Κεφάλαιο 28ο - Αντριάνο;

Δεν ξέρω αν ισχύει ο μύθος ή όχι, όμως εύχομαι να βρω το κορίτσι των γραμμάτων και να μην είναι πλέον αργά! ευχήθηκε ο Αντριάνο κι έριξε το κέρμα του στο Fontana di Trevi.

Είχε αποφασίσει πριν ξεκινήσει το ταξίδι του να επισκεφθεί το σιντριβάνι των ευχών, μπας κι έτσι βρει την κοπέλα που του πήρε το μυαλό. Κι αυτό κι έκανε! Πήγε στο σιντριβάνι, έκανε την ευχή του και πέταξε το κέρμα του μέσα σε αυτό! Τώρα το μόνο που του έμενε να μάθει ήταν αν ο μύθος όντως ισχύει, κι αν η ευχή του θα εκπληρωνόταν!

Ο Αντριάνο έφτασε στο Τορίνο, και ένα ταξί τον οδήγησε στο Μονκαλιέρι και στο ταχυδρομείο που είχαν μάθει πως έστελνε τα γράμματα στο ξενοδοχείο. Ήταν ανυπόμονος να μάθει τη διεύθυνση της κοπέλας και να την γνωρίσει επιτέλους.

Μπορεί να μην είχε κάνει πολλές σοβαρές σχέσεις στη ζωή του και να μην είχε ερωτευτεί πολλές φορές, όμως ερωτεύτηκε τα γράμματα αυτής της κοπέλας και ήθελε σίγουρα να κερδίσει κι αυτός την καρδιά της.

Φτάνοντας έξω από το ταχυδρομείο το μυαλό του ξαφνικά ξεπήδησε στην Μαρτίνα κι ούτε αυτός δεν μπορούσε να καταλάβει το λόγο που την θυμήθηκε τώρα.

Πάνε τόσα χρόνια, για ποιο λόγο να σε σκεφτώ τώρα που είμαι έτοιμος να δώσω την καρδιά μου αλλού; Ήσουν μόνο ένα καλοκαιρινό φλερτ, δεν είχαμε τίποτα... Σε πλήγωσα και με πλήγωσες με τον ίδιο τρόπο. Βγες από το μυαλό μου επιτέλους! μάλωσε τον εαυτό του και κατευθύνθηκε προς την είσοδο του ταχυδρομείου.

"Γεια σας! Θα ήθελα να με βοηθήσετε να βρω έναν αποστολέα που έχει στείλει κάποια γράμματα από το δικό σας ταχυδρομείο παρακαλώ!" είπε στον μεσήλικα κύριο που βρισκόταν απέναντι του μέσα από το τζάμι.

Εκείνος, σήκωσε το βλέμμα του προς τον νέο που είχε μπροστά του και στήριξε καλύτερα τα γυαλιά του πάνω στη μύτη του.

"Το γράμμα θα πρέπει να περιλαμβάνει και τα στοιχεία του αποστολέα νεαρέ μου!" είπε εκείνος βαριεστημένος και έστρεψε το βλέμμα του άλλου.

"Αυτό είναι το πρόβλημα, δεν έχει κανένα στοιχείο πάνω. Ούτε όνομα αποστολέα, ούτε όνομα παραλήπτη. Μόνο την διεύθυνση αυτού του ταχυδρομείου και τη διεύθυνση που έχει αποσταλεί." του απάντησε γρήγορα ο Αντριάνο και άφησε το γράμμα μπροστά του.

"Αυτό είναι αδύνατον!" αναφώνησε εκείνος και πήρε το φάκελο μπροστά του.

Τον περιεργάστηκε για λίγο και στράφηκε στον συνάδελφο που είχε στα αριστερά του.

"Σε ποιον έκανες χάρη πάλι και έστειλες γράμμα χωρίς αποστολέα και παραλήπτη;" ρώτησε θυμωμένα τον άντρα δίπλα του κι εκείνος τον κοίταξε παραξενευμένος.

Του έδωσε το φάκελο κι εκείνος κατάλαβε αμέσως για τι πράγμα μιλούσε, γιατί το βλέμμα του δήλωνε ενοχή.

"Απλά με παρακάλεσε η κόρη του Πάμπλο να την βοηθήσω με την αποστολή του γράμματος, και στην κατάσταση που βρισκόταν δε μπορούσα να της αρνηθώ..." δήλωσε τελικά την ενοχή του και ο Αντριάνο πλησίασε το δικό του τζάμι αυτή τη φορά.

