Πρέπει να σου μιλήσω {67}

Κάθισα στο θρανίο μου και κοίταξα προς την πόρτα. Η Ρεβέκκα δεν είχε έρθει τις τρεις πρώτες ώρες, οπότε δεν είχα πολλές ελπίδες.

Παρ'όλα αυτά, το χαμόγελό μου πλάτυνε όταν είδα τη φιγούρα της να εμφανίζεται στην πόρτα και να προχωράει προς τη θέση της, αγνοώντας τους πάντες.

Τσάντα στον έναν ώμο, σκούρα ρούχα, σκουλαρίκια που γυάλιζαν και μπλαζέ ύφος. Η καθηγήτρια την κοίταξε επικριτικά, αλλά δε σχολίασε την αργοπορία της.

"Anderson πρόσεχε με τις απουσίες. Αν συνεχίσεις έτσι θα μείνεις. Πάλι" είπε η καθηγήτρια με ύφος και γύρισε στο μάθημά της.

Η Ρεβέκκα ρόλαρε τα μάτια της αλλά δεν σχολίασε κάτι. Κάθισε δίπλα μου και πέταξε την τσάντα της βαριεστημένα στο πάτωμα. Γύρισα και την κοίταξα εξεταστικά.

"Στο διάλειμμα θέλω να μιλήσουμε" της είπα και γύρισε να με κοιτάξει.

"Οκει" είπε αδιάφορα και ξαναγύρισε μπροστά της.

[...]

Το κουδούνι χτύπησε και όλα τα παιδιά σηκώθηκαν από τις θέσεις τους και βγήκαν απο την τάξη.

"Τι θες;" με ρώτησε η Ρεβέκκα

"Απο πού ξέρεις την πατέρα μου;" τη ρώτησα και σήκωσε το φρύδι της

"Τι εννοείς;" με ρώτησε

"Μη κάνεις ότι δε ξέρεις. Σε άκουσα στο πάρτι που μιλούσες με τους φίλους σου" είπα και κοίταξε αλλού

"Δε μπορώ να σου πω" είπε ψυχρά και έκανε να σηκωθεί απο το θρανίο, αλλά την ξανατράβηξα πίσω

"Γιατί θες να κάνεις κακό στον πατέρα μου γαμώ; Λέγε" είπα άγρια και με κοίταξε θυμωμένη

"Άντε παράτα με ρε πούστη μου" φώναξε και βγήκε από την τάξη

Έχωσα τα χέρια μου στα μαλλιά μου και τα τράβηξα πίσω. 

[...]

Ξεκλείδωσα το αυτοκίνητο και άνοιξα την πόρτα του οδηγού. Μπήκα και πήγα να κλείσω την πόρτα, όμως ένα χέρι με σταμάτησε.

Σήκωσα το βλέμμα μου και είδα τη Ρεβέκκα να με κοιτάει συνοφρυωμένη.

"Πρέπει να σου μιλήσω" είπε και την κοίταξα προβληματισμένος

Της έκανα νόημα να μπει στο αυτοκίνητο και μπήκε στη θέση του συνοδηγού.

[...]

Φτάσαμε στο παγκάκι που πηγαίναμε συνέχεια και καθίσαμε. Η Ρεβέκκα πηρέ μια βαθιά ανάσα και γύρισε προς το μέρος μου.

"Αυτό που θα ακούσεις δε θα σου αρέσει" μου είπε επιφυλακτικά και ήταν η πρώτη φορά που έβλεπα τη Ρεβέκκα τόσο διστακτική.

Της έγνεψα και άναψε ένα τσιγάρο.

"Θυμάσαι που σου είπα ότι κάποιος είχε βιάσει τη μάνα μου;" με ρώτησε και την κοίταξα

"Ναι"

"Και σου είπα ότι ξέρω ποιος το έκανε" είπε εκείνη ξανά και έγνεψα

"Ν-ναι" είπα τραυλίζοντας και κάτι μου έλεγε ότι δε θα μου άρεσε η συνέχεια

"Έψαχνα για χρόνια κάποιο στοιχείο που θα με βοηθήσει να τον βρω και πριν δυο χρόνια βρήκα κάποια βίντεο και φωτογραφίες" είπε

"Στα βίντεο φαινόταν καθαρά το πρόσωπο του πατέρα σου Ιάσονα" είπε και ένιωσα να ζαλίζομαι

"Μη λες μαλακίες" φώναξα και σηκώθηκα να φύγω, αλλά το χέρι της με σταμάτησε

"Κοίτα, ξέρω ότι δε με εμπιστεύεσαι, αλλά εδώ πρόκειται για κάτι σοβαρό. Μιλάμε για βιασμό. Το καταλαβαίνεις αυτό Ιάσονα;" μου φώναξε και με ταρακούνησε

"Αυτός ο καριόλης που αποκαλείς πατέρα βίασε τη μάνα μου" φώναξε μες τα μούτρα μου και άνοιξε την τσέπη της, βγάζοντας το κινητό της.

Το ξεκλείδωσε και μπήκε στη συλλογή με τις φωτογραφίες της. Το έτεινε προς το μέρος μου και το έπιασα διστακτικά.

Ένα βίντεο ξεκίνησε να παίζει. Φαινόταν ξεκάθαρα το πρόσωπο του πατέρα μου και το πρόσωπο μιας γυναίκας. Η γυναίκα έκλαιγε και εκλιπαρούσε να την αφήσει, αλλά εκείνος συνέχιζε.

Έκλεισα το κινητό γρήγορα και το έδωσα πίσω στη Ρεβέκκα. Τράβηξα τα μαλλιά μου και ξεφύσιξα.

Ένιωθα όλο μου τον κόσμο να γκρεμίζεται.

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top