Κεφάλαιο 9
Κεφάλαιο 9
Αγγλία-Λονδίνο
Ενώ στο εστιατόριο περάσαμε καλά από την στιγμή που χαλαρώσαμε και κάναμε άτυπη συμφωνία να μην πετάξουμε άλλες μπιχτες ο ένας στον άλλο, τώρα που είμαστε στο αμάξι οι δυο μας και με επιστρέφει σπίτι είναι απόμακρος. Δεν ξέρω ποιος είναι ο λόγος αυτής του της αλλαγής. Δεν μπορώ να τον ψυχολογήσω. Εγώ πέρασα πολύ όμορφα μαζί του και νόμιζα πως και εκείνος πέρασε το ίδιο καλά. Τώρα έχω δεύτερες σκέψεις . Ενώ εγώ στεναχωριέμαι που η συνάντηση μας φτάνει στο τέλος γιατί νιώθω υπερβολικά οικεία κοντά του εκείνος προφανώς και δεν περνούσε καλά και απλά ήταν ευγενικός.
Θα ήθελα πραγματικά να είχα λίγο περισσότερο χρόνο μαζί του απόψε. Να μάθω για την ζωή του... Αλλά αυτό είναι αδύνατον. Η στάση του όλη μου φωνάζει πως θέλει να με ξεφορτωθεί και μάλιστα γρήγορα. Κάποιος φίλος του, του τηλεφώνησε την ώρα που περιμέναμε να μας φέρουν το αμάξι και από τα λίγα που άκουσα πίσω στο ξενοδοχείο τον περιμένει τρελό πάρτι με γκρούπης.
Δεν κρυφάκουγα απλά η ένταση στο ηχείο ήταν πολύ δυνατή, και μέχρι να το καταλάβει είχε σχεδόν τελειώσει με την συνομιλία. Ο εν λόγω φίλος του, τον ρωτούσε που είναι, εάν αργεί και τον ενημέρωνε ότι εάν δεν βιαστεί θα τις κρατήσει όλες για τον εαυτό του. Δηλαδή για όνομα του θεού με πόσες γυναίκες μπορεί ένας άνθρωπος να πάει? Θέλω να πω τι αντοχές μπορεί να έχει ? Εδώ μιλάμε για δέκα με δεκαπέντε γυναίκες.
Και ο άλλος , ο άλλος ο βλάκας, ο ηλίθιος , ο ροκ σταρ της τρύπιας δεκάρας, όχι και δεκάρα... είναι πολύ, της τρύπιας πεντάρας , αμέσως να τρέξει μην τυχόν και δεν... δεν ολοκληρώσει ένα βράδυ. Ο βλάκας. Γιατί αυτό είναι ένας βλάκας και μισός χωρίς τρόπους και τακτ. Γιατί κύριε, συνοδεύεις απόψε. Συνόδευες εμένα, ας κανόνιζες να βρεθείς με τα τσουλιά σου αφού με άφηνες σπίτι. Δεν χρειάζεται να διατυμπανίζεις την σεξουαλική σου ζωή. Στην τελική δεν ενδιαφέρει και κανέναν τι κάνεις στο κρεβάτι σου και με πόσες το κάνεις... Στην Τελική δηλαδή!
Τέλος πάντων , δεν με ενδιαφέρει εμένα ας κάνει ότι θέλει... δεν με νοιάζει εμένα ας πάει και με τις δεκαπέντε απόψε και αύριο ας πάει με είκοσι. Εγώ έχω τον Μπράιαν και δεν με νοιάζει κανένας Αχιλλέας που τριανταρίζει σε λίγα χρόνια και ακόμα το παίζει έφηβος. Εγώ έχω τον καλύτερο σύντροφο πλάι μου. Ο Αχιλλέας ας κάνει ότι διάολο θέλει. Ο κατάχαζος.
