Άτιτλο κεφάλαιο 13
Η Ρένα δεν είχε πολλά να κάνει εκείνο το μεσημεριανό και έπληττε. Ήταν η τρίτη φορά μέσα στον μήνα που απουσίαζε ο πατέρας της από το σπίτι για χάρη ενός μακρινού επαγγελματικού ταξιδιού στη βόρεια Ελλάδα. Γι αυτό η ίδια προκειμένου να μην σκέφτεται όλη τη μέρα συνεχώς, ανέλαβε να απλώσει τη μπουγάδα, να ποτίσει τα οπωροφόρα είδη και λουλούδια του κήπου και γενικώς ένα σωρό δραστηριότητες. Έδωσε άδεια στην μοναδική οικονόμο του σπιτιού, τη Φλορένς να λείψει για τη συγκεκριμένη μέρα μόνο και μόνο για να αναλάβει η ίδια τις περισσότερες δουλειές και για να μην την επιβαρύνει.
Η Φλορενς αντάλλαξε ένα χαμόγελο ευγνωμοσύνης με τη νεαρή κόρη του εργοδότη της, λίγο πριν φύγει από το σπίτι καθώς δεν συνηθιζόταν τέτοια πράξη ανθρωπιάς προς την ίδια καίτοι απλή υπηρέτρια. Έτσι η Ρένα είχε να επωμιστεί και την καθαριότητα και μόνο έπειτα από ώρα, επέτρεψε στον εαυτό της να ξεκουραστεί αναπαυτικά στη επενδυμένη από μαξιλάρια καρέκλα του εξωτερικού τραπεζιού. Κατά τα άλλα η σημερινή μέρα μαζί με την επόμενη προβλεπόταν βαρετή...αν δεν διαταρασσόταν από μια απρόσμενη και απειλητική άφιξη.
Καθισμένη ήταν και σκεφτόταν πότε μελαγχολικά-πότε ευδιάθετα... όμως αυτό που είδε την ανάγκασε να σηκωθεί ανάστατη από την καρέκλα της. Μόλις είχε προσέξει την Γαλήνη έξω από την καγκελόπορτα. Της επέτρεψε να περάσει έτσι ώστε να ακούσει ότι είχε να της πει. Καλύτερα να μιλούσαν και να ξεκαθάριζαν αυτή τη φορά.
« Γεια σας δεσποινίς Ρένα. Όπως βλέπετε δεν μπορούσα να μην έρθω » της μίλησε με ύφος περιφρόνησης.
« Γεια σας κυρία Γαλήνη. Τι κάνετε εδώ στο σπίτι μου; Με ξαφνιάζετε ».
Η Γαληνη δεν χρονοτρίβησε και της μίλησε με σκληρότητα:« Σου είπα να μείνεις μακρια του όμως επέλεξες την εναλλακτική που σε βόλευε και ευχαριστούσε » τα καυστικά υπονοούμενα της φανέρωναν μεγάλη κατηγορία εναντίον της Ρένας η οποία χαμήλωσε το βλέμμα της επειδή αισθάνθηκε πόσο ζόρικο και άβολο γινόταν το κλίμα ανάμεσα τους.
« Ναι πράγματι σας παράκουσα. Συγγνώμη αλλά δεν γινόταν αλλιώς. Τον αγάπησα πολύ για να κρατηθώ μακριά του » απολογήθηκε με μια μελαγχολική λύπη.
« Αν δεν τον αφήσεις σύντομα, θα κάνω κάτι πιο δραστικό για να σας χωρίσω εγώ η ίδια. Και αυτό το μέτρο που θα πάρω θα είναι πολύ στενάχωρο για εσένα, πίστεψε με μικρούλα » την προειδοποιούσε γεμάτη μοχθηρή κακία.
Όμως κάποια στιγμή ενόσω την άκουγε αμίλητη χωρίς να αντιδρά κατάλαβε πως δεν έπρεπε να νιώθει άσχημα, ούτε να ντρέπεται για την επιλογή της να είναι με τον Αντώνη. Γι αυτό έγινε πιο τολμηρή και υποστήριξε το δικαίωμα της στην χαρά της ευτυχίας.
