▪️Κεφαλαιο 44▪️

«Καλημέρα στις γυναίκες μου !»αναφώνησε ο Αλέξανδρος που μόλις είχε κάνει την είσοδο του στο δωμάτιο 205 όπου νοσηλεύονταν η Μαρίνα . Η Ιζαμπέλα αρνούμενη να αποχωριστεί την μητέρα της κοιμήθηκε μαζί της στο διπλανό άδειο κρεβάτι . Ανέλαβε την φροντίδα του μωρού , μαζί του άλλαξαν την Πανα όταν αυτο ήταν απαραίτητο , κράτησε πίσω τα μαλλιά της Μαρίνας για να μην εμποδίζουν στον θηλασμό και έδωσε και ένα φιλί για καληνύχτα στο μικρό της αδερφάκι πριν το παραλάβουν οι νοσοκόμες ώστε να το επιστρέψουν πίσω στην αίθουσα των νεογνών .

«Καλημέρα μπαμπάκα !»ακούστηκε η αγουροξυπνημένη φωνή της μικρής . Ο Αλέξανδρος άφησε ένα φιλί στο μέτωπο της Μαρίνας και έπειτα κάθισε στα πόδια της στην άκρη του κρεβατιού . Ενω η Ιζαμπέλα βρισκόταν ακόμα τυλιγμένη μέσα στα σκεπάσματα .

«Πως κοιμηθήκατε καρδια μου ;»ρώτησε ο Αλέξανδρος

«Τέλεια !»φώναξε η μικρή .

«Την μαμά ρώτησα Ιζι !»της είπε ο Αλέξανδρος κοιτάζοντας την με ένα δήθεν νευριασμένο βλέμμα . Η Μαρίνα ξέσπασε σε γελια .

«Κατάφερα να κοιμηθώ ελάχιστα !»έκανε παύση «πονούσα ελαφρώς , τα ράμματα με τραβάνε αρκετά , το μυαλό μου ήταν στο μωρό , στο άλλο μωρό εδώ δίπλα που στριφογυρνουσε συνεχώς και φοβόμουν ότι θα βρεθεί στο πάτωμα , στον Αχιλλέα ... γενικά είχα πολλά στο κεφάλι μου !»εξομολογήθηκε σουφρωνοντας τα χείλη της .

«Που είναι ο θείος Αχιλλέας ;»απόρησε η μικρή . Προφανώς από το σοκ που είχε υποστεί η μνήμη της διέγραψε τον ξυλοδαρμό του Αχιλλέα που έλαβε μέρος μπροστά στα μάτια της . Εκτός και αν όλα είχαν γίνει μετά ! Κανείς δεν θα ρωτούσα το μικρό παιδί μια τέτοια λεπτομέρεια αλλά πως θα του εξηγούσαν κιόλας τι πραγματικά συνέβη .

«Είχε μια δου..» είπε ο Αλέξανδρος και η Μαρίνα τον διέκοψε .

«Είχε ένα ατύχημα καρδούλα μου ο θείος ! Είναι στο νοσοκομείο . Σε αυτό που είμαστε και εμείς !»της απάντησε όσο πιο ειλικρινά μπορούσε . Η μικρή έδειχνε σοκαρισμένη και ελαφρώς βουρκωμένη . Ποτέ δεν ήθελε όμως να εκδηλώνει την αδυναμία τους στους άλλους . Γι αυτό και προσπαθούσε με νύχια και με δόντια να συγκρατήσει τα καυτά δάκρυα της . Ο Αλέξανδρος από την άλλη στραβοκοίταξε την Μαρίνα όμως εκείνη δεν έδειξε να το μετανιώνει .

«Την αλήθεια λέμε στα παιδιά !»του είπε και εκείνος δυσανασχέτησε .

«Θα γίνει καλά ;»ρώτησε με τρεμάμενη φωνή έτοιμη να σπάσει .

