Κεφάλαιο 30: Μυλωνάς εναντίον παιδόφιλου.(3)
Είδε τον Δημήτρη να κάθεται στο κυλικείο μαζί με τον μικρό Ορέστη πέρασε μέσα και γονάτισε μπροστά στο παιδί.
«Γεια, είμαι ο Πάρης. Εσύ πρέπει να είσαι ο Ορέστης.»
Το αγόρι κούνησε καταφατικά το κεφάλι του.
«Είσαι ασφαλής τώρα. Τι λες; Πάμε στον μπαμπά σου; Σε περιμένει.» σηκώθηκε όρθιος και άπλωσε το χέρι του. Το αγοράκι τον κοίταξε και κράτησε σφιχτά το χέρι του.
«Είναι στην αίθουσα αναμονής.» τον ενημέρωσε ο Δημήτρης.
Φτάνοντας στην αίθουσα ο μικρός Ορέστης άφησε το χέρι του Πάρη και έτρεξε στην αγκαλιά του πατέρα του που και αυτός με την σειρά του τον έσφιξε πάνω του.
«Είναι όλα εντάξει, Ορέστη. Ο μπαμπάς είναι εδώ αγόρι μου. Ο μπαμπάς είναι εδώ.» τον γέμισε με φιλιά «Σας ευχαριστώ πολύ.» είπε στον Πάρη.
«Θα θέλαμε ο Ορφέας αν θέλει να μπει στο δωμάτιο αναγνώρισης ύποπτων. Μπορεί να αναγνωρίσει κάποιον από αυτούς. Θα μας βοηθούσε στην έρευνα.» ζήτησε από τον άντρα ο Πάρης.
«Ναι φυσικά. Ο,τι χρειάζεται για να βρεθεί.» του απάντησε ο άντρας.
«Αναγνωρίζεις κανέναν από αυτούς τους άντρες Ορφέα;» ήρεμα ρώτησε ο Δημήτρης. Ο Πάρης στεκόταν πίσω τους παρακολουθώντας την διαδικασία.
Το αγόρι κούνησε καταφατικά το κεφάλι του στην ερώτηση του Δημήτρη.
«Ποιόν αριθμό;» συνέχισε ο Δημήτρης.
Το αγόρι σήκωσε τον δείκτη του και έδειξε τον αριθμό δύο. Στον αριθμό αυτο ήταν ο Κίμωνας Φαζάκης.
«Το νούμερο δύο;»
«Ναι.» απάντησε χαμηλόφωνα στον Δημήτρη.
«Αυτός ήταν που απήγαγε εσένα και τον Λουκά;»
Αρνήθηκε κουνώντας το κεφάλι του.
«Ορφέα...» ο Δημήτρης γονάτισε φτάνοντας στο ύψος του «να θυμάσαι, εσύ μπορείς να τον δεις αυτός όχι. Το νούμερο δέκα έκανε κακό στον Λουκά;»
«Οχι, κύριε.» απάντησε και κοίταξε κάτω.
Ο Δημήτρης γύρισε το βλέμμα του δεξιά, πάνω στον Πάρη κουνώντας απογοητευμένος το κεφάλι του.
Ο Πάρης πέρασε τα χέρια του στα μαύρα του μαλλιά και βρήκε έξω. Ο Γρηγόρης πλησίασε κοντά του.
«Το DNA της βενζίνης εμφανίστηκε.»
«Αλήθεια;» εντυπωσιασμένος ρώτησε.
«Ναι.» του έδωσε τον φάκελο «Η Μυρτώ και εγώ εντοπίσαμε την βενζίνη σ ένα βενζινάδικο κοντά στο σπίτι του Φαζάκη.»
Ο Πάρης φόρεσε τα γυαλιά του και άνοιξε τον φάκελο.
«Το βενζινάδικο είχε κάμερες ασφαλείας. Τον είδαν να γεμίζει το βράδυ της πυρκαγιάς οπότε κοίταξα τις ηλεκτρονικές αποδείξεις. Όλες τους. Ο Κίμωνας Φαζάκης αγόρασε δεκαέξι λίτρα.»
«Και...;» ρώτησε ο Πάρης κοιτάζοντας στιγμιαία τον άντρα.
«Το αυτοκίνητό του χωράει δεκατέσσερα λίτρα. Οπότε, που έβαλε τα άλλα δύο;»
«Σ ένα μπιτόνι;»
«Και όλα αυτά τα πλήρωσε με αυτή την πιστωτική.» έδωσε στον Πάρη το μικρό πλαστικό σακουλάκι με την πιστωτική στο εσωτερικό της «Δεν είναι το ίδιο με τα χρήματα.» ολοκλήρωσε την πρότασή του.
