▫️Κεφαλαιο 25▫️
«Οπτική Αλεξάνδρου»
«Να την πάρει ο διάολος με ακούς ! Πες της μόνο μην βρεθεί μπροστά μου ! Θα την λιώσω !» Ωρύονταν ενώ συνομιλήσουσε τηλεφωνικώς με τον αδερφό του , ο οποίος τον ενημέρωσε πως η μαρίνα βρισκόταν στην Ελλάδα μαζί με το παιδί .
«Ηρέμησε αδερφέ ! Δεν είναι η Μαρίνα αυτή ! Κάτι άλλο έχει συμβεί !» Προσπάθησε να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα ο Αχιλλέας .
«Αυτή είναι ! Πάντα αυτή ήταν ! Θα την σκοτώσω Αχιλλέα ! Το καταλαβαίνεις ! Αν την δω μπροστά μου θα την σκοτώσω . Μια πουτανα είναι γαμωτο και εγώ ο ηλίθιος την εμπιστεύτηκα για δεύτερη φορά ! Ποσό μαλακας είμαι ρε Αχιλλέα !» Φώναζε .
«Ρε θα ηρεμήσεις ! Άσε ότι κανείς και γύρισε πίσω στην Ελλάδα να λύσετε κάθε τυχόν παρεξήγηση . Δεν γίνεται ο ένας να εκδικείται τον άλλον και να βάζει στην μέση το παιδί . Ντροπή και στους δυο σας !» Ανταπάντησε
«Εκείνη θα έπρεπε να ντρέπεται ! Μου το έπαιξε μετανιωμένη , αθώα και εγώ την πίστεψα . Την έβαλα στο σπίτι μου , της έδωσα το δικαίωμα να δει το παιδί ΜΟΥ , την ερωτεύτηκα ξανά από την αρχή και με πούλησε . Αδερφέ με πούλησε !» Για πρώτη φορά ο Αλέξανδρος ξέσπασε σε κλάμματα . Ενιωθε προδομένος από την γυναίκα που αγάπησε . Ένιωσε πως για ακόμη μια φορά έπεσε στα δίχτυα της , όμως και εκείνος αγνοούσε πως και αυτή είχε πέσει στα δίχτυα κάποιου άλλου που έβαλε στόχο να τους εξοντώσει και το κατάφερε .
«Μικρέ , άκου σε με καλά ! Άσε ότι κανείς και έλα να φτιάξεις την οικογένεια σου ! Κάτι άλλο κρύβεται πίσω από όλα αυτά . Μην βιάζεσαι να βγάλεις συμπεράσματα !» Και κάπως έτσι τερμάτισαν την κλήση με τον Αλέξανδρο να σκέφτεται πως να διαχειριστεί την κατάσταση που τον είχε καταβάλει . Από την μια η Μαρίνα και από την άλλη η Christina . Ποσό μπορούσε να αντέξει ένας άνθρωπος . Συνεχόμενα και αλλεπάλληλα χτυπήματα .
«Γαμω την ....» κλότσησε μια μια τις καρέκλες τις τραπεζαρίες που κάποτε έτρωγαν όλοι μαζί . « Αααααα»ούρλιαξε και ξέσπασε ξανά σε κλάματα .
«Θα σε σκοτώσω Μαρίνα ...» φώναξε «θα σε διαλύσω !» Έβγαινε εκτός ελέγχου .
Σε μια μικρή βαλίτσα έριξε δυο μπλούζες και ένα παντελόνι και έφυγε αμέσως για το αεροδρόμιο . Έπρεπε να βάλει ένα τέλος σε όλα όσα είχαν γίνει . Να πάρει το παιδί του και να κλείσει αυτή την παρένθεση που ονομάζεται μαρίνα . Έβγαλε αρων-άρων το εισιτήριο του και επιβιβάστηκε στην πτήση Νέα Υόρκη-Αθήνα . Ήταν μόλις 16 ώρες μακριά από το παιδί του και οι διαθέσεις του δεν ήταν και οι καλύτερες .
Στην Ελλάδα , η μικρή Ιζαμπέλα απολάμβανε ξέγνοιαστες στιγμές με τον μεγάλο της ξαδερφο . Είχαν αγαπηθεί τόσο πολύ , σαν να γνωρίστηκαν την στιγμή που γεννήθηκαν και όχι δυο μέρες πριν . Φταει ίσως το γεγονός ότι το αίμα νερό δεν γίνεται !
«Θεια , πείνασα !» Φώναξε η Ιζαμπέλα στην μαμά του Γιαννάκη .
«Γλυκιά μου, κάνε λίγη υπομονή . Σε δέκα λεπτάκια η γιαγιά θα το έχει έτοιμο το φαγητό .» Της απάντησε εκείνη και έσκυψε να την φιλήσει στα κατάξανθα μαλλιά της .