«Θα γίνει !»της είπε ο Αλέξανδρος . Κανείς δεν το ήξερε αυτό , όλοι προσευχόταν . Ίσως εκείνος να ήθελε να την καθησυχάσει αλλά ίσως πάλι να ήθελε περισσότερο να καθησυχάσει τον εαυτό του και να κατευνάσει τον πόνο του για την κατάσταση του αδερφου του .

«Ελπίζουμε πως θα γίνει !»πρόσθεσε η Μαρίνα και η μικρή τύλιξε την κουβέρτα γύρω από το πρόσωπο της αφήνοντας τα δάκρυα της ελεύθερα μιας και κανείς δεν μπορούσε να την δει . Έτσι πίστευε τουλάχιστον . Οι γονείς δεν χρειάζεται να δουν αν το παιδί δεν είναι καλά , το νιώθουν , το μυρίζονται , το διαισθάνονται .

«Μωρό μου , θα έρθει η γιαγιά σε λίγο με την Θεια Λινά για να δουν το μωράκι μας και μετά θα σε πάρουν και εσένα μαζί για να πάτε σπίτι !»της ανακοίνωσε η μητέρα της .

«Όχι !»φώναξε . «Εγώ δεν φεύγω από εδώ ! Θέλω να δω τον θείο και μετά να μείνουμε μαζί μαμα . Δεν μπορείς να τα καταφέρεις μόνη σου με το μωρό !»η παιδική της αφέλεια τους προκάλεσε γέλιο .

«Βάζω στοίχημα πως η μαμά θα τα βγάλει πέρα με τον γκρινιάρη τον αδερφο σου!» Την πείραξε ο Αλέξανδρος και εκείνη χαμογέλασε με τον χαρακτηρισμό που προσέδωσε ο Αλέξανδρος στο μωρό . Αυτή η μικρή τρισυλλαβη λεξούλα ήταν απόλυτα ικανή για να κατευνάσει την ζήλεια της .

«Καλά αλλά θα πάμε να δούμε τον θείο πρώτα !»επέμεινε και ο Αλέξανδρος δεν μπορούσε να της αρνηθεί . Κάπως έτσι περνούσαν οι ώρες στο νοσοκομείο , σε ένα μικρό δωμάτιο που είχε γεμίσει δώρα , μπλε μπαλόνια και γλυκά για τον ερχομό του παιδιού . Η μικρή με την συνοδεία του πατέρα της επισκέφθηκε το δωμάτιο του Αχιλλέα . Στην όψη του κοκαλωσε όμως ο Αλέξανδρος έσπευσε να την καθησυχάσει . Ο θείος της ήταν η αδυναμία της . Αν και δεν τον έζησα πολύ όλα τα χρόνια της ζωής της είχε καταφέρει να την κερδίσει και να τον αγαπήσει σαν δεύτερο πάτερα της ή καλύτερα πολύ μεγαλύτερο αδερφο της . Στο δωμάτιο της Μαρίνα είχε μαζευτεί αρκετός κόσμος . Η Γιαγιά Γωγω , η Λινά , ο μικρός Γιαννάκης καθώς και ο Αργύρης ο πατερας του παιδιού . Η χαρά τους ήταν απέραντη . Ένα νέο εγγόνι , ένα νέο μέλος στην οικογένεια , η μεγαλύτερη ευτυχια της ζωής . Γελούσαν , χαιρόταν και αυτό αποτυπωνόταν στην ψυχή τους . Στην παρέα τους προστέθηκε και η Ιζαμπέλα με τον Αλέξανδρο ενώ μετά από λίγο μια γλυκιά και μικρόσωμη νοσοκόμα έφερε το νεογέννητο στην μητέρα του .

«Έχετε μαζευτεί πολλοί εδώ μέσα ! Δεν θέλω να μου κουράζεται την μανούλα !»του είπε γλυκά η νοσοκόμα .