«Έκανες καλή δουλειά. Σ ευχαριστώ Γρηγόρη.» είπε και έφυγε.
Έκανε νόημα στον αστυνομικό να του ανοίξει την πόρτα του κελιού. Όταν η πόρτα ξεκλείδωσε ο Πάρης πέρασε μέσα. Είδε για λίγο τον Κίμωνα που καθόταν στο κρεβάτι του κελιού και συνέχισε με αργά βήματα φτάνοντας στην άκρη του μικρού κελιού.
«Εσύ θα μου λύσεις τις απορίες μου κύριε Μυλωνά. Κανείς δεν μου έχει πει γιατί είμαι υπό κράτηση.»
«Ο εμπρησμός είναι αδίκημα.» του απάντησε «Έβαλες φωτιά στο αυτοκίνητό σου.» έβγαλε τα γυαλιά του παίζοντας με τις άκρες τους «Έχουμε υλικό από κάμερες ασφαλείας και ηλεκτρονικά αρχεία.» κάθησε στο παγκάκι και άφησε δίπλα του τον φάκελο και πάνω τα γυαλιά του «που δείχνουν πως αγόρασες βενζίνη και ένα μπιτόνι.»
«Προσπαθούσα να ξεγελάσω την ασφαλιστική εταιρία μου. Χρειαζόμουν τα χρήματα.» του εξήγησε.
«Στην πραγματικότητα, κατέστρεφες τις αποδείξεις από την παρουσία του Λουκά Χαραλάμπους και του Ορφέα Καλλίδη στο αυτοκίνητό σου. Και πιστεύω ότι συνέλαβες στο θάνατο του Λουκά.» του είπε.
«Οχι δεν το έκανα.» ο άντρας γέλασε «Και δεν μπορείτε να με κατηγορείτε για αυτό, οπότε υποθέτω πως ο Ορφέας δεν με διάλεξε στην σειρά.»
«Μας είπε πως σε γνώριζε...» έκανε μια παύση «Αν σκοτώσεις τον ένα, σκοτώνεις και τον άλλο. Θυμάσαι;» τον ρώτησε.
Ο άντρας κοίταξε άλλου, τον τοίχο απέναντί του «Αν είχα σκοτώσει τον Λουκά, θα είχα σκοτώσει και τον Ορφέα.» του απάντησε και αναστέναξε «Ο Λουκάς έψαχνε για πατέρα... Ο πραγματικός του πατέρας ήταν ένα ατύχημα της βιολογίας. Η μητέρα του ήταν κάτι σαν περιορισμένη έκδοση στην ζωή του Λουκά, δούλευε συνέχεια. Ήταν μόνος. Αυτός με βρήκε. Πήγαινα κάθε μέρα για μπάσκετ στο κοντινό γήπεδο, ένα απόγευμα καθώς γυρνούσα σπίτι μου ο Λουκάς μου μίλησε στην αρχή προσπάθησα να μην του δώσω σημασία, αλλά απέτυχα. Μου είπε πως με έβλεπε κάθε μέρα, μου είπε επίσης πως ο καλύτερός του φίλος είναι συνεχώς τιμωρημένος. Μου πρότεινε να παίξουμε μπάσκετ την επόμενη μέρα, το σκέφτηκα για λίγο και συμφώνησα μπορούσα να συγκρατήσω τον εαυτό μου. Το ήξερες πως οι περισσότεροι γονείς περνούν λιγότερο από είκοσι λεπτά την ημέρα ποιοτικού χρόνου με τα παιδιά τους; Ο Λουκάς διψούσε για προσοχή. Το μόνο που έκανε η μητέρα του ήταν να παραπονιέται για τον πατέρα του και για το πώς τους εγκατέλειψε. Ξέρεις τι κάνει αυτό σ ένα παιδί;» τον ρώτησε και τον κοίταξε.
«Σίγουρα δεν τα σκοτώνει.» του απάντησε ο Πάρης και ο άντρας σώπασε «Εντάξει Κίμωνα, απλά πες μου τι συνέβη.»
Ο άντρας κοίταξε για λίγο κάτω και πήρε μια βαθιά ανάσα «Ο Λουκάς και ο Ορφέας είχαν μπλεξίματα με τον παππού του Ορφέα. Τα είχε χτυπήσει. Έτρεξαν στο σπίτι του Λουκά αλλά δεν μπορούσαν να μπουν και έτσι ήρθαν σε μένα. Τους εξήγησα πως το ξύλο δεν είναι ωραίο πράγμα. Είπα πως ο Ορφέας έπρεπε να καλέσει τον πατέρα του και να του πει τι συνέβη.»