Του ρίχνω μια πλάγια ματιά. Εντάξει δεν είναι και για πέταμα. Για την ακρίβεια τα χρόνια που έχουν περάσει από την τελευταία φορά που ήμουν τόσο κοντά του, τον έκαναν να ωριμάσει. Τώρα δεν κοιτώ ένα όμορφο εφηβικό πρόσωπο. Τώρα κάθομαι δίπλα σε έναν πολύ όμορφο άντρα...
Κλείνω σφιχτά τα μάτια...
Σκατά σκατά ποιον κοροϊδεύω? Είναι σέξι , είναι υπερβολικά καυτός , είναι όμορφος είναι κολασμένα ποθητός και δυστυχώς άκρως απροσπέλαστος για μένα.
Σταματά το αυτοκίνητο έξω από το σπίτι μου. Δεν παρκάρει το αφήνει άτσαλα σε ένα σημείο που μου επιτρέπει ίσα ίσα να ανοίξω την πόρτα για να κατέβω.
Βιάζεται να φύγει. Κατάλαβες? Κατάλαβες το γουρούνι? Βιάζεται να πάει στο πάρτι του φίλου του μην τυχόν και του ξεφύγει κανένα τσουλί.
Ανάθεμα όμως εάν του δείξω ότι με έχει πειράξει η στάση του.
Ανάθεμα όμως εάν του δείξω ότι με έχει πειράξει Η αλλοπρόσαλλη συμπεριφορά του.
Γιατί εκείνος επέμενε να βρεθούμε. ΕΚΕΙΝΟΣ.
«Ευχαριστώ για την παρέα και το δείπνο» Του λέω χωρίς να τον κοιτάω καν, με μια αν ανωτερότητα που δεν διαθέτω και ανοίγω την πόρτα να κατέβω.
«Τίποτα» Μου απαντά και μου κόβει τα πόδια με την τόση αδιαφορία του. Σφίγγω τα δόντια και κλείνω πίσω μου την πόρτα του αυτοκινήτου του χωρίς να τον καληνυχτίσω.
Βλάκα, κατάχαζε που θα σου πω και καληνύχτα. Πάει , πάει η ανωτερότητα ως εδώ. Και που δεν σε βρίζω ηλίθιε, είναι πολύ. Που είναι και αυτά τα κλειδιά? Μια στάλα τσαντάκι και να μην μπορείς να βρεις τίποτα μέσα. Τώρα εάν το αναποδογυρίσω μέσα στην μέση του πεζοδρομίου, θα φταίω?
«Εεεεε Σοφιιιααα» Τον ακούω να γκαρίζει το όνομα μου την ώρα που έχω πλησιάσει αρκετά στην είσοδο της πολυκατοικίας μου.
Γυρίζω και τον κοιτώ. Έχει κατεβάσει τελείως το παράθυρο του συνοδηγού και με κοιτά με ένα χαμόγελο που φωτίζει όλο το πρόσωπο του . Αχ ένα κολασμένο χαμόγελο.
«Ορίστε»
«Πάντα είχες πολύ ωραίο κώλο, αλλά τώρα μου φαίνεται ωραιότερος από ποτέ.» Μου λέει και μου κλείνει παιχνιδιάρικα το μάτι.
Και εγώ μένω αποσβολωμένη από το σχόλιο του, στην μέση του πεζοδρομίου λίγα βήματα πριν την είσοδο της πολυκατοικίας μου να τον κοιτώ να ξεπαρκάρει και να απομακρύνεται.
Χτυπώ με μανία το κουδούνι της Άννυς . Εκείνη δεν ζήτησε να την ενημερώσω? Δεν εννοούσε βέβαια να το κάνω μέσα στην μαύρη νύχτα, ΑΛΛΑ τι να κάνουμε ? Αυτά έχει η ζωή.
Μου ανοίγει φορώντας ακόμη της φόρμες της. Ποιος ξέρει τι έβλεπε στην τηλεόραση και είναι ξύπνια τέτοια ώρα. Την παραμερίζω με δύναμη και πάω προς την πολυθρόνα.