«Γιάννη , θέλεις όταν μεγαλώσουμε να παντρευτούμε ;» Η Ιζαμπέλα φαίνεται να ξέχασε την πείνα της . Το ενδιαφέρον της στράφηκε στο μικρό αγοράκι που είχε απέναντι της .
«Δεν γίνεται χαζούλα είμαστε ξαδελφάκια !» Της απάντησε εκείνος ως πιο μεγάλος και πιο συνειδητοποιημένος από το αθώο μυαλουδάκι της μικρής .
«Μα εγώ σε αγαπώ πολύ ! Όπως και ο μπαμπάς μου την μαμά μου ! Θέλω να είμαστε σαν αυτούς αλλά να είμαστε συνέχεια μαζί !» Είπε με παράπονο και η Μαρίνα που βρισκόταν λίγο πιο πίσω της έτυχε να ακούσει την γλυκιά φωνούλα της . Αισθάνθηκε ένοχα .Και η ίδια νοσταλγούσε αυτές τις στιγμές που ήταν μαζί με τον άντρα της . Λίγες εβδομάδες πριν ! Πριν εμφανιστεί ξανά στην ζωή της εκείνος ο γελοίος που θέλει να λέγεται άντρας !
«Θεια Μαρίνα , η κόρη σου τρελάθηκε !» Γέλασε ο Γιάννης .
«Γιάννη μου είναι μικρή ακόμα η Ιζαμπέλα ! Δεν καταλάβαινει ακόμη την έννοια της συγγένειας ! Μην την συμμερίζεσαι !» Απάντησε η Μαρίνα και κάθισε δίπλα στα δυο όμορφα πλασματάκια που τα αγαπούσε εξίσου .
«Και δηλαδή μαμά εγώ ποιον θα παντρεύω ;» Αναρωτηθηκε η μικρή .
«Νομίζω πως είναι λίγο νωρίς μωρό μου , να σκέφτεσαι τον γαμο σου !» Γέλασαν και οι υπόλοιποι που βρισκόταν στο σαλόνι . «Όταν μεγαλώσεις και βρεις έναν άντρα που θα τον αγαπάς και θα σε αγαπάει τότε θα καταλάβεις μόνη σου πως αυτόν επέλεξε η καρδιά σου και θα θελήσεις ασυναίσθητα να τον παντρευτείς .» Της είπε η Μαρίνα βασιζόμενη στην δίκης της , προσωπική εμπειρία .
«Δηλαδή έτσι κατάλαβες και εσυ ότι θέλεις να παντρευτείς τον μπαμπά μου ;» Ρώτησε και ο Αχιλλέας την κοίταξε από την άλλη άκρη του δωματίου με περιέργεια .
«Κάπως έτσι !» Αναστέναξε .
« Ιζαμπέλα , έχεις κανένα φλερτ ;» Την ρώτησε γελώντας ο Αχιλλέας σε μια προσπάθεια να αλλάξει το θέμα της συζήτησης που προκαλούσε δυσφορία στην κουνιάδα του .
«Τι είναι φλερτ μαμά ;» Ρώτησε η μικρή αθώα .
«Όταν μεγαλώσεις θα μάθεις !» Της απάντησε .
«Και εγώ τι θα απαντησω στο θείο τώρα . Όταν μεγαλώσω εγώ θα μαθει και αυτός !» Έβγαλε γλώσσα η μικρή αφήνοντας τους για άλλη μια φορά άφωνους .
«Κοιτά η μουσούδα !» Αναφώνησε ο Αχιλλέας «Αχ τι έχεις να τραβήξεις μαρινακι μου ...» γέλασε ξανά .
«Θα σου την κόψω την γλώσσα μικρή μου !» Αναφώνησε και την έκλεισε στην αγκαλιά της . Ήταν ευτυχισμένη αλλά κάτι εξακολουθούσε να της λείπει . Μάλλον αυτό απαντούσε στο όνομα Αλέξανδρος .
Την ίδια στιγμή η πτήση του Αλεξάνδρου προσγειώνονταν στο αεροδρόμιο . Ήταν ένα βήμα πριν ρίξει την βόμβα του . Αποβιβάστηκε και πήρε το πρώτο ταξί που βρήκε μπροστά του με κατεύθυνση το σπίτι της πεθεράς του . Σε όλη την διαδρομή ήταν ανήσυχος , εκνευρισμένος . Προσπαθούσε να βρει τον καλύτερο δυνατό τρόπο για να αντιμετωπίσει την κατάσταση .
«Τι σου χρωστάω αδερφέ ;» Ρώτησε τον οδηγό του ταξί .
«15 ευρώ φίλε !» Απάντησε . « Εύχομαι να εξελιχθούν καλά τα πράγματα !» Του απάντησε και τον αφησε άφωνο .
«Μας πως ...;» Ρώτησε ο Αλέξανδρος .
