Κεφάλαιο 13

"I'm wide awake
Yeah, I was in the dark
I was falling hard
With an open heart
How did I read the stars so wrong?"

Χρήστος P.O.V

Ο διάδρομος ήταν ατελείωτος. Συνέχιζα να περπατάω. Η λάμπα πάνω από το κεφάλι μου τρεμοέπαιξε αλλά δεν έδωσα σημασία. Συνέχισα. Έφτασα στο τέλος του διαδρόμου. Η σιδερένια μεγάλη πόρτα βρισκόταν εκεί, όπως κάθε άλλη φορά. Στάθηκα μπροστά της. Έκλεισα τα μάτια μου και αφουγκράστηκα πίσω από αυτήν, προσπαθώντας να ακούσω τι γινόταν στο εσωτερικό του δωματίου.

<<Δεν ξέρω άμα θα τα καταφέρει για πολύ ακόμα...η κατάσταση έχει χειροτερέψει πολύ... βρισκόμαστε στο τελευταίο στάδιο πλέον επίσημα...>> η φωνή του έκανε τις τρίχες στο σβέρκο μου να σηκωθούν απότομα, κάνοντας με να ανατριχιάσω.

<<Καταλαβαίνω...δεν υπάρχει δηλαδή καμία ελπίδα;>> διέκρινα το σπάσιμο στη δεύτερη φωνή. Ήταν γυναικεία. Και φυσικά γνώριμη. Σιωπή για λίγο.

<<Καμία λυπάμαι...>> τα αυτιά μου άρχισαν να βουίζουν και το οπτικό μου πεδίο μαύρισε. Στηρίχτηκα στο τοίχο και άρχισα να παίρνω βαθιές ανάσες. Έπειτα άρχισα να τρέχω κατά μήκος του διαδρόμου χωρίς σταμάτημα. Ένιωθα όμως ότι δεν τελείωνε ποτέ. Συνέχισα αλλά δεν φαινόταν τίποτα στο βάθος του παρά μόνο μαύρο.

<<Καμία λυπάμαι>> ακούστηκε ξανά η φωνή αλλά αυτή τη φορά βρισκόταν μέσα στο κεφάλι μου. Έπεσα στα γόνατα. Δάκρυα μαζεύτηκαν στα μάτια μου αλλά τα αγνόησα. Άκουσα μια πόρτα να ανοίγει και τρομαγμένος, κρύφτηκα.

<<Καμία λυπάμαι>> η φωνή συνέχιζε να παίζει σαν κασέτα μέσα στο κεφάλι μου. Ανεξέλεγκτα έριξα μια γερή γροθιά στο τοίχο και ταυτόχρονα ούρλιαξα τόσο δυνατά που ένιωσα σαν να σκίστηκε ο λαιμός μου. Ένιωθα ότι έβγαζα από μέσα μου όλο το πόνο. Έκλεισα τα μάτια μου χωρίς να σταματήσω να ουρλιάζω. Ένιωσα μια παρουσία δίπλα μου αλλά η φωνή ξανά έκανε έφοδο στο μυαλό μου, εμποδίζοντάς με να ανοίξω τα μάτια μου.

<<Καμία λυπάμαι...καμία λυπάμαι.. καμία λυπάμαι...ΚΑΜΊΑ ΛΥΠΆΜΑΙ>>

Πετάχτηκα από το κρεβάτι με τη καρδιά μου στο στήθος μου να χτυπά με απίστευτα γρήγορη ταχύτητα. Ήμουν λουσμενος στον ιδρώτα. Συνηθισμένο κι αυτό. Έβλεπα για τρίτη συνεχόμενη βραδιά τον ίδιο εφιάλτη. Είχε σταματήσει για λίγο, αλλά τώρα επανήλθε δριμύτερος...

Έπιασα βιαστικά το κινητό μου από το κομοδίνο μου και κοίταξα την ώρα τυφλωμένος από το απότομο φως της οθόνης. Έλεγε έξι πάρα δέκα. Σιγά μην με ξαναέπαιρνε ο ύπνος. Σηκώθηκα από το κρεβάτι και μπήκα στο μπάνιο.

Ένα ρίγος με διαπέρασε από την ξαφνική αλλαγή της θερμοκρασίας αλλά το αγνόησα. Πέταξα το παντελόνι μου και το εσώρουχο μου σε μια γωνία και μπήκα στο ντους. Το κρύο νερό πάντα με χαλάρωνε. Αφού τελείωσα ντύθηκα και κατευθήνθηκα προς τη κουζίνα. Ωστόσο λίγο πριν μπω, ένας θόρυβος με έκανε να σταματήσω.

Αμέσως, άρπαξα ένα μεγάλο κομμάτι σίδερου που είχα πάνω στη βιβλιοθήκη και άναψα το φως, με μια γρήγορη κίνηση. Διέκρινα μια φιγούρα πάνω στο πάγκο της κουζίνας κι έκανα να πλησίασω επιθετικά.

