Δε ξερω τι εννοεις {45}
Ανοιξα τα ματια μου από τον ισχυρο πονοκεφαλο. Τα χθεσινα γεγονοτα δε με αφησαν να κοιμηθω σχεδον ολο το βραδυ. Ειδα ότι η ωρα ηταν 10. Σηκωθηκα και αφου εκανα ένα γρηγορο μπανιο, εκλεισα τη βαλιτσα μου και κατεβηκα στο σαλονι.
"Καλημερα"ακουσα τη φωνη της Σοφιας πισω μου και γυρισα προς το μερος της
"Καλημερα" απαντησα
"Ο σοφερ είναι εδώ" ειπε και αφου τη χαιρετησα βγηκα από το σπιτι με κατευθυνση το αυτοκινητο.
Φτασαμε στο αεροδρομιο και από μακρυα εντοπισα το τζετ. Κατευθυνθηκα προς τα εκει χαιρετωντας τον πιλοτο και τις τρεις αεροσυνοδους.
Αφησα τα πραγματα μου και καθισα σε ένα από τα καθισματα.
Ενιωσα το κινητο μου να δονειται και το εβγαλα από την τσεπη μου. Ανοιγοντας το ειδα ένα μηνυμα από τον Γιαννη.
"Μη ξεχασεις να ανεβασεις στορυ" ελεγε το μηνυμα
Γελασα και εβγαλα μια φωτογραφια καθως απογειωνομασταν. Την ανεβασα στορυ και εκλεισα το κινητο μου αφηνοντας το στο τραπεζι.
Η μια από τις αεροσυνοδους με πλησιασε χαμογελωντας.
"Κυριε Δημητριου θα θελατε να πιειτε κατι;" με ρωτησε
"Ένα τσαι" απαντησα χαμογελωντας και εκεινη εφυγε.
Ανοιξα το κινητο μου και μπηκα στο Instagram της Ρεβεκκας. Χαζευα τις φωτογραφιες της σαν να ηταν η πρωτη φορα που τις εβλεπα.
[..]
Το βλεμμα μου σκαλωσε στην τελευταια της φωτογραφια. Ηταν τραβηγμενη πριν από 4 μερες. Καθοταν πανω στο καπο του αυτοκινητου της καπνιζοντας. Φορουσε ένα κοντο μαυρο μπλουζακι, ένα σκισμενο μπλε φαρδυ τζιν και έναν μαυρο σκουφο. Τα καστανα μαλλια της επεφταν σα χειμαρος επανω στο μπουφαν της, ενώ τα πρασινα ματια της εκαναν αντιθεση με την υπολοιπη φωτογραφια.
Χωρις να το καταλαβω πατησα λαικ. Γουρλωσα τα ματια μου και αμεσως το πηρα πισω πιστευοντας ότι δε θα το καταλαβαινε.
Πριν προλαβω να χαρω ειδα ένα μηνυμα από εκεινη.
"Αστο το ειδα"
"Δε ξερω τι εννοεις" ειπα προσπαθωντας να το σωσω
"Ξερεις πολύ καλα"
"Καταλαθος εγινε"
"Η φωτογραφια ανεβηκε πριν από 4 μερες φυτουλι" απαντησε και ημουν σιγουρος ότι εκεινη τη στιγμη χαμογελουσε ειρωνικα
"Ετυχε"
Εκεινη απλα με αφησε στο διαβαστηκε χωρις να πει κατι άλλο. Εκλεισα το κινητο μου και εριξα πισω το κεφαλι κλεινοντας τα ματια μου.
[...]
Ξυπνησα από τη φωνη της αεροσυνοδου που μου ελεγε ότι φτασαμε.
Πηρα τα πραγματα μου και βγηκα από το αεροπλανο. Το βλεμμα μου επεσε πανω στους γονεις μου που με περιμεναν. Μολις με ειδαν χαμογελασαν και ηρθαν προς το μερος μου.
"Καλως ηρθες αγορι μου" ειπε πρωτη η μητερα μου και με αγκαλιασε.
Ξαφνιαστηκα καθως δεν ημουν συνηθισμενος σε τετοιες πραξεις τρυφεροτητας αλλα ανταπεδωσα.
"Πως ηταν το ταξιδι σου γιε μου;" ρωτησε ο πατερας μου καθως προχωρουσαμε προς το αυτοκινητο.
Φτασαμε στο σπιτι που εμεναν οι γονεις μου και μπηκαμε μεσα. Ηταν εξισου μεγαλο και εντυπωσιακο με το κανονικο μας σπιτι.
Η μητερα μου φωναξε μια οικιακη βοηθο για να παρει τα πραγματα μου και καθισαμε στο σαλονι.
"Πως περνας;" με ρωτησε ο πατερας μου
"Καλα πατερα. Διαβαζω αρκετα" ειπα
"Βγαινεις κιολας ετσι;" ρωτησε και εγνεψα διστακτικα
"Καλα κανεις. Και λιγο εξω δεν κανει κακο" ειπε και γουρλωσα τα ματια μου
Εκεινος το καταλαβε και γελασε δυνατα.
"Δεν επαθα κατι μην ανησυχεις. Απλα καταλαβα ότι μεγαλωσες και εισαι αρκετα ωριμος για να κανεις το σωστο." ειπε και εγνεψα εκπληκτος.
"Λοιπον παμε να φαμε" ειπε η μητερα μου και σηκωθηκε πρωτη με προορισμο την κουζινα.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top