Κεφάλαιο 2

"It's a new dawn, it's a new day, it's a new life for me 
Ouh
And I'm feeling good"

Η Βαρβάρα συνέχισε να μου λέει για τα ψώνια που έκανε με τη κολλητή της τις προάλλες αλλά εγώ δεν άκουγα. Το βλέμμα μου περιπλανιόταν στο προαύλιο.

Κάποια παιδιά έπαιζαν ανέμελα μπάσκετ, κάποια άλλα σχημάτιζαν πηγαδάκια και μιλούσαν ενώ δεν ήταν λίγα και τα ζευγάρια που κυκλοφορούσε χεράκι-χεράκι.

Ο Γιώργος που στεκόταν κι αυτός δίπλα μου φαινόταν το ίδιο χαμένος στις σκέψεις του. Κλίκες παντού, απαξιωτικά ή έντονα βλέμματα και άφθονακουτσομπολιά.

Αυτό ήταν λοιπόν το νέο μου σχολείο. Ήξερα κάθε γωνιά του, κάθε σημείο του. Είχε έρθει όμως η ώρα που στο Λύκειο αυτό φοιτούσα...

<<Με ακούς;>>με ρώτησε η Βαρβάρα, κοιτώντας με περίεργα.

<<Χμ... Ναι σορρυ κάτι σκέφτηκα>> απάντησα βιαστικά, νιώθοντας χαζή που πάλι είχα αφαιρεθεί.

Το κουδούνι που σήμανε το τέλος του διαλλείματος χτύπησε και κατευθήνθηκαμε αμίλητοι και οι τρεις στο εσωτερικό του κτιρίου.

Ανεβήκαμε βιαστικά τις σκάλες και φτάσαμε στον δεύτερο όροφο. Ήταν σχεδόν άδειος.

Ακούμπισα το σώμα μου στο τοίχο. Είδα την Σταυ να έρχεται προς το μέρος μας. Δεν την είχα δει καθόλου στο διάλειμμα για κάποιο λόγο.

<<Γιατί κάθεσαι μόνη σου;>>με ρώτησε. Ανασήκωσα τους ώμους μου αδιάφορα. Ο Γιώργος είχε φύγει από δίπλα μου. Δεν είχα καθόλου όρεξη σήμερα για τίποτα.

Φταίει μάλλον το ότι είχε δεκαέξι ο μήνας. Θα κλείναμε χρόνο σαν σήμερα. Η σκέψη πέρασε σαν αστραπή στο μυαλό μου. Πρέπει να άλλαξα χρώμα στο πρόσωπο.

<<Τι έγινε;>>η Σταυ φαινόταν αλήθεια ανήσυχη. Δεν της απάντησα.

Εκείνη τη στιγμή, τα παιδιά του τμήματος μου άρχισαν να μαζεύονταν έξω από την αίθουσα. Είδα τον Νίκο να έρχεται προς το μέρος μου.

<<Διακόπτω κάτι;>>ρώτησε ευγενικά.

Μου φαινόταν πραγματικά καλό παιδί. Χαμογέλασα και ανακουφισμένη του έπιασα τη κουβέντα.

Η Σταυ έφυγε ρίχνοντας μου το βλέμμα "θα μου πεις μετά,έχεις άλλη δουλειά τώρα".

Ο καθηγητής της φυσικής διέκοψε τη συζήτηση μας σχετικά με τα κατοικίδια μας και μπήκαμε στην αίθουσα.

Κάθισα στο θρανίο και προσπαθούσα να προσέχω αλλά η φασαρία που έκανε ο Χρήστος με τη κοπέλα της παρέας με ενοχλούσε απίστευτα.

Γαργαλιόντουσαν και ο ψηλός φίλος τους γελούσε σαν χαζός. Τους αγριοκοίταξα και αντιλήφθηκα τα μάτια του Νίκου καρφωμένα πάνω μου.

Μου χαμογέλασε.

Παραξενεύτηκα και γύρισα στον πίνακα.

<<Τι σε κοιτάει αυτός; Ιου!>>μου ψιθύρισε η Βαρβάρα. Γέλασα. Περισσότερα από ότι έπρεπε.

Παρόλο που γινόταν χαμός από φασαρία μέσα στη τάξη, ο καθηγητής, ο Παπαδόπουλος θυμωμένος με κοίταξε και είπε:

<<Αλεξάνδρα θα σε πάω κάτω στο γραφείο, στη μητέρα σου άμα σε ξαναδώ να μη προσέχεις.>>

Τα παιδιά σιώπασαν και γύρισαν να με κοιτάξουν. Είχα μείνει κόκκαλο στη θέση μου. Ήξερα ότι δεν το εννοούσε γιατί γελούσε, αλλά και πάλι μόλις είχε ανακοινώσει σε όλη τη τάξη το μυστικό μου.

Πρέπει να κοκκίνισα πολύ. Η Βαρβάρα είχε γουρλώσει τα μάτια της. Δεν της το είχα πει. Δεν της μίλησα καθ' όλη τη διάρκεια του μαθήματος.

Όταν μετά από λίγη ώρα που μου φάνηκε αιώνας χτύπησε το κουδούνι προσπάθησα να βγω έξω γρήγορα αλλά ο Νίκος με πλησίασε σχεδόν τρέχοντας.

<<Ει είσαι καλά; Τι είπε ο βλάκας; Η μητέρα σου είναι...;>> φαινόταν ανυπόμονος.

<<Ναι η μητέρα μου είναι η υποδιευθύντρια.>> απάντησα άχρωμα.

Η παρέα, με τη κοπέλα που πειραζόταν με τον Χρήστο,νομίζω Νικολέτα την έλεγαν και τον ψηλό, τον Δημήτρη σταμάτησε και με κοίταξε.

Ο Δημήτρης ήρθε προς το μέρος μου και φανερά ενθουσιασμένος μου μίλησε για πρώτη φορά:

<<Η μαμά σου είναι η υποδιευθύντρια;>> η Νικολέτα με κοίταξε από πάνω μέχρι κάτω και το βλέμμα της σταμάτησε στη μπλούζα μου.

Ο Χρήστος με κοιτούσε σιωπηλός κι αυτός εκεί, μόνο σε πιο ψηλό σημείο. Ενοχλημένη,σήκωσα τη μπλούζα μου που είχε ξεφύγει λίγο από τη θέση της και έγνεψα καταφατικά.

<<Τέλειο>> αναφώνησε ο Δημήτρης.

<<Ακούς Pierce The Veil;>> με ρώτησε αμέσως η κοπέλα και τα μάτια της έλαμψαν, καθώς είχε παρατήσει το συγκρότημα στη μπλούζα μου.

<<Εμ ναι...κι εσύ;>> αποκρίθηκα αμήχανα.

<<Φυσικά!>>

<<Τέλειο! Δικιά μου είσαι εσύ!>> μου χαμογέλασε φιλικά.

<<Τη ζαλίσατε! Έλα πάμε κάτω!>>είπε ο Νίκος που τόση ώρα ήταν σιωπηλός και με έσπρωξε ελαφρά από τη μέση προς τις σκάλες.

Ένιωσα περίεργα και ενοχληθηκα που με πήρα μακριά τους ωστόσο τον ακολούθησα. Κοίταξα για μια στιγμή πίσω μου. Με κοιτούσαν και οι τρεις έκπληκτοι από την αντίδραση του. Το ίδιο ήμουν κι εγώ.

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top