«Κάθε άλλο !»απάντησε η Μαρίνα που δεν μπορούσε να πάρει τα μάτια της από τον γιο της . Ο Αλέξανδρος κάθισε δίπλα της αγκαλιάζοντας την από την μέση ενώ συγχρόνως πείραζε το μικρό πατουσακι του παιδιού .

«Νομίζω πως μοιάζει στην αδερφή μου !»είπε η Λινά .

«Ε τι θα έλεγες εσυ !»της είπε ο Αλέξανδρος με έναν τόνο ζήλειας στην φωνή του .

«Την αλήθεια λέω !»φώναξε δήθεν θιγμένη . «Τα μάτια του , η μύτη του και ίσως και το μέτωπο είναι της Μαρίνας !»ήταν κατηγορηματική.

«Μηπως και το τσουτσουνακι του είναι της Μαρίνας ;»την κορόιδεψε και όλοι γέλασαν .

«Σταματήστε πια ! Τρώγεστε σαν μικρά παιδιά ! Όπου θέλει ας μοιάσει αρκεί να είναι γερό και καλοτυχο !»αναφώνησε η γιαγιά Γωγω.

«Γιαγιά μην λες χαζομάρες ! Σε εμένα να μοιάσει που είμαι μια κούκλα !»είπε η Ιζαμπέλα και πήρε ένα ύφος «μοντέλου» πετώντας στον αέρα τα κατάξανθα μαλλιά της . Για ακόμη μια φορά το γέλιο τους ήχησε στον χώρο . Είχαν περάσει αρκετές ώρες και η Μαρίνα άρχισε να εξαντλείται . Γεγονός που δεν πέρασε απαρατήρητο από τον Αλέξανδρο .

«Μηπως να αραιώνουμε σιγά σιγά να ξεκουραστεί και η Μαρίνα ;»πρότεινε .

«Δίκιο έχεις παιδί μου !»συμφώνησε η πεθερά του «Λινά ετοίμασε τα παιδιά να φύγουμε !» Συνέχισε .

«Μωρό μου , μπορείς να τους πας μέχρι το σπίτι για να μην περπατήσουν τόση μεγάλη διαδρομή !»ζήτησε η Μαρίνα από τον άντρα της .

«Εννοείται πως θα τους πάω !»έσπευσε να απαντήσει .

«Δεν χρειάζεται Αλέξανδρε ! Δεν θα πάθουμε τίποτα , καλό θα μας κάνει άλλωστε λίγος καθαρός αέρας !»του είπε η Λινά .

«Να τον πάρετε άλλη μέρα τον καθαρό σας αέρα ! Εγώ δεν αφήνω την πριγκίπισσα μου να κουραστεί !»της απάντησε γελώντας κάνοντας αναφορά στην Ιζαμπέλα . Με τα πολλά και γνωρίζοντας πως δεν πρόκειται να αλλάξει γνώμη , αναχώρησαν όλοι τους από το νοσοκομείο . Μόνο ο Αλέξανδρος θα επέστρεφε ξανά για να κρατήσει συντροφιά στην γυναίκα του . Η Μαρίνα από την άλλη ενιωθε μια μεγάλη επιθυμία να δείξει το μωρό στον Αχιλλέα . Ακόμα και αν δεν μπορούσε να το δει ήξερε πως θα μπορούσε να το νιώσει . Αφού ζήτησε πρώτα την άδεια της νοσοκόμας και με την βοήθεια της περπάτησε σιγά σιγά μέχρι τον ανελκυστήρα και έπειτα μέχρι το δωμάτιο της εντατικής που φιλοξενούσε τον «αδερφό» της , τον «ήρωα» της .
Άνοιξε δειλά την συρόμενη διαφανή τζαμαρία και προχώρησε προς το μέρος του . Ο γιος της άρχισε να κλαίει , μάλλον να νιαουρίζει .