« Ακούστε, δεν ξέρω σε ποιο συμπέρασμα θέλετε να με φτάσετε με τις προειδοποιήσεις σας πάντως νομίζω ότι καλύτερα θα ήταν να σταματήσει. Δεν είναι σωστό να επιδιώκετε να μπαίνετε ανάμεσα σε δύο τίμιους ανθρώπους, όπως εγώ και ο Αντώνης. Είμαστε ζευγάρι ανεπίσημα, αλλά αγαπιόμαστε και θέλουμε να είμαστε μόνιμα μαζί » της μίλησε με σοβαρό και προσεκτικό τόνο που σκοπό είχε να τη συνετίσει.
« Τι είπες; Αγαπάς τον Αντώνη τόσο που κατάλαβες ότι θέλεις να ζήσεις την αγάπη σας αδιαφορώντας για την γνώμη μου; » αισθάνθηκε προσβεβλημένη και στεναχωρημένη η Γαλήνη μην δείχνοντας ωστόσο το δεύτερο.
« Ναι τον αγαπώ! Μην συνεχίζετε να μου ζητάτε λοιπόν να μείνω μακριά του και μην με ενοχλείτε γενικώς. Απλώς καταλάβετε το και επιτρέψτε μας να χαρούμε τον δεσμό μας » έγινε πιο σίγουρη και κατηγορηματική η Ρένα.
« Δεν βλέπω πως μπορώ να βγάλω άκρη μαζί σου, λυπάμαι. Εσύ το αποφάσισες όμως. Νόμιζα πως ήσουν έξυπνη, συνεργάσιμη αλλά τελικά έσφαλα κατά πολύ » πήρε ένα δήθεν περίλυπο ύφος ματαίωσης η Γαλήνη και αποχώρησε από την μεγάλη οικία. Η Ρένα είχε επηρεαστεί έντονα συναισθηματικά από τη συζήτηση και έχασε κάθε ενδιαφέρον για τυχόν άλλες δραστηριότητες που είχε σχεδιάσει να κάνει. Ήταν περήφανη όμως για τον εαυτό της επειδή υποστήριξε το δίκιο της μετά από πολύ καιρό.
« Πόσο λίγο με ενδιαφέρει κυρία Κλέμενς! Υπάρχουν πιο σημαντικά πράγματα που με απασχολούν ως προτεραιότητες από το να βγω για ψώνια μαζί σας » αντέδρασε η Ρένα λίγο πιο έντονα απέναντι στη δασκάλα της. Η δεύτερη ήταν απροετοίμαστη για τέτοια συμπεριφορά αλλά δεν κάκιωσε. Απάντησε με συγκατάβαση μόνο: « εντάξει δεσποινίς, δεν είναι υποχρεωτικό να θέλουμε τα ίδια πράγματα, πόσο μάλλον να τα εφαρμόζουμε έμπρακτα κιόλας »
[...]
Η Ρένα έπαιζε φλογέρα σε εκείνο μεσημεριανό διάλειμμα του σχολείου. Όλες οι συμμαθήτριες της απ το ίδιο τμήμα και τα παράλληλα συγκεντρώθηκαν γύρω της . Την άκουγαν με πολύ έντονο το αίσθημα της εξ απτόμενης μαγείας. Όταν τελείωσε το μελωδικό κομμάτι, την χειροκρότησαν και στάθηκαν κοντά της για να της πιάσουν κουβέντα, όμως η Ρένα ένιωσε αμήχανα. Για αυτό πλεύρισε την Εύα ώστε να πάνε σταθούν στην άκρη του προαυλίου από την στιγμή που αισθανόταν πιο βολικά και ευχάριστα με την παρέα της.
« Η διαίσθηση μου δεν είναι πολύ καλή Ευα για αυτό μελαγχόλησα πριν λίγο καθώς έπαιζα την φλογέρα...μπορεί να πέρασε απαρατήρητο από τις άλλες κοπέλες, όμως μόνο εγώ ξέρω πως ένιωθα..»
