Κεφάλαιο 24

Χρήστος P.O.V.

Καθόμουν στα σκαλάκια της πολυκατοικίας εδώ και τουλάχιστον δεκαπέντε λεπτά και είχα καπνίσει ήδη τρία τσιγάρα. Κοιτούσα επίμονα τα ονόματα που ήταν γραμμένα στα κουδούνια. Καταπίεζα ωστόσο την επιθυμία μου να χτυπήσω το ένα από αυτά.

Είχε βραδιάσει πλέον για τα καλά και φυσούσε ένα κρύο αεράκι. Έκλεισα το φερμουάρ της ζακέτα μου και αμέσως ένιωσα ήδη τη θερμότητα στο σώμα μου.

Έκανα να ανάψω και το τέταρτο τσιγάρο, αλλά ο αέρας έσβηνε συνεχώς τη φωτιά. Βρίζοντας κατάφερα και το άναψα, βάζοντας το ένα χέρι μου μπροστά, προκειμένου να κόψω τον αέρα.

Παρατηρούσα τους ανθρώπους που περνούσαν από μπροστά μου και με κοιτούσαν απαξιωτικά.

Το έχω συνηθίσει πλέον.

Παρατηρούσα τα πρόσωπα τους και προσπαθούσα να καταλάβω τη διάθεση και τα συναισθήματά τους.
Διέκρινα από τα μάτια τους και μόνο σε ορισμένους τον πόνο και τη θλίψη ενώ σε μια κοπέλα που πέρασε κρατώντας από το χέρι τον σύντροφο της, την ευτυχία καθαρά ζωγραφισμένη στο πρόσωπο της.

Άκουσα το θόρυβο του ανοίγματος της μεγάλης πόρτας πίσω μου και αυτόματα σηκώθηκα όρθιος. Μπροστά μου βρισκόταν ο Γιώργος, όπως επέμενε να τον φωνάζω, ο ψυχολόγος μου και ο άνθρωπος που με καταλάβαινε καλύτερα από όλους.

<<Χρήστο, τι κάνεις τέτοια ώρα εδώ;>>φαινόταν αρκετά κουρασμένος ενώ είχε μαύρους κύκλους κάτω από τα μάτια. Με κοιτούσε έκπληκτος από τη βραδινή μου παρουσία.

Δεν ήταν ιδιαίτερα μεγάλος σε ηλικία. Ήταν γύρω τα σαράντα, ψηλός με μεγάλα καστανά μάτια. Τον γνώριζα μόνο τέσσερους μήνες αλλά είχα συνδεθεί απίστευτα μαζί του. Παρόλο που είχα πάει μόνο τρεις φορές και η τρίτη ήταν επειδή χρειαζόμουν πραγματικά βοήθεια με τους εφιάλτες που επέστρεψαν.

<<Δεν...έχω που αλλού να πάω...>>απάντησα τελικά, εκπνέοντας τον καπνό έξω από το στόμα μου. Κάθισα πάλι στα σκαλοπάτια κι εκείνος με μιμήθηκε. Παρέμενε σιωπηλός.

Δεν υπήρχε νόημα να του κρύβομαι.

<<Τι συμβαίνει;>>με ρώτησε τελικά μετά από λίγο.

Έσκυψα το κεφάλι μου και το κάλυψα με τα χέρια μου. Τα λόγια που είχαν βγει από τα στόματα των γονιών του Δημήτρη λίγη ώρα πριν με είχαν πληγώσει αφάνταστα, αλλά ήταν λογικό αφού η αλήθεια πονάει.

<<Δεν θα αντέξω να τον χάσω κι αυτόν. Και να φταίω εγώ. Απλώς...δεν μπορώ...>>ψέλισα.

Χωρίς να το σκεφτώ και πολύ είχα καβαλήσει τη μηχανή μου και είχα φύγει μακριά τους. Δεν σκεφτόμουν που πήγαινα και απλώς είχα βρεθεί έξω από γραφείο του Γιώργου. Ήθελα απεγνωσμένα να μην βρίσκομαι μαζί τους, επειδή πολύ απλά είχαν δίκιο.

Με τον Δημήτρη είμασταν μαζί από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου. Η μητέρα του και η δική μου ήταν πολύ καλές φίλες. Δεν ήθελα εξαιτίας μου να πάθει το οτιδήποτε και η αλήθεια είναι ότι τη προηγούμενη φορά που είχαμε διακινδυνέψει και οι δύο, είχα υποσχεθεί στον εαυτό μου να μην γίνει κάτι παρόμοιο ξανά.

