▪️Κεφαλαιο 38▪️

«Μαμάκα γιατί έκλεισες το τηλεφωνώ ήθελα και εγώ να μιλήσω με τον μπαμπά !» Είπε η μικρή της κορούλα με τον θλίψη να είναι πλέον ολοφάνερα σχηματισμένη στο μικρό και μωρουδίστικο ακόμη προσωπάκι της . Η Μαρίνα εμφανώς ταραγμένη προσπάθησε να πείσει το παιδί ότι τίποτα δεν είχε συμβεί . Ότι δεν άκουσε ποτέ μια γυναίκα που έχει βαλθεί να τους καταστρέψει να αποκαλεί τον άντρα της , τον δικό της άντρα , τον Αλέξανδρο ... μωρό του .

«Είχε λίγη δουλειτσα ο μπαμπά αστεράκι μου , θα μας πάρει σε λίγο είπε !»της είπε σηκώνοντας την προσεκτικά στην αγκαλιά της και ακουμπώντας την με προσοχή στον υπερυψωμένο μαρμάρινο πάγκο της κουζίνας .

«Όλο δουλεύει ο μπαμπάς βρε μαμά !» Είπε με παράπονο . «Στο άλλο μας σπίτι παίζαμε συνέχεια , μηπως δεν με αγαπάει πια ;» Ρώτησε με παιδική αφέλεια . Ποιος γονιός δεν πεθαίνει για το παιδί του και ειδικά ο Αλέξανδρος που ουσιαστικά πέρασε τα πιο δύσκολα χρόνια με την μικρή μέχρι εκείνη να μεγαλώσει ώστε να μπορεί να σταθεί ελαφρώς στα πόδια της ;!

«Τι είναι αυτά που λες μωράκι μου ; Ο μπαμπάς σου σε λατρεύει . Η ζωή μας είσαι κοριτσάκι μου . Η μαμά και ο μπαμπάς θα ήταν ένα τίποτα χωρίς εσένα μικρό μου τερατακι !» Της είπε δαγκώνοντας την μικροσκοπική της μύτη κάνοντας την να χαχανισει , όμως ακόμα κάτι την απασχολούσε και αυτό δεν πέρασε απαρατήρητο από την Μαρίνα .

«Μαμά ...» είπε κάνοντας μια παύση . «Στο άλλο το σπίτι , σε εκείνο που μέναμε παλιά» της είπε προσπαθώντας να την κάνει να καταλάβει ότι αναφέρεται στο διαμέρισμα στην Νέα Υόρκη που βρισκόταν στεγασμένο στην καρδια της πόλης . «Γιατί ήμουν μόνο με τον μπαμπά εκεί μαμά ;» Της είπε . Μια ερώτηση που πάντα φοβόταν η Μαρίνα αλλά πάντα ήλπιζε να μην την κάνει ποτέ , ήλπιζε να έχει ξεχάσει ή πολύ περισσότερο να μην θυμόταν ποτέ ότι η Μαρίνα ήταν απούσα από τα σημαντικότερα χρόνια της ζωής της ... Αλλά ποιο παιδί τώρα δεν αναζητά την μητρική παρουσία , όσο μικρό και αν είναι !

«Όταν μεγαλώσεις θα μπορέσω να σου εξηγήσω καλύτερα !» Της είπε καθώς δεν ήθελε να την φλομώσει με ψέματα . Είχε μια αρχή στην ζωή της , μια αρχή που κληρονόμησε από την μητέρα της, δεν ήθελε ποτέ να κρύψει την αλήθεια από τα παιδιά της . Πίστευε ακράδαντα , ότι τα παιδιά έπρεπε να γνωρίζουν τα πάντα , ακόμα και τις πιο πίκρες και στενάχωρες αλήθειες , απλά η ηλικία της ιζαμπελας δεν της επέτρεπε στην παρούσα φάση , να της εξηγήσει με την παρά μικρή λεπτομέρεια την κατάσταση που στάθηκε εμπόδιο σε εκείνη και την κόρη της . «Τώρα θέλω να ξέρεις , πως κάποια άτομα στην ζωή μας δεν θέλουν πάντοτε το καλό μας . Δεν είναι όλοι οι άνθρωποι καλοί μικρή μου . Έτσι έγινε και με εμάς καποιος προσπάθησε να μας κάνει μεγάλο κακό όμως η αγάπη μας κράτησε ενωμένους !»ολοκλήρωσε και η Ιζαμπέλα την κοιτούσε πολύ μπερδεμένη .

«Εγώ δηλαδή είμαι καλός άνθρωπος μαμάκα ;»την ρώτησε . Από όλη την συζήτηση που της έκανε η μικρή στάθηκε σε αυτό . Πολύ σοφή ερώτηση !