<<Χρήστο εγώ είμαι!>>είπε ο Δημήτρης φοβισμένος και εγώ ανακουφισμένος και ταυτόχρονα θυμωμένος πέταξα το σίδερο πίσω μου. Έπεσε κάτω, προκαλώντας ένα δυνατό κρότο.

<<Καλά ρε μαλακα τι σκεφτόσουν;>> τον ρώτησα άγρια κι άνοιξα το ψυγείο προκειμένου να φάω κάτι.

<<Δεν ήθελα να σε τρομάξω απλώς...>>δεν συνέχισε. Ακούμπισα πάνω στο πάγκο, τρώγοντας το μήλο μου και του έκανα νόημα να συνεχίσει.

<<Να...άρχισες πάλι...>>στο άκουσμα αυτών που είπε άφησα το μήλο και τον κοίταξα σοβαρά. Άνοιξα το στόμα μου να πω κάτι αλλά το έκλεισα αμέσως.

Το γνωστό συναίσθημα άρχισε να με κατακλύζει. Χωρίς να το σκεφτώ, βαρεσα το χέρι μου πάνω στο πάγκο της κουζίνας, δημιουργώντας ένα μεγάλο βαθούλωμα. Ματωσε αλλά δεν με ενδιέφερε.

<<Χρήστο γαμωτο!>> ο Δημήτρης βρέθηκε δίπλα μου για να εξετάσει τη ζημιά. Τον άφησα να δει το χέρι μου.

>>Να πάω να φέρω επίδεσμο;>>ρώτησε διστακτικά. Δεν του απάντησα.

<<Ποτέ άρχισε πάλι;>>

<<Προχθές και χθες έγινε ξανά...>>είπε βιαστικά. Επικράτησε για λίγο σιωπή.

<<Πρέπει να κάνω κάτι...>>είπα τελικά. Εκείνος ένευσε καταφατικά.

<<Πρέπει να μάθεις να το ελέγχεις...και νομίζω ξέρω ποιος θα σε βοηθήσει>> ήξερα που το πήγαινε.

<<Ξέχνα το>>είπα κοφτά. Άνοιξα το ντουλάπι και πήρα το πακέτο με τα τσιγάρα στα χέρια μου.

<<Χρήστο κόψε τις μαλακιες. Και άσε κάτω τα τσιγάρα... Σε παρακαλώ>>ακουγόταν καθαρά η απελπισία στη φωνή του.

Πέταξα το πακέτο πάνω στο τραπέζι και με βαριά βήματα πήγα στο δωμάτιο μου. Πλησίασα το σάκο του μποξ που υπήρχε πίσω από τη πόρτα κι άρχισα να τον βαράω μανιωδώς. Πάντα βοηθούσε.

Ο κολλητός μου μπήκε στο δωμάτιο και κάθισε στο κρεβάτι μου αμιλητος. Περίμενε μέχρι να ρίξω και τη τελευταία μπουνιά.

Όταν κουράστηκα είχε πάει ήδη οχτώ παρά. Ωστόσο κάθισα δίπλα του χωρίς ιδιαίτερη όρεξη να πάω σχολείο. Τον κοίταξα. Κοιτούσε τον τοίχο απέναντι.

<<Χρήστο γιατί είπες ψέματα ότι ο Νίκος θα πλακώσει τον Γκιντη;>>η ερώτηση του με ξάφνιασε και σηκώθηκα σαν ελατήριο από δίπλα του.

Άρπαξα τη τσάντα μου κι έψαξα να βρω τη ζακέτα μου. Ένιωθα το βλέμμα του καρφωμένο επάνω μου. Σηκώθηκε κι αυτός από το κρεβάτι και βγήκε από το δωμάτιο.

Τον ακολούθησα και τον είδα να παίρνει από την κρεμάστρα τη μαύρη μου Adidas ζακέτα. Ύστερα τη πέταξε προς το μέρος μου και την έπιασα στον αέρα.

<<Πάμε>>μου είπε κοφτά και αφού κλείδωσα,βγήκαμε έξω.

Ο ήλιος έλαμπε πάνω από τα κεφάλια μας καθώς προχωρούσαμε προς το σχολείο. Μια ακόμη μέρα που οι εφιάλτες μου κατέστρεφαν τη ζωή.

Ο Δημήτρης💘


Το ξέρω ότι έχετε πολλές απορίες αλλά σιγά σιγά θα λυθούν όλα😉 Πως σας φάνηκε το κεφάλαιο; Ο Χρήστος από ότι φαίνεται κάτι κρύβει... Θα αργήσω να ανεβάσω νέο κεφάλαιο γιατί δεν προλαβαίνω αλλά η πλοκή της υπόθεσης όπως την έχω σκεφτεί θα έχει πολλές εξελίξεις και θα είναι ενδιαφέρουσα❤ Ευχαριστώ όσους και όσες με υποστηρίζουν❤❤

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top