Πιο κοντά

Μεριά συγγραφέα-αναγνώστη

Η Πάουντερ εισέβαλε στο γραφείο του Μπρότζετ με αποφασιστηκότητα. Κάρφωσε τα μάτια της πάνω του και παίρνοντας μία βαθιά ανάσα, ξεστόμισε την λέξη που τόσο καιρό αδημονούσε να βγει από τα χείλη της: <<Τελείωσε>>.

Ο Μπρότζετ, που είχε σήκωσε το βλέμμα του από τα έγγραφα που μελετούσε και είχε εστιάσει την προσοχή του πάνω της, δεν μπόρεσε να κρύψει την χαρά του. Στην αρχή, έκπληξη ζωγράφισε χαρακτηριστικά του, αλλά μέσα σε δευτερόλεπτα συνειδητοποίησε τί εννοούσε η νεαρή κοπέλα απέναντι του και αμέσως ένα βάρος έφυγε από τους ώμους.

Σηκώθηκε όρθιος και με ελάχιστες δρασκελιές, βρέθηκε απέναντι της. Την κοίταξε σε μάτια. Δεν ήταν απαραίτητο να πει κάτι. Η οπτική επαφή, ήταν αρκετή από μόνη της, προκειμένου να ειπωθούν τα πάντα ανάμεσα τους.

Τύλιξε τα χέρια του γύρω από το σώμα της και την έκλεισε στην αγκαλιά του. Την έσφιξε σε αυτήν και απελευθέρωσε μία ανάσα ανακούφισης. Εκείνη την στιγμή, ένιωθε τόσο υπερήφανος, που δεν μπορούσε να εκφραστεί με λόγια, αλλά με πράξεις. Αυτές ισοδυναμoύσαν με όλα τα ευχαριστώ που μπορούσε να της πει άλλωστε.

Επιτέλους, είχε μπει μία τελεία στο παρελθόν. Δεν θα κοίταζε ποτέ ξανά πίσω, ούτε θα είχε το άγχος μήπως όσα είχε παλέψει για να χτίσει όλη του την ζωή, γκρεμίζονταν τόσο γρήγορα.

Δεν ήταν εύκολες οι επιλογές που αναγκάστηκε κάποτε να κάνει. Ο σκοπός όμως αγιάζει τα μέσα, έτσι δεν έλεγαν;

Όλοι οι σπουδαίοι άνθρωποι, για να πετύχουν, είχαν θυσιάσει πολλά. Ο ίδιος δεν αποτελούσε εξαίρεση. Και θα απολάμβανε την νίκη του μέχρι το τέλος της ζωής του, έχοντας στο πλάι του το δεξί του χέρι. Τον πιο έμπιστο του άνθρωπο, παρότι είχε στην δουλειά του πολύ πριν μπει η Πάουντερ στην ζωή του.

Μετά από λίγα λεπτά, την άφησε και κατεύθυνθηκε προς το μίνι μπαρ του γραφείου του. Έβγαλε από το κάτω ράφι τα καλά ποτήρια, τα οποία φύλαγε για τις πολύ ξεχωριστές περιπτώσεις. Ακριβώς όπως και τα μπουκάλια της σαμπάνιας.

Αυτήν την περίοδο, του είχε απομείνει ένα και το φύλαγε για την συγκεκριμένη στιγμή. Αφού κατόρθωσε να αφαιρέσει τον φελλό από το στόμιο του μπουκαλιού, άδειασε ένας μέρος του αφρώδες περιεχομένου του στα δύο κολωνάτα ποτήρια. Τα πήρε στα χέρια του και κάνοντας μία πλήρη στροφή, άρχισε να βηματίζει ξανά κοντά της.

<<Συγχαρητήρια για την επιτυχία σου, κόρη μου>>, της είπε τρυφερά και της πρόσφερε το ένα ποτήρι σαμπάνιας.

Η Πάουντερ το δέχτηκε εγκάρδια και αφού έκαναν μία πρόποση, ακούμπησε το γυαλί στα χείλη της και ο αφρώδης οίνος κύλησε μέσα στο στόμα της με έναν ικανοποιητικό τρόπο.

Μπορούσε επιτέλους να απαλλαγεί από αυτήν την ιστορία και να δει τον Μπρότζετ να χαλαρώσει. Είχε εξουθενωθεί από όλα αυτά και ήταν εμφανές.

Όσο οι μέρες περνούσαν και τα γεγονότα δεν εξελίσσονταν όπως έπρεπε, η εξάντληση άφηνε σταδιακά τα σημάδια της επάνω του. Τα μάγουλα του ήταν ωχρά, τα μάτια μου στεφανωμενα από τους μαύρους κύκλους και τα μαλλιά μου κατσιασμένα και θαμπά.

