👑Κεφάλαιο 11👑

Χιονίζει!

Εδώ και δύο μέρες το χιόνι πέφτει γεμίζοντας τον άλλοτε πολύχρωμο κήπο του παλατιού με μια λευκή και παγωμένη στρώση. Τα Χριστούγεννα έχουν μπει για τα καλά και έχω τόσα πράγματα να κάνω!

Με τον Χένρι ο γάμος θα γίνει προς το τέλος του μήνα, ο λόρδος έχει κανονίσει πολλές επισκέψεις σε διάφορα κοινωφελή ιδρύματα της Λουκέρσια, ενώ οι σχέσεις μου με την μαντάμ Κατερίνα έχουν πάρει μια σχετικά καλή πορεία.

Ο λόγος; Δεν με υποτιμά όσο πριν!

Όταν αποφάσισα να αλλάξω την στάση μου απέναντι στις κακίες τις και να πατήσω πόδι όπως λέει και η
Άσλεϊ της φάνηκε πως "απειλείται", έτσι σταμάτησε να ασχολείται μαζί μου.

Όλα είναι τόσο γαλήνια. Νιώθω σαν να άρχισε τώρα η ζωή μου. Η πραγματική ζωή μου.

"Είσαστε έτοιμη υψηλότατη;"ρώτησε ο Φρανκ ντε Λούκα ο οποίος με περίμενε έξω από το δωμάτιο μου.

Έβαλα μια τελευταία στρώση από το μπεζ κραγιόν μου και βγήκα χαμογελώντας έξω.

"Πανέτοιμη!"

[...]

Ο Χένρι βρισκόταν στο τέλος της μεγάλης σκάλας, έτοιμος να με ακολουθήσει στο ορφανοτροφείο που είχαμε κανονίσει να παρεβρεθούμε. Ακόμα και με τα χοντρά χειμωνιάτικα ρούχα του έμοιαζε εξίσου γοητευτικός.

Νιώθω πως κάθε μέρα τον ερωτεύομαι όλο και περισσότερο! Είναι καλός και υπομονετικός μαζί μου και δεν κάνει καμιά βιαστική κίνηση. Παρόλο που έχουμε κοιμηθεί μαζί μια φορά για να δούμε πως θα είναι μετά τον γάμο, δεν έκανε τίποτα το ανεπίτρεπτο, κάτι που με έκανε να αισθανθώ ασφάλεια.

Τα βλέμματα μας συναντήθηκαν και του χαμογέλασα. Ανταπέδωσε και εκείνος, εμφανίζοντας αυτά τα υπέροχα λακάκια που τον έκαναν να μοιάζει με μικρό παιδί παρόλο που μπροστά σε όλους παριστάνει τον σοβαρό και περήφανο πρίγκιπα.

"Είναι η μνηστή μου έτοιμη για την εξόρμηση της στην άλλη πλευρά της πόλης;"ρώτησε σοβαρός, παρόλο που ήξερα πως κάνει πλάκα.

"Βέβαια υψηλότατε! Ελπίζω να είστε αρκετά ζεστά ντυμένος γιατι δεν θέλω να αρρωστησετε. Άλλωστε δεν μπορώ να κάνω τις ετοιμασίες του γάμου μόνη μου."ειπα και μου άνοιξε την πόρτα ώστε να μπω στο ακριβό μαύρο αυτοκίνητο.

"Ω μα αυτή είναι δική σου δουλειά αγαπητή μου. Ξέρεις τι λέει ο Φρανκ ντε Λούκα."

"Μα βέβαια. "Οι γυναικείες δουλειές πρέπει να γίνονται αποκλειστικά και μόνο από γυναίκες, ανεξαρτήτως τίτλου." Μα καλά σε ποιόν αιώνα ζει;"αστειεύτηκα μιμούμενη την φωνή του ντε Λούκα και γελάσαμε. 

"Ξέρεις η αλήθεια είναι πως πρώτη φορά επισκέπτομαι ένα ορφανοτροφείο. Συνήθως στέλνουμε χρήματα εκεί με τους φιλανθρωπικούς χορούς."μου εκμυστηρεύτικε.

"Μην ανησυχείς. Για όλα υπάρχει πρώτη φορά."έπιασα το χέρι του, θέλοντας να τον βοηθήσω να αισθανθεί πιο άνετα.

Είχαμε φτάσει στην πόλη της Λουκέρσια. Παντού γύρω έβλεπες τα φώτα από τα σπίτια και τα καταστήματα να αναβοσβήνουν δημιουργόντας μια πληθώρα χρωμάτων, ο κόσμος που κυκλοφορούσε στους δρόμους κρατώντας δωρα, δοκιμάζοντας λιχουδιές και ροφήματα από τους πλανόδιους πωλητές, τα παιδιά να παίζουν με το χιόνι.