Ωστόσο είμαι τόσο αδύναμος που δεν μπόρεσα να κρατήσω μια γαμημενη υπόσχεση. Κι όλα αυτά γιατί; Για ένα κορίτσι!

<<Χρήστο!>>ο Γιώργος με σκούντηξε ελαφρά, απελευθερώνοντας με από τα απανωτά "χτυπήματα" που ένιωθα σε όλο μου το σώμα, λόγω των πολλαπλών συναισθήματων που με κατέκλυζαν.

<<Απλώς...παρασύρθηκα πάλι και... Χτύπησα άσχημα ένα παιδί... για χάρη...>> στο μυαλό μου ήρθε αστραπιαία εκείνη.

Η απεγνωσμένη φωνή της όταν ο Νίκος τη φιλούσε...Παρόλο που βρισκόμουν αρκετά μακριά και ούτε εγώ ούτε κανένας άλλος από τη παρέα είχε αντιληφθεί τη παρουσία της στη πίσω αυλή του σχολείου, τα λόγια της ακούστηκαν σαν ψίθυρος στα αυτιά μου. Νομίζοντας ότι τα έχανα, απομακρύνθηκα λίγο από τη παρέα και τότε τους εντόπισα.

<<Για χάρη της κοπέλας που μου έλεγες;>>μάντεψε ο ψυχολόγος μου. Ένευσα καταφατικά.

<<Οι γονείς του Δημήτρη το έμαθαν και λογικό είναι να βρέθηκα εγώ εδώ...μετά από όλα όσα έχω κάνει...μου αξίζει>>είπα ανέκφραστα και έφερα το τσιγάρο στα χείλη μου.

Εκείνος μου ακούμπησε τον ώμο κι αναστέναξε.

<<Φυσικά και δεν σου αξίζει. Απλώς δεν ξέρεις να διαχειριστείς τα συναισθήματά στο σωστά. Για αυτό έχεις και τους εφιάλτες, για αυτό και φωνάζεις κατά τη διάρκεια αυτών. Νομίζω πρέπει να ξαναρχίσεις το κικ μπόξινγκ...είναι εκτόνωση...>>ο τόνος της φωνής του ήταν ήρεμος.

Με κοίταξε στα μάτια και το χαμόγελο σβήστηκε από τα χείλη του καθώς στη θύμηση της μητέρας μου, ένιωσα τον ίδιο πόνο όπως κάθε φορά που τη σκέφτομαι. Πρέπει να έγινε αισθητή αυτή η αλλαγή στη διάθεσή μου. Ωστόσο δεν απάντησα. Κρατήθηκα.

Και κρατήθηκα γιατί σκέφτηκα τη στιγμή που η Άλεξ μου άγγιξε τον ώμο , κάνοντας το σώμα μου να ανατριχιάσει. Είχε καταφέρει και με είχε σταματήσει από το να χτυπήσω ακόμα πιο σοβαρά τον Νίκο.

Γιατί; Γιατί την άκουσα και δεν τον έσπασα στο ξύλο;

Χάνω πάσα ιδέα για σένα...

Τα λόγια της ήταν σαν μαχαίρι στη καρδιά μου, ωστόσο προσπάθησα να μην φανεί κανένα απολύτως συναίσθημα στην έκφραση του προσώπου μου και το πέτυχα. Αλλά είχα απορήσει πως αυτά τα λόγια με είχαν κάνε να νιώσω έτσι.

Δεν με ενδιέφερε ποτέ τι έλεγαν οι άλλοι και ιδιαίτερα οι κοπέλες διότι τις περισσότερες φορές δεν τους συμπεριφερόμουν σωστά και το ήξερα.

Με αυτήν όμως ήταν διαφορετικά. Όλα ήταν διαφορετικά...

Ο Γιώργος τόση ώρα είχε καρφωθεί επάνω μου και σκάζοντας ένα χαμόγελο, διέκοψε τη σιωπή που επικρατούσε μέχρι τότε.

<<Χρήστο σε παρατηρώ αυτά τα λεπτά και είδα ότι κατάφερες και πολέμησες τα συναισθήματά σου. Αυτό θέλουμε! Πώς το κατάφερες; Τι σκέφτηκες;>> με επαίνεσε χαρούμενος.

>>Βασικά μην απαντήσεις! Ξέρω! Χρήστο, είσαι ερωτευμένος;>> συνέχισε ενθουσιασμένος και έμεινα να τον κοιτάω.

Το επεξεργάστηκα στο μυαλό μου. Η μορφή της εισέβαλε βίαια σε αυτό. Δεν γινόταν να ήμουν ερωτευμένος.