Δεν φρόντιζε καθόλου τον εαυτό του. Το μόνο που τον ένοιαζε, ήταν να λήξει αυτή η υπόθεση. Στεναχωριόταν που τον έβλεπε σε αυτήν την κατάσταση και αυτό ήταν ένα ακόμα κίνητρο για να ολοκληρώσει την αποστολή της, πέρα από αυτά τα ειδεχθή πράγματα που έκανε αυτή η γυναίκα εναντίον του. Τώρα, που όλα είχαν τελειώσει, μπορούσε να κοιμάται ήσυχος. Και η ίδια αισθανόταν ιδιαίτερα περήφανη, που συνέβαλε σε αυτό.

Ξαφνικά, την ήρεμη και άνετη ατμόσφαιρα διέλυσε ο ήχος από το κινητό του Μπρότζετ. Γύρισε απυηδησμένος τα μάτια του προς τα πάνω και κοίταξε την οθόνη... Τα έσμιξαν και ρυτίδες εμφανίστηκαν στο μέτωπο του.

<<Όλα εντάξει, Μπρότζετ;>>, τον ρώτησε η Πάουντερ και ήπιε την τελευταία γουλιά σαμπάνιας που είχε απομείνει στο ποτήρι της.

Ο Μπρότζετ αναστέναξε. <<Τίποτα σημαντικό. Όμως πρέπει να το απαντήσω, δυστυχώς. Συγγνώμη για την διακοπή>>, της είπε απολογητικά και ακούμπησε το ποτήρι του πάνω στην ξύλινη επιφάνεια του γραφείου του.

Του χαμογέλασε αμυδρά. <<Μην το σκέφτεσαι. Κάνε την δουλειά και εγώ θα περιμένω εδώ. Εξάλλου, πλέον έχουμε άπλετο χρόνο να διασκεδάσουμε. Δεν νομίζω ότι χρειάζεται να καθαρίσουμε κάποιον σήμερα>>, τον πείραξε και έκατσε πάνω στην άκρη του επίπλου.

Ο Μπρότζετ γέλασε και εκείνη χάρηκε στο άκουσμα του γέλιο του. Ηταν ένας απολαυστικός, βαθύς ήχος, που ανάδευε τον αέρα γύρω του και έκανε τον οποιοδήποτε να τον εμπιστευτεί. Χρήσιμο για αυτούς που ανήκαν στον κύκλο του, αλλά θανατηφόρο για τους εχθρούς του. Κανείς δεν επιθυμούσε να βρεθεί απέναντι του.

Το τίποτα σημαντικό βέβαια, δεν την έπειθε. Από εκείνη, ήταν αδύνατον να κρυφτεί. Τον ήξερα αρκετά καλά, ώστε να αναγνωρίζει πότε σοβάρευαν τα πράγματα και η γιορτή σταματούσε. Παρόλα αυτά, πρόσεχε να μην υπερβεί τα όρια του. Επέβαινε μονάχα όταν ο Μπρότζετ της το ζητούσε. Ή απλώς γινόταν το στήριγμα του.

<<Πάουντερ!!!>>.

Επανήλθε απότομα στην πραγματικότητα και ύστερα, ακολούθησε το σοκ... Αυτή η δυνατή και θυμωμένη φωνή, ήταν του Μπρότζετ; Άκουγε καλά; Ή μήπως η ακοή της την εγκατέλειπε σταδιακά, από τόσο νεαρή ηλικία;

Το κεφάλι τινάχθηκε προς τα πάνω και τον είδε να την έρχεται προς το μέρος της, με πολύ μεγάλη ταχύτητα, που τρόμαξε ότι μπορεί να σκοντάψει. Μάλλον δεν απασχολούσε και αυτόν εξίσου.

Ο άντρας που την πλησίαζε, με την οργή να ξεχειλίζει από τα μάτια του, δεν θύμιζε σε τίποτα τον εύθυμο άντρα που πριν από λίγο γιόρταζε μαζί της την επιτυχία του σχεδίου να βγάλουν την Ίνγκριντ Κουνσέν από την μέση μία για πάντα. Αντιθέτως, έδειχνε έτοιμος να διαπράξει ο ίδιος φόνο.

<<Μπρότζετ; Τι συμβαίνει;>>, τον ρώτησε και η αυτοπεποίθηση την εγκατέλειπε σταδιακά, δίνοντας την θέση της στον πανικό.

Δεν μπορούσε να φανταστεί τί είχε συμβεί μέσα στα λεπτά που μεσολάβησαν. Η διάθεση του είχε αλλάξει τόσο απότομα, που σχεδόν είχε τρομάξει. Ο θυμός είχε αλλοιώσει τα χαρακτηριστικά και έδειχνε έτοιμος να ορμήξει στον οποιονδήποτε που θα επιχειρούσε να τον πλησιάσει εκείνη την στιγμή, έστω και για το απλό πράγμα και με τις πιο καλές προθέσεις.

Δεν ήταν η πρώτη και σίγουρα, όχι η τελευταία φορά που τον έβλεπε εκνευρισμένο. Πολλές φορές είχε βγει εκτός εαυτού, λόγω της δουλειάς. Ωστόσο, ποτέ δεν στράφηκε εναντίον της, ούτε ξέσπαγε πάνω της. Ή ακόμα και όταν έκανε λάθη, πράγμα σπάνιο, ποτέ δεν απογοητευόταν μαζί της. Ίσα ίσα, της υπενθύμιζε πως αυτές οι αποτυχίες, έπρεπε να αποτελούν κίνητρο για περαιτέρω προσπάθεια.

