Κεφάλαιο 49
"For all the times I let you push me round
And let you keep me down
Now I got, guts over fear, guts over fear"
Ο ήχος του εκκωφαντικού ξυπνητηριού με έκανε να αναπηδίσω από το κρεβάτι. Το άδειο κρεβάτι. Παραξενευμένη πέταξα την κουβέρτα από πάνω μου, τυλίγοντάς τη σε ένα κουβάρι και αφού τεντώθηκα, άνοιξα την πόρτα του δωματίου του Χρήστου και κατευθήνθηκα προς την κουζίνα. Επίσης άδεια.
<<Χρήστο;>> η αγουροξυπνημένη φωνή μου γέμισε το δωμάτιο αλλά δεν πήρα απάντηση. Ξεφυσώντας απογοητευμένη, το βλέμμα μου έπεσε επάνω σε ένα μπολ με δημητριακά κι ένα ποτήρι φρεσκοστυμμένη πορτοκαλάδα, τα οποία βρίσκονταν τοποθετημένα στην επιφάνεια του ξύλινου τραπεζιού.
Μπορεί να είναι επάνω στον Δημήτρη. Ή να έχει πεταχτεί να αγορασει τσιγάρα. Δεν υπάρχει λόγος να αγχώνομαι.
Χωρίς να αφήσω την απουσία του να μου χαλάσει το κέφι, ξεκίνησα να καταβροχθίζω λαίμαργα το πρωινό μου. Αναμνήσεις της προηγούμενης βραδιάς κυριαρχούσαν μεσα στο μυαλό μου αλλά τις έδιωξα νευριασμένη.
Ο Τζον δεν θα πειράξει κανενα από την οικογένειά μου. Ο Χρήστος δεν θα τον αφήσει. Το ξέρω.
Αφού τελείωσα, πήγα στο μπάνιο να κάνω ένα γρήγορο ντουζ και να προετοιμαστώ για το σχολείο. Ωστόσο ήταν ήδη οχτώ και δέκα και έπρεπε να ξεκινήσω, χωρίς να επισκεφτώ τον Δημήτρη από πάνω, προκειμενου να βρω το αγόρι μου.
Θα τον έβλεπα στο σχολείο λογικά.
Με αυτή τη σκέψη, ξεκίνησα εύθυμη να περπατάω με γοργό βήμα προς αυτό, προκειμένου να μην χάσω τη πρώτη ώρα.
~~~~~~~~~
Άνοιξα με δύναμη την πόρτα του γραφείου χωρίς να με ενδιαφέρει τίποτα και αμέσως ήρθα αντιμέτωπη με τη μητέρα μου, η οποία βρισκόταν προσηλωμένη μπροστά στην οθόνη του υπολογιστή της. Ωστόσο μόλις αντιλήφθηκε τη παρουσία μου, κάρφωσε τα πράσινα μάτια της στα δικά μου, ερωτηματικά.
<<Σου έχω πει να χτυπάς όταν μπαίνεις μέσα στο γραφείο Άλεξ. Εδώ δεν είμαστε->> άρχισε να λέει με αυστηρό τόνο αλλά την διέκοψα.
<<Αποφασίστηκε η αλλαγή σχολικού περιβάλλοντος για τον Χρήστο;>> ρώτησα αμέσως, εμποδίζοντας τα δάκρυά μου.
Δεν μου απάντησε αμέσως και απλά σηκώθηκε από την καρέκλα της και στάθηκε μπροστά μου, σταυρώνοντας τα χέρια της στο στήθος.
<<Όπως σου είπα τις προάλλες, ήταν αναμενόμενο. Ο μαθητής αυτός δεν έχει καμία δουλειά στο σχολείο μας πια. Λυπάμαι.>>
Έκλεισα τα μάτια μου και προσπαθησα να ηρεμίσω τους ταχείς ρυθμούς με τους οποίους χτυπούσε η καρδιά μου. Το αίμα μου έβραζε μέσα στις φλέβες μου και το σώμα μου αναρίγησε από την ένταση που προκάλεσαν τα ψυχρά λόγια της.
Χωρίς να της πω κουβέντα, γύρισα τη πλάτη μου και βγήκα έξω στο προαύλιο, κατευθυνόμενη προς την πίσω αυλή. Με το βλέμμα μου έψαξα ανάμεσα στα διάφορα "πηγαδάκια" παιδιών, μέχρι που εντόπισα ένα πλήθος από αυτά, μαζεμένο σε μια γωνία.
Επιταχύνοντας το βήμα μου, χώθηκα ανάμεσά τους και σταμάτησα παγωμένη, βλέποντας τον Δημήτρη να έχει κολλήσει στο τοίχο τον Νίκο και να του σφίγγει το λαιμό. Η Σταυ βρισκόταν ακριβώς πίσω του και τον τραβούσε από τη μπλούζα, με δάκρυα να κυλούν από τα μάτια της.