«Για εμένα είσαι το καλύτερο παιδάκι του κόσμου ! Αυτό δεν σημαίνει πως θα ισχύει για όλους όμως μωράκι μου . Οι πράξεις σου είναι αυτές που θα καθορίσουν τι άνθρωπος είσαι»της απάντησε η Μαρίνα με κάθε ίχνος ειλικρίνειας χωρίς να της χαϊδέψει τα αυτιά . Ήθελε το ανθρωπάκι μπροστά της , να γίνει σωστος και καλός άνθρωπος και θα έδινε τα πάντα γι αυτό !

«Θα μου δείξεις πως να γίνω σωστος άνθρωπος μαμά ;»ρώτησε η μικρή και έπιασε στις μικρές τις χούφτες τα μαλλιά της Μαρίνας , πλησιάζοντας σύγχρονως το προσωπάκι της πολύ κοντά στο δικό της .

«Το κάνω αυτό από την μέρα που γεννήθηκες !»της απάντησε και αμέσως ένιωσε έναν κόμπο στον λαιμό της στην θύμηση όλων αυτών που της στέρησαν αυτή την ευτυχια . Από όταν σε γνώρισα διόρθωσε τον εαυτό της . Την πολύωρη συζήτηση τους διέκοψε ο ήχος του κινητού της . Το όνομα του Αλεξάνδρου εμφανίστηκε στην μεγάλη οθόνη του τηλεφώνου τελευταίας τεχνολογίας .

«Άντε μικρή μου , πήγαινε μέσα στο δωμάτιο σου να παίξεις και θα σε φωνάξω εγώ σε λίγο να μιλήσεις με τον μπαμπά» της ανακοίνωσε και η μικρή πέταξε από την χαρά της . Με την βοήθεια της Μαρίνας κατέβηκε από τον πάγκο και έτρεξε με μικρούς δρασκελισμους . Η μαρίνα απάντησε στην κλήση και πριν προλάβει να μιλήσει ακούστηκε η φωνή ένος ταραγμένου Αλεξάνδρου .

«Μαρίνα!»της είπε με την επιβλητική φωνή του . «Μωρό μου , δεν ξέρω τι άκουσες πριν , μην βγάλεις συμπεράσματα , άφησε με να σου εξηγήσω πρώτα !»έσπευσε να την προλάβει .

«Δεν ξέρω τι έπρεπε να φανταστώ Αλέξανδρε όποτε ναι ! Αυτό περίμενα !»του είπε σκληρά . «Περίμενα εσένα να μου εξηγήσεις .»αλλά ήρεμα .

«Μάτια μου , είχα πάει σπίτι της για να μιλήσουμε και όταν κατάλαβε ότι μιλουσα στο τηλέφωνο μαζί σου πετάχτηκε από την κουζίνα και είπε ότι άκουσες !»της απάντησε ειλικρινά .

«Μου λες αλήθεια Αλέξανδρε ;»τον ρώτησε εκείνη . Μέσα της τον πίστευε . Ήξερε ότι εκείνη η γυναίκα ήταν ικανή για όλα και τον είχε προειδοποιήσει άλλωστε . Όμως ήθελε να βεβαιωθεί , ήθελε να το ακούσει από εκείνον πως ότι άκουσε δεν σήμαινε κάτι .

«Μάτια μου μην σώσω να γυρίσω σώος πίσω στην Ελλάδα !»

«Μην το ξανά πεις αυτό !»τον μάλωσε . Ταράχτηκε στην ιδέα πως κάτι κακό θα μπορούσε να του συμβεί .

«Δεν θέλω να νομίζεις πως έγινε κάτι μαζί της ! Το ξέρεις πως δεν θα έκανα ποτέ κάτι τέτοιο σε εσένα αλλά και σε καμία ! Δεν είναι του χαρακτήρα μου αυτά !»την διαβεβαίωσε αλλά εκείνη ήταν ήδη σίγουρη .

«Το ξέρω αλλά για ακόμη μια φορά αφήνεις κάτι να μπει ανάμεσα μας  ! απέφευγε την σε παρακαλώ ! Στο ξανά είπα , δεν φοβάμαι εσένα αλλά εκείνη .»του απάντησε αφήνοντας έναν αναστεναγμο .

«Σε αγαπώ πολύ ! Εσυ αυτό να θυμασαι!»της ψιθύρισε γλυκά .