Ήταν η αδυναμία του. Το δεξί του χέρι. Ο άνθρωπος του... Τί είχε κάνει λάθος και τον είχε αναστατώσει τόσο πολύ;

<<Έχεις το θράσος να με ρωτάς τί συμβαίνει;! Μετά από αυτό που έκανες;!>>, φώναξε στο πρόσωπο της και έπιασε το τραπέζι τόσο σφιχτά, που οι αρθρώσεις των δαχτύλων του άσπρισαν.

Γούρλωσε τα μάτια της, βλέποντας πως τα δικά του πετούσαν φλόγες. <<Τί... Τί έκανα...>>, ρώτησε, με την φωνή της να σπάει και στραβοκατάπιε.

<<Πάουντερ... Αν είναι δυνατόν!>>. Χτύπησε τα χέρια του πάνω στο έπιπλο και εκείνη, ξεκολλώντας από πάνω του, έκανε μερικά βήματα προς τα πίσω, ξαφνιασμένη.

Γιατί της φερόταν έτσι; Τί τον είχε εξαγριώσει τόσο πολύ, γαμώτο;

<<Μπρότζετ... Σε παρακαλώ, μίλησε μου>>, του ζήτησε και πήγε να του πιάσει του πιάσει τον ώμο, αλλά αμέσως το μετάνιωσε, γιατί αυτός την κοίταξε με μία αγριεμένη έκφραση.

Σαν έναν γονιό, που είχε θυμώσει πολύ με το παιδί του, επειδή είχε κάνει λάθος και μάλιστα, είχε πει ψέματα γι' αυτό.

Αλλά η Πάουντερ δεν μπορούσε να το καταλάβει αυτό. Για ποιόν λόγο νόμιζε ότι του είχε πει ψέματα; Ποτέ της δεν θα τον κοροΐδευε. Και ο Μπρότζετ το γνώριζε αυτό, καλύτερα από τον καθένα.

Γύρισε προς το μέρος της. <<Τώρα... Πριν από λίγο, μπήκες μέσα σε αυτό το δωμάτιο και μου είπες ότι τελείωσε. Με διαβεβαίωσες πως αυτή η ιστορία έληξε μια για πάντα, Πάουντερ. Είσαι εντελώς σίγουρη γι' αυτό όμως;>>

Στο άκουσμα αυτής της ερώτησης, παραξενεύτηκε. Τα χέρια της αιωρήθηκαν στα πλάγια του σώματος της και το μυαλό της άδειασε από κάθε άλλη σκέψη, ενώ πάλευε να επεξεργαστεί αυτήν την νέα πληροφορία.

<<Τί εννοείς;>>

Του ξέφυγε ένα πικρό γελάκι. Έπιασε νευρικά τον αυχένα του. <<Είναι ζωντανή, Πάουντερ. Έχει τραυματιστεί βαριά μεν, αλλά αυτό δεν ήταν αρκετό για να της αφαιρέσει την ζωή...>>. Την πλησίασε ξανά, έχοντας καρφώσει τα μάτια του πάνω της τόση ένταση, λες και θα μπορούσε να την σκοτώσει με αυτόν τον τρόπο. <<Η Ίνγκριντ Κουνσέν είναι ζωντανή, Πάουντερ>>.

Έπαψε να τον ακούει, μετά από αυτά τα λόγια. Αν της είπε κάτι άλλο, ήμουν πολύ αφηρημένη για να του δώσει την απαραίτητη σημασία. Το μόνο που έφτασε στα αυτιά της, ήταν βουή του αίματος της. Οι χτύποι της καρδιάς της αυξήθηκαν. Το μυαλό της άρχισε να παιρνει χίλιες φορές, αδυνατώντας να αποδεχτεί αυτό το γεγονός. Δάγκωσε δυνατά το εσωτερικό του μαγούλου της, μα ούτε η μεταλλική γεύση τους αίματος πάνω στην γλώσσα δεν ήταν αρκετά για να της αποσπάσει την προσοχή.

<<Όχι... Όχι, δεν μπορεί... Το έκανα σωστά...>>, μουρμούρισε μέσα από τα δόντια και έπιασε το κεφάλι, με τις ανάσες να βγαίνουν κοφτές από το στόμα της.

Αμέσως ο Μπρότζετ ξεθύμανε, βλέποντας την στα όρια της κρίσης πανικού. Τα χαρακτηριστικά του μαλάκωσαν και καταχράστηκε τον εαυτό του από μέσα του, επειδή της μίλησε τόσο άσχημα, ενώ ήξερε ότι δεν έπρεπε να την αναστατώνει με αυτόν τον τρόπο. Εκνευρίστηκε πολύ, διότι του διέφυγε έστω και για λίγο αυτή η λεπτομέρεια. Δεν μπορούσε να την διαχειριστεί άλλωστε, εάν βρισκόταν σε αυτήν την κατάσταση. Ούτε να την φροντίσει μπορούσε, καθώς δεν έμενε σταθερή σε ένα σημείο.

