Ειναι πολυ ομορφη {03}
Βγηκα απο το αυτοκινητο και προχωρησα προς την μεγαλειωδη εισοδο του σπιτιου μας. Χτυπησα και μου ανοιξε η Σουζι, μια απο τις πολλες οικιακες βοηθους που ειχαν προσλαβει οι γονεις μου.
Μπαινοντας μεσα, αντικρισα τους γονεις μου στον καναπε. Μολις με ειδαν σηκωθηκαν και με χαιρετησαν δινοντας μου το χερι.
"Γεια σας. Πως ηταν το ταξιδι;" ρωτησα
"Μια χαρα Ιασονα. Εσυ τι εκανες εδω;" ρωτησε ο πατερας μου.
"Χτες διαβαζα ολο το μεσημερι και μετα βγηκα μια βολτα με τον Γιαννη"
"Πρεπει να ελαχιστοποιησεις τις βολτες. Σε μερικους μηνες θα δινεις πανελληνιες." ειπε εκεινος αυστηρα και αναστεναξα.
"Μαλιστα πατερα" ειπα σφιγγοντας τα δοντια μου.
Αφου συζητησα για λιγο μαζι τους για τις επιχειρησεις, ανεβηκα στο δωματιο μου για να ξεκινησω να κανω τα μαθηματα μου για αυριο.
Μολις εβγαλα τα βιβλια μου ακουσα το κινητο μου να δονειται. Το ανοιξα και ειδα οτι ειχα μηνυμα απο τον Γιαννη.
Γιαννης: Φιλε ταξε μου. Βρηκα το ινστα της καινουριας.
Μου το εστειλε και μπηκα στην αναζητηση για να την βρω. Πατησα στο πρωτο προφιλ που εμφανιστηκε και ηρθα αντιμετωπος με τις φωτογραφιες της.
Την λενε Ρεβεκκα και απ' οτι φαινεται πρεπει να ηταν πολυ δημοφιλης. Ειχε πανω απο 5k ακολουθους και πολλα λαικς στις φωτογραφιες της. Την ακολουθησα και εκλεισα το κινητο μου. Δεν περιμενα να με ακολουθησει και εκεινη οποτε συγκεντρωθηκα στο διαβασμα μου.
[...]
Εκλεισα τα βιβλια μου και κοιταξα εξω απο το παραθυρο. Ο ηλιος επεφτε σιγα σιγα και ο ουρανος ειχε ενα εντονο πορτοκαλι χρωμα.
Κατεβηκα στην κουζινα και βρηκα την Σοφια να ετοιμαζει φαγητο. Οι γονεις μου ελειπαν στην εταιρεια οπως παντα. Καθισα στο τραπεζι και μολις τελειωσα το φαγητο μου, καθισα στο σαλονι με το κινητο μου για να χαζεψω λιγο στο Instagram.
Μπηκα στο προφιλ της Ρεβεκκας και εμεινα να χαζευω τις φωτογραφιες της. Στις περισσοτερες κρατουσε ενα τσιγαρο ή καποιο μπουκαλι με αλκοολ. Σε μερικες φωτογραφιες εβλεπα τα παιδια με τα οποια ηταν στο σχολειο. Μαλλον ηταν η παρεα της.
Βγηκα απο το Instagram και εκλεισα το κινητο μου, αφου ειδα οτι η ωρα ηταν 8 και το δειπνο θα ειχε ετοιμαστει. Ο Γιαννης μου ειχε στειλει μηνυμα να βρεθουμε αλλα οι γονεις μου δε με αφηναν, οποτε αναγκαστικα επρεπε να μεινω στο σπιτι.
Αφου εφαγα, κατεβηκα στο υπογειο, στην αιθουσα προβολων και εβαλα μια ταινια για να περασει η ωρα. Ξαπλωσα σε εναν απο τους μεγαλους καναπεδες και ξεκινησα την ταινια. Λιγο αργοτερα τα ματια μου εκλεισαν απο μονα τους και αφεθηκα σε εναν βαθη υπνο.