« Ανόητη, καμία διαίσθηση δεν είναι. Η ιδέα σου μάλλον. Όλα μια χαρά πηγαίνουν στη καθημερινότητά της ζωης σου, αυτό να σκέφτεσαι »
Η Κλεμένς είχε έρθει στο σχολείο της Ρένας και καθώς την είδε από μερικά μέτρα σε απόσταση την χαιρέτησε καλοσυνάτα κάνοντας μια κίνηση με τα χέρια. Η Εύα της οποίας το ενδιαφέρον ενεργοποιήθηκε ρώτησε την Ρένα: « ποια είναι αυτή η κυρία που σε χαιρετά, γνωστή σου;»
« Είναι η καινούρια δασκάλα που με διδάσκει στο σπίτι γαλλικά »
« Τι είδους χαρακτήρας είναι άραγε;»
« Στην αρχή δίσταζα να την εμπιστευτώ όμως όσο περνά ο χρόνος καταλαβαίνω πως είναι καλή και αληθινή στη ψυχή και εύχομαι να αποδειχτεί ακόμα περισσότερο ασπροπρόσωπη όπως ισχυρίζεται. Δεν θα μου άρεσε ο μπαμπάς μου να διάλεξε μια δασκάλα για εμένα που να με ελέγχει και να απαγορεύει να βγαίνω συχνά από το σπίτι. Δεν έχουμε υπηρέτρια πια στην οικία μας, οπότε η κυρία Κλεμένς-Ερνέστα θα μπορούσε σίγουρα να αναλάβει αυτό τον ρόλο αν της το ζήταγε εκείνος . Όχι της απλής οικονόμου που μόνο επιμελείται και φροντίζει το σπίτι, αλλά εκείνης που στη πραγματικότητα ασκεί έλεγχο στο αν τηρώ τους κανόνες του » .
[...]
Η ηρεμία της νύχτας δεν ήταν αρκετή για να γαληνέψει τη ταραγμένη ψυχή του Θεοδόσιου ο οποίος δεν άντεξε να σκέφτεται συνέχεια για τις προγραμματισμένες δουλειές του σε συνδυασμό με τις πικρές θυμήσεις του παρελθόντος. Παραταύτα αποφάσισε να βγει στη μικρή βεράντα με την ελπίδα ότι ο καθαρός αέρας θα τον βοηθούσε να ξεφύγει από τις επίμονες σκέψεις.
Η Κλεμένς βγήκε επίσης στο μπαλκόνι λίγο πιο μετά και στάθηκε δίπλα του προκειμένου να παρακολουθήσει τη θέα της γειτονιάς από ψηλά. « Μιας και ολοκληρώθηκε ένα ακόμα μάθημα εκπαίδευσης της νεαρής, είπα να βγω και εγώ στη βεράντα για να σας κάνω παρέα. Ο πανέμορφος νυχτερινός ουρανός.. γεμάτος άστρα είναι απόψε, ευχάριστο σημάδι που μας στέλνει η μοίρα » έδειξε το εύθυμο χαμόγελο της η καθηγήτρια και συνέχισε: « είστε τυχερός που κατοικείτε στη συγκεκριμένη γειτονιά, την αρχοντική αλλά καθόλου απρόσιτη και αυστηρά δομημένη. Απρόσιτη με την έννοια ότι δεν πρόκειται για μια προνομιούχα γειτονιά στην οποία συμβιώνουν αμιγώς πλούσιοι. Αντιθέτως είναι ανθρώπινη...οι μισοί κάτοικοι είναι ευκατάστατοι και οι άλλοι μισοί πιο κατώτεροι οικονομικά και πετυχαίνουν να συνυπάρχουν αρμονικά, σεβαστά και να διατηρούν φιλικές και βαθιές σχέσεις μεταξύ τους, με βάση το συμπέρασμα μιας αυτοψίας που έβγαλα από λίγες περιπλανήσεις στη συνοικία. Πράγμα που εκτιμώ και θεωρώ το πιο σημαντικό απ όλα ».