Όφειλε να την αντιμετωπίζει σαν να ήταν ό,τι πιο πολύτιμο είχε στον κόσμο... Όχι πως δεν ήταν για εκείνον. Την αγαπούσε πολύ. Και θα έκανε τα πάντα, προκειμένου να την σώσει από τους δαίμονες που την βασάνιζαν.

<<Πάουντερ Σήκωσε τα χέρια του και αποπειράθηκε να την αγγίξει, χωρίς ίχνος θυμού πλέον στο βλέμμα του.

<<Αποτυχημένη! Τα χάλασες όλα!>>

<<Όχι!>>, φώναξε η Πάουντερ με δάκρυα στα μάτια.

Άκουσε την φωνή στο μυαλό της να φωνάζει και ένιωσε ένα κύμα θυμό να την τυλίγει. Να την καταπίνει και να την βυθίζει σε έναν οικείο, σκοτεινό κόσμο, στον οποίο ήταν πολύ εύκολο να χαθεί. Αδυνατούσε επιστρέψει στην πραγματικότητα, όταν αυτές οι σκιές της θύμιζαν πόσα λάθη έκανε. Και το χειρότερο; Δεν ήξερε πώς να το αφήσω πίσω της. Ήταν μια άβυσσος... Μία ατελείωτη, τρομακτική άβυσσος.

<<Είσαι άχρηστη!>>

<<Όχι! Σταμάτα!>>, ούρλιαξε απηυδισμένη, βηματίζοντας πάνω κάτω στον χώρο.

Σ' εκείνο το σκοτάδι, δεν μπορούσε να ξεχωρίσει τι ήταν αληθινό και τι όχι... Και δεν της άρεσε καθόλου αυτό. Το μισούσε που έχανε τον έλεγχο των συναισθημάτων της. Το σιχαινόταν που κάποια άγνωστη φωνή έπαιρνε τον έλεγχο.. Ένα άγνωστο πρόσωπο, χωρίς πρόσωπο, χωρίς συγκεκριμένο παρουσιαστικό. Μόνο μία φωνή, που την πλήγωνε και έκανε την καρδιά της κομμάτι.

<<Τέρας!>>

<<Σκάσε!>>

Υπέφερε. Ήταν σαν να την χτυπούσαν εκατοντάδες μικρά σφυριά, προκαλώντας της φριχτό πονοκέφαλο. Ό,τι και να της έλεγε ο Μπρότζετ, για να την καθησυχάσει, εκείνη το απέκλειε αυτόματα... Ή πιο σωστά, αυτή η φωνή που που την καθοδηγούσε.

Άρχισε να πετάει κάτω ό,τι έβρισκε μπροστά της. Θραύσματα ποτηριών βρέθηκαν πάνω στο πανάκριβο χαλί που είχε αγοράσει πρόσφατα ο Μπρότζετ από την Ασία, όπως και μερικά μπουκάλια.

Ποσώς όμως τον ενδιέφεραν οι ζημιές. Όλα αυτά δεν ήταν δύσκολο και καθόλου χρονοβόρο να αντικατασταθούν. Σε αντίθεση με αυτήν την κοπέλα που είχε απέναντί του.

Τα ουρλιαχτά της αντηχούσαν στο δωμάτιο. Συνέχισε να καταστρέφει ό,τι έβλεπε μπροστά της, μέχρι που κάποια στιγμή, στηρίχθηκε με τις παλάμες της πάνω στον τοίχο. Πάλευε να σταθεροποιήσει τον ρυθμό της αναπνοής της και σταγόνες ιδρώτα κυλούσαν στο μέτωπο της.

<<Πάντα τα κάνεις όλα λάθος! Δεν θα πετύχεις ποτέ!>>.

Κοπάνησε το κεφάλι της στον τοίχο. Μία κίνηση που επανέλαβε αρκετές φορές, με την ελπίδα ότι αυτή η αίσθηση θα εξαφανιζόταν. Μάταιος κόπος φυσικά. Τίποτα δεν έγινε. Το βασανιστήριο της δεν σταμάτησε...

Ξαφνικά, όλα γύρω της άλλαξαν μορφή. Τα χρώματα στον χώρο έγιναν πιο έντονα και η μορφή των αντικειμένων άλλαξε. Έγιναν μεγαλύτερα. Κάθε φοβος, κάθε άγχος, κάθε ίχνος θυμού, μεγαλοποιήθηκαν στο κεφάλι της. Άξαφνα, το διαπεραστικό και ανατριχιαστικό γέλιο της έσχισε τον αέρα. Και πολύ γρήγορα, μετατράπηκε σε ένα τρομαγμένο ουρλιαχτό.