<<ΕΣΎ ΦΤΑΊΣ ΠΑΛΙΟΠΑΠΆΡΑ!>> φώναξε ο Δημήτρης στον Νίκο εξοργισμένος, καθώς του έχωνε μια μπουνιά απευθείας στο ήδη ματωμένο πρόσωπο.
Χωρίς να το καταλάβω τα πόδια μου με οδήγησαν δίπλα του και κατάφερα και τους χώρισα με τη βοήθεια της κολλητής μου.
>>ΤΡΆΒΑ ΣΤΟ ΔΙΆΟΛΟ ΝΑ ΜΗΝ ΣΕ ΒΛΈΠΩ!>> μούγκρισε ο κολλητός του Χρήστου και ο Νίκος με τη βοήθεια της παρέας του, απομακρύνθηκε από εμάς.
<< Δημήτρη είσαι καλά; Μήπως χτύπησες;>> τον ρώτησε αμέσως η Σταυ ανήσυχη και του χάϊδεψε το πρόσωπο. Εκείνος χαμογέλασε και της φίλησε τα χέρια γλυκά. Πόσο τους λάτρευα μαζί!
<<Μωρό μου είμαι μια χαρά.>> αποκρίθηκε εκείνος και την φίλησε.
Ξεροβήχοντας τους έκανα να αντιληφθούν την παρουσία μου και η κολλητή μου κοκκινίζοντας άρχισε να παίζει νευρικά με τα κατσαρά μαλλιά της.
<<Τι συμβαίνει;>> ρώτησα αμέσως όταν πλέον είχα την απαιτούμενη προσοχή τους και έσφιξα το μπουφάν μου επάνω μου καθώς η θερμοκρασία ήταν πολύ χαμηλή.
<<Αυτός φταίει για όλα...αυτός ο ΜΑΛΆΚΑΣ! Αλλά υποσχέθηκα ότι δεν θα πω τίποτα...>> ψέλλισε περισσότερο στον εαυτό του.
<<Τι εννοείς...;ο Χρήστος πού->>
<<Δεν μπορώ να πώ τίποτα Άλεξ! Παράτα με!>> φώναξε και παίρνοντας την Σταυ από το χέρι τη στιγμή που μόλις είχε χτυπήσει το κουδούνι, εξαφανίστηκαν από το οπτικό μου πεδίο.
Χωρίς να χάσω χρόνο έστειλα το δωδέκατο μήνυμα για σήμερα στον Χρήστο και αφού περίμενα λίγο, τον κάλεσα στο κινητό του.
"Ο συνδρομητής που καλέσατε έχει πιθανόν το τηλέφωνό του απενεργοποιημένο. Παρακαλώ καλέστε αργότερα."
Νευριασμένη πλησίασα τον τοίχο και βάρεσα το μέτωπό μου σε αυτόν, αφήνοντας τα δάκρυα μου ελεύθερα να μουσκέψουν τα ρούχα μου.
<<ΓΑΜΏΤΟ!>>
Κάτι δεν πήγαινε καλά. Το ένιωθα. Ένα κακό προαίσθημα με κατέκλυζε αλλά δεν θα το άφηνα να μπει εμπόδιο στην ευτυχία μου.
Χρήστος P.O.V.
Οι χειροπέδες ήδη με έσφιγγαν υπερβολικά και έγδερναν το γυμνό μου δέρμα κάθε φορά που επιχειρούσα να κουνήσω το χέρι μου. Περίμενα μέσα σε αυτό το κρύο και σκοτεινό δωμάτιο εδώ και μισή ώρα, κοιτώντας το ρολόι στον απέναντι γεμάτο με ρογμές τοίχο.
Κάνοντάς με να αναπηδίσω από τον ξαφνικό θόρυβο, η πόρτα άνοιξε και ένας άντρας γύρω στα πενήντα με τη στολή του αστυνονικού μπήκε μέσα και κάθισε στη καρέκλα απέναντί μου. Θα αναγνώριζα το ρυτιδιασμένο πρόσωπό του ανάμεσα σε εκατοντάδες άλλα. Εξάλλου του έμοιαζε αρκετά.
<< Βρε βρε για δες ποιος ξαναήρθε εδώ! Άκουσα ότι ήρθες να ομολογήσεις. Μπράβο στο θάρρος σου μικρέ>> μου είπε ο θείος του Νίκου πρόσχαρος και εγώ ως απάντηση ένευσα καταφατικά το κεφάλι μου.
>>Τι θες να πετύχεις Χρήστο; Αφού ξέρεις τι θα γίνει...>> με ρώτησε σχεδόν ψιθιριστά, ύστερα από λίγο καρφώνοντάς με με τα γκρι χωρίς συναίσθημα μάτια του. Θύμιζε πολύ τον Τζον. Για αυτό άλλωστε ήταν και καλοί φίλοι.