«Τους άφησες να χρησιμοποιήσουν το τηλέφωνό σου;» τον διέκοψε.
«Μα ήταν αναστατωμένοι. Όταν ο παππούς έσπρωξε τον Λουκά αυτός χτύπησε το κεφάλι του. Του έδωσα μερικές ασπιρίνες.»
«Και αφού ο Λουκάς δεν ήθελε να καλέσει την μητέρα του γιατί δεν την κάλεσες εσύ;»
«Δεν μπορούσα να το ρισκάρω. Θα μπορούσε να με καταγγέλλει.»
«Αλλά αντιθέτως τους πήγες για πίτσα;»
«Δεν τον ακούμπησα.» ανεβάζοντας τον τόνο της φωνής του είπε στον Πάρη «Δεν ήθελα να του κάνω κακό.» συνέχισε πιο ήρεμα.
«Του έδωσες αλκοόλ.» του θύμησε ο Πάρης.
«Σταμάτησα και αγόρασα λίγο ουίσκι πριν πάρουμε την πίτσα. Ήμουν αγχωμένος που ήταν στο αυτοκίνητο μαζί μου. Δεν ήθελα να ξαναγυρίσω στην φυλακή.»
«Και ήθελες να τους μεθύσεις.» ήταν σειρά του Πάρη να ανεβάσει τον τόνο της φωνής του.
Ο άντρας κούνησε αγανακτισμένος δεξιά και αριστερά το κεφάλι του «Απλά... Απλά ήθελαν να δοκιμάσουν. Και τους έδωσα μια γεύση.» του απάντησε.
«Δεν ήταν μόνο μια γεύση Κίμωνα. Ήταν πολύ περισσότερο. Το αλκοόλ στο αίμα του Λουκά ήταν 1,6. Αυτό είναι διπλάσιο απ' ότι το επιτρεπτό όριο για έναν ενήλικα. Γιατί δεν τους πήγες σπίτι;»
«Δεν ήθελαν να γυρίσουν σπίτι. Ήθελαν μια περιπέτεια. Τους υποσχέθηκα ένα ευρώ για κάθε μπαλάκι του τένις που θα έφερναν από το γήπεδο πίσω στο αυτοκίνητο. Ο Λουκάς δεν αισθανόταν καλά και έτσι έμεινε μαζί μου στο αυτοκίνητο.»
«Και ήξερες πως ο Ορφέας χρειαζόταν τα χρήματα για να μπορέσει να πάει Θεσσαλονίκη να δει τον μπαμπά του, έτσι τον δωροδόκησες για να μείνεις μόνος με τον Λουκά.» σηκώθηκε από το παγκάκι.
«Δεν τον παρενόχλησα!»
«Ποιός του έβγαλε την μπλούζα;» τον ρώτησε.
«Έκαιγε.» του απάντησε.
«Και τι θα του έκανες μόλις θα έβγαζε την μπλούζα του;»
«Ήταν αθώο. Δεν ένιωθε καλά. Ξάπλωσε το κεφάλι του στα γόνατά μου.» ο άντρας βούρκωσε «Ακούμπησα τα μαλλιά του. Δεν ήθελα να... Τον αγαπούσα. Αγαπούσα τον Λουκά και με αγαπούσε και αυτός.» παραδέχτηκε στον Πάρη.
«Αυτο πιστεύεις; Τότε γιατί δεν τον βοήθησες; Σου είπε πως χτύπησε το κεφάλι του. Πονούσε. Είχε διάσειση Κίμωνα. Θα έπρεπε να το ξέρεις αυτό. Είμαι σίγουρος πως ζαλιζόταν, πιθανόν δεν είχε όρεξη. Μπορεί ακόμα και να μπέρδευε τα λόγια του, αλλά δεν σ ένοιαζε αυτό, γιατί ήθελες ο,τι ήθελες. Ο εγκέφαλός του αιμορραγούσε. Τα περισσότερα παιδιά δεν πέθαιναν απ' αυτό επειδή κάποιος που πραγματικά τα αγαπάει τα πηγαίνει στο νοσοκομείο, αλλά αντιθέτως του έδωσες αλκοόλ και ασπιρίνη, ένα θανατηφόρο συνδυασμό για το τραύμα στο κεφάλι του. Εμπόδισε το αίμα του να πήξει. Τον σκότωσες Κίμωνα και θα σκότωνες και τον Ορφέα επίσης μόνο που το έσκασε. Μακριά σου.»