«Και εγώ» είπε διστακτικά , όχι πως δεν τον αγαπούσε αλλά είχε κουραστεί με όλα αυτά τα πισωγυρίσματα  ! «Περίμενε λίγο , θέλει να σου μιλήσει η μικρή . Την έπιασε το παράπονο σήμερα , ότι δεν την αγαπάς και και ... τα κλασσικά της ιζαμπελας» του είπε

«Άμα το πιάσω το τέρας !»είπε γελώντας από την άλλη γραμμή . «Ζήλεια λέγεται μάτια μου , θα της περάσει , που θα πάει !»είπε ο Αλέξανδρος και την ίδια στιγμή η Μαρίνα φώναζε την μικρή για να μιλήσει με τον πατέρα της . Τον κράτησε στο τηλέφωνο περισσότερο από ένα τέταρτο λέγοντας και σε αυτόν τα παράπονα του . Ο Αλέξανδρος την άκουγε με μεγάλη προσοχή . Του πέρασε φυσικά από το μυαλό μηπως την είχε παραμελήσει με όλα όσα συνέβαιναν αλλά ήξερε πως ήταν πάντα εκεί γι αυτην . Αφού τερματησαν την κλήση τους , η Μαρίνα την έντυσε με τα καλά της και την πήρε να πάνε μια βόλτα σαν μαμά με κόρη και έπειτα κατέληξαν στην γιαγιά Γωγω για φαγητό . Πέρασε ατέλειωτες ώρες με τον ξαδερφο και στο τέλος παραπονιόταν όταν η Μαρίνα της ανακοίνωσε ότι θα έφευγαν . Οι μερες λοιπόν πέρασαν και η μέρα της επιστροφής του Αλεξάνδρου ήταν πλέον γεγονός . Οι δυο γυναίκες του σπιτιού είχαν ετοιμάσει φαγητά και γλυκά όλα παραγγελία της Ιζαμπέλα για να υποδεχτεί τον μπαμπά της .

«Μαμά γρήγορα ! Θα κάψουμε τα κουλουράκια !» Της φώναξε και έτρεξε μπροστά από την πόρτα του φούρνου κοιτάζοντας αγωνιωδώς τα κουλουράκια βουτύρου που είχαν πλάσει με τόση αγάπη .

«Φύγε από εκεί ! Θα καείς !»της φώναξε η Μαρίνα και την ίδια στιγμή άκουσαν τα κλειδιά να προσπαθούν να ανοίξουν την πόρτα του σπιτιού . Ένας κουρασμένος αλλά πάντα γοητευτικός Αλέξανδρος έκανε την εμφάνιση του .

«Ωχχχ οχιιιι !»είπε η μικρή έτοιμη να βάλει τα κλάμματα .

«Δεν χαίρεσαι που γύρισε ο μπαμπάς , τερατακι ;» Την πείραξε ο Αλέξανδρος ο οποίος κατευθύνθηκε προς το μέρος της Μαρίνας χαρίζοντας της ένα φιλί στο μέτωπο .

«Χαίρομαι αλλά δεν είναι έτοιμα τα φαγητά μας ! Φύγε και έλα σε λίγο ρε μπαμπά ...» είπε η μικρή και οι γονείς της ξέσπασαν σε γελια .

«Ιζαμπέλα , ο μπαμπάς είναι κουρασμένος τώρα ! Ας μην τον ταλαιπωρήσουμε άλλο !»

«Καλαααα»είπε το παιδί υποχωρώντας . Σε λίγο κάθισαν όλοι μαζί στο τραπέζι απολαμβάνοντας τις λιχουδιές που είχε επιμεληθεί το μικρότερο μέλος της οικογένειας . Ο Αλέξανδρος μίλησε για το ταξίδι του , απάντησε σε κάθε ερώτηση της μικρής και έπειτα της ζήτησε να πάει στο δωμάτιο της να παίξει με τα παιχνίδια της για να μιλήσουν οι μεγάλοι . Στην αρχή παραπονέθηκε αλλά υπάκουσε στην γλυκιά εντολή του πατέρα της .

«Σε κούρασε η μικρή ε ;»ρώτησε ο Αλέξανδρος .

«Δεν θα με κούραζε ποτέ το παιδί μου Αλέξανδρε !»του είπε ελαφρώς αυστηρά και σηκώθηκε για να μαζέψει τα πιάτα από το τραπέζι .

«Εί»αναφώνησε πιάνοντας την από το χέρι σταματώντας την . «Δεν εννοούσα ότι σε κουράζει το παιδί μας , είπα ότι η μικρή είναι ασταμάτητη αυτές τις μέρες και εσυ κοντεύεις στον έκτο μήνα τώρα . Χρειάζεσαι ξεκούραση .»δικαιολογήθηκε .