Το καλύτερο βρισκόταν στην κεντρική πλατεία και ήταν το τεράστιο χριστουγεννιάτικο δέντρο που ανάβει κάθε χρόνο ο Δήμαρχος της κοινότητας. Την παραμονή της Πρωτοχρονιάς από το αστέρι του εκτοξεύονται δεκάδες πυροτεχνήματα και ο κόσμος αγκαλιάζεται μεταξύ του καλωσοριζοντας το νέο έτος.

Κάθε χρόνο περνούσα τα Χριστούγεννα μαζί με τους γονείς μου και τους γονείς της Άσλεϊ. Τώρα θα πρέπει να γιορτάσουν χωρίς εμένα. Αυτό με γεμίζει μεγάλη θλίψη και μου υπενθυμίζει πως έχω μήνες να επικοινωνήσω μαζί τους. Τι να κάνουν άραγε;

"Σταμάτα το αυτοκίνητο."διέταξα τον σοφέρ και εκείνος μαζί με τον Χένρι με κοίταξαν περίεργα.

Εν τέλη υπάκουσε στην προσταγή μου και στάθμευσε το αυτοκίνητο πάνω σε ένα πεζοδρόμιο.

"Τι συμβαίνει; Είναι όλα εντάξει;"ρώτησε ανήσυχος ο Χένρι.

"Πόση ώρα έχουμε για την συνάντηση;"

"Τουλάχιστον δύο ώρες ακόμα. Δεν καταλαβαίνω, εσύ ήθελες να πας νωρίτερα γιατί ήθελες να κάνεις έκπληξη στα παιδιά."

"Δεν πειράζει να χάσουμε μια ώρα. Έλα έξω, θέλω να σου δείξω κάτι."

"Μα απαγορεύετε αυτό Αλέξα! Δεν έχουμε φρουρούς μαζί!"

"Ποιος νοιάζεται για τους κανόνες τέτοια μέρα; Άλλωστε κάνεις δεν μας γνωρίζει εδώ, κάνεις δεν θα καταλάβει πως είσαι πρίγκιπας και εγώ πριγκίπισσα. Σε παρακαλώ!"

Τον κοίταξα με ένα παρακαλητικό βλέμμα θέλοντας απεγνωσμένα να τον βγάλω για λίγο απ' το καβούκι του.

Αν παρουσιαστεί ως παγοκολόνα στα παιδιά χαθηκαμε! Πρέπει να ξεχαστεί, να διασκεδάσει, να δει την ζωή έξω από αυτό το χρυσό κλουβί. Στο τέλος ξεφύσιξε και μου είπε:

"Πώς γίνετε πάντα να με κάνεις ότι θες;"υπέκυψε και τσιρίξα απ'την χαρά μου. Τον έπιασα από τον γιακά του παλτου του και τον φίλησα, ενώ μετά άνοιξα την πόρτα και βγήκα έξω από το αμάξι.

Ο Χένρι κάτι είπε στον οδηγό και όταν τελείωσε ήρθε προς το μέρος μου πιάνοντας με αγκαζέ.

"Λοιπόν πολύτιμη μου, πιο είναι το σχέδιο;"ρώτησε καθώς διασχίζαμε την λεωφόρο.

"Αρχικά θα σε πάω να γνωρίσεις τους θετούς γονείς μου οι οποίοι μένουν σε αυτό ακριβώς το σπίτι."ειπα έχοντας ένα πονηρό χαμόγελο και αυτός γούρλωσε τα μάτια του από την έκπληξη η μάλλον από τον φόβο.

"Τρελάθηκες; Απαγορεύεται να μιλήσεις σε κάποιον για εμάς! Κανείς στο βασίλειο δεν πρέπει να μάθει πως ζεις, ειδικά τώρα που ο δολοφόνος της οικογένειας σου δεν έχει βρεθεί."

"Μα δεν θα τους πως την αλήθεια! Ευτυχώς οι δύο τύποι που με έφεραν κατάφεραν να καλύψουν το θέμα λέγοντας πως με δέχτηκαν σε κάποιο καλλιτεχνικό πανεπιστήμιο. Εξάλλου έχω καιρό να τους δω ή να τους μιλήσω και τους πεθύμησα."

"Και πάλι δεν μπορείς έτσι απλά να εμφανιστείς μπροστά τους μαζί μου! Τι θα τους πεις;"

"Πώς είσαι το αγόρι μου φυσικά!"