"Σε παρακαλώ πες μου πως γνωρίζεις που μένει. Έκανα ολόκληρο ταξίδι για να έρθω να τη βρω. Βρήκα τα γράμματά της και πρέπει οπωσδήποτε να της μιλήσω! Σε παρακαλώ!" του είπε απελπισμένα εκείνος και οι δύο άντρες τον κοίταξαν με λύπηση.

"Δεν μπορώ να σου δώσω τέτοιες πληροφορίες όπως τη διεύθυνση τους, όμως μπορώ να ειδοποιήσω τον Πάμπλο να έρθει από εδώ αν μπορεί και αυτός αν αποφασίσει να σε πάει σπίτι του, καλώς..." είπε κάπως δύσπιστα εκείνος και ο Αντριάνο έγνευσε καταφατικά.

"Ναι, και αυτό μου κάνει! Σε ευχαριστώ!" είπε χαρούμενος εκείνος και περίμενε με ανυπομονησία για το τηλεφώνημα.

Ο άντρας πήρε το κινητό στα χέρια του κι αφού πάτησε κάτι πλήκτρα, έβαλε το ακουστικό στο αυτί του. Η καρδιά του Αντριάνο χτυπούσε σαν τρελή εκείνη τη στιγμή από την προσμονή.

"Έλα Πάμπλο, ο Μάριο είμαι. Καλά, εσύ; Είμαι εδώ στη δουλειά, κι έχω έναν νέο που έχει κάποιο γράμμα της κόρης σου, και λέει πως θέλει επειγόντως να της μιλήσει. Δεν του έδωσα τη διεύθυνση σου φυσικά, όμως του είπα πως αν θέλεις μπορείς να περάσεις εσύ από εδώ να μιλήσετε. Εντάξει." είπε εκείνος κι έκλεισε το τηλέφωνο.

Ο Αντριάνο περίμενε με αγωνία την απάντηση του άντρα και μόλις εκείνος του είπε πως θα ερχόταν ο Πάμπλο, πέταξε από τη χαρά του.

"Σας ευχαριστώ πολύ!" ευχαρίστησε τους δύο άντρες και απομακρύνθηκε από τα ταμεία τους, και βολεύτηκε σε μια από τις ξύλινες καρέκλες που ήταν για το κοινό.

Δεν πέρασε πολύ ώρα μέχρι που εμφανίστηκε ένας άντρας μπροστά του.

"Εσύ ήθελες να με δεις;" τον ρώτησε και ο Αντριάνο έστρεψε το βλέμμα του σε εκείνον.

"Κάπου σε ξέρω εσένα... Αντριάνο;" ρώτησε δύσπιστα ο μπαμπάς της Μαρτίνα κι εκείνος τον κοίταξε έκπληκτος.

"Εσείς; Εδώ; Δεν το πιστεύω!" αναφώνησε ο Αντριάνο και δε το χωρούσε ο νους του.

"Δηλαδή τα γράμματα που έχω, είναι της..." δεν πρόλαβε να τελειώσει την πρόταση του γιατί ο Πάμπλο τον πρόλαβε.

"Μαρτίνα!" είπε μονομιάς.

"Δεν το πιστεύω! Που είναι; Πως είναι;" ρώτησε ενώ το μυαλό του ακόμα επεξεργάζονταν όλες τις νέες πληροφορίες.

Η Μαρτίνα είναι εκείνη που έστελνε τα γράμματα. Η Μαρτίνα είχε το ατύχημα και ήταν παράλυτη. Η Μαρτίνα που της πήρε την παρθενιά και την πλήγωσε με το χειρότερο τρόπο, είναι εκείνη που του έκλεψε την καρδιά χωρίς να το γνωρίζει καν. Αχ, Μάρε!

"Καλά είναι, ευτυχώς! Είχε ένα ατύχημα αλλά όλα είναι καλά τώρα! Εσύ, πως βρήκες το γράμμα;" τον ρώτησε εκείνος με τη σειρά του τώρα.

"Τα βρήκα όλα στο ταχυδρομικό κουτί του καινούριου μας ξενοδοχείου. Δεν ήξερα ποια τα είχε στείλει, όμως ήθελα να έρθω να τη βρω αμέσως μόλις τα διάβασα!" του είπε την αλήθεια και κοίταξε το έδαφος γεμάτος ντροπή.

"Άργησες αγόρι μου. Η Μαρτίνα έχει δύο ώρες που έχει φύγει, δεν την πρόλαβες." απάντησε λυπημένα.

"Τι εννοείται; Έφυγε για που;" ρώτησε έντονα ο Αντριάνο.

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top