Δεν είχε ιδέα τι έκανε... Και η ίδια η Πάουντερ, δεν θα το μάθαινε ποτέ μάλλον. Δεν θα θυμόταν την παραμικρή λεπτομέρεια όσον αφορούσε εκείνο το ξέσπασμα, όπως ακριβώς και κάθε άλλο στο παρελθόν. Όταν θα επέστρεφε στην πραγματικότητα, εκείνη η μεριά του εαυτού της θα είχε πέσει σε έναν γλυκό ύπνο, έως ότου της δοθεί αφορμή να εμφανιστεί ξανά.

Άρπαξε ένα από τα όπλα που είδε και πυροβόλησε προς τον τοίχο. Ξανά και ξανά, έως ότου οι σφαίρες τελείωσαν. Και θα συνέχιζε με κάποιο άλλο, αν τα χέρια του Μπρότζετ δεν την άρπαζαν από την μέση και δεν την σήκωναν στον ψηλά, εμποδίζοντας της να κάνει κάτι που μετά δεν θα μπορούσε να το αντιστρέψει.

<<Πάουντερ! Πάουντερ, συγγνώμη! Σε εκλιπαρώ, γύρνα κοντά μου! Ηρέμησε και έλα πίσω σε εμένα!>>, της φώναξε, πατώντας το κουμπί που ενημέρωνε τους κατάλληλους ανθρώπους να έρθουν.

<<Άσε με!!!>>.

<<Πολύ σύντομα, γλυκιά μου...>>, ψιθύρισε τρυφερά στο αυτί της, ενώ την ίδια στιγμή που δύο γιατροί μπήκαν μέσα στο δωμάτιο.

Ο ένας κρατούσε μία σύριγγα, η οποία περιείχε το ηρεμιστικό. Με γοργό βήμα, τους πλησίασαν. Ο Μπρότζετ την ακινητοποίησε πάνω στο γραφείο και σήκωσε το μανίκι της Πάουντερ λίγο άτσαλα, διότι δεν σταματούσε να κουνιέται με τίποτα.

Ούτε οι λυγμοί βέβαια της. Έκλαιγε ανεξέλεγκτα και τίποτα δεν μπορούσε να την καθησυχάσει... Εκτός από ένα πράγμα, το οποίο δυστυχώς δεν μπορούσαν να της το δώσουν με άλλον τρόπο.

Δεν του άρεσε να της φέρεται έτσι. Ούτε να κάνει πράγματα πάνω στο σώμα της, χωρίς την συγκατάθεσή της. Μισούσε τον εαυτό του για κάθε τέτοια περίπτωση. Κάποιες φορές όμως, ήταν αναγκαίο κακό, επειδή δεν μπορούσε να την βοηθήσει αλλιώς.

Έκανε νόημα στον έναν να την κρατήσει σταθερή και στον άλλον να της χορηγήσει την μορφίνη.

<<Όχι! Όχι, δεν το έκανα λάθος! Δεν φταίω εγώ! Συγγνώμη!>>.

<<Όλα καλά θα πάνε... Ησύχασε, κόρη μου...>>, της χάιδεψε τα μαλλιά απαλά, δίνοντας της ένα φιλί στο κεφάλι.

Πριν προλάβει η Πάουντερ να ουρλιάξει ξανά... Όλα γύρω της βυθίστηκαν στο σκοτάδι και η φωνή μέσα στο κεφάλι χάθηκε, μαζί με την άβυσσο.

[...]

<<Δεν μπορώ να το κάνω!>>, φώναζε το μικρό κοριτσάκι τρομαγμένο, προσπαθώντας παράλληλα να κάνει ποδήλατο και να κρατήσει τα πόδια του πάνω στα πετάλια.

<<Φυσικά και μπορείς, φυστικάκι! Έλα πάμε!>>, της είπε με ένα ενθαρρυντικό χαμόγελο η κοπέλα και σταδιακά, αλλά με προσοχή, τα χέρια της απομακρύνθηκαν από τη μέση του κοριτσιού.

Την παρατήρησε και ένα χαμόγελο υπερηφάνειας αποτυπώθηκε στο πρόσωπο της, όταν κατόρθωσε να κάνει πετάλια. Δυσκολευόταν πολύ καιρό να μάθει. Είχε πέσει και χτυπήσει αρκετές φορές από όταν ξεκίνησαν μαζί τα μαθήματα και η μικρή είχε απογοητευτεί, έχοντας πιστεί ότι δεν θα απέδιδαν ποτέ καρπούς.

Τώρα όμως... Επιτέλους, η μικρή πετύχαινε τον στόχο της! Και δεν θα μπορούσε να αισθάνεται πιο χαρούμενη!

<<Τα κατάφερα! Τα κατάφερα! Κάνω ποδήλατο! Μαμά, μπαμπά!>>, φώναξε ξανά το κορίτσι, αλλά αυτήν την φορά ενθουσιασμένη.

Ήθελε όλοι να την δουν και να την θαυμάσουν. Να επικροτήσουν το κατόρθωμα της, όπως επιθυμεί και κάθε μικρό παιδί σε αυτήν την ηλικία, το οποίο ανακαλύπτει τον κόσμο και τις δυνατότητες που διαθέτει το ίδιο.