Κάθομαι και αμέσως σηκώνομαι όρθια.
«Ο άθλιος , ο κρετίνος, το τέρας . Γιατί αυτό είναι ένα τέρας.»
Κλείνει με πάταγο την πόρτα και έρχεται προς το μέρος μου.
«Ετοιμαζόμουν να κοιμηθώ»
«Για ύπνο είμαστε τώρα? Δεν ακούς? Ο άνθρωπος χρειάζεται να τον δει γιατρός»
«Καλά κόψε κάτι και κάθισε κάτω σε παρακαλώ. Μου προκαλείς εκνευρισμό.» Κάθεται οκλαδών στην πολυθρόνα.
«Για να κάτσω είμαι εγώ τώρα? Με τον ηλίθιο που πήγα και βγήκα?» Κάθομαι τελικά γιατί με έχουν πεθάνει και αυτές οι γόβες. Είχα ξεσυνηθίσει λόγο του Μπράιαν να τις φοράω. Δεν νιώθει άνετα να είμαστε στο ίδιο ύψος.
Της εξιστορώ πως περάσαμε τι είπαμε από την αρχή του δείπνου μέχρι και το άσεμνο σχόλιο του για τα οπίσθια μου.
«Ε καλά δεν είναι και τέρας ο άνθρωπος.»
«Όχι όχι αυτό που σου λέω εγώ. Μα να μου μιλήσει εμένα έτσι? Τι είμαι εγώ καμία από τις τελευταίες που συνηθίζει να συναναστρέφεται? Και να δεις που τώρα που μιλάμε έχει φτάσει στο ξενοδοχείο και βγάζει τα μάτια του. Θέλει και ποικιλία, κατάλαβες ? δεν του φτάνει μια , θέλει πολλές. ΠΟΛΛΕΣ»
«Ε ναι, είναι πολύ πιθανόν»
«Με κοροϊδεύεις?»
«Τι άλλο να κάνω? Σαφώς και βγάζει τα μάτια του. Τα περιοδικά δεν κάνουν και τίποτα άλλο από το να γράφουν και να ξαναγράφουν για τις ερωτικές του παρτενέρ. Και όσο εκείνος σιχαίνεται τα ΜΜΕ και δεν απαντά στα δημοσιεύματα , τόσο οι ερωτικές του παρτενερ ξεπετάγονται σαν τα μανιτάρια και δίνουν συνεντεύξεις για τις ώρες και τις μέρες που πέρασαν δίπλα του. Τι με κοιτάς έτσι? Κουτσομπολιά για εκείνον διάβαζα ως τώρα στο Internet ήθελα να μάθω τι έχεις να αντιμετωπίσεις. »
«Ααααα, διάβαζες για όλες εκείνες τις δεύτερες, τις τριτοτέταρτες, τις τελευταίες που συναναστρέφεται? » αναφωνώ
«Έχει συνηθίσει να συναναστρέφεται με τελευταίες? Σοβαρά τώρα Σοφία? Έχει πάει με τα διασημότερα μοντέλα με τις ωραιότερες ηθοποιούς και αρκετές τραγουδίστριες με λίγα λόγια πηδιέται με τις ωραιότερες γυναίκες της υφηλίου.» Ολοκληρώνει η φίλη μου.
«Ναι? Ε και? Επειδή είναι διάσημες είναι απαραίτητα και οι καλύτερες? Ξέρουν κυρία μου όλες αυτές να βάλουν ένα πλυντήριο? Να απλώσουν ένα ρούχο? Να μαγειρέψουν ένα φαγητό της προκοπής? Μπορούν αυτές να κάνουν μια συζήτηση επιπέδου? Όχι σε ρωτάω μην παίρνεις αυτό το ύφος»
Η φίλη μου με κοιτά σαν να χάζεψα «Πας καλά παιδί μου? Για άλλο πράγμα τις θέλει. Δεν τις θέλει ούτε για καθαρίστριες ούτε για να παίξουν σκάκι.»