«Δεν με ακούς! Δεν ήθελα να βλάψω κανέναν.» κλαίγοντας του είπε «Χρειάζομαι, την εμπιστοσύνη σου. Πρέπει να με πιστέψεις.» σκουπίζοντας τα δάκρυά του συνέχισε.
«Δεν σε πιστεύω. Είχες επιλογές. Έκανες τις λανθασμένες και τώρα αυτό το αγοράκι πέθανε.» πήρε τα πράγματά του από το παγκάκι, βγήκε έξω αφήνοντας πίσω του τον άντρα να κλαίει με λυγμούς.
Στεκόταν στον τοίχο της αίθουσας του ανακριτικού, με την προσοχή του στραμμένη ευθεία στον διάδρομο. Ο Δημήτρης πήγε κοντά του.
«Μίλησα με τον Βάλκο για την παραβίαση της αναστολής και θα προσθέσουμε την κατηγορία φόνου εξ αμελείας. Δεν θα δούμε τον Κίμωνα για πολύ καιρό. Επίσης συλλάβαμε και τον παππού του Ορφέα για κακοποίηση ανηλίκου.»
«Όλοι κερδίζουν. Εκτός από τον Λουκά.» είπε στον Δημήτρη.
Από την μια μεριά του διαδρόμου βγήκε ο Κίμωνας με την συνοδεία των αστυνομικών που θα τον οδηγήσουν στο μόνιμο κελί του και από την άλλη μεριά ο παππούς του Ορφέα ο Τάσος ότι πήγαινε και αυτός σε κελί.
«Θα ψηθείς.» μουρμούρισε ο Τάσος στον άντρα.
«Εσύ τον οδήγησες σ αυτό!» του φώναξε ο Κίμωνας και πήδηξε πάνω του χτυπώντας τον, δραπετεύοντας από τα χέρια των αστυνομικών «Εσύ το έκανες, θα σε σκοτώσω!» ,ούρλιαζε όσο οι αστυνομικοί ακινητοποίησαν τους δύο άντρες.
Δίπλα του στην αίθουσα αναμονής ήταν ο δικηγόρος του Τάσου με την μητέρα του Λουκά και έναν αστυνομικό που προσπαθούσε να τους ηρεμήσει.
"Τα δικαιώματα του κυρίου Καλλίδη παραβιάστηκαν. Σ αυτό το τμήμα είστε άχρηστοι!"
"Με συγχωρείτε, εγώ ήρθα πρώτη!"
Ο Πάρης φόρεσε το σακάκι που κρατούσε και έφυγε από την πίσω πόρτα βγαίνοντας κατευθείαν στο γκαράζ.
«Να σου βάλω κρασί;» ρώτησε και στάθηκε πάνω από τον πάγκο της κουζίνας.
«Έχει τελειώσει η υπηρεσία μου, οπότε δεν χρειάζεται να ρωτάς.» απάντησε η Μυρτώ και κάθησε στον καναπέ.
Ο Πάρης άνοιξε το μπουκάλι με το κόκκινο κρασί και έβαλε στα ποτήρια, πλησίασε κοντά της της έδωσε το ένα ποτήρι και κάθησε στον καναπέ κοιτώντας την.
«Θα μείνεις εδώ σήμερα;»
«Ανάλογα με το πώς θα πάει.»
«Πως θα πάει τι;» παραξενεύτηκε σμίγοντας τα φρύδια του.
«Πριν τρεις μέρες μου έγινε ένα τηλεφώνημα. Δεν το περίμενα αλλά είναι ένα τηλεφώνημα που βαθια μέσα μου για να είμαστε ειλικρινείς το ήθελα πολυ. Με ζητάνε πίσω στο Βέγκας και δεν με ζητάνε μόνη μου θέλουν να έρθεις μαζί μου. Μου ζήτησαν να μεριμνήσω για να έχουν θετική απάντηση.»
Άφησε το ποτήρι του στο τραπεζάκι αφού ήπιε μια γενναιόδωρη γουλιά και την κοίταξε.
«Άκου Μυρτώ μου, δεν θα σταθώ εμπόδιο στην καριέρα σου έχεις όλη την ζωή μπροστά σου είσαι μόνο εικοσιεπτά και ξέρεις ότι χαίρομαι πάρα πολύ για σένα. Όμως αν δεχτείς να ξέρεις πως δεν θα σε ακολουθήσω, έχω ζήσει στο Βέγκας έχω πάρει τις εμπειρίες μου και δεν θα το κάνω ξανά, είμαι γεμάτος απ' όλα. Είναι η δικιά σου ευκαιρία τώρα.»