"Μα δεν είμαι το αγόρι σου! Είμαι ο μέλλον σύζυγος σου! Αυτός ο όρος είναι πολύ υποτιμητικός για την θέση μου!"γκρίνιαζε μα εγώ είχα πεισμώσει. Θα τον πήγενα σε εκείνους με το ζόρι αν χρειαστεί!

"Χένρι μήπως φοβάσε;"του είπα με μια ειρωνική χροιά και εκείνος συνοφρυώθηκε.

"Φυσικά και φοβάμε αλλά όχι αυτό που νομίζεις! Φοβάμε μην μπούμε σε μπελάδες!"

"Για να μην μπούμε σε μπελάδες λοιπόν, ακολούθησε με στο σπίτι μου και φέρσου φυσιολογικά!"

"Εγώ δεν το κάνω! Αρνούμαι να πάρω μέρος σε αυτήν την κωμωδία!"

[...]

"Αλέξα παιδί μου! Δεν το πιστεύω, Χιούγκο το παιδί!"έκλαιγε απ' την χαρά της η μητέρα μου και πέσαμε η μία στην αγκαλιά της άλλης.

"Τι φωνάζεις Σαμάνθα; Τι έπαθε το..."είπε ο πατέρας μου μόλις εμφανίστηκε στο χολ, μα η πρόταση του διακόπηκε αμέσως μόλις με είδε.

"Αν είναι δυνατόν Αλέξα! Ήρθες επιτέλους!"

"Ναι μπαμπάκα μου ήρθα! Μου λείψετε τόσο πολύ!"

Όλα τα είχα πεθυμήσει! Το σπίτι, τους γονείς μου, το παλιό μου δωμάτιο, τον κύριο Τζακ στο βιβλιοπωλείο! Έσφιξα τους γονείς μου στην αγκαλιά μου και όλες οι αναμνήσεις μαζί τους περνούσαν σαν ταινία μπροστά στα μάτια μου. Άραγε να ήταν τόσο καλοί και οι πραγματικοί μου γονείς;

Όταν αφήσαμε ο ένας τον άλλον το βλέμμα τους έπεσε στον Χένρι ο οποίος στεκόταν αμήχανα μπροστά στην πόρτα. Μαντέψτε ποιανού του πέρασε πάλι το δικό του!

"Ο νεαρός;" ρώτησε αυστηρά ο πατέρας μου και ο Χένρι χαμογέλασε αμήχανα.

"Χιούγκο άσε τις βλακειες!"τον μάλωσε η μητέρα. "Μην τον παρεξηγείς αγόρι μου, όλοι οι πατέρες έτσι υπερπροστατευτικοί είναι με τις κόρες τους."

"Μην φοβάστε και εγώ τρεις αδερφές έχω και ξέρω πως είναι. Με λένε Χένρι και είμαι συμφοιτητής της Αλέξας στο πανεπιστήμιο."είπε όπως την δασκάλεψα ώστε να μην καρφωθούμε.

"Επίσης είναι και το αγόρι μου."ειπα και τον είδα να προσπαθεί να κρατηθεί και να μην θυμώσει.

Τι; Μια ευκαιρία έχω να ξαναγίνω εκείνο το πειραχτήρι που ήμουν κάποτε, να μην την εκμεταλλευτώ;

Ο πατέρας μου από την άλλη είχε αλλάξει πέντε χρώματα και η μητέρα μου ενθουσιάστικε περισσότερο από όσο περίμενα.

"Μα τι υπέροχο! Αχ η Αλέξα μου μεγάλωσε τόσο γρήγορα! Ελάτε, πάμε στο σαλόνι και θα ετοιμάσω γρήγορα ζέστες σοκολάτες και κουλουράκια! Έχουμε τόσα πολλά να πούμε!"μας έπιασε από το χέρι οδηγώντας μας στο σαλόνι.

"Μα φυσικά και έχουμε τόσα να πούμε!"είπε ο πατέρας μου κοιτώντας τον Χένρι.


Αλόχα κόσμε!

Είχα παραμελήσει πολύ αυτήν την ιστορία, μιας και δεν είχα έμπνευση και μετά από καιρό επιτέλους ανεβάζω κεφάλαιο!

Πως σας φάνηκε;

Η πρώτη επαφή του πρίγκιπα μας με την οικογένεια της Αλέξα και άλλα πολλά που θα συμβούν παρακάτω. Καλά ή κακά ποιος ξέρει;

💞Εσείς τι γνώμη έχετε για τον Χένρι;

Αυτά απο εμένα.

Τα ξαναλέμε σε επόμενο κεφάλαιο!

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top