«Άρα στα λόγια μου καταλήγεις. Ότι όλες τους, είναι τσουλάκια.» Επιμένω
«Δεν μπας να κοιμηθείς λέω εγώ μπας και καθαρίσει λίγο το μυαλό σου? Σε παρακαλώ Σοφία μου, δεν είσαι ο εαυτός σου, με τρομάζεις με αυτά που λες»
«Δίκιο έχεις. Δεν έχει νόημα να λέω τα ίδια και τα ίδια. Ίσως εάν κοιμηθώ και ξεκουραστώ αντιμετωπίσω την πραγματικότητα, με άλλη διάθεση.»
«Ναι βρε Σοφία μου, ήταν πολύ πιεσμένη η σημερινή μέρα, ξεκουράσου και θα δεις αύριο θα αντιμετωπίσεις τα πάντα με μεγαλύτερη ψυχραιμία . Ναι?»
Την καληνυχτώ και βγαίνω στο διάδρομο.
Η φίλη μου στέκετε στο κάσομα της πόρτας «Κοίτα να ηρεμίσεις όμως έ? Μην σε δει έτσι, ο νερόβραστος και υποπτευθεί κάτι.»
«Σουτ μην φωνάζεις. Και τι να υποπτευθεί δηλαδή?»
«Ότι σε καίει και σε τσούζει ακόμα για τον προ- προ- πρώην σου.»
«Δεν με » Προλαβαίνω να πω αλλά δεν προλαβαίνω να ολοκληρώσω γιατί η φίλη μου μου έχει κλείσει την πόρτα στα μούτρα.
Μπαίνω μέσα στο διαμέρισμα μου και ακουμπώ επάνω στην κλειδωμένη πόρτα. Κλείνω τα μάτια μου. Τι μέρα ήταν αυτή? Δεν περίμενα ποτέ πως θα ερχόταν μια τέτοια στιγμή στην ζωή μου. Μια στιγμή που όλο το παρελθόν μου θα ζωντάνευε ξανά μπροστά μου. Γιατί δεν είδα απόψε απλά τον εφηβικό μου έρωτα, η συνάντηση αυτή με έφερε αντιμέτωπη με παιδικές αναμνήσεις. Θυμήθηκα τα παιδικά μου χρόνια, τους φίλους μου, τους γονείς μου...
Μου λείπουν πολύ... Αχ πόσο μου λείπουν... Πόσο άδικα τους έχασα σε εκείνο το τροχαίο...
Ακούω το τηλέφωνο μου να χτυπά και η καρδιά μου χτυπάει σαν τρελή. Ψάχνω με μανία στην τσάντα μου να το βρω. Ο Αχιλλέας μετάνιωσε για την γαϊδουρινή συμπεριφορά. Αυτό σκέφτομαι, αυτό λέω και ξαναλέω μέχρι να πιάσω στα χέρια μου το κινητό μου. Τα χέρια μου τρέμουν την ώρα που επιτέλους το βγάζω από το τσαντάκι.
«Μπράιαν...»
«Μωρό μου τι κάνεις? Πώς ήταν το βράδυ σου? Μου έλειψες και τώρα που τελείωσα την δουλειά , ήθελα να σε ακούσω να σου πω καληνύχτα.»
«Καλά πέρασα. Όλα ήταν καλά.»
«Αχ μωρό μου ακούγετε η φωνή σου βραχνή μήπως σε ξύπνησα, δεν είχα κοιτάξει την ώρα και τώρα έχω τύψεις που σε κάλεσα τόσο αργά, απλά μου έχεις λείψει. »
«Και σε εμένα έχεις λείψει. Πολύ!» σκουπίζω ένα δάκρυ που κύλισε. Ο Μπράιαν είναι τόσο καλός μαζί μου και εγώ απόψε... Τον έγραψα για τον Αχιλλέα. « Συγνώμη για σήμερα. Αλήθεια δεν ήθελα να σε στήσω δυο φορές. Ραντεβού αύριο το μεσημέρι στο στέκι μας?»