<<Η μαμά μαγειρεύει αυτήν την στιγμή, φυστικάκι, και ο μπαμπάς είναι με τον μικρό... Μην στεναχωριέσαι όμως, θα τους διηγηθούμε αργότερα αυτό που μόλις έκανες! Θα χαρούν πολύ για εσένα, είμαι βέβαιη!>>.

Σήκωσε την μικρή της αδερφή στην αγκαλιά της, η οποία γελούσε, και την οδήγησε πίσω στο σπίτι.

<<Είμαι περήφανη για εσένα, μικρή μου>>.

<<Δεν είμαι πια μικρή! Έχω μεγαλώσει! Θα γίνω πέντε σε λίγες μέρες>>, αποκρίθηκε το κοριτσάκι, τσιρίζοντας ξανά και η νεαρή κοπέλα δεν μπόρεσε να συγκρατήσει ένα γέλιο.

<<Και πάλι... Εγώ είμαι υπερήφανη>>, της είπε και την φίλησε τρυφερά στα μαλλιά.

Η μικρή ακούμπησε το κεφάλι της στον ώμο της κοπέλας και οι άκρες των λεπτών χειλιών της ανασηκώθηκαν, σχηματίζοντας ένα χαμόγελο ικανοποίησης.

Αυτές οι προσωπικές στιγμές, ήταν ό,τι αγαπούσε περισσότερο μέσα στην μέρα. Πιο πολύ και από τα πάρτυ γενεθλίων που πήγαινε ή τις ιστορίες που τις διάβαζε η μητέρα της.

<<Σε αγαπώ, αδερφούλα...>>, ψέλλισε νυσταγμένα και τύλιξε τα χεράκια της γύρω από τον λαιμό της αδερφής της.

<<Εγώ πιο πολύ, φυστικάκι>>.

Τσίμπησε παιχνιδιάρικα την μυτούλα της και τα χαχανητά και των δύο, ξεχύθηκαν στον αέρα.

...

Η Πάουντερ ανακάθισε στο κρεβάτι απότομα, παίρνοντας βαθιές ανάσες. Μετακίνησα το χέρι της στο στήθος της και ένιωσε την καρδιά της να χτυπά τόσο γρήγορα και έντονα, λες και μόλις είχε τερματίσει τον μαραθώνιο. Ο ακανόνιστος ρυθμός της, σε συνδυασμό με την μπερδεμένη έκφραση που κοιτούσε τον χώρο γύρω της, για ένα λεπτό δεν την άφησαν να καταλάβει που βρισκόταν. Η αίσθηση του ύπνου δεν την είχε εγκαταλείψει εντελώς και ακόμη τα έβλεπε όλα κάπως θολά.

Μικρές σταγόνες ιδρώτα κυλούσαν, όχι μόνο στο μέτωπο της, αλλά και σε αλλά και παντού στο κορμί της, κάνοντας το ύφασμα από τις πιτζάμες να κολλήσει πάνω της. Τα μαλλιά μου είχαν μπλεχτεί μεταξύ τους, αλλά απλωμένα στο μαξιλάρι και άλλα στο πρόσωπο της. Βέβαια, αυτό ήταν το λιγότερο που την ενδιέφερε. Ποτέ δνε την απασχολούσε η εμφάνιση της. Ωστόσο, ήταν σίγουρη πως εκείνη την στιγμή, αν αντίκριζε τον εαυτό της στον καθρέφτη, το θέαμα δεν ήταν και πολύ ευχάριστο.

<<Πάουντερ... Πάουντερ, ξύπνησες επιτέλους, κορίτσι μου>>.

Άκουσε μία φωνή να της μιλάει. Της φαινόταν οικεία, μα δυσκολευόταν να διακρίνει σε ποιόν ανήκε. Ανήκε σίγουρα σε άντρα... Αλλά σε ποιόν;

<<Με ακούς, κόρη μου;>>

Έμπλεξε τα δάχτυλα του με τα δικά της και εκείνη, μέσα στην ζαλάδα που τα έκανε όλα να γυρίζουν, κατάφερε να στρέψει το κεφάλι της προς την φωνή που της μιλούσε. Είδε την φιγούρα ενός άντρα, ο οποίος καθόταν σε μία καρέκλα. Με τον αντίχειρα του, χάιδευε την αναστροφή της παλάμης της. Παρόλο που δεν τον αναγνώριζε εκείνη την στιγμή, αυτή η κίνηση της απέπνεε εμπιστοσύνη.

Αισθάνθηκε αμέσως ασφαλής... Αυτό το άγγιγμα ήταν εξίσου οικείο και καθησυχαστικό. Λες και με αυτόν τον τρόπο, η θύελλα μέσα κόπαζε σιγά σιγά.

<<Όλα καλά. Είμαι εγώ εδώ... Ηρέμησε>>, της είπε ξανά.

Η όραση της ξεθόλωσε σταδιακά και τα χαρακτηριστικά του άντρα έγιναν πιο ευδιάκριτα. Συνειδητοποίησε ποιός ήταν και κάτι ζεστό εξαπλώθηκε στο στήθος της, κάνοντας τους μυς της να χαλαρώσουν. Μειδίασε αμυδρά και ανοιγόκλεισε τα μάτια της αρκετές φορές, ώστε να επανέλθει πλήρως στην πραγματικότητα.