«Και εμείς αγαπήσαμε αδερφέ , ξέρουμε πως είναι . Εσυ ακτινοβολεις από χιλιόμετρα !» Του είπε και ο Αλέξανδρος του χαμογέλασε ειρωνικά δίνοντας του χρήματα .
«Μακάρι να ήταν αγάπη ! Μακάρι ..» είπε και βγήκε από το όχημα . Η καρδιά του χτυπούσε ανεξέλεγκτα και τα συναίσθηματα του είχαν γίνει κουβάρι .
Στάθηκε έξω από την πόρτα και χτύπησε δυο φορές την μπουνιά του πάνω στο ξύλο .
«Ανοίγω εγώ !» Φώναξε η Μαρίνα και προχώρησε στο μακρύ διάδρομο ώσπου έφτασε αντίκρυ του με μοναδικό διαχωριστικό το ξύλινο εμπόδιο . Άνοιξε ! Η αναπνοή της κόπηκε ! Σαστισε και τα πόδια της άρχισαν να τρέμουν χωρίς σταματημό .
«Αλέξανδρε ...» Ψελισσε ξεψυχισμενα .
«Έλα έξω και μην αρχίσεις να φωνάζεις !» Την πρόσταξε και την τράβηξε έξω κολλώντας το σώμα της πάνω στον πέτρινο τοίχο με δύναμη .
«Αλέξανδρε ηρέμησε ...» είπε εκείνη .
«Σκάσε ! Μην μιλάς γιατί κρατιέμαι με νύχια και με δόντια για να μην σε χτυπήσω ! Μην μιλήσεις , με άκουσες ;» Είπε μέσα από τα δόντια του .
«Αλέξανδρε σε παρακαλώ ...» είπε ξανά η Μαρίνα .
«Βούλωσε το γαμωτο ! Τώρα μιλάω μόνο εγώ !» Έσφιξε το χέρι του γύρω από το μπράτσο της . «Τι στο διάλο κανείς , μου λες ; Παίρνεις το παιδί και εξαφανίζεσαι . Με κοροιδευες τόσο καιρό ;» Την ρωτούσε με μενος .
«Έπαιρνα εκδίκηση !» Απάντησε απλά ενώ μέσα της κατέρρεαν τα πάντα . « Θα πληρώσεις με το ίδιο νόμισμα Αλέξανδρε ! . Σε αγαπώ αλλά δεν ...» και το χέρι του προσγειώθηκε με δύναμη στο μάγουλο της .
«Μπαμπά ...;» Ρώτησε η Ιζαμπέλα με δακρυσμένα μάτια που μόλις έγινε αυτόπτης μάρτυρας στην χειροδικία του πατέρα της εναντίον της μητέρας της .
«Ιζαμπέλα πήγαινε μέσα !» Φώναξε η Μαρίνα . Η μικρή γουρλωσε τα πρησμένα ματάκια της και έτρεξε φωνάζοντας τον θείο της .
«Πως τολμήσες ;» Φώναξε η Μαρίνα και τον εσμπρωξε μακριά. Πονούσε τόσο πολύ ! Όχι σωματικά αλλά ψυχικά . Έπρεπε να υποδυθεί έναν καλοστημένο ρόλο . Αυτός ο Άγγελος !
«Σε προειδοποίησα Μαρίνα ! Κανείς δεν παίζει μαζί μου !» Της σήκωσε το δείκτη του μπροστά στο πρόσωπο της .
«Τι γίνεται εδώ ; Είσαι με τα καλά σου αδερφέ ;» Βγήκε έξω εκνευρισμένος ο Αχιλλέας Και από πίσω του ακολουθούσε η μητέρα της μαρίνας .
«Αγόρι μου , γιατί μαλώνετε ;» Αναρωτηθηκε η Κ. Γωγω .
«Μαμά πήγαινε μέσα στο παιδί . ΤΩΡΑ !» Ούρλιαξε η Μαρίνα και εκείνη υπάκουσε .
«Χτυπησες την γυναίκα σου ρε ; Και ποσό μάλλον μπροστά στο παιδί σου ;» Είπε ο Αχιλλέας .
«Δεν είχα δει την μικρή .» Απάντησε εκείνος .
«Αυτό δεν δικαιολογεί το γεγονός ότι την Χτυπησες . Ότι και να έγινε !» Συνέχισε ο Αχιλλέας . Η Μαρίνα κοιτούσε αμέτοχη και εμφανώς πληγωμένη .
«Σου είπα Αχιλλέα ! Θα την σκοτώσω ! Όποτε πίστεψε με , ένα χαστούκι δεν της ήταν τίποτα !» Είπε και την κοίταξε απαξιωτικά ....
Καλά Χριστούγεννα ! Να περάσετε όμορφα τώρα στις γιορτές αγαπητοί μου !! Συγγνώμη για την καθυστέρηση , ελπίζω να σας ευχαριστήσει αυτό το κεφάλαιο ...
Αφήστε μου τα σχόλια σας ❤️❤️❤️
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top