Καταρχάς δεν ένιωθα όπως τότε με εκείνη...

Απλώς ήθελα και αισθανόμουν την ανάγκη να τη προστατεύω τίποτε άλλο. Σαν να μου το επέβαλε κάποιος. Αλλά αυτός ο κάποιες ήμουν εγώ...

Έκανα να του απαντήσω αλλά εκείνη τη στιγμή άνοιξα το κινητό μου και παρατήρησα τις τριάντα αναπάντητες από τη μητέρα του Δημήτρη και τις δύο από τον πατέρα του.

Παραξενεύτηκα αμέσως. Λογικά θα ανησύχησαν που έφυγα αλλά ο πατέρας του δεν με είχε ξαναπάρει ποτέ... Έτσι,πήρα πίσω τον αριθμό του. Το σήκωσε αμέσως.

<<Χρήστο που είσαι σε έχουμε πάρει εκατό τηλέφωνα!!>>ακούστηκε η πανικόβλητη φωνή της κυρίας Όλγας από την άλλη γραμμή.

>>Ο Δημήτρης είναι στο νοσοκομείο! Έπαθε κρίση άσματος και ήταν για αρκετή ώρα αναίσθητος δεν ξέρουμε άμα...>>δεν μπόρεσε να συνεχίσει, αφού άρχισε να κλαίει με λυγμούς.

Είχα μείνει κόκαλο στη θέση μου. Ασυναίθητα τοποθέτησα το χέρι μου στο στήθος μου και αισθάνθηκα την καρδιά μου να χτυπάει τόσο γρήγορα που νόμιζα ότι θα σπάσει.

<<Χρήστο έλα από εδώ, είμαστε στο ιδιωτικό, δίπλα από τη τράπεζα. Τώρα.>>ακούστηκε η παγερή φωνή του κυρίου Παύλου και τερμάτισε την κλήση.

<<Χρήστο; Τι συμβαίνει; Γιατί άσπρισες; Είσαι πιο άσπρος κι από πανί! >> είχα ξεχάσει τελείως τη παρουσία του Γιώργου.

<<Ο...Δημήτρης...είναι στο νοσοκομείο...>>δεν μπορούσα να αρθωσω λέξη.Ο άντρας με αγκαλιάσε και εγώ κρατήθηκα σφιχτά από επάνω του για να μην ξεσπάσω σε λυγμούς και κλάματα.

Δεν ξέρουμε άμα...

<<Πάμε θα σε πάω εγώ!>>μου είπε σπρώχνοντας με απαλά προς το αυτοκίνητό του.

Χωρίς να μπορώ να φέρω αντίρρηση, μπήκα μέσα μαζί του. Φαινόταν κι εκείνος πραγματικά ταραγμένος. Τον είδα να πληκτρολογεί ένα σύντομα μήνυμα σου κινητό του κι έπειτα έβαλε μπρος τη μηχανή του αυτοκινήτου, γκαζώνοντας...

Heyy loves! Τι κάνετε; Τα σχολεία έκλεισαν και τώρα χαλαρώνουμε σαν να μην υπάρχει αύριο😂όλη μέρα wattpad και Άγιος ο Θεός😂έτσι κι αλλιώς στο χωριό της γιαγιάς δεν έχει και τίποτα άλλο να κάνεις, ευτυχώς έχει σήμα(μόνη μου😂😢).

Soooo, για πείτε μου πώς σας φάνηκε το κεφάλαιο; Ο Χρήστος μας είναι πληγωμένος μωρεε😞Αλλά θα φτιάξουν τα πράγματα, αφού πρώτα ξαναγίνει λίγος χαμός(σατανικό γέλιο😂😈😈)

Btw, αποφάσισα να αλλάξω το πρόσωπο που αναπαριστά τον Νίκο και τη Νικολέτα μας με αυτούς εδώ😘(πείτε μου εντυπώσεις δεν ήθελα να είναι πολύ πανέμορφος ο Νίκος😂)και πάλι δεν επιβάλλεται να τους έχετε έτσι στο μυαλό σας φυσικά, απλώς σας έδειξα τη δική μου σκέψη αυτό😄❤

Αυταα λοιπόν λογικά κεφάλαιο θα ανέβει Παρασκευή ή Σάββατο(να πω και Καλό Πάσχα😂😘) Ευχαριστώ για την υποστήριξη σας τα views και τα votes ανεβαίνουν καθημερινά σε αριθμό, είστε θεακια💞😍

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top