«Ναι μωρό μου, ελπίζω να μην αλλάξεις πάλι γνώμη.»
«Όχι το ραντεβού μας θα γίνει ο κόσμος να χαλάσει»
«Σ αγαπώ γλυκιά μου, καληνύχτα Sophie»
«Καληνύχτα.»
Με βαριά διάθεση έπεσα για ύπνο, με βαριά διάθεση ξύπνησα ετοιμάστηκα και ξεκίνησα για την δουλειά.
Σε όλη την διαδρομή έως το γραφείο σκέφτομαι μόνο ένα πράγμα. Δεν ξέρω εάν ισχύει αυτό για την βιογραφία. Εάν ισχύει θα το αποφύγω πάση θυσία.
Χαιρετώ με ένα χαμόγελο όσους συναδέλφους μου βρίσκω στον διάδρομο, δεν έχω όρεξη για πολλές κουβέντες σήμερα και καταλήγω στο γραφείο μου.
«Sophie, έλα έλα σε περίμενα.»
«Το βλέπω.» Η Άντα κάθετε στην θέση μου, πίσω από το γραφείο μου. Βγάζω το πανωφόρι μου το κρεμάω στην κρεμάστρα πίσω από την πόρτα και κάθομαι σε μια καρέκλα επισκέπτη.
«Πες μου τι έγινε? Πόσο τέλεια θα βγει η συνέντευξη?» Με κοιτά με μεγάλη προσδοκία.
Πως να της πω ότι δεν έχω καθόλου υλικό για το άρθρο. Χθες μιλήσαμε γενικά για τις ζωές μας και δεν νομίζω να μπορώ να χρησιμοποιήσω κάτι από την κουβέντα μας για να γράψω ένα άρθρο της προκοπής. Αυτό ήταν απλά μια φιλική κουβέντα.
«Ναι σχετικά με αυτό. Χθες ο χρόνος του ήταν περιορισμένος και δεν απάντησε σχεδόν σε καμία ερώτηση μου.»
«Δεν έχεις υλικό δηλαδή?» Με ρωτά με αγωνία
«Ο Mason είναι ένας κλειστός άνθρωπος. Σου μιλάει αλλά δεν σου λέει στην ουσία τίποτα. Μπορείς να μιλάς για ώρα μαζί του και να μην καταφέρεις να μάθεις τίποτα. Καμία πληροφορία για την ζωή του ή την δουλεία του.»
«Δηλαδή τζάμπα η συνάντηση?»
«Έχω κάτι λίγα, αλλά δεν νομίζω να μπορώ να γράψω κάτι με αυτά. Άσε με να το δουλέψω λίγο να κάνω ένα προσχέδιο και ίσως μπορέσω να κάνω ένα πορτρέτο του.»
Κουνάει με απαξίωση το χέρι της «Μην απογοητεύεσαι, σήμερα ίσως φανείς ποιο τυχερή»
«Σήμερα? Για κάντο μου λίγο ποιο λιανά»
«Ναι, να έχει προκύψει και μια ακόμη δουλειά , είχα την ελπίδα ότι θα σου έκανε νύξη ο Mason χθες στην συνάντηση που είχατε»
«Ναι? Γιατί να μου μιλήσει για δουλειά εμένα ένας ροκ τραγουδιστής? Τι δουλειά ακριβώς μπορώ να κάνω εγώ μαζί του? »
«Μην εξάπτεσαι. Έτοιμη είσαι να αρπαχθείς. Είσαι η βιογράφος του» Μου λέει με μια φυσικότητα, λες και δεν είναι τίποτα σπουδαίο.