« Ναι, είναι. Για να το λέτε και εσείς που παρατηρείτε βαθύτερα κάποια πράγματα » συμφώνησε μαζί της ο Θεοδόσιος αλλά έστρεψε αμέσως το βλέμμα του στον ουρανό καθώς με τον τρόπο του αυτόν ήθελε να δείξει στην λαίδη ότι δεν ενδιαφερόταν να εμβαθύνει σε συζήτηση μαζί της.
« Φαίνεστε και δείχνετε μελαγχολικός και προβληματισμένος εκτός από κακόκεφος μερικές φορές κύριε Θεοδόσιε » πρόσεξε το πρόσωπο του κάπως καλύτερα η Κλεμένς.
« Αισθάνομαι κούραση από τα πολλά καθήκοντα και ευθύνες που έχω. Εργοστασιάρχης είμαι δεν είναι λίγες οι ώρες της διοίκησης καθημερινά » της έδωσε την απάντηση που τον βόλευε ο άντρας.
« Δεν αναφέρομαι στις υποχρεώσεις σας. Άλλα είναι τα αίτια που σας κάνουν να νιώθετε έτσι όπως σας χαρακτήρισα »
« Δεν ξέρετε τι λέτε κυρία και σας παρακαλώ αφήστε με ήσυχο. Θα προτιμούσα να μείνω μόνος στο μπαλκόνι να αγναντεύω την θέα του ουρανού » της ζήτησε κάπως θορυβημένος και ενοχλημένος όταν έστρεψε τη ματιά του στο πλάι της. Η Κλεμενς υποχώρησε ενάντια στο πείσμα του σκληρού ανθρώπου και με χαμηλωμένο το κεφάλι σε ένδειξη σεβασμού, έκλεισε τη μπαλκονόπορτα και μπήκε ξανά μέσα στο σπίτι. Πήγε προς το σαλόνι για να βάλει κλασσική μουσική στο γραμμόφωνο να παίζει χαμηλά. {Πολύ πίκρα υπάρχει σε αυτό το 'αρχοντικό'} μονολόγησε κάποια στιγμή η γυναίκα. {Ο κύριος Θεοδόσιος είναι αυταρχικός και προσκολλημένος στη δουλειά του, η κόρη του είναι θλιμμένη και νιώθει πως ο μπαμπάς της δεν την αγαπά. Αφού δεν υπάρχουν η ηρεμία και η αγάπη σε αυτό το σπίτι ας βάλω να παίζει η συγκεκριμένη μελωδική μουσική. Εκείνη θα μεταδίδει τουλάχιστον τη γαλήνη που τόσο λείπει. }
Η Ρένα κατέβηκε προς τη κουζίνα για να γευματίσει και άκουσε την μουσική που έπαιζε στο σαλόνι. Πλησίασε με περιέργεια την Ερνέστα και εκείνη χαρούμενη της έλυσε την απορία: « Έβαλα τη μουσική του Μότσαρτ να απλώνει τη μελωδία της στο χώρο και να μας τονώνει τη διάθεση και τη γαλήνη. Είναι από τις πιο ξακουστές και λατρεμένες μουσικές για μένα προσωπικά »
Η Ρένα έγνεψε για να δείξει πως κατάλαβε.
« Συγχωρέστε με για τις προάλλες. Έπρεπε και ευχόμουν να μπορούσα να διορθώσω γρήγορα το ψυχρό φέρσιμο μου σε μια λαίδη σαν εσάς. »
« Δεν έκανες τίποτα το τόσο επιλήψιμο, μην νιώθεις ντροπή απέναντι μου. Το βασικό είναι ότι οποιαδήποτε αρνητική στάση και καχυποψία έτρεφες για εμένα διαλύθηκε και κατάλαβες την επιπολαιότητα σου να κρίνεις βιαστικά τους ανθρώπους » της απάντησε με σοφία και καλοσύνη η Κλεμενς-Ερνεστα.