«Σσσς μικρούλη μου !»Ψιθύρισε και τον κούνησε στην αγκαλιά της για να τον ηρεμήσει . Το τελευταίο που ήθελε ήταν να ταράξει τον Αχιλλέα . Κάθισε προσεκτικά στην καρέκλα που βρισκόταν στο πλάι και του έπιασε στοργικά το χέρι . Τα δάκρυα της ξεχύθηκαν μονομιάς .

«Ξυπνά λεβέντη μου !»είπε μέσα από τους λυγμούς που δεν άργησαν να κάνουν την εμφάνιση τους . «Σε περιμένουν τα ανήψια σου , ο αδερφός σου , εγώ , η κοπέλα σου που ποτέ δεν κατάφερα να γνωρίσω ! Δεν είναι η ώρα σου να μας αφήσεις ! Δεν το δέχομαι να μας αφήσεις . Σύνελθε ! Έχεις πολλά να κανείς εδώ !»του έλεγε ταρακουνώντας τον ελαφρώς . Η ενδείξεις της καρδιάς του στο μόνιτορ έδειχνα να ανεβαίνουν . Η καρδια του χτυπούσε αρρυθμα αλλά χτυπούσε . Σαν να καταλάβαινε πως του μιλούσε , σαν να ενιωθε την παρουσία της δίπλα του .

«Αυτος είναι ο ανηψιος σου !»είπε σκουπίζοντας τα δάκρυα της και δείχνοντας του το μωρό που κρατούσε στην αγκαλιά της σαν να την έβλεπε . «Ο Αδερφός σου έχει γίνει ένας τρελός χαζομπαμπάς , ήταν που ήταν , τώρα έχει απογίνει η κατάσταση !»γέλασε . «Η Ιζαμπέλα επίσης είναι καλά , όλα τελείωσαν . Η Christina βρέθηκε νεκρή από το όπλο του Αγγέλου ! Ενώ εκείνος συνελήφθη . Σίγουρα θα καταδικαστεί»τον ενημέρωσε και γι αυτό . «Όλα πήγαν καλά αλλά όλοι μας νιώθουμε ένα κενό μέσα μας ! Μας λείπεις εσυ ! Οι ζωες μας δεν είναι ίδιες χωρίς εσένα . Η δίκη μου ζωή είναι μισή . Είσαι το στήριγμα μου Αχιλλέα , ήσουν και θα είσαι ο αδερφός που ποτέ δεν είχα , σε αγαπώ τόσο πολύ !»ξέσπασε ξανά και του έσφιξε σφιχτά το χέρι του με την παλάμη της . Ξαφνικά ένιωσε το άγγιγμα του . Προσπαθούσε να την σφίξει όπως έκανε και αυτή . Προσπαθούσε να της πει ότι την άκουγε . Στο πρόσωπο του σχηματίστηκε ένα χαμόγελο . Ένα χαμόγελο ικανοποησης θα έλεγε κανείς ! Ένα χαμόγελο διαφορετικό από όλα τα αλλά . Και εκεί που νομίζεις πως το παζλ ολοκληρώθηκε ξαφνικά χάνεις ένα κομμάτι του . Οι ενδείξεις στο μόνιτορ άρχισαν να τρελαινόταν , η καρδια του δεν μετρούσε χτύπους , οι παλμοί του εξατμίστηκαν σαν αέρας , και ο μοναδικός ήχος που Ακουγόταν σε όλο το δωμάτιο ήταν αυτος ο εκκωφαντικός ήχος που μοιάζει με σειρήνα . Και τώρα το χαμόγελο του , αυτό το χαμόγελο που ζωγραφίστηκε πριν στα χείλη του είχε πλέον σβήσει , μαζί και αυτος .