«Συγγνωμη Αλέξανδρε !»είπε και άφησε τα πιάτα ξανά στο τραπέζι . «Και εμένα οι ορμόνες μου έχουν τρελαθεί τον τελευταίο καιρό ! Δεν ήθελα να σου θυμώσω !»του είπε κοιτάζοντας τον στα μάτια . «Έχεις δίκιο!»παραδέχτηκε .

«Καταλαβαίνω ματάκια μου ! Καταλαβαίνω απόλυτα και σε θαυμάζω για την υπομονή σου , την αντοχή σου για όλα πάνω σου !» Της εξομολογήθηκε .

«Άσε τα γλυκόλογα και πες μου τι έγινε , τι συζητήσατε !»του πέταξε προσγειώνοντας τον στην πραγματικότητα .

«Ζητάει ένα τρελό ποσό για να με αφήνει να βλέπω το παιδί !»της απάντησε κάνοντας τον θυμό του ορατό και ανιχνεύσιμο από τα μυστηριώδη μάτια της μαρίνας .

«Να της τα δωσεις !»του είπε και τον άφησε έκπληκτο , με το στόμα ανοιχτο .

«Τι λες ρε Μαρίνα τώρα ;»φώναξε λίγο παραπάνω . «Ούτε ευρώ δεν θα πάρει από εμένα ! Προσπαθεί να παίξει μαζί μου και δεν πρόκειται να της περάσει .»της είπε τώρα πιο ήρεμα . «Είχα μια τελευταία ελπίδα πως οκά ήταν ένα ψέμα αλλά δεν πρόλαβα να φτάσω και μου πέταξε τα απότελεσματα της εξέτασης DNA στα μούτρα ! Μου ήρθε να την πνίξω γαμωτο !» Έβρισε .

«Αλέξανδρε ηρέμησε !»του ζήτησε. «Έτσι έχουν τα πράγματα τώρα και με αυτά θα πορευτούμε ! Ότι ζητάει θα της το δωσεις κατάλαβες ;» Τον είπε ξανά .

«Γιατί το κανείς αυτό τώρα γαμωτο ! Δεν το περίμενα από εσένα . Γιατί να υποχωρήσω άμαχος ;»

«Γιατί πρόκειται για το παιδί σου Αλέξανδρε ! Και μετά για εμάς . Θέλω να μας αφησει ήσυχους . Γι αυτό ! ...»είπε αγανακτισμένη .

«Θα μας αφησει καρδια μου ! Απλά άφησε με να χειριστώ την κατάσταση όπως εγώ ξέρω !» Της είπε και εκείνη υποχώρησε . Δεν είχε την δύναμη αυτή την στιγμή να του αντιταχθεί . Θα τον εμπιστευόταν τυφλά για ακόμη μια φορά και όπου τους έβγαζε ... Αρκεί να έβρισκαν επιτέλους την γαλήνη τους !

«Το καλό που σου θέλω ! Δεν ξέρω αν έχω άλλη υπομονή και αν μπορώ να ανεχτώ αλλά «αγάπη μου και μωρό μου» . Και η υπομονή έχει τα όρια της !»του απάντησε σκληρά .

«Γιατί το κανείς αυτό τώρα ; Αφού σου εξήγησα πως δεν σήμαινε τίποτα .»της απάντησε και σηκώθηκε από το τραπέζι τραβώντας τα δάχτυλα του στο μέτωπο .

«Αλέξανδρε δεν θέλω να καταλήξουμε να κάνουμε ΠΑΛΙ την ίδια συζήτηση όποτε πήγαινε να ξεκουραστείς καλύτερα !»αναφώνησε εκείνη θυμωμένη και πέταξε με δύναμη και νεύρο την πετσέτα που κρατούσε στα χέρια της στο πάτωμα , φεύγοντας με μεγάλα βήματα από το δωμάτιο .

«ΓΑΜΩΤΟ !»γρυλισε ο Αλέξανδρος και κλώτσησε με το πόδι του την καρέκλα .

Η αγάπη σύνορα μπορεί να μην γνωρίζει αλλά ξέρει πολύ καλά τι θα πει «όρια»

Περιμένω τα σχόλια σας και πάλι αγαπητά μου πλάσματα !
Έχω να ομολογήσω κάτι . Το συγκεκριμένο κεφαλαίο τροποποιήθηκε ελαφρώς .
Και για να νιώσετε τύψεις (😂😂😂)σας λέω πως τα σχόλια σας στο προηγούμενο κεφάλαιο με επηρέασαν 😅😅😅😅
Αλλά αυτό δεν σημαίνει πως δεν σας αγαπώ ❤️

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top