« Χαίρομαι που ξεκαθαρίσαμε το θέμα. Με προβλημάτιζε πολύ μέχρι να βρω το θάρρος να σας μιλήσω ανοιχτά ».
Η Ερνέστα έπιασε τα χέρια της Ρένας για πρώτη φορά με μια απαλή γλυκιά θέρμη η οποία άθελα της μετέδωσε στο απορημένο κορίτσι ένα συναίσθημα αλλόκοτο...κάτι τη παρακινούσε να εμπιστευτεί την κυρία και να της ανοίξει τη καρδιά της περισσότερο. Σαν ο ευγενικός άνθρωπος απέναντι της να ήταν ένας άγγελος σταλμένος από τον ουρανό, η δεύτερη μητέρα που της έφερε ο θεός έτσι ώστε να μην νιώθει μοναξιά και θλίψη.
« Το ξέρεις πως είσαι ένα φοβισμένο κορίτσι που κατά βάθος κρύβει μεγάλη εσωτερική δύναμη μέσα του; Χρειάζεσαι έναν φύλακα άγγελο να σε βοηθήσει απλώς λίγο παραπάνω. Θα ήθελα να έρθουμε πιο κοντά Ρένα, να αναπτύξουμε τα χαρακτηριστικά μιας φιλίας. Τι λες θα το προσπαθήσουμε για να πετύχει;» τη ρώτησε ενθαρρυντικά.
« Ναι κυρία » της απάντησε με ισχυρή σιγουριά η κοπέλα. Ήθελε πραγματικά πλέον και η ίδια να αποκτήσουν ένα είδος φιλίας σαν αυτό μεταξύ μικρότερης και μεγαλύτερης αδερφής.
Την κρίσιμη στιγμή ενώ ο Βρασίδας περίμενε τσιτωμένος και περίεργος στο ήσυχο σοκάκι της παλιάς γειτονιάς, φάνηκε η Γαλήνη. Τον πλησίασε με χάρη και εκείνος την θαύμασε για την αυτοπεποίθηση και την αίσθηση γυναικείας κυριαρχίας πράγμα σπάνιο για μια γυναίκα εκείνης της εποχής. Του συστήθηκε και αφού του ξεκαθάρισε εκείνο που περιμένει από αυτόν, του υποσχέθηκε το ποσό που θα μοιράζονταν από κοινού αν πετύχαινε η έκβαση του σχεδίου.
« Χάρηκα που ήρθα σε επαφή μαζί σου μέσω του ντετέκτιβ φίλου μου ο οποίος εύκολα σε εντόπισε. Συνεργαζόμαστε για τον ίδιο επιθυμητό σκοπό: να απομακρύνουμε την Ρένα από τον Αντώνη. Να το βάλεις καλά στο μυαλό σου πως απαιτώ να είσαι πειστικός και ακριβής στην αποστολή που θα σου ανατεθεί »
« Πιστεύετε ότι θα τους προκαλέσουμε ισχυρή ρήξη λοιπόν;» τη ρώτησε χωρίς δυσπιστία ο Βρασίδας.
« Όχι απλή ρήξη...καταστροφή του δεσμού τους. Θα πάρουμε εκείνο που θέλουμε και μας ανήκει, μην ανησυχείς. Από αύριο κιόλας θα εφαρμόσουμε το σχέδιο » του χαμογέλασε συγκρατημένα μα πανούργα η νεαρή αριστοκράτισσα. Ομολογουμένως, υπήρχε μια παράξενη ερωτική έλξη στην ατμόσφαιρα μεταξύ τους αλλά κανείς δεν φρόντισε να την αναπτύξει (καλλιεργήσει) παραπάνω.
Η Ρένα στεναχωρημένη πήγε να συναντήσει την κυρία Ερνέστα έξω από ένα νεοκλασικό, όπου ήξερε ότι παρέδιδε μαθήματα. Εκείνη μόλις ολοκλήρωσε το μάθημα της σε ένα κορίτσι καλής οικογένειας και το χαιρετούσε στο άνοιγμα της πόρτας, γύρισε το βλέμμα της και αμέσως πρόσεξε την Ρένα να έρχεται προς το μέρος της.