<<Μπρότζετ...>>, μουρμούρισε μέσα από τα δόντια της.

<<Μην μιλάς, γλυκιά μου. Κράτα δυνάμεις. Χρειάζεται να αναπληρώσεις την ενέργεια σου>>.

Η Πάουντερ πήρε μία βαθιά ανάσα και ένα δάκρυ κύλησε στο μάγουλο της, καθώς ψιθύριζε ασταμάτητα απολογίες για το λάθος που έκανε...

Μπορεί να μην θυμόταν την αντίδραση της και όσα ακολούθησαν μετά από αυτό που της ανακοίνωσε με τόσο θυμό ο Μπρότζετ, αλλά την αποτυχία της δεν μπορούσε να την ξεχάσει...

Σιχαινόταν τον εαυτό της που έκανε ένα τόσο τραγικό λάθος. Έγινε πραγματικότητα ο χειρότερος της φόβος. Τον απογοήτευσε. Και μάλιστα, σε μία υπόθεση υψίστης σημασίας. Η γυναίκα που του κατέστρεψε την ζωή, δεν είχε φύγει από τον κόσμο.

<<Συγγνώμη...>>.

Ο Μπρότζετ έδιωξε μερικές τούφες μαλλιών από το πρόσωπο της και τις τοποθέτησε πίσω από το αυτί της. <<Δεν έχεις κανέναν να απολογείσαι, γλυκιά μου>>, της είπε και την βοήθησε να σηκωθεί από το κρεβάτι.

Τα πόδια της βυθίστηκαν μέσα στις απαλές παντόφλες της και στην συνέχεια, ρίχνοντας όλο το βάρος στα πέλματα της, μπόρεσε να σταθεί όρθια. Έκανε μερικά αδύναμα βήματα προς τον Μπρότζετ, ο οποίος την κρατούσε γερά από τους ώμους. Την καθοδήγησε στο μπάνιο.

Η Πάουντερ στηρίχθηκε στον νιπτήρα. Έριξε μπόλικο νερό στο πρόσωπο της, προκειμένου να συνέλθει. Η Μπρότζετ δεν έφυγε στιγμή από το πλάι της.

Έπιασε φευγαλέα την αντανάκλαση της στον καθρέφτη της τουαλέτας... Είχε τα χάλια της. Κατακόκκινα από το κλάμα μάτια, βαθουλωμένα μάγουλα και πληγωμένα χείλη, από τις τόσες φορές που τα είχε δαγκώσει, λόγω νευρικότητας. Και τότε, πρόσεξε τις μελανιές στα χέρια της. Η υποψία του πώς τις απέκτησε πιθανότατα, εισχώρησε στο μυαλό της και την έκανε να ανατριχιάσει.

Έκλεισε τα μάτια της και πήρε μία βαθιά ανάσα, προτού κοιτάξει τον Μπρότζετ. <<Ξέφυγα πάλι... Έτσι δεν είναι;>>

Ο Μπρότζετ έγνεψε θετικά, αλλά δίχως ίχνος κατηγορίας στο βλέμμα του. <<Λογικό είναι. Εγώ φταίω. Σε αναστάτωσα και δεν υπήρχε λόγος>>.

Η Πάουντερ έσμιξε τα φρύδια της και τον ακολούθησε ξανά στο δωμάτιο, παραξενεμένη από την στάση του.

Αδυνατούσε να καταλάβει γιατί δεν της είχε θυμώσει. Και δεν γινόταν να μην εκφράσει αυτήν την απορία... Διότι και όλες τις προηγούμενες φορές, παρά το γεγονός ότι έκανε λάθη, ποτέ δεν την είχε κατηγορήσει. Πέρα από το ξέσπασμα του λοιπόν, που το θυμόταν αμυδρά, δεν ανακαλούσε άλλες εκρήξεις θυμού στο παρελθόν.

<<Γιατί είσαι τόσο ψύχραιμος; Απέτυχα στην αποστολή μου, και μάλιστα παραπάνω από μία φορά. Αυτήν ήταν η μοναδική μου ευκαιρία να την σκοτώσω μία και καλή, αλλά δεν το έκανα... Όχι όπως έπρεπε. Γιατί λοιπόν παραμένεις τόσο ευγενικός και καλός; Ξέρω πως δεν χαρίζεις κάστανα σε κανέναν, Μπρότζετ. Και μαζί μου, το έκανες πάνω από μία φορά. Δεν το αξίζω... Σε παρακαλώ, δώσε μου μία λογική εξήγηση>>, είπε και πέρασε τα δάχτυλα μέσα από τα καστανά μαλλιά της, βάζοντας τα πίσω από τους ώμους της.