«Τι είμαι λέει? Εγώ είμαι δημοσιογράφος Άντα και όχι συγγραφέας » Φωνάζω κοιτώντας την. Ήλπιζα πως κάτι είχε καταλάβει λάθος ο άλλος.
«Μην θυμώνεις. Εγώ είμαι πολύ περήφανη για σένα. Ήξερα ότι έχεις δυνατή πένα και να που επιβεβαιώνομαι περίτρανα. Η εταιρία που χειρίζεται της δημόσιες σχέσεις του Mason ζήτησε αποκλειστικά εσένα»
«Γιατί εμένα? Μια άπειρη?»
«Αυτό δεν το ξέρω, ίσως παρακολουθούν την δουλειά σου. Το θέμα είναι ότι είναι ευκαιρία ζωής αυτήν που σου προσφέρεται. Θα απογειωθεί η καριέρα σου. Δεν σου κρύβω ότι θα ωφεληθεί και το περιοδικό καθώς αποσπάσματα από το βιβλίο σου να δημοσιεύονται στο περιοδικό ανά διαστήματα. Το βιβλίο όμως θα εκδοθεί και θα προωθηθεί αποκλειστικά από την δισκογραφική εταιρία του Mason και της Papa.»
«Ποιες είναι οι υποχρεώσεις μου?» Τολμώ να ρωτήσω γιατι, οκ ίσως τα πράγματα να μην είναι τόσο τραγικά όσο τα φαντάζομαι. Ίσως να τα έχω μεγαλοποιήσει εγώ.
«Φτιάχνεις βαλίτσες και ακολουθείς το συγκρότημα παντού. Ρωτάς, μαθαίνεις για την ζωή του, τις συνήθειες του, τι του αρέσει να κάνει πως ζει στις περιοδείες αλλά και πίσω στην Αμερική. Τις δυο εβδομάδες που έχουν την διακοπή, πας μαζί του στην Αμερική και τον ακολουθείς και εκεί για να δεις με τα μάτια σου τι του αρέσει να κάνει με ποιους συναναστρέφεται. Ρωτάς για την ζωή του, για το παρελθόν του. Συναντάς τους φίλους του, μαθαίνεις τα σκοτεινά του μυστικά και τα γράφεις όλα σε ένα εκπληκτικό βιβλίο.»
Οκ τα πράγματα είναι σαφώς χειρότερα από ότι αρχικά υπέθεσα «Και εάν Αρνηθώ?»
«Ορίστε?»
«Εάν δεν δεχτώ τι γίνεται. Αν απορρίψω την πρόταση»
Με κοιτά αποσβολωμένη. Μάλλον ο εγκέφαλος της θέλει λίγα λεπτά για να επεξεργάστεί αυτό που μόλις της είπα.
«Άντα σε ρωτάω ξεκάθαρα τι κυρώσεις έχω εάν δεν δεχτώ»
«Διακόσες πενήντα χιλιάδες λίρες εσύ για αθέτηση συμφωνίας και άλλες τόσες περίπου εγώ.»
«ΟΡΙΣΤΕ?»
«Αυτήν είναι η ρήτρα του συμβολαίου. Υπάρχει κάποιος σοβαρός λόγος να αρνηθείς αυτήν την δουλειά?»
«Όχι» απαντώ πολύ βιαστικά , ενώ προσπαθώ να δω πως μπορώ να εξασφαλίσω τόσα χρήματα εάν αποφασίσω να μην πάω. Η απάντηση είναι απλή. Δεν μπορώ να βρω τόσα χρήματα ούτε εάν πουλήσω το ένα μου νεφρό στην μαύρη αγορά.
«Αφού δεν συντρέχει κανένας σοβαρός λόγος, τότε φρόντισε να το κάνεις.» Μου λέει χωρίς περιστροφές.
«Εάν είχα απολυθεί? Είπες έχεις καιρό που υπέγραψες την συμφωνία. Εάν είχα απολυθεί στο διάστημα που μεσολάβησε από την μέρα που έκλεισες την συμφωνία ως τώρα τι θα γινόταν?»