«Αν αποφασίσω να πάω, εμείς;» τον ρώτησε.
«Εμείς θα γίνουμε δύο καλοί φίλοι, όπως πάντα. Δεν θα επέτρεπα ποτέ στον εαυτό μου να κρατάω πίσω ένα πλάσμα εικοσιεπτά χρόνων. Είναι τα όνειρά σου, η ζωή σου και σου αξίζει. Αν πας στο Βέγκας θα βρεις άλλοτε καλύτερους από μένα και κυρίως λιγότερο προβληματικούς...» άφησε ένα γελάκι «Δεν θέλω να μείνεις εδώ για χάρη μου δεν θα είμαι αυτός που θα φρενάρει την καριέρα σου. Στο ξαναλέω δεν θα μου το επέτρεπα ποτέ αυτό.»
Η Μυρτώ γεμάτη απογοήτευση στο βλέμμα της πήρε μια βαθιά ανάσα «Ξέρεις Πάρη, ήλπιζα να μου πεις να φύγουμε μαζί, να ζήσουμε μαζί. Αλλά δεν το έκανες. Δεν ξέρω αν φταίω εγώ για αυτό αν εγώ δεν στο βγάζω αλλά νομίζω πως δεν έχω κάνει κάτι λάθος. Επέτρεψες όμως στον εαυτό σου να με αφήσεις να σε ερωτευτώ.» είχε νευριάσει πάρα πολύ μαζί του και του το έδειχνε.
Ο Πάρης πήρε μια τούφα από τα μαλλιά της και την πέρασε πίσω από το αυτί της, με τον αντίχειρά του της χάιδεψε το μάγουλο.
«Μωρό μου, νοιάζομαι για σένα. Θέλω το καλύτερο και αν καλύτερο είναι μακριά από μένα κάντο. Όποια και αν είναι η απόφασή σου εγώ θα την στηρίξω. Με το πότε πρέπει να τους δώσεις απάντηση;»
«Δεν υπάρχει περιορισμός. Όποτε νιώσω έτοιμη.»
«Να κάνεις αυτό που θέλεις και να ξέρεις είτε είμαστε μαζί είτε χωριστά... Θα είμαστε μαζί με τον δικό μας τρόπο για πάντα.» την φίλησε στοργικά στο μέτωπο και η Μυρτώ του χαμογέλασε.
▪️Γειααα σας!!🦉 Εντάξει μην με ρίξετε στην πυρά, σκότωσα ένα παιδάκι αλλαααα ήταν για το καλό της ιστορίας. Δεν είναι το αγαπημένο μου αλλά θέλω να έχω και αυτή την πτυχή.
Ο Πάρης δεν ξέρω που την βρίσκει αυτή την υπομονή δηλαδή παραπάνω από γαϊδουρινί. Ακραίος.
Τελικά ο Φαζάκης ήταν ένοχος εξαρχής όπως δηλαδή υποπτευόταν όλοι τους. Ο Πάρης όμως τον δίκασε με το γάντι. Ως συνήθως, φυσικό περιβάλλον του Πάρη. Δεν ξέρω όμως κατά πόσο καταλαβαίνω την ψυχολογία του Κίμωνα, από την μια δεν ήθελε να πειράξει τα παιδιά από την άλλη όμως άφησε τον Λουκά να πεθάνει ενώ θα μπορούσε κάλλιστα να τον βοηθήσει.
Ο παππούς μπήκε στην φυλακή, του άξιζε και με το παραπάνω και ο Ορφέας πήγε στον μπαμπά του που τόσο πολύ ήθελε να τον βρει.
Ο Πάρης με την Μυρτώ όμως δεν περνάνε και τόσο καλά, η σχέση τους έχει ταρακουνηθεί λιγάκι. Από εκεί που δεν το περίμενε κανείς έσκασε πρόταση για Βέγκας. Ο Πάρης μου όμως είδατε πόσο γλυκός είναι με την Μυρτώ μου, την στηρίζει συνεχώς. Σας εύχομαι να βρείτε έναν Πάρη στην ζωή σας!❤️
Ελπίζω να σας άρεσε αυτό το κεφάλαιο
Αν σας άρεσε αφήστε μου ένα ⭐ και τα σχόλιά σας που ξέρετε ότι τα λατρεύω!
Μέχρι το επόμενο κεφάλαιο λοιπόν
Σας φιλώ!😘❤️
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top