Μια ντουζίνα από γιατρούς μαζεύτηκε στο δωμάτιο προσπαθώντας να τον επαναφέρουν , να του δώσουν μια δεύτερη ευκαιρία για ζωή αλλά οι ελπίδες ήταν μάταιες , άκαρπες . Η μαρίνα έσφιξε το παιδί της στην αγκαλιά του και ξέσπασε σε τρανταχτους λυγμούς . Ενιωθε την ανάσα της νε λιγοστεύει . Το οξυγονο της δεν επαρκούσε . Ο κόμπος στο λαιμό και στο στομάχι της μεγάλωνε ολοένα και περισσότερο . Η νοσοκόμα άρπαξε με μια δρασκελιά το παιδί από τα χέρια της . Είχε χάσει ολοκληρωτικά τον έλεγχο . Το μόνο που άκουσε , η που κατάφερε να ακούσει ήταν το «λυπάμαι» του γιατρού όταν της επιβεβαίωσε τον θάνατο του ανθρώπου που αγαπούσε τόσο πολύ και είχε μια ξεχωριστεί θέση στην καρδια της .

Βγήκε από το δωμάτιο της εντατικής . Η όραση της ήταν θολωμένη . Είχε ξεχάσει τα πάντα . Δεν είχε καν αντιληφθεί ποσό κακό θα μπορούσε να είχε κάνει στο μωρό της αν δεν το έπαιρνε η νοσοκόμα από τα χέρια της . Ο Αλέξανδρος μόλις είχε επιστρέψει . Μπήκε στο δωμάτιο της και δεν την είδε εκεί . Ψιλιάστηκε αμέσως που μπορεί να είχε πάει . Ανεβηκε στο επάνω όροφο και τα πόδια του έχασαν τους βηματισμούς τους μόλις είδαν την Μαρίνα σε αυτην την κατάσταση . Κατάλαβε! Το μοναδικό γεγονός που μπορούσε να εξηγήσει την λύπη της μετά την υπερβολική δόση χαράς που την είχε πλημμυρίσει ήταν ένα κακό μαντάτο ! Όπως ο θάνατος του Αχιλλέα .

«Μωρό μου ;»Ψελισσε έτοιμος να ξεσπάσει και αυτος . Έφτασε με δυσκολία δίπλα της και έπεσε στην αγκαλιά του . Τώρα εκείνη έπρεπε να φανεί δυνατή και να σταθεί στον άντρα της που μόλις είχε χάσει ένα από τα πολυτιμότερα άτομα της ζωής του .

«Μαζί θα το περάσουμε !»του έλεγε σκουπίζοντας μάταια τα δάκρυα της . Ο Αλέξανδρος είχε παγώσει . Το αίμα του δεν κυκλοφορούσε πλέον στις φλέβες του . «Εμείς θα είμαστε δίπλα σου ! Εγώ και τα πόδια σου !»του είπε ξανά φιλώντας την άκρη των χειλιών του .

«Ο αδερφός μου Μαρίνα !»είπε προκειμένου να το εμπεδώσει . «Ο αδερφός μου έφυγε !»επανέλαβε και στο επομενο δευτερόλεπτο η κραυγή του έκανε ολόκληρο το κτήριο να ταρακουνηθεί . Η Μαρίνα τον κράτησε σφιχτά πάνω της και εκείνος δεν αρνήθηκε την αγκαλιά της . Αντιθέτως γαντζωθηκε ακόμη περισσότερο πάνω της . «Έφυγε , έφυγε , έφυγε !»Ψελιζε και η υπενθύμιση αυτή προκάλεσε ξανά τα δάκρυα της Μαρίνας . Ο γιατρός που ήταν και γνωστός τους τους πλησίασε συμπονετικά . Ζήτησε μάλιστα από έναν νοσοκόμο να τον μεταφέρει σε ένα δωμάτιο και να του κάνει μια ηρεμιστική ένεση . Στην Μαρίνα από την άλλη συνέστησε άμεση ξεκούραση καθώς η ηρεμιστική δεν ήταν κατάλληλη μιας και θήλαζε το βρέφος . Οι ζωες τος τώρα θα ήταν διαφορετικές , έπρεπε να μάθουν να ζουν διαφορετικά , να ζούνε με το βάρος της απώλειας . Ο καιρός γιατρεύει τις πληγές αλλά δεν τις θεραπεύει , δεν τις εξαφανίζει έτσι απλά .