<<Έκανα μια συμφωνία. Μπορούμε τώρα να τελειώνουμε επιτέλους με όλη αυτή τη μαλακία;>> απάντησα κουρασμένα στον ίδιο χαμηλό τόνο και αυτός απλά αρκέστηκε στο να γελάσει.
<<Μυρίζομαι συμφωνία μεταξύ
πατέρα-γιου...θα μάθω σύντομα. Τώρα ανυπόμονε, θέλω να μου πεις εάν είσαι υπεύθυνος για τον τραγικό θάνατο της Ελένης Βασιλοπούλου.>> ένα χαιρέκακο χαμόγελο είχε απλωθεί στο πρόσωπό του, αποκαλύπτοντας τα στραβά κιτρινισμένα δόντια του.
<<Ναι εγώ τη σκότωσα.>> απάντησα και τον κοίταξα με θυμωμένο ύφος καθώς γνώριζε τι πραγματικά είχε συμβεί. Ωστόσο δεν υπήρχε ιδιωτικότητα σε αυτό το δωμάτιο καθώς τα λόγια μας μεταφέρονταν σε ένα δωμάτιο απέναντι, στο οποίο βρίσκονταν και άκουγαν προσεκτικά άλλοι αστυνομικοί.
<<Πολύ καλά. Άργησες λίγο να ομολογήσεις αλλά ποτέ δεν είναι αργά. Συγχαρητήρια για το θάρρος σου. Θα σε αφήσω να διαλέξεις το κελί σου!>> μου είπε ειρωνικά και αφού σηκώθηκε από τη θέση του, με άρπαξε από τον ώμο και έκανε να με τραβήξει προς την έξοδο.
<<ΤΗΝ ΣΚΌΤΩΣΑ ΜΑΖΊ ΜΕ ΤΟΝ ΝΙΚΌΛΑΟ ΘΑΝΌΠΟΥΛΟ!>> φώναξα και ευχαριστημένος παρατήρησα την αλλαγή στο χρώμα του προσώπου του αστυνομικού που με κρατούσε. Οι φλέβες του πετάγονταν στον λαιμό του και έγιναν εμφανείς και στα χέρια του, τα οποία έσφιγγαν με περισσότερη δύναμη το μπράτσο μου.
Χωρίς να πει κουβέντα και έτοιμος να εκραγεί, με έβγαλε έξω από το δωμάτιο ανάκρισης και με οδήγησε στον διάδρομο που βρίσκονταν τα κελιά των κρατούμενων.
Στο βάθος του διαδρόμου, στην δεξιά μεριά υπήρχε ένα κενό κελί και δίπλα βρισκόταν ένας άνθρωπος, ο οποίος κοιμόταν του καλού καιρού. Ο χώρος έσφιζε μια έντονη μυρωδιά απλυσιάς και σαπίλας, που μου προκάλεσε αναγούλα.
Γελώντας ο θείος του Νίκου με έσπρωξε μέσα στο άδειο κελί, χωρίς να μου βγάλει τις χειροπέδες και χωρίς να αφήσει το μπράτσο μου από τη γερή λαβή του.
<<Να ξέρεις ότι ο ανιψιός μου θα βγει καθαρός από όλο αυτό. Εγώ ο ίδιος θα φροντίσω να βρεθούν μόνο τα δικά σου αποτυπώματα επάνω στο βραχιόλι. Έτσι, για να μάθεις να πουλάς μαγκιές σε εμένα μικρέ.>> σφύριξε σιγανά μέσα στο αυτί μου και με μία δυνατή σπρωξιά, βρέθηκα σωριασμένος στο κρύο τσιμέντο του κελιού, με τους καρπούς μου πρησμένους.
Κλείδωσε την σιδερένια πόρτα και αφού με έφτυσε γελώντας έκανε να φύγει από κοντά μου, αλλά εκείνη τη στιγμή ακούστηκε ο χαμηλός ήχος κλήσης του κινητού μου, κάνοντάς με να πεταχτώ όρθιος και να στηριχθώ επάνω στα κάγκελα.
Ο ήχος προερχόταν από πάνω του και με αργές κινήσεις φανέρωσε το κινητό μου από την τσέπη του, το οποίο χτυπούσε ακόμα, σαν δαιμονισμένο. Φόρεσε τα γυαλιά του και κοιτώντας την οθόνη, ένα στραβό, διαβολικό χαμόγελο χαράκτηκε κατά μήκος του προσώπου του.
<<Άλεξ μου;>> στο άκουσμα της φράσης αυτής η καρδιά μου άρχισε να χτυπάει δυνατά και ιδρώτας άρχισε να με λούζει. Πρέπει να μείνω δυνατός.