«Sophie , φαντάζομαι θα διάλεγαν κάποιον άλλο από το περιοδικό. Δεν ξέρω . Είναι πολύ φειδωλοί στις κουβέντες τους. Προχθές αργά το βράδυ αποκάλυψαν και σε μένα το όνομα σου. Με λίγα λόγια όταν υπέγραψα το συμβόλαιο, δεν ήξερα ποιον θα διάλεγαν.»
«Γιατί δεν με ρώτησες?» Την ρωτάω με παράπονο
«Ακούς τι σου λέω? Δεν ήξερα ποιον είχαν επιλέξει. Πως να σε ρωτήσω? Το συμβόλαιό αναφέρει ότι μπορούν να ζητήσουν όποιον μόνιμο συνεργάτη του περιοδικού θέλουν. Το όνομα σου το κρατούσαν επτασφράγιστο μυστικό. Μου ανακοίνωσαν το όνομα σου λίγες ώρες πριν σου πω για την συνέντευξη.»
Ζυγίζω την κατάσταση. Χρήματα δεν έχω να πληρώσω εάν κάνω πίσω. Να πάω δεν θέλω. Μπρος γκρεμός....
Στενεύει τα μάτια «Τι μου κρύβεις. Νομίζω πως κάτι δεν μου λες?»
«Τίποτα δεν κρύβω.» Σηκώνομαι από την θέση μου και πλησιάζω το παράθυρο του γραφείου μου.
«Κι όμως κάτι κρύβεις λέγε τι είναι.»
«Άντα τι να κρύβω? Μέσα σε 24 ώρες ανατράπηκε η ζωή μου. Είμαι υποχρεωμένη να γυρίσω τα πάνω κάτω. Σου φαίνεται περίεργο που έχω θυμώσει? Έχω φίλους που είμαι αναγκασμένη να αποχωριστώ για μεγάλο διάστημα, οι καλοκαιρινές μου διακοπές αναβάλλονται, και πίστεψε με τις χρειαζόμουνα, και τέλος θα πρέπει να αφήσω πίσω μου τον Μπραίαν, τον φίλο μου. Απορείς που έχω αναστατωθεί? Πως να τα παρατήσω όλα για να ζήσω σαν νομάς για τρείς μήνες ?»
«Καλά αυτόν τώρα τι τον αναφέρεις?» Από όλα όσα είπα στον άνθρωπο μου στάθηκε? Πως να μην τον αναφέρω? Τον αγαπώ. Είναι στην ζωή μου και μάλιστα είναι σημαντικό κομμάτι της.
«Έχεις κάποιο θέμα μαζί του?»
«Τον θεωρώ λίγο. Λίγο σε όλα. Ξενέρωτο. Πιστεύω δεν κάνει για σένα.»
«Ναι και ποιος κάνει για μένα?»
«Κάποιος που θα μπορέσει να μαζέψει τα χαλινάρια σου. Που θα παίξει με το μυαλό σου ,που θα σε έχει μόνιμα στην τσίτα. Όχι ο Μπράιαν που κλείνει ραντεβού για να κάνει σεξ.»
«Αααααα έχουμε αποθρασυνθεί εντελώς εδώ μέσα. Πες μου σε παρακαλώ, που έχεις ακούσει αφεντικό να μιλά έτσι σε υπάλληλο του? » Λέω αγανακτισμένη ενώ στηρίζω καλύτερα τον κορμό μου στο παράθυρο.
«Να ανοίξω σαμπάνια?» Στο γραφείο μπαίνει ο άντρας της Άντας ο Όλιβερ κρατώντας ένα μπουκάλι σαμπάνιας στο ένα χέρι και τρία κρυστάλλινα ποτήρια στο άλλο.
Μα... ναι και βέβαια να την ανοίξεις ,στις εννέα το πρωί, πάντα πίνω ένα ποτηράκι , για να πάει καλά η μέρα μου.
