Σχεδον 18 {55}
Το κουδούνι για διάλλειμα χτύπησε και όλοι σηκώθηκαν απότομα από τις θέσεις τους.
Η Ρεβέκκα δίπλα μου φαινόταν υπερβολικά κουρασμένη. Ήταν χλωμή και οι μαύροι κύκλοι κάτω από τα μάτια της προδίδαν ότι είχε μέρες να κοιμηθεί.
"Είσαι καλά;" ρώτησα και σήκωσε αργα το κεφάλι της κοιτώντας προς το μέρος μου
"Ναι" απάντησε υποτονικά
"Δε φαίνεται" σχολίασα και κάθισα ξανά δίπλα της
"Χτες πως και με γύρισες σπίτι μου;" ρώτησα.
Το σκεφτόμουν όλο το βράδυ και ειχα αποφασίσει ότι θα τη ρωτούσα. Εκείνη με κοίταξε ρολάροντας τα μάτια της. Ήταν ολοφάνερο ότι την κούραζαν οι ερωτήσεις μου.
"Δε μπορούσα να σε αφήσω μόνο σου στη συγκεκριμένη γειτονια" είπε ξερά
Νοιαζόταν για μένα;
"Μπορείς να μου πεις γιατί θύμωσες τόσο που μπήκα στο μπαρ;" τη ρώτησα και με κεραυνοβόλησε με το βλέμμα της.
Μερικά δευτερόλεπτα σιωπής προηγήθηκαν πριν μου απαντήσει.
"Είναι επικίνδυνα για σένα εκεί μέσα" απάντησε στον ίδιο τόνο με πριν
"Γιατί;" ξαναρώτησα
Εκείνη δυσανασχέτησε αλλά προς έκπληξή μου δε με έβρισε.
"Φτάνουν οι ερωτήσεις μικρέ" είπε και ξάπλωσε στο θρανίο της.
Χωρίς να θέλω να την εκνευρίσω, σηκώθηκα και προχώρησα προς την πόρτα της τάξης.
"Ίσως πρέπει να πας στο σπίτι σου να ξεκουραστείς" είπα και βγήκα από την τάξη χωρίς να περιμένω απάντηση.
[...]
Χαιρέτησα τον Γιάννη και προχώρησα προς το αυτοκίνητό μου. Ξαφνικά ένιωσα ένα σκούντημα στον ώμο.
Γύρισα και αντίκρυσα έναν ψηλό τύπο, γεμάτο τατουάζ να με κοιτάει άγρια
"Θέλεις κάτι;" ρώτησα παραξενεμένος
"Πόσο χρονών είσαι;" με ρώτησε αγνοώντας τη δική μου ερώτηση
"Σχεδόν 18. Γιατί;" ρώτησα μπερδεμένος
"Μάλιστα. Και τι κάνει ένας ανήλικος με μια 20χρονη;" με ρωτησε και εσμιξα τα φρυδια μου
"Τι εννοείς; Νομίζω κάνεις λάθος" είπα και γύρισα να φύγω
"Δεν κάνω κανένα λάθος μικρέ. Για τη Ρεβέκκα λέω" είπε και κοκκάλωσα στη θέση μου
"Η Ρεβέκκα είναι στην ηλικία μου" είπα αλλά πλέον δεν ήμουν σίγουρος
"Νομίζεις. Η Ρεβέκκα είναι 20 χρονων" είπε γελωντας ειρωνικά
"Και γιατί πάει σχολείο;" ρώτησα απορημένος
"Γιατί δε το έχει τελειώσει ακόμα" απάντησε σαν να ήταν το πιο φυσικό πράγμα του κόσμου.
Μπερδεμένος κούνησα το κεφάλι μου και γύρισα να φύγω, μέχρι που ξανάκουσα τη φωνή του.
"Μείνε μακριά της. Δεν είναι αυτή που νομίζεις." είπε και χωρίς άλλη κουβέντα απομακρύνθηκα αφήνοντάς με γεμάτο ερωτηματικά.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top