[...]
Ανοιξα τα ματια μου απο τον δυνατο ηχο του ξυπνητηριου μου και κοιταξα γυρω μου. Μου πηρε λιγα δευτερολεπτα να καταλαβω οτι με ειχε παρει ο υπνος στην αιθουσα προβολων.
Εκλεισα τον προβολεα και ανεβηκα πανω βιαστικα γιατι ειχα αργησει για το πρωινο. Αφου εκανα ενα γρηγορο ντουζ για να ξυπνησω, εβαλα ενα τζιν και μια μπλουζα και κατεβηκα στην κουζινα.
Βρηκα τους γονεις μου στο τραπεζι και καθισα μαζι τους.
"Αργησες" ειπε η μητερα μου με επικριτικο βλεμμα.
"Δε θα ξαναγινει" αποκριθηκα και ξεκινησα να τρωω το πρωινο που ειχε ετοιμασει η Σοφια.
Η ωρα ηταν ηδη 8 παρα 15. Βγηκα απο το σπιτι και κατευθυνθηκα προς το αυτοκινητο. Ο σοφερ μου ανοιξε την πορτα για να μπω και αφου μπηκε και εκεινος, ξεκινησαμε για το σχολειο.
Μολις φτασαμε με χαιρετησε με ενα νευμα και βγηκα απο το εντυπωσιακο αυτοκινητο. Περπατησα προς την εισοδο του σχολειου και μολις εντοπισα τον Γιαννη, τον πλησιασα.
"Καλημερα" ειπε κεφατος, οπως παντα.
"Που την ειδες;" του απαντησα θυμωμενος
"Γιατι ρε τι εγινε;" ρωτησε εκεινος απορημενος
"Γυρισαν οι γονεις μου και αρχισαν παλι τα κυρηγματα"
"Ωχ...για αυτο δε μπορουσες να βγουμε χτες ε;"
"Ε για τι αλλο;"
"Θα ξαναφυγουν. Αφου τον μισο χρονο λειπουν σε ταξιδια"
"Παλια δε μου αρεσε που εφευγαν αλλα πλεον βρισκω την ησυχια μου" ομολογησα ενοχα
"Λογικο ειναι ρε Ιασονα. Καιρος ηταν να αρχισεις να αποκοβεσαι λιγο απο τους γονεις σου"
"Ναι υποθετω πως εχεις δικιο" ειπα
Το κουδουνι χτυπησε διακοπτοντας την κουβεντα μας. Πηραμε τις τσαντες μας και προχωρησαμε βαριεστημενα προς τις ταξεις.
Καθισαμε στο θρανιο μας και βγαλαμε τα βιβλια για το πρωτο μαθημα, την φυσικη. Κοιταξα γυρω μου αλλα δεν ειδα πουθενα τη Ρεβεκκα και την παρεα της. Γυρισα μπροστα μου και προσπαθησα να συγκεντρωθω στο μαθημα.
Το επομενο μαθημα ηταν λογοτεχνια. Ποτε δε μου αρεσε. Παντα δυσκολευομουν να την καταλαβω και δε με πολυενδιεφερε κιολας.
Μολις ο καθηγητης μπηκε στην ταξη ο Γιαννης με σκουντηξε. Γυρισα προς το μερος του και τον κοιταξα απορημενος.
"Ειδες καθολου τους καινουριους; Μαλλον δεν ηρθαν" ειπε και εγνεψα
"Οχι. Ειδα τον λογαριασμο της κοπελας ομως. Την λενε Ρεβεκκα"
"Το ξερω. Τσεκαρα τον λογαριασμο της χτες." μου απαντησε.
"Ειναι πολυ ομορφη παντως" ειπα και εγνεψε
"Ναι ειναι" απαντησε εκεινος και γυρισε μπροστα του για να προσεξει στο μαθημα.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top