«Τι έγινε κορίτσια ? Τι μούτρα είναι αυτά?» Αφήνει την σαμπάνια στο γραφείο μου και με πλησιάζει, με σφίγγει στην αγκαλιά του και με φιλά σταυρωτά. Αμέσως μετανιώνω για το ειρωνικό σχόλιο. Χαίρομαι που δεν το είπα δυνατά, θα τον πλήγωνα πολύ.
«Τι γίνεται μικρή, δεν σε βλέπω χαρούμενη»
Ξεφυσάω. Τον αγαπώ τον Όλιβερ και την Άντα μου έχουν φερθεί σαν οικογένεια εννοώ δεν είχαν καμία υποχρέωση απέναντι μου. Ήμουν μια απλή υπάλληλος για εκείνους.
«Απλά μου ήρθε λίγο απότομο όλο αυτό»
«Όλιβερ πες της σε παρακαλώ ότι γίνεται ανόητη που δεν θέλει να πάει» Επεμβαίνει η Άντα
«Μικρή τι λες το βράδυ να φάμε παρέα σπίτι, να πιούμε τα ποτάκια μας και να μιλήσουμε για ότι σε προβληματίζει?»
Αυθόρμητα όσο είμαι μέσα στην αγκαλιά του, αναστενάζω βαθιά.
«Εεεεειιιιι ότι και αν είναι αυτό που σε προβληματίζει θα το λύσουμε. Τι λες? Να σε περιμένουμε γύρω στις οκτώ? »
«Ναι ωραία ιδέα.»
«Σήκω Άντα να αφήσουμε και το κορίτσι να δουλέψει λίγο.»
Ο Όλιβερ την λατρεύει και το γεγονός ότι δεν έχουν παιδιά σε αυτό το ζευγάρι λειτούργησε διαφορετικά. Δεν τους χώρισε αντίθετα αποδέχτηκαν από νωρίς ότι θα είναι μόνο οι δυο τους και έδεσαν ακόμα ποιο πολύ μεταξύ τους. Ο Όλιβερ είναι εισοδηματίας. Είναι αν όχι πλούσιος κάτι παραπάνω από ευκατάστατος.
Φτάνουν χέρι χέρι ως την πόρτα του γραφείου μου.
«Κάτι τελευταίο. Εγώ δεν σε είδα ποτέ μου σαν υπάλληλο, με την στενή έννοια του όρου. Ναι ξέρω πως είμαι εκείνη που στο τέλος του μήνα υπογράφω την επιταγή της μισθοδοσίας σου, αλλά έχουμε μοιραστεί τόσα όλα αυτά τα χρόνια που με κάνουν να σε νιώθω δικό μου άνθρωπο. Εάν θες να ακούσεις την συμβουλή μου, πήγαινε στην περιοδεία όχι μόνο γιατί είναι μια εκπληκτική ευκαιρία που θα σε απογειώσει και θα σε κάνει να ανέλθεις επαγγελματικά αλλά για να πάρεις απόσταση από την σχέση σου. Να την δεις με άλλα μάτια και θα καταλάβεις ότι είναι πολύ λίγος ο Μπραίαν για σένα.» Καταλήγει.
«Μια χαρά φλώρος είναι , αλλά τι του βρήκες βρε κοριτσάκι μου?» Σιγοντάρει και ο Όλιβερ
«Όχι όχι και εσύ...» Παίρνω το κουταβίσιο ύφος μου
Γελάει «Τα υπόλοιπα το βράδυ μικρή»
«Ναι ναι φύγετε από τα πόδια μου, μπας και καταφέρω να δουλέψω λίγο.»
«Να το σκεφτείς σοβαρά. Μην πετάξεις την καριέρα σου στα σκουπίδια.» Δίνει την τελευταία συμβουλή της η Άντα πριν εξαφανιστεί στον διάδρομο.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top