>>Φαντάζομαι θα καταλάβει ότι είσαι απασχολημένος με τις κατηγορίες για ένα φόνο...>>συνέχισε και γελώντας δυνατά, πέταξε κάτω το κινητό και το πάτησε με τις χοντρές αρβυλές του, θρυμματίζοντάς το σε εκατοντάδες κομματάκια.
Μένοντας αποσβολωμένος από την πράξη αυτή, άφησα το σώμα μου να κυλήσει ελεύθερο επάνω στα κρύα κάγκελα. Κουλουριάστηκα στο πάτωμα και προσπάθησα να ηρεμίσω το σώνα μου, που έτρεμε ανεξέλεγχτα. Τα μάτια μου ήταν βουρκωμένα και στο μυαλό μου παιζόταν ξανά και ξανά η χθεσινή βραδιά με την Άλεξ χωμένη στην αγκαλιά μου.
Όλα γίνονταν για εκείνη και την ευτυχία της που εγώ στέρησα όταν μπήκα στη ζωή της, αψιφώντας το παρελθόν μου. Αψιφώντας το γεγονός ότι με αυτό τον τρόπο θα της στερούσα πολλά πράγματα. Το ήξερα αλλά παρόλα αυτά αφέθηκα. Με μάγεψε. Με έκανε να πιστέψω για λίγο ότι όλα θα πήγαιναν καλά. Όμως αίσιο τέλος γνωρίζουμε μόνο στα παραμύθια. Κι εδώ είναι αληθινή ζωή.
Έκανα το ίδιο λάθος δεύτερη φορά. Ενώ ήμουν μπλεγμένος με τα ναρκωτικά, τις κακιές παρέες και παράλληλα η πονεμένη και πληγωμένη μου ψυχή βρισκόταν εγκλωβισμένη στο σώμα μου, άφησα τον εαυτό μου ερωτευτεί την Έλενα και με αυτό τον τρόπο να καταστραφεί στα μόλις δεκαεφτά της χρόνια από τα ναρκωτικά.
Τώρα, κουβαλώντας όλο αυτό το τοξικό και χείριστο παρελθόν, ξαναερωτεύτηκα την Άλεξ, βυθίζοντάς την κι αυτή στη δική μου Κόλαση. Κι όλα αυτά επειδή είμαι εγωιστής. Επειδή δεν μπορούσα να αντιμετωπίσω μόνος μου το σκοτάδι Αυτής και έσυρα μαζί μου σε αυτό δύο αθώους αγγέλους, στερώντας τους τον Παράδεισο.
Τουλάχιστον κατάφερα εν μέρη να κρατήσω την υπόσχεση με τον ευατό μου και να κρατήσω την Άλεξ ευτυχισμένη. Όπως άλλωστε πρέπει. Είμαι ο φύλακας άγγελός της. Πάντα θα το κάνω. Οι γονείς της είναι ασφαλείς πλέον. Αρκεί το στοιχείο της αξιοπιστίας μου στις υποσχέσεις να το έχω κληρονομήσει από τον Τζον.
Γειά σας πατάτες🖖(πιάσαμε τον Lynx τώρα 😂😂) τι μου κάνετε, πώς είστε; Η οικογένεια, τα παιδιά καλά; Οι διακοπές καλά;😂😭(όταν η Θέο προσπαθεί να αλλάξει κουβέντα για να μην την σκοτώσουν οι αναγνώστες της😭😂)
Εμμ δεν έχω να πω κάτι για το συγκεκριμένο κεφάλαιο. Εμένα μου άρεσε πάντως. Εσάς;😂😭
Να ξέρετε ότι πλησιάζουμε στο τέλος του βιβλίου, νομίζω μένουν ακόμα κάπου στα 6 κεφάλαια και πραγνατικά δεν ξέρω πως θα αποχωριστώ αυτό το στόρυ που το δουλεύω από τον Ιανουάριο😭😭💔
Ενιγουέι μην μας πιάνει κατάθλιψη από τώρα! Δουλεύω ακόμα στο μυαλό μου το φινάλε, προκειμένου να είναι κάτι που θα σας ικανοποιήσει πολύ😍😏
Ερώτηση: άμα σας δινόταν η δυνατότητα να "ζωντανεύατε" 3 μόνο χαρακτήρες από το βιβλίο ποιοι θα ήταν αυτοί;😏
Ξαναλλάζω το εξώφυλλο!(ξέρω είναι το 3ο σας έχω πρήξει αλλά νομίζω είναι πλέον το τελικό😍😍😎)
Αυτά λοιπόν να περνάτε καλά το καλοκαίρι σας και φιλάκια πολλά από τον Ζακ μου😂😘😘⛱
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top