Ο καιρός περνούσε , η είδηση του θανάτου του Αχιλλέα τους κατέβαλε όλους . Η Γιαγιά Γωγω τον είχε σαν γιο της , του μαγείρευε, τον φρόντισε , του άνοιγε το σπίτι της ! Η Λινά τον έβλεπε ως έναν πολύ καλό της φίλο και συνάμα ως ένα σημαντικό άτομο στην ζωή της αδερφής της . Το σοκ όμως ήταν μεγαλύτερο για την Ιζαμπέλα ! Ήταν ακόμη ένα παιδί που δεν μπορούσε να διανοηθεί την έννοια του θανάτου και καποιος το ανάγκασε να το βιώσει και να νιώσει τον πόνο της απώλειας στην τρυφερή ακόμη αυτή η ηλικία . Η Μαρίνα μέρα με την μέρα πάλευε με τα θηρία μέσα της καθώς και ο Αλέξανδρος . Τα παιδιά τους ήταν αυτά που τους έδιναν νόημα και τους κρατούσαν γελαστούς και ζωντανούς . Ο μοναδικός που δεν κατάλαβε τίποτα και ίσως ήταν πιο τυχερός ήταν ο μικρός ! Η οικογένεια αποφάσισε να του χαρίσει το όνομα του θείου του και έτσι έγινε .
Ο μικρός Αχιλλέας πάντα θα τους θύμιζε αυτόν τον μοναδικό και καλόκαρδο άνθρωπο αλλά ποτέ δεν θα τον αντικαθιστούσε !

Τρία χρόνια μετά

«Μπαμπά όταν μεγαλώσω θα γίνω και εγώ γιατρός σαν εσένα !»αναφώνησε η Ιζαμπέλα στο πρωινό δείπνο λίγο πριν την έναρξη του σχολικού έτους . Δευτέρα δημοτικού πλέον ! Μάθαινε λίγη αριθμητική , μερικές λεξούλες και κυρίως ορθογραφία .

«Πως σου ήρθε αυτή η σκέψη!»την ρώτησε ο Αλέξανδρος πίνοντας μια γουλιά από τον καφέ του .

«Θέλω να σώζω ζωες μπαμπά! Δεν θέλω κανένας να πεθαίνει . Θέλω να φτιάξω ένα φάρμακο που οποίος θα το πίνει θα μένει για πάντα ζωντανός !»είπε χαρούμενη σαν να είχε ήδη φτάσει στην πηγή αυτού του επιτεύγματος . Ο Αλέξανδρος με την μαρίνα την θαύμαζαν για την ωριμότητα της παρά το νεαρό της ηλικίας της .

«Μπαμπά εγώ θέλω να γίνω κακός !»είπε ο μικρός Αχιλλέας .

«Γιατί να γινεις κακός παιδί μου ;»ρώτησε η μαρίνα γελώντας .

«Για να μπορώ να καταστρέψω το φάρμακο που θα φτιάξει η Ιζαμπέλα !»απάντησε δαγκώνοντας μια μπουκιά από το τοστ του . Οι γονείς του ξέσπασαν στα γελια . Η ζήλεια ανάμεσα τους ήταν προφανής αλλά η αγάπη ήταν απέραντη .

«Μαμαααα !»Τσιριξε η Ιζαμπέλα .

