei Monti με την ισπανική πλατεία, μπροστά από το μικρό σιντριβάνι της πλατείας, το οποίο απεικόνιζε μία βάρκα, και συνομιλούσαμε.

Είχε μπει για τα καλά ο Μάιος και η ζέστη ήταν αφόρητη. Ευτυχώς όμως δεν είχε μεγάλο πλήθος τουριστών και μπορούσαμε να απλωθούμε παντού χωρίς να ενοχλούμε κανέναν. Η Μαρία έβγαλε από την τσάντα της τη φωτογραφική μηχανή της, κι άρχισε να τραβάει διάφορες φωτογραφίες, πότε εμάς και πότε το σιντριβάνι και την εκκλησία πίσω μας. Πριν γυρίσουμε πίσω στο ξενοδοχείο, κάναμε μία τελευταία στάση στη Piazza Navona, την πιο όμορφη μπαρόκ πλατεία της πόλης, η οποία είχε το σχήμα αρχαίου θεάτρου.

Απολαύσαμε το βραδινό μας σε ένα από τα εντυπωσιακά εστιατόρια της πλατείας και όλοι ήμασταν μαγεμένοι από την πανέμορφη αυτή πόλη και την αρχιτεκτονική της. Γυρίσαμε πίσω στο ξενοδοχείο για να ξεκουραστούμε, γιατί η αυριανή μέρα θα ήταν πολύ μεγάλη και γεμάτη ξεναγήσεις, όμως εγώ είχα μόνο ένα πράγμα στο μυαλό μου. Να αγωνιστώ απόψε ενάντια στη Λιλιάνα!

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top