« Κυρία Ερνέστα »της μίλησε δυσοίωνα. Η δασκάλα στην αρχή δεν αντιλήφθηκε τα συναισθήματα της Ρένας και της χαμογέλασε ρωτώντας την: « Γεια σου Ρένα μου πως είσαι; Χαίρομαι που ήρθες να με βρεις εδώ και να πω την αλήθεια με εξέπληξες...τι έχεις; Φαίνεσαι ''άχρωμη''. Λόγω κρυολογήματος ή θλίψης;» τη ρώτησε ανήσυχη.
« Δεν νιώθω καλά ».
« Το βλέπω αλλά γιατί είσαι στεναχωρημένη; Τι σε πείραξε;»
Η Ρένα χρειάστηκε να το σκεφτεί λίγο και τελικά της το παραδέχτηκε: « Χώρισα με τον αγαπημένο μου. Ο Αντώνης θύμωσε μαζί μου και με εγκατέλειψε στο ρομαντικό σημείο όπου ζήσαμε τις πιο ωραίες στιγμές της αγάπης μας » ξέσπασε θλιβερά και κλείστηκε στην παρηγορητική αγκαλιά της Ερνέστα η οποία της έλεγε: « Σώπασε γλυκιά μου, μην κλαις. Ο Αντώνης είναι καλό παιδί και θα φανεί σε μεταγενέστερο καιρό αν αξίζει να τον αγαπάς. Ίσως είναι μια δοκιμασία αυτό που περάσατε ».
« Δεν θα ξαναγυρίσει ποτέ σε εμένα. Αν τον βλέπατε με πόσο άψυχο βλέμμα κατηγορίας με κοιτούσε και αν ξέρατε τι είχε συμβεί ανάμεσα μας, δεν θα είχατε αυτή την ελπίδα » της μίλησε η κοπέλα αντικρίζοντας την στα μάτια.
Δύο μέρες μετά καθώς δεν έφταναν αυτά τα λυπηρά γεγονότα, η Ρένα θα είχε να ζήσει μια επιπλέον δυσάρεστη κατάσταση. Γυρνούσε στο σπίτι της το μεσημέρι από τον περίπατο με τη φίλη της. Εισήλθε μέσα ανέβηκε στο δωμάτιο για να αφήσει την τσάντα της και ταξινόμησε τα βιβλία και τους φακέλους του σχολείου που βρίσκονταν ανακατεμένα στο γραφείο της. Ένιωσε να διψάει γι αυτό κατέβηκε για να πιει ενα ποτήρι νερό. Όμως ακριβώς την στιγμή εκείνη καθώς βρισκόταν στη κουζίνα, άκουσε φωνές που προέρχονταν ξεκάθαρα από το σαλόνι. Προβληματισμένη κινήθηκε αργά και στάθηκε ακουμπισμένη στο ξύλινο τοίχο του διαδρόμου για να ακούσει τη συζήτηση του πατέρα της με τον επισκέπτη του.
« Λοιπόν κύριε συνεχίστε στο σημείο που είχαμε σταματήσει » ζήτησε ο Βρασίδας με ενδιαφέρον μιας και ο Θεοδόσιος δεν αναφέρθηκε αμέσως σε αυτό που πήγαινε να πει, η κουβέντα τους κινούνταν γύρω από τα θέματα της δουλειάς τους κυρίως.
« Θα παντρέψω τη κόρη μου μαζί σου, πιο σύντομα από όσο σκεφτόμουν στην αρχή. Μόλις αποφοιτήσει από το σχολείο της, μέσα στις πρώτες δύο βδομάδες του καλοκαιριού θα γίνει ο γάμος σας » ανακοίνωσε τολμηρά ο Θεοδόσιος.
Η Ρένα στεκόταν στο διάδρομο του σαλονιού και άκουγε την κουβέντα του πατέρα της με τον συνομιλητή του, σε κατάσταση σοκ.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top