«Μην αρχίζετε πρωί πρωί ! Όταν φτάσετε σε αυτην την ηλικία θα σκεφτούμε πιο ώριμα τι θα κάνετε !»προσπάθησε να επιβληθεί .  «Ιζαμπέλα ετοιμάσου , θα έρθει να σας πάρει το σχολικό !» Η Μαρίνα άρχισε να εργάζεται στο καινούργιο γραφείο που άνοιξε ο Αλέξανδρος ως γραμματέας του και έτσι αναγκάστηκαν να γράψουν τον Αχιλλέα σε έναν παιδικό σταθμό . Για καλή τους τυχη όμως είναι ακριβώς δίπλα από το δημοτικό όπου φοιτει η Ιζαμπέλα όποτε το σχολικό παραλαμβάνει και τους δυο . Η κόρνα δεν άργησε να ακουστεί . Η Μαρίνα κι τα παιδιά έτρεξαν προς την έξοδο . Χαιρετήθηκαν και η μέρα τους μόλις άρχιζε .

«Πως μεγάλωσαν έτσι !»απευθύνθηκε στο Αλέξανδρο καθώς έκλεισε την πόρτα πίσω της .

«Ούτε θυμάμαι ποτέ τα κάναμε !»την πείραξε . Τρία χρόνια μετά και είχαν καταφέρει να μαζέψουν ελαφρώς τα κομμάτια του . Οι πληγές ακόμη αιμορραγούσαν αλλά η αγάπη που είχε ο ένας για τον άλλο καθώς και τα δυο μικρά ζιζάνια τους θεράπευαν μέρα με την μέρα .

«Σημείωσε αυτη την μέρα λοιπόν για να θυμασαι το επόμενο.»του απάντησε αινιγματικά κόβοντας του την ανάσα .

«Τι εννοείς ;»την ρώτησε .

«Τι κατάλαβες ;»απάντησε επίσης με ερώτηση .

«Περίμενε περίμενε !»είπε και την πλησίασε με λάγνο βλέμμα . «Μου λες ότι είσαι εγκυος;»την ρώτησε ξανά .

«Μάλλον αυτό σου λέω !»του επιβεβαίωσε την υποψία του και εκείνος την σήκωσε στην αγκαλιά του χαρούμενος .

«Πάλι το έκανα το θαύμα μου !»φώναζε και η Μαρίνα γελούσε .

Και κάπου έδω οι ζωες τους βρήκαν τον δρόμο τους , πλέον τους πλημμύριζε μόνο χαρά . Μετά από όλα αυτά κανείς τους δεν έκλαψε ξανά . Βέβαια δεν ξεχνούσαν και δεν πρόκειται να το έκαναν ποτέ . Πέρασαν πολλά αλλά άντεξαν ! Οι εχθροί τους τιμωρήθηκαν . Η Christina που ήταν κυρίως μαριονέτα του πανουργου Αγγέλου πέθανε από τα όχι του τα χέρια ενώ ο ίδιος φυλακίστηκε σε ισόβια κάθειρξη και έπειτα από έναν χρόνο φυλάκισης βρέθηκε κρεμασμένος στο κελί του . Ο ερχομός του τρίτου παιδιού ήταν ξαφνικός και απρογραμμάτιστος , αγόρι και αυτό . Ο Αλέξανδρος είχε υποσχεθεί στην Μαρίνα πως θέλει να φτιάξει ποδοσφαιρική ομάδα και τίποτα δεν τον σταματούσε . Η ζωή του , η ζωή που αυτος επέλεξε να κάνει πριν πολλά χρόνια καθόρισε και τις ζωες των άλλων . Και πράγματι μια στιγμή αρκεί για να τα αλλάξει όλα . Έαν η ζωή του ήταν εξαρχής η μαρίνα και το παιδί τους τα περισσότερα από αυτά ίσως και να μην είχαν συμβεί .

Όμως οι πράξεις μας είναι καθοριστικές και απλά μαθαίνουμε να πορευόμαστε με τις συνεπείς τους . Έτσι έγινε και στην περίπτωση του Αλεξάνδρου και της Μαρίνας . Πόνεσαν , έκλαψαν αλλά στο τέλος κατάφεραν να ευτυχήσουν όσο το δυνατόν περισσότερο . Και αυτό είναι το νόημα της ζωής

Τέλος

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top