Δεν χρειάστηκε να σκεφτεί πολύ ώρα, προτού της απαντήσει. <<Ομολογώ πως εξοργίστηκα, όταν η πηγή μου με ενημέρωσε πως η Ίνγκριντ Κουνσέν ήταν ζωντανή... Αλλά δεν έπρεπε να είμαι σκληρός μαζί σου. Τόσα χρόνια, σου μάθαινα πώς να εκτελείς εντολές... Και όχι πώς να διαχειρίζεσαι την αποτυχίαε. Οπότε, φέρω μεγάλη ευθύνη και σου ζητώ συγγνώμη>>. Την πλησίασε με αργό βήμα, πιο πολύ για να της υπενθυμίσει πως δεν ήταν εχθρός της. Έπιασε ξανά τους ώμους της και την κοίταξε κατάματα. <<Τα λάθη είναι αναπόφευκτα. Και όφειλα να σου διδάξω πρώτα αυτό και μετά όλα τα άλλα... Θέλω να με συγχωρέσεις που σε πόνεσα τόσο πολύ>>.

Αγκαλιάστηκαν και το αρνητικό κλίμα έπαψε να υπάρχει... Έστω προσωρινά, μέχρι κάτι άλλο να τους ταράξει.

Αυτά τα λόγια λειτούργησαν θεραπευτικά για την ψυχολογία της. Ήταν ακόμη λίγο στεναχωρημένη, όμως τουλάχιστον ένα μεγάλο βάρος είχε φύγει από τους ώμους της και μπορούσε να ανασάνει ελεύθερα.

Ξαφνικά, η αποφασιστηκότητα της γέμισε ξανά και το μυαλό της ξεκίνησε να σκαρφίζεται ένα καινούργιο σχέδιο... Στο οποίο δεν θα συμμετείχε μόνη της και έτσι, οι πιθανότητες αποτυχίας εκμηδενίζονταν αυτόματα.

Απομακρύνθηκε από τον Μπρότζετ και έτρεξε έξω από το δωμάτιο, αγνοώντας τις φωνές του και το ότι την ακολουθούσε.

Κατευθύνθηκε προς το δωμάτιο και εργαστήριο της. Άνοιξε κατευθείαν την ντουλάπα και πετώντας έξω μερικά ρούχα, βρήκε το πολυπόθητο κουτί παπουτσιών που αναζητούσε. Αφαίρεσε το καπάκι... Και ένα σαρδόνιο χαμόγελο αποτυπώθηκε στο πρόσωπο της. Αφαίρεσε το καπάκι και η έκφραση της, από φοβισμένη, μετατράπηκε σε ενθουσιασμένη.

<<Πάουντερ... Τι στο καλό;>>, είπε λαχανιασμένος και στάθηκε λίγες μέτρα μακριά της, βλέποντας το κουτί που κρατούσε στα χέρια της.

Εκείνη γύρισε προς το μέρος του και με ελάχιστα βήματα, βρέθηκε μπροστά του, δείχνοντας του το περιεχόμενο.

Τα φρύδια του Μπρότζετ ανασηκώθηκαν και  Πάουντερ έσπευσε να του εξηγήσει. <<Έχω μία τελευταία ιδέα... Μα για να πετύχει, πρέπει να έρθεις και μαζί μου. Να μου φέρεις και λίγη τύχη>>.

Τα χείλη του Μπρότζετ τρεμόπαιξαν, προτού σχηματίσουν ένα μειδίαμα. <<Είσαι σίγουρη γι' αυτό, κόρη μου; Μπορεί να έχουμε παράπλευρες απώλειες, αν το επιχειρήσεις αυτό>>.

Κούνησε το κεφάλι της. <<Η ελπίδα πεθαίνει πάντα τελευταία, δεν λένε; Εξάλλου, την είχα κατασκευάσει πριν από πολύ καιρό και περίμενα την κατάλληλη στιγμή, για να την αξιοποιήσω... Ήρθε η ώρα για το μεγάλο μπαμ>>, τον πείραξε και ξέσπασαν σε δυνατά γέλια.

Μέσα σε αυτήν την χαρούμενη ατμόσφαιρα, η Πάουντερ δεν μπορούσε να μην δώσει σημασία σε αυτό το μούδιασμα που της άφησε το όνειρο. Παρατήρησε το χρυσό βραχιόλι στο χέρι της...

Δεν ήξερε γιατί, αλλά από την συνάντηση με την Ίνγκριντ Κουνσέν και μετά, σε συνδυασμό με τα περίεργα όνειρα και τις αναλαμπές που πλήθαιναν με τον καιρό, το έβλεπε διαφορετικά. Σαν να της δημιουργούσε ένα βάρος, το οποίο δεν γνώριζε από πού προερχόταν. Και φυσικά, δεν έδειχνε αναμνήσεις, οι οποίος αποκλείεται να ήταν δικές της.

Το τέλος πλησίαζε... Μπορούσαν να το νιώσουν και οι δύο.

Κι' όμως, γιατί η Πάουντερ δεν μπορούσε να απαλλαγεί από την αίσθηση ότι σε αυτό το τέλος, η κατάληξη θα ήταν πολύ διαφορετική από αυτήν που φαντάζονταν;

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top